Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας*
Τον χειμώνα του 1933, στο Κάζας Βιέχας, ένα ανδαλουσιάνικο χωριό 2.000 κατοίκων γεμάτο φραγκοσυκιές, περίπου πενήντα χιλιόμετρα από το λιμάνι του Κάντιθ, έλαβε χώρα ένα από τα πιο βίαια και αιματηρά και επεισόδια της Δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας, τρεισήμισι χρόνια πριν το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου. Τα γεγονότα, όπως εξελίχθηκαν ανάμεσα στις 10 και στις 12 Ιανουαρίου, έχουν μείνει στην ιστορία ως η Σφαγή του Κάζας Βιέχας και συγκλόνισαν το σύνολο της ισπανικής κοινωνίας λόγω της αμείλικτης κρατικής καταστολής από τις δυνάμεις ασφαλείας σε βάρος των χωρικών. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μανουέλ Αθάνια έχασε μεγάλη μερίδα των υποστηρικτών του, γεγονός που μήνες αργότερα θα οδηγούσε στην πτώση της δημοκρατικής-σοσιαλιστικής κυβέρνησης και στην άνοδο της Δεξιάς.
ΤΑ ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ...
Στις 14 Απριλίου 1931 είχε εγκαινιαστεί η Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία, ένα μοναδικό πολιτικό καθεστώς στην Ευρώπη μαζί με τη Γερμανική Δημοκρατία της Βαϊμάρης, που έκανε πράξη τις συνταγές της σοσιαλδημοκρατίας στην περίοδο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά την πτώση της δικτατορίας του Πρίμο ντε Ριβέρα και την κατάργηση της μοναρχίας του Αλφόνσου ΙΓ΄, η δημοκρατική κυβέρνηση είχε λάβει κάποια μέτρα που απέβλεπαν στην εγκαθίδρυση ενός αστικού καθεστώτος με ρεφορμιστικές τάσεις. Επίσης, προσπάθησε να περιορίσει (συχνά, βίαια) τις επαναστατικές ενέργειες της πολυάριθμης οργανωμένης και συνειδητοποιημένης εργατικής τάξης με επικεφαλής την αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση Εθνική Συνομοσπονδία Εργασίας (Confederación Nacional del Trabajo - CNT), ενώ δεν έκανε σχεδόν τίποτα για την ανακούφιση του εργατικού και αγροτικού προλεταριάτου.
Ο ισπανικός αναρχισμός, εκπροσωπούμενος κυρίως από τη CNT και την Αναρχική Ομοσπονδία Ιβηρικής (Federación Anarquista Ibérica - FAI) αρχικά βρήκε ευνοϊκό το νέο πλαίσιο ελευθεριών που πρόσφερε η Δημοκρατία για την ανάπτυξη ελευθεριακών δραστηριοτήτων. Σύντομα όμως, οι αναρχικοί άρχισαν να δυσπιστούν απέναντι στην αστική Δημοκρατία, η οποία είχε υποσχεθεί μεταρρυθμίσεις που δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες του λαού, διαιωνίζοντας τις προαιώνιες ανισότητες στην ισπανική κοινωνία.
Στα τέλη του 1932, το αναρχικό κίνημα επέλεξε τον επαναστατικό δρόμο, κάνοντας πράξη αυτό που ο Καταλανός ελευθεριακός Χουάν Γκαρθία Ολιβέρ αποκαλούσε «επαναστατική γυμναστική». Όμως η γενική απεργία που κηρύχθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1933 δεν έμελλε να διαρκέσει και η απόπειρα μιας γενικευμένης εξέγερσης συντρίφτηκε εν τη γενέσει της. Λόγω της διαρκούς αναταραχής τους προηγούμενους μήνες, ο στρατός και η αστυνομία είχαν φροντίσει να καταλάβουν στρατηγικές θέσεις σε μέρη όπου αναμένονταν ταραχές και στο τέλος όλης φάσης πολλοί αναρχικοί ηγέτες συνελήφθησαν. Πέρα από κάποιες συγκρούσεις με τις δυνάμεις της τάξης και τα λίγα οδοφράγματα που υψώθηκαν στη Βαρκελώνη, και εξεγέρσεις σε πόλεις της Αραγονίας, της Βαλένθια και της Ανδαλουσίας, η ιδέα της κοινωνικής επανάστασης δεν είχε καταφέρει ακόμα να αφυπνίσει το ισπανικό προλεταριάτο. Η CNT αναγνώρισε την ανεπάρκεια του σχεδίου και του ανθρώπινου δυναμικού για την εξέγερση και συμπέρανε ότι η χειραφέτηση του λαού χρειαζόταν μια καλύτερα συντονισμένη και πλατύτερη οργάνωση.
ΤΑ «ΓΕΡΙΚΑ ΣΠΙΤΙΑ»...
Στην επαρχία του Κάντιθ υπήρχαν μερικές τοπικές αναρχικές ομάδες που καθοδήγησαν τις εξεγέρσεις των αγροτών. Μα το ξημέρωμα της 10ης Ιανουαρίου, στο χωριό Κάζας Βιέχας, κοντά στη Μεδίνα Σιδόνια, μια ομάδα περίπου διακοσίων χωρικών που συνδέονταν πολιτικά με τη CNT, ξεκίνησε την εξέγερση στο χωριό. Το πρωί της 11ης Ιανουαρίου, οπλισμένοι με κυνηγετικά όπλα και πιστόλια, περικύκλωσαν τον στρατώνα της Guardia Civil (ένοπλο στρατιωτικού τύπου αστυνομικό σώμα, εν είδη χωροφυλακής) και απέκλεισαν τον λοχία Μανουέλ Γκαρθία Άλβαρεθ και τους τρεις άνδρες της Guardia που βρίσκονταν εκεί. Αφού τους ζήτησαν να παραδοθούν στο όνομα του ελευθεριακού κομμουνισμού και εκείνοι αρνήθηκαν, ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών στη διάρκεια της οποίας ο λοχίας και ένας από τους άνδρες του τραυματίστηκαν σοβαρά και πέθαναν ο δεύτερος την επόμενη και ο πρώτος τη μεθεπόμενη μέρα. Αμέσως οι αναρχικοί κατέλαβαν το δημαρχείο, ύψωσαν τη μαυροκόκκινη σημαία και άρχισαν να καταστρέφουν τα αρχεία με τα περιουσιακά στοιχεία των γαιοκτημόνων της περιοχής.
Ωστόσο, στα μέσα του πρωινού της 11ης Ιανουαρίου και ενώ η πολιορκία του στρατώνα συνεχιζόταν, έφτασε η είδηση για την άμεση άφιξη ενός αποσπάσματος δώδεκα Assaltos (Φρουροί Εφόδου - ένοπλο αστυνομικό σώμα που είχε συγκροτήσει η Δημοκρατία) υπό τη διοίκηση του λοχία Αρτάλ από τη Μεδίνα Σιδόνια για να απεγκλωβίσει τους αστυνομικούς στο στρατώνα και να καταλάβει την πόλη. Πυροβολώντας στον αέρα, οι αστυνομικοί κατάφεραν να διαλύσουν τους εξεγερμένους χωρικούς, πολλοί από τους οποίους κατέφυγαν στους γύρω λόφους. Στη Χερέθ ντε λα Φροντέρα, ένας λόχος των Assaltos που στάλθηκε με επικεφαλής τον λοχαγό Μανουέλ Ρόχας, έναν αξιωματικό που είχε υπηρετήσει στην Αφρική και πιθανώς ήταν μορφινομανής, διαπίστωσε ότι η τηλεφωνική επικοινωνία με το Κάζας Βιέχας είχε διακοπεί. Στα μέσα του απογεύματος, μια ομάδα από δώδεκα Assaltos και τέσσερα μέλη της Guardia ξεκίνησε για να ενισχύσει τους αστυνομικούς που ήδη βρίσκονταν ακροβολισμένοι στο χωριό. Φοβούμενοι αντίποινα, πολλοί κάτοικοι τράπηκαν σε φυγή, ενώ άλλοι κλείστηκαν στα σπίτια τους. Τότε οι Assaltos άρχισαν να συλλαμβάνουν υπόπτους για την επίθεση στο στρατώνα, ανάμεσά τους και τον Μανουέλ Κιχάδα, τον οποίοι κάποιοι είχαν δει να πυροβολεί εναντίον του στρατώνα. Μετά από ξυλοδαρμούς και βασανιστήρια, δύο γείτονες κατηγόρησαν την οικογένεια του 72χρονου καρβουνιάρη Φρανθίσκο Κρουθ Γκουτιέρεθ, πεθερού του Κιχάδα και γνωστού στο χωριό ως «Σεϊσδέδος» (Εξαδάχτυλος). Ο «Σεϊσδέδος» ήταν αναρχικός και σύχναζε στα γραφεία της CNT με το γιο του και τον γαμπρό του.
Ο ΣΕΪΣΔΕΔΟΣ ΑΝΤΙΣΤΕΚΕΤΑΙ...
Ο «Σεϊσδέδος» είχε καταφύγει με την οικογένειά του και τους δυο γαμπρούς του (συνολικά εννέα άτομα - ανάμεσά τους ο Κιχάδα που είχε καταφέρει να αποδράσει) στο σπίτι του, μια καλύβα από λάσπη και πέτρα με αχυροσκεπή. Όταν οι δυνάμεις ασφαλείας προσπάθησαν να γκρεμίσουν την πόρτα, όσοι βρίσκονταν μέσα αμύνθηκαν πυροβολώντας και σκοτώνοντας τον Μαρτίν Ντίαθ, ένα μέλος των Assaltos. Στο μεταξύ, μερικοί χωρικοί αναθάρρησαν και αφού σκαρφάλωσαν σε στέγες σπιτιών άρχισαν να πυροβολούν εναντίον των αστυνομικών που αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Έφτασαν κι άλλοι φρουροί με ένα πολυβόλο που όμως αποδείχθηκε ελαττωματικό, ενώ οι χειροβομβίδες που έριξαν εναντίον της καλύβας δεν εξερράγησαν.
Στις δυο τα ξημερώματα, μια μονάδα αποτελούμενη από ενενήντα Assaltos έφτασε στην πόλη με επικεφαλής τον λοχαγό Μανουέλ Ρόχας, ο οποίος, σύμφωνα με δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους μετά τη σφαγή, είχε λάβει την εντολή από τον Διευθυντή της Ασφάλειας στη Μαδρίτη, Αρτούρο Μενέντεθ, να μετακινηθεί από τη Χερέθ και να βάλει τέλος στην εξέγερση, ανοίγοντας ανελέητο πυρ εναντίον όσων πυροβολούσαν εναντίον των αστυνομικών. Το πολυβόλο επισκευάστηκε, προστέθηκαν κι άλλα, αλλά και πάλι τα πυρά δεν κατάφεραν να πείσουν τους αμυνόμενους να παραδοθούν.
Μόλις ξημέρωσε, ο λοχαγός Ρόχας έδωσε εντολή στους άνδρες του να ανοίξουν πυκνό πυρ με πολυβόλα εναντίον της καλύβας που υπερασπιζόταν η οικογένεια του «Σεϊσδέδος» και τότε από τα πυρά σκοτώθηκαν ο «Σεϊσδέδος» και ο γος του, Πέρικο. Όσοι ζούσαν αρνήθηκαν να παραδοθούν. Εκείνη τη στιγμή έφτασε ένα τηλεγράφημα από τον κυβερνήτη της επαρχίας που απαιτούσε την άμεση ισοπέδωση της καλύβας. Μέσα σε λίγα λεπτά, ο Ρόχας διέταξε την πυρπόληση του σπιτιού, ένα μέτρο που νωρίτερα είχε απορριφθεί από φόβο μήπως η φωτιά εξαπλωνόταν σε όλο το χωριό. Ο Αρτάλ προσπάθησε να τον συγκρατήσει και του ζήτησε να διαπραγματευτεί με τους πολιορκημένους για να μη χυθεί άλλο αίμα. Όμως ο δαιμονισμένος λοχαγός ήταν αμετάπειστος και έτσι οι αστυνομικοί έριξαν μπάλες βαμβακιού αναμμένες με βενζίνη πάνω στην αχυροσκεπή που άρπαξε αμέσως φωτιά. Οι πυροβολισμοί από μέσα σταμάτησαν μόνο όταν η στέγη κατέρρευσε.
Δυο άτομα που είχαν προσπαθήσει να ξεφύγουν από τη φωτιά βγαίνοντας σκοτώθηκαν επιτόπου. Μέσα στην καλύβα κάηκαν έξι άτομα, ανάμεσά τους ο ίδιος ο «Σεϊσδέδος», τα δυο παιδιά του, ο ένας γαμπρός του και η νύφη του. Η μόνη που επέζησε ήταν η δεκαεξάχρονη εγγονή του, Μαρία Σίλβα Κρουθ, γνωστή ως «La Libertaria» (Η Ελευθεριακή), η οποία κατάφερε να σώσει τη ζωή της βγαίνοντας από την καλύβα με μισοκαμένο φόρεμα και καψαλισμένα μαλλιά και κρατώντας στην αγκαλιά της τον μικρό της εξάδελφο, Μανουέλ Γκαρθία. Είχαν σταθεί τυχεροί επειδή την ώρα που έφευγαν τρέχοντας σκόνταψαν πάνω στο γαϊδούρι του παππού της και σωριάστηκαν στο έδαφος. Οι σφαίρες που προορίζονταν για αυτούς σκότωσαν το άμοιρο ζώο.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, σύμφωνα με κάποια πληροφορία, ο Ρόχας έδωσε τον αναπτήρα του στον Αρτάλ και τον διέταξε να βάλει φωτιά στις καλύβες του χωριού. Τρομοκρατημένος, ο Αρτάλ αρνήθηκε, λέγοντας ότι εκεί υπήρχαν μόνο γυναικόπαιδα. Ο λοχαγός επανέλαβε ασυγκίνητος τη διαταγή. Τότε ο Αρτάλ κατέρρευσε αρνούμενος να συμμορφωθεί, και χρειάστηκε η παρέμβαση του εκπροσώπου του πολιτικού κυβερνήτη για να αποσύρει ο Ρόχας την εντολή.
Το ίδιο πρωί, ο Λοχαγός Ρόχας έστειλε ένα τηλεγράφημα στη Μαδρίτη ανακοινώνοντας ότι η εξέγερση είχε συντριβεί. Επιπλέον, διέταξε τρία περίπολα να συλλάβουν τους γνωστότερους αναρχικούς της πόλης κατόπιν υπόδειξης των προυχόντων του χωριού, και να πυροβολούν όποιον αντιστεκόταν. Τα δώδεκα άτομα που συνελήφθησαν (μόνο ένα από αυτά είχε αποδεδειγμένα λάβει μέρος στην επίθεση στον στρατώνα, ενώ δυο ακόμα συλληφθέντες κατάφεραν να αποδράσουν κατόπιν παρέμβασης ενός συντοπίτη τους, μέλους της Guardia) οδηγήθηκαν μπροστά στην καμένη καλύβα και αφού τους έδειξαν τον νεκρό αστυνομικό, ο λοχαγός Ρόχας διέταξε την εν ψυχρώ εκτέλεση των αιχμαλώτων στο μικρό μαντρί του Σεϊσδέδος.
Λίγες ώρες αργότερα, οι παραταγμένες δυνάμεις της δημόσιας τάξης αποχώρησαν από την πόλη, αφού πρώτα εισέβαλαν στο γραφείο της τοπικής CNT και τα κατέστρεψαν ολοσχερώς. Η σφαγή είχε τελειώσει αφήνοντας πίσω τα πτώματα δεκαεννέα ανδρών, δυο γυναικών και ενός παιδιού. Ένας 74χρονος, ο Αντόνιο Μπαρμπερά, που είχε τολμήσει να κοιτάξει από το παράθυρο του σπιτιού ή, σύμφωνα με άλλους, όταν του ζήτησαν να παραδοθεί εκείνος είχε αρνηθεί, πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε Η προφορική μαρτυρία της επιζήσασας εγγονής του «Σεϊσδέδος» για τα γεγονότα που συνέβησαν σε εκείνο το χωριό του Κάδιθ ήταν συγκλονιστική:
«Όταν άρχισε η πολιορκία στεκόμουν μπροστά στην καλύβα. Ένας άνδρας των Assaltos με πλησίασε για να μου πει ότι είμαι πόρνη, ότι εμείς φταίμε για όλα και ότι θα μου τινάξει τα μυαλά... Έπειτα άρχισαν να φωνάζουν σε αυτούς που βρίσκονταν μέσα στην καλύβα. Τους προέτρεπαν να βγουν έξω και να παραδοθούν, παρόλο που η πόρτα ήταν ανοιχτή. Οι Assaltos δεν τολμούσαν να μπουν μέσα επειδή ήταν δειλοί. Έτσι αποφάσισαν να αρχίσουν τους πυροβολισμούς και να βάλουν φωτιά στην αχυροσκεπή. Ακούσαμε τις κραυγές των ανθρώπων και είδαμε την καλύβα να καίγεται. Ακούστηκαν τρομερές κραυγές. Μύριζε έντονα καμένη σάρκα. Παντού αίμα. Ήταν σκέτη φρίκη!»
Μαζί με κάποια άτομα που είχαν σκοτωθεί στην είσοδο του χωριού από την πρώτη ομάδα των Assaltos , η οποία είχε σταλεί για να ελέγξει τα τηλεφωνικά καλώδια μαζί με τεχνικούς, ο συνολικός αριθμός των χωρικών που σκοτώθηκαν ήταν είκοσι έξι, ενώ οι δυνάμεις ασφαλείας μετρούσαν τρεις νεκρούς. Δύο ακόμα άτομα, ένας άνδρας και μια γυναίκα που είχε φυλακιστεί, θα πέθαιναν τις επόμενες μέρες από καρδιακή προσβολή εξαιτίας της φρίκης που είχαν βιώσει.
ΜΕΤΑ ΤΗ ΣΦΑΓΗ...
Η αλήθεια για αυτή τη βάναυση καταστολή στο Κάζας Βιέχας άργησε να γίνει γνωστή, αφού οι εκδοχές που αρχικά έδιναν οι ίδιες οι δυνάμεις της τάξης που εμπλέκονται στα γεγονότα ήταν αντιφατικές. Όλοι οι άμεσοι και έμμεσοι συντελεστές της σφαγής προσπάθησαν να δικαιολογηθούν λόγω την έκτασης που τελικά πήρε το γεγονός, με κύριους υπεύθυνους τον Διευθυντή Ασφαλείας στη Μαδρίτη και τη δημοκρατική κυβέρνηση του Μανουέλ Αθάνια συλλογικά. (Λεγόταν ότι μόλις ο Αθάνια πληροφορήθηκε το γεγονός, είπε: «Ούτε αιχμάλωτοι ούτε τραυματίες. Βολές στην κοιλιά»).
Μόλις τα γεγονότα έγιναν γνωστά λίγες μέρες αργότερα στην υπόλοιπη Ισπανία, ξέσπασε ένα μεγάλο δημοσιογραφικό και κοινοβουλευτικό σκάνδαλο που συντάραξε την ισπανική κοινωνία στο σύνολό της. Αυτό που συγκλόνισε κυρίως τη χώρα ήταν η αμείλικτη και βάρβαρη τιμωρία σε βάρος μιας ομάδας οικονομικά εξαθλιωμένων ανθρώπων του νότου, σε σύγκριση με την πιο προσεκτική προσέγγιση για τους πιο ισχυρούς αναρχικούς επαναστάτες στα μεγάλα αστικά κέντρα. Επρόκειτο για μια κανονική σφαγή και η δυσωδία από τα διάτρητα από σφαίρες πτώματα –ενισχυμένη από τον πολιτικό οπορτουνισμό– θα είχε σοβαρές συνέπειες για την Ισπανία.
Το ιδεολογικό φάσμα της Δεξιάς, εκμεταλλεύτηκε τα γεγονότα στο Κάζας Βιέχας για να προβληθεί ως μια εναλλακτική κυβέρνηση απέναντι στην Ισπανική Δημοκρατία, με υποσχέσεις για εξασφάλιση της δημόσιας τάξης και ειρήνης. Στα τέλη Φεβρουαρίου του 1933, το κοινοβούλιο ενέκρινε πλειοψηφικά τη σύσταση μιας διερευνητικής επιτροπής για τα γεγονότα. Στις 15 Μαρτίου, η επιτροπή παρέδωσε μια τελική έκθεση αναγνωρίζοντας την ύπαρξη των εκτελέσεων αλλά απαλλάσσοντας την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση του Μανουέλ Αθάνια δεν κατάφερε να ξεπεράσει πολιτικά αυτό το σκάνδαλο φοβούμενη ότι θα έχανε την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων της ισπανικής μεσαίας τάξης. Τον Νοέμβριο του 1933 και ενώ οι αναρχικοί είχαν προβεί σε μια σφοδρή αντιεκλογική εκστρατεία αποχής από τις εκλογές που επηρέασε σημαντικές μάζες πιθανών ψηφοφόρων, ο συνασπισμός συντηρητικών-ακροδεξιάς κέρδισε τις εκλογές και στη σύντομη θητεία του έγινε το καζάνι μέσα στο οποίο κόχλαζαν οι συνωμοσίες που σύντομα θα οδηγούσαν τη χώρα σε έναν ανελέητο και αιματηρό εμφύλιο πόλεμο και στην τελική νίκη του ισπανικού φασισμού.
Το συνδικάτο CNT ξεκίνησε μια εκστρατεία εναντίον της κρατικής καταστολής και της δικτατορικής πολιτικής της δημοκρατικής κυβέρνησης, απαιτώντας την απελευθέρωση των κρατουμένων και την κατάργηση νόμων σε βάρος των θεμελιωδών ελευθεριών, όπως ο Νόμος για την Υπεράσπιση της Δημοκρατίας που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 1932 και σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκε ενάντια στις δραστηριότητες της εργατικής τάξης. Μετά την καταστολή στο Κάζας Βιέχας ο ισπανικός αναρχισμός ενεπλάκη σε μια έντονη συζήτηση σχετικά για την έμπρακτη δράση προκειμένου να ανατραπεί ο καπιταλισμός. Η ενίσχυση των επαναστατικών ιδεών μεταξύ των λαϊκών τάξεων εκφράστηκε στην πράξη με την Αστουριανή Επανάσταση του 1934, μια προειδοποίηση από τους εργάτες ότι ο ελευθεριακός κομμουνισμός δεν ήταν τόσο μακριά όσο φαινόταν. Δυστυχώς όμως, το όραμα αυτό δεν έμελλε να πραγματοποιηθεί, παρά τις ηρωικές του προσπάθειες τα επόμενα χρόνια. Τον Ιούλιο του 1936, το φασιστικό πραξικόπημα του στρατηγού Φράνκο και των συνεργατών ενάντια στη δημοκρατική κυβέρνηση θα γινόταν η ταφόπλακα των πολιτικών κομμάτων και του αναρχικού κινήματος για περισσότερο από τριάντα πέντε χρόνια.
Για αρκετές δεκαετίες, τα γεγονότα στο Κάζας Βιέχας ήταν ένα ελάχιστα γνωστό ιστορικό γεγονός. Κατά την περίοδο της δικτατορίας του Φράνκο έπεσε στη λήθη, και έγινε ταμπού καθώς έλειπαν οι προφορικές αφηγήσεις εκείνων που είχαν βιώσει εκείνη την πολύ σύντομη εξέγερση. Τα στόματα στο Κάζας Βιέχας ήταν κλειστά επειδή οι κάτοικοί του είχαν τρομοκρατηθεί, επηρεασμένοι από ένα τραγικό γεγονός πολιτικής και κατασταλτικής φύσης.
Σήμερα, σχεδόν όλα τα σπίτια στο Κάζας Βιέχας (που πλέον ονομάζεται Μπεναλούπ-Κάζας Βιέχας) είναι νεόδμητα. Στο σημείο που κάποτε βρισκόταν η καλύβα του «Σεϊσδέδος» έχει χτιστεί ένα πολυτελές ξενοδοχείο που αρχικά ήταν να ονομαστεί La Libertaria αλλά τελικά ονομάστηκε Utopia. Στα γραφεία της CNT στεγάζεται ένα κλειστό μπαρ. Στο χωριό υπάρχει ένα μικρό αλλά ενδιαφέρον μουσείο με θέματα από την προϊστορία του Κάδιθ και ο άνθρωπος που το διαχειρίζεται ξεναγεί τους επισκέπτες στον τόπο της σφαγής του 1933. Τα μόνα κτίρια που στέκονται ακόμη από εκείνες τις μέρες είναι η εκκλησία και, ακριβώς δίπλα της, ο στρατώνας της Guardia Civil.
ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Η ΜΑΡΙΑ ΣΙΛΒΑ...
Η αστυνομία τη συνέλαβε τη Μαρία στις 14 Ιανουαρίου 1933. Φυλακίστηκε στη Μεδίνα Σιδόνια και από εκεί μεταφέρθηκε στη φυλακή του Κάδιθ όπου παρέμεινε για ένα μήνα μέχρι να αποφυλακιστεί. Στη Μεδίνα Σιδόνια γνώρισε τον Μιγέλ Πέρεθ Κορδόν, ένα δημοσιογράφο και μέλος της CNT, αγαπήθηκαν, και μετακόμισαν στη Μαδρίτη μέχρι τη γέννηση του γιου τους. Κατόπιν επέστρεψαν στην Ανδαλουσία και εγκαταστάθηκαν στη Ρόντα. Τον Ιούλιο του 1936, οι εθνικιστές κατέλαβαν τη Ρόντα και ο Πέρεθ Κορδόν κατέφυγε στα βουνά ενώ η Μαρία έμεινε σπίτι με το μικρό γιο της. Τελικά τη συνέλαβε η Guardia Civil και της πήραν το παιδί. Η Μαρία εκτελέστηκε από τους φασίστες μαζί άλλα δυο άτομα το ξημέρωμα της 23 Αυγούστου 1936. Τα λείψανά της, όπως τόσων και τόσων χιλιάδων άλλων Ισπανών (και ξένων) αντιφασιστών δεν έχουν βρεθεί ακόμα, ενώ ο θάνατός της αναγνωρίστηκε επίσημα μόλις το 2010. Ο γιος της μεγάλωσε με τη θεία της και σε όλη του τη ζωή έδινε αγώνα για να ανακαλύψει που βρίσκεται θαμμένη η μητέρα του. O Πέρεθ Κορδόν σκοτώθηκε τρία χρόνια αργότερα σε μάχη με τους εθνικιστές.
TI ΑΠΕΓΙΝΕ Ο ΛΟΧΑΓΟΣ ΡΟΧΑΣ...
Ο Ρόχας δικάστηκε για τη σφαγή στο Κάζας Βιέχας και καταδικάστηκε σε 21 χρόνια φυλακή, από τα οποία εξέτισε μόνο δυο χάρη σε απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Με το ξέσπασμα του Εμφυλίου Πολέμου εντάχθηκε στο στρατό των εθνικιστών και μάλιστα ήταν ο επικεφαλής των Φαλαγγιτών που εισέβαλαν στη θερινή κατοικία της οικογένειας του ποιητή Γκαρθία Λόρκα στη Χουέρτε ντε Σαν Βιθέντε της Γρανάδας. Η δικαιολογία για την εισβολή ήταν η έρευνα για ένα πομπό που η οικογένεια είχε εγκαταστήσει μέσα σε ένα πιάνο για να επικοινωνεί με τη... Σοβιετική Ένωση. Ο Ρόχας εξαφανίστηκε τις τελευταίες μέρες του πολέμου, έχοντας κατηγορηθεί από τους ίδιους τους εθνικιστές για διάφορες ατασθαλίες. Έκτοτε η τύχη του αγνοείται.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
-Φεντερίκα Μοντσένι: Η πρώτη γυναίκα υπουργός στον κόσμο ήταν αναρχική ως το μεδούλι...
-Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι: «Πολεμάμε και ταυτόχρονα κάνουμε επανάσταση!»
-Αναρχικοί εθελοντές στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο...
-Ο αναρχικός παιδαγωγός Φρανθίσκο Φερέρ, το Μοντέρνο Σχολείο και η Τραγική Εβδομάδα της Βαρκελώνης...
- Γκουέρνικα: Στον πίνακα που ζωγραφίζω και θα ονομάσω Γκουέρνικα εκφράζω τη φρίκη μου για την κάστα των στρατιωτικών που σήμερα βυθίζει την Ισπανία σε έναν ωκεανό εξαθλίωσης και θανάτου..."
- Αλεχάντρο Φινιστέρε: Ο αναρχικός εραστής της Φρίντα Κάλο που ανακάλυψε το ποδοσφαιράκι...
- “Οι Ισπανοί Αναρχικοί - Τα Ηρωικά Χρόνια 1868-1936"
The Anarchists of Casas Viejas του Jerome Mint (Indiana University Press, 2004)
- Los Sucesos de Casas Viejas - Crónica de una derrota του Salustiano Gutiérrez Baena (Editorial Beceuve, 2018)
*Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
**Αναδημοσίευση από εδώ: https://merlins.gr/blog/2201-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%BA%CE%AC%CE%B6%CE%B1%CF%82-%CE%B2%CE%B9%CE%AD%CF%87%CE%B1%CF%82-%CF%8C%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CE%B7-%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B5%CE%B9,-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B5%CE%B9-%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CE%BB%CE%AD%CE%B7%CF%84%CE%B1?fbclid=IwAR05FLdCrCmxajyhWrkbUbtKYDUS1oNHnQINqa2N8X35CSp5THLRO3BdSWE