ΤΟΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΙΣ

 

 

 

Πλήρεις πόνου και οδύνης επί τη δυστυχία και αθλιότητι εν ή ευρίσκεται σύμπας ο εργατικός κόσμος, συνεπώς και ο ημέτερος, ο την γλώσσαν του Θρασυβούλου και Αριστογείτονος λαλών, έμπλεως δε ανησύχου μερίμνης επί τοις επικειμένοις γεγονόσιν, άτινα εγκυμονεί η παρούσα τάξις των πραγμάτων, και διακαούς πόθου όπως συνετελέσωμεν εις την όσον ένεστι δι’ ολιγωτέρων κινδύνων και θυσιών επιτέλεσιν του αιωνίου έργου πάντων των ανδρών του πνεύματος και της καρδίας, - απεφασίσαμεν την έκδοσιν του “Ν έ ο υ  Φ ω τ ό ς”, εφημερίδος αρχών υπισχνουμένων την λύσιν του κοινωνικού ζητήματος, όπερ απειλεί να μεταβάλη εις θρύμματα και παιπάλην παν ό,τι μέχρι τούδε επετέλεσεν η ανθρωπότης εν τε τη τέχνη και επιστήμη και επαναβυθίση τον άνθρωπον εις την άβυσσον του σκότους και της δουλείας εξ ής μόλις σήμερον κατώρθωσε μετά αιωνίους μόχθους και αγώνας ν’ αναχθή μέχρι της επιφανείας, εάν δεν τύχη πεφωτισμένης διευθύνσεως, ή, όπερ ορθώτερον και επιστημονικώτερον, να κρατήση τον ανθρώπινον κόσμον εις μακράν σεισμικήν περίοδον, δυνάμει του νέου νόμου της Προόδου, ή να ζυμωθή όλη η ανθρωπίνη μάζα με την νέαν αλήθειαν, με το νέον φως, και μορφωθή εις νέον όλως κόσμον, αγάπης, αλληλεγγύης, αρμονίας.

 

Δεν αγνοούμεν ότι το έργον όπερ αναλαμβάνωμεν είνε μέγα και βαρύ, αλλ’ έχοντες πεποίθησιν επί τον ζέοντα προς το ημέτερον Ιδεώδες ζήλον μας και επί την γενναίαν συνδρομήν παντός φλεγομένου υπό του έρωτος προς την Γνώσιν, την Αλήθειαν, το Δίκαιον και το Καλόν, προχωρούμεν μετά θάρρους και αποφασιστικότητος προς το έργον, ουδόλως ανησυχούντες δια το γλίσχρον των υλικών μέσων άπερ διαθέτομεν και το ασθενές των ημετέρων δυνάμεων. Εις είνε ο πόθος μας, μία η φιλοδοξία μας, έν το ιδεώδες μας, η επιτέλεσις του καθήκοντος προς τους ομοίους μας, η ικανοποίησις των επιταγών της ημετέρας συνειδήσεως. Ουδενός κόπου και θυσίας θέλομεν φεισθή, όπως η αποστολή ήν ετάξαμεν εις εαυτούς έλθη εις αίσιον πέρας.

 

Το σύμβολόν μας είναι Φως και Πέλεκυς. Πέλεκυς κατά παντός ό,τι υπάρχει σαπρόν και νοσηρόν, Φως δε ζωογόνον πανταχού, ίνα πάντες ζωογονηθώμεν και βαδίσωμεν ευθύς προς το τέρμα, όπερ αρμόζει εις όντα λογικά και ευγενή. Το φως δε γεννά η ελευθέρα συζήτησις.

 

Δια τούτο εν ταις στήλαις της ημετέρας εφημερίδος θέλομεν καταχωρεί πάσαν ιδέαν κοινωνιολογικήν οιασδήποτε σχολής, είτε ως βάσιν την ύπαρξιν Υπερτάτου Όντος έχουσαν, είτε την ανυπαρξίαν τοιούτου, ίνα οι ημέτεροι αναγνώσται δύνανται ελευθέρως να εκλέγωσι το αληθές και ασπάζονται αυτό. “Η αληθεια ελευθερώσει ημάς”. Αλλ’ όπως αύτη ευρεθή ή αποδειχθή, ανάγκη να ζητηθή, όπως δε ζητηθή, ανάγκη να μη ώμεν κατειλημμένοι εκ των προτέρων εναντίον αυτής, να έχωμεν την δύναμιν όπως ερευνήσωμεν και τας ως βεβηλοτέρας ακόμη θεωρουμένας ιδέας, βέβαιοι όντες ότι εάν ημείς κατέχωμεν την Αλήθειαν, ουδόλως θέλομεν βλαβή, τουναντίον θέλομεν αρυσθή νέα επιχειρήματα, νέας δυνάμεις, εάν δε πλανώμεθα, θέλομεν απαλλαγή από την δουλείαν των προλήψεων και δεισιδαιμονιών, και θέλομεν εύρει νέαν ζωήν, την τελείαν ζωήν της γνώσεως, διότη εν τη τελεία γνώσει η τελεία ζωή.

 

Β. Θεοδωρίδης

 

“Νέον Φως”, Νο 1, Πύργος, 4 Οκτωβρίου 1898.

 

 

 

 

Πλήρεις πόνου και οδύνης επί τη δυστυχία και αθλιότητι εν ή ευρίσκεται σύμπας ο εργατικός κόσμος, συνεπώς και ο ημέτερος, ο την γλώσσαν του Θρασυβούλου και Αριστογείτονος λαλών, έμπλεως δε ανησύχου μερίμνης επί τοις επικειμένοις γεγονόσιν, άτινα εγκυμονεί η παρούσα τάξις των πραγμάτων, και διακαούς πόθου όπως συνετελέσωμεν εις την όσον ένεστι δι’ ολιγωτέρων κινδύνων και θυσιών επιτέλεσιν του αιωνίου έργου πάντων των ανδρών του πνεύματος και της καρδίας, - απεφασίσαμεν την έκδοσιν του “Ν έ ο υ  Φ ω τ ό ς”, εφημερίδος αρχών υπισχνουμένων την λύσιν του κοινωνικού ζητήματος, όπερ απειλεί να μεταβάλη εις θρύμματα και παιπάλην παν ό,τι μέχρι τούδε επετέλεσεν η ανθρωπότης εν τε τη τέχνη και επιστήμη και επαναβυθίση τον άνθρωπον εις την άβυσσον του σκότους και της δουλείας εξ ής μόλις σήμερον κατώρθωσε μετά αιωνίους μόχθους και αγώνας ν’ αναχθή μέχρι της επιφανείας, εάν δεν τύχη πεφωτισμένης διευθύνσεως, ή, όπερ ορθώτερον και επιστημονικώτερον, να κρατήση τον ανθρώπινον κόσμον εις μακράν σεισμικήν περίοδον, δυνάμει του νέου νόμου της Προόδου, ή να ζυμωθή όλη η ανθρωπίνη μάζα με την νέαν αλήθειαν, με το νέον φως, και μορφωθή εις νέον όλως κόσμον, αγάπης, αλληλεγγύης, αρμονίας.

 

Δεν αγνοούμεν ότι το έργον όπερ αναλαμβάνωμεν είνε μέγα και βαρύ, αλλ’ έχοντες πεποίθησιν επί τον ζέοντα προς το ημέτερον Ιδεώδες ζήλον μας και επί την γενναίαν συνδρομήν παντός φλεγομένου υπό του έρωτος προς την Γνώσιν, την Αλήθειαν, το Δίκαιον και το Καλόν, προχωρούμεν μετά θάρρους και αποφασιστικότητος προς το έργον, ουδόλως ανησυχούντες δια το γλίσχρον των υλικών μέσων άπερ διαθέτομεν και το ασθενές των ημετέρων δυνάμεων. Εις είνε ο πόθος μας, μία η φιλοδοξία μας, έν το ιδεώδες μας, η επιτέλεσις του καθήκοντος προς τους ομοίους μας, η ικανοποίησις των επιταγών της ημετέρας συνειδήσεως. Ουδενός κόπου και θυσίας θέλομεν φεισθή, όπως η αποστολή ήν ετάξαμεν εις εαυτούς έλθη εις αίσιον πέρας.

 

Το σύμβολόν μας είναι Φως και Πέλεκυς. Πέλεκυς κατά παντός ό,τι υπάρχει σαπρόν και νοσηρόν, Φως δε ζωογόνον πανταχού, ίνα πάντες ζωογονηθώμεν και βαδίσωμεν ευθύς προς το τέρμα, όπερ αρμόζει εις όντα λογικά και ευγενή. Το φως δε γεννά η ελευθέρα συζήτησις.

 

Δια τούτο εν ταις στήλαις της ημετέρας εφημερίδος θέλομεν καταχωρεί πάσαν ιδέαν κοινωνιολογικήν οιασδήποτε σχολής, είτε ως βάσιν την ύπαρξιν Υπερτάτου Όντος έχουσαν, είτε την ανυπαρξίαν τοιούτου, ίνα οι ημέτεροι αναγνώσται δύνανται ελευθέρως να εκλέγωσι το αληθές και ασπάζονται αυτό. “Η αληθεια ελευθερώσει ημάς”. Αλλ’ όπως αύτη ευρεθή ή αποδειχθή, ανάγκη να ζητηθή, όπως δε ζητηθή, ανάγκη να μη ώμεν κατειλημμένοι εκ των προτέρων εναντίον αυτής, να έχωμεν την δύναμιν όπως ερευνήσωμεν και τας ως βεβηλοτέρας ακόμη θεωρουμένας ιδέας, βέβαιοι όντες ότι εάν ημείς κατέχωμεν την Αλήθειαν, ουδόλως θέλομεν βλαβή, τουναντίον θέλομεν αρυσθή νέα επιχειρήματα, νέας δυνάμεις, εάν δε πλανώμεθα, θέλομεν απαλλαγή από την δουλείαν των προλήψεων και δεισιδαιμονιών, και θέλομεν εύρει νέαν ζωήν, την τελείαν ζωήν της γνώσεως, διότη εν τη τελεία γνώσει η τελεία ζωή.

 

Β. Θεοδωρίδης

 

“Νέον Φως”, Νο 1, Πύργος, 4 Οκτωβρίου 1898.