(Μια απάντηση στη Μαρία Isidine)
Η συντρόφισσα Isidine αντιμετωπίζει τη θέση μας για μια επαναστατική αναρχική οργάνωση με την παλαιά αντίληψη που αντιστοιχεί σε μια εποχή κατά την οποία οι αναρχικοί δεν είχαν καμία πραγματική οργάνωση, αλλά έρχονταν σε συμφωνία σχετικά στους στόχους και τα μέσα υλοποίησης τους μόνο μέσω της αμοιβαίας κατανόησης.
Στην πραγματικότητα, το παλαιό κόμμα περιοριζόταν σε ανάλογες ιδέες και ήταν αποστερημένο από ένα αυθεντικό οργανωτικό σχήμα. Αντιστοιχούσε, προπάντων, στη γέννηση του αναρχικού κινήματος, όταν οι πρωτοπόροι του ψηλαφούσαν ακόμα το δρόμο που θα ακολουθούσαν, μην έχοντας ακόμα δοκιμαστεί από τις σκληρές εμπειρίες της ζωής.
Ο σοσιαλισμός, επίσης, στις ημέρες του, είχε μια δύσκολη κύηση. Εντούτοις, καθώς ο μαζικός κοινωνικός αγώνας εξελίχθηκε και έγινε πιο έντονος, όλες οι τάσεις που επεδίωκαν να επηρεάσουν την έκβασή του υιοθέτησαν τις ακριβέστερες πολιτικές και οργανωτικές μορφές. Εκείνες οι τάσεις που απέτυχαν να παραμείνουν σε συμφωνία με την εξέλιξη έμειναν πίσω από τη ζωή. Εμείς οι Ρώσοι αναρχικοί ήμασταν ιδιαίτερα λογικοί πάνω σ’ αυτό το ζήτημα κατά τη διάρκεια των δύο επαναστάσεων του 1905 και του 1917. Αν και, στο ξέσπασμά τους, ήμασταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα, μόλις άρχισε η εποικοδομητική τους φάση, βρεθήκαμε στο περιθώριο και, τελικά, απομακρυνθήκαμε από τις μάζες.
Αυτό δεν ήταν το αποτέλεσμα κάποιας σύμπτωσης. Μια τέτοια στάση ήρθε αναπόφευκτα από την ανικανότητά μας, από οργανωτική άποψη, καθώς επίσης και από το πλεονεκτικό σημείο της ιδεολογικής μας σύγχυσης. Το ρεύμα, αυτής της αποφασιστικής εποχής, απαιτεί από μας κάτι περισσότερο από ένα «κόμμα» απαλλαγμένο από οργανωτικό σχήμα συγκροτημένου απλώς πάνω στην έννοια μιας όμορφης ιδέας. Αυτή η εποχή αξιώνει ότι το αναρχικό κίνημα, συνολικά, πρέπει να έχει απαντήσεις σε μια ολόκληρη σειρά ζητημάτων υψίστης σημασίας, είτε σχετικά με τον κοινωνικό αγώνα είτε με την κομμουνιστική οικοδόμηση. Απαιτεί ότι πρέπει να αισθανόμαστε ευθύνη ως προς τους στόχους μας. Ωστόσο, έως ότου έχουμε μια πραγματική και σημαντική οργάνωση, δεν πρόκειται να είναι δυνατό για μας να παρέχουμε τις απαντήσεις αυτές ούτε και να επωμιστούμε αυτές τις ευθύνες. Πράγματι, το σταθερό ευδιάκριτο χαρακτηριστικό του κινήματός μας είναι ότι δεν χαρακτηρίζεται από μια ενότητα των απόψεων σχετικά μ’ αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα. Υπάρχουν τόσες απόψεις όσα είναι τα άτομα και οι ομάδες.
Ένας συγκεκριμένος αναρχικός θεωρεί αυτήν την κατάσταση αντανακλαστική του πολυσχιδούς της αναρχικής σκέψης. Ο αγωνιζόμενος κόσμος της εργασίας δεν έχει καμία ιδέα τι να κάνει με το μίγμα αυτό, χαρακτηρίζοντάς το παράλογο. Έτσι, προκειμένου να ενταθεί το τέλμα της γελοιότητας στο οποίο είναι κολλημένο το αναρχικό κίνημα, καθυστερώντας στο πρώτο στάδιο της οργάνωσης παρά την αριθμητική του ανάπτυξη, είναι ζωτικής σημασίας ζήτημα το ότι πρέπει να καταβληθεί μια επίμονη και αποφασιστική προσπάθεια. Πρέπει να υιοθετήσει τα οργανωτικά εκείνα σχήματα για τα οποία είναι εδώ και πολύ καιρό ώριμο, διαφορετικά θα χάσει τη δυνατότητά του να διατηρήσει τη φυσική του θέση στον αγώνα για έναν νέο κόσμο. Η επιτακτική ανάγκη γι’ αυτό το νέο βήμα αναγνωρίζεται από πολλούς συντρόφους, αυτούς για τους οποίους η μοίρα του ελευθεριακού κομμουνισμού είναι συνυφασμένη με την μοίρα του κόσμου της αγωνιζόμενης εργασίας. Η συντρόφισσα Isidine, εάν καταλαβαίνουμε το δικαίωμά της, δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των αναρχικών για τους οποίους μιλήσαμε νωρίτερα, αλλά ούτε και συμμετέχει καν στο κίνημά μας, συμμετέχει μόνο στην όλη συζήτηση, με έναν κριτικό τρόπο, και, να είναι βέβαιη, βοηθά στην πρόοδό της μ’ αυτό τον τρόπο.
Ας πιάσουμε τώρα τα διάφορα κρίσιμα σημεία που υποδείχθηκαν από τη συντρόφισσα Isidine. Καθένας γνωρίζει ότι οποιαδήποτε ωφέλιμη αρχή μπορεί, μόλις μετουσιωθεί, να εξυπηρετήσει μια υπόθεση αντίθετη σ’ αυτή με την οποία ορίστηκε αρχικά.
Στις τάξεις μας, αυτό ισχύει για το ομοσπονδιακό σύστημα (φεντεραλισμό). Προφυλασσόμενες πίσω από την κάλυψη αυτή, αρκετές ομάδες και ορισμένα άτομα διαιώνισαν πρακτικές, τα αποτελέσματα των οποίων κατέστρεψαν το κίνημα συνολικά. Ολόκληρη η παρέμβαση σε τέτοιες περιπτώσεις οδήγησε σε ένα τίποτα, επειδή οι δράστες αυτών των πράξεων εξευτελισμού επιζήτησαν καταφύγιο στην αυτονομία τους, επικαλούμενοι το φεντεραλισμό που τους επέτρεψε να κάνουν ό,τι τους φάνηκε σωστό. Προφανώς, αυτό ήταν μόνο μια άξεστη διαστρέβλωση του φεντεραλισμού. Το ίδιο πράγμα μπορούμε να πούμε και για άλλες αρχές και, ειδικά, της αρχής της οργάνωσης μιας Γενικής Ένωση Αναρχικών, που έχει περιέλθει στα χέρια άμυαλων ή αδίστακτων προσώπων.
Η συντρόφισσα Isidine διαφωνεί βαθιά με την αρχή της πλειοψηφίας. Εμείς, από την άλλη πλευρά, υπολογίζουμε ότι σ’ αυτό το σημείο η συζήτηση είναι μόλις και μετά βίας απαραίτητη. Γιατί στην πράξη το θέμα αυτό έχει επιλυθεί από καιρό. Σχεδόν πάντα και παντού, τα πρακτικά προβλήματα του κινήματός μας επιλύονται διαμέσου της πλειοψηφίας. Συγχρόνως, η μειονότητα μπορεί να προσκολληθεί στις απόψεις της, αλλά δεν εμποδίζει την απόφαση, και γενικά και σύμφωνα με δική της επιθυμία, κάνει παραχωρήσεις. Αυτό είναι τέλεια κατανοητό καθώς δεν μπορεί να υπάρξει οποιοσδήποτε άλλος τρόπος επίλυσης προβλημάτων για τις οργανώσεις που συμμετέχουν στην πρακτική δραστηριότητα. Δεν υπάρχει, εν πάση περιπτώσει, καμία εναλλακτική λύση εάν κάποιος θέλει πραγματικά να δράσει.
Σε περίπτωση διαφορών στην άποψη μεταξύ της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας που οφείλεται σε τόσο σημαντικούς παράγοντες που καμία πλευρά δεν μπορεί να παραχωρήσει έδαφος, επέρχεται διάσπαση, ανεξάρτητα από τις αρχές και τις θέσεις που υιοθετούνται από την οργάνωση πριν από την στιγμή αυτή.
Ούτε συμφωνούμε με τη συντρόφισσα Isidine, όταν λέει ότι το όργανο μιας απομονωμένης ομάδας μπορεί να αντανακλά μια δική της πολιτική γραμμή, και ότι, κατ’ αυτό τον τρόπο, σύμφωνα με αυτήν, το όργανο της Γενικής Ένωσης Αναρχικών πρέπει να αντανακλά όλες τις απόψεις και τάσεις που υπάρχουν μέσα στην Ένωση. Στην πραγματικότητα, το όργανο μιας συγκεκριμένης τέτοιας ομάδας δεν αποτελεί την ανησυχία μόνο της εκδοτικής του ομάδας, αλλά και όλων όσων συνεισφέρουν την υλική και ιδεολογική τους υποστήριξη. Από την στιγμή, παρ’ όλα αυτά, που απαιτείται μια καλά καθορισμένη πολιτική γραμμή από ένα, για παράδειγμα, τοπικό όργανο, είναι ακόμα πιο ουσιαστικό για το όργανο της Ένωσης, που έχει πολύ περισσότερες ευθύνες όσον αφορά το αναρχικό κίνημα συνολικά απ’ ό,τι το συγκεκριμένο αυτό όργανο.
Για να είμαστε σίγουροι, το όργανο της Ένωσης πρέπει ν’ αντέξει μια πλατφόρμα απόψεων της μειοψηφίας, γιατί αλλιώς το δικαίωμα της τελευταίας στην ελεύθερη έκφραση θα ήταν υπό αμφισβήτηση. Εντούτοις, ενώ θα επιτρέπεται να καθορίσει τις απόψεις του, το όργανο της Ένωσης πρέπει, ταυτόχρονα, να έχει μια καθορισμένη και σαφή πολιτική γραμμή που να μην αντανακλά μόνο τις ετερόκλητες απόψεις και ιδέες που προκύπτουν μέσα στην Ένωση. Προκειμένου να διευκρινιστεί το παράδειγμα μιας απόφασης που λαμβάνεται από την Ένωση ως σώμα, αλλά δεν απολαμβάνει ομόφωνης υποστήριξης, η συντρόφισσα Isidine αναφέρει το Μαχνοβίτικο κίνημα, για το οποίο οι αναρχικοί έχει «διαιρεθεί» όσον αφορά την στάση τους απέναντι σ’ αυτό. Το παράδειγμα αυτό, εντούτοις, υπογραμμίζει μάλλον το επιχείρημα υπέρ της τρέχουσας ανάγκης για μια ελευθεριακή κομμουνιστική οργάνωση. Οι διαφορετικές απόψεις που εκφράστηκαν τότε έχουν αναλυθεί πρωτίστως από την άποψη της παντελούς άγνοιας εκ μέρους πολλών ελευθεριακών για το κίνημα αυτό κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής του, πολλοί από τους οποίους στάθηκαν αργότερα ανίκανοι να το αναλύσουν και να υιοθετήσουν μια πολιτική γραμμή όσον αφορά μια ένα τόσο τεράστιο και αυθεντικό κίνημα όπως το Μαχνοβίτικο. Χρειάστηκαν μια στέρεη οργάνωση. Είχαν μια τέτοια τη στιγμή αυτή, η οποία θεώρησε τον εαυτό της υποχρεωμένη να διερευνήσει καταλεπτώς το κίνημα αυτό και, έπειτα, βάσει της διερεύνησης αυτής, θα είχε καθορίσει και την θέση που θα υιοθετούσε σε σχέση μ’ αυτό. Κάτι το οποίο θα είχε εξυπηρετήσει τον ελευθεριακό κομμουνισμό και το Μαχνοβίτικο κίνημα καλύτερα απ’ ό,τι η χαοτική, αντιοργανωτική στάση που υιοθετείται από τους αναρχικούς όσον αφορά το τελευταίο κατά τη διάρκεια της διάρκειας ζωής του. Το ίδιο πράγμα γίνεται και για το πρόβλημα του πολέμου.
Λέμε ότι διαφορές προκύπτουν στις οργανώσεις για τέτοια ζητήματα, και σε τέτοιες περιπτώσεις οι διασπάσεις είναι συχνά η έκβαση. Εντούτοις, υπάρχει το επιχείρημα που το εκλαμβάνουμε ως κανόνα, ότι σε τέτοιες καταστάσεις, το σημείο εκκίνησης πρέπει να είναι όχι η μεμονωμένη συνείδηση και η τακτική καθενός αναρχικού ξεχωριστά, αλλά μάλλον η ουσιαστική εισαγωγή της θεωρίας, της πολιτικής και της τακτικής της Ένωσης ως σώμα. Μόνο έτσι το κίνημα θα είναι σε θέση να διατηρήσει την πολιτική του γραμμή και την σύνδεσή του με τις μάζες.
Η οργάνωση και η αρχή της εκπροσώπησης δεν αποτελούν εμπόδια στην επίδειξη μιας πρωτοβουλίας, όπως νομίζει η συντρόφισσα Isidine. Ακριβώς το αντίθετο. Μια ωφέλιμη πρωτοβουλία θα απολαμβάνει πάντα την υποστήριξη της οργάνωσης. Οι αρχές που εξηγούνται λεπτομερώς δεν έχουν σκοπό να πνίξουν την όποια πρωτοβουλία, αλλά να αντικαταστήσουν την ακανόνιστη δραστηριότητα των ατόμων που λειτουργούν τυχαία και περιστασιακά με τη συνεπή και οργανωμένη εργασία ενός συλλογικού οργάνου. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Ένα κίνημα που θα επιζούσε μόνο χάρη στην πρωτοβουλία και τη δημιουργικότητα των διαφόρων ομάδων και ατόμων, και που δεν θα ανέπτυσσε καμία συγκεκριμένη γενική δραστηριότητα, θα ξέμενε και θα έβαινε προς την πτώση του.
Γι’ αυτό τον ίδιο λόγο, ένας από τους θεμελιώδεις στόχους του κινήματός μας συνίσταται στη δημιουργία των προϋποθέσεων εκείνων που επιτρέπουν σε κάθε αγωνιστή όχι μόνο να επιδείξει μια πρωτοβουλία, αλλά να την εκμεταλλευτεί και να την αναπτύξει, κάνοντάς την κτήμα ολόκληρου του κινήματος..
Έως τώρα, και ελλείψει μιας γενικής οργάνωσης, το κίνημά μας δεν είχε δημιουργήσει τέτοιες προϋποθέσεις, στις οποίες κάθε αυθεντικός μαχητής να βρει διέξοδο στις δραστηριότητές του. Είναι κοινή γνώση ότι μερικοί από τους μαχητές του κινήματος έχουν σταματήσει τον αγώνα και έχουν περάσει με το μέρος των Μπολσεβίκων, απλώς επειδή δεν ήταν ικανοί να βρουν μια διέξοδο στις δραστηριότητές τους στις τάξεις των αναρχικών. Επιπλέον, αυτό συνδέεται και με το ζήτημα του ότι πολλοί επαναστάτες εργαζόμενοι, που βρίσκονται στις τάξεις του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ, δεν αφήνουν καμία ψευδαίσθηση σχετικά με την Μπολσεβίκικη εξουσία και θέλουν να περάσουν στον αναρχισμό, αλλά δεν το κάνουν επειδή δεν υπάρχει καμία γενική οργάνωση που να προσφέρει ακριβή καθοδήγηση.
Η συντρόφισσα Isidine τονίζει μια από τις αρχές της Πλατφόρμας, θίγοντας την αρχή της συλλογικής υπευθυνότητας για το κίνημα.
Εντούτοις, αυτή σκέφτεται το ζήτημα αυτό απλώς από την άποψη της ηθικής ευθύνης. Εκτιμάμε ότι, σ’ ένα μεγάλο, οργανωμένο κίνημα η ευθύνη μπορεί μόνο να βρει την έκφρασή της υπό την μορφή συλλογικής ευθύνης μιας οργάνωσης.
Η ηθική ευθύνη που δεν συσχετίζεται με την οργανωτική ευθύνη είναι σημαντική απώλεια για τις συλλογικές προσπάθειες, και καταντά μια και μόνη τυπικότητα απαλλαγμένη κάθε περιεχομένου.
Αυτό που χρειαζόμαστε, μας λέει η συντρόφισσα Isidine, δεν είναι τόσο μια οργάνωση ως μια καθορισμένη πρακτική πολιτική γραμμή και ένα άκαμπτο άμεσο πρόγραμμα. Αλλά όλα αυτά είναι αδιανόητα με την απουσία προγενέστερης οργάνωσης. Εάν προκύπτουν ζητήματα προγράμματος και της εφαρμογής του, τότε θα έπρεπε να υπάρχει μια οργάνωση που να αναλάβει να αγωνιστεί γι την υλοποίησή τους.
Αυτή τη στιγμή, η ομάδα «Delo Truda» των Ρώσων Αναρχικών στο εξωτερικό, το έχει αναλάβει αυτό, και απολαμβάνει της υποστήριξης διαφόρων οργανώσεων εργαζόμενων αναρχικών στη Βόρεια Αμερική καθώς και από συντρόφους που παραμένουν στη Ρωσία.
Στην προκαταρκτική εργασία που εκτελείται από αυτές τις οργανώσεις, ίσως υπάρχουν ορισμένα λάθη και χάσματα. Αυτά πρέπει να επισημανθούν και να επιβοηθηθεί η επούλωσή τους, αλλά δεν πρέπει να υπάρξει καμία παρατεταμένη αμφιβολία ως προς τη βάση και την αρχή πάνω στις οποίες λειτουργούν και αγωνίζονται αυτές οι οργανώσεις: η σύνταξη ενός καθορισμένου προγράμματος, μιας καλά διατυπωμένης πολιτικής και μιας τακτικής γραμμής για τον ελευθεριακό κομμουνισμό, η δημιουργία μιας οργάνωσης που αντιπροσωπεύει και κατευθύνει ολόκληρο το αναρχικό κίνημα. Αυτό είναι ζωτικώς απαραίτητο.
*Δημοσιεύτηκε στην «Delo Truda», τεύχος 42-43, Νοέμβρης-Δεκέμβρης 1928, σελ. 13-17.
** Πηγή: NEFAC. Περιλαμβάνεται ακόμα και στο Nestor Makhno Archive. Ελληνική μετάφραση: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης, 9-10 Νοέμβρη 2007.