Amo Voli
Κείμενο που αποπειράται να κωδικοποιήσει συνήθεις εξουσιαστικές συμπεριφορές στις διαδικασίες και τα στέκια του αντιεξουσιαστικού χώρου, τις αντικειμενικές συνθήκες που διευκολύνουν την ανάπτυξη και ανοχή αυτών των συμπεριφορών, καθώς και πιθανούς τρόπους αντιμετώπισης.
Ο Κάμαρα Φρέιρα ή «Τολέδο», το νούμερο δύο στην ένοπλη επαναστατική Εθνικοαπελευθερωτική Δράση στη Βραζιλία της δικτατορίας του 1964]... είχε άσπρα μαλλιά κομμένα με την ψιλή, τετράγωνο πρόσωπο, καλοσυνάτο, είχε την ικανότητα να ακούει με ενθουσιασμό το πιο κοινότοπο σχόλιο του συνομιλητή του, ακριβώς το αντίθετο από τη στερεότυπη εικόνα του ακραίου επαναστάτη που είναι πάντα συνοφρυωμένος, ξεροκέφαλος, ακλόνητος στην παντοδυναμία των ιδεών του και με το στόμα πάντα γεμάτο με φράσεις εντυπωσιασμού. Ο «Τολέδο» ήταν απαλλαγμένος από αυτό το άγχος που κάνει ορισμένους αριστερούς [και αντιεξουσιαστές] σα να έχουν βγει από την Αποκάλυψη, με την πεποίθηση ότι οι ιδέες τους είναι οι απόλυτες, οι μόνες ορθές, καρποί κάποιας θείας φώτισης.
Φρέι Μπέτο, Το βάπτισμα του αίματος
Σε ένα σύντομο πέρασμα από τη μητρόπολη βρέθηκα κάποια στιγμή σε μια συνέλευση στο Γκίνη. Δεν θυμάμαι πια ούτε τη θεματική ούτε τη χρονιά. Χαράχτηκαν όμως στη μνήμη μου όλα τα υπόλοιπα. Θυμάμαι σκορπισμένες ομάδες στα έδρανα του αμφιθεάτρου, μόνο άντρες μιας κάποιας ηλικίας έπαιρναν τον λόγο, τοποθετούνταν επί μακρόν σαν να μην ήθελε -ή να μην έπρεπε- να μιλήσει άλλος. Μου φάνηκε πως βρισκόμουν σε κάποιο αγώνα, οι κανόνες του οποίου ήταν γνωστοί στους παίχτες -και τις παίχτριες- κι όποιος δεν τους είχε καλά εμπεδωμένους δεν μπορούσε να σταθεί στο παιχνίδι. Η συνέλευση φυσικά ήταν ανοιχτή και ανακοινωμένη: όλοι και όλες ήταν ευπρόσδεκτες... να παρακολουθήσουν τη μάχη.
Η αλλαγή κινηματικού περιβάλλοντος μπορεί να καταστήσει σαφές ότι συγκεκριμένες συμπεριφορές που έρχονται σε αντίθεση με προτάγματα και αρχές του αντιεξουσιαστικού χώρου δεν είναι ίδιον κάποιων ατόμων, συνελεύσεων ή πόλεων, αλλά απαντώνται συχνά και μπορούν να κωδικοποιηθούν. Αυτό ακριβώς αποπειράται να κάνει το παρόν κείμενο, μαζί με κάποιες σκέψεις για τις συνθήκες που ευνοούν την εκδήλωσή τους, καθώς και πιθανούς τρόπους αντιμετώπισης ατομικά και συλλογικά. Το κείμενο έχει κριτική και αυτοκριτική διάθεση, καθώς το γράφον άτομο δεν βγάζει τον κώλο του απ’ έξω ούτε το παίζει καθαρό: έχω καταφύγει -και συνεχίζω να κατεφεύγω- στις περισσότερες από τις περιγραφόμενες συμπεριφορές. Ευτυχώς έχω καλές συντρόφισσες και συντρόφους να μου τις επισημαίνουν, και ενίοτε συμμετέχω σε συνελεύσεις που μπορούν να περιφρουρήσουν τη διαδικασία.[1]
Ο αντιεξουσιαστικός χώρος καλύπτει ένα ευρύ φάσμα τάσεων και πρακτικών. Φαίνεται όμως ότι προταγματικά κάποιες αρχές -και ταυτόχρονα αξίες- αναδεικνύονται ως βασικές και τον διακρίνουν από άλλα κομμάτια του πολιτικού φάσματος. Τέτοιες είναι η αντιεραρχία-ισοτιμία, η κυκλικότητα και η οριζοντιότητα, κλειδί για τα οποία είναι ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη. Αξίες όπως ο αντιφασισμός, ο αντισεξισμός, ο αντιρατσισμός, η αλληλεγγύη, παρότι σημαντικές, δεν είναι αποκλειστικές στον αντιεξουσιαστικό χώρο, καθώς τις επικαλούνται και κομμάτια της αριστεράς.
Παρότι αυτές οι αρχές-αξίες είναι βασικές, θα περνούσαμε στη σφαίρα της μεταφυσικής αν πιστεύαμε ότι με κάποιο αδιόρατο τρόπο, σε κοινωνίες βαθιά ιεραρχικές και εξουσιαστικές, με εμπεδωμένες κάθετες δομές, νομιμοποιημένες φασιστικές, απολυταρχικές, ρατσιστικές, σεξιστικές πρακτικές, τα άτομα που συμμετέχουν στις διαδικασίες του αντιεξουσιαστικού χώρου καταφέρνουν μόλις περνούν το κατώφλι της συνέλευσης να απεκδύονται όλα τα παραπάνω και να διεξάγουν τις διαδικασίες με απόλυτο σεβασμό προς όλα τα άτομα που τις αποτελούν. Μακράν από το να συμβαίνει κάτι τέτοιο, οι αρχές και οι αξίες μπορούν να δημιουργήσουν την ψευδή εντύπωση ότι περιγράφουν μια πραγματικότητα στην οποία έχουμε φτάσει και για την οποία δεν χρειάζεται πλέον ν’ αγωνιζόμαστε. Ωστόσο αντίθετα, αποτελούν προτάγματα, φωτεινούς σηματοδότες που μας δείχνουν τον δρόμο μέσα στη σκοτεινιά μιας καθημερινότητας που ορίζεται απ’ την κυριαρχία σε όλες τις πτυχές της.
Ιδανικά οι διαδικασίες και οι χώροι μας θα έπρεπε ν’ αποτελούν νησίδες ελευθερίας και μικρογραφίες του κόσμου που οραματιζόμαστε, τον οποίο μόνο η κοινωνική επανάσταση και η πτώση του καπιταλισμού μπορεί να πραγματοποιήσει. Μακράν από το συμβαίνει κάτι τέτοιο, συχνά αναπαράγουν τη σκατίλα που μας περιβάλλει και στην οποία είμαστε εμποτισμένες και εμποτισμένοι: μικρότητες, εγωισμοί, κόμπλεξ κλπ μπορεί να φτιάχνουν περιβάλλοντα εχθρικά για τις πιο ελεύθερες ψυχές, ακρωτηριαστικά για τα νεαρότερα άτομα, καταπιεστικά για τα άτομα με μικρότερη κινηματική εμπειρία, για γυναίκες και άλλες ταυτότητες φύλου. Οι συμπεριφορές αυτές μάς στερούν τη χαρά του αγώνα, μας βγάζουν από την επικέντρωσή μας στο γκρέμισμα του καπιταλισμού καθώς ασχολούμαστε με αποπροσανατολιστικές μαλακίες. Και τελικά στον αγώνα ενάντια στην κυριαρχία καταλήγουμε να μοιάζουμε με τον εχθρό περισσότερο απ’ όσο θα θέλαμε.
ΠΩΣ ΕΚΔΗΛΩΝΕΤΑΙ Η ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
Για να δημιουργήσουμε περιβάλλοντα στα στέκια και τις διαδικασίες μας όπου θα μπορούμε ν’ αναπτυσσόμαστε ελεύθερα, να οξύνουμε απελευθερωτικές και χειραφετητικές αναλύσεις και πολύπλευρες δράσεις για την καταστροφή του υπάρχοντος είναι απαραίτητο να δουλέψουμε τα αντανακλαστικά μας ώστε ν’ αναγνωρίζουμε συμπεριφορές που φέρνουν την κυριαρχία μέσα στους χώρους μας. Αυτές είναι εξουσιαστικές γιατί επιχειρούν να ελέγξουν τη διαδικασία και τον τρόπο συμμετοχής της σε αυτήν κατά την κρίση του ατόμου/ατόμων που τις φέρουν και κατά μη συμφωνημένο τρόπο. Ακολουθεί ένας μικρός πρακτικός οδηγός αναγνώρισής τους:
- Αυστηρός/δασκαλίστικος/πατρικός λόγος: Το δάχτυλο σηκώνεται για να υποδείξει το σωστό και το λάθος, να επιπλήξει κάποιο συντρόφι που παραστράτησε, που άργησε, που δεν τήρησε τις συμφωνίες, που επιδιώκει αναβαθμισμένες ενέργειες θέτοντας σε κίνδυνο τον υπόλοιπο κόσμο και την ύπαρξη του κινήματος στην πόλη ή που αντίθετα δεν επιδεικνύει αρκετή αγωνιστικότητα και αφοβία (γιατί είναι γνωστό πως πρέπει κανείς να έχει «κότσια» -για να μην πούμε «αρχίδια»- για να είναι στον «χώρο»). Ο σύντροφος ή η συντρόφισσα με εξουσιαστική συμπεριφορά προσπαθεί συστηματικά να καθορίσει την ατζέντα της συζήτησης, να την κατευθύνει, να την πατρονάρει, επιβάλλοντας τα «σωστά» μέσα αγώνα, τους «σωστούς» σκοπούς και τη «σωστή» ανάλυση. Συχνά θα ξεκινήσει την τοποθέτησή του/της λέγοντας: «δεν έχουμε καταλάβει ότι...» ή «πρέπει να καταλάβουμε ότι...». Ο σύντροφος ή η συντρόφισσα θα υποδείξει, με δασκαλίστικο τόνο, πότε χρησιμοποιήθηκαν λάθος λέξεις (π.χ. σεξιστική ορολογία). Θα προβληθεί ως θεματοφύλακας αρχών και αξιών, επιδεικνύοντας εξουσιαστική αυστηρότητα στην εφαρμογή τους. Αυτές οι συμπεριφορές βασίζονται σε βαθιά -αλλά υπόρρητη- υποτίμηση των υπόλοιπων μελών της διαδικασίας. Ιδιαίτερα η αυστηρή επικέντρωση στις «λάθος» λέξεις δημιουργεί άμεσο διαχωρισμό μεταξύ των έμπειρων και διαβασμένων που ξέρουν να μιλάνε και των αδαών υπόλοιπων που έχουν ακόμη πολλά να μάθουν. Εννοείται πως ο λόγος που χρησιμοποιούμε έχει σημασία και η ανάλυσή μας οφείλει να αποδομεί το υπάρχον και να δίνει επαναστατική προοπτική. Αλλά έχει σημασία να γινόμαστε ουσιαστικοί φορείς ενός λόγου που θα διαπερνά την ύπαρξη και τη δράση μας, διαφορετικά πέφτουμε στην «πολιτική ορθότητα»: μαθαίνουμε ποιες λέξεις κάνουν τζιζ για να τις αποφεύγουμε και ποια είναι η δημοφιλέστερη προσέγγιση για να είμαστε ιν.
- Μακρές τοποθετήσεις και επανατοποθετήσεις: Η αρχή της ισοτιμίας καταστρατηγείται με τρόπο ουσιαστικό από συντρόφους και συντρόφισσες που παίρνουν πολύ χώρο στις διαδικασίες, συχνά διακόπτοντας, απαντώντας και σχολιάζοντας άλλες τοποθετήσεις. Είναι φυσικά σημαντικό να ολοκληρώνουμε τη σκέψη και την ανάλυσή μας και διαβασμένα συντρόφια, με μακρά πορεία στον «χώρο» έχουν να πουν πολλά και να συμβάλλουν ουσιαστικά στην διαδικασία. Ωστόσο η ανάλυσή τους δεν θα εμπεδωθεί με μια μακρά τοποθέτηση ή συνεχείς τοποθετήσεις, και οι σχολιασμοί, οι απαντήσεις και οι διακοπές άλλων τοποθετήσεων δείχνουν έλλειψη σεβασμού στη διαδικασία, καθώς και υποτίμηση των άλλων μελών που την απαρτίζουν. Επίσης δίνεται η αίσθηση -και συχνά ακριβώς αυτό συμβαίνει- ότι επιδιώκεται πατρονάρισμά της.
- Γκριμάτσες, ψουψουρίσματα, γελάκια: Οι γκριμάτσες και οι κινήσεις δυσφορίας, ο χαμηλόφωνος σχολιασμός σε πηγαδάκια και τα κοροϊδευτικά γελάκια την ώρα που τοποθετούνται σύντροφοι και συντρόφισσες είναι συνήθεις απαξιωτικές συμπεριφορές που βιώνονται κακοποιητικά από τα άτομα που τις δέχονται, φορτίζουν αρνητικά τις διαδικασίες, αποτρέπουν κόσμο από το να πάρει τον λόγο και τελικά τον διώχνουν. Σπάνια μια συνέλευση θα κάνει παύση την ώρα που λαμβάνουν χώρα τέτοιες πρακτικές υποτίμησης ώστε να συζητηθούν. Ωστόσο η περιφρούρηση της διαδικασίας είναι απολύτως αναγκαία, καθώς μόνο έτσι γίνονται τα προτάγματα πράξη.
- Απαξιωτικός λόγος: Οι απαξιωτικές αναφορές σε συντρόφια και στις τοποθετήσεις τους είναι συνήθης εξουσιαστική συμπεριφορά στις διαδικασίες. Τέτοιες αναφορές επιδιώκουν να πειθαρχήσουν το σύνολο της διαδικασίας και όχι μόνο τα άτομα στα οποία αναφέρονται. Η απαξιωτική αναφορά μπορεί να γίνει σε τοποθέτηση ή σε πεταχτό σχολιάκι. Ο τελευταίος τρόπος είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικός, καθώς δημιουργεί εντυπώσεις, ενώ παράλληλα δεν δίνει το περιθώριο απάντησης. Ο σύντροφος ή η συντρόφισσα μπορεί να χρησιμοποιεί ειρωνεία, απαξιώνοντας όλες τις άλλες απόψεις ώστε να αναδεικνύεται η δική του ως η μόνη σωστή. Ιδιαίτερα αυτή η τελευταία ρητορική τεχνική βγαίνει κατευθείαν από τους ναούς της κυριαρχίας: το κοινοβούλιο και τα τηλεπαράθυρα. Η διαδικασία οφείλει να διασφαλίζει/εμπνέει σεβασμό προς τα άτομα που την αποτελούν και τις απόψεις που ακούγονται: δεν υπάρχουν «απαράδεκτες» απόψεις· υπάρχουν απόψεις με τις οποίες συμφωνούμε ή διαφωνούμε και επιχειρηματολογούμε πάνω στη συμφωνία ή τη διαφωνία μας. Οι συνελεύσεις μας είναι τα σχολεία που μας λείπουν όπου θα βγουν οι αναλύσεις και θ’ αναδειχτούν τα μέσα του αγώνα (καλό είναι βέβαια ν’ ανοίγουμε και κανένα βιβλίο, να διαβάζουμε και καμιά μπροσούρα).
- Αύξηση ντεσιμπέλ φωνής, χτυπήματα χεριών στο τραπέζι: Αυτά αποτελούν σχετικά παλιομοδίτικες τεχνικές επιβολής, προσφιλείς ιδιαίτερα στον ανδρικό πληθυσμό, βγαλμένες κατευθείαν απ’ την οικογένεια και το σχολείο. Καθώς έχουν αναδειχτεί ως μάτσο τεχνικές εξουσιαστικότητας, συντρόφια πιο έμπειρα στις διαδικασίες μάλλον σπάνια πλέον μπορούν να υποπέσουν σ’ αυτές. Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό το πώς η διαδικασία ενσταλάζει τον σεβασμό προς την ίδια και μεταξύ των μελών, ακόμη κι αν αυτά έχουν προσωπικές/πολιτικές αντιπάθειες, και πώς κατακτιέται συλλογικά το τι είναι αποδεκτό ή μη αποδεκτό να συμβεί ώστε τα μέλη μιας διαδικασίας να μην καταφεύγουν σε τεχνικές επιβολής. Οι συνελεύσεις μας δεν θέλουμε να είναι μικρόκοσμοι των κοινωνιών που ζούμε, αλλά προταγματικές διαδικασίες που προσπαθούν να δημιουργήσουν μικροκοινότητες αλληλεγγύης και αντίστασης στη σκοτεινιά του καπιταλιστικού κανιβαλισμού. Ένα πρώτο βήμα είναι ν’ αφήνουμε τις κυριαρχικές συμπεριφορές έξω απ’ τις συνελεύσεις και τους χώρους μας. Ένα δεύτερο είναι να τις αποτινάξουμε από τις ζωές μας σε κάθε πτυχή τους. Αν τα συντρόφια υποπέσουν σε λάθος πρέπει αυτό να επικοινωνείται με τρόπο συντροφικό και στο πλαίσιο της ασφάλειας που έχει ήδη δημιουργήσει η διαδικασία. Η εκδίωξη και ο αποκλεισμός ατόμων (βασικές πρακτικές της κυριαρχίας) είναι δείγμα ανωριμότητας των διαδικασιών και έλλειψης εργαλείων διαχείρισης μια δύσκολης συνθήκης. Αν έχουμε την πεποίθηση ότι ο κόσμος μπορεί ν’ αλλάξει, δεν είναι δυνατόν να μη θεωρούμε ότι μπορούν ν’ αλλάξουν τα συντρόφια.
- Μία είναι η ανάλυση κι ένας είναι ο τρόπος: Το συγκεκριμένο δεν αφορά τόσο τις κλειστές διαδικασίες, που συνήθως συγκροτούνται στη βάση κοινής ανάλυσης και επιλογής των μέσων αγώνα, όσο ανοιχτές διαδικασίες, καθώς και στη σχέση μεταξύ συλλογικοτήτων. Η αντίληψη που θέλει μία μόνο ανάλυση ως τη σωστή, συνοδευόμενη από συγκεκριμένα μέσα αγώνα, ενώ συλλογικότητες/άτομα με διαφορετική ανάλυση και πρακτικές είναι ρεφόρμες ή μπάχαλοι είναι βαθιά εξουσιαστική. Ενέχει επίσης ισχυρή δόση μεταφυσικής: με κάποιο μυστηριώδη τρόπο μόνο εμείς έχουμε αποκτήσει τη σωστή ανάλυση και είμαστε οι εκλεκτοί της αντιεξουσίας. Οι υπόλοιποι, προφανώς λόγω των «κριμάτων» τους, έχουν αποκλειστεί από αυτή την ιερή γνώση. Πιο παλιά και έμπειρα συντρόφια είναι πιθανοί φορείς μιας τέτοιας στάσης, καθώς τα διαβάσματα και η εμπειρία τους τα έχουν οδηγήσει σε πιο στιβαρές αναλύσεις και δοκιμασμένες πρακτικές (μήπως όμως δεν είναι συντηρητικό να θέλουμε να κάνουμε τα πράγματα συνεχώς με τον ίδιο τρόπο;). Αν δεν εντοπιστούν έγκαιρα τέτοιες τάσεις, μπορούν να παγιωθούν εξουσιαστικές συμπεριφορές στο εσωτερικό των συνελεύσεων και να απλωθούν στις σχέσεις μεταξύ συλλογικοτήτων και ατόμων με κεντρικούς φορείς τους «παλιούς» από κάθε συνέλευση. Δεν είναι λίγες οι φορές που συνελεύσεις του «χώρου» πλακώνονται με ζέση μεγαλύτερη από αυτή που επιδεικνύουν απέναντι στον εχθρό. Ιδιαίτερα η ρητορική περί «εσωτερικού εχθρού» που προωθεί ένα κομμάτι του «χώρου» μεταφέρει στις συνελεύσεις και τους χώρους μας πρακτικές της αριστεράς που την έχουν οδηγήσει σε διαδοχικές και εξευτελιστικές ήττες, και οι οποίες περιλάμβαναν τη διάσπασή της σε γκρούπες που αλληλοεξόντωνταν θρέφοντας θανάσιμο μίσος μεταξύ τους ή «καθάριζαν» το εσωτερικό τους από τους μιαρούς αιρετικούς.
- Μισογυνισμός: Στο πλαίσιο της πατριαρχίας, γυναίκες μπορεί να εμφανίζουν απαξιωτική συμπεριφορά απέναντι σε άλλες γυναίκες της διαδικασίας ή απέναντι σε γυναίκες άλλων συλλογικοτήτων: θα αναφερθούν απαξιωτικά απέναντί τους ή απέναντι στις τοποθετήσεις τους, θα τις διακόψουν, θα τις ειρωνευτούν ακριβώς επειδή είναι γυναίκες, με ζέση που δεν θα είχαν απέναντι σε άντρες. Ενώ ως προς τη σεξιστική συμπεριφορά συντρόφων τα αντανακλαστικά μπορεί να είναι ελαφρώς πιο οξυμένα, η μισογυνική συμπεριφορά συντροφισσών μπορεί να περάσει εν πολλοίς απαρατήρητη και να θεωρηθεί προσωπική, ότι δηλαδή κινητοποιείται από κάποια συγκεκριμένη συντρόφισσα και όχι από το γεγονός ότι είναι γυναίκα. Ο μισογυνισμός γίνεται αντιληπτός όταν προσπαθήσουμε να σκεφτούμε αν οι συντρόφισσες θα συμπεριφέρονταν με τον ίδιο τρόπο, θα χρησιμοποιούσαν τα ίδια λόγια, το ίδιο ύφος απέναντι σε άντρες συντρόφους: συνήθως η απάντηση είναι αρνητική.
-Εξωσυνελευσιακές μεθοδεύσεις: Οι εκτός των διαδικασιών συζητήσεις για ζητήματα που απασχολούν μια συνέλευση εννοείται πως μπορούν να είναι γόνιμες, να εμβαθύνουν την ανάλυση, να λύνουν παρεξηγήσεις και να αναδεικνύουν πτυχές και προβληματισμούς που να τίθενται εκ νέου στη συνέλευση. Συχνά ωστόσο δεν γίνονται διόλου αθώα. Σύντροφοι και συντρόφισσες μπορεί να καταφεύγουν συστηματικά σε εξωσυνελευσιακές κουβέντες με σκοπό να επηρεάσουν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, να εμφανιστούν στη συνέλευση μαζί με άλλα συντρόφια ως μονομπλόκ σε σχέση με ένα συγκεκριμένο θέμα έχοντας λάβει εκ των προτέρων αποφάσεις, να απομονώσουν συγκεκριμένα άτομα, να αναδείξουν συγκεκριμένες τάσεις του «χώρου» ως προβληματικές και επικίνδυνες, να δημιουργήσουν αντιπαλότητα μεταξύ συνελεύσεων κλπ. Με αυτόν τον τρόπο, άτομα με κάποια χρόνια στον «χώρο» μπορεί να φτιάχνουν μπλοκ επιρροής γύρω τους. Οι συζητήσεις αυτές συνήθως γίνονται με όρους μη αποδεκτούς σε μια συνέλευση (προσωπικές επιθέσεις κατά τρίτων, κουτσομπολιό που αφορά πρόσωπα και διαδικασίες, κ.ά) και ακριβώς αυτός είναι ο σκοπός τους: η εξουσιαστική επιβολή με χτυπήματα κάτω από τη μέση. Τα όρια ανάμεσα σε μια κουβέντα μεταξύ συντροφιών με προσωπικές σχέσεις και αυτού του τύπου τις συζητήσεις είναι λεπτά, αλλά όχι δυσδιάκριτα.
Η πρακτική αυτή πηγάζει από τις παρασκηνιακές μεθοδεύσεις της κυριαρχίας και φέρει την πολιτική της ανηθικότητα. Τα άτομα που καταφεύγουν σ’ αυτήν, μακροπρόθεσμα δεν μπορούν παρά να χάσουν την εμπιστοσύνη ακόμη και κοντινών τους συντροφιών, χωρίς να τους ειπωθεί ποτέ ευθέως, καθώς η δυνατότητα για ειλικρινείς κουβέντες θα είναι ήδη χαμένη. Είναι σημαντικό σύντροφοι και συντρόφισσες που βρίσκονται συμμέτοχοι σε τέτοιες συζητήσεις να επισημαίνουν στον σύντροφο ή τη συντρόφισσα που τις ανοίγει τι είναι αυτό που κάνει και να αρνούνται να συμμετάσχουν σε αυτό.
ΠΙΘΑΝΑ ΠΕΔΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
Για να οξύνουμε τα αντανακλαστικά μας, ίσως θα διευκόλυνε να ανιχνεύσουμε τις αντικειμενικές συνθήκες που δίνουν χώρο -και ανοχή- στην ανάπτυξη εξουσιαστικών συμπεριφορών, καθώς και πιθανούς φορείς:
- Εμπειρία: Άτομα με μεγαλύτερη εμπειρία στις διαδικασίες και μακρύτερη χρονικά πορεία στο κίνημα έχουν, και είναι λογικό, γνώμη με βαρύνουσα σημασία. Έμπειρα άτομα δικαιολογούν εξουσιαστική συμπεριφορά με βάση τη διαδρομή τους. Έχουν ξανακάνει τις ίδιες διαδικασίες και δράσεις και «ξέρουν» πώς γίνονται, οπότε είναι αυτά που θα δείξουν τον δρόμο. Έχουν δει άτομα να φεύγουν και να έρχονται, συντρόφους που έγιναν γιάπηδες και αριστεροί. Άτομα που παρουσιάζονταν έτοιμα για αναβαθμισμένες δράσεις να πιάνουν δουλειές, να παντρεύονται, να νοικοκυρεύονται, να κόβουν τις κοτσίδες και να ξυρίζονται. Επομένως είναι σίγουρα ότι πάνω από τα μισά άτομα που τώρα στελεχώνουν τις διαδικασίες σε πέντε χρόνια θα έχουν αποσυρθεί. Έχουν κάνει με παρόμοιο τρόπο τις ίδιες συζητήσεις ξανά και ξανά: στέλνουμε τα κείμενά μας στα συμβατικά ΜΜΕ; χρειαζόμαστε περιφρούρηση στις πορείες; έχει νόημα να βγαίνουμε στο δρόμο τις «επετειακές» μέρες; κλπ κλπ. Αντίθετα με τα νεαρότερα συντρόφια, οι «παλιοί» έχουν επιδείξει συνέπεια για χρόνια στον «χώρο» και η συνεισφορά τους στο κίνημα -την οποία κάποιοι φροντίζουν να υπενθυμίζουν με έπαρση- είναι αδιαμφισβήτητη. Και καθώς με τα χρόνια μένουν συνήθως τα συνεπή άτομα, έχουν κουραστεί από τις αργοπορίες των διαδικασιών, που πλέον δυσκολεύουν τα πιο σφιχτά προγράμματά τους.
Η εξουσιαστική συμπεριφορά δεν δικαιολογείται: Η κούραση των «παλιών» είναι λογική αλλά διόλου ωφέλιμη. Η διαδικασία οφείλει να διασφαλίζει ότι κάθε άτομο που πρωτομπαίνει βρίσκει πεδίο προβληματισμού, ισότιμης ζύμωσης, δημιουργικότητας και έκφρασης. Δεν πρέπει να βρίσκει έτοιμες συνταγές, ούτε λύσεις, απλούστατα γιατί αν υπήρχαν τέτοιες θα είχαμε κάνει την επανάσταση. Η συνεχής ανανέωση είναι ουσιαστική για τον «χώρο». Πράγματα που στο παρελθόν δεν δούλεψαν, στο παρόν μπορεί να δουλέψουν. Είναι χρήσιμο και ωφέλιμο το μοίρασμα της εμπειρίας, των επιτυχιών και των αποτυχιών, ώστε να μην ανακαλύπτουμε συνεχώς τον τροχό. Έχει σημασία όμως το πώς επικοινωνείται αυτή η εμπειρία και το πώς γίνεται κτήμα όλων. Από την άλλη πλευρά δεν χρειάζεται να περπατάμε συνεχώς στους ίδιους δρόμους. Κι αν άτομα φεύγουν, ίσως να οφείλεται και στο ότι ο «χώρος» δεν δίνει αρκετό χώρο για να τα χωρέσει. Όσο για τους κομπασμούς και την έπαρση για την προσφορά κάποιων «παλιών» στο κίνημα, δεν δείχνουν άλλο από κομπλεξισμό και ανασφάλεια (συντρόφια κάντε λίγο δουλίτσα με τα εαυτά σας!).
- Εντοπιότητα/μακροχρόνια παραμονή: Τα ντόπια άτομα ή τα άτομα που έχουν μείνει για χρόνια σε ένα μέρος έχουν ουσιαστική συμβολή στις διαδικασίες, που συνήθως συμπληρώνεται από την εμπειρία: γνωρίζουν την κινηματική ιστορία της περιοχής, γνωρίζουν πρόσωπα, τις εσωτερικές ισορροπίες της πόλης, την πολεοδομία. Δικαιολογούν εξουσιαστική συμπεριφορά με βάση τη γνώση και τη σύνδεση με την περιοχή. Οι ξενομπάτηδες και ξενομπάτισσες, ακόμη κι αν έχουν κινηματική εμπειρία από άλλα μέρη, δεν γνωρίζουν τη ντόπια κινηματική ιστορία και παράδοση (=πώς κάνουμε τα πράγματα εδώ), δεν γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις, ως εκ τούτου μιλούν «ανεύθυνα». Ο κόσμος που δεν έχει προοπτική να μείνει στην πόλη (φοιτητές, αναπληρώτριες, σεζονίστες κλπ) επίσης μιλά και πράττει «ανεύθυνα» γιατί δεν θα μείνει στην πόλη να λουστεί τις συνέπειες των πράξεών του (ακόμη και για τα δικαστήρια θα τους ψάχνουμε).
Η εξουσιαστική συμπεριφορά δεν δικαιολογείται: Η γνώση της πόλης είναι σημαντική, δεν πρέπει ωστόσο να αφήνεται χώρος στις διαδικασίες για να χρησιμοποιείται ως μέσο προσωπικής επιβολής ή προϋπόθεση για να γίνεται σεβαστή μια τοποθέτηση. Συχνά παραβλέπεται το γεγονός ότι η εντοπιότητα συνοδεύεται από αγκυλώσεις: συμπλεγματικές σχέσεις με αρκετό κόσμο στην πόλη (συγγενείς, μη κινηματικούς φίλους, συναδέλφους, αφεντικά κλπ), αδυναμία φαντασίωσης πρακτικών που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν, αλλά και δυσκολία να ξαναδοκιμαστούν πρακτικές που δεν είχαν δουλέψει. Η σύνθεση της ανανέωσης που φέρνει νέος κόσμος με τη γνώση των «παλιών» μπορεί να γεννήσει ενδιαφέροντα αποτελέσματα και να δώσει χώρο στα νεοφερμένα άτομα ακόμη και να μείνουν τελικά στην πόλη, καθώς αυτά τα τελευταία έχουν τις πύλες του μέλλοντος ανοιχτές και μπορεί τελικά ν’ αποφασίσουν να παραμείνουν σε μέρη που βρίσκουν δυνατότητες να αναπαράγουν επαναστατικά τις εαυτές και τους εαυτούς τους.
- Ηλικία: Η ηλικιακή διαφορά σπάνια έρχεται μόνη. Συνήθως συμπληρώνεται από την εμπειρία, αλλά και τη μακρόχρονη παραμονή. Εντούτοις όσο αυξάνεται η ηλικιακή ψαλίδα μεταξύ των συντροφιών τόσο αυξάνεται και η πιθανότητα υιοθέτησης εξουσιαστικής συμπεριφοράς. Τα μεγαλύτερα άτομα δικαιολογούν εξουσιαστική συμπεριφορά με βάση την ηλικία τους. Ξέρουν πώς γίνονται τα πράγματα, έχουν δει, έχουν κάνει. Όταν εκείνα ήταν στο κίνημα, τα μικρότερα συντρόφια άλλαζαν πάνες. Χωρίς τα μεγαλύτερα συντρόφια οι διαδικασίες θα έρχονταν συχνά σε αδιέξοδο, θα στέρευαν από ιδέες, θα έκαναν λάθη, δεν θα μπορούσαν να δώσουν λύσεις. Αν δεν ήταν οι παλιοί να οργανώσουν, να συμβουλέψουν, να φέρουν τη σωστή ανάλυση ποιος ξέρει πού θα ήταν τα πράγματα...
Η εξουσιαστική συμπεριφορά δεν δικαιολογείται: Οι διαδικασίες δεν πρέπει ν’ αφήνουν κανένα περιθώριο για πατρονάρισμα, υιοθέτηση δασκαλίστικου ύφους, πατρική/μητρική στάση. Τα νεαρότερα συντρόφια δεν χρειάζονται ούτε δασκάλους, ούτε καθοδηγητές, ούτε μπαμπάδες και μαμάδες. Οι διαδικασίες πρέπει να διασφαλίζουν ισότιμη συμμετοχή στον μοναδικό πολιτικό χώρο όπου η αντιεραρχία και η ισοτιμία προτάσσονται ως αρχές/αξίες.
- Άντρες: Το ζήτημα της πατριαρχίας και της σεξιστικής συμπεριφοράς στους αντιεξουσιαστικούς χώρους έχει αναδειχτεί και τα τελευταία χρόνια συμπεριφορές προηγουμένως αποδεκτές και κανονικοποιημένες πλέον γίνεται μια προσπάθεια ν’ αναδειχτούν ως προβληματικές. Οι σύντροφοι, παρ’ όλες τις καλές προθέσεις τους, φέρουν την πατριαρχία περισσότερο ή λιγότερο συγκεκαλυμμένη, η οποία εκδηλώνεται με απαξίωση των συντροφισσών και ατόμων με άλλες ταυτότητες φύλου, των τοποθετήσεών τους, της συμμετοχής τους στις διαδικασίες και τις δράσεις. Μακράν από το να θεωρούν ότι περνώντας το κατώφλι της συνέλευσης αποτάσσουν την κυριαρχία που τους έχει μεγαλώσει, θα ήταν καλύτερο να θεωρούν αξιωματικά ότι μπορεί να παρουσιάσουν σεξιστική συμπεριφορά. Όταν τους γίνεται κριτική, ας μην αρνούνται τα πάντα, ας μη βαφτίζουν την συμπεριφορά τους ως «προσωπική», που κινητοποιείται δηλαδή από κάποια συγκεκριμένη συντρόφισσα κι όχι από το γεγονός ότι είναι γυναίκα, κι ας μην υψώνουν άμυνες. Δυστυχώς οι διαδικασίες απέχουν μακράν από το να έχουν αναπτύξει εργαλεία για να αντιμετωπίσουν τέτοιες καταστάσεις χωρίς ν’ ακολουθούν την προσφιλή τεχνική της κυριαρχίας «πονάει χέρι-κόψει χέρι».[2]
- Τα «κουλ» συντρόφια: Αρκετές φορές σε ανοιχτές ή διευρυμένες διαδικασίες συμβαίνει νεαρότερα συντρόφια που έρχονται σε παρεάκι να απαξιώνουν και να προσβάλλουν παλιότερα συντρόφια, τα οποία συνήθως γνωρίζουν ελάχιστα ή καθόλου. Τα «κουλ» συντρόφια δικαιολογούν εξουσιαστική συμπεριφορά θεωρώντας δεδομένο ότι οι μεγαλύτερες και οι παλιότεροι φέρουν εξορισμού έναν αέρα αυθεντίας και είναι φορείς άτυπης ιεραρχίας που πρέπει να σπάσει.
Η εξουσιαστική συμπεριφορά δεν δικαιολογείται: Τα «κουλ» συντρόφια φέρνουν στις διαδικασίες του αντιεξουσιαστικού χώρου εξουσιαστικές γηπεδικές πρακτικές ή πρακτικές συμμοριών -το γνωστό «εδώ μόνο εμείς»- επιδιώκοντας μέσω της προσβολής και της απαξίωσης να επιβληθούν τα ίδια και να αποκτήσουν κυριαρχικό ρόλο στις διαδικασίες. Οι συμπεριφορές αυτές καταστρατηγούν με τρόπο ουσιαστικό την ισοτιμία στις συνελεύσεις. Δεν αποκτούν γαλόνια επαναστατικότητας τα νεαρότερα συντρόφια προσβάλλοντας τα παλιότερα (συνήθως επιλέγουν τα λιγότερο «επιβλητικά» για ν’ αποφύγουν πιθανό εξευτελισμό). Αντίθετα δεν δείχνουν άλλο από προκατάληψη, κομπλεξισμό και ανασφάλεια.
ΠΙΘΑΝΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ
- Για τους «παλιούς»: Τα συντρόφια που για οποιονδήποτε λόγο έχουν κουραστεί μπορούν να προσφέρουν ελάχιστα συνεχίζοντας να συμμετέχουν σε συνελεύσεις. Καλό είναι να παίρνουν τον χρόνο τους όποτε τον χρειάζονται, να συμμετέχουν σε πιο κλειστά σχήματα ή να βρίσκουν άλλους τρόπους να συμβάλουν χωρίς την καθημερινή τριβή. Όσα συντρόφια έχουν αντικειμενικές συνθήκες που τους προσδίδουν θέση εξουσίας (εμπειρία, εντοπιότητα, ηλικία, φύλο) πρέπει να μπορούν ν’ αντιλαμβάνονται αυτή τη συνθήκη, να μην την εκμεταλλεύονται και να προσπαθούν να την ακυρώνουν στην πράξη. Στη συνέλευση η πολιτική αντιπαράθεση γίνεται με αντιπαραβολή αναλύσεων και σκεπτικών, όχι με απαξίωση, χλευασμό και ειρωνεία. Όσο «άκυρη» ή «ανώριμη» μπορεί φαίνεται μια τοποθέτηση, αξίζει ν’ απαντηθεί με σεβασμό προς τη διαδικασία και προς το άτομο που την εκφράζει. Οι αναλύσεις εμπνέουν δεν επιβάλλονται. Τα καινούρια άτομα που συμμετέχουν σε διαδικασίες χρειάζονται τον χρόνο και τον χώρο τους και πρέπει να τους δοθούν και τα δύο. Δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις ούτε δοκιμασμένες συνταγές που οφείλουν οι διαδικασίες ν’ ακολουθούν εσαεί, αναπαράγοντας συντηρητισμό στο εσωτερικό τους («εμείς εδώ έτσι κάνουμε τα πράγματα»).
Είναι σημαντικό άτομα με μακρόχρονες συντροφικές σχέσεις να έχουν τον νου τους το ένα στο άλλο, να εντοπίζουν εξουσιαστικές συμπεριφορές και να τις επικοινωνούν στον σύντροφο ή τη συντρόφισσα, ώστε να μη μετατρεπόμαστε σιγά σιγά σε όλα όσα έχουμε μισήσει. Και φυσικά είναι απαραίτητο να δίνουν χώρο σε μικρότερα συντρόφια να κάνουν κριτική -και πλάκα- και να εγκαλούν. Μια καλή τεχνική είναι ο αυτοσαρκασμός που δίνει χώρο και κατεβάζει τους «παλιούς» και τις «παλιές» από το βάθρο της ξερολίασης. Αντίθετα με τις ταυτότητες φύλου που δίνουν συγκεκριμένη θέση στο πλαίσιο της πατριαρχίας, ο χώρος που αποχτά ο «παλιός» και η «μεγαλύτερη» είναι σχετικός και δυναμικός, εξαρτάται από την εμπειρία και την ηλικία των γύρω, αποκτιέται με τα χρόνια. Οι παλιότεροι δεν ξέρουν απαραίτητα να παλιώνουν και οι μεγαλύτερες να μεγαλώνουν και είναι σημαντικό να μπορούμε να παλιώνουμε και να γερνάμε χωρίς να γινόμαστε σάπιοι.
- Έχουμε τ’ αυτιά μας ανοιχτά σε κριτική: Τα συντρόφια που δέχονται κριτική για εξουσιαστική συμπεριφορά συνήθως κάνουν ακριβώς αυτό που κάνει κι ένας σύντροφος που του επισημαίνεται σεξιστική συμπεριφορά (δηλ. εξουσιαστική συμπεριφορά απέναντι σε γυναίκες ακριβώς επειδή είναι γυναίκες): θα αρνηθούν ότι το ζήτημα τα αφορά, θα υποστηρίξουν ότι το θέμα είναι προσωπικό, θα υποτιμήσουν την πολιτική ασυνέπεια που εμφανίζει η συμπεριφορά τους, θα απαξιώσουν το κακοποιητικό βίωμα που έχουν προκαλέσει, οι παλιότεροι θα επικαλεστούν την πορεία τους στους αγώνες και τη συνεπή παρουσία τους στις διαδικασίες. Όπως ο σύντροφος με σεξιστική συμπεριφορά, έτσι και το άτομο με εξουσιαστική συμπεριφορά θα βρει υποστήριξη μέσα στη συνέλευση από άλλα άτομα με τα οποία έχει συντροφικές ή φιλικές σχέσεις, από άτομα που θέλουν να κερδίσουν την εύνοια του ατόμου με εξουσιαστική συμπεριφορά ή θέλουν να αποφύγουν να δεχτούν τα ίδια επίθεση. Ιδιαίτερα τα συντρόφια που έχουν αντικειμενικές συνθήκες για να παρουσιάσουν εξουσιαστική συμπεριφορά καλό θα ήταν να έχουν τα αυτιά τους ανοιχτά, τις κεραίες σε εγρήγορση και να δημιουργούν γύρω τους πλαίσιο εμπιστοσύνης, ώστε να μπορούν να τους επικοινωνηθούν τέτοιες συμπεριφορές άμεσα.
- Η ισότιμη συμμετοχή θέλει δουλειά: Συχνά νεαρότερα συντρόφια ή πιο καινούρια στις διαδικασίες δίνουν χώρο σε εξουσιαστικές συμπεριφορές αναπαράγοντας εμπεδωμένα μοτίβα που υπάρχουν εκτός των συνελεύσεων (οικογένεια, σχολείο, δουλειά). Η ισοτιμία στις συνελεύσεις είναι πρόταγμα προς κατάκτηση και τα συντρόφια που ψάχνουν καθοδηγητές, δασκάλες, μπαμπάδες και μαμάδες στις συνελεύσεις δεν βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Όπως οποιοδήποτε άλλο πεδίο ανθρώπινης δραστηριότητας, όταν είμαστε καινούριοι χρειάζεται να μάθουμε, να διαβάσουμε, να προετοιμαστούμε (και αυτό συνεχίζεται και δεν σταματάει ποτέ). Δεν πάμε στις συνελεύσεις μόνο για καφέ, μπύρες και γκομένισμα, αλλά για να ζυμωθούμε, να ανταλλάξουμε θέσεις και αναλύσεις, να σχεδιάσουμε αντιστάσεις. Για να ανταλλάξουμε πρέπει να έχουμε κι εμείς σκέψεις, αναλύσεις, θέσεις, αλλιώς μοιραία μιλάνε μόνο τα «παλιά» συντρόφια κι όσα είχαν τη σοβαρότητα να προετοιμαστούν, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος στέκεται θεατής και περιμένει να βγει η απόφαση, ακριβώς όπως μας θέλει η κυριαρχία. Οι διαδικασίες οφείλουν να δίνουν χειραφετητική προοπτική, αλλά και τα άτομα πρέπει να θέλουν να κινηθούν και να δουλέψουν προς αυτή την κατεύθυνση. Η ανάγκη για καθοδηγητές και δασκάλες είναι πλασματική και μας την έχει ενσταλάξει με πολύ κόπο η κυριαρχία. Αν έχουμε ελλείψεις αυτομορφωνόμαστε, ατομικά και συλλογικά, με τους «παλιούς» ή χωρίς αυτούς.
- Περιφρούρηση των αξιών και των αρχών από τη συνέλευση: Φυσικά το ζήτημα δεν είναι αποκλειστική ευθύνη των ατόμων που φέρουν πρακτικές της κυριαρχίας μέσα στις συνελεύσεις του αντιεξουσιαστικού χώρου. Οι διαδικασίες οφείλουν να έχουν ξεκάθαρα και συμφωνημένα τα χαρακτηριστικά, τις αξίες και τις αρχές τους ώστε να μπορούν να περιφρουρηθούν από το σύνολο των συμμετεχόντων και συμμετεχουσών, με σεβασμό πάντα προς όλους και όλες. Σε πρακτικό επίπεδο θα διευκόλυνε να κρατιέται η διαδικασία: να κλείνει ένας κύκλος πρωτολογιών πριν αρχίσουν οι δευτερολογίες και να ορίζεται χρονικό όριο στις τοποθετήσεις. Σε τακτικές συνελεύσεις είναι ουσιαστική μια συνέλευση απολογισμού, κριτικής και αυτοκριτικής σε τακτά διαστήματα, στις οποίες θα μπορούν να αναδεικνύονται ζητήματα που καταποντίζονται στη δίνη των θεματικών που απασχολούν τη συνέλευση. Σε πολυπληθείς συνελεύσεις όπου συμμετέχουν άτομα και όχι ομάδες, ενδεχομένως να βοηθάει να σπάει η συνέλευση σε μικρότερες τυχαίες ομάδες μεταξύ ατόμων που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους και δεν ανήκουν στην ίδια πολιτική τάση/συλλογικότητα, και μετά να ξανασπάει σε ένα δεύτερο κύκλο ώστε να φανούν οι διαθέσεις της συνέλευσης σε ένα συγκεκριμένο θέμα, καθώς θα δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής σε περισσότερα άτομα.
Στη δύσκολη διαδικασία περιφρούρησης των αρχών της συνέλευσης άτομα με πιο οξυμένα αντανακλαστικά μπορεί να φαίνονται γκρινιάρες και γκρινιάρηδες. Τα άτομα που έχουν τάση εξουσιαστικής συμπεριφοράς μπορεί να επιδιώξουν να παρουσιάσουν συντρόφους και συντρόφισσες που υπενθυμίζουν τις αρχές και τις αξίες της συνέλευσης ή σχολιάζουν στάσεις και συμπεριφορές ως υπερευαίσθητες, ότι παίρνουν τα πράγματα προσωπικά ή έχουν κάποιο προσωπικό πρόβλημα με άτομα και μπορεί να επιδιώξουν να τα απομονώσουν. Όπως και με τους συντρόφους που παρουσιάζουν σεξιστική συμπεριφορά, ζητούμενο είναι να μην υπάρχει χώρος στις διαδικασίες για εξουσιαστικές συμπεριφορές. Ιδανικά, όταν ένα άτομο εμφανίζει συμπτώματα εξουσιαστικότητας, πρέπει το σύνολο της συνέλευσης να μπορεί να τα εντοπίζει, να τα σημειώνει ως προβληματικά και να υπερασπίζεται τη διαδικασία. Συνήθως διστάζουμε να διακόψουμε τη ροή της συνέλευσης για να σχολιάσουμε δευτερεύοντα ζητήματα (και συχνά όντως δεν μπορούμε να το κάνουμε). Δεν πρόκειται ωστόσο για καθόλου δευτερεύοντα, καθώς αυτά αναιρούν τις διαδικασίες μας στην ουσία τους, αφαιρώντας το «αντί-» απ’ το «αντιεξουσιαστικός».
- Σεβασμός και εμπιστοσύνη: Οι διαδικασίες μας δεν πρέπει να καταλήγουν να είναι διεκπεραίωση παρεμβάσεων και δράσεων. Ιδανικά θα έπρεπε να μπορούν να συνιστούν μικρογραφία του κόσμου που οραματιζόμαστε, τον οποίο προσπαθούμε να οικοδομήσουμε στους χώρους μας σε ένα ιδιαίτερα εχθρικό περιβάλλον που επιδιώκει να εξοντώσει οτιδήποτε προσπαθεί να γκρεμίσει -ή έστω να αντισταθεί- στο υπάρχον. Για να καταφέρουμε να απαγκιστρωθούμε από τις αγκυλώσεις που μας έχει ενσταλάξει με πολλή και επίμονη δουλειά η κυριαρχία, πρέπει ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη να δίνονται χωρίς εχέγγυα σε κάθε άτομο που συμμετέχει στις διαδικασίες (αυτονόητα αυτό δεν αφορά πιο αναβαθμισμένες δράσεις που χρειάζονται απόλυτο βαθμό εμπιστοσύνης). Απέναντι στη λογική της κυριαρχίας που μας έχει μάθει να χρειαζόμαστε αποδείξεις για να σεβαστούμε και να εμπιστευτούμε, μόνο τα περιβάλλοντα όπου ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη είναι βασικά συστατικά μπορούν να εκμαιεύσουν τα καλύτερα στοιχεία που κρύβονται μέσα μας και να γκρεμίσουν τις άμυνές μας οδηγώντας στη συλλογική και ατομική αυτοβελτίωση και χειραφέτηση. Οι διαδικασίες μας οφείλουν να αποσκοπούν στο να εμπνέουν το μάξιμουμ που μπορεί να δώσει το καθένα μας. Το μίνιμουμ οδηγεί στη μιζέρια και τη γραφειοκρατία. Ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη μπορούν ν’ αποτελέσουν βάση ώστε αυτό να συμβεί.
- Συνέπεια και δέσμευση: Συνήθως οι παλιότεροι εγκαλούν τους νεότερους για ασυνέπεια. Χωρίς αυτό να δικαιολογεί εξουσιαστική συμπεριφορά και να δίνει στις παλιότερες τον ρόλο του θεματοφύλακα αρχών και αξιών, υπάρχει όντως ένα ζήτημα σε αυτό το σημείο. Αρκετά άτομα που πρωτομπαίνουν στον «χώρο» θεωρούν συχνά ότι οι διαδικασίες του πρέπει να βρίσκονται στον αντίποδα της συνθήκης που οικοδομεί η κυριαρχία σε όλες τις εκφάνσεις της, εντάσσοντας σε αυτές τη συνέπεια και τη δέσμευση: απέναντι στα deadlines των αφεντικών, την εργασιακή εντατικοποίηση, τους περιορισμούς της οικογένειας και της μικροαστικής κουλτούρας, το κινηματικό σύμπαν αναγκαστικά οφείλει να είναι αχαλίνωτο, θυμικό, απελευθερωμένο από δεσμεύσεις, θεωρώντας ότι μια τέτοια στάση βρίσκεται εγγύτερα στην ελευθερία -και την ελευθεριακότητα. «Ελευθερία είναι να μπορείς ν’ αποφασίζεις και να υλοποιείς τις αποφάσεις σου» λένε κάτι σύντροφοι και συντρόφισσες στην άλλη πλευρά του πλανήτη. Η κυριαρχία μπορεί να χρησιμοποιεί τις λέξεις «δέσμευση» και «συνέπεια», αλλά μόνο κατ’ ευφημισμό, ενώ στην πραγματικότητα πειθαρχεί και εξαναγκάζει. Αντίθετα, εμείς δεσμευόμαστε με τη θέλησή μας στη βάση κοινών συμφωνιών, επιδεικνύοντας συνέπεια για την υλοποίησή τους.
Η συνέπεια, η δέσμευση, ο σεβασμός επιδεικνύονται στην τήρηση της προαποφασισμένης ώρας έναρξης της κινηματικής διαδικασίας (και της εκδήλωσης!) και στην περάτωση ενός ρόλου ή μιας εργασίας που έχει αναληφθεί στο πλαίσιό της. Η ασυνέπεια είναι αποτρεπτική στο να συμμετέχουν άτομα πιο συνεπή ή με πιο σφιχτά προγράμματα. Πώς να συμμετάσχουν στις διαδικασίες άτομα με άλλες υποχρεώσεις όταν αυτές αρχίζουν ώρα ισπανίας (=μια ώρα αργότερα); Δεν είναι δείγμα χαλαρότητας ούτε ελευθεριακότητας. Είναι έλλειψη σεβασμού προς τις αποφάσεις της συνέλευσης και τα άτομα που την απαρτίζουν, και μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα εξοργιστική για τους πιο συνεπείς συντρόφους και συντρόφισσες, για άτομα που συμμετέχουν χρόνια σε διαδικασίες και μετρούν μερικές εκατοντάδες ώρες αναμονής. Πώς θα προχωρήσει η «υπόθεση» όταν τα άτομα που αναλαμβάνουν ρόλους στο πλαίσιο της συνέλευσης δεν τους περατώνουν ή δεν εμφανίζονται; Μοιραία τα πιο συνεπή άτομα αναλαμβάνουν περισσότερα «για να γίνει η δουλειά» και κάπως έτσι δημιουργούνται άτυπες ιεραρχίες και σπάει η κυκλικότητα. Η ανοχή δεν βοηθά να καταπολεμήσουμε τις αλλοτριωμένες πλευρές μας. Αντίθετα η συντροφική αυστηρότητα μπορεί, στο πλαίσιο της ασφάλειας που πρέπει να δημιουργούν οι διαδικασίες, να αναδεικνύει τις αντιφάσεις που καλούμαστε να υπερβούμε, ατομικά και συλλογικά.
Κατακλείδα
Είναι εντυπωσιακό το πώς απαράδεκτες συμπεριφορές μέσα στις συνελεύσεις καθαγιάζονται στα νερά της κινηματικής κολυμπήθρας (για να χρησιμοποιήσω την πετυχημένη μεταφορά μιας συντρόφισσας). Είναι αδιανόητο το πόσες ώρες περνάμε απ’ τη ζωή μας ν’ ασχολούμαστε με μαλακίες, μικρότητες, εγωισμούς, ανταγωνισμούς, προσωπικές αντιπάθειες και κόμπλεξ. Είναι στενάχωρο το πόσο όλα αυτά αφαιρούν από τις διαδικασίες μας τη χαρά του αγώνα και της οργάνωσης, μετατρέποντάς τες σε γραφειοκρατικές και μίζερες μαζώξεις. Κανένας σκοπός δεν άγιαζε ποτέ κανένα μέσο. Πόσο μάλλον όταν ένας από τους σκοπούς είναι το ίδιο το μέσο...
Αύγουστος 2021
[1] Ευχαριστώ τις πολλές συντρόφισσες και τον ένα σύντροφο που με τα κομβικά σχόλιά τους στα δύο προσχέδια αναδιαμόρφωσαν σε σημαντικό βαθμό το τελικό κείμενο.
[2] Κάποιες σκέψεις για το ζήτημα υπάρχουν εδώ: Amo Voli, “Σεξισμός στον αντιεξουσιαστικό χώρο, καταγγελίες και αποκλεισμός συντρόφων”: https://athens.indymedia.org/post/1607987/ Πλέον ίσως θα επεξεργαζόμουν διαφορετικά το αναλυτικό εργαλείο των προνομίων που αναδεικνύω ως κεντρικό στο κείμενο.