Μιχαήλ Μπακούνιν
Ενάντια σε κάθε επαναστατική δικτατορία. Ιδεαλιστές όλων των ειδών, μεταφυσικοί, θετικιστές, αυτοί που υποστηρίζουν την προτεραιότητα της επιστήμης ως προς τη ζωή, δογματικοί επαναστάτες, όλοι με τον ίδιο ζήλο, έστω κι αν διαφέρουν στην επιχειρηματολογία τους, υποστηρίζουν την ιδέα του κράτους και της εξουσίας του κράτους. Γιατί εκεί βλέπουν κάτι που είναι τελείως λογικό από τη δική τους άποψη, τη μόνη σωτηρία της κοινωνίας.
Είπα πως είναι εντελώς λογικό, γιατί έχοντας σα βάση την απατηλή κατά τη γνώμη μας αρχή, ότι η σκέψη προηγείται της ζωής και η αφηρημένη θεωρία προηγείται της κοινωνικής πρακτικής και γι’ αυτό το λόγο, η κοινωνιολογία πρέπει να γίνει η αφετηρία των κοινωνικών εξεγέρσεων και της κοινωνικής ανοικοδόμησης, φτάνουν αναγκαστικά στο συμπέρασμα ότι αφού η σκέψη, η θεωρία, η επιστήμη είναι αυτή τη στιγμή τουλάχιστον ιδιοκτησία ελάχιστων, μόνο αυτοί οι ελάχιστοι θα έπρεπε να διευθύνουν την κοινωνική ζωή, να υποθάλπουν και να διεγείρουν, αλλά και να επιβάλλουν όλα τα κινήματα του λαού. Και την επομένη της επανάστασης η νέα κοινωνική οργάνωση θα έπρεπε να ιδρύεται όχι από το σύνολο των εργατικών ενώσεων των χωρών, των δήμων και κοινοτήτων, από κάτω προς τα πάνω, σύμφωνα με τις ανάγκες και τα ένστικτα του λαού, αλλά μοναδικά απ’ τη δικτατορική εξουσία αυτής της εκπαιδευμένης μειοψηφίας, που θεωρείται ότι επηρεάζει τη γενική θέληση του λαού.
Η θεωρία του κράτους και της επαναστατικής δικτατορίας στηρίζονται εξίσου σ’ αυτό το μύθο της αντιπροσώπευσης του λαού και στο πραγματικό γεγονός της υποδούλωσης των λαϊκών μαζών από μια μικρή χούφτα προνομιούχων, εκλεγμένων ή όχι, από τα πλήθη, που συγκεντρώνονται σαν κοπάδια την ημέρα των εκλογών και πάντα αγνοούν γιατί και ποιον ψηφίζουν, σ’ αυτή την εικονική και αφηρημένη έκφραση της γενικής βούλησης και της φανταστικής σκέψης του λαού, για τα οποία ο ζωντανός και πραγματικός λαός δεν έχει την παραμικρή ιδέα. Η διαφορά μεταξύ της επαναστατικής δικτατορίας και της αρχής του κράτους είναι εντελώς εξωτερική. Στην ουσία τους και οι δυο είναι το ίδιο πράγμα. Δηλ. η υποδούλωση της πλειοψηφίας απ’ τη μειοψηφία, με το επιχείρημα της υποτιθέμενης ηλιθιότητας της πρώτης και της επίσης υποτιθέμενης ανώτερης ευφυΐας της δεύτερης.
Γι’ αυτό και οι δυο είναι το ίδιο αντιδραστικές, αφού και οι δυο έχουν σαν αποτέλεσμα την αμετάβλητη σταθεροποίηση των πολιτικοοικονομικών προνομίων της μειοψηφίας που κυβερνά και την πολιτικοοικονομική δουλεία των λαϊκών μαζών. Είναι φανερό τώρα, γιατί οι δογματικοί σοσιαλιστές, που έχουν σαν στόχο την ανατροπή των σημερινών εξουσιών και των καθεστώτων για να κτίσουν στα ερείπιά τους τη δική τους δικτατορία, δεν ήταν ούτε θα είναι ποτέ εχθροί του κράτους, αλλά αντίθετα πρόθυμοι υπερασπιστές του. Είναι εχθροί της υπάρχουσας εξουσίας, γιατί δεν μπορούν να συμμετέχουν σ’ αυτή. Είναι εχθροί των υπαρχόντων θεσμών, γιατί αυτοί οι θεσμοί αποκλείουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν τη δική τους δικτατορία. Αλλά ταυτόχρονα είναι οι πιο θερμοί φίλοι της κρατικής εξουσίας, χωρίς την οποία η επανάσταση, απελευθερώνοντας τις εργατικές μάζες, θα στερούσε απ’ αυτή την επαναστατική μειοψηφία κάθε ελπίδα να βάλει το λαό σ’ ένα ζυγό και να τον ταλαιπωρήσει με τα «ευεργετήματα» των κυβερνητικών τους μέτρων. Αν είναι αλήθεια, ότι σήμερα που η αντίδραση θριαμβεύει σ’ όλη την Ευρώπη, όπου τα κράτη, κινούμενα απ’ το δικτατορικό πνεύμα της συντήρησης και της καταπίεσης, ξαναφορούν την τριπλή πανοπλία της στρατιωτικής, αστυνομικής και οικονομικής εξουσίας και είναι έτοιμα να αρχίσουν κάτω απ’ την ανώτατη καθοδήγηση του πρίγκιπα Βίσμαρκ μια ανέλπιδη πάλη ενάντια στην κοινωνική επανάσταση, κάτι που έπρεπε να οδηγήσει όλους τους ειλικρινείς επαναστάτες στην ένωση ώστε να απωθήσουν τις απελπισμένες προσβολές της διεθνούς αντίδρασης, βλέπουμε αντίθετα, τους δογματικούς επαναστάτες, κάτω απ’ την καθοδήγηση του Μαρξ, να παίρνουν το μέρος των πρωταγωνιστών του κράτους ενάντια στην επανάσταση του λαού.