Υπάρχουν στιγμές στην ιστορία του ταξικού ανταγωνισμού που ακόμη και μέσα από τις πιο ζοφερές συνθήκες ξεπηδούν πρόσωπα και πράγματα αληθινά αξιοθαύμαστα. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η εμφάνιση του φαινομένου «Πειρατές του Εντελβάις» τη μαύρη εποχή της ναζιστικής Γερμανίας. Με σχεδόν ανύπαρκτη βιβλιογραφία πάνω στο θέμα, οι λιγοστές διαδικτυακές πηγές αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για το παρακάτω κείμενο που σκοπό έχει να τραβήξει για λίγο τα βλέμματα μας πάνω σε μία από τις πιο όμορφες στιγμές αυτού που πολλοί και πολλές από εμάς αρεσκόμαστε να ονομάζουμε ομορφιά των αρνήσεων, θερμές ευχαριστίες στον Ηλία της ταξιαρχίας Velpeilt για την μετάφραση και την επιμέλεια του κειμένου.
Οι Ναζί, μερικούς μήνες μετά την άνοδό τους στην εξουσία στη Γερμανία το 1933, είχαν ουσιαστικά συντρίψει τη γερμανική εργατική τάξη, την οποία πολλοί θεωρούσαν ως μια από τις πιο καλά οργανωμένες στον κόσμο. Το Κομμουνιστικό και Σοσιαλιστικό κόμμα, τα συνδικάτα τους, οι πολιτοφυλακές τους και οι κοινωνικές τους οργανώσεις είχαν απαγορευθεί: οι ακτιβιστές είχαν εκτελεστεί, φυλακιστεί, εξοριστεί ή είχαν περάσει στην παρανομία. Οι εργατικές συνοικίες είχαν αποκλειστεί και υπόκειντο σε επιδρομές και έρευνες από σπίτι σε σπίτι με σκοπό την τρομοκράτηση των κατοίκων.
Το ναζιστικό πρόγραμμα δημιουργίας μιας Εθνικής Κοινότητας και φίμωσης των αντιφρονούντων μέσω της τρομοκράτησης τους θα έφτανε στο απόγειο του στα επόμενα 12 χρόνια.
Η στρατολόγηση στη Χιτλερική Νεολαία και η υποχρεωτική παρακολούθηση της εθνικοσοσιαλιστικής εκπαιδευτικής διαδικασίας ήθελαν να καταστήσουν βέβαιο ότι οι νέοι θα γίνονταν ενεργοί (ή τουλάχιστον παθητικοί) υποστηρικτές του ναζιστικού κράτους. Πίσω από την προπαγάνδα της «Εθνικής Κοινότητας» η πραγματικότητα, ειδικά στις εργατικές περιοχές, ήταν πολύ διαφορετική. Όσο περισσότερο το κράτος και η Χιτλερική Νεολαία εισέβαλλαν στη ζωή των νέων, τόσο πιο ξεκάθαρες γίνονταν οι πράξεις αντι-αντικονφορμισμού και αντίστασης. Χιλιάδες νέοι άνθρωποι αρνούνταν να συμμετάσχουν στις δραστηριότητες της Χιτλερικής Νεολαίας και, αντίθετα δημιουργούσαν ομάδες και συμμορίες εχθρικές προς τους Ναζί.
Από το 1938 μέχρι την κατάλυση του ναζιστικού κράτους, οι αρχές (ειδικά η Χιτλερική Νεολαία, η αστυνομία και η Γκεστάπο) ανησυχούσαν όλο και περισσότερο για τη συμπεριφορά και τις δραστηριότητες των «συμμοριών» των νέων προλετάριων που έγιναν γνωστές με το κοινό όνομα «Οι Πειρατές του Εντελβάις» (λόγω του εμβλήματος με ένα λουλούδι εντελβάις που φορούσαν πολλοί από αυτούς). Στην Έσση ονομάζονταν Farhtenstenze (Ταξιδιώτες), στο Ομπερχάουζεν και στο Ντύσελντορφ «Οι Πειρατές του Kittelbach», στην Κολωνία λέγονταν «Nvajos». Όλοι όμως θεωρούσαν τους εαυτούς τους «Πειρατές του Εντελβάις».
Αρχικά, οι δραστηριότητες τους ήταν ακίνδυνες. Άραζαν σε πάρκα και γωνιές δρόμων, δημιουργώντας το δικό τους κοινωνικό χώρο. Τα Σαββατοκύριακα πήγαιναν στην ύπαιθρο για πεζοπορία και κατασκήνωση, μιμούμενοι με ένα διαστρεβλωμένο τρόπο τις δραστηριότητες της Χιτλερικής Νεολαίας, η οποία, όμως, έπαιρνε τους νέους σε ταξίδια για να τους απομονώσει και να τους κάνει πλύση εγκεφάλου, ενώ οι εκδρομές των «Πειρατών» τους απομάκρυναν από το ναζιστικό κόμμα και τους παρείχαν το χώρο και χρόνο όπου θα μπορούσαν να είναι ο εαυτός τους. Σ’ αυτά τα ταξίδια συναντιόνταν «Πειρατές» από διαφορετικές πόλεις. Μερικοί έφτασαν στο σημείο να ταξιδεύουν απ’ άκρη σ’ άκρη της Γερμανίας εν καιρώ πολέμου, όταν το να ταξιδεύεις χωρίς χαρτιά ήταν παράνομο. Στη συνέχεια, όμως, οι δραστηριότητές τους άρχισαν να περιλαμβάνουν ένα ολόκληρο φάσμα αντίστασης στο καθεστώς (συστηματική αποχή από τη δουλειά και το σχολείο, γκράφιτι, παράνομες προκηρύξεις, διαπληκτισμοί με τους εκπροσώπους των αρχών, βιομηχανικό σαμποτάζ και σωματική βία). Ένα σύνθημα των «Εντελβάις» ήταν «Διαρκής πόλεμος στη Χιτλερική Νεολαία». Οι επιθέσεις σε πεζοπορικές και κατασκηνωτικές ομάδες της Χιτλερικής Νεολαίας στην ύπαιθρο καθώς και σε περιπολίες της και σε αξιωματούχους Ναζί ήταν μια προσφιλής τακτική τους.
Η δράση αυτών των νέων ανθρώπων δημιουργούσε τόσα πολλά προβλήματα στους Ναζί που η ηγεσία της νεολαίας του Ράιχ αναγκάστηκε να ανακοινώσει ότι «Η δημιουργία κλίκων, δηλαδή ομάδων νέων ανθρώπων εκτός Χιτλερικής Νεολαίας, παρουσίαζε ανοδική πορεία μερικά χρόνια πριν από τον πόλεμο και έχει αυξηθεί σημαντικά κατά τη διάρκειά του, σε βαθμό τέτοιο που πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος πολιτικής, ηθικής και εγκληματικής κατάρρευσης της νεολαίας». (1942)
Είναι σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι δραστηριότητές τους δεν λάμβαναν χώρα σε ένα «φιλελεύθερο» καθεστώς, αλλά στα χρόνια που προηγήθηκαν και ακολούθησαν τον καθολικό πόλεμο των Ναζί ενάντια στον «μπολσεβικισμό» και τη Δύση και ύστερα από σχεδόν μια δεκαετία εθνικοσοσιαλιστικής εκπαίδευσης και προπαγάνδας στα σχολεία. Τα μέλη των συμμοριών ανήκαν στη γενιά την οποία το ναζιστικό καθεστώς είχε διαχειριστεί ανενόχλητο και αυτό που τρόμαζε ιδιαίτερα τους Ναζί ήταν ότι αυτοί οι νέοι ήταν γέννημα θρέμμα τους δικού τους εκπαιδευτικού συστήματος.
Παρ’ ότι οι περισσότεροι «Πειρατές» δεν είχαν σαφή πολιτικά πιστεύω, η καθημερινή τους εμπειρία και αντιπαράθεση με τις εθνικοσιαλιστικές αρχές, τη δουλειά και τον ελεύθερο χρόνο που αυτές έλεγχαν τους οδήγησε στη σύγκρουση με τους Ναζί και στην ανάληψη αντιναζιστική δράσης. Τα μέλη των ομάδων ήταν σχεδόν αποκλειστικά προλετάριοι, κυρίως ανειδίκευτοι ή ημιειδικευμένοι εργάτες, οι περισσότεροι ήταν ηλικίας 14 με 18 ετών (οι περισσότεροι άντρες άνω των 18 επιστρατεύονταν), είχαν μεγαλώσει και εκπαιδευτεί σε σχολεία και σπίτια υπό εθνικοσοσιαλιστικό έλεγχο.
Οι συμμορίες συνήθως αποτελούνταν από καμιά δεκαριά αγόρια και μερικά κορίτσια που συνενώνονταν επειδή έμεναν ή δούλευαν στην ίδια περιοχή. Οι «Πειρατές του Εντελβάις» προσέφεραν στους νέους την αξιοσημείωτη ελευθερία να μπορούν να εκφραστούν και να συγχρωτιστούν με άτομα του άλλου φύλου, ενώ τα ναζιστικά νεολαιίστικα κινήματα είχαν αυστηρό διαχωρισμό φύλου. Αν και ανδροκρατούμενες, οι συναντήσεις των Πειρατών παρείχαν την ευκαιρία στους γερμανούς έφηβους να πειραματιστούν σεξουαλικά με τα κορίτσια που συμμετείχαν στις ομάδες αυτές. Η υποστήριξη των «Πειρατών» βασιζόταν σε άτυπες δομές επικοινωνίας και «ανέπτυξαν μια αξιοθαύμαστη ικανότητα να ξαναγράφουν καινούργιους στίχους για τις επιτυχίες της εποχής». Τα τραγούδια συχνά εξέφραζαν μια δίψα για ελευθερία και εκκλήσεις για πάλη ενάντια στους Ναζί.
Οι διαφορετικές ομάδες και οι δομές τους εμφανίστηκαν αυθόρμητα και η αντίληψη των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν σχηματίστηκε από την καθημερινή πραγματικότητα. Μπορούμε να τις περιγράψουμε ως μια υποκουλτούρα η οποία απέρριψε τις αξίες τις ναζιστικής κοινωνίας.
Τα χαρακτηριστικά των νεολαιίστικων συμμοριών που έκαναν την εμφάνιση τους σε εργατικές περιοχές όπως αυτές της Λειψίας, μέρη που παλιά ήταν κόκκινα προπύργια, ήταν, με την ευρεία έννοια, παρόμοια μ’ αυτά των «Πειρατών του Εντελβάις», αλλά οι ομάδες αυτές είχαν μια περισσότερο πολιτική ταξική ταυτότητα και αντλούσαν επιρροές από την κομμουνιστική και σοσιαλιστική παράδοση των γειτονιών τους. Αυτές οι συμμορίες έγιναν γνωστές ως «Meuten» (στην κυριολεξία «αγέλες»).
Οι αναφορές της Γκεστάπο για τους «Meuten» της Λειψίας εκτιμούν τον αριθμό τους γύρω στους 1500 από το 1937 ως το 1939. Οι «Meuten», μάλλον λόγω της πιο ξεκάθαρης πολιτικής τους στάσης, υπόκειντο σε πιο λεπτομερειακή εξέταση από το κράτος και η καταστολή απέναντι τους ήταν πιο μαζική και αμείλικτη απ’ ό,τι απέναντι στις υπόλοιπες νεολαιίστικες ομάδες.
Οι αναφορές συμπλοκών με μέλη της Χιτλερικής Νεολαίας (ειδικά με στρατονομικές περιπόλους), επιθέσεων σε προσωπικό με πολιτική περιβολή, αποδοκιμασιών και προσβολών σε αξιωματούχους Ναζί ήταν συχνές και τα ντοκουμέντα της εποχής μας δίνουν μια γεύση του τι συνέβαινε.
«Επομένως, ζητώ από την αστυνομία να διασφαλίσει ότι αυτός ο συρφετός θα αντιμετωπιστεί μια και καλή. Τα μέλη της ΧΝ (Χιτλερική Νεολαία) ρισκάρουν τη ζωή τους όταν βγαίνουν στο δρόμο» (αναφορά μονάδας των SA, 1941;
«Τον περασμένο μήνα κανένας από τους αρχηγούς του ουλαμού 25/39 δεν έχει κατορθώσει να διασχίσει την Hellweg ή την Hoffenstrasse (νότιο κομμάτι) χωρίς να έχει υποστεί κακοποίηση από αυτούς τους ανθρώπους. Έτσι, οι αρχηγοί του δεν μπορούν να επισκεφτούν γονείς μελών της Νεολαίας που μένουν σ’ αυτούς τους δρόμους. Τα ίδια τα μέλη της Νεολαίας, ωστόσο, υποκινούνται από τους αποκαλούμενους νεαρούς bundisch (νεολαιίστικο κίνημα). Είτε δεν εμφανίζονται για να επιτελέσουν το καθήκον τους, είτε επιζητούν τη διατάραξή του», (αναφορά της Χιτλερικής Νεολαίας στη Γκεστάπο, 1942).
«Έχει πρόσφατα εξακριβωθεί ότι μέλη των ενόπλων δυνάμεων βρίσκονται στις τάξεις τους (των συμμοριών) και εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι είναι μέλη της Wehrmacht για να επιδείξουν μια ιδιαίτερα αλαζονική συμπεριφορά. Υπάρχει η υποψία ότι αυτοί είναι οι νέοι που γράφουν στους τοίχους των υπόγειων διαβάσεων... συνθήματα όπως «Κάτω ο Χίτλερ», «Η OKW (ανώτατη στρατιωτική διοίκηση) λέει ψέματα», «μετάλλια για φόνους», «Κάτω η ναζιστική κτηνωδία» κλπ. Όσο συχνά κι αν σβήνονται αυτές οι επιγραφές, μέσα σε μερικές μέρες εμφανίζονται πάνω στους τοίχους καινούργιες». (αναφορά τομέα του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος στη Γκεστάπο, 1943).
Φαίνεται ότι η αντίδραση των αρχών απέναντι στους «Πειρατές» ήταν στην αρχή μπερδεμένη και κάποιοι τους θεωρούσαν «ανήλικους παραβάτες που θα έστρωναν».
Ωστόσο, καθώς οι αντιπαραθέσεις και τα γεγονότα (και τα θύματα από την πλευρά της Χιτλερικής Νεολαίας) αυξάνονταν, οι Αρχές πήραν την κατάσταση πιο πολύ στα σοβαρά και η καταστολή των ομάδων των Πειρατών κλιμακώθηκε. Για παράδειγμα, στις 7 Δεκεμβρίου 1942 η Γκεστάπο εξάρθρωσε 28 ομάδες που είχαν συνολικά 130 μέλη.
Ωστόσο, οι δραστηριότητες των «Πειρατών» συνεχίστηκαν (σε κάποιες περιπτώσεις εντάθηκαν κιόλας). Οι «Πειρατές» της Κολωνίας είχαν ενωθεί με μια παράνομη ομάδα που παρείχε καταφύγιο σε λιποτάκτες, Εβραίους, δραπέτες από στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας. Έκαναν ένοπλες επιδρομές σε στρατιωτικές αποθήκες και πήραν μέρος στο αντάρτικο. Ο αρχηγός της Γκεστάπο στην Κολωνία σκοτώθηκε από τους «Πειρατές» το φθινόπωρο του 1944. Το Νοέμβριο του 1944 οι Ναζί κρέμασαν δημόσια μέλη των «Πειρατών του Εντελβάις» της Κολωνίας.
Στις 25 Οκτωβρίου 1944 η κατάσταση ήταν τόσο σοβαρή που ο αρχηγός των 55 σε εθνικό επίπεδο (Χένριχ Χίμμλερ) θέσπισε μια διάταξη για την «αντιμετώπιση των νεολαιίστικων κλίκων», μια διάταξη η οποία ερχόταν να προστεθεί σε μια μακριά σειρά δράσεων που είχαν σκοπό την καταπολέμηση των νεολαιίστικων κινημάτων και των κινημάτων διαμαρτυρίας. Τα κατασταλτικά μέτρα περιλάμβαναν ατομικές προειδοποιήσεις, συλλήψεις και προσωρινή κράτηση (συνοδευόμενες από ξύρισμα του κεφαλιού), φυλάκιση για ένα Σαββατοκύριακο, αναμορφωτήριο, στρατόπεδα εργασίας, στρατόπεδα συγκέντρωσης νέων ή ποινική δίκη.
Εκτός από τους «πρωταίτιους», οι Ναζί δεν εκτέλεσαν μεγάλα κομμάτια της γερμανικής νεολαίας που ήταν αναμεμιγμένα ή συμπαθούσαν τους «Πειρατές», όπως έκαναν με τους Πολωνούς ή τους Εβραίους. Αυτό οφειλόταν σε κάποιο βαθμό στο ότι δεν ήξεραν την ταυτότητα όλων των «Πειρατών» (παρόλο το μηχανισμό μαζικής παρακολούθησης και καταπίεσης και τον τεράστιο όγκο φακέλων που διατηρούσαν οι Αρχές για γνωστούς «Πειρατές») και επίσης στο ότι οι «Πειρατές» ήταν εν δυνάμει εργάτες στα εργοστάσια όπλων και μελλοντικοί στρατιώτες. Η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογική αντίληψη περί «υγιούς ανθρώπινου δυναμικού της γερμανικής νεολαίας» είναι επίσης πιθανό να επηρέασε την απάντηση του κράτους.
Η συγκρότηση ομάδων σαν τους «Πειρατές» και τους «Meuten» σημαίνει ότι πολλοί που έγιναν μέλη τους πέρασαν από τον αντικονφορμισμό στην ανοιχτή διαμαρτυρία και την πολιτική αντίσταση ενάντια στο ναζιστικό κράτος. Η ιστορία της καθημερινής ζωής στη ναζιστική Γερμανία συχνά ξεχνιέται και περνάει στο παρασκήνιο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της επιτυχημένης ναζιστικής προπαγάνδας ενός έθνος ενωμένου από τη ναζιστική ιδεολογία. Είναι γεγονός ότι οι «Πειρατές του Εντελβάις» δεν είναι ιδιαίτερα γνωστοί και παρ’ όλη την αντιστασιακή τους δράση δεν θεωρούνται αντιστασιακό κίνημα, ούτε οι οικογένειες όσων εκτελέστηκαν από τους Ναζί λαμβάνουν αποζημιώσεις. Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι το επίσημο αντιστασιακό κίνημα τους περιφρονεί λόγω της προλεταριακής τους καταγωγής και της «εγκληματικής» τους συμπεριφοράς. Ένας ακόμα λόγος είναι η αντι-εργασιακή ηθική των «Πειρατών» η οποία ήρθε σε σύγκρουση και με τους Συμμάχους όταν εκείνοι προσπαθούσαν να ανοικοδομήσουν την Γερμανία ως ένα σύγχρονο, δυτικό και δημοκρατικό κράτος. Για να το πετύχουν αυτό θέσπισαν αυστηρή εργασιακή νομοθεσία η οποία περιλάμβανε και καταναγκαστική εργασία. Μια έκθεση του 1949 επισημαίνει: «παρουσιάζεται μια διαδεδομένη άρνηση να εργαστούν, η οποία αποτελεί συνήθεια πολλών νέων». Οι διώξεις των «νεαρών τεμπέληδων» δεν ήταν λιγότερο σκληρές απ’ ό,τι την περίοδο των Ναζί. Το 1947, μάλιστα, ένα δικαστήριο καταδίκασε μια νεαρή γυναίκα σε 5 μήνες φυλάκιση με την κατηγορία ότι «αρνήθηκε να εργαστεί». Είναι επίσης αλήθεια ότι οι πολιτικοί του Χριστιανοδημοκρατικού (CDU) και του Σοσιαλιστικού (SPD) Κόμματος θεωρούσαν τους «Πειρατές του Εντελβάις» συρφετό και όχλο, όπως ακριβώς και οι Ναζί.
Η εξουσία του Χίτλερ μπορεί να μας καταπιέζει / Και να μας κρατάει σιδεροδέσμιους / Αλλά θα σπάσουμε τις αλυσίδες / Και θα είμαστε πάλι ελεύθεροι / Έχουμε τις γροθιές μας και μπορούμε να παλέψουμε / Έχουμε τα μαχαίρια μας και τα χρησιμοποιούμε / Θέλουμε ελευθερία, έτσι δεν είναι παιδιά; / Είμαστε οι αγωνιζόμενοι Navajos! (από τραγούδι των Navajos, ομάδας των «Πειρατών» στην Κολωνία)
Παρελαύνουμε δίπλα στις όχθες του Ρουρ και του Ρήνου / Και κατατροπώνουμε τη Χιτλερική Νεολαία / Το τραγούδι μας είναι η ελευθερία, η αγάπη και η ζωή / Είμαστε οι Πειρατές του Εντελβάις. (από τραγούδι των «Πειρατών του Εντελβάις»).
*Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο τεύχος 5, Απρίλης 2006. του δελτίου «Plot Point» (Αθήνα).