Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη
«Παρουσιάσθη ενώπιον του Γεν. Διοικητού επιτροπή καπνεργατών του εργοστασίου “Σαλόνικα”, απολυθέντων της υπηρεσίας, και εξέθηκε τα παράπονά της»,[1] αναφέρει ο ημερήσιος Τύπος στις 28.4.1922. Αυτή η επίσκεψη στον γενικό διοικητή Μακεδονίας γίνεται την επομένη της έναρξης απεργίας στο συγκεκριμένο εργοστάσιο. Μιας απεργίας ιδιαίτερα σημαντικής, καθώς δεν καθοδηγείται –αρχικά– από κάποιο συνδικάτο, ενώ η πλειοψηφία των απεργών είναι εργάτριες.
Απ’ ό,τι φαίνεται αφορμή για την κήρυξη της απεργίας υπήρξαν κάποιες προσλήψεις. Αυτό μοιάζει εκ πρώτης όψεως παράδοξο, αλλά έχει την εξήγησή του. Όπως γράφει σε σχετικό άρθρο Το Φως: «Εις το εργοστάσιο “Σαλόνικα” η εργασία εκτελείται από διάφορα γκρουπ κοριτσιών, τα οποία και πληρώνονται επί τη βάσει της εβδομαδιαίας παραγωγής. Εάν π.χ. 50 κορίτσια βγάλουν εργασίαν 500 δραχμών θα πάρουν από 10 δραχμάς ημερομίσθιον αν δε περισσότερον ή ολιγώτερον, αναλόγως. Το εργοστάσιον “Σαλόνικα” παρέλαβε νέας 25 εργατρίας τας οποίας και έβαλε μαζύ εις ένα όμιλον εργατριών. Το ημερομίσθιον, δια της προσθήκης αυτής ηλαττούτο σημαντικώς καθ’ όσον έχει και όριον εργασίας». Επιπλέον, όπως σημειώνει το δημοσίευμα της ίδιας εφημερίδας (αλλά και το αντίστοιχο της Εφημερίδος των Βαλκανίων), υπάρχουν κι άλλα ζητήματα. «Αι εργάτριαι του “Σαλόνικα” παραπονούνται, ότι η διεύθυνσις του εργοστασίου τούτου κρατεί 50 λεπτά από ημερομίσθιόν των δια να πληρωθή κάποιος “Μήτσος” μη έχων καθωρισμένην θέσιν εις το εργοστάσιον. Διότι υποχρεούνται να πληρώνουν τα σπασμένα τζάμια και τους ηλεκτρικούς λαμπτήρας. Διότι πληρώνουν δια την εκκένωσιν των βόθρων μίαν δραχμήν κατ’ άτομον. Και διότι υποχρεούνται εις πρόσθετον νυκτερινήν εργασίαν».[2]
Οι εργαζόμενες, λοιπόν, διαμαρτυρήθηκαν επειδή οι «νέες» (σύμφωνα με Το Φως) ή «ξένες» (όπως τις αναφέρει η Εφημερίς των Βαλκανίων), προφανώς λόγω απειρίας, θα έβγαζαν μικρότερη παραγωγή. Στο αίτημα αυτό η διεύθυνση του εργοστασίου απάντησε με την απόλυση 14 εργατών και τριών εργατριών, με αποτέλεσμα όλες οι υπόλοιπες να ξεκινήσουν την απεργία. «Η αστυνομία ειδοποιηθείσα κατέκλυσε το εργοστάσιον δια χωροφυλάκων», σημειώνει το ρεπορτάζ. Κατόπιν οι εργάτριες έφυγαν από το εργοστάσιο, πήγαν στο Εργατικό Κέντρο και σχημάτισαν επιτροπή που, όπως είδαμε παραπάνω, επισκέφθηκε τον γενικό διοικητή Στάη, ο οποίος «εδέχθη αμέσως την επιτροπή ήκουσε τα παράπονα των εργατριών και υπεσχέθη, ότι θ’ αποδοθή δικαιοσύνη». Η συνέχεια, όμως, ήταν αιματηρή καθώς, το απόγευμα της ίδιας μέρας, οι εργάτριες δέχθηκαν «την επίθεσιν χωροφυλάκων υπό την οδηγίαν ενός ανθυπομοιράρχου. Μία των εργατριών ονόματι Λούτσα Κοέν έπεσεν ημιθανής υπό τα κτυπήματα των χωροφυλάκων μετεφέρθη δε εφ’ αμάξης εις εν φαρμακείον… Επίσης και άλλα κορίτσια εδάρησαν, συνελήφθησαν δε και ωδηγήθησαν εις τα φυλακάς του Διοικητηρίου αι εργάτριαι Κλαρά Σενόρ, Βίδα Μπερισή, Σοχούλα Ματαράσο και άλλαι τέσσαρες αγνώστου επωνύμου».[3]
Το πρωί της επόμενης μέρας (28.4) επιτροπή πηγαίνει εκ νέου στον Στάη, ο οποίος τώρα υπόσχεται «ότι θα τιμωρηθούν αυστηρώς οι βιαιοπραγήσαντες και θ’ απολυθούν αι κρατούμεναι εργάτριαι».[4] Παράλληλα με ανακοινωθέν, που υπογράφει ο γραμματέας του Κ. Αντωνίου, το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης δηλώνει ότι «λαβόν γνώσιν της απολύσεως των εργατών και εργατριών του εργοστασίου “Σαλόνικα” παρά των διευθυντών του κ.κ. Βαρσάνο και Λίτσκα διότι δεν εδέχθησαν να μοιράσουν τα ημερομίσθιά των με 25 νέας μαθητευομένας εργατρίας αι οποίαι θα επληρόνωντο δια της περικοπής του ημερομισθίου των πρώτων, εκδηλώνει...
Αναρχικές γυναίκες που εκτελέστηκαν για τις ιδέες και τη δράση τους
Στις 25 Ιανουαρίου του 1911, η αναρχική συγγραφέας απ´ την Iαπωνία Sugako Kanno, εκτελέστηκε δι’ απαγχονισμού για το περιστατικό της «Μεγάλης Προδοσίας» αποτελώντας τη μοναδική γυναίκα στην Ιστορία της χώρας που κρεμάστηκε με την κατηγορία της προδοσίας.
Απόσπασμα από εφημερίδα της εποχής:
«Ανέβηκε στο ικρίωμα συνοδευόμενη από φρουρούς και απ’ τις δυο μεριές. Το πρόσωπό της καλύφθηκε γρήγορα με ένα λευκό πανί… Τότε την διέταξαν να κάτσει ευθεία στο πάτωμα. Δυο λεπτές χορδές περάστηκαν γύρω απ´ το λαιμό της. Η σανίδα του πατώματος αφαιρέθηκε. Σε 12 λεπτά ήταν...
Ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβουμε τον Cipriano Mera, αναρχικό οικοδόμο που έφτασε στην ηγεσία, muratore anarchico che arrivò al comando του 14ου Τμήματος του δημοκρατικού στρατού στην διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, συνίσταται στο να αποκαλύψουμε το περιεχόμενο των δυο βαλιτσών. Η πρώτη έπεσε στα χέρια του αφού ενίκησε τα στρατεύματα του Mussolini στην μάχη της Guadalajara (μάρτιος 1937). Ήταν του ιταλού στρατηγού Annibale Bergonzoli. Μέσα, υπήρχαν «φωτογραφίες του στρατιωτικού που φορούσε μόνον γυναικεία εσώρουχα». Δεν ξέρουμε τι πέρασε απ’ το κεφάλι του Mera, όταν είδε τον εχθρό του μασκαρεμένο γυναίκα, αλλά διέταξε να κάψουν τις φωτογραφίες και κράτησε την...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018