Σε μια προσπάθεια να ανιχνεύσουμε τα ζητήματα που έβαλε η Ισπανική Επανάσταση του 1936 στα 2 ½ χρόνια που διήρκησε  νομίζω ότι πρέπει να ξεκινήσουμε την κουβέντα από τον Φασισμό, όχι μόνο γιατί η Ισπανική Επανάσταση είναι η πιο μαζική και μαχητική αντίδραση στο φασισμό, αλλά γιατί εάν δεν ξεκαθαρίσουμε τα χαρακτηριστικά του φασιστικού κινδύνου δεν θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε τόσο το ρόλο και τη στάση των ξένων παραγόντων όπως αυτόν των αστικών δημοκρατιών και της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και την σχέση του αντιφασιστικού αγώνα με την ίδια την  κοινωνική επανάσταση.

 

Τόσο κατά την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη στο μεσοπόλεμο, όσο και σήμερα δεν μπορούμε παρά να διακρίνουμε την τυφλότητα της Αριστεράς απέναντι στον φασιστικό κίνδυνο. Η πλειοψηφία της Αριστεράς τότε και σήμερα θεωρεί ότι ο φασισμός αποτελεί μια ιστορική παρένθεση, μια οπισθοδρόμηση σε σχέση με τον ίδιο τον καπιταλισμό, ότι δεν ήταν παρά ένα αμάρτημα του παρελθόντος, αναχρονιστικό και προνεωτερικό Αυτή η θέση οδήγησε από την αρχική υποτίμηση του φασισμού στην ψευδαίσθηση  ότι ο Αντιφασιστικός Αγώνας πρέπει να διεξαχθεί μέσα από ένα πλατύ δημοκρατικό μέτωπό κάτω από την αστική ηγεμονία και βάζοντας στην μπάντα το ζήτημα του κοινωνικού μετασχηματισμού: Γραμμή που η Κομμουνιστική Διεθνής προσπάθησε να εφαρμόσει μέσα από την δημιουργία των Λαϊκών Μετώπων το 1935 για να κάνει το 1939 μια στροφή 180ο με το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο Μη Επίθεσης.

 

Στην πραγματικότητα όμως ο Φασισμός δεν είναι μια οπισθοδρόμηση του καπιταλισμού, μια κίνηση προς τα πίσω, ένα προνεωτερικό μόρφωμα, αλλά αντίθετα είναι μια επιθετική κίνηση του καπιταλισμού όταν κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες, όξυνσης  τόσο του κοινωνικού ανταγωνισμού, αλλά και των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών σε επίπεδο κρατών ή μπλοκ κρατών, η συνέχιση της ύπαρξης του καπιταλισμού ως συστήματος εκμετάλλευσης και κυριαρχίας απαιτεί την πλήρη αναχαίτιση και εκμηδένιση της ταξικής πάλης.

 

Η επιλογή του Φασισμού ως η «τελική λύση» απέναντι στους ταξικούς αγώνες και το Αντικαπιταλιστικό Κίνημα δεν είναι μια επιλογή που η κάθε εθνική αστική τάξη παίρνει σύσσωμη και με ενιαία στάση, τα ιδιαίτερα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα τμημάτων της αστικής, αλλά και των άλλων κυρίαρχων τάξεων  και στρωμάτων (γαιοκτήμονες, πολιτική και στρατιωτική γραφειοκρατία, μικροαστικά στρώματα, εθνικοί αυτόπροσδιορισμοί κλπ) εκφράζονται με διαφορετικό τρόπο, που πολλές φορές φτάνει μέχρι την ανοιχτή σύγκρουση με την επιλογή του φασισμού, αλλά πάντα πρόκειται για μια σύγκρουση που ποτέ δεν θα ήθελε να διακιντυνέψει την αστική ηγεμονία στην προσπάθεια αναχαίτισης της φασιστικής επιλογής.

 

Η Ισπανία για μια ολόκληρη πενταετία  πριν από το φασιστικό πραξικόπημα  συνταράσσεται από μια σειρά πολύ σκληρών ταξικών συγκρούσεων και εξεγέρσεων (από το κύμα απεργιών του ’31 μέχρι τις μεγάλες απεργίες των Ανθρακωρύχων στην Αστούρια το ’35) η οποίες στην μεγάλη τους πλειοψηφία καθοδηγούνται από την CNT.

 

Η ανάδειξη του Λαϊκού Μετώπου στην κυβέρνηση τον Φεβρουάριο του ’36 με την φανερή υποστήριξη του ΚΚΙ και την σιωπηρή της CNT είναι αποτέλεσμα τόσο αυτών των κοινωνικών αγώνων όσο και ενδοιαστικών αντιθέσεων σε επίπεδο  στρωμάτων της αστικής τάξης και της αυτονομίας που διεκδικούσαν τμήματα της αστικής τάξης (πχ Καταλανοί, Βάσκοι κλπ) απέναντι στα ως τότε ηγεμονικά στρώματα.

 

Το φασιστικό πραξικόπημα θα είχε πετύχει εάν δεν εύρισκε μπροστά του την μαζική και μαχητική αντίσταση της εργατικής τάξης. Η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου θα είχε πέσει σαν τραπουλόχαρτο αν οι ίδιοι οι εργάτες δεν είχαν αντιληφθεί τον κίνδυνο που αποτελούσε για αυτούς η άνοδος του φασισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι η αντίσταση στους στρατιωτικούς του Φράνκο θα εκδηλωθεί καταρχάς και πιο δυναμικά στην Βαρκελώνη και την Καταλονία (κέντρο της δύναμης της CNT) για να απλωθεί μετά σε όλη την Ισπανία. 

 

Όταν όμως είναι η πλατιά λαϊκή εξέγερση αυτή που αναχαιτίζει το φασιστικό πραξικόπημα, γίνεται προφανές ότι θα καλύψει το κενό που αφήνει μια χάρτινη κυβέρνηση που δεν ελέγχει ούτε το στρατό ούτε φυσικά και το λαό.

 

Και όταν ο λαός βρεθεί στο σημείο εκείνο που μέσα από την ίδια του την πράξη κατανοεί την δύναμη του, φυσικά δεν θα μείνει απλά να υπερασπιστεί με αυτή την δύναμη μια χρεωκοπημένη κυβέρνηση, αλλά θα βάλει μπροστά την «μηχανή» του κοινωνικού μετασχηματισμού προσπαθώντας να πάρει το σύνολο της κοινωνικής ζωής στα χέρια του.

 

Δεν χρειάστηκε να υπάρξει κάποιο σχέδιο από τα πάνω, ούτε κάποια κεντρική απόφαση της CNT για να ξεκινήσει η διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού, το έναυσμα ήταν ο ίδιος ο ένοπλος λαός, το διακύβευμα  ο νίκη απέναντι στον φασισμό., και ο κοινωνικός μετασχηματισμός το περιεχόμενο. Το πλέγμα των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των αναρχικών κολεκτίβων και κέντρων, που είχαν συγκροτηθεί όλα αυτά τα χρόνια, θα αποτελέσει την βάση για αυτή την διαδικασία . Στα μάτια των επαναστατημένων εργατών και αγροτών το διακύβευμα της νίκης απέναντι στο φασισμό συνδέεται άρρηκτα με το περιεχόμενο του κοινωνικού μετασχηματισμού, όσο αυτός βαθαίνει, τόσο πιο επιτακτικό γίνεται το διακύβευμα.

 

Ο οργανωμένος στρατός είναι με τους φασίστες, οι αστυνομικές δυνάμεις όσες είναι με τους φασίστες αφοπλίζονται και οι υπόλοιπες διασκορπίζονται μέσα στο πλήθος των ένοπλων εργατών. Στο μέτωπο απέναντι  στους φασίστες το αποτελούν οι οπλισμένοι εργάτες και αγρότες οργανωμένοι στις πολιτοφυλακές των πολιτικών οργανώσεων και τις εργατικές φάλαγγες, το ρόλο της αστυνομίας τον έχουν οι εργατικές περίπολοι που οργανώνονται από τις εργοστασιακές επιτροπές, ο έλεγχος της βιομηχανικής  παραγωγής περνάει στα συνδικάτα και τις  εργοστασιακές επιτροπές, το ίδιο και οι μεταφορές και οι υπηρεσίες, μεγάλο τμήμα της αγροτικής παραγωγής (κυρίως στην Αραγονία) περνάει στα χέρια των κολεκτίβων, την μεταφορά των τροφίμων από την ύπαιθρο στις πόλεις και στο μέτωπο την αναλαμβάνουν τα συνδικάτα και επιβάλλεται ενιαία τιμή στα τρόφιμα καταργώντας την κερδοσκοπία των εμπόρων και των ενδιάμεσων.

 

Η κολεκτιβοποίηση και η κοινωνικοποίηση (ενοποίηση των επιχειρήσεων ενός κλάδου πχ στον κλάδο του ξύλου κάτω από τον εργατικό έλεγχό που εφαρμόζεται μέσω τον σωματείων) αποτελούν τα βασικά μοντέλα του κοινωνικού μετασχηματισμού στην παραγωγή.

 

Στην πραγματικότητα τις 7 πρώτες βδομάδες στην Καταλονία  τον «ρόλο» της κυβέρνησης τον παίζει η Κεντρική Επιτροπή Αντιφασιστικών Πολιτοφυλακών Καταλονίας που οργανώθηκε στις 21 Ιουλίου του ’36. Είναι οι δικές της εντολές που έχουν το κύρος για να εκτελεστούν από τους επαναστατημένους εργάτες και αγρότες.

 

Είναι ακριβώς αυτή η άμεση σχέση του αντιφασιστικού αγώνα με τον κοινωνικό μετασχηματισμό, που κάνει της δημοκρατικές κυβερνήσεις της δύσης να κρατήσουν στάση «ουδετερότητας» απέναντι στον εμφύλιο στην Ισπανία. Ακόμα και η Γαλλική κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, συγγενική με αυτή του Λαϊκού Μετώπου της Ισπανίας, όχι μόνο δεν θα στηρίξει τους δημοκρατικούς, αλλά θα κλείσει και τα σύνορα της.

 

Στην πραγματικότητα οι αστικές κυβερνήσεις της δύσης ανησυχούν πιο πολύ από την ανάπτυξη της κοινωνικής επανάστασης στην Ισπανία, παρά από την επικράτηση του Φράνκο και την ενίσχυση του φασιστικού μπλοκ.

 

Η εχθρική στάση των καπιταλιστικών κυβερνήσεων της Αγγλίας της Γαλλίας και των ΗΠΑ απέναντι στην Ισπανική Επανάσταση δεν έχει να κάνει με την ενδοτική τους στάση απέναντι στο φασισμό, αλλά με το ίδιο  περιεχόμενο της Ισπανικής Επανάστασης.  Αν ο φασισμός αποτελεί τον κίνδυνο στην ενδοκαπιταλιστική- ενδοιμπεριαλιστική διαμάχη (όπως αυτή θα εκφραστεί με τον β΄ παγκόσμιο πόλεμο), η Ισπανική Επανάσταση αποτελεί τον κίνδυνο του ταξικού ανταγωνισμού. Η επιλογή ήταν ξεκάθαρη από την αρχή γιατί είδαν πιο καθαρά ίσως από όλους ότι η ήττα του Φράνκο δεν θα ήταν η νίκη της αστικής δημοκρατίας αλλά της Επανάστασης.

 

Η Σοβιετική Ένωση και οι Σταλινικοί; Η στάση τους αποτελεί για πολλούς ένα μεγάλο ερωτηματικό για την Ισπανική Επανάσταση. Ας μην ξεχνάμε μερικά βασικά ζητήματα:

 

Καταρχάς εκείνη την εποχή η στάση των ΚΚ ήταν πλήρως υποταγμένη στην βούληση της ΕΣΣΔ και στην δικιά της στρατηγική, το μέγιστό καθήκον των απανταχού «κομμουνιστών» ήταν να υπηρετούν την μια και μοναδική «σοσιαλιστική πατρίδα»

 

Το ΚΚΙ είδε στην συμμαχία του με τους αστούς δημοκράτες και στην βοήθεια από την ΕΣΣΔ την ευκαιρία να πάρει την ηγεμονία στο εργατικό κίνημα από την CNT ακόμα και εάν αυτό σήμαινε να ρισκάρει την νίκη επί του Φράνκο.

 

Εφόσον η CNT είχε την ηγεμονία στους εργάτες ο προσανατολισμός του ΚΚΙ και της UGT  για συγκρότηση κοινωνικής βάσης έγινε προς τα στρώματα των μικροαστών, των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικροϊδιοκτητών που κρατούσαν μεγάλες επιφυλάξεις απέναντι στην κολεκτιβοποίηση και την κοινωνικοποίηση.

 

Οι αντιλήψεις του ΚΚΙ για την επανάσταση, το σοσιαλισμό και τα καθήκοντα της περιόδου δεν συμβαδίζανε καθόλου με την πραγματικότητα που διαμορφωνότανε μέσα στην επαναστατημένη ισπανική κοινωνία. Για το ΚΚΙ, όπως και για την ΕΣΣΔ, ο Σοσιαλισμός συνδεόταν με ένα κεντρικό κράτος με την εθνικοποίηση της παραγωγής που πέρναγε κάτω από κρατικό έλεγχό και όχι κάτω από εργατικό έλεγχό και με την συγκρότηση συγκεντρωτικών μορφών εξουσίας σε όλα τα επίπεδα από την παραγωγή μέχρι τον στρατό. Η ανασυγκρότηση του κράτους και η ηγεμονία του πάνω στις κοινωνικές μορφές οργάνωσης που αναπτύσσονταν στην Ισπανική Επανάσταση ήταν βασικό για το ΚΚΙ ακόμα και εάν αυτό θα ήταν ένα καθαρά αστικό κράτος.

 

Άλλωστε στην αντίληψη του ΚΚΙ για τα καθήκοντα της περιόδου η νίκη επί του φασισμού προηγούταν της κοινωνικής επανάστασης γι’ αυτό και σε όλη την διάρκεια της ήταν ο καλύτερος εγγυητής της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και της αστικής δημοκρατίας.

 

Όπως σχεδόν σε κάθε επανάσταση το εσωτερικό μέτωπο είναι πιο καθοριστικό για της εξελίξεις από ότι τα πολεμικά γεγονότα.

 

Είναι η αναχαίτιση του κοινωνικού μετασχηματισμού αυτή που δίνει την δυνατότητα στους φασίστες να πάρουν το πάνω χέρι στο πεδίο τον μαχών. Είναι η αφαίρεση της πρωτοβουλίας από τον επαναστατημένο λαό, είναι η επαναφορά των εξουσιαστικών καταπιεστικών και εκμεταλλευτικών σχέσεων που δέσποζαν πριν τον Ιούλιο αυτή που σιγά σιγά θα ανακόψει την επαναστατική ορμή των εργατών και των αγροτών, που βλέπουν ότι η ίδια η δημοκρατία τους αφαιρεί ό,τι αυτοί δημιούργησαν για να νικήσουν το φασισμό.

 

Από τον Σεπτέμβρη του ’36 τόσο η κεντρική κυβέρνηση της Μαδρίτης όσο και αυτή της Καταλονίας προσπαθούν αποκαταστήσουν την ισχύ τους απέναντι στις κοινωνικές μορφές οργανώσεις και να ανατρέψουν όλες τις κοινωνικές  κατακτήσεις. Εκμεταλλευόμενοι την ατολμία της CNT και του POUM  που ενώ στα λόγια λένε ότι γι’  αυτούς δεν μπαίνει θέμα να διαλέξουν ανάμεσα στον πόλεμο ενάντια στους φασίστες και την κοινωνική επανάσταση, αλλά ότι διεξάγουν «έναν επαναστατικό πόλεμο» το ΚΚΙ η UGT και οι αστοί δημοκράτες προσπαθούν να αποκαταστήσουν την κυβερνητική εξουσία.

 

Τον Σεπτέμβριο του ’36 αρχίζουν την δημιουργία του Λαϊκού Στρατού που βρίσκεται κάτω από την καθοδήγηση της κυβέρνησης και στον οποίο επαναφέρουν την στρατιωτική ιεραρχία και τον ρόλο των επαγγελματιών στρατιωτικών. Από τον Μάρτιο του ’36 με το επιχείρημα της ενιαίας διοίκησης προσπαθούν να εντάξουν στον Λαϊκό Στρατό όλες της Αντιφασιστικές Πολιτοφυλακές και Εργατικές Φάλαγγες που πολεμάνε στα διάφορα μέτωπα τους φασίστες. Η αρχή γίνεται στο μέτωπο της Μαδρίτης όπου το ΚΚΙ εντάξει αμέσως τους άνδρες του στον Λαϊκό Στρατό. Ασκούνε πιέσει στις φάλαγγες τις CNT και του POUM που δίνουν την μάχη στα μέτωπα της Αραγονίας και της Λεβάντε μην στέλνοντας τους όπλα και πυρομαχικά

 

Ταυτόχρονα η κυβέρνηση προσπαθεί να ανασυγκροτήσει τα διάφορα αστυνομικά σώματα που είχαν ουσιαστικά διαλυθεί τον Ιούλιο του ’36.Με διάφορα διατάγματα από τον Οκτώβρη του ’36 έως τον Απρίλιο του ’37 αλλά κυρίως στις μάχες της Βαρκελώνης τον Μάη του ’37 προσπαθεί να επιβάλει τον αφοπλισμό των εργατικών φρουρών και περιπόλων που έχουν αναλάβει ουσιαστικά το ρόλο της διατήρησης της τάξης και της ασφάλειας στα αστικά κέντρα. Όλα αυτά με το πρόσχημα ότι αυτά τα όπλα λείπουν από το μέτωπο όταν ταυτόχρονα πάρα πολλά καινούργια όπλα, ακόμα και βαριά που έρχονται από την ΕΣΣΔ αντί να πηγαίνουν στο μέτωπο εξοπλίζουν της αστυνομικές δυνάμεις που εντείνουν συνεχώς τις επιθετικές τους ενέργειες ενάντια στην CNT, το POUM, τις εργοστασιακές επιτροπές και τις κολεκτίβες.

 

Όμως η αναχαίτιση της επανάστασης και του κοινωνικού μετασχηματισμού δεν έχει να κάνει μόνο με τον στρατό και την αστυνομία, από το ’37 γίνεται μια τεράστια προσπάθεια να σταματήσει η κολεκτιβοποίηση των επιχειρήσεων και των αγροκτημάτων με αποτέλεσμα την πτώση της παραγωγής, ο εφοδιασμός με αγροτικά προϊόντα των πόλεων από την ύπαιθρο ξαναπερνάει στους έμπορους με αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση των τιμών, την μαύρη αγορά  την έλλειψη τροφίμων και την κερδοσκοπία.

 

Είναι φανερό ότι μέσα στο στρατόπεδο των δημοκρατικών οι αστοί και το ΚΚΙ δεν δειλιάζουν να ρισκάρουν μια συντριπτική ήττα από Φράνκο, αρκεί να αναχαιτίσουν την ίδια την επανάσταση. Το POUM για λόγους που έχουν να κάνουν και με την ΕΣΣΔ αλλά και της σχετικά μικρής του δύναμης βρίσκεται πρώτο στο στόχαστρο του ΚΚΙ και των αστών, δολοφονείται ο ηγέτης του και βγαίνει στην εκτός νόμου τον Ιούνιο του ’37.

 

Η οργή αλλά και η αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων που πήραν μέρος στην ανατροπή του πραξικοπήματος το ’36 και την αντίσταση στους φασίστες μεγαλώνει η συντριπτική πλειοψηφία αυτού του κόσμου και κυρίως σε Καταλονία, Αραγονία, Αστούρια κλπ τάσσεται με την CNT. Βλέπουν να χάνουν, όχι από τους φασίστες, αλλά από την Λαϊκή Κυβέρνηση αυτά που είχαν καταχτήσει όλους αυτούς τους μήνες. Οι πρωταγωνιστές της επανάστασης καλούνται να γίνουν οι κομπάρσοι αυτών που όταν έγινε το πραξικόπημα ήταν κριμένοι στις τρύπες τους. Η CNT αλλά και το POUM υποχωρούν συνέχεια στις μεθοδεύσεις των κομμουνιστών κλπ αποδεχόμενοί ντε φάκτο την αναχαίτιση του κοινωνικού μετασχηματισμού. Αν και αυξάνουν οι φωνές που προειδοποιούν για τον κίνδυνο να της όλης κατάστασης (Ελευθεριακή Νεολαία, «οι φίλοι του Ντουρούτι», Λενινιστές Μπολσεβίκοι- διάσπαση του POUM) η ηγεσία της CNT αδυνατεί να αντιληφτεί ότι η κατάσταση της δυαδικής εξουσίας κάποια στιγμή λύνεται προς την μια ή την άλλη κατεύθυνση. Πως είτε η εργατική και αγροτική αυτοδιευθυνση θα γενικευτεί, είτε το κράτος θα ξαναπάρει της εξουσίες του. Θεωρεί και αυτή ότι εφόσον έχει την πλειοψηφία του κόσμου με το μέρος της η εξουσία της  κυβέρνησης είναι εφήμερη και τυπική, δεν αντιλαμβάνεται το κίνδυνο ανασύστασης και αφήνει την αστυνομία και το στρατό να αφοπλίζει ανενόχλητα το λαό. Το μέγιστο λάθος των Αναρχικών, το οποίο τους οδήγησε και στην συμμετοχή στην κυβέρνηση είναι η υποτίμηση της δυνατότητας της κεντρικής εξουσίας να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες της και να αναλάβει ουσιαστικό ρόλο μέσα σε αυτή την ρευστή πραγματικότητα. Το ότι αυτοί αδιαφορούσαν για αυτή δεν σήμαινε ότι έκανε το ίδιο και αυτή γι’ αυτούς.

 

Η τελευταία ευκαιρία να ανατραπεί αυτή η πορεία ήταν οι μάχες του Μάη του ‘37στην Βαρκελώνη. Τότε η  CNT είχε και την δύναμη και κάθε λόγο να αντιταχθεί στην κυβέρνηση της Καταλονίας και να περάσει στην γενικευμένη αυτοδιευθύνση δίνοντας νέα ορμή στην επανάσταση.

 

Όταν σε μια επανάσταση αρχίζει να αφοπλίζεται ο λαός έχει αρχίσει η αντεπανάσταση, όταν η πιο συνεπής επαναστατική οργάνωση αποδέχεται αυτόν τον αφοπλισμό είναι σαν να στέλνει τον λαό στο σπίτι του. Ο Μάης του ’37 προδιέγραψε την νίκη των φασιστών, τότε πια οι εργάτες και οι αγρότες είχαν χάσει ότι είχαν κερδίσει, ακόμα και την περηφάνια να είναι μέλη της CNT.  Έβλεπαν ότι είτε νικήσει ο Φράνκο είτε οι δημοκρατικοί θα επέστρεφαν κάτω από τις διαταγές του αφεντικού, του τσιφλικά, του αξιωματικού, του χωροφύλακα,  δεν μπορούσαν παρά να χάσουν και τον πόλεμο.

 

Οι επαναστατημένες λαϊκές μάζες εξαφανίζονται από το προσκήνιο το ίδιο ξαφνικά όπως εμφανίζονται, όσο ο Ισπανικός Εμφύλιος μετατρεπότανε από επανάσταση σε πόλεμο δυο στρατών η νίκη των φασιστών εδραιωνόταν.