Αργύρης Αργυριάδης
Πολλά έχουν γραφτεί για τον Ισπανικό εμφύλιο και θα συνεχίζονται να λέγονται διότι υπάρχουν ακόμα πολλές ιστορίες να ειπωθούν, αλλά και γιατί δεν έχουν εξεταστεί επαρκώς. Πολλές φορές άγνωστες πτυχές, όχι τόσο προσιτές στο ευρύ κοινό δεν αναδεικνύονται ή παραλείπονται λόγω της ιδιαιτερότητας και της εξειδίκευσής τους. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση είναι η υγειονομική περίθαλψη κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Σε αυτό το κείμενο θα προσπαθήσω να κάνω μια σύντομη αναφορά.
Αν ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ο πρώτος μεγάλος πόλεμος στον οποίο οι απώλειες που προκλήθηκαν από άμεση στρατιωτική δράση ήταν περισσότερες από αυτές που προκλήθηκαν από ασθένεια, ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ότι ήταν ο πρώτος στον οποίο οι απώλειες αμάχων ξεπέρασαν αυτές των μαχητών.
Οι συμπάθειες της εργατικής τάξης ήταν συντριπτικά προς τις διάφορες αριστερές ομάδες αλλά και τους αναρχικούς που αποτελούσαν την δημοκρατική πλευρά. Αυτό ίσχυε γενικά για τα αγγλόφωνα έθνη. Πολλοί συγγραφείς και διανοούμενοι ήταν μεταξύ εκείνων από όλα τα κοινωνικά στρώματα και από πολλές χώρες που πήγαν στην Ισπανία για να ενταχθούν στον Ρεπουμπλικανικό στρατό, σε αντίθεση με έναν μικρό αριθμό που, μερικές φορές υποκινούμενος από θρησκευτικό ζήλο, προσφέρθηκε εθελοντικά στους Εθνικιστές. Μεταξύ των πρώτων ήταν πολλοί γιατροί και νοσοκόμες, οι οποίοι συχνά υπηρέτησαν με τις Διεθνείς Ταξιαρχίες ή με τις μονάδες ασθενοφόρων που είχαν δημιουργηθεί από την Ισπανική Επιτροπή Ιατρικής Βοήθειας ή με τον Ρεπουμπλικανικό στρατό.
Η εξέγερση που ξεκίνησε με το στρατιωτικό πραξικόπημα στο οποίο οι εθνικιστικές δυνάμεις υπό τον στρατηγό Φραντσίσκο Φράνκο, απέκτησαν σύντομα τον έλεγχο σημαντικών περιοχών της χώρας. Στον αντίποδα η δημοκρατική κυβέρνηση (Ρεπουμπλικάνοι) απάντησε συγχωνεύοντας την πολιτοφυλακή και τους ξένους εθελοντές σε έναν λαϊκό στρατό. Τι συνέβη όμως στον ιατρικό κλάδο;
Εκτός από την οργανωμένη στρατιωτική ιατρική, η οποία υποστήριξε σχεδόν εξ ολοκλήρου τους εθνικιστές από την αρχή, οι πολίτες γιατροί στην πλειονότητά τους συνέχισαν να ασκούν το επάγγελμά τους όπου κι αν βρίσκονταν κατά το ξέσπασμα των εχθροπραξιών, αδιαφορώντας για τις πολιτικές πεποιθήσεις των ασθενών τους. Αρκετοί δε εκτελέσθηκαν ως «ύποπτοι» από τους εθνικιστές επειδή θεωρείτο ότι ήταν Ελευθεροτέκτονες, αλλά και από το δημοκρατικό στρατόπεδο επειδή θεωρούνταν Καθολικοί. Στο σημείο αυτό θέλω να επισημάνω ότι η διάκριση μεταξύ στρατιωτικής και πολιτικής ιατρικής είναι θολή και μπερδεμένη ειδικά στην δημοκρατική πλευρά γιατί τα κινητά νοσοκομεία του στρατού στην πρώτη γραμμή δέχονταν άρρωστους και τραυματισμένους πολίτες και οι τραυματίες στρατιώτες συχνά αναπτύσσονταν για να φυλάξουν πολιτικά νοσοκομεία.
Δεν χωράει αμφιβολία, όμως, ότι οι μεγαλύτερες πρόοδοι στην ιατρική πρακτική που προέκυψαν στον πόλεμο σχετίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου με τη ρεπουμπλικανική πλευρά. Οι Ρεπουμπλικάνοι γνώρισαν τον πρώτο μαζικό αεροπορικό βομβαρδισμό αμάχων πληθυσμών. Επιπλέον, η Βαρκελώνη και η Μαδρίτη, τα δύο κέντρα με τις ισχυρότερες παραδόσεις επιστημονικών επιτευγμάτων στη χώρα, παρέμειναν στα χέρια της κυβέρνησης μέχρι τα τελευταία στάδια του πολέμου.
Οι τέσσερις κύριοι τομείς στους οποίους προχώρησε η ιατρική επιστήμη κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου είναι η θεραπεία τραυμάτων, η ανάπτυξη τραπεζών αίματος, η αντιμετώπιση ιατρικών ασθενειών (ειδικά σε σχέση με τον υποσιτισμό) και η οργάνωση ιατρικής υποστήριξης στις ένοπλες δυνάμεις.
Η διαχείριση των σοβαρών τραυματισμών συνδέεται άμεσα με το όνομα του Josep Trueta Raspall, ο οποίος στο ξέσπασμα του πολέμου είχε μόλις διοριστεί καθηγητής και επικεφαλής τμήματος χειρουργικής στο Hospital de la Santa Creu i Sant Pau στη Βαρκελώνη. Τον Μάρτιο του 1938, ιταλικά αεροσκάφη με βάση τη Μαγιόρκα βομβάρδιζαν τη Βαρκελώνη κάθε δύο ώρες για τρεις ημέρες, και το νοσοκομείο της Trueta φρόντισε 2200 θύματα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Κατάγματα των μακριών οστών είχαν τρομακτικά ποσοστά γάγγραινας, ακρωτηριασμού και θανάτου.
Υπήρχαν τέσσερις βασικές αρχές της μεθόδου που επινόησε ο Trueta για τη διαχείρισή τους.
1.Άμεση χειρουργική επέμβαση: εφόσον ήταν δυνατόν, η χειρουργική επέμβαση λάμβανε χώρα εντός οκτώ ωρών, επομένως η οργάνωση της μεταφοράς στα χειρουργικά κέντρα ήταν ζωτικής σημασίας. Η χειρουργική επέμβαση συνίστατο σε καθαρισμό, με εκτομή όλων των νεκρών, μολυσμένων ή κατεστραμμένων ιστών και μυών, αλλά συνάμα και τη διατήρηση του δέρματος και των οστών όπου ήταν δυνατόν.
2.Καθαρισμός της πληγής: αυτό γινόταν με σαπούνι και νερό και μια βούρτσα νυχιών, με λίγο βάμμα ιωδίου. Αν και ο πόλεμος συνέπεσε με την εισαγωγή σουλφοναμιδίων, ο Trueta φαίνεται να χρησιμοποίησε σουλφανιλαμίδη μόνο στην μειοψηφία περιπτώσεων.
3.Επίδεση τραυμάτων: με στεγνή, αποστειρωμένη γάζα.
4. Αντιμετώπιση καταγμάτων: Ακινητοποίηση σε γύψο μέχρι να γίνει ένωση. Ο γύψος άλλαζε μόνο εάν γινόταν υγρός και μαλακός ή δύσοσμος.
Ως αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής ήταν ότι σε σύνολο 1073 τραυματιών υπήρχαν μόνο έξι θάνατοι και 976 «καλά αποτελέσματα» όσον αφορά τη διατήρηση και τη λειτουργία των άκρων, μια δραματική βελτίωση σε σχέση με το παρελθόν. Το έργο του έφερε επανάσταση στην ορθοπεδική πρακτική και έσωσε αμέτρητεςα ζωές στις πολεμικές συγκρούσεις που ακολούθησαν διεθνώς.
Εκτός από την τραυματολογία υπήρξε αναμφισβήτητη πρόοδος στη τεχνική της μετάγγιση αίματος. Και εδώ οι μέθοδοι έκυψαν από τους βομβαρδισμούς της Βαρκελώνης και της Μαδρίτης και τις μάχες γύρω από τη Μαδρίτη. Ο Καναδός κομμουνιστής χειρουργός Norman Bethune και ο γενικός ιατρός Reginald Saxton, έκαναν ηρωικές προσπάθειες για να διασφαλίσουν ότι αίμα ήταν διαθέσιμο για επείγουσα χρήση στα νοσοκομεία της πρώτης γραμμής των Ρεπουμπλικανών αλλά και για την ασφαλή χορήγησή του. Όμως, ήταν ο Καταλανός Frederico Durán Jordá, ο οποίος αντιλήφθηκε πρώτος την κρίσιμη σημασία της ύπαρξης μεγάλων αποθεμάτων αίματος από την αρχή των εχθροπραξιών και μέχρι το καλοκαίρι του 1938 ήταν υπεύθυνος μιας ιδιαίτερα αποτελεσματικής υπηρεσίας αιμοδοσίας στη Βαρκελώνη με κατάλογο περίπου 14.000 δωρητών, αριθμός που υπερδιπλασιάστηκε μέχρι το τέλος του πολέμου. Συνολικά συγκεντρώθηκαν περίπου 9000 λίτρα κατά τη διάρκεια του πολέμου και οι δωρητές έλαβαν πιστοποιητικά που τους επέτρεπαν σε επιπλέον τροφή. Επιπλέον, ο Durán μπόρεσε να κάνει εξετάσεις για σύφιλη και ελονοσία, και μάλιστα απέκτησε μια συσκευή ακτίνων Χ για να αποφύγει τη χρήση ατόμων με φυματίωση ως δότες. Με την τεχνική που ανέπτυξε ο Durán δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση σε μια αμπούλα που είχε σχεδιάσει για να αποφεύγει τη διεπαφή αίματος-αέρα και έτσι να ελαχιστοποιεί την αιμόλυση λόγω της ανακίνησης που ήταν αναπόφευκτη κατά τη μεταφορά.
Η Ισπανία την εποχή εκείνη δεν θεωρείται αναπτυγμένη χώρα και η ελονοσία φαίνεται να ήταν η κύρια ιατρική κατάσταση που οδήγησε στην εισαγωγή ασθενών στην πρώτη γραμμή. Ωστόσο, φαίνεται ότι υπήρξαν εκπληκτικά λίγες μεγάλες επιδημίες ασθενειών μέχρι τα τέλη του πολέμου. Αλλά μετά την πτώση της Βαρκελώνης, η υγεία του πληθυσμού της Καταλονίας ήταν δεινή, με εκτεταμένες διατροφικές ελλείψεις. Αλλά και στην Μαδρίτη τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα με 300-400 θανάτους από την πείνα καθημερινά. Αξίζει να σημειωθεί ότι το νικοτινικό οξύ ήταν πολύ αποτελεσματικό για τις εγκεφαλικές εκδηλώσεις της πελλάγρας και ότι η παραισθησία-σύνδρομο αιτιοκρατίας που προκαλείται από ανεπάρκεια θειαμίνης (αργότερα ονομάστηκε «κάψιμο ποδιών» από τους Ευρωπαίους αιχμαλώτους των Ιαπώνων κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου) ήταν πολύ συχνή.
Γίνεται πλέον εμφανές ότι η ιατρική δραστηριότητα άνθισε στη συγκριτικά φιλελεύθερη ατμόσφαιρα των μεγάλων Ρεπουμπλικανικών πόλεων κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Η εθνικιστική πλευρά δεν έχει να υποδείξει αντίστοιχα επιτεύγματα αν και στο τέλος ήταν αυτή που επικράτησε. Αν και νικήσανε με την στρατιωτική τους δύναμη, η παρακαταθήκη που έμεινε είναι αυτή των «ηττημένων». Ο ισπανικός εμφύλιος αποτέλεσε την σύγκρουση δυο τελείως αντίθετων κόσμων και η υγειονομική περίθαλψη δεν θα μπορούσε ως πρακτική να μην ακολουθήσει αντίθετο δρόμο.
Χρέος όλων μας είναι να φροντίσουμε η παρακαταθήκη όχι μόνο να παραμείνει ζωντανή, αλλά να υπερασπισθεί τα επιτεύγματά της από την παραπληροφόρηση και των αναθεωρητισμό που επικρατεί στη σημερινή εποχή.