Οι γενικές απεργίες διαμαρτυρίας δεν συγκινούν πλέον κανέναν, ούτε εκείνους που λαμβάνουν μέρος σε αυτές, ούτε εκείνους εναντίον των οποίων στρέφονται. Εάν η αστυνομία απλώς διέθετε την ευφυΐα να μην γίνεται προκλητική, θα περνούσαν όπως κάθε δημόσια εορτή.Θα πρέπει να αναζητηθεί κάτι άλλο. Προτείνουμε μια ιδέα: την κατάληψη των εργοστασίων. Στην πρώτη απόπειρα ενδεχομένως να λάβουν μέρος ελάχιστοι μόνον άνθρωποι και το αποτέλεσμα να είναι ασήμαντο· όμως η μέθοδος έχει οπωσδήποτε μέλλον, διότι ανταποκρίνεταιστους τελικούς σκοπούς του εργατικού κινήματος και συνιστά μια άσκηση που προετοιμάζει κάποιον για την τελική, γενική πράξη της απαλλοτρίωσης.
Οι μεταλλεργάτες ξεκίνησαν το κίνημα για μισθολογικές αυξήσεις. Ήταν μια νέου τύπου απεργία. Αντί να εγκαταλείψουν τα εργοστάσια, η ιδέα ήταν να παραμείνουν μέσα σε αυτά χωρίς να εργάζονται, διατηρώντας περιφρούρηση μέρα-νύχτα, για να διασφαλίσουν ότι τα αφεντικά δεν θα χρησιμοποιήσουν την νυκτερινή βάρδια. Όμως αυτό συνέβη το 1920. Σέ ολόκληρη την Ιταλία επικρατούσε επαναστατικός αναβρασμός ανάμεσα στους εργάτες και γρήγορα ο χαρακτήρας των αιτημάτων άλλαξε. Οι εργάτες πίστευαν ότι η στιγμή ήταν ώριμη για να πάρουν οριστικά στην κατοχή τους τα μέσα παραγωγής.Οπλίστηκαν για να αμυνθούν, μετέτρεψαν πολλά εργοστάσια σε αληθινά φρούρια, και άρχισαν να οργανώνουν οι ίδιοι την παραγωγή. Τα αφεντικά είτε εκδιώχθηκαν, είτε κρατήθηκαν υπό περιορισμό…
Ουσιαστικά, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας καταργήθηκε και ο νόμος παραβιάσθηκε στο μέτρο που χρησίμευε στην υπεράσπιση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Ήταν ένα νέο καθεστώς, μια νέα μορφή κοινωνικής ζωής είχε εγκαινιασθεί. Και η κυβέρνηση τηρούσε εν αναμονή,διότι αισθανόταν ανίσχυρη να αντιπαρατεθεί: το παραδέχθηκε αργότερα όταν απολογείτο στο κοινοβούλιο για την αποτυχία της να αναλάβει κατασταλτική δράση.
Το κίνημα διογκωνόταν και εμφάνιζε σημάδια ότι προσέλκυε και άλλες κατηγορίες εργαζομένων σε διάφορες περιοχές, αγρότες κατελάμβαναν την γη. Ήταν η απαρχή μιας εν εξελίξει επανάστασης, κατά έναν σχεδόν ιδανικό θα έλεγα τρόπο.Οι ρεφορμιστές δεν έβλεπαν με καλό μάτι το κίνημα και επεδίωκαν την διάλυση του. Η εφημερίδα Avanti!*. μη γνωρίζοντας ποιά στάση να κρατήσει, προσπάθησε να αποδείξει ότι είμαστε ειρηνιστές, επειδή είχαμε υποστηρίξει στην Umanita Νονα πως αν το κίνημα εξαπλωνόταν σε όλους τους τομείς της βιομηχανίας, αν οι εργάτες και οι αγρότες ακολουθούσαν το παράδειγμα των μεταλλεργατών για να απαλλαγούν από τα αφεντικά καταλαμβάνοντας τα μέσα παραγωγής, τότε ή επανάσταση θα πετύχαινε χωρίς να χυθεί ούτε μια σταγόνα αίμα.
Εις μάτην όμως. Οι μάζες ήταν μαζί μας, μάς καλούσαν στα εργοστάσια να μιλήσουμε, να ενθαρρύνουμε και να συμβουλεύσουμε τους εργάτες, και θα έπρεπε να βρισκόμαστε ταυτοχρόνως σε χίλια-δύο μέρη για να ικανοποιήσουμε όλες τις προσκλήσεις τους. Όπου και αν πηγαίναμε, χειροκροτούσαν τις ομιλίες των αναρχικών, ενώ οι ρεφορμιστές είτε έπρεπε να αποχωρήσουν, είτε ήταν άφαντοι. Οι μάζες ήταν μαζί μας, διότι ήμαστε οι καλύτεροι διερμηνευτές των ενστίκτων, των αναγκών και των συμφερόντων τους. Παρ’ όλα αυτά, το ύπουλο έργο της CGL* και οι συμφωνίες τις οποίες υπέγραψε με την κυβέρνηση Τζιολίτι για να δημιουργήσει την εντύπωση κάποιου είδους νίκης, μέσω του πλαστού εργατικού ελέγχου, άρκεσαν για να παρακινηθούν οι εργάτες να αποχωρήσουν από τα εργοστάσια, ακριβώς την στιγμή κατά την οποία οι πιθανότητες επιτυχίας τους ήταν οι μέγιστες δυνατές.
Η κατάληψη των εργοστασίων και της γης εναρμονιζόταν πλήρως με το δικό μας πρόγραμμα δράσης. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε μέσω της εφημερίδας μας (καθημερινής Umanita Νονα, και των διαφόρων αναρχικών και συνδικαλιστικών εβδομαδιαίων εντύπων) και με την προσωπική μας δράση στα εργοστάσια για την διεύρυνση και εξάπλωση του κινήματος. Προειδοποιήσαμε τους εργάτες για το τί θα συνέβαινε, εάν αποχωρούσαν από τα εργοστάσια· βοηθήσαμε στην προετοιμασία ένοπλης αντίστασης και διερευνήσαμε τις δυνατότητες πραγματοποίησης της επανάστασης χωρίς να πέσει ούτε καν ένας πυροβολισμός, και ας είχε ληφθεί η απόφαση χρήσης των όπλων που είχαν συγκεντρωθεί.
Αποτύχαμε και το κίνημα κατέρρευσε, διότι αριθμητικώς ήμαστε πολύ λίγοι και οι μάζες ήταν ανεπαρκώς προετοιμασμένες. Όταν ο Ντ’ Αραγκόνα [γραμματέας της CGL] και ο Τζιολίτι [πρωθυπουργός] επινόησαν την φάρσα του εργατικού ελέγχου με την συναίνεση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο την εποχή εκείνη ήταν υπό κομμουνιστική ηγεσία, προειδοποιήσαμε τους εργάτες να φυλαχτούν από αυτήν την ελεεινή προδοσία. Μόλις όμως η CGL εξέδωσε την οδηγία να αποχωρήσουν από τα εργοστάσια, οι εργάτες, οι οποίοι μολονότι πάντοτε μας καλούσαν και μάς υποδέχονταν με ενθουσιασμό και χειροκροτούσαν την προτροπή μας για αντίσταση με όλα τα μέσα, υπάκουσαν πειθήνια, αν και διέθεταν ισχυρά στρατιωτικά μέσα για να αντισταθούν. Ο φόβος που υπήρχε σε κάθε εργοστάσιο μήπως μείνει μόνο του στον αγώνα, καθώς επίσης και η δυσκολία ανεφοδιασμού των διαφόρων νευραλγικών σημείων με τρόφιμα, τους ώθησαν όλους να ενδώσουν, παρά την αντίθεση μεμονωμένων αναρχικών οι οποίοι ήταν διασκορπισμένοι στα διάφορα εργοστάσια.
Το κίνημα δεν μπορούσε να διαρκέσει και να θριαμβεύσει χωρίς να διευρυνθεί και να εξαπλωθεί· και στις συγκεκριμένες περιστάσεις δεν μπορούσε να διευρυνθεί χωρίς την υποστήριξη των ηγετών της CGL και του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο διέθετε την συντριπτική πλειοψηφία των οργανωμένων εργατών. Τόσο η Συνομοσπονδία όσο και το Σοσιαλιστικό Κόμμα [συμπεριλαμβανομένων των κομμουνιστών] συντάχθηκαν κατά του κινήματος και όλα τέλειωσαν με την νίκη των αφεντικών.
ΕΡΡΙΚΟ ΜΑΛΑΤΕΣΤΑ » ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ» ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 : Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΩΝ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ -ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Ν.ΑΛΕΞΙΟΥ
http://candiaalternativa.info