Lorenzo Pezzica*
Η ταυτότητά της, που ανανεώθηκε στις 18 Ιούνη 2002, την έφερε ως Agostina Farvo, γεννημένη στο Μιλάνο στις 24 Μάρτη 1912. Ωστόσο, για όλους εμάς και για πολλούς άλλους, δεν ήταν η Agostina, αλλά η Augusta, η κόρη αναρχικών του Μιλάνου, μια αντάρτισσα και κάτοχος περιπτέρου στη Via Orefici, στην καρδιά της πόλης, πρώην σύζυγος του Erminio Pricchi (ο γάμος δεν κράτησε πολύ). Το περίπτερό της έμελλε να χρησιμεύσει ως τόπος συνάντησης για τους αναρχικούς του Μιλάνου μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα υγιές, ασφαλές μέρος για επαφές, ραντεβού και συναντήσεις.
Ακόμα κι αν είχε πτυχίο δασκάλας, επέλεξε να μην διδάξει, γιατί θα ήταν υποχρεωμένη να παραπλανήσει τα παιδιά, καταπονώντας τα με τα ψέματα των εξουσιαστών. Πέραν αυτού αποφάσισε να μην κάνει παιδιά γιατί -εκείνες τις ημέρες της υποχρεωτικής στράτευσης- δεν είχε καμία επιθυμία να προμηθεύσει με κρέας τα κανόνια. Είχε μια αδελφή, την Tina, που φαίνεται μαζί της σε μια φωτογραφία του 1910 (η Augusta είναι η νεότερη, δεξιά), καθώς και έναν αδελφό, τον Modesto Lorenzo, που γεννήθηκε στο Μιλάνο στις 24 Απρίλη 1919.
Στην πραγματικότητα ήταν η κόρη του Modesto Farvo που μας έδωσε πρόσφατα μια μερικές εφημερίδες και φωτογραφίες της Augusta, ένα τμήμα των οποίων δημοσιεύουμε εδώ. Αν και μικρό, το αρχείο αυτό αποτελεί έναν ανεκτίμητο θησαυρό που ενισχύει το αρχείο μας των μικρών ιστοριών, που είναι στην ουσία «φέτες» ζωής που είχε το CSL (σ.τ.μ. Centro Studi Libertari - Κέντρο Ελευθεριακών Σπουδών), συγκεντρώνοντάς τα με αργούς ρυθμούς με τα χρόνια, να τα συντηρεί και να τα αξιολογεί, με την πεποίθηση ότι η ιστορία του αναρχισμού πρέπει επίσης και πάνω απ’ όλα να ειπωθεί από αυτή τη σκοπιά, τη σκοπιά των γυναικών και των ανδρών που «έζησαν» όλα αυτά στο πετσί τους.
Μια απλή, ελεύθερη, αυτομορφωμένη γυναίκα (όπως πολλοί από τους συντρόφους μας της εποχής της), με παθιασμένο ενδιαφέρον για την πολιτική, που ήταν ανοιχτή σε ιδέες και επικοινωνία. Η Augusta εκτιμήθηκε σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους όλων των απόψεων, συμπεριλαμβανομένου του Sandro Pertini. Κατά τη διάρκεια της Αντίστασης, υπηρέτησε στις Ταξιαρχίες Bruzzi-Malatesta [Δείτε το Bollettino, αρ. 5.116.46 και 47] [1], καθιστώντας ως πρωταρχική της έννοια να σώζει ζωές πολλών συντρόφων, κρύβοντάς τους στο σπίτι της κατά τη διάρκεια των πιο δραματικών στιγμών του αντάρτικου αγώνα.
Μετά τον πόλεμο, το σπίτι της έγινε η βάση δύο ομάδων -η μία ήταν μια ομάδα Εσπεραντιστών, η άλλη ήταν μια ομάδα αναρχικών- και το περίπτερό της έγινε σημείο συγκέντρωσης για τους αναρχικούς του Μιλάνου (ειδικά κατά τη διάρκεια των ετών που δεν είχαν δικό τους χώρο, δηλαδή, μεταξύ των μέσων της δεκαετίας του 1950 και περίπου των μέσων της δεκαετίας του 1960), κάπου όπου μπορούσαν να βρουν τον ελευθεριακό Τύπο, συμπεριλαμβανομένων διεθνών εκδόσεων. Το σπίτι της Augusta ήταν πάντα ανοιχτό και φιλόξενο σε όσους χρειάζονταν βοήθεια. Σημείο ραντεβού, τόπος συνάντησης και σημείο αναφοράς. Στη δεκαετία του 1950 καλωσόρισε τους Ισπανούς αντιφρανκικούς εξόριστους όπως ο Josep Lluis Facerías (1920-1957) και στη συνέχεια, τις επόμενες γενιές των αναρχικών της δεκαετίας του 1960.
Με τη σφαγή της Piazza Fontana στις 12 Δεκέμβρη 1969, ήταν στο επίκεντρο της καταιγίδας που έπληξε όλους τους ελευθεριακούς καθώς κατηγορήθηκαν άδικα ότι αυτοί φύτεψαν τη θανατηφόρα βόμβα, κυρίως επειδή οι φίλοι της -δηλαδή ο Giuseppe Pinelli και ο Pietro Valpreda- στοχοποιήθηκαν χωρίς στοιχεία από την αστυνομία, ότι ήταν πίσω από τον βομβισμό. Για άλλη μια φορά, το σπίτι της Augusta έγινε σημείο συγκέντρωσης για κάθε είδους πρωτοβουλίες που συνδέονταν με το μαζικό κίνημα αντιπληροφόρησης σχετικά με το strage di Stato (κρατική σφαγή), ιδίως από τις ομάδες του Μιλάνου που συνδέονταν με το Circolo Ponte della Ghisolfa και την ομάδα «Bandiera Nera» («Μαύρη Σημαία»), μέλος της οποίας ήταν ο Pinelli.
Μαζί με τον Fernado Del Grosso, η ίδια επρόκειτο να κατέβει σε απεργία πείνας στη Ρώμη (στην Porta S. Giovanni) από τις 13 έως τις 20 Οκτωβρίου 1971 για να πιέσει για μια οριστική ημερομηνία που θα γινόταν η δίκη των συντρόφων που κατηγορήθηκαν για τους βομβισμούς της 12 Δεκέμβρη 1969. Και όταν το κράτος αναγκάστηκε να εκδώσει έναν νόμο (ο οποίος σύντομα έγινε γνωστός ως «νόμο Valpreda») για να απελευθερώσει τους αδικαιολόγητα κρατούμενους συντρόφους, ήταν η Augusta που φιλοξένησε τον Pietro Valpreda στο Μιλάνο, στο σπίτι της στο Passaggio Osii, ακριβώς πάνω από το ιστορικό περίπτερό της, υπομένοντας την καθημερινή παρουσία του αστυνομικού που ήταν επιφορτισμένος με το να παρακολουθεί το… «τέρας», Valpreda.
Η Augusta πέθανε στο Μιλάνο στις 20 Μάη 2003. Κηδεύτηκε υπό τους στίχους του τραγουδιού του Pietro Gori Addio a Lugano, ντυμένη στα κόκκινα και μαύρα χρώματα.
Σημείωση
The Bruzzi-Malatesta Brigades in the Resistance in Lombardy: Libertarian Organisation in Practice by Dino Taddei https://www.katesharpleylibrary.net/v9s5zc
*Πηγή: Bollettino Archivio G. Pinelli, No 54, February 2019 https://centrostudilibertari.it/sites/default/files/materiali/bollettino_54.pdf Δημοσιεύτηκε εδώ: https://www.katesharpleylibrary.net/t76k8n
**Αγγλική μετάφραση: Paul Sharkey. Ελληνική μετάφραση: Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης.