Αγαπητέ μου Monsieur Μαρξ,
Συμφωνώ ευχαρίστως να γίνω ένας από τους παραλήπτες της αλληλογραφίας σας, του οποίου οι στόχοι και η οργάνωση μού φαίνονται πολύ χρήσιμες. Ωστόσο δεν μπορώ να υποσχεθώ να γράφω τακτικά ή σε μεγάλη έκταση: οι ποικίλες ασχολίες μου, σε συνδυασμό με μια φυσική αδράνεια, δεν ευνοούν τέτοιες επιστολικές προσπάθειες. Θα πρέπει επίσης να δω αν έχω ορισμένες ικανότητες που προτείνονται από διάφορα αποσπάσματα της επιστολής σας.
Kαταρχήν, αν και οι ιδέες μου για το θέμα της οργάνωσης και της πραγματοποίησης είναι αυτή τη στιγμή περισσότερο ή λιγότερο θεμελιωμένες, τουλάχιστον όσον αφορά τις αρχές, πιστεύω ότι είναι καθήκον μου, όπως είναι καθήκον όλων των σοσιαλιστών, να διατηρούν για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμη την κριτική στάση· εν ολίγοις, διακηρύττω δημόσια έναν σχεδόν απόλυτο οικονομικό αντι-δογματισμό.
Ας αναζητήσουμε μαζί, αν θέλετε, τους νόμους της κοινωνίας, τον τρόπο με τον οποίο υλοποιούνται αυτοί οι νόμοι, τη διαδικασία με την οποία θα επιτύχουμε την ανακάλυψη τους· αλλά, για όνομα του Θεού, αφού έχουμε κατεδαφίσει όλους τους a priori δογματισμούς, ας μην ονειρευτούμε με τη σειρά μας να δογματίσουμε τους ανθρώπους· ας μην πέσουμε στην αντίφαση του συμπατριώτη σας Μαρτίνου Λούθηρου, ο οποίος, έχοντας ανατρέψει την Καθολική θεολογία, αμέσως εγκαθίδρυσε, με αφορισμό και ανάθεμα, το θεμέλιο μιας Προτεσταντικής θεολογίας. Για τους τελευταίους τρεις αιώνες η Γερμανία ασχολείται κυρίως με την αναίρεση της σκάρτης δουλειάς του Λουθήρου· ας μην αφήσουμε την ανθρωπότητα να καθαρίσει ένα παρόμοιο χάλι συνεπεία των προσπαθειών μας. Συγχαίρω με όλη μου την καρδιά τη σκέψη σας να φέρετε όλες τις απόψεις στο φως· ας συνεχίσουμε με μια καλή και πιστή πολεμική· ας δώσουμε στον κόσμο ένα παράδειγμα πολυμαθούς και διορατικής ανεκτικότητας, αλλά, απλώς και μόνο επειδή είμαστε επικεφαλής ενός κινήματος, ας μην κάνουμε οι ίδιοι τους εαυτούς μας ηγέτες μιας νέας μισαλλοδοξίας, ας μην τεθούμε απόστολοι μιας νέας θρησκείας, ακόμη και αν είναι η θρησκεία της λογικής, η θρησκεία του λόγου. Ας συγκεντρωθούμε και να ενθαρρύνουμε όλες τις διαμαρτυρίες, ας στιγματίσουμε κάθε αποκλειστικότητα, κάθε μυστικισμό· ας μην θεωρήσουμε ένα ερώτημα ως εξαντλημμένο, και όταν θα έχουμε χρησιμοποιήσει το τελευταίο μας επιχείρημα, ας ξεκηνίσουμε πάλι, εάν χρειαστεί, με ευγλωττία και ειρωνεία. Με την προϋπόθεση αυτή, θα μπω ευχαρίστως στην ένωσή σας. Διαφορετικά — όχι!
Έχω επίσης ορισμένες παρατηρήσεις να κάνω για αυτήν την φράση της επιστολής σας: τη στιγμή της δράσης. Ίσως να εξακολουθείτε να διατηρείτε την άποψη ότι καμία μεταρρύθμιση δεν είναι προς το παρόν δυνατή χωρίς την coup de main, χωρίς αυτό που προηγουμένως αποκαλούνταν επανάσταση και δεν είναι πραγματικά τίποτε άλλο παρά ένα σοκ. Αυτή η άποψη, που καταλαβαίνω, που δικαιολογώ, και που πρόθυμα θα συζητούσα, αφού ο ίδιος τη συμμεριζόμουνα για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι πιο πρόσφατες μελέτες μου με έκαναν να την εγκαταλείψω εντελώς. Πιστεύω ότι δεν έχουμε ανάγκη από αυτό προκειμένου να επιτύχουμε· και ότι ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να προτείνουμε την επαναστατική δράση ως μέσο για την κοινωνική μεταρρύθμιση, επειδή αυτά τα υποτιθέμενα μέσα θα ήταν απλώς μια επίκληση στη βία, στην αυθαιρεσία, εν συντομία, μια αντινομία....
Του Ελιζέ Ρεκλύ
*Από το 21ο τεύχος του περιοδικού Ευτοπία
Ι.
Για τους περισσότερους Άγγλους η λέξη «αναρχία» ακούγεται τόσο αποκρουστική, ώστε ο μέσος αναγνώστης μάλλον θα προσπεράσει αυτές τις σελίδες με αποστροφή, αναρωτώμενος μάλιστα πως θα μπορούσε κανείς να έχει το θράσος για να γράψει ένα τέτοιο κείμενο. Όσον αφορά το πλήθος των κοινότοπων πολυλογάδων, έχουμε ήδη παραιτηθεί από κάθε ελπίδα. Καμιά κατηγορία δεν μας φαίνεται αρκετά πικρή και κανένα επίθετο αρκετά προσβλητικό. Αυτοί που ρητορεύουν πάνω σε κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα θεωρούν ότι, το να εξυβρίζουν τους αναρχικούς είναι ένα ανεξάντλητο...
Όπως στη γραμματική υπάρχουν οι κύριες και οι δευτερεύουσες προτάσεις, έτσι και στη ζωή υπάρχουν τα κύρια και τα δευτερεύοντα ζητήματα. Η υπόνοια ότι τα μεν είναι σημαντικά και τα δε ασήμαντα είναι ελαφρώς απατηλή. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που αν αφαιρέσεις μια δευτερεούσα πρόταση από μία φράση η κύρια μπορεί να στέκει άλογη και ακατανόητη, έτσι και τα δευτερεύοντα (ή δευτερογενή) πράγματα στη ζωή είναι συχνά απαραίτητα για να αποκτούν λογική και ουσία τα κύρια.
Θα μου επιτρέψετε λοιπόν, από τη ραστώνη των μικρών διακοπών μου, να αναφερθώ σε ένα δευτερογενές θέμα που έχει σχέση με την απόλυτα τραγική...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018