Yavor Tarinski
Ένα από τα μεγαλύτερα ελευθεριακά κινήματα στην Ευρώπη, το βουλγαρικό αναρχικό κίνημα, πνίγηκε στο αίμα του από την «εξουσία του λαού».
Τον Απρίλιο του 1950, το πολίτμπιρο της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Βουλγαρίας ιδρύει ειδικά τμήματα, μέρη της Κρατικής Ασφάλειας (αντίστοιχη της ΚαΓκεΜπέ), «για να καταπολεμήσει τον πολιτικό τυχοδιωκτισμό και τρόμο στη χώρα». Δομούνται με τον ακόλουθο τρόπο:
Τμήμα 1: ελέγχει και επιθεωρεί όλες τις έρευνες για «τυχοδιωκτική» και «τρομοκρατική» δραστηριότητα στη χώρα. Τμήμα 2: ερευνά τις ήδη «ενεργές» τυχοδιωκτικές ομαδοποιήσεις στη χώρα μέσω ενός δικτύου κατασκόπων. Τμήμα 3: υπεύθυνο για τον εντοπισμό και τη σύλληψη όλων των «επικίνδυνων πολτικών εκληματιών» που κρύβονται και των οποίων η τοποθεσία είναι άγνωστη.
Η κίνηση αυτή κάνει ξεκάθαρο πως το Κομμουνιστικό Κόμμα δημιουργεί έναν τεράστιο κατασταλτικό μηχανισμό. Το πυκνό δίκτυο κατασκόπων εισχωρεί στους κύκλους των λεγόμενων «εχθρικών στοιχείων». Όλες οι πολιτικές ομαδοποιήσεις της χώρας ερευνώνται εξονυχιστικά. Τα τεράστια ποσά των συλλεχθέντων δεδομένων χρησιμοποιούνται από τις αρχές και εκτιμάται η αντίσταση στο καθεστώς.
Η πραγματικά μεγάλη, όμως, έρευνα διεξήχθη για το ένοπλο κίνημα των «Γκοριάνοι» (οι άνθρωποι των δασών, βουλγαρικά: Goryani) -δικτυώσεις αντάρτικων ομάδων που κρύβονταν στα δάση (gori).
Οι Γκοριάνοι αποτελούνταν κυρίως από αγρότες (μέλη ή υποστηρικτές του αγροτικού κόμματος). Υπήρχαν, επίσης, αναρχικοί και κάποιοι -αλλά λιγότεροι- τροτσκιστές, εθνικιστές, ακόμη και αξιωματικοί του, προ του Β’ Π.Π., μοναρχικού καθεστώτος. Οι Βούλγαροι Γκοριάνοι αποτέλεσαν το πιο μακρόχρονο και μαζικό κίνημα αντίστασης στην ανατολική Ευρώπη ενάντια στο Κομμουνιστικό Καθεστώς αφού η δράση τέτοιων ομάδων διήρκεσε για πάνω από μία δεκαετία.
Τα νέα ειδικά τμήματα του καθεστώτος ανέλυαν όχι μόνο τη δραστηριότητα των αντάρτικων αυτών ομάδων αλλά και τα πελώρια δίκτυα των «Γιατάτσοι» (χωρικοί-κάτοικοι σε μικρές πόλεις και χωριά των βουνών) που υποστήριζαν, έκρυβαν και βοηθούσαν τους αντάρτες, καθώς και την κοινή άποψη των ανθρώπων προς τους Γκοριάνοι.
Οι πρώτοι Γκοριάνοι εμφανίστηκαν την άνοιξη του 1945, αφότου το Κ.Κ. Βουλγαρίας, με τη βοήθεια του Κόκκινου Στρατού, συγκέντρωσε στα χέρια του όλη την εξουσία. Το 1947, ο αριθμός τους άρχισε να αυξάνεται μιας και ολοένα και περισσότερες οργανώσεις ποινικοποιήθηκαν, τα μέλη τους αναγκάστηκαν σε φυγή και κρύφτηκαν στα βουνά για να γλιτώσουν την αιχμαλωσία. Η κορύφωση του αντάρτικου έγινε το διάστημα 1950-1952 όταν οι αρχές ξεκίνησαν τη βίαιη «κολλεκτιβοποίηση» της γης, όπου άφησε τεράστια τμήματα της αγροτιάς χωρίς γη και έτοιμα να προτάξουν τα όπλα ενάντια στο Κράτος. Σύμφωνα με αναφορές των ειδικών τμημάτων της Κρατικής Ασφάλειας, εκείνη την περίοδο οι αντάρτικες ομάδες ήταν πάνω από 160 σε όλη τη χώρα με πάνω από 20.000 υποστηρικτές σε πόλεις και χωριά που τους προσέφεραν βοήθεια, φαγητό και πληροφορίες.
Η απάντηση του καθεστώτος υπήρξε άγρια. Ως το 1956 οι περισσότερες διαλύθηκαν από το τεράστιο δίκτυο κατασκόπων και από τις μιλίτσιες της Κρατικής Ασφάλειας. Οι εναπομείναντες του αντάρτικου κινήματος δραπέτευσαν από τη χώρα και κάποιοι παρέμειναν πολιτικά ενεργοί.
Μια από τις τελευταίες γνωστές προσπάθειες υπήρξε το παράνομο ράδιο «Γκοριάνιν» που λειτουργούσε από Βούλγαρους πρώην αντάρτες και βρισκόταν σε άγνωστη τοποθεσία κοντά στην Αθήνα. Μεταδιδόταν στη Βουλγαρία παράνομα σε δύο συχνότητες ως το 1962, όταν η Κρατική Ασφάλεια κατάφερε να σβήσει για πάντα το σήμα του. Απoσπάσματα από την εκπομπή που σώζεται έως σήμερα αναφέρουν: «Οι κομμουνιστές υποσχέθηκαν ευτυχία, ισότητα, εξουσία του λαού αλλά αυτό που έκαναν τελικά εδώ και 43 χρόνια είναι μόνο μία άλλη εκδοχή του παλιού τσαρικού καθεστώτος, μία νέα δικτατορία καλυμμένη από ευάρεστους τίτλους και άδεια από νόημα συνθήματα». Σε περίπτωση που θα συνέχιζε να βρίσκει τρόπο να εκπέμπει, οι πράκτορες της Κεντρικής Ασφάλειας λέγεται πως είχαν προετοιμάσει ένα σχέδιο (που δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή) για να στείλουν ομάδα κρούσης στο ελληνικό έδαφος η οποία θα εντόπιζε και θα δολοφονούσε τους υπεύθυνους του ραδιοφώνου.
Σε αυτή τη χρονική στιγμή, η αντίσταση εναντίον του ολοκληρωτισμού είχε καμφθεί. Ό,τι απέμεινε από το αγροτικό κόμμα (που κάποτε υπήρξε η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας) διατηρήθηκε από το Κ.Κ.Β. για να χρησιμοποιηθεί ως αντιπολίτευση-μαριονέτα, ενώ το υπόλοιπό του κομμάτι κλείστηκε στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας ή αναγκάστηκε να δραπετεύσει στο εξωτερικό. Παρόμοια υπήρξε και η κατάσταση με τους αναρχικούς που, από ένα οργανωμένο κίνημα που ήταν (εκ των μεγαλύτερων στην Ευρώπη της εποχής) με εκατοντάδες υποομάδες σε όλη τη χώρα, εξαλείφθηκαν οριστικά. Το κομμουνιστικό καθεστώς κατάφερε τελικώς να ξεφορτωθεί όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους στο εσωτερικό του και να εκμεταλλευτεί απρόσκοπτα για δεκαετίες τον λαό μέσω ενός, σοβιετικού τύπου, συστήματος κρατικού καπιταλισμού.
Κεντρική φωτογραφία κειμένου: από τα αριστερά προς τα δεξιά βρίσκονται οι Ντόντσο Καραϊβανόφ (Doncho Karaivanov), Χρίστο Νέστοροφ-Στάκο (Hristo Nestorov-Shtako) και Μίλιου Καζάκα (Milyou Kazaka). Και οι τρεις τους ήταν Γκοριάνοι, μέλη μιας αναρχικής αντάρτικης ομάδας. Λόγω της αναρχικής τους δραστηριότητας, μπήκαν στην παρανομία ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’20, εναντίον του μοναρχικού-φασιστικού καθεστώτος. Συγκεκριμένα ο Στάκο, το 1927, έκανε βομβιστική επίθεση στην αμερικανική πρεσβεία στη Σόφια ως απάντηση στη δολοφονία των Σάκο και Βαντσέτι από τις ΗΠΑ. Με την πτώση της μοναρχίας, οι τρεις τους σχημάτισαν αντάρτικη ομάδα και συνέχισαν ως τον Μάρτιο του 1954, όταν και έπεσαν σε μεγάλη κρατική ενέδρα. Επέζησαν μόνο ο Ντόντσο και η γυναίκα του Εμίλια, οι οποίοι έφυγαν για το Παρίσι και πέρασαν το υπόλοιπο της ζωής τους μαζί με την τότε αναδυόμενη βουλγαρική αναρχική Διασπορά.
*Πηγές
https://www.168chasa.bg/article/7176497/
https://www.desebg.com/2011-01-13-09-25-08/2199-2015-03-06-09-20-16
*Σχετικός σύνδεσμος: goianhttps://www.aftoleksi.gr/2020/04/20/gkorianoi-agrotes-antartes-enantion-mpolsevikon/