Της Emma Goldman
Τώρα, ως προς τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται από τον συνδικαλισμό, είναι η Άμεση Δράση, το Σαμποτάζ και η Γενική Απεργία.
Η συνειδητή ατομική ή συλλογική προσπάθεια για τη διαμαρτυρία ενάντια (ή αντιμετώπιση) στις κοινωνικές συνθήκες μέσω της συστηματικής διεκδίκησης της οικονομικής δύναμης των εργαζομένων.
Το σαμποτάζ έχει κατηγορηθεί ως έγκλημα, ακόμη και από τους αποκαλούμενους επαναστάτες Σοσιαλιστές. Φυσικά, αν πιστεύει κανείς πως η ιδιοκτησία, που αποκλείει τον παραγωγό από την χρήση της, είναι δικαιολογημένη τότε το σαμποτάζ είναι όντως έγκλημα. Αλλά αν ένας Σοσιαλιστής συνεχίζει να βρίσκεται υπό την επιρροή της αστικής ηθικής – μια ηθική που δίνει τη δυνατότητα στους λίγους να μονοπωλούν τη γη σε βάρος των πολλών – δεν μπορεί να ισχυριστεί με συνέπεια ότι η καπιταλιστική ιδιοκτησία είναι απαραβίαστη. Το σαμποτάζ υπονομεύει αυτή την μορφή ατομικής ιδιοκτησίας. Μπορεί λοιπόν να θεωρείται έγκλημα; Κάθε άλλο, είναι ηθικό με την καλύτερη έννοια της λέξης, από τη στιγμή που βοηθάει την κοινωνία να απαλλαγεί από τον χειρότερό της εχθρό, τον πιο επιβλαβή παράγοντα της κοινωνικής ζωής.
Το σαμποτάζ ασχολείται κυρίως με την παρεμπόδιση, με κάθε δυνατή μέθοδο, της τακτικής διαδικασίας παραγωγής, έτσι ώστε να αποδεικνύεται η επιμονή των εργατών να προσφέρουν βάση του τι λαμβάνουν, και τίποτα παραπάνω. Για παράδειγμα, τον καιρό της απεργίας των σιδηροδρομικών στη Γαλλία το 1910, προϊόντα που πλησίαζαν στη λήξη τους μεταφέρονταν με αργά τρένα, ή σε μια εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από την προγραμματισμένη περιοχή παραλαβής των προϊόντων. Ποιοι άλλοι πέρα από τους συνήθεις φιλισταίους θα αποκαλέσουν αυτή την ενέργεια εγκληματική; Αν αυτοί οι σιδηροδρομικοί εργάτες πεινάσουν, και το αθώο κοινό δεν σταθεί αλληλέγγυα δίπλα τους ώστε να επιμείνει αυτοί οι άνθρωποι να πληρώνονται παραπάνω για να μπορούν να ζήσουν, τότε το κοινό έχει χάσει την εύνοια των απεργών και θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες.
Μια άλλη μορφή σαμποτάζ που εφαρμόστηκε σε αυτή την απεργία, ήταν η τοποθέτηση κιβωτίων μεγάλου βάρους πάνω σε κιβώτια που είχαν την επιγραφή “προσοχή εύθραυστο”, τα οποία περιείχαν ακριβά κρασιά, κινέζικες πορσελάνες κ.α. Από πλευράς νόμου αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί έγκλημα, αλλά από την πλευρά της κοινής ανθρώπινης λογικής αυτό ήταν κάτι πολύ φυσιολογικό. Το ίδιο ισχύει και για την αποσυναρμολόγηση ενός αργαλειού σε μια βιοτεχνία ύφανσης, ή ακόμη και με την ακολουθία κατά γράμμα του νόμου με όλες τις κόκκινες γραμμές του, όπως έκαναν οι Ιταλοί σιδηροδρομικοί, προκαλώντας σύγχυση στις υπηρεσίες σιδηροδρόμων. Με άλλα λόγια, το σαμποτάζ είναι κυρίως ένα όπλο αμυντικό στον βιομηχανικό πόλεμο, που είναι το πιο αποτελεσματικό, γιατί χτυπάει τον καπιταλισμό στο πιο ζωτικό του σημείο, στην τσέπη.
Με τον όρο Γενική απεργία, ο Συνδικαλισμός εννοεί παύση της δουλειάς, την διακοπή της εργασίας. Ούτε χρειάζεται μια τέτοια απεργία να αναβάλλεται μέχρι όλοι οι εργαζόμενοι ενός τόπου ή χώρας να είναι έτοιμοι για αυτό. Όπως έχει επισημάνει ο Pelloutier, o Pouget όπως και άλλοι, και ειδικά πάνω στα πρόσφατα γεγονότα στην Αγγλία, η Γενική Απεργία, μπορεί να αρχίσει από μια βιομηχανία και να καταλήξει σε μια τρομακτικά μεγάλη δύναμη. Είναι όπως όταν ξαφνικά ένας άνθρωπος φωνάξει “σταματήστε τον κλέφτη!”. Αμέσως κι άλλοι...
Με αφορμή τους αγώνες των κατοίκων του Ζωγράφου, μια πολύ καλή παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο πέρασε η γη, κατά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, στους μεγαλοκτηματίες και μεγαλοτσιφλικάδες.
Στην Αττική του 1800 τρεις ήταν οι κοινωνικές ομάδες που ζούσαν από τη γαιοπρόσοδο: οι Έλληνες και Τούρκοι μεγαλοκτηματίες και ο ελληνικός κλήρος, κυρίως τα μοναστήρια.
Το 1830 η Αθήνα δεν έχει ακόμα παραδοθεί από τους Οθωμανούς στους Έλληνες. Έχει συμφωνηθεί μεταξύ των συμμάχων που μας υποστήριξαν στον απελευθερωτικό αγώνα να αποχωρήσουν από την Αθήνα στις 30/12/1830. Οι Οθωμανοί, βλέποντας προς τα πού γέρνει η πλάστιγγα, άρχισαν να πουλάνε...
Και καθαγιασμένα είναι τα όπλα όταν ελπίδα άλλη δεν υπάρχει παρά μόνο τα όπλα
Λίβιος
Κουρτ Βίλκενς, διαμάντι μου,
Ευγενικέ σύντροφε και αδερφέ μου…
Σεβερίνο Ντι Τζιοβάνι
Ο Kurt Guillermo Wilckens γεννήθηκε στη Γερμανία στις 3 Νοεμβρίου του 1886. σε ηλικία 24 ετών μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όπου έζησε ως περιπλανώμενος εργάτης. Όταν συνελήφθηκε...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018