Τα κύρια ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ στη δικτατορία της 4ης Αυγούστου, στον πόλεμο και στην κατοχή ήταν: Ζαχαριάδης, Σιάντος, Ιωαννίδης, Μιχαηλίδης, Ρούσος, Ζεύγος, Θέος, Τυρίμος, Παρτσαλίδης, Γυφτοδήμος, Βαφειάδης, Μπαρτζώτας, Στρίγγος.

 

 

 

Όλοι αυτοί είχαν συλληφθεί στη δικτατορία του Μεταξά. Ο χαφιεδισμός παρ' όλα τα μέτρα για την περιφρούρηση του ΚΚΕ από την «διείσδυση πρακτόρων τον ταξικού εχθρού» έκανε θραύση. Όλοι με την κατοχή της χώρας βρίσκονταν στην Ακροναυπλία, στα νησιά, στις φυλακές. Και όλοι με πολλές άλλες χιλιάδες κρατουμένων, παραδόθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση, στις αρχές κατοχής.

 

 

 

Εκτός από τον Ζαχαριάδη που είχε μεταφερθεί από τις φυλακές της Κέρκυρας σε στρατόπεδα στη Γερμανία, και εκτός από τους Μηχαηλίδη και Τυρίμο που πέρασαν στην υπηρεσία της κυβέρνησης Μεταξά, όλοι οι άλλοι δραπέτευσαν. Για να γίνει δυνατόν να δραπετεύσουν αυτοί, έπρεπε να μείνουν στα στρατόπεδα και στις φυλακές οι χιλιάδες των άλλων κρατουμένων, που οι περισσότεροι εκτελέσθηκαν.

 

 

 

Στην Ακροναυπλία τον Απρίλη του 1941 θα μπορούσαμε να δραπετεύσουμε και οι 600 κρατούμενοι. Το απαγόρευσε η «ηγεσία». Τότε ήταν ακόμα σε ισχύ το σύμφωνο Στάλιν - Χίτλερ και πίστευαν ότι οι Γερμανοί σύμμαχοι τους θα τους άφηναν επισήμως ελεύθερους. Ο Μανούσακας αναφέρει και πολλές άλλες όμοιες περιπτώσεις που τις έζησε ο ίδιος. Φοβούνταν ότι από τυχόν αποδράσεις μελών της βάσης θα μπορούσαν να δημιουργηθούν, με τα αυστηρότερα μέτρα της φρουράς, συνθήκες που θα έκαναν δύσκολη ή αδύνατη τη δική τους απόδραση.

 

 

 

Όταν είχαν αρχίσει οι εκτελέσεις ομήρων όλοι ή οι περισσότεροι βρίσκονταν ακόμα στα στρατόπεδα και στις φυλακές. Κανείς ποτέ από αυτούς δεν εκτελέσθηκε. Από τους επτά που είχαν εκτελεσθεί στην Ακροναυπλία, οι τέσσερις ήταν αυτοί που θα τους εκτελούσε και η ίδια η ηγεσία. Ήταν αυτοί που είχαν από καιρό τεθεί σε απομόνωση. Ο Σεϊτανίδης, ο Θωίδης, ο Καστανιάς, και ο Τσουρτσούλης. Οι άλλοι τρεις ήταν ο Κοσκινάς, ο Μπερκέτης, και ο Αναγνωστόπουλος. Και ενώ κανείς από τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ δεν εκτελέσθηκε, οι Τροτσκιστές και οι Αρχειομαρξιστές, εκτός από πολύ λίγους που είχαν κατορθώσει να δραπετεύσουν, όλοι όσοι βρίσκονταν στα στρατόπεδα, όλοι μέχρι ενός εκτελέσθηκαν.

 

 

 

Πρόκειται για συνεχείς συμπτώσεις; Ποιοί κατάρτιζαν τους καταλόγους εκείνων που θα εκτελούνταν για τα «ηρωϊκά κατορθώματα» του ΕΑΜ; Κανονικά πρέπει να ήταν η Γκεστάπο, ή η Καραμπινερία με την ελληνική ασφάλεια και με πρώην Κομμουνιστές καταδότες. Υπήρχαν κριτήρια και ποια; Πώς και γιατί ποτέ, σε κανέναν κατάλογο, δεν πέρασε το όνομα ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ;

 

 

 

Να λένε τίποτα αυτά;

 

 

 

Κατόπιν ανασυγκροτούν το ΚΚΕ που είχε διαλυθεί, καταδικάζουν και την «Προσωρινή Επιτροπή» και την «παλιά Κεντρική Επιτροπή» και γίνονται η επίσημη ηγεσία του ΚΚΕ. Όταν τα Γερμανικά στρατεύματα εισβάλλουν στη Ρωσία, δημιουργούν το ΕΑΜ και αποφασίζουν τον ένοπλο αγώνα, κάτω από την ηγεσία τους φυσικά, στο εσωτερικό της χώρας για την «απελευθέρωση της χώρας» κ.λπ.

 

 

 

Καταφεύγουν όλοι στα βουνά για να διευθύνουν τον ένοπλο αγώνα. Γίνονται υπουργοί, στρατηγοί, αντιστράτηγοι και τρία χρόνια συνέχεια πολεμούν τους Γερμανούς, τους Ιταλούς, τους Βούλγαρους, τον Ζέρβα, άλλες αντιεαμικές οργανώσεις και μετά την κατάρρευση της Χιτλερικής Γερμανίας, τους Άγγλους και τις στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις της κυβέρνησης Παπανδρέου.

 

 

 

Κατόπιν η συνθηκολόγηση, η Βάρκιζα, η αμνήστευτη των αρχηγών και η παράδοση στα εκτελεστικά αποσπάσματα ή στα κάτεργα χιλιάδων οπαδών. Τα στελέχη όμως όλα σώα και υγιή. Καμμιά απώλεια. Ούτε τραύμα στις μάχες, ούτε στραμπουλίσματα στα κατσάβραχα όπου έδιναν μάχες. Ύστερα από δύο περίπου χρόνια, που με όλα τα μέσα που διέθεταν διαλαλούσαν για την «λαϊκοδημοκρατική αλλαγή που ειρηνικά συντελείται σ' όλον τον κόσμο», ξαφνικά, με μια επίθεση σε σταθμό χωροφυλακής στο Λιτόχωρο, αρχίζει ο εμφύλιος πόλεμος. Αυτός ήταν ένας πραγματικός εμφύλιος πόλεμος από τους πιο άγριους, τους πιο λυσσαλέους, τους πιο φονικούς. Χιλιάδες νεκροί στα βουνά γίνονται βορά στα όρνια ενώ στις πόλεις επιβάλλεται από την κυβέρνηση ένα καθεστώς τρόμου, βίας, αυθαιρεσίας τρισχειρότερο από αυτό που έζησε η χώρα στην κατοχή.

 

 

 

Τέλος ο «Δημοκρατικός Στρατός», καταρρέει, υποχωρεί και βρίσκει καταφύγιο στις «αδελφές σοσιαλιστικές» χώρες. Εκεί τον αφόπλισαν και κατόπιν τους διένειμαν σε διάφορες από αυτές τις χώρες. Το κριτήριο για την επιλογή αυτών που θα πήγαιναν στην Τασκένδη «ήταν τα μπράτσα τους». Η Τασκένδη είχε καταστραφεί από σεισμό και χρειάζονταν πολλά και γερά χέρια για να την ξαναχτίσουν.

 

 

 

Οι αρχηγοί του «Δημοκρατικού Στρατού», πρωθυπουργοί, υπουργοί, στρατηγοί, αρχηγοί μεραρχιών, βγήκαν και από αυτό το φρικτό μακελειό όλοι σώοι και υγιείς. Αρχηγός τώρα ήταν ο Ζαχαριάδης. Ο Σιάντος είχε πεθάνει. Μετά την ήττα, πολλοί ήταν αυτοί που περίμεναν έναν απολογισμό από την πλευρά των υπευθύνων και εν συνεχεία μια ευρύτερη συζήτηση πάνω στο τι έγινε, τι δεν έγινε, τι έπρεπε να γίνει και γιατί δεν έγινε κ.λπ. Ο «απολογισμός» έγινε δημόσια. Με έντυπα, εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία, με λόγους σε ολομέλειες και συνέδρια, με εκπομπές του ραδιοφωνικού σταθμού της «Ελεύθερης Ελλάδας».

 

 

 

Τι μάθαμε; Τι έμαθαν εκείνοι που ειλικρινά περίμεναν χρήσιμα για το μέλλον διδάγματα από τον απολογισμό της υπεύθυνης πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας ενός πολέμου «εθνικοαπελενθερωτικού» «αντιφασιστικού» κ.λπ. που κράτησε 6-7 χρόνια;

 

 

 

Ο Σιάντος, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ και αυθεντικός αρχηγός του ΕΑΜ, ο «γέρος τον αγώνα» «είναι πράκτορας της Ιντέλιντζες Σερβις» από τότε ακόμα που είχε προσχωρήσει στο ΚΚΕ. Ένας Πάτερ Δημήτριος του εργατικού κινήματος. Αυτά καταγγέλει ο Ζαχαριάδης. Ο ίδιος ο Ζαχαριάδης χαρακτηρίζει τον «Στρατηγό Μάρκο» (αρχιστράτηγο του «Δημοκρατικού στρατού» και Πρόεδρο της «Δημοκρατικής Κυβέρνησης») ρεμάλι, στρατιωτικό τενεκέ, δειλό, και ακόμα τον καταγγέλει ότι εν γνώσει του προωθεί σε θέσεις κλειδιά του στρατού και του «κινήματος» πράκτορες της ασφάλειας.

 

 

 

Ο Γυφτοδήμος, η καλύτερη πένα του ΚΚΕ, καταγγέλεται από τον Ζαχαριάδη για «πράκτορας», συλλαμβάνεται με εντολή του (και εντολή ολόκληρης της Κ.Ε. του ΚΚΕ) από τη σοσιαλιστική αστυνομία της σοσιαλιστικής Ρουμανίας, ρίχνεται στα σοσιαλιστικά μπουντρούμια αυτής της χώρας και εκεί πεθαίνει ή δολοφονείται.

 

 

 

Λίγο - πολύ όλα τα μέλη της ηγεσίας αλληλοκατηγορούνται για πράκτορες, χαφιέδες, προβοκάτορες, ύποπτοι και έκφυλοι στην ιδιωτική τους ζωή.

 

 

 

Μετά το θάνατο του Στάλιν και την εκκαθάριση των Σταλινικών από τον Κρούτσεφ, έρχεται η σειρά του Ζαχαριάδη. Κατηγορείται πρώτα για «παραβίαση της σοσιαλιστικής νομιμότητος» κατόπιν για «αριστερή οπορτουνιστική παρέκκλιση» και τέλος για «ύποπτος πράκτορας».

 

 

 

Σε αυτόν τον απολογισμό, που στη βάση πήρε τη μορφή αγρίων συγκρούσεων, θέτει τέρμα η NKVD. Η ηγεσία καθαιρείται και τα μέλη της διασκορπίζονται σε διάφορες μακρινές από τις μεγάλες πόλεις περιοχές, στις σοσιαλιστικές χώρες.

 

 

 

Αυτοί είναι εκείνοι που αποφάσισαν και διέταξαν την προώθηση του εαμικού κινήματος σε ένοπλη πάλη. Και αυτοί οι ίδιοι στον εμφύλιο για να εξασφαλίσουν μια πόλη για την εγκατάσταση της «Δημοκρατικής Κυβέρνησης» αποφασίζουν και διατάζουν να καταληφθεί η Κόνιτσα. Η Κόνιτσα δεν καταλήφθηκε και η επιχείρηση που διέταξαν στοίχισε στο «Δημοκρατικό Στρατό» εξακόσιους νεκρούς.

 

 

 

Η ηγεσία πλαισιώνεται από την αφρόκρεμα της «αριστερής» διανόησης. Αυτή είχε αναλάβει την διαπαιδαγώγηση του «λαού μας» με την «εθνική λαϊκή παράδοση» κ.λπ. Και αυτή, όπως ολόκληρη η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, βγήκαν από τον τρομακτικό κατακλυσμό που γνώρισε η χώρα δίχως να βραχούν ούτε τα παπούτσια τους.

 

 

 

Η «νέα εθνική εποποιία», η «ηρωική καθολική αντίσταση τον λαού», «η κλεφτουριά», «το νέο '21», είναι μύθος, ένας

 

ακόμα μύθος, για να κρατούν τις εργαζόμενες μάζες δεμένες στο άρμα των εκμεταλλευτών. Και αυτόν το μύθο τον έχουν προπαντός ανάγκη εκείνοι που όπως οι «παίδες» της Αγίας Γραφής βγήκαν και αυτοί σώοι από το τρομαχτικό καμίνι δυο πολέμων που διηύθυναν δίχως να τσουρουφλισθεί από τη φωτιά ούτε μια τρίχα από τα μαλλιά τους.

 

 

 

Ίσως τουλάχιστον για ορισμένους από αυτούς τους απίθανα τυχερούς να υπάρχει στο βάθος ένα αίσθημα ενοχής.