Γιώργος Σκολαρίκης
Είναι γνωστό ότι για τη διαμόρφωση εθνικής ταυτότητας και την ενίσχυση της εθνικοπατριωτικής συνείδησης, κάθε λαός διδάσκεται πολλά ιστορικά γεγονότα από μια μεροληπτική σκοπιά η όποια έχει ως στόχο να καταδείξει το δίκιο του έναντι των αντιπάλων του, το πόσο βάρβαροι ήταν απέναντι του ή να προβάλει το μέγεθος του ηρωισμού που επέδειξαν οι πρόγονοί του. Σαν αποτέλεσμα, σε πολλές περιπτώσεις η ιστορική αλήθεια αλλοιώνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε η απόδοση των γεγονότων να αποκτά ένα μυθικό χαρακτήρα και η ευρεία διάδοσή τους μέσω και της επίσημης εκπαίδευσης να οδηγεί στη διαμόρφωση εθνικών μύθων, οι οποίοι γίνονται κοινοί τόποι στη συνείδηση κάθε λαού. Επί της ουσίας, ωστόσο, η απόδοση αυτών των γεγονότων δεν συνάδει μέσα από την εξέταση των πηγών και των πορισμάτων ιστορικής έρευνας, συνιστά επομένως παραποίηση της ιστορικής αλήθειας.
Μεγάλο ρόλο σε αυτό έχει παίξει η ίδια η ιστοριογραφία κάθε χώρας ανά τις εποχές. Οι ιστοριογράφοι εμφορούμενοι από πατριωτικά ή και εθνικιστικά αισθήματα κατέγραφαν τα γεγονότα με μεροληπτικό τρόπο, ώστε να τονίζεται η ηρωικότητα του λαού τους σε βάρος συνήθως των γειτονικών λαών με τους οποίους ήταν σε σύγκρουση. Σε πολλές περιπτώσεις γίνεται και καπήλευση της ιστορίας άλλων λαών.
Ειδικά η βαλκανική ιστοριογραφία έχει πολλά τέτοια παραδείγματα. Για παράδειγμα, την περίοδο των ανταγωνισμών για την επικράτηση στη Μακεδονία, Βούλγαροι ιστοριογράφοι άρχισαν να παρουσιάζουν τον Κύριλλο και το Μεθόδιο ως Βούλγαρους εθναπόστολους κάτι που αργότερα υιοθέτησαν και οι Σλαβομακεδόνες[1]. Βέβαια το πιο χτυπητό παράδειγμα εναντίον της χώρας μας είναι η προσπάθεια καπήλευσης της εθνικότητας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Όπως έχω αναφέρει και στο παρελθόν[2] προσωπικά το μόνο κίνητρο για να απαρνηθώ αυτή την καπήλευση είναι η ιστορική αλήθεια· αν τα ιστορικά τεκμήρια επιβεβαίωναν τη σλαβική καταγωγή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δεν θα είχα κανένα πρόβλημα να την ενστερνιστώ, κάτι τέτοιο όμως με βάση τις πηγές και το ιστορικό παρελθόν είναι αδύνατο ή μάλλον αδιανόητο.
Η αναφορά στην καπήλευση της εθνικότητας του Μεγάλου Αλεξάνδρου νομίζω έχει ενδιαφέρον, διότι καταδεικνύει ότι μέσω μιας συστηματικής προπαγάνδας και της επίσημης εκπαίδευσης είναι δυνατόν ένας ολόκληρος λαός να γαλουχηθεί με μια εντελώς ιστορικά ανυπόστατη και ψευδής ιδέα. Για καθετί που θα διαβάσει κανείς σε αυτό το κείμενο και θα του κάνει εντύπωση, διότι στο σχολείο δεν το διδάχτηκε έτσι, ας αναλογιστεί την έκπληξη και την απογοήτευση που γεύεται η συντριπτική πλειοψηφία των (τελικώς επονομαζόμενων κακώς κατά τη γνώμη μου) Βορειομακεδόνων, όταν ακούνε ότι, σε αντίθεση με ό,τι έχουν διδαχθεί στα σχολεία τους και επί σειρά ετών τους προπαγανδίζουν, δεν είναι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ότι ο μεγάλος κατακτητής ήταν Έλληνας Μακεδόνας και όχι Σλαβομακεδόνας.
Όπως λοιπόν σχεδόν κάθε λαός έτσι και ο δικός μας έχει γαλουχηθεί με κάποιους εθνικούς μύθους οι οποίοι αποσκοπούν στη διαμόρφωση και ενδυνάμωση της εθνικής μας ταυτότητας. Η περίοδος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Επανάστασης του 1821 είναι εκείνη που νομίζω ότι πραγματικά «βρίθει» από τέτοιους μύθους περισσότερο από όλες. Το γεγονός αυτό δεν είναι τυχαίο για διάφορους λόγους. Καταρχάς, το αρχαιοελληνικό παρελθόν της Ελλάδας είναι αρκετά ένδοξο χωρίς να χρειάζεται να διανθιστεί με παραπλανητικά στοιχεία και υπερβολές. Επομένως...
Έχοντας συγκεντρώσει στους κόλπους της συνδικάτα του Βόρειου Κουίνσλαντ (Queensland) που κάλυπταν τους τομείς των ορυχείων, των σιδηροδρόμων και άλλων τομέων, το 1910, η Amalgamated Workers Association (AWA - Ένοποιημένη Ένωσης Εργαζομένων), ξεκίνησε μια μεγάλη απεργία το επόμενο έτος, 1911, σχετικά με τις συνθήκες στη βιομηχανία ζάχαρης.
Με κύρια χαρακτηριστικά την άμεση δράση και τη μαζική οργάνωση, και σε αντίθεση σε κάθε διαιτησία, η AWA δημιούργησε μια σειρά από σαπεργιακά καμπ, από το Bundaberg έως το Mossman, προβάλλοντας το αίτημα μια εργάσιμη βδομάδα 48, αντί για 60-70 ώρες, και υψηλότερους κατώτατους μισθούς για κόφτες ζαχαροκάλαμων και εργάτες των μύλων. Μέχρι τον...
Ουρουγουανή αναρχική εργαζόμενη. Γεννήθηκε το 1897 και έφτασε στη Βραζιλία όταν ήταν τριών ετών. Εγκαταστάθηκε στο Πόρτο Αλέγκρε με τους γονείς της και άρχισε να εργάζεται πολύ νέα στα υφαντουργεία του ποταμού Guaíba. Το 1919, εντάχθηκε στο συνδικαλιστικό κίνημα, ξεχωρίζοντας για το θάρρος, την αποφασιστικότητα και τη μελέτη της. Διάβαζε όλες τις εφημερίδες που έφταναν στο Πόρτο Αλέγκρε, παρακολουθούσε ιδεολογικές συζητήσεις αποκτώντας καλή ελευθεριακή κουλτούρα!
Στην πρώτη απεργία στα υφαντουργεία Guaiba που έλαβε μέρος, απολύθηκε. Δοκίμασε να εργαστεί σε άλλους κλάδους αλλά δεν μπορούσε μιας το όνομά της είχε γίνει γρήγορα γνωστό στους εργοδότες. Κανείς δεν ήθελε να προσλάβει μια...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018