Η ιδέα της ένωσης όλων των λαών της Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας δεν είναι κάτι πρόσφατο. Βασίζεται ίσως και σε μια ιστορική γνώση ότι αυτή η περιοχή ήταν για μεγάλες χρονικές περιόδους μέρος ενιαίων Αυτοκρατοριών. Εκ των οποίων τουλάχιστον δύο (Ανατολική Ρωμαϊκή, Οθωμανική) διάλεξαν για πρωτεύουσά τους το σημείο σύζευξης των δύο αυτών γεωγραφικών χώρων: τα στενά του Βοσπόρου.
Πολλοί ήταν αυτοί που στο παρελθόν οραματίστηκαν μια τέτοια ένωση. Τα πρόσωπα ή οργανώσεις που αναφέρονται στη συνέχεια μπορεί να διέφεραν στους στόχους και τη γενική τους ιδεολογία. Είχαν όμως όλοι γεννηθεί ή δράσει στην περιοχή της σημερινής Ελλάδας κι είχαν στην σκέψη τους στοιχεία που αναφέρονταν στην ένωση των λαών της περιοχής σε μια ισότιμη βάση.
Το όνομα που διάλεξα γι’ αυτήν την ιδεολογία είναι «πανβαλκανισμός». Πάντως κατά κανόνα αφορούσε όχι μόνο τα Βαλκάνια, αλλά τουλάχιστον και τη Μικρά Ασία, την Κρήτη και την Κύπρο. Εξ’ άλλου ο όρος «Βαλκάνια» ως ονομασία περιοχής είναι σχετικά νέος. Τα πρόσωπα που περιγράφονται στη συνέχεια συνήθως αναφέρονταν στην ένωση της «Ανατολής», όρος που τότε αντιστοιχούσε περίπου στις γεωγραφικές περιοχές που προαναφέρθηκαν. Μπορεί άρα ο πιο σωστός όρος να ήταν «παν-ανατολισμός», επειδή όμως σήμερα όταν λέμε «Ανατολή» δεν εννοούμε απαραίτητα αυτό που εννοούσαν τότε, τελικά προτίμησα το «πανβαλκανισμός». Έτσι κι αλλιώς, ακόμα και χώρες που είναι γεωγραφικά πολύ λίγο (Τουρκία) ή καθόλου (Κύπρος) βαλκανικές, συνδέονται τόσο στενά με τα Βαλκάνια που είναι σχεδόν αδύνατο να τις δεις ξεχωριστά.
Σεΐχης Μπεντρεντίν
Για την ιστορία του Μπεντρεντίν και τις σύγχρονες ερμηνείες της υπάρχει ήδη ξεχωριστό άρθρο. Κατά πόσον είχε μια ένωση των λαών της περιοχής στο μυαλό του μπορεί να μην είναι ξεκάθαρο, αυτό που ξέρουμε όμως είναι ότι αυτός και οι σύμμαχοι του έδρασαν ταυτόχρονα και στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία. Εκείνη την εποχή (αρχές του 15ου αιώνα) η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου ήταν ακόμα σχετικά διασπασμένη, πριν ακόμα ενωθεί υπό την οθωμανική δυναστεία – μια ένωση όμως που φυσικά δεν έγινε στη βάση της ισότητας. Αυτό που κάνει την περίπτωση του Μπεντρεντίν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα (όπως τουλάχιστον του αποδίδεται από κάποιους) είναι η κοινή δράση ανθρώπων από όλες τις μεγάλες θρησκευτικές ομάδες της περιοχής (Μουσουλμάνοι, Χριστιανοί, Εβραίοι) για την ανατροπή μιας καταπιεστικής εξουσίας.
Ρήγας Βελεστινλής
Σχεδόν όλοι στην Ελλάδα και την Κύπρο ξέρουμε το Ρήγα Βελεστινλή. Ας σημειωθεί ότι το όνομα «Φεραίος», με το οποίο είναι σήμερα γνωστός, του αποδόθηκε μετά θάνατον: ο ίδιος χρησιμοποιούσε για τον εαυτό του το επώνυμο «Βελεστινλής», το οποίο κάποτε συμπλήρωνε με το «Θεσσαλός».
Ο Ρήγας γεννήθηκε το 1757 στο Βελεστίνο, όπως λέει και το επίθετό του. Δραστηριοποιήθηκε ως έμπορος αλλά και ως διερμηνέας ή γραμματέας στην υπηρεσία υψηλών προσώπων, σε διάφορες πόλεις εντός κι εκτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επηρεασμένος από τις ιδέες του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, ανέπτυξε επαναστατική δραστηριότητα με σκοπό την ανατροπή της οθωμανικής δυναστείας και την μετατροπή της αυτοκρατορίας σε ενιαίο δημοκρατικό κράτος, με το όνομα Ελληνική Δημοκρατία.
Αν κι απευθύνθηκε κυρίως στους Έλληνες, το επαναστατικό του κάλεσμα δεν αφορούσε μόνο αυτούς, αλλά όλους τους λαούς της Αυτοκρατορίας, με τα δικά του λόγια «από την Μπόσνα και ως την Αραπιά». Σ’ αυτούς μετρούσε και τους Μουσουλμάνους: εξ’ άλλου φίλος και δυνητικός του σύμμαχος ήταν και ο πασάς του Βιδινίου, Οσμάν Πασβάνογλου (στον οποίο αναφέρεται και στο Θούριο). Στο κράτος που φανταζόταν ο Ρήγας, όλοι οι πολίτες θα ήταν ίσοι απέναντι στο νόμο, ανεξαρτήτως θρησκείας κι εθνότητας.
Συνελήφθηκε από τους Αυστριακούς το 1797. Αυτοί τον παρέδωσαν στους Οθωμανούς, οι οποίοι τον εκτέλεσαν στο Βελιγράδι το 1798. Ένας κεντρικός δρόμος του Βελιγραδίου έχει και σήμερα το όνομά του.
Σημαντικό για να κατανοήσουμε το Ρήγα είναι το ότι έδρασε σε μια εποχή, που η περιοχή ήταν ήδη ενωμένη, αλλά παρηκμασμένη. Ο Ρήγας έβλεπε την Οθωμανική δυναστεία σαν πηγή αυτής της παρακμής και γι’ αυτό ήθελε την ανατροπή της. Διατηρώντας όμως την ενότητα κάτω από ένα καινούριο σύστημα, το οποίο εξασφάλιζε την ισότητα των πολιτών της ανεξάρτητα από την εθνοτικο-θρησκευτική τους ομάδα (χωρίς πάντως να αποφεύγει και κάποιες αντιφάσεις). Τις ιδέες που πήρε από τη Γαλλική Επανάσταση τις προσάρμοσε στον εθνολογικό και θρησκευτικό πλουραλισμό της περιοχής. Αυτή η πανβαλκανική του ματιά ήταν ίσως κι η βασική του διαφορά με τα επαναστατικά κινήματα που ακολούθησαν τον επόμενο αιώνα.
Δημοκρατική Ανατολική Ομοσπονδία – Πολιτικός Σύλλογος Ρήγας
Η ομάδα αυτή ιδρύθηκε κάπου ανάμεσα στο 1865 και το 1867 και δραστηριοποιήθηκε σε πολλές βαλκανικές πρωτεύουσες (Βελιγράδι, Βουκουρέστι, Αθήνα, Σόφια, Κωνσταντινούπολη). Οι γνώσεις μας γι’ αυτήν είναι περιορισμένες, λόγω της μυστικότητας με την οποία λειτουργούσε. Συμμετείχαν προοδευτικά πρόσωπα από διάφορες βαλκανικές εθνότητες, που απ’ ό,τι φαίνεται είχαν επηρεαστεί από τις ριζοσπαστικές ιδέες που κυκλοφορούσαν εκείνο τον καιρό στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με ανάλογες ιδέες σύνδεσης των βαλκανικών λαών, που συχνά ήταν οχήματα επιβολής σχεδίων των ξένων δυνάμεων ή των τοπικών εθνικών ελίτ, αυτή η κίνηση ήταν κατά των ξένων επεμβάσεων κι είχε στόχο μια δημοκρατική ομοσπονδία όλων ανεξαιρέτως των λαών της Ανατολής στη βάση της ισότητας. Αν πιστέψουμε μαρτυρίες ενός στελέχους της, έφτασε να συμπεριλάβει στα μέλη της το 1876 και τον τότε Μεγάλο Βεζύρη Μιντχάτ Πασά.
Το ελληνικό της σκέλος (ή μάλλον το νόμιμο προσωπείο του) ήταν ο πολιτικός σύλλογος «Ρήγας», που ιδρύθηκε το 1875. Το όνομα δείχνει και την απήχηση που είχαν ακόμα τότε οι πανβαλκανικές ιδέες του Βελεστινλή. Ο σύλλογος είχε σκοπό «τη διά της διαδόσεως των ελευθέρων ιδεών εξυπηρέτησιν των μεγάλων της Ανατολής συμφερόντων», κάνοντας αναφορά και στην ανάγκη ομοσπονδιοποίησης κι αδελφοποίησης των λαών. Μια κεντρική προσωπικότητα ήταν ο Παναγιώτης Πανάς, ριζοσπάστης διανοούμενος από την Κεφαλονιά, επηρεασμένος από δημοκρατικές, σοσιαλιστικές και αναρχικές ιδέες. Ο σύλλογος είχε αισθητή παρουσία στη δημόσια ζωή της χώρας και στα μέλη του μετρούσε βουλευτές και δημοσιογράφους. Πάντως η οργάνωση δεν κατάφερε να επιβιώσει ως σημαντική σταθερή παρουσία στην ελληνική πολιτική σκηνή, κι απ’ ό,τι φαίνεται ούτε και στα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη. Το 1880 ο «Ρήγας» διαλύθηκε. Ο ίδιος ο Πανάς αυτοκτόνησε το 1896 λόγω προσωπικών προβλημάτων.
Η κίνηση αυτή έχει ίσως ιδιαίτερη σημασία, καθώς η ιδέα ενός κοινού ομόσπονδου κράτους επανέρχεται, ενώ ήδη έχουν δημιουργηθεί ανεξάρτητες ή αυτόνομες οντότητες στα Βαλκάνια κι έχει γίνει αρκετά φανερό ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι σε κρίση. Δεν μιλάμε πλέον, δηλαδή, για επαναστατικό μετασχηματισμό ενός ήδη υπάρχοντος κράτους (όπως ήταν το όραμα του Ρήγα), αλλά για μια νέα σύνθεση. Μπορεί να ερμηνευθεί κι ως μία αντίδραση στις διασπαστικές τάσεις που υπήρχαν τότε στην περιοχή, όχι όμως από συντηρητική αλλά από προοδευτική-ριζοσπαστική οπτική γωνία. Μπορεί να μην κατάφερε ποτέ να ξεφύγει πραγματικά από τον περιθωριακό της ρόλο, είναι πάντως μια ένδειξη ότι αυτή η διάσπαση δεν φαινόταν σε όλους αυτονόητη.
Ανατολική Ομοσπονδία – Λεωνίδας Βούλγαρης (1880)
Με μία μόνο λέξη διαφέρει το όνομα αυτής της κίνησης από την προηγούμενη, ήδη όμως αυτή η διαφορά λέει αρκετά για το χαρακτήρα της. Σε αντίθεση με τη ΔΑΟ, αυτή η πρωτοβουλία βασιζόταν σε άτομα που ανήκαν ή συνδέονταν με τους κρατικούς μηχανισμούς των εθνών-κρατών. Πράγμα που αναγκαστικά σήμαινε ότι κι οι ριζοσπαστικές της δυνατότητες ήταν πολύ μικρότερες, αφού δεν μπορούσαν να συγκρουστούν με τα συμφέροντα των τοπικών εθνικών ελίτ. Δεν είναι άρα περίεργο που η οργάνωση δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο και ουσιαστικά διαλύθηκε όταν τα συμφέροντα αυτών των κρατών έγιναν αντικρουόμενα μέσω των αλυτρωτικών επιδιώξεών τους.
Κεντρική προσωπικότητα ήταν ο βουλευτής Λεωνίδας Βούλγαρης. Η οργάνωση ιδρύθηκε το 1884 στην Αθήνα και αρχικός της στόχος ήταν η σύσταση επιτροπών για τη συνεργασία των βαλκανικών λαών, με τελικό στόχο μια βαλκανική ομοσπονδία. Ο ίδιος ο Βούλγαρης φαίνεται ότι έβλεπε τη προσέγγιση με τους άλλους χριστιανικούς λαούς των Βαλκανίων κυρίως σαν συμμαχία εναντίον των Τούρκων. Μάλλον πρέπει δηλαδή να τον δούμε ως πανορθόδοξο παρά πανβαλκανιστή. Μεταξύ άλλων πρότεινε και τη δημιουργία ανεξάρτητου αλβανομακεδονικού κράτους ως μελλοντικό μέλος αυτής της ομοσπονδίας, κάτι που τον έφερε αντιμέτωπο με κατηγορίες ότι εκπροσωπούσε σλαβικά συμφέροντα.
Παρ’ όλα αυτά και μόνο το γεγονός ότι υπήρξε αυτή η πρωτοβουλία, δείχνει ότι η συναίσθηση μιας κοινής μοίρας ήταν συνειδητή ακόμα και σε άτομα που είχαν θέσει τους εαυτούς τους στην υπηρεσία των εθνικών επιδιώξεων.
Ιων Δραγούμης, Αθανάσιος Σουλιώτης-Νικολαΐδης και το Ανατολικό Ιδανικό
Η περίπτωσή τους είναι ιδιαίτερη, αφού πρόκειται για άτομα που ήταν στην υπηρεσία του ελληνικού κράτους κι είχαν σαν ιδεολογική αφετηρία τον ελληνικό εθνικισμό – τον οποίο ποτέ δεν εγκατέλειψαν ακριβώς. Εξ’ άλλου ο Δραγούμης παραμένει μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς για πολλούς Έλληνες εθνικιστές. Και οι δύο πάντως φαίνεται να έχασαν σταδιακά την πίστη τους στο ελληνικό έθνος-κράτος και να προσανατολίστηκαν στην ιδέα ενός οικουμενικού Ελληνισμού, στα πλαίσια ενός πολυεθνικού κράτους με ισότητα των πολιτών ανεξαρτήτως θρησκείας ή εθνότητας. Αυτό έφερε και την απομάκρυνσή τους από τη Μεγάλη Ιδέα, που εξέφραζε τότε με την πολιτική του κυρίως ο Βενιζέλος. Αν και κίνητρο για την ιδέα ενός μεγάλου Ανατολικού κράτους ήταν σε μεγάλο βαθμό κι ο αντι-σλαβισμός, κυρίως ο φόβος των Βουλγάρων, τουλάχιστον ο Σουλιώτης φαίνεται να προχώρησε τόσο, ώστε να τους αναγνωρίσει κι αυτούς σαν μέρος αυτής της ιδέας.
Ο Ίων Δραγούμης γεννήθηκε το 1878 στην Αθήνα σε οικογένεια πολιτικών. Εντάχθηκε στο ελληνικό διπλωματικό σώμα και υπηρέτησε σε διάφορες πρεσβείες και προξενεία. Είχε ενεργή εμπλοκή στο Μακεδονικό Αγώνα, που καθόρισε όπως κι η παραμονή του στην Κωνσταντινούπολη την πολιτική του σκέψη. Απογοητευμένος από την (όπως την έβλεπε ο ίδιος) ανικανότητα του κράτους που υπηρετούσε, να προστατεύσει το ελληνικό έθνος, άρχισε να προσανατολίζεται προς την ιδέα μιας ελληνοτουρκικής ανατολικής ομοσπονδίας, διαδόχου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ιδεολογία του είχε αντιδυτικά χαρακτηριστικά, ενώ αργότερα άρχισε να προσεγγίζει και σοσιαλιστικές ιδέες. Στη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού εντάχθηκε στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο κι έγινε ίσως ο πιο σημαντικός του διανοούμενος. Δολοφονήθηκε στην Αθήνα το 1920 από βενιζελικούς: από τραγική ειρωνεία ενώ ήταν καθ’ οδόν για να δημοσιεύσει άρθρο καταδίκης της απόπειρας δολοφονίας του Βενιζέλου.
Λιγότερο ίσως γνωστός από το Δραγούμη είναι ο στενός του φίλος και συνομήλικος Αθανάσιος Σουλιώτης-Νικολαΐδης από τη Σύρο. Υπηρέτησε ως αξιωματικός του ελληνικού στρατού, με ειδικές αποστολές και στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ίδρυσε την Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως. Παρά τη θέση του ο Σουλιώτης δεν φαίνεται ότι είχε σε ιδιαίτερη εκτίμηση το ελληνικό κράτος, ενώ ήταν ένθερμος υποστηρικτής μιας ανατολικής ομοσπονδίας, που θα συμπεριελάμβανε τα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία και θα είχε για πυρήνα της μια ελληνοτουρκική συμμαχία. Αυτό του το όραμα φαίνεται ότι επηρέασε πολύ και το φίλο του, Ίωνα Δραγούμη. Και για τους δύο, σημαντικό κίνητρο ήταν μάλλον η επιθυμία απεξάρτησης του ελληνικού έθνους από τη Δύση, αν κι ο Σουλιώτης φαίνεται να ήταν έτοιμος να πάει ένα βήμα πιο μακριά όσον αφορά τη γι’ αυτό απαιτούμενη προσέγγιση με τους λαούς της περιοχής. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ο Σουλιώτης πάντως συνέχισε να υπηρετεί το ελληνικό κράτος από διάφορα πόστα, μέχρι το θάνατό του το 1945.
Στην ιδέα μιας μεγάλης ανατολικής ομοσπονδίας απεξαρτημένης από τη Δύση αναφέρονταν οι δυο τους ως το «Ανατολικό Ιδανικό». Αν και δεν είχαν τελικά καμία επιτυχία στο να το πραγματοποιήσουν, είναι σίγουρα ενδιαφέρον το πώς δύο πρόσωπα στην υπηρεσία του ελληνικού κράτους έφτασαν στο να αποστασιοποιηθούν εν μέρει απ’ αυτό και να κάνουν σκέψεις για μια ομοσπονδία των λαών της περιοχής. Αν και συνέχισαν να βλέπουν αυτή την ένωση και σαν μέσο που θα επέτρεπε την κυριαρχία των Ελλήνων (ως κυρίαρχο πολιτισμικά στοιχείο) σε ολόκληρη την περιοχή, είδαν και το μέλλον του ελληνικού έθνους σαν μέρος μιας μεγαλύτερης κοινότητας λαών.
Ο Αβραάμ Μπεναρόγια και η Φεντερασιόν
Ο Αβραάμ Μπεναρόγια ήταν σεφαρδίτης Εβραίος, γεννημένος το 1887 στο Βιδίνιο της Βουλγαρίας. Αφού σπούδασε κι εργάστηκε και σε άλλες περιοχές της Βαλκανικής, βρέθηκε το 1908 σε μια τυπικά πολυεθνική πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τη Θεσσαλονίκη, για να οργανώσει το πρώτο μαζικό σοσιαλιστικό κίνημα στην οθωμανική επικράτεια. Το κίνημα αυτό ονομάστηκε Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης κι έμεινε γνωστό ως Φεντερασιόν («Ομοσπονδία» στα Λαντίνο, γλώσσα των Σεφαρδιτών Εβραίων, συγγενική της ισπανικής). Μάλλον λόγω της ιδέας της ομοσπονδιακής σύνδεσης των διαφορετικών εθνο-θρησκευτικών ομάδων, οι κύριες των οποίων τότε στη Θεσσαλονίκη ήταν οι Εβραίοι, οι Μουσουλμάνοι, οι Έλληνες και οι Βούλγαροι. Σε μια εποχή δηλαδή που οι αναδυόμενοι βαλκανικοί εθνικισμοί κέρδιζαν συνεχώς έδαφος και συγκρούονταν βίαια μεταξύ τους, ειδικά στη Μακεδονία, η Φεντερασιόν προσπάθησε να πάει κόντρα στο ρεύμα.
Η Φεντερασιόν είχε θεωρητικά το στόχο να εκπροσωπήσει ολόκληρη την εργατική τάξη ανεξαρτήτως θρησκείας και εθνότητας. Στην πράξη όμως Έλληνες και Μουσουλμάνοι είχαν μικρή συμμετοχή, ενώ οι περισσότεροι Βούλγαροι αποχώρησαν μετά απο μια εσωτερική διάσπαση. Έτσι η Φεντερασιόν έγινε σταδιακά μια σχεδόν καθαρά εβραϊκή οργάνωση, πράγμα που εκφράστηκε κι από την εφημερίδα της, που από τετράγλωσση κατέληξε να εκδίδεται μόνο στα Λαντίνο. Οργάνωσε εργατικούς αγώνες και διώχθηκε από το καθεστώς των Νεότουρκων.
Με την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στο ελληνικό κράτος, η Φεντερασιόν προσπάθησε να συμμετάσχει στο ελληνικό πολιτικό σύστημα και κατάφερε μάλιστα το 1915 να εκλέξει και δύο βουλευτές. Ακόμα και μετά τη διάσπαση της Μακεδονίας ανάμεσα στα έθνη-κράτη, συνέχισε να πρεσβεύει την ομοσπονδιακή μετεξέλιξη της Βαλκανικής, στα πλαίσια ενός σοσιαλιστικού πολιτικού προγράμματος. Η οργάνωση ενσωματώθηκε στο ΣΕΚΕ, το οποίο με τη σειρά του ήταν ο πρόγονος του ΚΚΕ. Ο ίδιος ο Μπεναρόγια, διαγράφηκε από το ΣΕΚΕ/ΚΚΕ το 1924, συνεχίζοντας πάντως να παίζει σημαντικό ρόλο στο ελληνικό εργατικό κίνημα (ήταν μέσα στους πρωτεργάτες της ίδρυσης της ΓΣΕΕ) και την Αριστερά. Επιβίωσε από τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και το 1953 μετανάστευσε στο Ισραήλ, όπου και πέθανε το 1979.
Η Φεντερασιόν έχει επίσης ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία του πανβαλκανισμού στην Ελλάδα, μια και πρώτη φορά εμφανίζεται σοσιαλιστική πολιτική οργάνωση με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, η οποία είχε το στόχο της Βαλκανικής Ομοσπονδίας στο πρόγραμμά της. Η προοπτική μιας Βαλκανικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας συνέχισε να συζητιέται σοβαρά από τους Βαλκάνιους κομμουνιστές για ακόμα μερικές δεκαετίες.
Αυτά ήταν μερικά παραδείγματα, που δείχνουν την έλξη που ασκούσαν οι πανβαλκανικές ιδέες τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Οι ιδεολογικές αφετηρίες από τις οποίες ξεκίνησαν αυτά τα πρόσωπα ήταν πολύ διαφορετικές: από το μουσουλμανικό σουφισμό (Μπεντρεντίν) μέχρι τον προοδευτικό ριζοσπαστισμό (Ρήγας, Πανάς) κι από τον ελληνικό εθνικισμό αντι-τουρκικής (Βούλγαρης) ή αντι-σλαβικής απόχρωσης (Δραγούμης, Σουλιώτης) μέχρι το μαρξιστικό σοσιαλισμό (Μπεναρόγια). Κι όμως κατέληξαν σ’ ένα αρκετά παρόμοιο όραμα για το μέλλον της περιοχής.
Πάντως, τα τότε ακόμα νεοσύστατα κι ασταθή έθνη-κράτη ρίζωσαν και σταθεροποιήθηκαν στη συνέχεια όλο και πιο πολύ, σε σημείο που να μας είναι σήμερα πολύ δύσκολο να φανταστούμε την πραγματικότητα της περιοχής χωρίς αυτά. Αυτό έφερε και τη σταδιακή υποχώρηση τέτοιων ενωτικών ιδεών.
Σ’ αυτό βοήθησε και η γεωπολιτική πολυδιάσπαση που ακολούθησε με τον Ψυχρό Πόλεμο, που στα Βαλκάνια ήταν ίσως μεγαλύτερη από κάθε άλλη γεωγραφική περιοχή της Γης. Η Ελλάδα κι η Τουρκία εντάχθηκαν στο δυτικό στρατόπεδο και στο ΝΑΤΟ, με τις μεταξύ τους σχέσεις όμως να επιδεινώνονται λόγω του Κυπριακού. Η ίδια η Κύπρος προτίμησε να ακολουθήσει άλλο δρόμο και να γίνει μέλος στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Η Γιουγκοσλαβία διαχώρισε νωρίς τη θέση της από το Ανατολικό Μπλοκ, απομακρύνθηκε από την ΕΣΣΔ κι ακολούθησε ουδετεριστική πολιτική, εντασσόμενη κι αυτή στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Η Αλβανία αποξενώθηκε κι αυτή από την ΕΣΣΔ μετά την αποσταλινοποίηση του Χρουστσόφ, για να προσδεθεί στην Κίνα του Μάο – μετά την επικράτηση των μεταρρυθμιστών και στη Κίνα, η Αλβανία διέκοψε και μ’ αυτήν τις σχέσεις τις, για να οδηγηθεί στην απόλυτη απομόνωση, σχεδόν μοναδική περίπτωση στον κόσμο. Η Βουλγαρία έγινε μέλος του Συμφώνου της Βαρσοβίας και προσδέθηκε στενά στο άρμα της ΕΣΣΔ, σε σημείο που να αποκαλείται η «16η δημοκρατία». Ενώ αντίθετα η Ρουμανία αποστασιοποιήθηκε κάπως από τους Σοβιετικούς επί Τσαουσέσκου κι ακολούθησε πιο αυτόνομη πορεία.
Ακόμα και με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αντί να γίνει μια επαναπροσέγγιση των χωρών της περιοχής, αυτή φάνηκε να διασπάται ακόμα παραπάνω, με τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία – όπου οι υπόλοιπες βαλκανικές χώρες υποστήριξαν διαφορετικές πλευρές. Αυτονομιστικές και αλυτρωτικές τάσεις ξαναζωντάνεψαν σε διάφορες χώρες. Η μοναδική ενωτική τάση φαίνεται να είναι αυτή της ένταξης στην Ε.Ε. Κι αυτή όμως είναι πολύ προβληματική, μια και γίνεται από την κάθε χώρα ξεχωριστά σε διαπραγμάτευση με τις κεντρικές χώρες της Ευρώπης, με σχεδόν καθαρά οικονομικά κίνητρα και χωρίς να υπάρχουν πραγματικά στοιχεία κοινής ταυτότητας – ενώ κάποιες χώρες (κυρίως η Τουρκία) είναι πολύ αμφίβολο αν θα καταφέρουν ποτέ να ενταχθούν. Επίσης, το παγκόσμιο κλίμα των «πολιτισμικών συγκρούσεων» (βλέπε Σάμιουελ Χάντιγκτον) απειλεί να φέρει ακόμα περισσότερες δυσκολίες σε μια εντελώς πολυθρησκευτική περιοχή.
Όλα αυτά οδήγησαν σε μια κατάσταση, που ο κάθε λαός των Βαλκανίων φαντάζεται τις γειτονικές του χώρες περίπου σαν έναν άλλο κόσμο – ιδιαίτερα οι Έλληνες, θα έλεγα. Σ’ αυτό το περιβάλλον, οι ιδέες του Μπεντρεντίν, του Ρήγα, του Πανά, του Σουλιώτη και του Μπεναρόγια μπορεί να ακούγονται εξωπραγματικές. Αξίζει ίσως όμως να τις μελετήσουμε λίγο, αν δεν θέλουμε το μέλλον της περιοχής να είναι το ίδιο ή χειρότερο από το παρόν.
Βιβλιογραφία:
Πασχάλης Κιτρομηλίδης: Ρήγας Βελεστινλής – Οι ιδρυτές της Νεότερης Ελλάδας (Τα Νέα).
Δημήτρης Κιτσίκης: Συγκριτική ιστορία Ελλάδος και Τουρκίας στον 20ο αιώνα.
Ioannis Zelepos (2002): Die Ethnisierung griechischer Identität 1870-1912: Staat und private Akteure vor dem Hintergrund der «Megali Idea».
Σταυροπούλου Ερασμία–Λουίζα (1985): Παναγιώτης Πανάς (1832-1896). Ένας ριζοσπάστης ρομαντικός.
Γιώργος Καραμπελιάς (1998): Η αριστερά και το ανατολικό ζήτημα.
Ίων Δραγούμης (1912): Όσοι Ζωντανοί.
Loukianos Hassiotis: The Ideal of Balkan Unity from a European Perspective (1789–1945).
Ζαχ. Ν. Τσιρπανλής: Οι Έλληνες και η Επανάσταση του 1875 στη Βοσνία και στην Ερζεγοβίνη.
Βάσιας Τσοκόπουλος: Μπεναρόγια -Ο «κόκκινος Αβραάμ» της Φεντερασιόν (σύνδεσμος)
Πέτρος Πετράτος: Το όραμα της Βαλκανικής Ομοσπονδίας και ο Παναγιώτης Πανάς (σύνδεσμος)
Spyros Marchetos (2009): Avraam Benaroya and the Impossible Reform (σύνδεσμος)
http://ngnm.vrahokipos.net/index.php/part01?showall=&start=16
Advertisements