Tο Κέντρο για τη Ποιότητα Ζωής
Μέχρι το φθινόπωρο του 1984 η μόνη «αυτόνομη», γενικότερης ελευθεριακής υφής, παρέμβαση που είχε ποτέ παρουσιασθεί στις περιοχές αυτές, ήταν το Κέντρο για τη Ποιότητα Ζωής, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 με αρχές της δεκαετίας του ‘80, το οποίο ήταν βασικά έμπνευση και κέντρο άμεσης επιρροής των τοπικών οργανώσεων του τότε ΚΚΕ Εσ. και του «Ρήγα Φεραίου».
Παρ’ όλα αυτά, κάποια άτομα που συμμετείχαν ή που σύχναζαν κυρίως στο στέκι του Κέντρου, στα σύνορα Ελληνικού-Γλυφάδας, πρέπει, οπωσδήποτε, να ήρθαν σε επαφή με τις γενικότερες ελευθεριακές ιδέες, επειδή στο εν λόγω Κέντρο επιχειρήθηκε να δοθεί μια επίφαση ελευθεριότητας πέρα από τις στενές κομματικές επιλογές. Άλλωστε, άτομα με τέτοιες απόψεις ζούσαν στις περιοχές αυτές αλλά ήσαν κυρίως φοιτητές που τον περισσότερο χρόνο τον περνούσαν στο κέντρο της Αθήνας.
Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι το Κέντρο για τη Ποιότητα Ζωής, παρ’ ότι δεν κράτησε αρκετά, συγκέντρωσε από την αρχή της δράσης του τα πυρά και τη λυσσαλέα αντίδραση των τοπικών οργανώσεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, που έκαναν τα πάντα να το δυσφημίσουν και να το διαλύσουν. Αυτό κατορθώθηκε, όμως, από την έλλειψη προοπτικής και το εφήμερο του χαρακτήρα του ίδιου του Κέντρου για την Ποιότητα Ζωής. Μετά τη διάλυση, οι περισσότεροι συμμετέχοντες είτε ερωτοτρόπησαν για ένα διάστημα με το ΚΚΕ Ες. και το «Ρήγα Φεραίο» και έκτοτε εξαφανίστηκαν είτε απορροφήθηκαν σε τοπικές ή άλλες φιλοδοξίες και συμφέροντα από την επόμενη κιόλας μέρα της διάλυσης.
Η Πρωτοβουλία Νέων Κοινωνικής Παρέμβασης
Το φθινόπωρο του 1984, ιδρύθηκε στο Ελληνικό (Σούρμενα), η Πρωτοβουλία Νέων Κοινωνικής Παρέμβασης με μέλη τους Γιώργο Τσ., Γιάννη Μωρ., Δημήτρη Τ. και κάποιον μαθητή (του οποίου το όνομα δεν θυμόμαστε) με στόχο να παρέμβει αυτόνομα, τόσο πολιτικά όσο και πολιτιστικά, στις περιοχές Ελληνικού, Τερψιθέας και Άνω Γλυφάδας.
Από τα μέλη της ομάδας οι τρεις πρώτοι υπήρξαν πριν μέλη και στελέχη της ΚΝΕ, ήσαν ήδη εργαζόμενοι, είχαν εμπειρία πολιτικής δουλειάς και γνώριζαν πρόσωπα και καταστάσεις των περιοχών τους.
Η ομάδα αυτή διατηρήθηκε έως το τέλος σχεδόν του ίδιου χρόνου και το μόνο που έκανε ήταν η έκδοση και το κόλλημα τριών χειρόγραφων προκηρύξεων-αφισών, από τις οποίες οι δύο γενικόλογες και περί παντός επιστητού και μία για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου του 1973 και δύο προκηρύξεις από τις οποίες η μία γενικόλογη που μοιράστηκε σε πορεία αναρχικών στο κέντρο της Αθήνας και η άλλη για τα γεγονότα και τις συλλήψεις με αφορμή την επίσκεψη Λε Πεν, στις 4 Δεκεμβρίου 1984.
Από την απαρχή σχεδόν της δημιουργίας της, η ομάδα βάλθηκε να προετοιμαστεί για μια ενδεχόμενη αντιπαράθεση με την ΚΝΕ των περιοχών αυτών και έτσι όλα τα μέλη άρχισαν να διαβάζουν και να συζητούν κατά κεφάλαια το βιβλίο του Μάρεϊ Μπούκτσιν «Άκου Μαρξιστή», κάτι που έμεινε στη μέση. Η αντιπαράθεση, όμως, αυτή δεν έγινε ποτέ.
Παρατίθεται στη συνέχεια η πρώτη προκήρυξη-αφίσα, με την οποία έγινε και η εμφάνιση της ομάδας:
«Μέσα σ’ αυτή την αρρωστημένη κοινωνία που ζούμε, έρχεται τούτη η παρέμβασή μας σαν μια αυτόνομη φωνή νέων ανθρώπων που αναγκάζονται να επιβιώνουν κάτω από το βάρος των προσφερόμενων καταναλωτικών σκατών, για να ξεχνάμε το άγχος, την μοναξιά, την έλλειψη επικοινωνίας, την εξόντωση κάθε προσωπικότητας, μέσα στο σχολείο, στη δουλειά, στο στρατό, στη διασκέδαση, και που συμφέρει αυτούς που αυτοαποκαλούνται νταβάδες μας, που δεν ξέρουν τίποτα για μας, τους πόθους μας, τα όνειρά μας, που μας θέλουν μια μάζα για να μπορούν να μας καθορίζουν τα αισθήματα.
Πιστεύουμε πως πρέπει να χτυπηθεί η ρουτίνα, η μοναξιά, η μιζέρια. Πως πρέπει να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας. Να γίνουμε μια μεγάλη παρέα.
Όχι στα κοπάδια. Ναι σε άτομα ελεύθερα μέσα σε συλλογικούς αγώνες.
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΝΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ»
Η προκήρυξη-αφίσα αυτή κολλήθηκε σε κεντρικά σημεία του Ελληνικού και της Τερψιθέας και από μια πρώτη ματιά καταλαβαίνει κανείς ότι την ομάδα χαρακτήριζε «θολούρα» απόψεων και γενικολογιών. Αυτό, άλλωστε, αντικατοπτριζόταν και από τα βασικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά των μελών της. Ο Γιάννης Μωρ., παρά το ότι φαινόταν ότι ήταν το πιο «διαβασμένο» μέλος της ομάδας από άποψη αναρχικών και ελευθεριακών βιβλίων, εντούτοις «βολόδερνε» μεταξύ αναρχοκομμουνισμού και καταστασιασμού, χωρίς να αναλάβει ποτέ κάποια πρακτική πρωτοβουλία. Ο Γιώργος Τσ., παρά το ότι είχε από την ηλικία των 15-16 χρόνων είχε εργαστεί στα καράβια ως ναυτικός, ταλαντευόταν ανάμεσα σε μια χίπικη μορφή αναρχισμού και της λογοτεχνίας, με την οποία είχε κάποιες επιτυχίες αφού κυκλοφόρησε κάποιες ποιητικές συλλογές. Αργότερα, στη δεκαετία του ’90, έγινε η «ψυχή» του μουσικού ροκ συγκροτήματος «Μαύροι Κύκλοι». Ο μαθητής του οποίου δεν θυμόμαστε το όνομα μόλις τότε έκανε τα πρώτα του βήματα στο γενικότερο ελευθεριακό χώρο αλλά γρήγορα αποσύρθηκε και εξαφανίστηκε. Τέλος, ο Δημήτρης Τ. είχε ήδη απαγκιστρωθεί από το κνίτικο παρελθόν του της δεκαετίας του ’70 και εντρυφούσε πλέον σε προσπάθειες οργάνωσης των αναρχικών στον ελλαδικό χώρο.
Η δεύτερη προκήρυξη-αφίσα ήταν η ακόλουθη:
«Ξέρεις φίλε της γενιάς σου πόσοι είναι πίσω απ’ τα κάγκελα κάποιοι κελιού; Γκόμενα, γκόμενε που χάνεσαι στη ντίσκο, κλείνεσαι στο σπιτάκι σου, πόσοι πεθαίνουν από ηρωίνη; Εσύ με την τελευταία μόδα στο κορμί σου, πόσοι της γενιάς σου κρυώνουν, πεινάνε, αυτοκτόνησαν, γιατί είχαν συνείδηση και κάποιοι τους ήθελαν σκλάβους; Ξέρεις εσύ, ερωτευμένο καταναλωτικό ρομπότ που την κοπανάς στην πρώτη ευκαιρία, που το βουλώνεις στην πρώτη σφαλιάρα απ’ το σπίτι σου, ότι η γενιά σου θρηνεί πολλούς που αυτοκτόνησαν από έρωτα;
Τα ξέρεις όλα γιατί εσύ είσαι ο δολοφόνος, εσύ με την απάθεια της γενιάς σου.
Σκότωσε τον μπαμπούλα του δυνατού. Τίποτα δεν είναι πιο δυνατό από την αλήθεια, την ανάγκη για ζωή, την απλότητα των βημάτων της μοναξιάς, της φαντασίας, του αυθορμητισμού. Χαμογελάστε στον κάθε μπάτσο που σας βρίζει, σας αποπλανεί, στο σχολείο, με τη μίζερη τζαμένια λογική του, διαστρεβλώνοντας τη γενιά μας.
Αρρωστημένα ανθρωπάκια, που φτιάχνουν αυριανούς αυτόχειρες φαντάρους, ανέργους με δεκάδες αιτήσεις, εργάτες να γλύφουνε κώλους, για τη ζωή που μας ανήκει.
Εμείς λέμε όχι, με έναν άλλο τρόπο ζωής, με στόχο τη διεύρυνση της συνείδησής μας. Εμείς πιστεύουμε ότι η επανάσταση είναι καθημερινή υπόθεση στην προσωπική ζωή και τις συλλογικές προσπάθειες για κοινωνική παρέμβαση, για ποιότητα ζωής.
Επανάσταση δεν είναι μόνο πιστεύω και ψήφοι αλλά τρόπος ζωής κατά τη διάρκεια της μέρας. Ζούμε το γεγονός, δρούμε αυθόρμητα, αλλάζοντας τους εαυτούς μας.
Ας απαλλαχτούμε απ’ τις ενοχές που μας φόρτωσαν οι αυτοαποκαλούμενοι πατριάρχες για να γλιτώσουν από τις δικές τους ενοχές.
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΝΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ».
Από τις πρώτες δύο προκηρύξεις-αφίσες φάνηκε ότι, κυρίως, ο Γιώργος Τσ., ο οποίος ήταν και ο συγγραφέας τους, δεν διέθετε, τελικά, παρά το παρελθόν του, την απαραίτητη ιδεολογική ικανότητα αλλά και διάθεση για συγκεκριμένη πράξη. Οι δύο πρώτες προκηρύξεις-αφίσες, που ήταν και το μόνο έργο που είχε να παρουσιάσει έως τότε η ομάδα, έφερε τις πρώτες διαφωνίες, κυρίως από πλευράς του Δημήτρη Τ., ο οποίος πίστευε ότι η ομάδα έπρεπε να επεξεργαστεί ιδεολογικά και πρακτικά το τι ακριβώς ήθελε να κάνει και πώς. Το ζήτημα ήταν, όμως, ότι δεν γίνονταν και τακτικές συνελεύσεις ώστε να τεθούν εκεί κάποια ζητήματα.
Ακολούθησε η πρώτη προκήρυξη, γραμμένη και αυτή κατά το μεγαλύτερο μέρος της από τον Γιώργο Τσ. - η οποία, μάλιστα, κυκλοφόρησε με την τεχνική βοήθεια της νεολαιίστικης ομάδας-περιοδικό «Τα Θέλουμε Όλα» (της πολύ άμεσης επιρροής της οργάνωσης «Ρήξη» και του Γ. Καραμπελιά), από την οποία η ομάδα απαγκιστρώθηκε αμέσως, λόγω διαφωνιών του Δημήτρη Τ. – και η οποία μοιράστηκε σε συγκέντρωση αναρχικών ομάδων στα Προπύλαια:
«Η χολέρα της εξουσίας στηρίζεται από τα θύματά της.
Σήμερα ζούμε κάτω από το βάρος μιας προσφερόμενης από τα πάνω κοινωνικής αφθονίας από σάπια και βρώμικα εμπορεύματα που πάνε να μας κάνουνε αποκτηνωμένα και άπληστα γουρούνια.
Έχουμε μάθει να δεχόμαστε και μάλιστα αδιαμαρτύρητα κάθε μορφή εξοντωτική εξουσίας από την ώρα που γεννιόμαστε μέχρι τώρα που πάμε να φτιάξουμε τον εαυτό μας.
Στο σχολείο το κυνήγι του βαθμού μας αναγκάζει να βλέπουμε τους άλλους σαν ανταγωνιστές. Στο Πανεπιστήμιο δεχόμαστε να γίνουμε επιστήμονες μέσα στους τόσους που παράγει μαζικά το σύστημα για τις ανάγκες της ολοένα και εντεινόμενης κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Στη δουλειά δεχόμαστε να μας πατάει ο κάθε εργοδότης εκμεταλλευόμενος τις βιοτικές μας ανάγκες για την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής. Σαν άνεργοι ανεχόμαστε κάθε συμφεροντολόγο γραφειοκράτη να μας ρίχνει στη μιζέρια της εξόντωσης και καταστολής κάθε ονείρου ζωής. Στο στρατό συνάδελφος αυτοκτόνησε κάτω από τις πιέσεις της εξαθλίωσης κάθε προσωπικότητας που ξεκινάει στη γενική στρατηγική της άρχουσας τάξης που συντηρεί την ιδεολογία του σκλάβου εργάτη χωρίς ελεύθερο χρόνο, δική του ζωή, να αντιστέκεται, να δημιουργεί, να γεύεται τους καρπούς του ιδρώτα του. Στις πλατείες τις νύχτες οι μπάτσοι κάνουν εξακριβώσεις για να τρομοκρατήσουν και να καταστείλουν νέους που βρίσκουν διέξοδο έξω από τα καθιερωμένα στέκια που προσφέρουν ελεγχόμενη διασκέδαση και προβάλλουν τον αστικό τρόπο ζωής.
Αυτή η καταπίεση περνάει στις σχέσεις με τους φίλους μας, το κορίτσι μας, προβάλλοντας το φαλοκρατισμό και τη γυναικεία υποταγή σαν ιδανική ερωτική σχέση. Στόχος τους είναι να φτιάξουν ερωτικά σύμβολα για την πώληση του έρωτα σαν φτηνό εμπορεύσιμο είδος, πουλώντας σε βίντεο και πορνοφυλλάδες για μικροαστικούς ποντικούς που ονειρεύονται μόνο σεξουαλικές απελευθερώσεις στον ύπνο τους.
Κομπιούτερς πάνω από τα κεφάλια μας καταγράφουν τις κινήσεις μας, ηλεκτρονικοί υπολογιστές μας φακελώνουν, υπηρεσίες από μπάτσους, κοινωνιολόγους, ψυχολόγους, συνδικαλιστές, πολιτικάντηδες, παρακολουθούν και αναλύουν τη συμπεριφορά μας κι έτσι που τα ανεχόμαστε είναι σαν να αρνιόμαστε τον ίδιο μας τον εαυτό.
Νιώθουμε όλο και πιο αδύναμοι, αβέβαιοι, ανίκανοι για αντίδραση, να δεχόμαστε παθητικά όλο αυτό το φανταχτερό κελί μας.
Λοιπόν τι θα γίνει; Θα εξακολουθήσουμε έτσι μέσα σε μια διαδικασία που όλα είναι έξω από κάθε λογική κι αλήθεια; Θα αφεθούμε στην απογοήτευσή μας; Θα ενσωματωθούμε στο σύστημα; Ή μήπως όλα αυτά θα μας αναγκάσουν να ξαναδούμε τις αληθινές μας ανάγκες, την ίδια μας τη ζωή και να μας οδηγήσουν στον αυθορμητισμό, στη συλλογική δημιουργία και την ατομική μας απελευθέρωση;
ΟΧΙ ΣΕ ΑΒΟΥΛΑ ΚΟΠΑΔΙΑ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
ΝΑΙ ΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕΣΑ ΣΕ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ
ΟΧΙ ΣΤΗ ΜΙΣΘΩΤΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗ ΣΚΛΑΒΙΑ
ΑΣ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΙΣ ΤΥΧΕΣ ΜΑΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ Μας
ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΧΑΣΟΥΜΕ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΤΗ ΜΙΖΕΡΙΑ ΜΑΣ
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΝΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ».
Να σημειώσουμε εδώ, ότι ο Γιώργος Τσ., σε συνέλευση αναρχικών και αντιεξουσιαστών σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή τις ίδιες μέρες, τοποθετήθηκε σε κάποιο ζήτημα, προβάλλοντας το «αίτημα» ότι «το ζήτημα είναι να γαμήσουμε» και άλλα παρόμοια, δημοσιοποιώντας τις τότε ερωτικές του αποτυχίες και προσπαθώντας να τις ιδεολογικοποιήσει. Αυτό εξόργισε τον Δημήτρη Τ. και από τότε έως και την τυπική πλέον διάλυση της ομάδας– γιατί η ομάδα, όπως είπαμε πριν, πέρα από έκδοση και κόλλημα προκηρύξεων-αφισών δεν έκανε απολύτως τίποτε άλλο – οι σχέσεις μεταξύ των δύο μελών δεν ήταν οι καλύτερες. Παρ’ όλα αυτά, ο Δημήτρης Τ. βοήθησε στο κόλλημα ή διανομή των δύο τελευταίων κειμένων της ομάδας. Έτσι, η τρίτη προκήρυξη-αφίσα, που είχε ως θέμα της την επέτειο του Πολυτεχνείου και γράφτηκε πάλι από τον Γιώργο Τσ., ήταν η εξής:
«11 χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου βρισκόμαστε σ’ άλλη μια επέτειο με εντυπωσιακές γιορτές με την κάλυψη των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης να ντοπάρουν με ενέσεις εθνικής υπερηφάνειας για τους “νέους που έχυσαν το αίμα τους για να είμαστε εμείς σήμερα ελεύθεροι”.
Εμείς οι νέοι που βλέπουμε ότι ο αγώνας τους δικαιώνεται, θα δικαιωθεί, έχει δικαιωθεί, ίσως δικαιωθεί, φτιαχνόμαστε αυριανοί μισθοφόροι της άρχουσας τάξης με υπέρτατο καθήκον στην πατρίδα.
Ακόμα κι όταν η γενιά μας αυτοκτονάει στο στρατό, πεθαίνει από ανία, από έρωτα, την ξεφτιλίζουν, την μειώνουν, την απολύουν από τη δουλειά.
Εμείς οι νέοι λοιπόν, που απολαμβάνουμε τα 11 χρόνια καταστολής, ανέχειας για τη ζωή που μας ανήκει, γινόμαστε ολοένα όργανα της μιζέριας των νεκροζώντανων της αστικής σύφιλης, της χαμέρπειας, της ανασφάλειας για το καζάνι της κατανάλωσης που έχει καταντήσει γιορτές και πανηγύρια λαϊκές εξεγέρσεις για όλα τα γούστα των πεινασμένων ανθρωπάκων, που ψοφάνε για παρελάσεις εθνικές στην τηλεόραση, με τα εθνικά υπερήφανα στρατά μας και τα τανκς να γρυλίζουν σε ρυθμό ανατριχίλας.
¨όμως εκείνο το αίμα που χύθηκε στις 17 Νοέμβρη κυλάει μέσα μας. Κάθε μέρα ξεκινάμε βάζοντας φωτιά στους δρόμους, τα ελεγχόμενα στέκια, υψώνουμε οδοφράγματα, οργώνουμε τη νύχτα μέσα μας, γινόμαστε μια μεγάλη παρέα, πλαταίνοντας τη ζωή, κρεμώντας κάθε μπάσταρδο αστοκράτη που καθορίζει το νόημα της ζωής μας. Κρατάμε στη γροθιά μας ένα πέτρινο όνειρο.
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΝΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ»
Και η τελευταία προκήρυξη – σαφώς πιο «πολιτική» και όχι τόσο χίπικη όσο οι υπόλοιπες, γραμμένη και αυτή από τον Γιώργο Τσ., ήταν για τα γεγονότα στην επίσκεψη Λε Πεν στο «Κάραβελ» και αργότερα στο κέντρο της Αθήνας. Να σημειωθεί ότι και τα τέσσερα μέλη της ομάδας πήραν μέρος στα γεγονότα αυτά, όχι ως Πρωτοβουλία Νέων Κοινωνικής Παρέμβασης αλλά ως άτομα. Έτσι, η προκήρυξη αυτή γράφτηκε και κυκλοφόρησε 2-3 μέρες μετά τα γεγονότα:
«Η ΒΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΙΣΤΩΝ ΚΑΙ Η ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ
Η άρχουσα τάξη με τα πιστά σκυλιά της έδειξε για άλλη μια φορά το σιδηρούν προσωπείο του κεφαλαιοκρατικού σοσιαλισμού. Η ανοχή των φασιστών στο τόπο μας και μάλιστα η φύλαξή τους από ΜΑΤ και ΜΕΑ στο «Κάραβελ», δείχνει καθαρά το πρόσωπο της αλλαγής. Η σιωπηλή φασιστική τρομοκρατία με εξακριβώσεις στην ασφάλεια μετά τα γεγονότα του «Κάραβελ» είναι ένα δείγμα για το μέλλον, για το τι επιφυλάσσεται για όποιον ζητάει νάχει τη ζωή του στα χέρια του, να ζήσει πέρα από τη στυγνή μιζέρια της επιβίωσης για μια ποιότητα ζωής.
Αυτή η επίθεση των ρουφιάνων που καραδοκούν χαμογελώντας στη ζωή μας, δεν θα περάσει, γιατί κρατάμε σφιχτά μέσα μας την ανάγκη για μια αυτόνομη κοινωνία χωρίς νταβάδες, για εργάτες αυτοδιαχειριζόμενους, ελεύθερα άτομα να αποφασίζουν για τη ζωή τους.
Αυτοί οι εκατοντάδες αντιφασίστες διαδηλωτές στο «Κάραβελ» είναι συνέχεια δεκάδων χρόνων αγώνων και κυλά στο αίμα τους το όνειρο των νεκρών του Μάη του ’68, του Πολυτεχνείου του ’73 και του «80, των φυλακισμένων του κράτους ενάντια στον κρατισμό και κάθε εξουσία που θέλει τον άνθρωπο σκλάβο, μάζα για την παραγωγή του κεφαλαίου.
ΕΡΓΑΤΕΣ, ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΣΚΕΦΤΟΜΕΝΑ ΠΟΛΙΤΕΣ
Οι συλλήψεις και οι δίκες των διαδηλωτών είναι και δικές σου. Η καταδίκη του φασισμού στο «Κάραβελ» και η φρούρησή του από τα γουρούνια του κράτους, η βία που πρώτοι χρησιμοποίησαν, είχε στόχο εσένα, που διαβάζεις τις πορνοφυλλάδες των εφημερίδων για να σε πείσουν ότι σε υπερασπίζουν εσένα και την περιουσία σου.
Αλλά η αλήθεια είναι ότι γουστάρουν την αδράνειά σου, την παθητικότητά σου, τον έρωτά σου για πλουτοκρατισμό και ήπιο κλίμα του κώλου, για να μην ζητάς τίποτα παραπάνω από το κόκαλο του σκύλου και νάσαι το έρμαιό τους.
ΣΕ ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ ΑΝΘΡΩΠΕ γιατί ξέρουν ότι έχεις δύναμη και μπορείς να αλλάξεις τη ζωή, να τους στείλεις στην κρεμάλα. Γιατί θα πάψουν να σε εξουσιάζουν, να σε ξεζουμίζουν. Σε χρειάζονται να τους κάνεις παιδιά για τους πολέμους τους, για να ξεχνάς ότι αυτοί είναι ο εχθρός σου. Η αντίταξη της βίας των ΜΑΤ και ΜΕΑ και πίσω από αυτούς των ΕΠΕΝιτών είχε σαν απάντηση την επίθεση στους φύλακες των ρατσιστών, φασιστών που ματοκυλούν και σκοτώνουν τους αντιφασίστες σ’ όλο τον κόσμο. Οι κατηγορίες για “κατάλυση του πολιτεύματος” με τον τυχοδιωκτικό νόμο 1366/83 είναι γελοίες γιατί το πολίτευμα δεν είναι δυνατόν να κινδυνέψει από μερικές εκατοντάδες διαδηλωτών. Το κράτος και το πολίτευμα καταργείται μόνο με τη γενικευμένη ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ ΓΕΝΝΟΥΝ ΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ
ΝΑ ΑΠΟΦΥΛΑΚΙΣΤΟΥΝ ΟΙ ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΕΣ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΕΣ
Η ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΘΑ ΓΙΝΕΙ Ο ΤΑΦΟΣ ΤΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΏΝ
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΝΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ».
Στο μεταξύ, το αντιεξουσιαστικό σχήμα στην Τερψιθέα άρχισε να προσανατολίζεται και στην τοπική δουλειά και έτσι στις αρχές Φεβρουαρίου 1985, η ομάδα έστειλε για δημοσίευση στις τοπικές εφημερίδες του Δήμου Γλυφάδας όπου ανήκε η Τερψιθέα, το ακόλουθο κείμενο-επιστολή:
«ΟΤΑΝ ΟΙ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΒΡΩΜΑΝΕ
Εμείς που γράφουμε αυτό το γράμμα είμαστε μια ομάδα νέων ανθρώπων που δεν είμαστε διατεθειμένοι να καταναλωνόμαστε μέσα στην πλήξη, την μοναξιά και την μιζέρια της περιοχής μας και γενικά της κοινωνίας. Διαβάζουμε κάθε τόσο στις τοπικές φυλλάδες σας και στα ενημερωτικά δελτία του Δήμου σας, ότι η περιοχή μας γίνεται, έχει γίνει, ίσως γίνει, ανθρώπινη, ανάλογα βέβαια με τις μικροπαραταξιακές σας φανφάρες της κάθε κομματικής τοπικής οργάνωσής σας.
Και μιας η περιοχή μας ανήκει στον “περιβόητο” Δήμο Γλυφάδας έχουμε να σας κάνουμε ορισμένα ερωτήματα.
Για ποια ανθρώπινη πόλη μας μιλάτε όλοι σας, τοπικοί ηγετίσκοι και άθλιοι πολιτικάντηδες και πώς εννοείτε την δομή αυτής της πόλης;
Είναι άραγε αρκετή η κατασκευή δύο νέων πλατειών για να πούμε ότι ανέβηκε το επίπεδο ποιότητας ζωής στην περιοχή μας;
Ή μήπως εννοείτε ανθρώπινη πόλη την Γλυφάδα που φαντάζει μπροστά μας σαν μια μικρογραφία μιας καλά οργανωμένης καταναλωτικής κοινωνίας;
Μήπως η ύπαρξη όλης αυτής της στημένης επιχείρησης της ελεγχόμενης διασκέδασης και κουλτούρας που μας πλασάρετε μέσα από τα φάστφουντ, τα ηλεκτρονικά, τα μπαρ, τις ντισκοτέκ, τα πολυτελή πορνεία και διαφθορεία σας μπορεί να μας κάνει να πούμε ότι αναβαθμίστηκε η ζωή μας;
Και γιατί ο ελεύθερος χρόνος όλων εμάς που “ζούμε” σ’ αυτήν εδώ την συνοικία της πλήξης, της μοναξιάς και της εγκατάλειψης πρέπει πάντα να καθορίζεται από τι υπάρχει και τι όχι στην παραλιακή Γλυφάδα, που μοιάζει ένας παράδεισος που κάνει πλαστές τις ανάγκες και παραμορφώνει τις επιθυμίες;
Αλήθεια, τι έχετε κάνει εσείς “ο δικός μας” Δήμος και τα “αγωνιστικά” μας κόμματα; Μήπως οι αναφορές κι η δράση σας στο ζήτημα ποιότητα ζωής είναι ελάχιστες αν όχι μηδαμινές κι ανύπαρκτες;
Θα μπορούσαμε βέβαια να ανοίγαμε ολόκληρο κατάλογο ερωτήσεων, που δυστυχώς για σας, ελεεινοί πολιτικο-αρουραίοι, δεν θα τελείωνε ποτέ.
Εμείς έχουμε την απάντηση για κάθε ερώτημα κι έτσι δεν πρόκειται να σας βάλουμε στον κόπο να μας δώσετε τις ψεύτικες υποσχέσεις σας. Ξέρουμε εκ των προτέρων ότι θα μας πείτε ανεύθυνους γιατί στέλνουμε ανώνυμα γράμματα. Και μεις σας απαντάμε ότι ανευθυνότητα δεν είναι ένα ανώνυμο γράμμα που στο κάτω-κάτω βγάζει μερικές αλήθειες στη φόρα, ανευθυνότητα είναι η δημαγωγία σας, οι ηχηρές υποσχέσεις σας και το βρώμικο παιχνίδι που παίζετε πίσω απ’ την πλάτη μας.
Θέλουμε να πούμε, αν δεν το καταλάβατε ακόμα, ότι ανάμεσα στο πλήθος των ηλίθιων ψηφοφόρων σας που τους πετάτε κάθε 4 χρόνια ένα κόκαλο για να τους έχετε έρμαιό σας, υπάρχουν και ορισμένοι άνθρωποι που η ίδια τους η φύση τους έχει κρατήσει μακριά απ’ τα μικροπολιτικά σας συμφέροντα και αρνούνται να στηρίξουν τα σάπια πρόσωπά σας που τα κρύβετε κάθε τόσο με μάσκες κάθε λογής κι απόχρωσης.
Εμείς σας υποσχόμαστε ότι θα προσπαθήσουμε να κατεβάσουμε μια για πάντα τα βρικολακιασμένα σας προσωπεία και τούτο το γράμμα είναι ήδη μια πρώτη κίνηση προς αυτόν το στόχο μας και ταυτόχρονα ένα σύνθημα για να αρχίσει μια διαδικασία φθοράς των θεμελίων αυτού του συστήματος υποταγής, παθητικότητας, εκμετάλλευσης κι εξουσίας. Γιατί πρέπει να ξέρετε πως έστω κι ένας αντιεξουσιαστής να μείνει σε τούτο τον τόπο, αυτός θα κάνει μαύρη τη ζωή σας, τη γεμάτη ψέμα και υποκρισία, θα κάνει στάχτη την απληστία σας για κέρδος και θα αγωνιστεί με κάθε τρόπο για να δώσει στην κολασμένη μας ζωή την χαμένη της υπόσταση.
ΟΜΑΔΑ ΑΝΤΙΕΞΟΥΣΙΑΣΤΏΝ ΤΕΡΨΙΘΕΑΣ».
Να πούμε ότι το κείμενο γράφτηκε αρχικά στις 28 Ιανουαρίου 1985 από τον Δημήτρη Τ., αλλά στάλθηκε στις τοπικές εφημερίδες μερικές μέρες αργότερα. Πάντως, δεν δημοσιεύτηκε και τυπώθηκε σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων που μοιράστηκαν στη γειτονιά.
Επίσης, ο Δημήτρης Τ. έγραψε και ένα άλλο κείμενο με τίτλο «Η Τερψιθέα και ο… ιμπεριαλισμός της Γλυφάδας», στο οποίο παρέθετε στοιχεία κοινωνικής σύνθεσης της περιοχής (πάντα κατά προσέγγιση) και εξέθετε τη γενικότερη κατάσταση κυρίως της νεολαίας της περιοχής. Το κείμενο δεν υπογράφεται από την ομάδα αλλά από «Ένα μέλος της Ομάδας Αντιεξουσιαστών Τερψιθέας» γιατί δεν συζητήθηκε από την ομάδα. Στάλθηκε σε αρκετά έντυπα και ομάδες του τότε αναρχικού και αυτόνομου χώρου και δημοσιεύτηκε μόνο στο τεύχος 4 του νεολαιίστικου περιοδικού της «Ρήξης» «Τα θέλουμε όλα» (Φεβρουάριος 1985). Το κείμενο είναι το ακόλουθο:
«Η ΤΕΡΨΙΘΕΑ ΚΑΙ Ο… ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΓΛΥΦΑΔΑΣ
Η Τερψιθέα σαν συνοικία διαμορφώθηκε από το 1965 και μετά, χωρίς καμιά υποδομή και οι πρώτοι κάτοικοί της ήταν ξεριζωμένοι εργάτες και πρόσφυγες. Η συνοικία αυτή ανήκει στον Δήμο Γλυφάδας και αποτελεί και σε έκταση και σε πληθυσμό, το 1/3 περίπου του Δήμου.
Οι Τερψιθιώτες στην πλειοψηφία τους είναι εργάτες κι υπάλληλοι. Επειδή στην περιοχή δεν υπάρχουν εργοστάσια, εκτός από 1-2 βιοτεχνίες, ο κόσμος αυτός δουλεύει είτε στις άλλες συνοικίες, Γλυφάδα, Ελληνικό, είτε στην Αθήνα.
Το κέντρο της Τερψιθέας είναι δύο δρόμοι που συγκεντρώνουν όλα τα μαγαζιά.
Η νεολαία υπερέχει αριθμητικά από άλλες ηλικίες κι αυτό φαίνεται απ’ το γεγονός ότι πέρα από τα δύο Γενικά Λύκεια και τα τρία Γυμνάσια υπάρχει πολύ έντονο πρόβλημα κτιρίων λόγω της πληθώρας των παιδιών. Ακόμα, ένας μεγάλος αριθμός παιδιών πηγαίνουν σε Τεχνικά και ΚΕΤΕ άλλων περιοχών.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της νεολαίας είναι η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου και η ανεργία που εμφανίζεται κι εδώ με ανεβασμένους αριθμούς σε σύγκριση με περασμένες εποχές. Σ’ όλη την συνοικία υπάρχουν 3-4 καφετέριες που έχουν γίνει κλειστά γκέτο μιας κι εκεί μέσα δρουν διάφορες παρέες-συμμορίες. Οι καταστηματάρχες δρουν χαφιεδίστικα κι όταν αρνούνται την συνεργασία με την αστυνομία αντιμετωπίζουν κλήσεις και μηνύσεις για ασήμαντες αιτίες, π.χ. ένας που έχει την καφετέρια «Σκορπιός». Υπάρχουν ακόμα δύο καλοκαιρινοί σινεμάδες που φέρνουν έργα πορνό, καράτε κ.λπ. Έτσι, η μόνη διέξοδος για ψυχαγωγία της νεολαίας είναι η κάτω Γλυφάδα - που όλοι ξέρουμε περί τίνος πρόκειται – και οι σινεμάδες της Δάφνης. Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που τη «βγάζουν» είτε στις καφετέριες της συνοικίας είτε σπίτια τους.
Επειδή η περιοχή επηρεάζεται άμεσα απ’ την κατάσταση της κάτω Γλυφάδας, υπάρχει και το πρόβλημα των ναρκωτικών, που ειδικά στην κάτω Γλυφάδα κάνουν θραύση.
Ένα πολιτιστικό κέντρο που υπάρχει εδώ ελέγχεται από το ΠΑΣΟΚ και δεν μπορεί να γίνει πόλος έλξης για τη νεολαία γιατί είναι νεκρό. Όπως και μια πολιτιστική λέσχη που ελέγχεται από το ΚΚΕ, που ανοίγει μια φορά το χρόνο.
Αυτή σε γενικές γραμμές είναι η κατάσταση και δεν διαφέρει απ’ αυτήν πολλών συνοικιών στην Αθήνα. Μια κλειστή κι απομονωμένη συνοικία, που η μιζέρια, η πλήξη κι η πολιτιστική ανυπαρξία είναι σε μόνιμη διάταξη. Εγκατάλειψη παντού κι απ’ τα πάντα. Ο κόσμος της συνοικίας, όπως κι αλλού, έχει σπρωχτείς το βόλεμα, στην παραίτηση, στην αδιαφορία.
Από το 1964 έως το 1982, ο Δήμος ήταν στα χέρια της χουντοδεξιάς. Σ’ αυτά τα χρόνια, εκτός από κάτι δρόμους, τίποτα άλλο δεν έγινε για μας, γιατί η Τερψιθέα λόγω της πολιτικής θέσης του κόσμου της (ΚΚΕ, ΠΑΣΟΚ) ήταν το «κόκκινο πανί» για τον φασίστα δήμαρχο. Έτσι εμείς, εντελώς για χάρη της Γλυφάδας και της μπόλικης αστικής τάξης που υπάρχει εκεί, αφεθήκαμε στην τύχη μας.
Η Γλυφάδα έχει δίπλα της την αμερικάνικη Βάση του Ελληνικού κι εξαρτάται απ’ αυτήν οικονομικά, γιατί οι Αμερικάνοι μένουν και διασκεδάζουν σ’ αυτήν κι αφήνουν χρήμα. Ακόμα στη Γλυφάδα είναι το περίφημο ξενοδοχείο «Μποναβίστα», που είναι από τα ορμητήρια της Αμερικάνικης κατασκοπείας στην Ελλάδα και του παραρτήματος της CIA. Στη Βάση του Ελληνικού σταθμεύει επίσης και μέρος της Δύναμης Ταχείας Επέμβασης. Πού ξέρουμε αν στα υπόγεια της Βάσης δεν υπάρχουν και πυρηνικές κεφαλές;
Η Γλυφάδα έχει οικονομικό συμφέρον απ’ όλα. Γι’ αυτό και η συγκέντρωση-πορεία που οργάνωσε ο δήμαρχος Σπονδυλίδης και η πλειοψηφία του (που ανήκουν ή συνεργάζονται με το ΚΚΕ) για το διώξιμο των αμερικάνικων μπαρ απ’ την Γλυφάδα ήτανε φιάσκο. Γιατι αν φύγουν θα χρεοκοπήσει όχι μόνο ο Δήμος αλλά και πολλοί ιδιοκτήτες σπιτιών που νοικιάζουν τα σπίτια τους στους Αμερικάνους και μάλιστα με διπλάσιο νοίκι απ’ ό,τι σε Έλληνες.
Η τωρινή δημοτική αρχή έχει για κέντρο της δράσης της μόνο την Γλυφάδα και για μας ακολουθεί την πολιτική των προκατόχων της. Μόνο δύο πλατείες ανακατασκευασμένες και τίποτα άλλο. Και μας έδιναν υποσχέσεις για πάρκα, για πολιτιστικά κέντρα στην Τερψιθέα. Τίποτα δεν έχει γίνει απ’ όλα αυτά.
Το ΚΚΕ ελέγχει τα πάντα, απ’ τον Δήμο μέχρι τους μαζικούς φορείς. Τα έχει αδρανοποιήσει όλα. Οι πολιτικές νεολαίες (ν.ΠΑΣΟΚ, ΟΝΝΕΔ, «Ρήγας Φεραίος») είναι ανύπαρκτες στην Τερψιθέα, ενώ η ΚΝΕ παρ’ ότι έχει κάποια δύναμη έχει κρυφτεί τα δύο τελευταία χρόνια κι εμφανίζεται επετειακά (Πολυτεχνείο, Πρωτομαγιά, Φεστιβάλ).
Απέναντι σ’ όλη αυτή την μίζερη και πληκτική κατάσταση, εμείς, μια ομάδα νέων ανθρώπων, έχουμε αρχίσει σιγά-σιγά και κάνουμε την εμφάνισή μας στη γειτονιά. Έχουμε συγκροτηθεί σαν ομάδα εδώ και δύο περίπου μήνες και η δράση μας είναι ακόμα πολύ μικρή. Αντιμετωπίζουμε και οικονομικό πρόβλημα και πρόβλημα έλλειψης πείρας για δουλειά στη γειτονιά. Θέλουμε να γνωριστούμε και να κουβεντιάσουμε με όσο το δυνατόν πιο πολλούς νεολαίους. Θέλουμε να διεισδύσουμε στα Λύκεια της συνοικίας. Σκοπός είναι το φτιάξιμο ενός στεκιού αυτόνομου και αυτοδιαχειριζόμενου και η έκδοση κάποιου εντύπου που να μιλά για την κατάσταση που ζούμε, χωρίς, όμως, αυτά να είναι και αυτοσκοπός. Επιδιώκουμε ακόμα να έρθουμε σε επαφή και με άλλες κινήσεις και ομάδες του αυτόνομου και αντιεξουσιαστικού χώρου, για την γνωριμία κι επικοινωνία μεταξύ μας και για κοινές εκδηλώσεις κ.λπ.".
Έτσι, για το ζήτημα των εισιτηρίων των μέσων μεταφοράς καθώς και για κάποιες αυξήσεις σε είδη πρώτης ανάγκης, γράφτηκαν και κολλήθηκαν οι ακόλουθες δύο εφημερίδες τοίχου σε αρκετά σημεία της συνοικίας:
«Εργαζόμενε. Η αύξηση της τιμής των εισιτηρίων στα λεωφορεία τους μόνους που συμφέρει είναι οι καπιταλιστές γιατί αυτοί είναι που δημιουργούν την κρίση στις πλάτες σου. Τι θα κάνεις; Θα συνεχίσεις να αντέχεις την αυξανόμενη λιτότητα και ακρίβεια; Αντέδρασε! Μην αφήνεις άλλο το κράτος να σε κλέβει. Χάλασε στην πράξη τους νόμους των καπιταλιστών. Μην ρίχνεις εισιτήριο! Ομάδα Αναρχικών Τερψιθέας».
Και η δεύτερη:
«Εργαζόμενοι. Η ακρίβεια τους μόνους που ωφελεί, τελικά, είναι οι ιδιώτες καπιταλιστές και τους κάθε είδους υπηρέτες τους. Σε μας μένει μόνο η μιζέρια και η απογοήτευση. Ως πότε όμως θα συνεχίσουμε να αντέχουμε σ’ αυτό τον αυξανόμενο ρυθμό μιζέριας, λιτότητας κι ακρίβειας; Ας αντιδράσουμε λοιπόν. Ας χαλάσουμε στην πράξηπια τους νόμους των καπιταλιστών. Ας μην αφήσουμε άλλο το κράτος να μας κλέβει. Ο καπιταλισμός είναι μια νομιμοποιημένη ληστεία. Αυτόνομη πάλη των εργαζόμενων σε κάθε χώρο, ενάντια σε κάθε εξουσία. Ομάδα Αναρχικών Τερψιθέας».
Πάντως από το φθινόπωρο με χειμώνα του 1985, η ομάδα αποτέλεσε πλέον παρελθόν, μιας και από τα μέλη της άλλοι αποσύρθηκαν και ιδιώτευσαν, ένας σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό ατύχημα, άλλος άλλαξε συνοικία και μόνο ο Δ.Τ. ασχολήθηκε ενεργά με το αναρχικό κίνημα, μέσα από την Αναρχική Ομάδα «Διεθνιστής» και πιο μετά το δελτίο πληροφόρησης «Ο Αναρχικός» και τη εφημερίδα «Η Ανταρσία των Αγγέλων».
Το 1986, ο Δ.Τ. έγραψε και κυκλοφόρησε στην περιοχή σε μικρό αριθμό αντιτύπων την παρακάτω προκήρυξη για τις τότε δημοτικές εκλογές:
«Δημοτικές εκλογές
Στα δίχτυα της αράχνης
Είναι φυσικά κι έτσι απαιτούν οι εσωτερικοί κανόνες της μικροπολιτικής, όταν πλησιάζουν οι δημοτικές εκλογές, να ξεσπάνε κάποιες «"διαμάχες» ανά¬μεσα σε διαφορετικού κόμματος και χρώματος τοπικές παρατάξεις. Μια σκηνή που-ξαναπαίζεται κάθε 4 χρόνια και δέχεται μερικές «αλλαγές» κι «εκσυγ¬χρονισμούς» όταν αποφασίζουν οι τοπικοί κομματικοί ηγετίσκοι ότι πρέπει να παιχτεί με μια πιο ουσιαστική αρμονία κι αποτελεσματικότητα σε σύγκ¬ριση με τις προηγούμενες φορές.
Έτσι και τώρα στην περιοχή μας, εδώ κι α¬ρκετό χρονικό διάστημα έχει ξεσπάσει μια τέτοια «διαμάχη» μεταξύ διαφο¬ρετικών, υποτίθεται, ομάδων για το ποια έχει δίκιο και ποια όχι. Κατηγορίες, συκοφαντίες, βρισιές, παραιτήσεις, προσχωρήσεις, προεκλογικά μαγειρέματα.
Κι εμείς είμαστε οι θιασώτες, το καθηλωμένο και ταυτόχρονα «γοητευμένο» φιλοθεάμον κοινό αυτής της κατάστασης. Λέμε θιασώτες γιατί περί θεάτρου πρόκειται, ενός θεάτρου φτηνού και τόσο κακόγουστου, όπως οι τσόντες, που υποτίθεται ότι αυτοί που κινούν τα νήματά του το προσφέρουν, προεκλογικά πάντα, δωρεάν στον απλό κόσμο, γιατί κι αυτοί το ξέρουν πως η ποιότητά του είναι πεσμένη, αλλά επιμένουν να παίζουν με τις άχαρες μαριονέτες τους.
Η κάθε μια παράταξη αγωνίζεται να μας πείσει ότι αυτή έχει το αλάθητο, ότι αυτή έχει πραγματική συνέπεια, υπευθυνότητα κι αγωνιστικότητα, με τελικό στόχο της, βέβαια, την κατάληψη, για λογαριασμό της, της διαχείρισης της τοπικής «αυτό»-διοίκησης.
Στην ουσία, λοιπόν, όλα είναι τραγικές προσ¬ποιήσεις πίσω από τις πλάτες μας. Υποτιμώντας την νοημοσύνη μας, όλοι τους προσποιούνται κι όσο πλησιάζουν οι εκλογές κι η δίψα τους για εξουσία γίνεται εντονότερη τόσο πιο έντονη γίνεται κι η τάση τους για να προσποιούνται.
Παράλληλα μ’ αυτή τους την αυτοπροβολή και την αυτοεπίδειξη, δεί¬χνουν ότι ξέρουν πολύ καλά να χρησιμοποιούν την εμπορική γλώσσα των δια¬φημίσεων. Όπως η κάθε νοικοκυρά, π.χ., ξέρει ότι το τάδε απορρυπαντικό είναι καλύτερο από τα άλλα, έτσι τώρα κι ο κάθε ψηφοφόρος ξέρει ότι η τάδε παρά¬ταξη είναι συνεπέστερη, αγωνιστικότερη, δημοκρατικότερη από τις άλλες και θα κάνει το όραμα πραγματικότητα και μπλά-μπλά-μπλά. Έτσι, λοιπόν, εκτός από πετυχημένοι και θαυμάσιοι ηθοποιοί, είναι κι αδίστακτοι φορομπήχτες έμπο¬ροι, γιατί ξέρουν, επίσης πολύ καλά, να εξαργυρώνουν τα όνειρα των ανθρώ¬πων σε κούφιους και νεκρούς ψήφους, φυσικά με τα’ ανάλογα ανταλλάγματα που είναι η υποταγή των ανθρώπων σ’ αυτούς και τις ορέξεις τους.
Κι εμείς τους δίνουμε σημασία, μαζευόμαστε κάτω από τα ηχηρά και βαρύγ¬δουπα μπαλκόνια τους κουνώντας υποταγμένα και νωχελικά τις πλαστικές σημαιούλες μας, κρεμασμένοι από τα δηλητηριασμένα χείλη τους που βγάζουν ραδιενεργούς αλλοτριωτικούς, ψεύτικους και πολωμένους λόγους κι υποσχέ¬σεις που έχουν βρωμίσει προ πολλού, πειθήνιοι και πρόθυμοι για οτιδήποτε, τους ψηφίζουμε και 4 χρόνια μένουμε με το άγχος, την μιζέρια και την απο¬γοήτευση και την επόμενη 4ετία τους ξαναψηφίζουμε γιατί δυο μήνες πριν τις εκλογές βούλωσαν τις τρύπες στον δρόμο της γειτονιάς μας κι ας έκαναν έργα μόνο για χάρη των μεγαλοαστών της Κάτω Γλυφάδας.
Σταματήστε να τρέφετε αυταπάτες για το ποιόν των τοπικών ηγετίσκων σας. Σταματήστε να πατάτε συνεχώς την πεπονόφλουδα που σας ρίχνουν και να έχε¬τε ψευδαισθήσεις. Πάψτε να τους ανοίγετε τις ψηφοθηρικές ορέξεις τους. Γρά¬ψτε τους στα παλιά σας τα παπούτσια. Την περιφρόνησή σας αξίζουν μόνο. Μαυρίστε τους όλους στις εκλογές κι όσοι μπορείτε απέχετε απ αυτές. Φτιάχτε τοπικά λαϊκά συμβούλια με ανώτερο όργανο την γενική συνέλευση για την λύ¬ση των προβλημάτων και άμεσα ανακλητούς εκπροσώπους, έξω κι ενάντια σε πα¬ρατάξεις κομματικών πολιτικάντηδων. Η πολιτική κι οι εκλογές είναι όπιο το λαού. Ενάντια στην αυταπάτη της τοπικής «αυτό»-διοίκησης,
Δημότες που πλήττουν από την ηλίθια θεατρικότητα της προεκλογικής σκηνής».