Το 1919 είναι χρόνος επαναστατικής δραστηριότητας σε όλη την Ισπανία. Έγιναν απεργίες σε μια σειρά πόλεις όπως Σαραγόσα, Λέριδα, Βαρκελώνη, Μαδρίτη, Βαλένθια, Σεβίλη, Μπανταλόνα, Κόρδοβα, Μούρθια και άλλες.
Όλα ξεκίνησαν από έναν χώρο που επρόκειτο να γίνει ένα από τα σύμβολα του ισπανικού εργατικού κινήματος, το καναδικών συμφερόντων εργοστάσιο La Canadiense που ήταν το «λαϊκό» όνομα της Εταιρίας Ατμοκίνησης, Ηλεκτρικού και Ενέργειας της Βαρκελώνης. Η εταιρία αυτή συγκροτήθηκε από ξένες οικονομικές μονάδες και κεφάλαια και ήταν υπεύθυνη για την ηλεκτρική ενέργεια στη Βαρκελώνη.
Να πούμε ότι στις 5 Φεβρουαρίου 1919, ξεσπά απεργία και στην υφαντουργία όπου αρχίζουν απεργία 20.000 εργαζόμενοι.
Η απεργία στη La Canadiense ήταν που ανάγκασε τη θεσμοθέτηση της εργάσιμης βδομάδας των 8 ωρών καθώς και αυξήσεις μισθών.
Στις αρχές του Φλεβάρη του 1919, ανακοινώθηκε μείωση μισθών και πριν αρχίσουν οι διαμαρτυρίες των εργατών απολύεται μια ομάδα από αυτούς. οκτώ εργάτες που δούλευαν στο τμήμα συντήρησης του εργοστασίου της La Canadiense, ενώ έγινε γνωστό ότι απολύθηκαν και για πολιτικούς λόγους. Μια απόλυση που έμελλε να ανάψει μια από τις πλέον επιτυχημένες απεργιακές δράσεις στην ιστορία του ισπανικού εργατικού κινήματος.
Η απεργία καθοδηγήθηκε από τη CNT και επεκτάθηκε σε ολόκληρη την πόλη της Βαρκελώνης, στην οποία πήραν μέρος 100.000 εργάτες και έγινε η πιο επιτυχημένη απεργία στην ισπανική ιστορία, αναγκάζοντας την τότε κυβέρνηση της χώρας να θεσμοθετήσει το 8ωρο, γινόμενη έτσι η πρώτη κυβέρνηση στον κόσμο που προχώρησε επίσημα σε κάτι τέτοιο.
Το 1919, ο αριθμός των μελών της CNT ανερχόταν σε 755.000 (όπως ανακοινώθηκε σε ένα συνέδριό της στη Μαδρίτη τον ίδιο χρόνο), ενώ την ίδια στιγμή η σοσιαλιστική εργατική συνομοσπονδία UGT είχε 208.000 μέλη. Δηλαδή σχεδόν το 10% των Ισπανών τότε ήταν μέλη της CNT.
Μετά τις απολύσεις των οκτώ εργατών, στις 5 Φλεβάρη 1919, 140 εργάτες του τμήματος κατέβηκαν σε απεργία και τρεις ημέρες αργότερα ενώθηκε μαζί τους η συντριπτική πλειοψηφία των εργατών του εργοστασίου. Την ίδια στιγμή, οι εργάτες ενός άλλου παρόμοιου εργοστασίου σε άλλη τοποθεσία της Βαρκελώνης έκαναν καθιστική διαμαρτυρία, ενώ στις 17 του μήνα, κατέβηκε σε απεργία το 80% των εργατών στη βιομηχανία ιματισμού σε αλληλεγγύη προς τους συναδέλφους τους. Οι εργάτες του ιματισμού έθεσαν και άλλα αιτήματα όπως αναγνώριση του συνδικάτου τους και θεσμοθέτηση του 8ωρου. Σε λίγο οι εργάτες όλων των άλλων εργοστασίων ηλεκτρικών ειδών σε όλη την πόλη κατέβηκαν και αυτοί σε απεργία με τα ίδια αιτήματα και επίσης αύξηση μισθών.
Στις 21 Φλεβάρη καταλαμβάνονται τα εργοστάσια από τις αρχές, αλλά η ενέργεια αυτή αντί να καθησυχάσει εξαγριώνει τους απεργούς εργάτες. Στη Βαρκελώνη κηρύσσεται κατάσταση πολιορκίας.
Φοβούμενος το αυξανόμενο απεργιακό κίνημα, ο γενικός διοικητής της πόλης κήρυξε στρατιωτικό νόμο, οι αρχές κήρυξαν την πόλη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ενώ σε μια προσπάθεια να σπάσουν την απεργία επιστράτευσαν τους απεργούς. Αλλά όλα αυτά αγνοήθηκαν, φυσικά, από την εργατική τάξη.
Στις 2 Μάρτη καλέστηκε μια γενική απεργία των εργατών στον ηλεκτρισμό, κάτι που οδήγησε σε πλήρη σχεδόν ακινητοποίηση της πόλης αλλά και μέρους της Καταλωνίας. Τα συνδικάτα εργαζόμενων στον Τύπο καθιερώνουν τη λεγόμενη «κόκκινη λογοκρισία», αρνούμενοι να δημοσιεύουν οτιδήποτε εναντίον των απεργών. Ακολούθησαν και οι εργαζόμενοι των σιδηροδρόμων και των τραμ που κατέβηκαν και αυτοί σε απεργία.
Στις 6 Μάρτη, η στρατιωτική διοίκηση επιστρατεύει τους εργαζόμενους και υπαλλήλους της La Canadiense και άλλων εταιριών φωτισμού, ύδρευσης και ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά οι απεργοί και πάλι δεν κάνουν πίσω. Στις 12 Μάρτη το ίδιο γίνεται και με τους υπαλλήλους και τους εργαζόμενους της Compania de Tranvias.
Με βάση τον στρατιωτικό νόμο, συνελήφθησαν περίπου 3.000 απεργοί και ανάμεσά τους σχεδόν ολόκληρη η τοπική ηγεσία της CNT. Αλλά οι αρχές της πόλης είχαν περιέλθει σε κατάσταση πανικού και η οικονομική κατάσταση σε όλη σχεδόν την Καταλωνία άρχισε να χειροτερεύει γιατί δεν ικανοποιούνταν τα αιτήματα των απεργών. Στις 15 και 16 Μάρτη 1919, άρχισαν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη CNT και τις αρχές. Ο Salvador Segui, περιφερειακός γραμματέας της CNT, απαίτησε το 8ωρο, την αναγνώριση των συνδικάτων και την επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων και κάλεσε σε γενική απεργία μιας βδομάδας, από τις 24 Μάρτη έως την 1η Απρίλη.
Τελικά, στις 20 Μάρτη 1919, μετά από σκληρό αγώνα, οι απεργοί υποχρεώνουν τη εργοδοσία της La Canadiense να αποδεχθεί τα αιτήματά τους, δηλαδή αυξήσεις μισθών και μείωση της εργάσιμης ημέρας στις 8 ώρες. Οι εργαζόμενοι επιστρέφουν στην εργασία τους.
Η CNT απαίτησε, επίσης, την αποφυλάκιση των συλληφθέντων, κάτι που συμφωνήθηκε να γίνει, αλλά με την κυβέρνηση να μην αποφυλακίζει τους υπόδικους. Αλλά οι εργάτες απαίτησαν «να αποφυλακιστούν όλοι», απειλώντας ότι η γενική απεργία θα παραταθεί για τρεις ακόμα μέρες. Τελικά αποφυλακίστηκαν όλοι, αλλά γρήγορα συνελήφθησαν τα μέλη της απεργιακής επιτροπής και η αστυνομία κατάφερε να αποτρέψει την επέκταση της απεργίας, επανακτώντας τον έλεγχο. Σε λίγο, δεκάδες χιλιάδες εργάτες επέστρεψαν στις δουλειές τους εργαζόμενοι 8ωρο. Διαμέσου της καθοριστικής αλληλεγγύης της εργατικής τάξης της Βαρκελώνης όλα τα αιτήματα των απεργών ικανοποιήθηκαν ενώ αυξήθηκαν και οι μισθοί σε μερικές βιομηχανίες.
Αλλά όμως, σε άλλα εργοστάσια όπως στα Bosch και Martinez Anido, η εργοδοσία αρνείται να απελευθερώσει όσους είχαν καταδικαστεί κάτω από το στρατιωτικό νόμο και στις 24 Μάρτη έγινε νέα απεργία, όχι μόνο στη La Canadiense, αλλά και σε άλλα εργοστάσια της Βαρκελώνης. Κηρύσσεται ξανά στρατιωτικός νόμος και στρατιωτικά σώματα διασχίζουν τους δρόμους της πόλης, ανοίγοντας ακόμα και πυρ σε κάθε ύποπτη κίνηση. Ξεσπούν απεργίες αλληλεγγύης στη Λέριδα, τη Μαδρίτη, την Κορούνια, τη Βαλένθια, και αλλού. Αλλά και οι στρατιωτικοί δεν υποχωρούν και αναγκάζουν τον κυβερνήτη και τον επικεφαλής της αστυνομίας να φύγουν από τη Βαρκελώνη. Οι απεργοί μένουν αμετακίνητοι στις θέσεις και τα αιτήματά τους μέχρι που στις 3 Απρίλη, η κυβέρνηση δημοσιεύει ένα διάταγμα με το οποίο καθιερώνεται η εργάσιμη ημέρα 8 ωρών σε όλη τη χώρα από τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου. Η απεργία τερματίζεται στις 14 Απρίλη 1919 με νίκη των απεργών.
*Στοιχεία αντλήθηκαν από το βιβλίο των Castineiras Munoz και Dominguez Martin-Sanchez «Ένας αιώνας εργατικών αγώνων στην Ισπανία», Εκδόσεις Meesnger, Μπιλμπάο 1971 καθώς και στοιχείων από το διαδίκτυο.
**Επιμέλεια: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης.