Η Tribune Ouvrière αποτέλεσε ένα εκδοτικό πείραμα ορισμένων πολιτικοποιημένων ερ- γατών της Renault για την δημιουργία μιας εργατικής εφημερίδας έξω από τα πλαίσια των επίσημων θεσμών και των γραφειοκρατικών συνδικάτων της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας στο κεντρικό εργοστάσιο της Μπιγιανκούρ στο Παρίσι κατά την περίοδο 1954 με 1961. Απώτερος σκοπός της να κατορθώσει να συστήσει μια διαφορετική μορφή εργατικού τύπου που, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες εφημερίδες, θα γράφεται και θα διακινείται από τους ίδιους τους εργάτες της Renault. Ταυτόχρονα όμως, να αποτελέσει μέσο οργάνωσης των ίδιων των εργατών του εργοστασίου, πέρα από τις διαφορετικές τους κατηγοριοποιήσεις και ιεραρχήσεις στην παραγωγή, στην βάση κυκλοφορίας καθη- μερινών εμπειριών.
Η συζήτηση για την δημιουργία μιας εργατικής εφημερίδας ξεκινά από μια μικρή ομάδα πολιτικοποιημένων τεχνιτών του κεντρικού μηχανουργείου της Renault (Atelier Outillage Centrale – A.O.C.), που αντιτίθενται στην πολιτική που ασκούν τα γραφειοκρατικά συνδικάτα που δραστηριοποιούνταν εντός της μεγάλης αυτής αυ- τοκινητοβιομηχανίας. Αφορμή στέκεται μια προκήρυξη που μέλη της CGT, του μεγαλύτερου συνδικάτου της επιχείρησης που την περίοδο αυτή ελέγχεται από το ΚΚΓ, μοιράζουν την άνοιξη του 1954 με γενικό αίτημα την αύξηση των μισθών. Παρόλα αυτά όμως, ο τρόπος με τον οποίο έθιγε το ζήτημα της αύξησης των μισθών η CGT άφηνε άθικτες τις μεγάλες μισθολογικές ανισότητες μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών των εργατών. Κατά τρόπο δηλαδή ώστε το αίτημα για αύξηση του μισθού για την κατηγορία των ανειδίκευτων εργατών της βάσης –στην πλειοψηφία τους μετανάστες αλγερινής και γενικότερα βορειοαφρικανικής καταγωγής– να διατηρεί την υφιστάμενη απόκλιση σε σχέση με την κατηγορία των ειδικευμένων τεχνιτών –την λεγόμενη και «εργατική αριστοκρατία», την προάσπιση των προνομίων της οποίας έχει αναλάβει η CGT– της τάξης των είκοσι με τριάντα χιλιάδων φράγκων τον μήνα (1).
Η Renault αποτελούσε παραδοσιακά το «εργατικό προπύργιο» της CGT και καθ’ όλη την διάρκεια της δεκαετίας του ’50 τα ποσοστά της δεν έπεσαν ποτέ κάτω από το 70 με 80% στις εκλογές των εκπροσώπων του προσωπικού (2). Η υπεράσπιση της ιεραρχίας των μισθών και των υφιστάμενων διαιρέσεων μεταξύ των διαφορετικών ειδικοτήτων α- ποτελούσε έναν από τους βασικούς τρόπους αναπαραγωγής της εξουσίας της μέσα στον πολιτικό χώρο της εμβληματικής αυτής αυτοκινητοβιομηχανίας. Η δομική θέση που κατείχε στις διαπραγματεύσεις με την διοίκηση –αλλά και ο έλεγχος που ασκούσε σε μια σειρά ζητήματα που αφορούσαν από την κατανομή των μπόνους μέχρι ευρύτερα ζητήατα σχέσεων μεταξύ εργαζομένων και επιχείρησης, όπως για παράδειγμα η διαμεσολάβηση στον καθορισμό του τρόπου κατανομής των αδειών ή ο έλεγχος των απουσιών– της επέτρεπε, παράλληλα με τον εργατικό έλεγχο, να επιτελεί και μια λειτουργία παροχής προνομιών σε αντάλλαγμα την ψήφο στις εκλογές του προσωπικού. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε επίτευξη συμφωνίας μεταξύ συνδικάτου και διοίκησης πάνω στο ζήτημα της αύξησης των μισθών συνεπαγόταν σημαντική πολιτική νομιμοποίηση για την CGT εντός του εργοστασίου, όσο όμως ευρύτερα για την εξασκούμενη πολιτική του ΚΚΓ.
Η παρέμβαση της CGT με το μοίρασμα της προκήρυξης λαμβάνει χώρα όταν η διοίκηση της εταιρίας επιχειρεί να αναπροσαρμόσει την διαδικασία υπολογισμού των μισθών, που βασιζόταν μέχρι τότε σε ένα πολύπλοκο σύστημα, κατά τρόπο τέτοιο ώστε να επανακτά την εξουσία καθορισμού τους έναντι των διαδικασιών...
Σαν σήμερα, 10 Φλεβάρη 1920 γεννήθηκε στο Λονδίνο ο αναρχικός Alexander Comfort. Μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος και γιατρός.
Ως επιστήμονας εφάρμοσε τις θεωρίες της κοινωνικής ψυχολογίας στη σύγχρονη πολιτική πραγματοποιώντας τη σημαντικότερη συμβολή του στην αναρχική σκέψη, κυρίως με το έργο του “Authority and Delinquency in the Modern State: A Criminological Approach to the Problem of Power” (1950).
Από τα πιο γνωστά του έργα είναι και το “The Joy of Sex” (1972).
Κυκλοφόρησε ακόμα ποιητικές συλλογές και δοκίμια κοινωνιολογίας και ψυχολογίας.
Πέθανε στις 26 Μαρτίου 2000 στο Banbury, Oxfordshire, στην Αγγλία.
*Πηγή: Walter Ranieri.
...
Στις 28 Γενάρη 1942, αυστραλιανά στρατεύματα οπλισμένα με πολυβόλα, τουφέκια και ξιφολόγχες, επιτέθηκαν σε απεργούς Κινέζους ναύτες στο Fremantle της Δυτικής Αυστραλίας.
Περίπου 500 Κινέζοι ναύτες από έξι πλοία είχαν κηρύξει απεργία και έκαναν καθιστική διαμαρτυρία στα καταστρώματα, ζητώντας ίση αμοιβή με τους λευκούς Αυστραλούς, καλύτερες συνθήκες εργασίας και εγγυήσεις ότι δεν θα σταλούν πίσω στην κατεχόμενη τότε από την Ιαπωνία Κίνα.
Στις 28 Γενάρη το 5ο Τάγμα Εθνοφρουράς επιτέθηκε στους εργάτες, σκοτώνοντας τον Tong Youn Tong, 44 ετών, με ξιφολόγχη, και πυροβολώντας τον Ping Sang Hsu, 22 ετών, στην πλάτη. Ένας...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018