Από αριστερά, Valerio Isca, Rudolf Rocker (στην εικόνα), Paul Avrich και Federico Arcos, στη Νέα Υόρκη το 1989.

Paul Berman*

Υπήρχαν πολλές χιλιάδες ιταλόφωνοι αναρχικοί στην Αμερική - άνθρωποι από τη Σικελία ή τη νότια Ιταλία που βρέθηκαν στην Αμερική, εργάζονταν σε διάφορες δουλειές και διάβαζαν εφημερίδες με ονόματα όπως “Cronaca sovversiva”, “L’Adunata dei Refrattari” και “Il Martelo”. Οι Ιταλοί αναρχικοί έπαιξαν έναν ιδιαίτερα παθιασμένο ρόλο στο αμερικανικό εργατικό κίνημα στις δεκαετίες του 1910 και 1920, ενώ δύο από αυτούς, ο Nicola Sacco και ο Bartolomeo Vanzetti, πέρασαν στην ιστορία ως θύματα αμερικανικής αδικίας. Αυτό ήταν σχεδόν το πλέον κορυφαίο σημείο για τον ιταλόφωνο αναρχισμό στην Αμερική.

Ωστόσο, τις δεκαετίες μετά τους Sacco και Vanzetti, οι παλαιοί Ιταλοαμερικανοί αναρχικοί δεν εξαφανίστηκαν ποτέ εντελώς. Ακόμα και μετά την παύση των τελευταίων εφημερίδων, το 1972 (της “L’Adunata dei Refrattari”), υπήρχε πάντα κάποιος μέχρι τώρα που μπορούσε να σηκωθεί σε μια αίθουσα γεμάτη κόσμο ανθρώπους και να εξηγήσει τις παλιές ιδέες. Τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους (σ.σ. 1996), ένας γέροντας με το όνομα Valerio Isca -φίλος μου, έχω την τιμή να το πω- πέθανε σε ηλικία 95 ετών και ο ιταλο-αμερικανικός αναρχισμός έχασε την τελευταία δημόσια φωνή του.

Τι προσέφεραν οι Ιταλοί αναρχικοί στην Αμερική; Μια κλασική εξήγηση δόθηκε από τον John Dos Passos στην τριλογία του “USA” και μερικά από τα άλλα μυθιστορήματά του. Στην εικόνα του Dos Passos για την Αμερική, το… Big Business γινόταν μεγαλύτερο, οι εργαζόμενοι γίνονταν ολοένα και πιο απελπισμένοι και η προοπτική μιας αριστερής επανάστασης φάνταζε πιο πιθανή. Ποια θα μπορούσαν να ήταν καλά νέα - εκτός από το ότι το αριστερό κίνημα της Αμερικής πήγε επίσης στην κόλαση; Οι κυνικοί κομμουνιστές, οπαδοί της δικτατορίας του προλεταριάτου γίνονταν όλο και πιο δυνατοί μέσα στην αμερικανική αριστερά, και οι μετανάστες αναρχικοί και οι Wobblies (οι συνδικαλιστές των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου - IWW) με τον ιδεαλιστικό τους ζήλο για ελευθερία εξαφανίζονταν σαν σκιές.

Όμως -και αυτό αποτέλεσε τη σωτηρία της Αμερικής, στη φαντασία του John Dos Passos- οι αναρχικοί και οι Wobblies ποτέ δεν παραιτήθηκαν από τις αρχές τους. Τουλάχιστον, υπήρχαν πάντα άνθρωποι που αρνούνταν να τους εκμεταλλεύονται ή να εκμεταλλευτούν οποιονδήποτε άλλο, που δεν ήθελαν να κυβερνηθούν ή να κυβερνήσουν κάποιον άλλο. Η αναρχική εκδοχή της προσκόλλησης σε αυτές τις μεγαλόψυχες αντιλήψεις ήταν λίγο παράδοξη στο πορτρέτο του Dos Passos. Ωστόσο, ο ίδιος κατανόησε αυτούς τους ανθρώπους, νιώθωντάς τους. Και όποιος έχει φυλομετρήσει τις “USA” θα έχει σίγουρα θαυμάσει τον μοναχικό αναρχικό αγωνιστή του Dos Passos που λαχταρά για ένα καταδικασμένο ιδανικό της εργατικής τάξης, μκαι εκεί ο Valerio Isca είναι μια εντελώς γνωστή φιγούρα.

Η νόσος του Πάρκινσον τον έκανε να δονείται σχεδόν βίαια (αν και δεν τον εμπόδιζε να ασκεί την εργασία του ως μηχανικός). Τα μαλλιά του ήταν άσπρα και άγρια, η σικελική του προφορά ταλαντευόταν με μια μεγάλη τρεμούλα, και όταν σηκώθηκε να μιλήσει, ήταν αδύνατο να πάρεις το βλέμμα σου από πάνω του. Εξήγησε ότι προερχόταν από την εργατική τάξη και αγωνιζόταν γι’ αυτήν, ότι ήθελε μια κοινωνία αλληλεγγύης και ελευθερίας - και κάθε του λέξη εξέπεμπε ένα συναίσθημα. Γιατί ήταν πεπεισμένος ότι, ως αναρχικός, εκπροσωπούσε μια ισχυρή επαναστατική δύναμη, ότι διασκορπούσε αυτλες τις ριζοσπαστικές σκέψεις στο περιβάλλον γύρω του, κάνοντας την μπουρζουαζία να τρομοκρατεόται -  αφήνοντας έκπληκτους όλους γύρω του.

Υπηρέτησε στον ιταλικό στρατό κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Στη συνέχεια, μετανάστευσε στις ΗΠΑ, στη Νέα Υόρκη και το Νιού Τζέρσεϋ, και εντάχθηκε στη Διεθνή Ομάδα, τον κύκλο “Road to Freedom” και μερικές άλλες αναρχικές ομάδες - εργατικές οργανώσεις με σχεδόν καθόλου διανοούμενους ή άτομα με εκπαίδευση έστω και μεσαίας τάξης. Αυτές οι παλιές αναρχικές ομάδες δεν απέκτησαν ποτέ τεράστια επιρροή κι αυτό εξαιτίας κάποιων μικρών “ρωγμών” στο σκεπτικό τους: Δεν μπορούσαν ποτέ να προσδιορίσουν μια εύλογη στρατηγική για να πάρουν κάτι από τον κόσμο έτσι όπως υπήρχε στον κόσμο των ελπίδων τους. Η ομάδα γύρω από τη “L’Adunata dei Refrattari” έκλινε περισσότερο προς μια “τρομοκρατική” κατεύθυνση (και, στην πραγματικότητα, ένας από τους αναγνώστες της εφημερίδας από το Μπρονξ, ο Mike Schirru, πήγε στην Ιταλία και προσπάθησε να δολοφονήσει τον Μουσολίνι - όμως συνελήφθη και εκτελέστηκε). Αλλά ο Valerio Isca δεν πίστευε στη βία. Η ομάδα γύρω από το “Il Martelo” ήταν υπέρ του συνδικαλισμού, κάτι που ενέκρινε και ο Isca. Όμως ο συνδικαλισμός στην Αμερική δεν πήρε ποτέ μια επαναστατική κατεύθυνση.

Επίσης, άλλοι αναρχικοί τάσσονταν υπέρ και ευνοούσαν τη συγκρότηση κοινοτήτων. Ο Isca συμμετείχε σε δύο τέτοιες αποικίες. Μια από αυτές, στο Στέλτον του Νιού Τζέρσεϊ, διέθετε ένα διάσημο σχολείο που βασιζόταν σε μη αυταρχικές αρχές και έγινε γνωστό για το καλλιτεχνικό του πνεύμα. Το άλλο, στο Mohegan της Νέας Υόρκης, ήταν πιο μετριοπαθές. Και οι δύο αποικίες ήταν αρκετά ευχάριστες, θεωρούνταν κάτι ως τόποι όπου μέλη εργατικής τάξης μπορύσαν να ζουν από κοινού, αν και καμία από αυτές της αποικίες δεν ήταν στο παραμικρό ανατρεπτική. Στη συνέχεια ήρθε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, και ο Isca και οι αναρχικοί έπρεπε να επιλέξουν μεταξύ της διατήρησης της επαναστατικής τους αδιαλλαξίας ή της υποστήριξης των Ηνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο - και ο ίδιος και πιθανώς σχεδόν το μισό αναρχικό κίνημα, συσπειρώθηκαν γύρω από τον αναρχοσυνδικαλιστή θεωρητικό Rudolf Rocker, κάτι που ήταν λογικό γι’  αυτούς. Αλλά με αυτόν τον τρόπο οι αναρχικοί υποβίβασαν το μικροσκοπικό επαναστατικό τους κίνημα σε ένα φιλοσοφικό ρεύμα, ακόμα κι αν αρνήθηκαν πεισματικά να κάνουν κάτι τέτοιο.

Το 1945, ο Isca βοήθησε στην ίδρυση της Libertarian Book Club (Λέσχη Ελευθεριακού Βιβλίου), η οποία κατά τη διάρκεια μισού περίπου αιώνα υπήρξε η πιο σταθερή από τις αναρχικές οργανώσεις στη Νέα Υόρκη. (Η λέξη "ελευθεριακός" ξεκίνησε ως αριστερό συνώνυμο του "αναρχικού" και άρχισε να χρησιμοποιείται από τους δεξιούς θιασώτες της ελεύθερης αγοράς του Libertarian Party μόνο τις τελευταίες δεκαετίες.) Η Λέσχη πραγματοποιούσε διαλέξεις στην αίθουσα μιας εβραϊκής σοσιαλδημοκρατικής οργάνωσης (Workmen’s Circle) και στη δεκαετία του 1970, όταν ήμουν φοιτητής, άρχισα να παρευρίσκομαι. Μερικές φορές προσκλήθηκα να μιλήσω. Το δωμάτιο ήταν γεμάτο από ηλικιωμένους Wobblies και τις συζύγους τους (ή “συντρόφισσες”, για να χρησιμοποιήσω τον αναρχικό όρο), συνταξιούχους ναυτικούς, μηχανικούς, τυπογράφους, βετεράνους της Ρωσικής Επανάστασης του 1917 και ήρωες της ισπανικής αναρχικής Επανάστασης της δεκαετίας του 1930. Ποτέ δεν είχα απευθυνθεί σε ένα πιο υπέροχο κοινό. Και από αυτούς τους ανθρώπους, κανείς δεν ήταν πιο ενδιαφέρων από τον Valerio Isca.

Τον επισκέφθηκα στο σπίτι του -ζούσε σε έναν συνεταιρισμό που είχε δημιουργηθεί από το συνδικάτο των εργαζομένων ενδυμάτων στο Μανχάταν- και με εξέπληξε η συλλογή βιβλίων του. Ο Isca ήταν οπαδός της ελευθεριακής σοσιαλιστικής ηθικής του Κροπότκιν, αλλά η πιο αγαπητή του συλλογή αποδείχθηκε ότι ήταν ένα ράφι γεμάτο βιβλία του Henry D. Thoreau. Από αυτούς τους δύο στοχαστές, τον Κροπότκιν και τον Thoreau, συγκρότησε την προσέγγισή του στη ζωή: αξιοπρεπής, ανεξάρτητος, λίγο άγριος ίσως, με πλήρη έχθρα εναντίον αφεντικών και ιερέων, αλλά και γεμάτος αγάπη για μάθηση, για τους συναδέλφους του - και για το περιβάλλον.

Ο Paul Avrich, ο μεγάλος ιστορικός του αμερικανικού αναρχισμού, έχει γράψει ένα συναρπαστικό και ανεκτίμητο βιβλίο που ονομάζεται “Anarchist Voices” (“Αναρχικές Φωνές”) , το οποίο περιέχει συνεντεύξεις από 180 από τους παλαιούς αναρχικούς, ιταλόφωνους και μη - οι περισσότεροι από αυτούς δεν υπάρχουν εν ζωή τώρα πια. Ξεφυλλίζοντας αυτό το βιβλίο είναι σαν να συναντώ σχεδόν ολόκληρο το κοινό που παρακολουθούσε τις διαλέξεις μου στο Libertarian Book Club. Και στις σελίδες του Avrich συναντώ τον παλιό μου φίλο που αγαπούσε τον Thoreau.

"Ο αναρχισμός στη βάση του είναι μια ηθική φιλοσοφία", είχε δηλώσει ο Valerio Isca στον ιστορικό Paul Avrich. “Όταν ένας άνθρωπος συνειδητοποιεί ότι είναι ανήθικο να εκμεταλλεύεται έναν άλλο άνθρωπο και ανήθικο να καταπιέζει έναν άλλο άνθρωπο, και όταν αρνείται να το κάνει, αυτός ο άνθρωπος έχει γίνει αναρχικός”.

Η γλώσσα του ήταν ευγενική. Ποιος μιλάει έτσι σήμερα; Κανένας…, κανένας.

Ο Valerio Isca πέθανε το 1996.