Μια έρευνα για την επαναστατική απόπειρα να αλλάξει η πόλη της Βαρκελώνης, με την ματιά στο πλαίσιο της σύγκρουσης με την αστική τάξη, διαμέσου της ιστορίας της Barrio Chino. Το βιβλίο αποτελείται από την μετάφραση δυο άρθρων του Chris Ealham, συγγραφέα του προηγούμενου «Anarchism and the City: Révolution and Counter-Revolution in Barcelona, 1989-1937». Αυτή που προτείνεται είναι μια άποψη και μια περιγραφή αρκετά αδημοσίευτη της ισπανικής επαναστατικής διαδικασίας, με την ματιά στην προοπτική της αστικής κοινωνιολογίας [της πόλης] του συγγραφέα του «Το δικαίωμα στην πόλη», dell’autore de «Il diritto alla città», Henri Lefebvre.

Το πρώτο κείμενο, φανταστική Γεωγραφία. Ιδεολογία, αστικός χώρος και διαμάχη στην δημιουργία της συνοικίας Barrio Chino της Βαρκελώνης, 1835-1936, («Geografia immaginaria. Ideologia, spazio urbano e contestazione nella creazione del Barrio Chino di Barcellona, 1835-1936«), επικεντρώνεται στην γέννηση μιας λαϊκής και εργατικής συνοικίας, το Barrio Chino, ή Raval, γειτονιά των παραγκουπόλεων της Βαρκελώνης που συγκέντρωνε τον πιο φτωχό πληθυσμό και τον περισσότερο εξεγερτικό απέναντι στην αστική διάταξη των αστών. Η συνοικία, συνδεδεμένη με την καπιταλιστική ανάπτυξη της πόλης, καθίσταται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα συνώνυμο της εγκληματικότητας και της ανηθικότητας.

Είναι όμως στο Barrio Chino που συγκεντρώνονται επίσης όλες οι πιο δυνατές αντιστάσεις στην αστική ανάπτυξη που σκέφτηκαν οι εκσυγχρονιστές της πόλης που εμπνέονταν από την πολιτική που προωθούσε στο Παρίσι ο Haussmann. Πίσω από την θέληση εξορθολογισμού της πόλης, στην πραγματικότητα κρύβεται το πολιτικό σχέδιο να αποβληθούν οι μορφές μιας εργατικής διάταξης, επαναστατικής. γράφει ο Ealham πως στην διάρκεια των χρόνων, και κυρίως μεμονωμένα στις αρχές του XX αιώνα, αναπτύχθηκε ένα είδος προλεταριακής δημόσιας σφαίρας, που ακουμπούσε πάνω σε μιαν έντονη κοινωνικότητα (αν και, σίγουρα, δεσμευμένη στις αξιοθρήνητες συνθήκες των περιβαλλοντικών εγκαταστάσεων), μια δυναμική τοπική ταυτότητα και ένας αποφασιστικός τόπος για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Είναι μέσα στην αγκαλιά του Barrio Chino (κινεζική συνοικία) στην οποίαν την εποχή της ανάπτυξης του «pistolerismo» (ομάδες από gangster χρηματοδοτούμενες από τ’ αφεντικά) γεννιούνται οι μορφές αυτοάμυνας που προωθήθηκαν από την CNT, i Gruppi d’Azione, οι Ομάδες Δράσης. είναι σαν να έφτασε να εγγραφεί στην γειτονιά μια θέληση λαϊκού αγώνα με σκοπό να ελέγξει τον χώρο και να ασκήσει μιαν ηγεμονία. απ’ όλο αυτό, η θέληση να »ξεκαθαρίσει» η γειτονιά, που συγκεκριμενοποιείται στο «σχέδιο Macia» (από το όνομα του υποκινητή), με σκοπό να καταστραφεί το Raval. ο Macia εμπνεύστηκε κυρίως από την αρχιτεκτονική σύλληψη του Le Corbusier, που ορίζεται από τον Ealham «architetto dell’ordine», »αρχιτέκτων της τάξης». Το σχέδιο δεν θα συγκεκριμενοποιηθεί ποτέ, όμως θα δείξει με ξεκάθαρο τρόπο πως οι élite της Βαρκελώνης είχαν εμμονή με την θέληση να »καθαρίσουν» εκείνο τον χώρο, από τα στοιχεία αντίστασης.

Το πορτρέτο του Barrio Chino αποτελεί, σχεδιασμένο στο πρώτο άρθρο, κατά κάποιον τρόπο τον πρόλογο στο δεύτερο άρθρο συνδεδεμένο απευθείας με την επαναστατική προοπτική που άνοιξε από την επαναστατική προοπτική που ανοίγει με τον αγώνα ενάντια στον στρατιωτικό ξεσηκωμό του 1936. με τίτλο «Ο μύθος του θυμωμένου πλήθους. Τάξης, κουλτούρα και χώρος στον επαναστατικό αστικό σχεδιασμό στην Barcellona, 1936-1937«, αυτό το δεύτερο κείμενο αναλύει »τις κοινωνικο-χρονικές όψεις, συμβολικές, πρακτικές και χωροταξικές της επαναστατικής πολεοδομίας στην Barcellona» (σ.51).

Τίθεται σε εφαρμογή, από τον Ιούλιο του 1936 μέχρι τον Μάη του 1937, το σχέδιο μιας αντικαπιταλιστικής πόλης από την άποψη της πολεοδομικής τάξης. ο Chris Ealham βλέπει εκ νέου τις πολλαπλές όψεις αυτής της νέας τάξης; όπως, για παράδειγμα, τον πολλαπλασιασμό των οδοφραγμάτων στην πόλη. Για πολλούς, ο ρόλος τους ήταν κυρίως συμβολικός – μια επιβεβαίωση της εργατικής εξουσίας στον χώρο της πόλης. «Le barricate, τα οδοφράγματα ήταν το χωροταξικό εργαλείο μιας εξουσίας που γεννιόταν που αποτελείτο από τις μυριάδες ένοπλων επαναστατικών επιτροπών, τοπικών ή της συνοικίας, που ήλεγχαν τις μετακινήσεις προς, από και στο εσωτερικό της πόλης, και που σχημάτιζαν τους πυρήνες της βάσης μιας τέτοιας επαναστατικής εξουσίας» (σ.56).

O Ealham είναι δυνατά κριτικός απέναντι στην CNT, της οποίας η πρακτική κατευθύνεται στην ενσωμάτωση του συνδικάτου στην πολιτική δημοκρατική υπεράσπισης. επομένως, η πληθώρα των επιτροπών ζουν την ζωή τους, ανεξάρτητα από την αναρχική οργάνωση, η οποία ήταν δεσμευμένη στην ανακατασκευή εκείνου του Κράτους που ήθελε να τα ξεριζώσει; πράγμα που καταφέρνει να επιτύχει τον Μάιο του 1937. Αντιμετωπίζονται επίσης πολυάριθμες άλλες όψεις αυτής της αστικής επαναστατικής εξουσίας: τα νέα τοπωνύμια, η εργατική φόρμα που, φορεμένη, ορίζει έναν νέο κώδικα αμφίεσης, η καταστροφή αγαθών της Εκκλησίας, η διάχυση της εφημερίδας τοίχου kai tvn murales ή, ίσως το πιο ανησυχητικό απ’ όλα τα ενδεχόμενα, η άρνηση του αυτοκινήτου. «H καταστροφή των αυτοκινήτων αντανακλούσε μια αισθητική επίσης ιδέα της ισπανικής επανάστασης: μια προλεταριακή εικονοκλασία αντί-καταναλωτική, που κατευθύνονταν εναντίον ενός σημαντικού στοιχείου του αυξανόμενου καπιταλιστικού συστήματος » (σ.72).

Αναφέρονται επίσης εκείνα τα στοιχεία συντηρητισμού που επίσης συνέχισαν να ελέγχουν την ζωή, scandire la vita του επαναστατικού χώρου της Βαρκελώνης, όπως ο ρόλος που αποδίδονταν στις γυναίκες, ή, για παράδειγμα, το γεγονός πως μαχητές και πολιτοφύλακες συμφωνούν στο να διατηρήσουν την πορνεία.

*Δημοσιεύτηκε στο https://aenaikinisi.wordpress.com με πηγή από το http://francosenia.blogspot.gr