— Κατά τη διάρκεια της γενικής απεργίας του 1917, ο Βραζιλιάνος αναρχικός Edgard Leuenroth, συνελήφθη και δικάστηκε επειδή θεωρήθηκε από τις αρχές ως ένας από τους «μέντορες» της παράλυσης και ότι «καθοδήγησε» μια ομάδα εργαζομένων που απαλλοτρλιωσαν τον μύλο Santista.
Ο Edgard Leuenroth κατά τη διάρκεια της δίκης του είπε τα ακόλουθα λόγια (αποσπάσματα): «Ο κομμουνιστικός αναρχισμός αρνείται την ιδιοκτησία, αλλά την αρνείται ως προνόμιο μιας τάξης, διεκδικώντας την ως αναμφισβήτητο δικαίωμα της ανθρώπινης συλλογικότητας. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος διακηρύσσει την ανάγκη για γη, στέγαση, μέσα μεταφοράς, ορυχεία, μηχανήματα και εργασία. Όλος ο κοινωνικός πλούτος, τέλος, πρέποει να σταματήσει να ανήκει σε μια μειονότητα ώστε να αποτελεί κοινή κληρονομιά, από τη στιγμή που θα υπάρχει αφού ψωμί, ευημερία και ελευθερία. Αυτό που προτείνουμε είναι η απαλλοτρίωση για λόγους κοινωφελούς χαρακτήρα, που γίνεται από τον λαό σε μια γενική κίνηση μετασχηματιστικού χαρακτήρα και προς όφελος όλης της ανθρωπότητας και όχι για την απόλαυση αυτού ή του άλλου ατόμου.
Αν για την υπεράσπιση αυτών των αρχών θέλουν να με κρατήσουν στη φυλακή, βασανίζοντας την οικογένειά μου, καθιστώντας αδύνατη τη στήριξη των παιδιών μου, δεν θα νιώσω ατιμασμένος από αυτό, γιατί με αυτήν την αδιανόητη βία, θα συμπεριληφθώ στην απέραντη φάλαγγα των πολυάριθμων μαχητών προς όφελος ευγενών σκοπών, που διώκονται επειδή γνωρίζουν ότι διατηρούν διακριτικά τις πεποιθήσεις τους.
Δεν θα αφιερωθώ σε παρατηρήσεις για τη διαδικασία του δικαστηρίου, γιατί, νιώθοντας ανώτερος από τέτοια ταπεινότητα, δεν θα δεχτώ, ούτε καν τυχαία, την καταλογισμό μου ως εγκληματία που με οδήγησε στο δικαστήριο».
*Πηγή: «The Cosmopolitan» (Rio de Janeiro), May 1, 1918. Το πήραμε από τον Marcolino Jeremias. Μετάφραση: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης.