Ο Alphonse Cannon Saviour γεννήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 1899 στην Bugia της Αλγερίας. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Οράν, όπου ως ορφανός έζησε στη δυστυχία. Μετά από πολλά χρόνια εργασίας ως ναυτικός, κατατάχθηκε στο Εθνικό Ναυτικό της Γαλλίας. Επιβιβάστηκε στο θωρηκτό «France» και στις 19 Απριλίου 1919 στην Σεβαστούπολη συμμετείχε σε μια εξέγερση αρνούμενος να πολεμήσει τους Ρώσους επαναστάτες. Καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση τα οποία εξέτισε στα Toulon, Loos, Nimes and Clairvaux.
Τον Αύγουστο του 1921, επωφελούμενος από μια αναθεώρηση της ποινής, μεταφέρθηκε σε μια αποθήκη του Στρατού στο Colliure. Μετά από μια απόδραση συνελήφθη εκ νέου και καταδικάστηκε ξανά, στις 12 Ιανουαρίου 1922 στο Montpellier, σε πέντε χρόνια φυλάκιση για επίθεση και χτύπημα ανωτέρου, εκτίοντας την ποινή του στις φυλακές της Nimes.
Αποφυλακίστηκε τον Αύγουστο του 1926 και έφτασε στο Παρίσι, όπου φιλοξενήθηκε από τον αναρχικό Marius Brignon, γραμματέα της Επιτροπής Άμυνας Ναυτεργατών και εργάστηκε για δύο μήνες σε ένα εργοστάσιο ρουλεμάν. Εκείνη την περίοδο ήταν μέλος της Αναρχικής Ομοσπονδίας Παρισιού (FAP).
Συνέχισε τη δράση του μέσα από τη διεθνή αναρχική οργάνωση «Groupe Noir» και συμμετείχε στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Πρωτοβουλίας της Κομμουνιστικής Αναρχικής Ένωσης (Communist Anarchist Union - UAC). Μετά από μια παραμονή στη Δουνκέρκη, επιβιβάστηκε στις 11 Οκτωβρίου 1927 στο πετρελαιοφόρο «Pechelbrown». Αποβιβάστηκε τον Ιανουάριο του 1928 και νοσηλεύτηκε στη Χάβρη για πνευμονική φυματίωση.
Στις αρχές Αυγούστου 1928 έφτασε στη Ρουέν, όπου εξελέγη γραμματέας του αυτόνομου τμήματος των Γάλλων λιμενεργατών. Συμμετείχε στις συνομιλίες που οδήγησαν στη συγχώνευση των δύο αυτόνομων ομοσπονδιών των ναυτικών και ναυτεργατών και στη δημιουργία της Ένωσης Ναυτεργατών. Στις 24 Δεκεμβρίου 1928 εξελέγη γραμματέας του τμήματος της Ρουέν, αλλά παραιτήθηκε τον Μάρτιο του 1929, όταν ψηφίστηκε η συγχώνευση με τους ναυτικούς της Συνομοσπονδίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ήταν ταμίας της Ομοσπονδιακής Διασωματειακής Ομάδας της Μασσαλίας, μαζί με τον Jean A. Casanova. Ως μέλος της Γενικής Εργατικής Συνομοσπονδίας - Επαναστατική Συνδικαλιστική (CGT-SR), δραστηριοποιήθηκε ανάμεσα στους ναυτικούς της Δουνκέρκης, της Χάβρης και της Μασσαλίας.
Τον Ιούλιο του 1936 πήγε από τη Μασσαλία στην επαναστατημένη Βαρκελώνη, μαζί με Ισπανούς συντρόφους του. Έγινε μέλος της Εθνικής Εργατικής Συνομοσπονδίας (CNT) και της Ιβηρικής Αναρχικής Ομοσπονδίας (FAI), πολέμησε με τη Φάλαγγα Durruti και τραυματίστηκε αρκετές φορές.
Μετά την ισπανική έξοδο, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου πέθανε στις 15 Φεβρουαρίου 1939 από φυματίωση στο νοσοκομείο Bicêtre στο Παρίσι. Η σορός του θάφτηκε τυλιγμένη με τη μαύρη σημαία.