Γ. ΤΑΜΤΑΚΟΥ, ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

 

 

 

Μέρος Β’

 

Οι απεργίες τότε ήταν συχνές και στους χώρους του πανεπιστημίου με αλλεπάλληλες συγκρούσεις φοιτητών και έφιππης αστυνομίας. Σε μια τέτοια απεργία ήταν που ρωτήθηκε ο πρύτανης Αβροτέλης Ελευθερόπουλος από τους δημοσιογράφους για τις εντυπώσεις του από την απεργία των φοιτητών και είπε: «Οι εντυπώσεις μου είναι πως είδα άλογα επί αλόγων να εφορμούν επί ανθρώπων»..

 

Τώρα βέβαια ο Καραμανλής εκμοντέρνισε τα μέσα διώξεως με τις αύρες και τα καπνογόνα. Κάτι διδάχτηκε στο εξωτερικό που έλλειπε). Την περίοδο που ακόμα τα άλογα της χωροφυλακής έκαναν επέλαση στα καλντερίμια της άνω πόλης, Τσινάρ, Κουλέ Καφέ..., πήγαιναν για να διαλύσουν συγκεντρώσεις, πετώντας γκαζοντενεκέδες στα πόδια, πασκίζοντας τα άλογα από φόβο, χωρίς να φταίνε τα κακόμοιρα όσο φταίγαν οι αναβάτες τους και προπαντός εκείνοι που τα στέλναν.

 

Η Θεσσαλονίκη είχε δώσει αρκετούς απεργιακούς αγώνες σε πολλούς κλάδους, που έπαιρναν μαχητικό χαρακτήρα με σπάσιμο βιτρινών όταν οι εργοδότες ήταν ανυποχώρητοι, ή χρησιμοποιούσαν απεργοσπάστες τους οποίους οι απεργοί ξυλοκοπούσαν.  Ιδίως στους τσαγκαράδες τα επεισόδια ήταν τακτικά, με τους απεργοσπάστες και τα 3 έψιλον ΕΕΕ με τους γνωστούς Μελεμένιδες, καθάρματα που η αστυνομία τους εφοδίαζε με πιστόλια δήθεν για την προστασία τους. Τα ΕΕΕ ήταν τα αρχικά της οργάνωσής τους. 

 

Όλοι αυτοί αργότερα, με τον ερχομό των Γερμανών, εντάχθηκαν στο τάγμα του ασφαλίτη Παύλου φορώντας γερμανικές στολές και χρησιμοποιήθηκαν για την δίωξη των αγωνιστών του κινήματος. Η αστυνομία έκανε τακτικά εφόδους στα συνδικάτα για να τρομοκρατεί τους εργάτες. Όταν γίνονταν συνελεύσεις έρχονταν χαφιέδες να τις παρακολουθούν και μάλιστα χωρίς στολή, τους οποίους οι εργάτες τους έβγαζαν έξω για να έλθουν αν θέλουν με τη στολή τους.

 

Μια τέτοια έφοδος έγινε στο Εργατικό Κέντρο το 1933 στη γωνία Βενιζέλου και Ιουστινιανού. Οι εργάτες πριν την έφοδο οχυρώθηκαν μέσα στο Κέντρο κλείνοντας τη σκάλα, όταν τους εκπόρθησαν με αντλίες, σκότωσαν τον οικοδόμο εργάτη Γούναρη και τραυμάτισαν πολλούς.

 

Ο ΜΑΗΣ ΤΟΥ 1936

 

 

 

Τα αιματηρά γεγονότα του Μάη 1936 στη Θεσσαλονίκη ξέσπασαν αυθόρμητα. Αφορμή τους η απεργία του καπνεργοστασίου «Κομέρσιαλ». Οι εργάτες είχαν υποβάλει τα αιτήματά τους στον εργοδότη και όταν αυτός το απέρριψε, κατέλαβαν το εργοστάσιο, κλείστηκαν μέσα σ’ αυτό και με πανώ και μαύρες σημαίες στα παράθυρα, ζητούσαν τη συμπαράσταση των άλλων εργοστασίων.

 

Σε λίγες μέρες κηρύσσεται πανκαπνεργατική απεργία και από τις δύο συνομοσπονδίες των λεγόμενων συντηρητικών και της Ενωτικής που ελέγχονταν από το ΚΚΕ. Ήταν η εποχή που η πολιτική των σταλινικών ήταν ακόμη υπέρ της γενίκευσης των απεργιών. Όταν η απεργία άρχισε να επεκτείνεται και στους άλλους κλάδους παίρνοντας γενικώτερο χαρακτήρα, οι σταλινικοί που είχαν την πλειοψηφία δίνουν εντολή - χωρίς να προηγηθούν συνελεύσεις των σωματείων για να εκλέξουν απεργιακές επιτροπές - να» μετατραπούν οι διοικήσεις των σωματείων σε απεργιακές επιτροπές, οι δε γραμματείς τους να αποτελέσουν την Κεντρική Απεργιακή Επιτροπή.  Δεν έγινε καμμιά γενική συγκέντρωση, αλλά μικρότερες συγκεντρώσεις σε διάφορα σημεία της πόλης, όπου διάφοροι ομιλητές .μιλούσαν οπό πρόχειρα βήματα.

 

Σε μια τέτοια συγκέντρωση κοντά στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου, οι χωροφύλακες του Ε’ αστυνομικού τμήματος που βρίσκονταν απέναντι από τα λουτρά «Παράδεισος» στην πλατεία Αριστοτέλους και Εγνατίας, πυροβόλησαν χωρίς λόγο πάνω στους συγκεντρωμένους εργάτες και σκότωσαν 7-8. Κατόπιν πυροβολούν και σε άλλα σημεία προσπαθώντας να διαλύσουν τους συγκεντρωμένους, σκοτώνοντας κι άλλους, ανάμεσα σ’ αυτούς και γυναίκες. Οι σκοτωμένοι ήταν πάνω από 12 και οι τραυματίες πάνω από 300.

 

Αυτή η σφαγή προκαλεί την αγανάκτηση των εργατών και συνοδεύεται απ’ την εξέγερσή τους. Το τι έγινε είναι απερίγραπτο. Να χτυπούν οι καμπάνες πολλών εκκλησιών, του Αγίου Δημητρίου, καλώντας τον κόσμο σε εξέγερση, να γεμίζουν οι δρόμοι από αγανακτισμένες μάζες που έρχονταν απ’ όλες τις συνοικίες. Άνδρες και γυναικόπαιδα με άγριες διαθέσεις να λυντσάρουν τους χωροφύλακες πετώντας τους πέτρες, να φωνάζουν «κάτω οι δολοφόνοι», άλλοι πάλι να θέλουν να βάλουν φωτιά στα τμήματα που. είχαν κλειστεί μέσα οι δολοφόνοι ή στο υπόγειο του Διοικητηρίου, άλλοι εργάτες ζητούσαν όπλα για να καταγγελθούν απ’ τους σταλινικούς σαν προβοκάτορες.

 

Οι σταλινικοί που ήταν πριν υπέρ της γενίκευσης των απεργιών τώρα προσπαθούν να συγκρατήσουν τις εξεγερμένες μάζες για να μην κάνουν «έκτροπα».

 

Εδώ πρέπει να σημειώσω κάτι. Όταν ο γράφων μιλούσε σε ογκώδη συγκέντρωση στη γωνία Εγνατίας και Βενιζέλου, ανεβασμένος σ’ ένα περίπτερο, ο σταλινικός Κούτβης Σολομών Κοέν στέλεχος του ΚΚΕ, διέδιδε στους συγκεντρωμένους, ότι εγώ που μιλάω απ’ το περίπτερο είμουν χαφιές. Τότε μια ομάδα από νέους τσαγκαράδες του είπαν να ντρέπεται λιγάκι για τη συκοφαντία που έκανε, γιατί αν τον έπιαναν θα τον ξέσκιζαν. Ας σημειωθεί πως η ομάδα αυτών των νιων ήταν σταλινικοί. Του τόνισαν ακόμη, ότι αυτός μπορεί να μην είναι δικός μας, αλλά είναι ένας τίμιος εργάτης.

 

Όπως απεκαλύφθη αργότερα με την δικτατορία του Μεταξά αυτός είχε καταδώσει στην ασφάλεια τους περισσότερους σταλινικούς ισραηλίτες και έλληνες της Θεσσαλονίκης. Όπως φαίνεται από καιρό δούλευε για λογαριασμό της ασφάλειας μέσα στο ΚΚΕ, γιατί κάποτε όταν ακόμη ήταν ο Στίνας στο ΚΚΕ και υπεύθυνος της περιφερειακής Μακεδονίας-Θράκης, αυτός ο Κούτβης Σολομών Κοέν, του είχε προτείνει να κάνει μια φράξια μέσα στην ασφάλεια. Γνώριζε - όπως έλεγε - ορισμένους «καλούς» για λογαριασμό του κόμματος, για να μαθαίνουν τις κινήσεις της ασφάλειας. Απεδείχθη όμως το αντίθετο, γιατί η ασφάλεια είχε γερή φράξια μέσα στο ΚΚΕ, μ’αυτόν, τον Λιθοξόπουλο, τον Μελίκογλου κλπ.

 

Αλλά οι μάζες είναι τώρα κυρίαρχες στους δρόμους. Τότε δίνεται η εντολή να επέμβει ο στρατός. Ο στρατός όμως από την πρώτη στιγμή δείχνει φιλικές διαθέσεις και συμπάθεια στους εργάτες, οι οποίοι χειροκροτούν και αγκαλιάζουν τους στρατιώτες. Ο στρατός είναι στην ουσία με το μέρος των εργαζομένων και συναδελφώνεται με το πλήθος. Μια κατάσταση που φυσικά ενοχλεί τους ανωτέρους που την βλέπουν.

 

Τότε κάνουν την εμφάνισή τους σε μια συνεδρίαση της Κεντρικής Απεργιακής Επιτροπής οι Βενιζελικοί βουλευτές Θεσσαλονίκης Ζάνας και Μαυροκορδάτος δήθεν για μεσολάβηση. Στην αρχή ζήτησαν να λυθεί η απεργία στα νοσηλευτικά ιδρύματα (βλέπεις τους έπιασε ο πόνος τους ανθρώπους του ιδιώνυμου, τα κοπέλια του Βενιζέλου) να παρασχεθεί σ’ αυτά τροφοδοσία κλπ, αλλά κατόπιν άρχισαν να επεμβαίνουν γενικότερα στο ζήτημα της απεργίας. Από τα μέλη της Κεντρικής Απεργιακής μόνο ο Π. Β.  γραμματέας τότε των υφαντουργών, αντέδρασε στις επεμβάσεις των Βενιζελικών βουλευτών. Όταν το ζήτημα ήλθε στις κλαδικές απεργιακές επιτροπές; αντέδρασαν στους τσαγκαράδες οι σύντροφοι Γιάννης Ταμτάκος και Κώστας Κ., για τις παρεμβάσεις. Η γενική πανελλαδική απεργία που είχαν υποσχεθεί να κηρύξουν οι δύο συνομοσπονδίες, ύστερα από εσκεμμένες παρελκυστικές διαπραγματεύσεις πάνω από μια βδομάδα, είχε στο τέλος μηδαμινό αποτελέσματα. Η κατάσταση στο μεταξύ και με την πάροδο των ημερών είχε ξεθυμάνει. Η  αποτυχία της ήταν επόμενη.

 

Ο στρατηγός Ζέπος αφού είδε ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το στρατό της Θεσσαλονίκης και βλέποντας τους χωροφύλακες πανικόβλητους και κλεισμένους στα αστυνομικά τμήματα, άρχισε να δίνει υποσχέσεις, πως όλα τα ζητήματα των εργατών θα ικανοποιηθούν οι οικογένειες των θυμάτων, οι δε ένοχοι θα τιμωρηθούν και πολλά άλλα.

 

Οι αρχηγοί των εργατών, ο αξιοθρήνητος βουλευτής του ΚΚΕ Μιχ. Σινάκος, ο Απόστολος Γκρόζος, ο Σταυρίδης, κάνουν δεκτές τις υποσχέσεις του στρατηγού Ζέπου και καλούν τους εργάτες να δώσουν εμπιστοσύνη στον «λόγο τιμής ενός ανωτάτου αξιωματικού» και να πάνε ήσυχα στα σπίτια. τους. Έτσι κατέληξε και κατέρρευσε προδομένη μια μεγαλειώδης εξέγερση.

 

Την άλλη μέρα αντί να ικανοποιηθούν τα ζητήματα των εργατών και να αποζημιωθούν οι οικογένειες των θυμάτων, η κυβέρνηση μετέφερε από τη Λάρισα νέο στρατό και ιππικό της εμπιστοσύνης της. Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης γέμισε από πολεμικά πλοία.  Η πόλη τώρα στρατοκρατείται και αρχίζουν οι συλλήψεις. Οι σταλινικοί με προκήρυξή τους καταγγέλλουν τον στρατηγό Ζέπο που δεν κράτησε τον λόγο της στρατιωτικής του «τιμής».

 

Τώρα, όσο για τους αντιπροσώπους της Ο.Κ.Δ.Ε. στην κεντρική απεργιακή επιτροπή, δεν είναι αλήθεια αυτά που έγραψε ο Πουλιόπουλος ότι δεν ήταν κανένας. Ή ότι ο μόνος που ήταν, ήταν ο Π. Β.  μέλος της ΚΔΕΕ του Στίνα. Από την Ο.Κ.Δ.Ε. ήταν σε μια κλαδική επιτροπή μόνο ο Πανταζής και ο Γιάννης Ταμτάκος και ο Κ. Κων. - μέλη τω» διοικητικών συμβουλίων στις κλαδικές επιτροπές. Ανάμεσα στους 62 κατηγορούμενους που είχε εκδοθεί ένταλμα συλλήψεως σαν υπεύθυνων για τα γεγονότα ήταν και ο Γιάννης Ταμτάκος και ο Πανταζής. Με την κήρυξη όμως της δικτατορίας οι κατηγορούμενοι είχαν όλοι συλληφθεί, και έτσι η δίκη δεν έγινε τελικά.  Το γεγονός πάντως είναι ότι τον Πουλιόπουλο δεν τον είδαμε καθόλου. Δεν ήλθε στη Θεσσαλονίκη όπως ισχυρίζεται στα γραπτά του.

 

Έτσι με τη δικτατορία και με το νόμο του ιδιωνύμου που είχε ψηφίσει ο Βενιζέλος με τα κοπέλια του, τους υπουργούς του, Παπανδρέου τότε της παιδείας, Ρέντη Σοφούλη κλπ, συνέχιζαν να λειτουργούν οι επιτροπές ασφαλείας.  και επί δικτατορίας Μεταξά. Μ’ αυτό το τρόπο εκτόπιζαν χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη κατηγορία παρά μόνο η συνδικαλιστική δράση κάθε συνδικαλιστικό στοιχείο που ενοχλούσε την εργοδοσία.

 

* Δημοσιεύτηκε στο Αναρχικό Ενημερωτικό Δελτίο, Τεύχος 2, Δεκέμβρης 1984, Θεσσαλονίκη.