Του Ντίτερ Σίλερ
Πριν από 80 χρόνια δολοφονήθηκε ο Έριχ Μύζαμ στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Οράνιενμπουργκ. Λογοτέχνης, αναρχικός και αντιφασίστας.
Το πρωινό της 28ης Φεβρουαρίου 1933 ήθελε να μεταβεί στην Πράγα. Με κόπο βρέθηκαν τα χρήματα για το εισιτήριο. Η βαλίτσα ήταν έτοιμη. Ο συγγραφέας και αναρχικός πίστευε ότι μπορούσε να εκτιμήσει τι τον περίμενε στο κράτος του Χίτλερ. Ο Έριχ Μύζαμ (Erich Mühsam) δεν ήθελε να καταδικάσει τον εαυτό του στην παθητικότητα-και αυτό σήμαινε πως θα συνέχιζε τον αντιφασιστικό αγώνα στο εξωτερικό.
Μια εβδομάδα νωρίτερα είχε μιλήσει σε συνέλευση μελών από την τοπική οργάνωση του συνδέσμου προστασίας Γερμανών συγγραφέων στο Βερολίνο. Στις 20 Φεβρουαρίου 1933, είχαν συγκεντρωθεί ακόμα μια φορά αριστεροί και σοσιαλιστές συγγραφείς στην πύλη Χάλλε του Βερολίνου, για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στην κατάληψη της εξουσίας από τον φασισμό και να συζητήσουν τι έπρεπε πλέον να γίνει. Στο προεδρείο κάθονταν ο Λούντβιχ Ρεν, ο Καρλ φον Οσιέτσκυ και ο Καρλ Βίτφογκελ. Παρευρισκόταν και ο Φραντς Καρλ Βάϊσκοπφ. Έναν χρόνο αργότερα, ανέφερε σχετικά με την παρουσία του Έριχ Μύζαμ: «Ατημέλητος, με τη γραβάτα του στραβή, ανακατεμένα τα κόκκινα μαλλιά…μιλούσε, χειρονομούσε, φώναζε την αγανάκτησή του, το μίσος του για τον πόλεμο, στην αίθουσα. Καταφερόταν ενάντια στη δεξιά. Καταφερόταν, όμως, και ενάντια στην αριστερά, ενάντια στους “στενοκέφαλους μαρξιστές”, ενάντια στην “περιφρόνηση της άμεσης δράσης”». Σε αυτόν τον τελευταίο δημόσιο λόγο του, ο Μύζαμ απευθύνθηκε επίμονα- όπως σημείωσε ένας άλλος ακροατής- στους συναδέλφους του συγγραφείς: «Σας λέω ότι εμείς που μαζευτήκαμε εδώ, δεν θα ανταμώσουμε πάλι όλοι. Είμαστε φρουροί σε μια χαμένη θέση. Αλλά ακόμα κι αν σαπίσουμε εκατό φορές στις φυλακές του τρίτου Ράϊχ, οφείλουμε ακόμα σήμερα να λέμε την αλήθεια, να διακηρύξουμε προς τα έξω ότι διαμαρτυρόμαστε». Ο Μύζαμ έλπιζε στη διεθνή αλληλεγγύη ενάντια στον ναζιστικό τρόμο. Θα την επιτύχει-αργότερα, ωστόσο, και σε τραγικές συνθήκες για εκείνον. Διότι το ταξίδι στην Πράγα δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Την ημέρα του προγραμματισμένου ταξιδιού, δύο αστυνομικοί τον ξύπνησαν στις πέντε το πρωί χτυπώντας την πόρτα του. Ήδη τη νύχτα, ενώ καιγόταν το Ράϊχστακ, ξεκίνησε ένα κύμα συλλήψεων με πρωτοφανείς, μέχρι τότε, διαστάσεις. Νομιμοποιήθηκε ο πιο κτηνώδης τρόμος. Όπως για πολλές χιλιάδες, άρχιζε τότε και για τον Μύζαμ ο δρόμος του μαρτυρίου μέσα από τα κάτεργα και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Χίτλερ. Ο ποιητής κι επαναστάτης συναισθανόταν ότι αυτή τη φορά θα ήταν πολύ χειρότερα από ότι στα μπουντρούμια της περιόδου του Κάιζερ και της «Βαϊμάρης», όσο λίγο κι αν προαισθανόταν σε ποιό βαθμό φυσικής και ψυχικής βίας και βασανισμών ήταν ικανοί να φτάσουν οι ναζιστές δήμιοι.
Τον Δεκέμβριο του 1924, ο Μύζαμ απελευθερώθηκε μετά από πενταετή φυλάκιση -λόγω αμνηστίας. Και μόνο με αναστολή. Η ετυμηγορία ενός βαυαρικού έκτακτου στρατοδικείου τον Ιούλιο του 1919 είχε αποφασίσει 15 χρόνια για «εσχάτη προδοσία». Αυτή ήταν η ποινή της ταξικής δικαιοσύνης, επειδή ο Μύζαμ ανήκε μαζί με τον Όϊγκεν Λεβινέ στους πρωτεργάτες και επικεφαλής της συμβουλιακής δημοκρατίας του Μονάχου, η οποία ανακηρύχτηκε στις 7 Απριλίου του 1919. Μετά από σχεδόν τέσσερις εβδομάδες, στις 2 Μαΐου του 1919, ανατράπηκε αιματηρά από τον...
Ο Οκτάβ Μιρμπώ ήταν συγγραφέας, κριτικός τέχνης και δημοσιογράφος. Είναι γνωστός στις μέρες μας κυρίως για το μυθιστόρημά του Ημερολόγιο μιας καμαριέρας, που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Λουί Μπουνιουέλ. Λιβελλογράφος που έκανε τους πάντες να τρέμουν, αλλά και νεωτεριστής μυθιστοριογράφος, έγραψε θεατρικά έργα κλασικά και μοντέρνα μαζί.
Λογοτεχνικά ανορθόδοξος, πέρα από κατηγοριοποιήσεις, περιφρονούσε σχολές και θεωρίες και έσβηνε μέσα σε όλα τα λογοτεχνικά είδη τη ριζική του αποστροφή προς οτιδήποτε θεσμικό. Βίαια ατομικιστής και αναρχικός, ενσάρκωνε τον κριτικό, δυνητικά ανατρεπτικό διανοούμενο.
Η Απεργία των ψηφοφόρων είναι ένα χρονικό αναρχικής έμπνευσης που δημοσιεύτηκε στις 28 Νοεμβρίου 1888 στην εφημερίδα Le...
Ο βίος είναι γόρδιος δεσμός
Κι ο θάνατος Αλέξανδρος Μεγάλος·
Κι ασύγκριτος χειρούργος και γιατρός.
Κόβει το πόδι και περνάει ο κάλος
Μιχαλάκης
Του ΒΑΓΓΕΛΗ ΣΑΚΚΑΤΟΥ
Ο Μικέλης Αβλιχος, που φέτος γιορτάζουμε τα 150 χρόνια από τη γέννησή του, γεννήθηκε στο Ληξούρι το 1844 και πέθανε στο νοσοκομείο τ’ Αργοστολιού στις 29 Νοεμβρίου 1917. Την οικογένειά του, κατά τον Ηλ. Τσιτσέλη, «συναντάμε στην Παλλική κατά τον ΙΓ ′ αιώνα, από την οποία και το χωριό Βλιχάτα».
Γιος του Γεράσιμου Αβλιχου και αδελφός του ζωγράφου και θεατρικού συγγραφέα Γεωργίου Γ. Αβλιχου, με τον...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018