Γεννημένη το 1914, στο Cizurquil του Guipuzcoa, στη Χώρα των Βάσκων, και προερχόμενη από οικογένεια ελευθεριακών, η Soledad Casilda Hernáez Vargas γνώρισε από πολύ μικρή ηλικία τους ριζοσπαστικούς και μαχητικούς χώρους, ενηλικιωνόμενη πριν την ώρα της εν μέσω ενός κοινωνικού αναβρασμού στην περιοχή της Donostiarra.
Η Casilda συμμετείχε σε διάφορες εξεγερτικές δράσεις που, με την ώθηση που έδιναν σε αυτές οι αναρχικοί, είχαν ως στόχο να ανατρέψουν τη δεξιά διακυβέρνηση σε μια νεαρή Δημοκρατία. Έχοντας ήδη συλληφθεί αρκετές φορές, η αποφασιστική συμμετοχή της στην Επανάσταση του Οκτώβρη του 1934 θα της στοίχιζε μια κάθειρξη 29 ετών, για κατοχή προπαγανδιστικού υλικού και εκρηκτικών. «Ήμουν πάντα με φίλους, για να κάνουμε δολιοφθορές και άλλα μικροπράγματα, πάντα ασήμαντο» έλεγε.
Η σύγκρουση στα εργοστάσια με ολοκληρωτικά γυναικείο εργατικό προσωπικό την προσέλκυσε. Ανάμεσα στις αποφασισμένες αναρχικές συντρόφισσές της ήταν και η Trini Urien, η οποία, πριν συμμετάσχει στην εκπαίδευση των νεαρών μελών της οργάνωσης Mujeres Libres (Ελεύθερες Γυναίκες), ήταν με την Casilda μέλη της Ελευθεριακής Νεολαίας. Μια άλλη γνωστή αναρχική ήταν και η Cecilia García de Guilarte, συντάκτρια της εφημερίδας της CNT, η οποία, δημοσίευε συνεντεύξεις από άνδρες και γυναίκες που πεολεμούσαν με τις αναρχικές φάλαγγες, και άλλα σημαντικά πολεμικά χρονικά.
Τον Φεβρουάριο του 1936, η Casilda βγήκε από τη φυλακή χάρη στην αμνηστία που ακολούθησε το θρίαμβο του Λαϊκού Μετώπου. Λίγο αργότερα, συμμετείχε στις αντιφασιστικές κινητοποιήσεις στη Guipuzcoa εκείνο το καλοκαίρι, παίρνοντας μέρος σε συγκρούσεις όπως αυτές του Aiako Harria, όπου έχασαν τη ζωή τους αρκετοί σύντροφοι και συντρόφισσές της. Μετά την πτώση του μετώπου στη Guipuzcoa, συνέχισε τον ένοπλο αγώνα. Με την ήττα και αφού πέρασε από διάφορα στρατόπεδα προσφύγων, μαζί με τον σύντροφό της, Félix Likiniano, εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο Biarritz, παραλιακή πόλη της νοτιοδυτικής Γαλλίας. Εκεί συμμετείχαν σε ενέργειες κατά της ναζιστικής κατοχής και κατά του φρανκικού καθεστώτος στην Ισπανία.
Αργότερα, το σπίτι της Casilda θα παρέμεινε ανοιχτό για το νέο κύμα προσφύγων, αναρχικών και αριστερών. Μεταξύ των αγωνιστών που απόλαυσαν την ανεκτίμητη φιλοξενία της, ήταν και ο Federico Krutwig.
Ακόμα και στα τελευταία της χρόνια, η Casilda ήταν στην πρώτη γραμμή. Ο σύντροφός της Félix Likiniano είχε ήδη πεθάνει, αλλά η Casilda θα καλωσόριζε μέλη του νέου κύματος αγωνιστών του ελευθεριακού κινήματος, ειδικά νέες κοπέλες, τις οποίες θεωρούσε πολιτικές της εγγονές. Ήδη από τα 65 της είχε εντρυφύσει στον πολιτικό φεμινισμό. Επίσης, δεν άφησε στην άκρη τις νέες εναλλακτικές εμπειρίες που εκκολάφθηκαν στην γενέτειρά της περιοχή της Donostiarra. Οι επισκέψεις της Casilda εκεί δεν περνούσαν ποτέ απαρατήρητες.
Η Casilda Hernáez πέθανε στο Biarritz, στις 31 Αυγούστου 1992. Ανάμεσα στα προσωπικά της γραπτά και αντικείμενα, βρέθηκε ένα μοντέρνο κουτί ραπτικής. Μέσα ήταν ένα περίστροφο και ένα κουτί με σφαίρες. Η Casilda, το «κορίτσι-βόμβα» ήταν μέχρι την ημέρα του θανάτου της μια γυναίκα εν όπλοις.
*Πηγή: Lluis Guix Moreno. Μετάφραση: Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης.