Η κουβανική κοινωνία του 19ου αιώνα αποτελούσε ένα μοναδικό μίγμα στο δυτικό ημισφαίριο. Από τις απαρχές του αιώνα αυτού, η εκμετάλλευση του οικονομικού πλούτου της Κούβας ήταν η αποστολή και το έργο της λευκής κυρίαρχης τάξης, η οποία κρατούσε τους τίτλους της ισπανικής τάξης των ευγενών. Αυτή η κρεολική (1) αριστοκρατία διέθετε αρκετή εξουσία και πηγές ώστε να μπολιάσει την τοπική κοινωνία με την ισπανική πολιτική κατά τη διάρκεια της εποχής του αποικισμού. Ενώ η υπόλοιπη Λατινική Αμερική απελευθερώθηκε με τη βία από τον ισπανικό αποικισμό, η κρεολική πλουτοκρατία της Κούβας θεωρούσε τον εαυτό της πιο ισπανική από ότι ο Fernando VII, βασιλιάς της Ισπανίας, και αρκετά σκόπιμα αντιτάχθηκε σε κάθε είδος ρεφορμισμού, ανεξάρτητα από το πόσο μετριοπαθής ήταν.
Η καλλιέργεια του ζαχαροκάλαμου, του καπνού και του καφέ αποτέλεσε τη βάση της αγροτικής αφθονίας της Κούβας και για να ανταγωνισθεί τις διεθνείς αγορές, η ελίτ της χώρας χρειαζόταν φτηνή εργατική δύναμη. Έτσι, σε μια ανοιχτή και απροκάλυπτη συμμαχία με το ισπανικό στέμμα και τις αποικιοκρατικές αρχές, οι πλουτοκράτες της Κούβας αναλώθηκαν σε μια τεράστια εισαγωγή Αφρικανών σκλάβων στη διαδικασία της συγκρότησης μιας επιθετικής κοινωνίας βασισμένης στους σκλάβους. Στα μέσα του 19ου αιώνα, τα μέλη της αριστοκρατίας της Κούβας μετατράπηκαν σε βαρόνους της ζάχαρης και η οικονομία της χώρας εξαρτιόταν κατά αφύσικο τρόπο από τα λατινοαμερικανικά στάνταρντ σε σχέση με το εμπόριο σκλάβων και τον θεσμό της σκλαβιάς.
Η ταξική διαστρωμάτωση της κουβανικής κοινωνίας ήταν πυραμιδωτή αυτή την εποχή: στην κορυφή ήταν οι βαρόνοι της ζάχαρης και οι Ισπανοί αποικιστές επίσημοι, στη μέση ήταν οι τεχνίτες, οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία της ζάχαρης και του καπνού, συμπεριλαμβανομένων των ελεύθερων μαύρων και των αγροτών, και στο κάτω στρώμα οι μαύροι σκλάβοι. Η διάκριση ανάμεσα στις δύο κατώτερες τάξεις δεν ήταν πάντα ξεκάθαρη παρά τις πάμπολλες φυλετικές και κοινωνικές διακρίσεις στην κουβανική κοινωνία: αγρότες και φτωχοί Ισπανοί μετανάστες υπέφεραν σχεδόν τις ίδιες διακρίσεις και εκμετάλλευση όπως και οι μαύροι σκλάβοι. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι διακρίσεις αυτές στην κουβανική κοινωνία επιβλήθηκαν από την κυρίαρχη τάξη και όχι από τον λαό που βρισκόταν στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας.
Σε αυτήν την κοινωνία, δεν υπήρχε κοινωνική, φυλετική, πολιτική ή οικονομική ολοκλήρωση. Αυτό συνέβαινε κυρίως επειδή η Κούβα ήταν ισπανική αποικία και ότι το πρωταρχικό ενδιαφέρον της ισπανικής κυβέρνησης ήταν να διατηρήσει την εξουσία της μέσω της διατήρησης μιας κατάστασης πόλωσης στο νησί. Όσο πιο διαιρεμένη ήταν η Κούβα τόσο πιο εύκολο ήταν για τους Ισπανούς να εκμεταλλεύονται τους οικονομικούς πόρους και να διατηρούν την πολιτική τους εξουσία. Για περισσότερο από τρεις αιώνες, οι ισπανικές αρχές -κατά τον ίδιο τρόπο όπως και οι άλλες ευρωπαϊκές αποικιακές δυνάμεις σε άλλες χώρες- συντήρησαν αυτή τη θλιβερή κατάσταση.
Όμως, παρά τη συντριπτική επιρροή της ισπανικής αποικιοκρατίας, νέες ιδέες βρήκαν τον δρόμο τους προς την Κούβα. Έως τα μέσα του 19ου αιώνα, υπήρχαν πολιτικές τάσεις προς τις κατευθύνσεις της εθνικής ανεξαρτησίας, του ρεφορμισμού (με την Κούβα να παραμένει ισπανική αποικία), της ενσωμάτωσης στις ΗΠΑ και/ή της ενσωμάτωσης στην Ισπανία. Κανένα από αυτά τα ρεύματα δεν ήταν αυτόχθονα. Όλα προέρχονταν
Στις 4 Οκτώβρη 1901 γεννήθηκε η αναρχική αγωνίστρια και ιστορικός Renée Lamberet στο Παρίσι σε μια οικογένεια ελεύθερων στοχαστών.
Ήταν καθηγήτρια ιστορίας και γεωγραφίας, και συνεργάστηκε με τον Γερμανό αναρχικό ιστορικό Max Nettlau. Στο Παρίσι συνάντησε τον Nicolas Faucier, ο οποίος είχε οργανώσει μια επιτροπή αλληλεγγύης στην Επανάσταση στην Ισπανία και η ίδια συμμετείχε σε αυτήν. Αργότερα στην Ισπανία γνώρισε τον Bernat Pou Riera από την Μαγιόρκα, Γραμματέας Τύπου και Προπαγάνδας της CNT, με τον οποίο συζήσανε. Χάρη σε αυτόν απέκτησε πρόσβαση σε πολλά αρχεία της Ισπανικής Επανάστασης τα οποία «φυγάδευε» στο σπίτι της στο Villeneuve Saint Georges και...
Οκτώβριος 1935. Ο Ισπανός θεωρητικός και αγωνιστής του αναρχοσυνδικαλισμού, αντιφασίστας συγγραφέας και ποιητής, Valeriano Orobón Fernández γράφει τους στίχους του A Las Barricadas – τον ύμνο της Κοινωνικής Επανάστασης του 1936.
Η Συνομοσπονδία που αναφέρεται στην τελευταία στροφή είναι η CNT, που την εποχή εκείνη ήταν η μεγαλύτερη αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση στην Ισπανία. Ο Orobon ενώ πάλευε μέσα από την CNT για την προετοιμασία της επανάστασης, ταυτόχρονα πάλευε ώστε να μην περάσει στον έλεγχο των σταλινικών.
«Η επανάσταση που ο Orobon οραματιζόταν δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί από μία εργατική ένωση ή ένα πολιτικό κόμμα…όχι, η επανάσταση που οραματιζόταν ήταν πιο μεγάλη…μια κοινωνική επανάσταση...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018