…Το πολιτικό κράτος δεν έχει άλλη αποστολή από το να προστατεύει την εκμετάλλευση της εργασίας του λαού από τις οικονομικά προνομιούχες τάξεις, η εξουσία του κράτους αυτού μπορεί να είναι συμβατή μόνο με την αποκλειστική ελευθερία εκείνων των τάξεων που αντιπροσωπεύει, και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι αναγκασμένη να πηγαίνει αντίθετα προς την ελευθερία και τα συμφέροντα του λαού.
Όποιος λέει κράτος λέει κυριαρχία, και κάθε κυριαρχία προϋποθέτει την ύπαρξη μαζών – πολιτών που την υφίστανται. Κατά συνέπεια, το κράτος δεν μπορεί να έχει εμπιστοσύνη στην αυθόρμητη δράση και την ελεύθερη κίνηση των μαζών, των οποίων τα πιο αγαπητά συμφέροντα αντιμάχονται την ύπαρξή του. Είναι ο φυσικός εχθρός τους, ο σταθερός καταπιεστής τους, και παρόλο που φροντίζει να μην το ομολογήσει ανοιχτά, είναι υποχρεωμένο να δρα πάντα προς αυτή την κατεύθυνση.
Το δήθεν δημοκρατικό κράτος καθόλου δεν διαφέρει από τη μοναρχία ή την ολιγαρχία. Στηρίζονται στην ίδια αρχή του κράτους και της πολιτικής εξουσίας, έχουν ως ουσιώδη βάση την οικονομική υποδούλωση των μαζών προς όφελος των κατεχουσών τάξεων. Η κρατική βία και καταστολή λαμβάνει διάφορες μορφές με σκοπό να υποστηρίξει τα συμφέροντα της αστικής τάξης που εκπροσωπεί.
Όταν αυτά δεν αρκούν παραδίδει την εξουσία και τη διακυβέρνηση του κράτους στη στρατιωτική δικτατορία και στερεί από κάθε τάξη την ελευθερία, ακόμη και από την τάξη την οποία προστατεύει. Είναι αναγκασμένη να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης, αλλά το κάνει αυτό δίχως να επιτρέπει στην τάξη αυτή να παρέμβει σοβαρά στη διακυβέρνηση των υποθέσεων της χώρας.
Οι μονάρχες, οι αριστοκράτες και οι ευγενείς, στήριζαν την εξουσία τους και τη δύναμή τους σε δύο στοιχεία, στη βάναυση φυσική ισχύ της βίας και στην καθαγίαση της από τη θέληση του Θεού. Η Eκκλησία έδινε την ευλογία της στη βία αυτή.
Η αστική τάξη μπορεί να βασίσει το δίκαιό της μόνο σε ένα επιχείρημα: στη δύναμη του χρήματος. Αυτό είναι η κυνική άρνηση οποιαδήποτε αρετής, με το χρήμα κάθε μωρός και βάναυσος, κάθε παλιάνθρωπος, μπορεί να κατέχει κάθε λογής δικαιώματα. Δίχως χρήμα, όλες οι αρετές ισοδυναμούν με μηδέν – αυτή είναι η βασική αρχή της αστικής τάξης στη βάναυση πραγματικότητά της. Το επιχείρημα αυτό, όσο έγκυρο και αν είναι από μόνο του, δεν είναι επαρκές για να δικαιολογήσει και να σταθεροποιήσει τη δύναμη της αστικής τάξης.
Η ανθρώπινη κοινωνία είναι έτσι συγκροτημένη ώστε τα περισσότερα κακά πράγματα μπορούν να καθιερωθούν σε αυτήν μόνο κάτω από τον μανδύα της φαινομενικής ευυποληψίας. Ακόμη και η ισχυρότερη βία χρειάζεται καθαγίαση.
Οι ευγενείς μεταμφίεζαν τη βία τους με τη θεϊκή χάρη. Η αστική τάξη δεν μπορεί να το πετύχει αυτό μέσω υψηλής κηδεμονίας…και συνεπώς πρέπει να αναζητήσει εγκρίσεις έξω από τον Θεό και την Εκκλησία Και βρίσκει τέτοιες εγκρίσεις ανάμεσα στους διαπιστευμένους διανοούμενους τα σημερινά παπαγαλάκια της εξουσίας.
Στις σημερινές συνθήκες βλέπουμε την άρχουσα αστική τάξη με τους εκπροσώπους της, να διαπραγματεύεται με ένα νέο ισχυρό πόλο παγκόσμιας εξουσίας, τις παγκόσμιες αγορές, που κινείται πάνω από τα κράτη και να διαπραγματεύεται τη διάσωση των προνομίων της εις βάρος του λαού ή του απλού κόσμου. Κάτι ανάλογο είχε κάνει...
Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΙΚόΝ
Μετάφραση: Ζήσης Σαρίκας
ISBN 960-87196-3-1, ISBN-13 978-960-87196-3-7
Στο βιβλίο αυτό παρουσιάζονται δύο απ' τα σημαντικότερα ντοκουμέντα της ιστορίας του επαναστατικού κινήματος του 19ου αιώνα.
Το πρώτο είναι "Η κατήχηση του επαναστάτη" του Σεργκέι Νετσάγιεφ (για πρώτη φορά ολόκληρο στα ελληνικά), ένα κείμενο-θρύλος, που προκάλεσε εντονότατες συζητήσεις και διαμάχες μέσα στο επαναστατικό κίνημα, γραμμένο από έναν άνθρωπο με φανατικούς υποστηρικτές αλλά και σφοδρούς πολέμιους.
Το δεύτερο είναι μια ιστορική επιστολή-απάντηση του Μιχαήλ Μπακούνιν (εμβληματικής μορφής του αναρχικού κινήματος) στον Νετσάγιεφ που σηματοδότησε την οριστική τους ρήξη μετά από μια περίοδο σύντομης αλλά στενής συνεργασίας και φιλίας. Στην επιστολή του ο...
Το κείμενο αυτό μελετά και εμπνέεται από τις ζωές ανθρώπων που συμμετείχαν σε ριζοσπαστικούς κινηματικούς χώρους από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και μέχρι το 2008, αλλά λόγω του φύλου και της σεξουαλικότητάς τους βίωναν τις ομάδες αυτές με όρους αποκλεισμού.
Το κεντρικό επιχείρημα του κειμένου είναι ότι οι πολιτικοί χώροι του ανταγωνιστικού κινήματος αποτέλεσαν οι ίδιοι πεδία και μηχανισμούς κατασκευής του φύλου, ενώ τα έμφυλα υποκείμενα που αποκλείονταν από αυτούς ή συμπεριλαμβάνονταν με προϋποθέσεις έδειχναν τα όρια του πολιτικού σώματος. Αποτελεί ένα σχόλιο στο περιεχόμενο που αποκτά η έννοια του πολιτικού μέσα στο ανταγωνιστικό κίνημα, ως αρρενωπή κατασκευή...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018