Του Classreverb*
Όλο μου λες έχουμε αργήσει
μα δεν μου λες πού πάμε
Λόγος Τιμής [1]
Η οργανωτική μορφή «αναρχική συλλογικότητα» βρίσκεται σε κρίση. Όσο κι αν προσπαθήσαμε να το παλέψουμε, σήμερα το πρόβλημα είναι πιο ορατό από ποτέ. Τα τελευταία χρόνια οι αναρχικές συλλογικότητες αποτυγχάνουν όχι μόνο να κερδίσουν νέο κόσμο αλλά και να διατηρήσουν τα ίδια τα μέλη τους. Την ίδια στιγμή μάλιστα που η ελευθεριακή κουλτούρα «κερδίζει», με την έννοια ότι προσελκύει μεγάλα τμήματα του νεανικού (και μη) προλεταριάτου, ποδοπατώντας τις πολιτικο-οργανωτικές παραδόσεις της ασθμαίνουσας εγχώριας αριστεράς. Οι λόγοι της κρίσης και οι τρόποι αντιμετώπισής της ποικίλουν ανάλογα με την σκοπιά από την οποία επιλέγουμε να εξετάσουμε το ζήτημα. Εδώ το προσεγγίζουμε από τη βασική σκοπιά με την οποία οφείλει να εξετάζεται η υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης συνολικά: τη σκοπιά του πολέμου της εργασίας.
Πόλεμος της εργασίας σημαίνει να αντιμετωπίζεις την αγορά εργασίας ως πολεμικό πεδίο και ταυτόχρονα, να αντιλαμβάνεσαι την εργασία ως το διοικητήριο του πολέμου. Με απλά λόγια, να κοιτάς τη ζωή μέσα από τα μάτια της εργατικής τάξης. Ο πόλεμος αυτός απαιτεί οργάνωση η οποία περιλαμβάνει την απεύθυνση στην Τάξη από το πολιτικά οργανωμένο τμήμα της. Συνεπώς, οι οργανωτικές ανάγκες του πολέμου της εργασίας θέτουν ένα κεντρικό ερώτημα: ποιες είναι οι οργανωτικές μορφές που θα πρέπει να υιοθετήσουν οι ελευθεριακές δυνάμεις σήμερα (ως ένα πολιτικά οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης), προκειμένου τόσο (α) να πυκνώσουν τις κοινότητές τους όσο και (β) να συμβάλλουν στην (αυτο)οργάνωση της Τάξης;
Η κρίση για την οποία μιλάμε αρθρώνεται στα δύο σκέλη του παραπάνω ερωτήματος. Κρίση της οργανωτικής μορφής «αναρχική συλλογικότητα» λοιπόν σημαίνει κρίση στην ικανότητά της τόσο να αναπαράγεται αυξητικά όσο και να λειτουργεί ως οργανωτικός κόμβος της Τάξης. Οι εγχώριες αναρχικές συλλογικότητες δεν καταφέρνουν να αποδείξουν στους γύρω τους την χρησιμότητα του να οργανώνεται κανείς/καμία σήμερα σε τέτοιου τύπου ιδεολογικές ομάδες και να εμπνεύσουν την προλεταριακή οργάνωση. Δυστυχώς, οι συλλογικότητές και οι ανοιχτές συνελεύσεις του «χώρου» έχουν εδραιωθεί ως συνώνυμα της τοξικής σύγκρουσης, της αυτοαναφορικότητας και του επαναστατικού βερμπαλισμού. Κάποιες καταφέρνουν να ξεφύγουν αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα. Όσο η ελευθεριακή σκέψη ριζώνει κοινωνικά, η αναρχική συλλογικοποίηση μαραζώνει. Δεν μπορούμε πλέον να αποφεύγουμε τη συζήτηση.
Εντούτοις, δεν φταίμε μόνο εμείς. Η κρίση της οργανωτικής μορφής «αναρχική συλλογικότητα» δεν αποτελεί μόνο μια χρόνια θεωρητικο-στρατηγική κρίση του εγχώριου αναρχισμού (ως κεντρικού πλειοψηφικού τμήματος του ελευθεριακού χώρου στη χώρα) αλλά αντανακλά και μια κρίση στις πολιτικές μορφές οργάνωσης της Τάξης σήμερα. Μια κρίση στο πεδίο της πολιτικής σύνθεσης της εργατικής τάξης[2] που έχει τις ρίζες της στην μεταφορντική αντεπίθεση του κεφαλαίου αρχής γενομένης από την δεκαετία του ’70. Με την αντεπίθεση αυτή το δυτικό κεφάλαιο έβγαλε τους εργάτες του από τα συλλογικά κελιά των εργοστασίων, τους παρέδωσε στα ατομικά κελιά του τριτογενούς, οδήγησε σε κρίση τον συνδικαλισμό και έκανε τα καταπιεσμένα παιδιά του εργάτη μάζα[3] να πιστέψουν ότι δεν είναι εργάτες﮲ ή ότι ακόμα κι αν είναι, δεν έχει πολύ νόημα να μιλάνε γι’ αυτό. Ακριβώς το ίδιο δηλαδή που πιστεύει σήμερα ένα μεγάλο τμήμα του σύγχρονου προλεταριάτου.
Παρόλα αυτά,...
Το 1925 ο Ιταλός αναρχικός Errico Malatesta έγραψε ότι:
«Η αναρχία είναι μια μορφή συμβίωσης στην κοινωνία. Μια κοινωνία στην οποία οι άνθρωποι ζουν ως αδέλφια χωρίς να μπορούν να καταπιέζουν ή να εκμεταλλεύονται τους άλλους και στην οποία ο καθένας έχει στη διάθεσή του ό, τι μέσο μπορεί να προσφέρει ο πολιτισμός της εποχής, για να επιτύχει τη μέγιστη δυνατή ηθική και υλική ανάπτυξη.
Και ο αναρχισμός είναι η μέθοδος επίτευξης της αναρχίας, μέσω της ελευθερίας, χωρίς κυβέρνηση – δηλαδή, χωρίς εκείνους τους αυταρχικούς θεσμούς που επιβάλλουν τη βούλησή τους σε άλλους με τη βία». (Malatesta 1995, 52)
Σε αυτό...
Αλέξανδρος Ηλιάδης*
«Ένα κράτος, εξ ορισμού, δεν μπορεί να έχει καμία ηθική. Το περισσότερο που μπορεί να έχει ένα κράτος είναι μια αστυνομία.»
Αλμπέρ Καμύ
Εισαγωγή
Το 2015 στο 4ο τεύχος της πολιτικής επιθεώρησης Κοινωνικός αναρχισμός είχαμε τη χαρά να φιλοξενήσουμε, μεταξύ άλλων, το δοκίμιο Ανομία και θεωρίες του κράτους του Κώστα Δεσποινιάδη. Ήμασταν -και είμαστε ακόμα- περήφανοι για εκείνο το τεύχος∙ θεωρούμε ότι αποτέλεσε μια αξιόλογη συμβολή στον διάλογο σχετικά με το κράτος και τις θεωρίες γύρω από αυτό, που διεξάγεται στους κόλπους του ανταγωνιστικού κινήματος. Το εν λόγω δοκίμιο αποτέλεσε το πρόπλασμα του βιβλίου που εδώ και λίγες...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018