* (Χρονικό του Πολίτη, 2/11/2008)
Αστικοποίηση, εκβιομηχάνιση και προλεταριοποίηση: η δημιουργία των πρώτων συντεχνιών και του ΚΚΚ
Η διαδικασία της εκβιομηχάνισης στην Κύπρο και του εκμοντερνισμού της κοινωνίας και της οικονομίας της είχε ως βασικό αποτέλεσμα την ανάπτυξη της εργατικής τάξης. Οι συνθήκες εργασίας τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα ήταν άθλιες και υπήρχε υπερ-εκμετάλλευση των εργατών από τους “μαστόρους” τους, που προσπαθούσαν να συσσωρεύσουν κεφάλαιο για να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους. Ο ιστορικός Ρολάνδος Κατσιαούνης αναφέρει σχετικά: “Οι ώρες απασχόλησης ήταν γενικά από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου, ενώ σε επαγγέλματα όπως τα ραφεία και τα υποδηματοποιεία η εργασία συνεχιζόταν το βράδυ με το φως της λάμπας. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις τα ημερομίσθια δεν αρκούσαν για να ζει μια οικογένεια πάνω από το όριο της φτώχειας. Ακόμα πιο καταπιεστική ήταν η εκδήλωση αυτής της ανισότητας στον τρόπο μεταχείρισης των εργαζομένων, ώστε να υπογραμμίζεται η ανωτερότητα της εργοδοσίας, μπροστά στην οποία κάθε σκέψη αντίστασης ήταν αφύσικη και αδιανόητη.”
Οι βασικές εταιρείες τότε ήταν μικρές βιοτεχνίες που εργοδοτούσαν ολιγάριθμο προσωπικό στις πόλεις. Η πλειοψηφία του πληθυσμού κατοικούσε στην ύπαιθρο. Όμως και εκεί βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία της προλεταριοποίησης, αφού πολλοί μικρο-ιδιοκτήτες και ακτήμονες αγρότες αναγκάζονταν να δουλέψουν για μεροκάματο. Από τότε χρονολογείται το μεταναστευτικό ρεύμα προς τις πόλεις ως αποτέλεσμα του ξεκληρίσματος των αγροτών από τους τοκογλύφους και γενικότερα της αδυναμίας της γεωργίας να εξασφαλίσει την επιβίωση για μια σημαντική μερίδα των κατοίκων της υπαίθρου. Παράλληλα άρχισαν να λειτουργούν και τα μεταλλεία, εταιρείες ξένων (συνήθως αμερικανικών και πολυεθνικών) συμφερόντων, τα οποία αποτελούσαν τον άλλο βασικό προορισμό των ξεκληρισμένων αγροτών της Κύπρου. Τα μεταλλεία ήταν ιδιαίτερα σημαντικά για την ανάπτυξη της εργατικής τάξης, γιατί εκεί εργοδοτούνταν πολλοί εργάτες μαζί και γιατί εκεί οι εργάτες εργοδοτούνταν ή απολύονταν ανάλογα με τις διακυμάνσεις της παγκόσμιας αγοράς. Έτσι τα μεταλλεία εφέραν στην κυπριακή κοινωνία και τη μαζική εργασία (συγκέντρωση εργατών) και τη στενότερη σύνδεση με την παγκόσμια οικονομία.
Πέρα από κοινωνικο-οικονομική ομάδα, η εργατική τάξη, οριζόμενη ως το σύνολο των μισθωτών εργαζομένων ήταν (και είναι) δυνητικά και πολιτική δύναμη, όπως γνωρίζουμε από την εξέλιξη που συντελέστηκε τον 19ο αιώνα στην υπόλοιπη Ευρώπη, πρώτα στη δυτική και μετέπειτα στην ανατολική. Αυτό έγινε αντιληπτό από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, όταν η εκλογική δύναμη των εργαζομένων αποτέλεσε πόλο έλξης για διάφορους πολιτευτές, που οργάνωσαν συντεχνίες, εργατικές λέσχες και πανεργατικούς συνδέσμους με σκοπό να εξυπηρετήσουν τις πολιτικές τους φιλοδοξίες. Αυτές οι οργανώσεις δεν είχαν όμως συνδικαλιστικό πρόγραμμα και δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις ποικίλες ανάγκες των εργαζομένων ούτε να παρέχουν ουσιαστική στήριξη και προστασία πέρα από λεκτικές φιλεργατικές διακηρύξεις. Συνήθως μετά τις εκλογές, αφού οι διάφοροι πολιτευτές αποχωρούσαν έχοντας εκμεταλλευτεί τους εργαζόμενους, αυτές οι οργανώσεις διαλύονταν.
Πέρα όμως από τους πολιτικάντηδες και ενάντιά τους, τη δεκαετία του 1920 εμφανίστηκαν και οι διανοούμενοι κομμουνιστές, που λόγω της μαρξιστικής τους κοσμοαντίληψης θεωρούσαν ως πρωταρχικό τους πολιτικό στόχο την αφύπνιση και την οργάνωση της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Το 1922 ιδρύθηκε το Εργατικό Κόμμα που σύντομα μετεξελίχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018