Το γαλλικό αναρχικό κίνημα ανασυγκροτήθηκε μέσα στην ευφορία της Απελευθέρωσης το 1945. Ιδρύθηκε μια Αναρχική Ομοσπονδία με καλές προϋποθέσεις: επρόκειτο για "ξεκαθάρισμα των μεθόδων δράσης μιας άλλης εποχής, η αποτυχία των οποίων είναι αδιαμφισβήτητη". Παρά κάποιους δισταγμούς, υιοθετήθηκαν πιο αυστηρές οργανωτικές αρχές, αφήνοντας "πολύ πίσω όλα τα λάθη του παρελθόντος σε σχέση με την ελευθεριακή οργάνωση". Μεταξύ των αποφάσεων που ελήφθησαν τότε, θα μπορούσαμε να σημειώσουμε την αναβίωση από το 1913, το 1927 και την FCL (Ελευθεριακή Κομμουνιστική Ομοσπονδία) του 1935, της υποχρέωσης των μελών να διαθέτουν κάρτες μελών και σύστημα συνδρομών σύμφωνα με την πρακτική των συνδικάτων. Ο κανόνας της πλειοψηφίας εισήχθη επίσημα στη λειτουργία της οργάνωσης και των ομάδων της, καθώς και στα συνέδρια. Δημιουργήθηκαν τρεις επιτροπές: μια Εθνική Επιτροπή, το όργανο για το συντονισμό των ομάδων και των μελών (είχε γενικό γραμματέα): μια Επιτροπή Προπαγάνδας, υπεύθυνη για την έκδοση της εφημερίδας της Ομοσπονδίας: και μια Επιτροπή Νεολαίας, σχεδιασμένη για την προσέλκυση συμπαθούντων και νεοσυλλέκτων. Η Ομοσπονδία είχε τρία στελέχη: δύο διαχειριστικά στελέχη και ένα για την εφημερίδα (ο Georges Brassens, που δεν ήταν ακόμη διάσημος ως τραγουδιστής, ήταν ένας από αυτούς). Παράλληλα, η συγκρότηση μιας αναρχοσυνδικαλιστικής εργατικής συνομοσπονδίας, η γαλλική CNT (CNTF), επρόκειτο να δρομολογηθεί, κατά τα πρότυπα της ισπανικής CNT (πράγματι, πολλά, αν όχι τα περισσότερα, μέλη της CNTF προέρχονταν από την ισπανική CNT). Οι δύο οργανώσεις θα εργάζονταν χέρι-χέρι. Οι εφημερίδες τους είχαν εκδόσεις δεκάδων χιλιάδων αντιτύπων: η εβδομαδιαία εφημερίδα “Le Libertaire” (Ο Ελευθεριακός) τύπωνε κατά μέσο όρο σχεδόν 50.000 αντίτυπα (και μία από τις εκδόσεις της, που κάλυψε την απεργία της Renault το 1947, τύπωσε 100.000 αντίτυπα). Ωστόσο, και οι δύο οργανώσεις επρόκειτο να συρρικνωθούν και να περιορισθούν σε μικροσκοπικές κλίκες μέσα σε λίγα μόλις χρόνια. Ας εξετάσουμε τους λόγους που οδήγησαν σε αυτό.
Το εθνικό και διεθνές πλαίσιο έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Η μεθυστική ομοψυχία της Αντίστασης και το όνειρο ενός νέου Λαϊκού Μετώπου έδωσαν τη θέση τους σε ανοιχτές εχθροπραξίες μεταξύ σοσιαλιστών και κομμουνιστών: οι απεργίες των ανθρακωρύχων και της Renault, που άγγιζαν τα όρια της εξέγερσης, εκτονώθηκαν αποφασιστικά από τους Γάλλους σοσιαλιστές που βρίσκονταν στην εξουσία. Το "πραξικόπημα της Πράγας" κατά το οποίο οι σταλινικοί κατέλαβαν την απόλυτη εξουσία χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός, ενώ, σύμφωνα με τις συμφωνίες της Γιάλτας, είχαν μόνο το καθεστώς του παρατηρητή στη χώρα, άνοιξε τα μάτια πολλών όσον αφορά τα σταλινικά σχέδια. Όλα αυτά τα γεγονότα είχαν αναγκαστικά αποσυντονιστικό αποτέλεσμα και οδήγησαν, αφενός, σε εξάτμιση της καλής θέλησης και, αφετέρου, σε ένα κλίμα μεγάλης έντασης, λόγω του κινδύνου αναζωπύρωσης του "ψυχρού πολέμου”.
Ωστόσο, για να θέσουμε τα πράγματα στο ιστορικό τους πλαίσιο, ο σταλινισμός είχε τότε "τον έλεγχο και την αυτοπεποίθηση" μέσα στο εργατικό κίνημα. Ήταν επίσης σε άνοδο μεταξύ των διανοουμένων σε ολο σχδόν τον κόσμο, αλλά και μεταξύ των "συνοδοιπόρων" του, ο πιο διάσημος από τους οποίους ήταν ο υπαρξιστής Jean-"Baptiste" (όπως τον αποκάλεσε ο Celine κατά τη διάρκεια ενός διαγγέλματος) Sartre, ο οποίος δεν έβλεπε τίποτα κακό στο να αποκρύπτει τα γεγονότα σχετικά με το ολοκληρωτικό καθεστώς που υπήρχε στην ΕΣΣΔ, για να μην σπείρουν αυτά τα γεγονότα "την απελπισία στη Boulogne-Billancourt, (την τοποθεσία του εργοστασίου της Renault)!". Είναι αλήθεια ότι και ο συγγραφέας των "Μυγών" ήθελε να υψώσει ένα πέπλο σιωπής για τις δραματικές του δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της Κατοχής, όταν ανέβαζε τα έργα του μπροστά σε πάγκους γεμάτους με Γερμανούς αξιωματικούς.
Η όλη ατμόσφαιρα, λοιπόν, ήταν μια ατμόσφαιρα αντιπαράθεσης. Η Αναρχική Ομοσπονδία δημιούργησε μια "ομάδα αυτοάμυνας", υπό την εποπτεία του γενικού της γραμματέα, Georges Fontenis. Αρχικά, επρόκειτο για έναν πυρήνα έμπειρων και αξιόπιστων αγωνιστών, καθήκον των οποίων ήταν να διασφαλίσουν ότι οι προβοκάτορες δεν θα έβρισκαν πρόσβαση στην οργάνωση. Η ύπαρξή της ήταν ευρέως γνωστή, αν και η λειτουργία και η σύνθεσή της παρέμεναν μυστικές. Από αυτή την άποψη, υπήρχε απόλυτη εμπιστοσύνη στον γενικό γραμματέα, ο οποίος εξελέγη και επανεξελέγη το 1946, το 1947, το 1948 και το 1950. Από το 1950 και μετά, ένα τμήμα της ομάδας αυτοάμυνας άρχισε να πραγματοποιεί ξεχωριστές συνεδριάσεις, στρέφοντας την προσοχή του σε εσωτερικά ζητήματα και αποφασίζοντας να αντιδράσει εναντίον ορισμένων μελών της Αναρχικής Ομοσπονδίας. Ο στόχος της εν λόγω ομάδας ήταν τώρα η εξάλειψη των ατομικιστών, των μασόνων και άλλων αντιπάλων της ταξικής πάλης και του κοινωνικού αναρχισμού. Υιοθέτησε μια δομή και μια δήλωση αρχών, εισέπραττε τις δικές της συνδρομές και υιοθέτησε το όνομα OPB (Οργάνωση Σκέψης-Μάχης) ως φόρο τιμής στον Camillo Berneri (Καμίλο Μπερνέρι) τον Ιταλό αναρχικό που δολοφονήθηκε από τους πράκτορες του Μουσολίνι ή της ΕΣΣΔ στη Βαρκελώνη τον Μάιο του 1937. Στην αρχή της δράσης της, η OPB περιελάμβανε δεκαπέντε μέλη στο Παρίσι και δύο ανταποκριτές στην επαρχία. Είναι ενδεικτικό ότι η ύπαρξή της κρατήθηκε ως επτασφράγιστο μυστικό στο εσωτερικό της FAF. Μερικά από τα μέλη της στη συνέχεια την εγκατέλειψαν και το 1954 δημοσίευσαν ένα έγγραφο που αποκάλυπτε τα μυστικά της: το έγγραφο αυτό έμεινε γνωστό ως Μνημόνιο της Ομάδας “Κρονστάνδη". Ας το εξετάσουμε:
Επικεφαλής του OPB ήταν μια τριμελής επιτροπή. Οι υποχρεωτικές συνδρομές τής παρέχουν σταθερή χρηματοδότηση, χρησιμοποιούμενες, για παράδειγμα, για την κάλυψη των εξόδων ταξιδιού των μελών της OPB. Η είσοδος στην OPB γίνεται μέσω συνυποβολής μετά από έρευνα του παρελθόντος του επίδοξου αγωνιστή και κατόπιν σύστασης δύο άων μελών. Οι ολομέλειες της OPB πραγματοποιούνται κάθε δεκαπέντε ημέρες, μερικές φορές εβδομαδιαίως. Η παρουσία σε αυτές είναι υποχρεωτική για όλους. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε αυτές είναι δεσμευτικές για όλους, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που τις καταψήφισαν... Στις ομάδες, οι αγωνιστές της OPB θα πρέπει να αναλαμβάνουν τις γραμματείες: να ενθαρρύνουν, με το παράδειγμά τους, να συμμετέχουν στις αφισοκολλήσεις και την πώληση στο δρόμο της “LeLibertaire και να αναζητούν πιθανά άτομα για αποδοχή στην OPB. Επίσης, στις ομάδες, οι αγωνιστές της OPB προωθούν προτάσεις που όλες έχουν το ίδιο νόημα ενόψει των συνεδρίων. 1
Σιγά-σιγά η αρχική εντολή να διαδοθεί ο κοινωνικός αναρχισμός και να διαχωριστεί από τους "ατομικιστές" και τους "φιλελεύθερους" της οργάνωσης, επεκτάθηκε για να καλύψει και εκείνους που χαρακτηρίζονταν ως "μαλλιαροί", "αδρανείς" και ακόμη και "παραδοσιακοί αναρχικοί". Χάρη στην τακτική της εισόδου στις ομάδες και στις θέσεις ευθύνης, η OPB είχε, μέχρι το 1952, καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής του Παρισιού (τη σημαντικότερη της χώρας) και προκάλεσε ένα πρώτο κύμα αποστασίας στο συνέδριο του Μπορντό εκείνης της χρονιάς: στους αποστάτες περιλαμβάνονταν επώνυμοι όπως ο Maurice Joyeux, οι Lapeyres, ο Maurice Fayolle, ο Arru, ο Vincey κ.λπ. και εχθρικές ομάδες. Με αφορμή το συνέδριο, σε μια νέα παρέκκλιση, η αρχή της ψηφοφορίας με εντολή υπερίσχυσε με μεγάλη πλειοψηφία. Η OPB ήταν νικήτρια σε όλο το μήκος της οργάνωσης. Ας δούμε πώς το Υπόμνημα (Memorandum) εξηγεί αυτό το φαινόμενο, το οποίο εκεί περιγράφεται ως "γραφειοκρατικός συγκεντρωτισμός":
Έτσι, κεφαλαιοποιώντας την παθητικότητα της μάζας των αγωνιστών και τη μεθοδική νοησιαρχία, μια παράταξη κατάφερε να ελέγξει και να κατευθύνει την Ομοσπονδία στο σύνολό της. Ας συνοψίσουμε τη διαδικασία που κατέληξε στην εγκαθίδρυση στο εσωτερικό της Ομοσπονδίας μιας εξουσίας επικεντρωμένης σε μια κλιμακωτή πυραμίδα, η οποία κατεύθυνε τα πιο σημαντικά γρανάζια της οργάνωσης.
Η διαδικασία αυτή θυμίζει παραδόξως το σύστημα "holding", το οποίο επιτρέπει σε έναν ελάχιστο αριθμό μετόχων να "κατέχουν" έναν όλο και ευρύτερο κύκλο εταιρειών, στις οποίες κατέχουν έναν ελάχιστο, αλλά ενεργό αριθμό ψήφων.
A. Οι κύριες ομάδες του Παρισιού "κατέχουν" τη 2η Περιφέρεια (Παρίσι) και την Ομοσπονδία, καταλαμβάνοντας τη συντριπτική πλειοψηφία των θέσεων ευθύνης (Εθνική Επιτροπή κ.λπ.) και των θέσεων στις επιτροπές.
B. Η OPB "κρατάει" τις κύριες ομάδες της περιοχής του Παρισιού μονοπωλώντας τα αξιώματα των ομάδων.
Γ. Το προεδρείο της OPB "κρατάει" την OPB τα μέλη της οποίας περιορίζονται στο ρόλο πειθήνιων μπράβων.
Δ. Ο Fontenis "κατέχει" την OPB μέσω της κυρίαρχης θέσης του ως γραμματέας της οργάνωσης. Θα γίνει εύκολα κατανοητό πώς προέκυψε η προτεραιότητα της παράταξης Fontenis. Η μονολιθική σκέψη και η πειθαρχημένη συνοχή της την έχουν καταστήσει ικανή για μια στρατηγική και τακτική που εύκολα υπερισχύει των διάσπαρτων αγωνιστών που εμπιστεύονται την ομοσπονδιοποίηση της οργάνωσης. Μόνο η OPB είχε την ικανότητα να λειτουργεί ταυτόχρονα στο πλευρό πολυάριθμων ομάδων προκειμένου να τις ωθήσει εκ των έσω προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Μόνο η OPB ήταν σε θέση να μονοπωλεί πρωτοβουλίες και δραστηριότητες στο εσωτερικό των ομάδων, στη συνέχεια στο όνομα των ομάδων. Μόνο η OPB ήταν σε θέση να εξασφαλίσει στον εαυτό της ένα de facto μονοπώλιο επί των διαχειρστικών και ιδεολογικών δραστηριοτήτων της Ομοσπονδίας. Μόνο η OPB ήταν εκείνο το τρομερό όργανο που ήταν ικανό να θέσει μια φαινομενική δημοκρατία στην υπηρεσία των αναγκών μιας κρυφής δικτατορίας. Έτσι, η Ομοσπονδία, αντί να είναι η έκφραση των αγωνιστών της βάσης στο σύνολό τους μέσω δημοκρατικά εκλεγμένων οργάνων, έγινε το δημιούργημα ενός μόνο ανθρώπου, υποστηριζόμενου και υποβοηθούμενου από όργανα που ήταν έτοιμα να δράσουν από το κέντρο μέχρι την περιφέρεια. Αυτό είναι το ακριβώς αντίθετο της ομοσπονδιακής, ή ακόμα και της δημοκρατικής, διαδικασίας, και ο Σταλινισμός ήταν έν απο τα πιο ενδεικτικά παραδέιγματα αυτού. 2
Σύμφωνα με το Υπόμνημα, αυτός ο ακριβής μηχανισμός εξηγούσε πώς ένα "μοναδικό, αποφασισμένο" άτομο θα μπορούσε, χάρη στην πονηριά και την πανουργία, να καταλάβει μια επαναστατική οργάνωση. Προχωρώντας σε μια πιο λεπτομερή περιγραφή, το Υπόμνημα συνέκρινε την OPB με ένα πολιτικό γραφείο (politburo) και τον γραμματέα της, Georges Fontenis, με έναν "καθοδηγητή", επισφραγίζοντας την εσωτερική διχοτόμηση εντός της οργάνωσης μεταξύ του ηγέτη, με την αξίωση για κατοχυρωμένα δικαιώματα επί της χάραξης της πολιτικής γραμμής, και των μελών, απλών εκτελεστών των επιθυμιών του. Για να γίνει κατανοητή αυτή η άνοδος, το Υπόμνημα τόνισε τα "ιδιαίτερα επικίνδυνα πλεονεκτήματα" του G. Fontenis, δηλαδή την "προσωπική του αξία", το επάγγελμά του (δάσκαλος), την ικανότητά του να παρίσταται συχνά στα τοπικά και την ικανότητά του να κάνει πολλά ταξίδια σε όλη τη χώρα, εν ολίγοις, την πανταχού παρούσα παρουσία του, την ικανότητά του και το χάρισμά του να γίνεται απαραίτητος. Επιπλέον, το χάρισμά του αυτό τού εξασφάλιζε την αμέριστη υποστήριξη των πιστών. Σύμφωνα με το Υπόμνημα, η επιτυχία των σχεδίων του Fontenis οφειλόταν κυρίως στην έλλειψη επαναστατικής επαγρύπνησης των "αγωνιστών" και στην παθητική αποτυχία πολλών από αυτούς να ασκήσουν το δικαίωμά τους να ασκούν κριτική σε σχέση με ενέργειες που μπορεί να τους φαίνονταν αμφίβολες”.
Ένα δεύτερο κύμα εκδιωχθέντων -μεταξύ των οποίων οι Prudhommeaux, Louvet, Fernand Robert και Beaulaton- ανασυντάχθηκε σε μια Αναρχική Αντάντ, σε ατομικιστική βάση. Μετά από δημοψήφισμα, η FAF άλλαξε το όνομά της σε FCL (Ελευθεριακή Κομμουνιστική Ομοσπονδία). Εξοπλίστηκε με νέες επιτροπές: Μελέτες, Εργασία, Έλεγχος και Διαφορές. Ενώπιον της τελευταίας διευθετήθηκε η διαμάχη μεταξύ του Fontenis, της Εθνικής Επιτροπής και της Ομάδας “Κρονστάνδη”, την 1η Ιανουαρίου 1954. Ο Serge Ninn επέλεξε την ίδια ημέρα να αποκαλύψει την ύπαρξη της OPB, ανεξάρτητα από τη δέσμευσή του κατά την είσοδό του να μην το δημοσιοποιήσει ποτέ. Ο Georges Fontenis, ο οποίος ήταν παρών εκείνη τη στιγμή, δήλωσε:
“Στο τέλος του 1950, υπήρχε πράγματι μια μυστική οργάνωση, η OPB. Αν δεν υπήρχε η OPB, δεν θα υπήρχε σήμερα καμία FCL. Το 1950 καταβλήθηκαν τεράστιες προσπάθειες. Κρατήσαμε τη ‘Le Libertaire’ στη ζωή. Μην ασχολείστε με την FA. Η πολιτική του Τρίτου Μετώπου σχεδιάστηκε για πρώτη φορά στην OPB. Δεν λυπάμαι για τίποτα από το έργο που επιτεύχθηκε. Όσοι έφυγαν δεν έφυγαν για λογαριασμό μου. Εν πάση περιπτώσει, η OPB διαλύθηκε μετά το συνέδριο του Παρισιού το 1953. Περιμένω την καταγραφή των ατασθαλιών αυτής της οργάνωσης, ακόμη και όσον αφορά τους παλιούς αγωνιστές. Κατηγορούμενος, επιτρέψτε μου τώρα να ενεργήσω ως κατήγορος. Η OPB επιβίωσε μέχρι και το πιο πρόσφατο συνέδριο. Στο βαθμό που ο Ninn και ο Blanchard (σ..μ.: μέλος της ομάδας “Κρονστάνδη) ήταν στην αντιπολίτευση, η OPB διαλύθηκε μόλις ιδρύθηκε η FCL. Η OPB, όπως είχε γίνει αντιληπτό μέχρι τότε, δεν είχε πλέον κανένα λόγο ύπαρξης.
Η OPB ήταν απαραίτητη και δεν ντρέπομαι καθόλου. Εμείς υπαγορεύαμε τις αποφάσεις στις επιτροπές; Όχι. Ευρείες γραμμές, ευρείες αποφάσεις, ναι. Απόδειξη ότι η OPB δεν είχε καμία πρόθεση να αναλάβει την οργάνωση στο συνέδριο του Παρισιού, είναι το γεγονός ότι δεν διόρισε ούτε ένα δικό της μέλος στην Επιτροπή Διαφορών. Η OPB υπήρξε, και το έργο της είναι αξιέπαινο. Αρνούμαι επισήμως ότι η OPB ασκεί δικτατορική επιρροή στη ζωή της οργάνωσης. Αρνούμαι ότι στο πλαίσιο της OPB υπήρξε οποιαδήποτε δικτατορία του Fontenis. Ποιος, εκτός από εμένα, είχε τις επαφές και την ικανότητα για δράση;” 3
Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας ότι η OPB είχε διαλυθεί επειδή ο κίνδυνος που εγκυμονούσε ήταν μεγαλύτερος από τα πλεονεκτήματα που προσέφερε. Γιατί "δεν αποκαλύφθηκε; Αυτό πρέπει να είναι προφανές. Η OPB δεν βρισκόταν σε κρίση και δεν μείωνε συστηματικά τον αριθμό των μαχητών της FA". Συμπερασματικά, η Επιτροπή Διαφορών "επιπλήττει τον σύντροφο Fontenis για τη στάση του, η οποία συνίστατο σε παραταξιακή εργασία ενόψει του συνεδρίου. Εκφράζει την επίσημη επιθυμία να μην υπάρξει επανάληψη τέτοιας συμπεριφοράς “4.
Τι πρέπει να σκεφτούμε για ένα τέτοιο φαινόμενο, εκπληκτικό σε ένα αναρχικό κίνημα; Έχουν τα χρονικά να προσφέρουν κάτι παρόμοιο; Μπορεί να εντοπιστεί μια αναλογία με τις μυστικές αδελφότητες του Μπακούνιν, ιδιαίτερα με τη Συμμαχία; Το ιστορικό πλαίσιο ήταν πολύ διαφορετικό: αυτές εξαναγκάστηκαν σε μυστικότητα και στόχευαν σε παρείσακτους ή εναντίον πολιτικών αντιπάλων και όχι εναντίον ομοϊδεατών συναγωνιστών. Η αναλογία με τις μυστικές αδελφότητες των Μπλανκιστών μας φαίνεται πιο απλή. Υπάρχει επίσης κάποια ομοιότητα με το Σύμφωνο που συμφωνήθηκε μεταξύ του Pierre Besnard και επτά άλλων εφήβων επαναστατών συνδικαλιστών αγωνιστών τον Φεβρουάριο του 1921, με σκοπό την καταπολέμηση της αυξανόμενης επιρροής της Μόσχας και της Τρίτης Διεθνούς στην CGT. Μεταξύ των Άρθρων εκείνου του Συμφώνου υπήρχε η δέσμευση "να μην αποκαλύψουμε σε κανέναν την ύπαρξη της επιτροπής" και "να προσπαθήσουμε με κάθε μέσο που διαθέτουμε να φροντίσουμε ώστε στην κεφαλή και σε όλες τις ουσιαστικές διακλαδώσεις της Επαναστατικής Συνδικαλιστικής Επιτροπής (CSR), και κυρίως στην κεφαλή της CGT, μόλις αυτή βρεθεί στην εξουσία μας και υπό τον έλεγχό μας, να εξασφαλίσουμε την εκλογή στις υψηλότερες θέσεις ευθύνης, είτε θεωρητικές είτε σχετικές με την πρακτική δράση, καθαρά επαναστατών συνδικαλιστών, αυτόνομων και φεντεραλιστών. "5
Η ύπαρξή του δημοσιοποιήθηκε στις 15 Ιουνίου 1922 και ο Pierre Besnard έπρεπε να δώσει εξηγήσεις γι' αυτό. Το πιο απτό αποτέλεσμά της ήταν η εξάλειψη του Monatte, αλλά απέτυχε πλήρως στην προσπάθειά της να κατακτήσει πρώτα την CGT και στη συνέχεια την CGTU, την οποία κατέληξαν να την αντικαταστήσουν οι κομμουνιστές. Πέρα από αυτό το παράδειγμα, δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε τίποτα συγκρίσιμο με την ύπαρξη μιας μυστικής εσωτερικής οργανωτικής φράξιας, όπως η OPB, εκτός από όργανα του ίδιου είδους που επικρατούσαν στους κύκλους των Μπολσεβίκων, ειδικά μεταξύ των τροτσκιστών, αυτών των μεγάλων μαθητών του "εισοδισμού".
Για να δικαιολογήσει την προσέγγισή του και, ίσως, και για να δικαιολογήσει τις μεθόδους που χρησιμοποίησε, ο Fontenis δημοσίευσε μια σειρά άρθρων στη “Le Libertaire” υπό τον τίτλο “Βασικά προβλήματα”. Ορισμένα από αυτά ανατυπώθηκαν ως φυλλάδιο με τον τίτλο “Μανιφέστο του Ελευθεριακού Κομμουνισμού”. Εκδόθηκε από τη “Le Libertaire” και προηγήθηκε μια "Εισαγωγή" από την Επιτροπή Εκδόσεων. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι συνθήκες της έκδοσης του φυλλαδίου αμφισβητήθηκαν από τον Roland Breton, μέλος της ομάδας “Κρονστάνδη”. Είχε συντάξει μια πρόταση που εξέφραζε την άποψη ότι το φυλλάδιο αποτελούσε απλώς τις προσωπικές απόψεις ενός συντρόφου και όχι την άποψη της Ομοσπονδίας: αμφισβήτησε ακόμη και την ύπαρξη της Επιτροπής Εκδόσεων και στην πράξη την έκδοση από την “Le Libertaire”, καθώς δεν είχε ποτέ ληφθεί καμία απόφαση σχετικά με το θέμα. Κατά την άποψή του, το πιο σημαντικό σημείο ήταν ότι αυτό το "φυλλάδιο δεν είχε ποτέ υποβληθεί προς συζήτηση από την οργάνωση, πολύ περισσότερο δεν είχε υιοθετηθεί ως η άποψη του κινήματος".
Ακόμα κι έτσι, ας προχωρήσουμε στην εξέταση αυτού του ντοκουμέντου, το οποίο η FCL θα υιοθετήσει στο συνέδριό της το 1953 ως το θεμελιώδες κείμενό της. Η Επιτροπή Εκδόσεων στην "Εισαγωγή" της εξηγεί ότι "το καπιταλιστικό σύστημα έχει περάσει το αποκορύφωμά του και ότι όλες οι κοσμητικές λύσεις και οι ψευδο- [κρατικοκομμουνιστικές] λύσεις" είχαν αποτύχει, και έτσι φάνηκε "απαραίτητο και επείγον να διατυπωθεί η ελευθεριακή κομμουνιστική ανάλυση και λύση σε ένα μανιφέστο". Αυτός ο ισχυρισμός είναι τόσο σχετικός σήμερα όσο ποτέ, αλλά το "επείγον" φαίνεται πολύ λιγότερο, καθώς η κατάσταση που περιγράφεται πηγαίνει πίσω στη δεκαετία του 1920, και για άρρωστος άνθρωπος, ο καπιταλισμός βρίσκεται σε μάλλον θαυμάσια υγεία, ευχαριστώ πολύ, παρά τις κρίσεις και τους πυρετούς του: το επαναστατικό εργατικό κίνημα, από την άλλη πλευρά, βρίσκεται σε φθίνουσα υγεία. Όπως και να 'χει, η "Εισαγωγή" συνεχίζει λέγοντας ότι το Μανιφέστο συντάχθηκε από τον G. Fontenis "κατόπιν αιτήματος του συνόλου σχεδόν" των αγωνιστών, ότι δεν είχε καμία σκέψη να "επινοήσει ένα νέο δόγμα", ούτε να είναι "πρωτότυπος πάση θυσία", αλλά μάλλον φιλοδοξούσε μόνο να συγγράψει μια "σεμνή ανθολογία". Για ένα τόσο θεμελιώδες κείμενο, είναι ασυνήθιστο να προέρχεται από την πένα ενός μόνο αγωνιστή, όσο ικανός και αν είναι, ακόμη και αν είχε "ρετουσαριστεί, διορθωθεί, αναθεωρηθεί υπό το φως των παρατηρήσεων, των επιδοκιμασιών και των κριτικών που προσέφεραν οι αγωνιστές και το αναγνωστικό κοινό της Le Libertaire". Αυτή η ασυνήθιστη περίσταση θα επιβεβαίωνε αυτό που το Μνημόνιο έλεγε για την κυριαρχία του G. Fontenis στο εσωτερικό της FCL σε θέματα χάραξης πολιτικής.
Παρά τη δηλωμένη απροθυμία να ανοίξει νέους δρόμους, αυτό το Μανιφέστο προσφέρει μια ανάλυση που από πολλές απόψεις είναι αναθεωρητική σε σύγκριση με την αναρχική διδασκαλία όπως ήταν γνωστή μέχρι τότε. Φροντίζοντας να διαφοροποιηθεί πάση θυσία από τον παραδοσιακό αναρχισμό, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί έννοιες και εκφράσεις που είναι, ενίοτε, διφορούμενες. Αφού επανέλαβε αρκετές φορές ότι, ας πούμε, ο αναρχισμός δεν είναι "μια φιλοσοφία του ατόμου ή του ανθρώπου γενικά", ισχυρίζεται ότι ο αναρχισμός είναι ακριβώς αυτό, αλλά "με μια ιδιαίτερη έννοια", γιατί είναι, ως προς τις επιδιώξεις και τους στόχους του, "ανθρώπινος, ή, αν θέλετε, ανθρωπιστικός". 6 Με αυτόν τον τρόπο αντιπαραβάλλει τη φιλοσοφική τάση προς την κοινωνική διδασκαλία, όταν, όπως είδαμε ότι αποδείχθηκε περίτρανα, η τελευταία αποτελεί ιστορική πρόοδο σε σχέση με την πρώτη, χωρίς όμως να την καταργεί. Ο ορισμός του για τις κοινωνικές τάξεις και το προλεταριάτο φαίνεται κάπως αντιφατικός. Το προλεταριάτο περιγράφεται πρώτα πολύ σωστά ως το "εύρος των ατόμων που έχουν μόνο έναν εκτελεστικό ρόλο να παίξουν στην παραγωγή και από πολιτική άποψη", στη συνέχεια καταλήγει στο "πιο αποφασιστικό, πιο ενεργό κλάσμα του, την εργατική τάξη που σωστά ονομάζεται έτσι", και μετά συνεχίζει να μιλάει για κάτι "ευρύτερο από το προλεταριάτο και που περιλαμβάνει άλλα κοινωνικά στρώματα που πρέπει να δεσμευτούν στη δράση: τις λαϊκές μάζες που περιλαμβάνουν τους μικρούς αγρότες, τους φτωχούς τεχνίτες κ.λπ.". Τέλος, αναφέρει την ''υπεροχή της εργατικής τάξης έναντι άλλων εκμεταλλευόμενων στρωμάτων'', θίγοντας μια πιθανή ερμηνεία της "δικτατορίας του προλεταριάτου", την οποία αντικαθιστά με την "άμεση εργατική εξουσία". Μεταξύ των καθηκόντων που αντιμετωπίζει η τελευταία είναι η υπεράσπιση της επανάστασης ενάντια στους "λιπόψυχους, δηλαδή ενάντια στα καθυστερημένα εκμεταλλευόμενα κοινωνικά στρώματα (ορισμένες κατηγορίες αγροτών, για παράδειγμα)" . Όλα αυτά πολύ αόριστα και επιρρεπή σε σύγχυση, ειδικά με αυτές τις κατηγορίες των "λιποψυχών" και των "καθυστερημένων τύπων", όλα πολύ υποκειμενικά και επιρρεπή να εξαπλώνονται συνεχώς προς τα έξω: αυτός ήταν ο τρόπος, για παράδειγμα, με τον οποίο οι μπολσεβίκοι κατάφεραν να μετατοπίσουν την επαναστατική συνείδηση από την τάξη στο κόμμα και στα ηγετικά όργανα του κόμματος.
Η διάψευση των βασικών ιδεών του μπολσεβικισμού, όπως η "δικτατορία του προλεταριάτου" ή το λεγόμενο "εργατικό ή προλεταριακό" κράτος και η "μεταβατική περίοδος", δεν είναι πραγματικά πειστική. Η πρώτη από αυτές απορρίφθηκε ως κυριαρχία μιας μειοψηφίας επί της πλειοψηφίας και υποστηρίχθηκε το αντίθετο, αλλά ο Fontenis έκρινε την έκφραση "ακατάλληλη, ασαφή, ανοιχτή σε παρεξηγήσεις." Έβλεπε το "προλεταριακό" κράτος να ασκεί "οργανωμένο καταναγκασμό, που καθίσταται αναγκαίος λόγω της ανεπάρκειας της οικονομικής ανάπτυξης, της υπανάπτυξης των ανθρώπινων ικανοτήτων και αρχικά τουλάχιστον να διεξάγει έναν αγώνα ενάντια στα απομεινάρια των πρώην κυρίαρχων τάξεων που ηττήθηκαν από την επανάσταση ή για να είμαστε πιο ακριβείς την υπεράσπιση της επαναστατικής επικράτειας εντός και εκτός". Αυτή η εξήγηση είναι εξαιρετικά αμφισβητήσιμη: είδαμε πώς αυτό το "εργατικό" κράτος ήταν το κύριο εμπόδιο για τη γνήσια οικονομική ανάπτυξη και, ακόμη περισσότερο, για τις "ανθρώπινες ικανότητες", τις οποίες σπαταλάει άσκοπα. Όσο για τη μάχη ενάντια στα "απομεινάρια" του ύστερου συστήματος εκμετάλλευσης, αυτή κατέληγε σε αδυσώπητη αστυνομική καταστολή που δεν σταματούσε στη φυσική εξόντωση ολόκληρων τάξεων (όπως οι φτωχοί αγρότες που αντιστάθηκαν στην κολεκτιβοποίηση το 1930-1940) και κάθε είδους ανυπότακτων. Με αφορμή τη μεταβατική περίοδο, ο Fontenis κάνει μια διάκριση μεταξύ του ανώτερου και του κατώτερου σταδίου του κομμουνισμού: το πρώτο, γνωστό και ως σοσιαλισμός, χαρακτηρίζεται από μια ορισμένη φτώχεια που "σημαίνει την επικράτηση του οικονομικού έναντι του ανθρώπινου, και επομένως κάποιον παρατεταμένο περιορισμό", ο οποίος μεταφράζεται ως "εξισωτική κατανομή ή αναδιανομή μέσω της διαμεσολάβησης νομισματικών συναλλαγματικών περιορισμένης ισχύος. " Μια τέτοια ρύθμιση θα εξακολουθούσε να χαρακτηρίζεται από "έννοιες ή τάξη" και "μισθολογικές διαφορές", αν και ελάχιστες, διότι "θα έτεινε προς τη μεγαλύτερη δυνατή εξίσωση, την ισοδυναμία των συνθηκών". Όνειρα θερινής νυκτός! Διαψευσμένα από κάθε ιστορική εμπειρία, στη Ρωσία και αλλού. Αντίθετα, οι μισθολογικές διαφορές ή ακόμα και οι διαβαθμίσεις της αναδιανομής υπήρξαν η πηγή από την οποία ξεπήδησε μια νέα τάξη πρώην εργοδοτών. Ο Μπακούνιν το είχε προβλέψει με εκπληκτική σαφήνεια, όπως και άλλοι μετά από αυτόν, και φαίνεται εκπληκτικό το γεγονός ότι ο Fontenis δεν το γνώριζε αυτό. Η ασυνέπεια προκύπτει από την άρνηση του Fontenis να περιγράψει αυτόν τον "κατώτερο κομμουνισμό", που οδηγεί στον "τέλειο κομμουνισμό", ως "μεταβατική περίοδο", καθώς η άποψή του είναι ότι ο όρος αυτός είναι ανακριβής.
Όσον αφορά την οργανωτική πρακτική, ο συγγραφέας του Μανιφέστου δανείζεται θέλοντας και μη από την Πλατφόρμα της Dyelo Truda, ενώ παράλληλα αναδεικνύει την πρωτοποριακή πτυχή της.
Υπάρχει μια ενδεικτική αλλαγή στον τίτλο μεταξύ του άρθρου που δημοσιεύτηκε στη “Le Libertaire” και του αντίστοιχου κεφαλαίου της μπροσούρας: "οι σχέσεις μεταξύ των μαζών και της επαναστατικής οργάνωσης" γίνεται "οι σχέσεις μεταξύ των μαζών και της επαναστατικής πρωτοπορίας". Ωστόσο, η πρωτοπορία περιγράφεται με τους ίδιους ακριβώς όρους όπως και στην Πλατφόρμα. Δεν είναι ούτε μπροστά ούτε έξω από την τάξη ή τις μάζες, "στοχεύει μόνο στην ανάπτυξη της ικανότητάς τους για αυτοοργάνωση" και παίρνει συνειδητά τη θέση της ανάμεσά τους, γιατί αν αιωρείται ελεύθερα από αυτές, "γίνεται κλίκα ή τάξη". Όπως και να έχει, η επαναστατική αναρχική ειδική οργάνωση γίνεται η "γνωστή, ενεργή πρωτοπορία των λαϊκών μαζών". Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι αυτή η τελευταία έκφραση είναι επίσης φορτωμένη με κάθε είδους πιθανές συγχύσεις, και να συμπεράνουμε από αυτό ότι μια "επαναστατική οργάνωση ή κόμμα" που σχεδιάστηκε με αυτόν τον τρόπο ήταν μια προσπάθεια να ενσωματώσει την ηγεμονική επαναστατική συνείδηση της ενεργού αναρχικής μειοψηφίας, και να τη θέσει σε άμεσο ανταγωνισμό με το "ψεύτο" Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF) .
Μέχρι στιγμής, το Μανιφέστο και το σχέδιο του Fontenis έχουν ερμηνευτεί ως ένας πειρασμός για την "μπολσεβικοποίηση" του αναρχισμού, γιατί η πεποίθηση ήταν ότι ότι και τα δύο απευθύνονταν σε αναρχικούς. Από την άλλη πλευρά, αν τα θεωρούσαμε ότι απευθύνονταν ειδικά στους εργάτες αγωνιστές της εποχής που βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του σταλινισμού-λενινισμού, ή ακόμα και στους συμπαθούντες και αντιφρονούντες του PCF, τότε είναι δυνατόν να αποκωδικοποιήσουμε το Μανιφέστο με την αντίθετη έννοια: ως μια προσπάθεια "αναρχοποίησης" αυτών. Σε αυτή την περίπτωση, οι συγχύσεις, οι αντιφάσεις ή, αν προτιμά κανείς, οι "ασάφειες" του κειμένου γίνονται ξαφνικά σαφείς, όταν το βλέπουμε μέσα από τους φακούς ενός τέτοιου αναγνωστικού κοινού. Τα γεγονότα που ακολούθησαν -ο αχαλίνωτος εργατισμός, η υπερψήφιση των συνθημάτων της CGT και του PCF, η ενεργή δέσμευση στον αντιαποικιοκρατικό αγώνα (πόλεμος στην Αλγερία), αρχικά, και στη συνέχεια η κάθοδος στις βουλευτικές εκλογές του 1956 και η επιστροφή του Andre Marty, αποκλεισμένου από το PCF- φαίνεται να valiclatp αυτή την κατασκευή.
Είναι προφανές ότι η μίμηση του Κομμουνιστικού Κόμματος ήταν αναπόσπαστο μέρος της πρόθεσης να το προσπεράσει στα αριστερά του και στο πεδίο της δράσης του, την εργατική τάξη: αλλά το FCL δεν είχε ούτε το στομάχι ούτε τα μέσα για αυτό το έργο. Τούτου λεχθέντος, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον Jean Maitron όταν γράφει ότι επρόκειτο για μια "σύνθεση μεταξύ του αναρχισμού και ενός μέτρου λενινισμού" και "σύμφωνη με μια πλατφορμιστική γραμμή, αλλά προχωρώντας πιο πέρα από τις θέσεις του Arshinov”. 7 Κατά την άποψή μας, ήταν μάλλον μια ακραία προσπάθεια να προωθηθεί ο κοινωνικός αναρχισμός με αφορμή τις εργατικές δράσεις, με την εμμονή για "αντίκτυπο" να ξεπερνά το σεβασμό σε μια συγκεκριμένη ελευθεριακή παράδοση. Και αυτή δεν ήταν η μόνη τέτοια περίπτωση που έχει να μας δείξει η ιστορία- έχουμε δει την απόρριψη του δημοκρατισμού από τον Emile Pouget στο πλαίσιο της CGT και τις απόπειρες δικτατορίας με την προσπάθεια μετατροπής της FAI σε πολιτικό κόμμα κατά τη διάρκεια της Ισπανικής Επανάστασης. Όπως το βλέπουμε, η καταγωγή του, από θεωρητική άποψη, μπορεί να εντοπιστεί σε έναν ορισμένο αναρχικό μπλανκισμό (και ας μην ξεχνάμε ότι ο Blanqui, προς το τέλος της ζωής του καρατομήθηκε με το μηχανισμό "Ούτε Θεός ούτε αφέντης", κάνοντάς τον τίτλο μιας από τις εκδόσεις του). Προς επίρρωση αυτού του επιχειρήματος θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ούτε ο Pouget, ούτε ο Besnard, ούτε ο Garcia Oliver, ούτε ο Horacio M. Prieto, ούτε ο Fontenis εντάχθηκαν ποτέ, απ' όσο γνωρίζουμε, σε μια μπολσεβίκικη οργάνωση. Πράγμα που θα ήταν αναγκαστικά η μοίρα τους αν είχαν τραβηχτεί προς αυτή τη διδασκαλία από τις βαθύτερες πεποιθήσεις τους.
Όσον αφορά τις συγγένειες μεταξύ του Μανιφέστου του Fontenis και της Πλατφόρμας της ομάδας Dyelo Truda και των θέσεων του Arshinov, υπάρχουν αναμφισβήτητα, στην υποστήριξη της ταξικής πάλης ως κινητήριας δύναμης πίσω από τους κοινωνικούς αγώνες, καθώς και στις οργανωτικές αρχές. Ωστόσο, είδαμε πώς ο Fontenis και οι φίλοι του τις έκαναν πράξη μέσω της OPB. Επίσης, η Πλατφόρμα δεν αποδίδει στην εργατική τάξη την ίδια σημασία που αποδίδει ο Fontenis: η πρώτη τη βλέπει μόνο ως συστατικό μέρος του προλεταριάτου που αποτελείται ουσιαστικά από τη φτωχή αγροτιά. Κάτι που μπορεί να εξηγηθεί από την άποψη της διαφορετικής ιστορικής σύνθεσης της ρωσικής και της γαλλικής κοινωνίας. Το ουσιαστικό σημείο στο οποίο διαχωριζονται παραμένει η επιλογή που επέλεξαν να ασκήσουν: η Πλατφόρμα προσκάλεσε τη δημόσια συζήτηση στο εσωτερικό του αναρχικού κινήματος και βασίστηκε στη συλλογική διαβούλευση και συνείδηση για να προχωρήσουν τα πράγματα- ενώ ο Fontenis και οι φίλοι του κατέφυγαν σε ύπουλα και γραφειοκρατικά τεχνάσματα για να επιβάλουν τις απόψεις τους.
Οι δραστηριότητες της FCL κατά του πολέμου στην Αλγερία είχαν ως αποτέλεσμα τη λογοκρισία και την κατάσχεση της “Le Libertaire”: τα βαριά πρόστιμα “καταβρόχθισαν” τα κεφάλαιά της, οδηγώντας σε σύντομο χρονικό διάστημα στη διάλυση της εφημερίδας και στην απώλεια των εγκαταστάσεών της. Επιπλέον, οι όλο και πιο "αιρετικές" πολιτικές επιλογές της οδήγησαν σε απογοήτευση τους αγωνιστές που είχαν παραμείνει πιστοί στον ελευθεριακό κομμουνισμό. Αν και δεν υπήρξε επίσημο πιστοποιητικό "θανάτου", εξαφανίστηκε από την πολιτική σκηνή κατά τη διάρκεια των ετών 1957-1958.
Διερωτηθήκαμε το πώς και το γιατί αυτού του εξαιρετικού πειράματος στην ιστορία του αναρχικού κινήματος και προσεγγίσαμε επίσης τον Georges Fontenis για να βρούμε κάποια βάση πάνω στην οποία θα απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα. Εκείνος πολύ ευγενικά απάντησε στις ερωτήσεις μας και μας εξήγησε με συντομία τον λόγο ύπαρξης της OPB. Η επιστολή του προς εμάς αναδημοσιεύεται ως παράρτημα του παρόντος βιβλίου. Ας σημειωθεί ότι ο ίδιος στέκεται δίπλα μας και αναλαμβάνει την ευθύνη για τα θέματα που αφορούν την OPB, αλλά φαίνεται να έχει τις επιφυλάξεις του για την εξέλιξη της FCL κατά την περίοδο 1954-1956. Έχει υποσχεθεί ένα αναλυτικό βιβλίο στο οποίο θα "τα εξετάσει όλα λεπτομερώς και με πνεύμα αυτοκριτικής". Θα στοιχηματίσουμε ότι αυτό το βιβλίο θα είναι πολύ χρήσιμο για να φτάσουμε σε μια καλύτερη κατανόηση ορισμένων πτυχών αυτής της περιόδου που παραμένουν στο σκοτάδι.
Σημειώσεις
1.Υπόμνημα της Ομάδας “Κροστάνδη”, μια μπροσούρα 67 σελίδων (Παρίσι, 1954) , σελ. 9-10.
2.Στο ίδιο σελ. 20.
3. Στο ίδιο σελ. 47-48.
4. Στο ίδιο σελ. 52.
5. Παρατίθεται από τον Jean Maitron, op. cit., Tome II, σελ. 62.
6. G. Fontenis, Manifeste du communisme libertaire, (Editions Le Libertaire, 1953) , 32 σελίδες.
7. ]. Maitron, op. cit., p. 92.
Συνεχίζεται