Το «Κάτω η Μάσκα» ασκεί δριμεία κριτική στον Νικολάϊ Μπουχαρίν για τις απόψεις εναντίον των αναρχικών. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Άμυνα» σε συνέχειες, από τις 17-24 Μαΐου 1920, τεύχη 42 -49 της εφημερίδας:
«ΚΑΤΩ Η ΜΑΣΚΑ!
Η «Άμυνα» όργανον απολύτως ελευθέρας σκέψεως, σεβόμενη ίσα τας γνώμας κάθε ιδεολόγου – και τοιούτως είνε μόνον δίκαιος δεν ακολουθεί δουλικά κανένα δόγμα και κανένα κόμμα -, ευχαρίστως δημοσιεύει την κατωτέρω απάντησιν του κ. Κουχτσόγλου, εις αναληθείας τας οποίας περιέχει μια δημοσιευθείσα μονογραφία του Μπουχαρίν, δικτάτορος, και αυτού, του προλεταριάτου!
I
Γνωρίζουμε ότι στην κατηγορία που βρίσκονται οι σοσιαλισταί απέναντι των αστών, στην ίδια κατηγορία βρισκόμαστε και ημείς οι αναρχικοί απέναντι των σοσιαλιστών. Θα ήτο αληθώς λυπηρόν εάν δεν συνέβαινεν αυτό, διότι τότε δεν θα υπήρχε καμμία διαφορά μεταξύ ημών και των σοσιαλιστών και αυτό θα σήμαινε ότι ημείς ευρισκόμεθα εις την αυτήν ηθικήν κατάπτωσιν, εις την οποίαν οι διάφοροι Μπουχαρίνηδες ευρίσκονται. Αλλά υπάρχει, όπως ομολογεί και ο ίδιος, η διαφορά και όχι μάλιστα τόσον μικρά όσο θέλησε να μας την παραστήση στην μονογραφία του με τον μπουφώνικον τίτλον «Ο Αναρχισμός και ο Επιστημονικός Κομμουνισμός».
Δεν σκοπεύω βέβαια εδώ να αναπτύξω λεπτομερώς την μεγάλην απόστασιν που χωρίζει τους αναρχικούς κομμουνιστάς από τους αστούς, είτε δημοκράτες λέγονται, είτε ριζοσπάσται, είτε σοσιαλισταί κομμουνισταί, αλλά να σύρω λίγο την μάσκα των Μπουχαρίνηδων για να δη λιγάκι ο εργάτης την πραγματική τους μούρη.
Ο αναρχισμός δεν ξιπάζεται, αλλ’ ούτε απατιέται από τις αλλαγές των τίτλων των. Γνωρίζει καλά ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του ψεύδους, με ό,τι γαρνιτούρα και αν το ντύσουν, και της αλήθειας, η οποία προτιμά να παρουσιάζεται γυμνή. Όσο δε κι αν προσπαθούν οι διάφοροι επιτήδειοι με τα καλοντυμένα ψεύδη των να την αποκρύπτουν, δεν θα το κατορθώσουν, διότι είνε φυσικός νόμος πάντα μετά το σκότος να έρχεται το φως. Υπήρξε πρώτα το σκότος κ’ εδημιουργήθη έπειτα το φως, ο ήλιος...
Αλλ’ ας έλθουμε στο προκείμενο, στον αυτοκληθέντα «Επιστημονικόν Κομμουνισμόν», χωρίς να ρωτήσουμε τους Μπουχαρίνηδες πού βασιζόμενοι τον εβάπτισαν επιστημονικόν, αφού είνε ολωσδιόλου ανεπιστημονικός και αφού, χωρίς αυτόν τον τίτλον μας είναι γνωστός από το 1841 με τους Πεκαίρ και Βιντάλ, που μίλησαν πρώτοι γι’ αυτόν, πολύ πριν απ’ τον Μαρξ.
Η κομμουνιστική λοιπόν κοινωνία, λέγει ο κ. Μπουχαρίν, δεν αναγνωρίζει Κράτος και σ’ αυτό συμπίπτει με τους αναρχικούς. Αλλ’ η διαφορά λέγει πάλι δεν εκλείπτει, υπάρχει δε μια διαφορετική κατεύθυνσις, στην συγκεντρωτική παραγωγή των μεγάλων επιχειρήσεων (την ωφέλιμη για κάθε πλουτοκράτη ή γραφειοκράτη) που κάνει το ίδιο και εις την αποκεντρωτικήν μικροπαραγωγήν (η οποία θα γείνη μεγάλη όταν όλα τα εκατομμύρια των Μπουχαρίνηδων αφήσουν τα καλαμάρια και πιάσουν την δικέλα). Αλλ’ ας ρίξουμε μια ματιά σ’ αυτήν την διαφορά.
Ο συγκεντρωτισμός αυτός δεν είνε, λέγει Κράτος, αλλά μια διεύθυνσις των πραγμάτων.
Ημείς λέγομεν ότι δεν είνε άλλο τι, αλλά παρά μια νέα ονομασία του Κράτους με καινούρια σκλαβιά. Μια νέα κατάστασις πραγμάτων ικανοποιούσα τας μικροφιλοδοξίας των Μουχαρίνηδων. Ανατρέξατε όλην την ιστορίαν της ανθρωπότητας και θα ιδήτε ότι παντού και πάντοτε ο συγκεντρωτισμός είχεν ως σκοπόν ή ως αποτέλεσμα την πίεσιν του ατόμου, την παρεμπόδισιν της αναπτύξεως των ικανοτήτων του ανθρώπου και την καταδίκην του λαού εις μίαν διαρκή κατάπτωσιν.
Η Αίγυπτος, η Ασία, τα παράλια της Μεσογείου, η κεντρική Ευρώπη εγένοντο κατά σειράν το θέατρον της ιστορικής των λαών ανελίξεως, η οποία άρχιζε πάντα από την φύσιν την νομαδικήν, της φατρίας, της γενεάς για να περάσει στην κομμούνα του χωριού, ύστερα στην ελεύθερην πόλιν, και τέλος να πεθάνη στον καπιταλιστικόν συγκεντρωτισμόν.
Ούτως η Αίγυπτος αρχίζει απ’ τις αρχύτατες φατρίες, φθάνει στην κομμούνα του χωριού, κατόπη στη περίοδο των ελευθέρων πόλεων, αργότερα στον συγκεντρωτισμόν και μετά μιαν περίοδον ανθηράν για μερικούς στον θάνατον. Τα ίδια στην Λαουρία, την Περσία, την Παλαιστίνη. Τα ίδια εντελώς και στην Ελλάδα από την φατρία στη κομμούνα του χωριού, στας δημοκρατικάς πόλεις, όπου ο πολιτισμός φθάνει στο ύψιστον σημείον, στον συγκεντρωτισμόν και τον θάνατον. Ομοίως η Ρώμη διέρχεται τας ιδίας φάσεις και στον συγκεντρωτισμόν αποθνήσκει.
Κατόπιν αι κελτικαί, γερμανικαί, σλαβικαί και σκανδιναυικαί φυλαί. Και εκεί άρχισαν από την φατρία και έφτασαν στην κομμούνα του χωριού. Εσταμάτησαν ύστερα σε αυτό το σημείον μέχρι του, κατόπη φυτρώνουν αι δημοκρατικοί πόλεις που έδωσαν την μεγαλειτέραν ανάπτυξιν στο ανθρώπινον πνεύμα, όπως τα βλέπουμε στα αρχαία μνημεία των, στην πρόοδο των τεχνών, τας ανακαλύψεις των. Αλλ’ ήρθε ο συγκεντρωτισμός και επηκολούθησεν ο θάνατος. Δεν μπορώ βεβαίως εδώ να επεκταθώ λεπτομερέστερον αλλά το γενικόν συμπέρασμα που εξάγεται από τα ολίγα αυτά, είνε ότι μόλις ήρχετο ο συγκεντρωτισμός εσκότωνε κάθε πρωτοβουλίαν του ατόμου, δημιουργών αυτόματα και όχι ανθρώπους. Με άλλους λόγους, οπωσδήποτε και αν μας τον παρουσιάσουν τον συγκεντρωτισμό, γνωρίζουμε ότι είναι ο θάνατος της πρωτοβουλίας του ατόμου ή δημιουργία νέας σκλαβιάς, και το τελευταίον χαιρετιστήριον της ελευθερίας. Ακριβώς δε γι’ αυτό ξελαρυγγίζουμαι και για την πειθαρχία στις αποφάσεις που ξεφουρνίζονται από το Κέντρον. Το οποίον Κέντρον σημαίνει Τυραννία!
Και αυτός ο συγκεντρωτισμός είνε το ιδεώδες του με πρόταξιν πάντοτε την Μεγάλη παραγωγή ή την Μεγάλη βιομηχανία!
Μα όλους κύριε Μπουχαρίν! εμείς δεν θέλουμε τον χωρικό με καθετί να έχει κατεβασμένα μούτρα και κορσέ, αλλ’ ούτε την χωρική με 10 πόντους τακούνι και φτερά στο κεφάλι. Τους θέλουμε ντυμένους κατά τους όρους της υγιεινής και χορτάτους. Γνωρίζουμε δε ότι όταν ο άνθρωπος εξασφαλίση την τροφή του, κατόπιν όλα τα άλλα είνε ζητήματα της ασχολίας του. Για να αποκτήση τη κατοικία του δεν θα κτίζη κάθε μέρα σπίτια, αλλά μία φορά στα 20 ή 30 χρόνια· για την τροφή του θα σπείρη και θα θερίση το πολύ 2 μήνας (γιατί αι μηχαναί το κατεβάζουν κι αυτό σε μερικές εβδομάδες), για την ενδυμασία του ούτε λόγος πρέπει να γίνη. Τους δέκα λοιπόν μήνας που του μένουν τι θα κάμη ο άνθρωπος; Θα μένη ξαπλωμένος σαν φακίρης και θα θαυμάζη τον οφαλό του; Όχι βεβαίως, θα έχουν λοιπόν αρκετώτατον καιρόν οι άνθρωποι, αν το θελήσουν, και με φτερά να στολισθούν και με μονόκλ και με ό,τι πράγμα θα αισθάνωνται για κάθε τι, που θα τους οδηγή τι πρέπει να κάμνουν και η λογική τι πρέπει να μη κάμνουν.
Για να σπείρη ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκην από κανένα Διευθυντήν, από κανένα Κέντρον Μπουχαρίνηδων, να διαταχθή· γνωρίζει από την πείρα την εποχή που σπέρνουν. Αλλ’ έστω. Οι Μπουχαρίνηδες θέλουν να δημιουργήσουν μία τέτοια κατάστασι, για να μην αναγκασθούν και δουλεύουν κ’ εκείνοι. Για να κτίση σπίτι, αφού αισθάνεται στην ανάγκη ο ίδιος, θα είνε κουταμάρα να περιμένη την διαταγή του Μπουχαρίν. Για ξύλα, ν’ ανάψη τη θερμάστρα του, του κάκου θα περιμένη τους θερμαινόμενους στο Κέντρον γραφειοκράτας· πρέπει να φροντίση ο ίδιος. Από ό,τι λάβει ανάγκη για την ζωή του, πρέπει ο ίδιος να φροντίζη, χωρίς να περιμένη διαταγή η διεύθυνση από κανένα μπαγκαμπόντη, για νάνε εξησφαλισμένος εντελώς ότι θ’ αποκτήση εκείνο που έλαβε ανάγκη και χωρίς μάλιστα απ’ την ανάγκη του αυτή να ωφεληθή και τρίτος παράσιστος Μπουχαρίν.
ΙΙ
Γνωρίζουμε ότι την γη δεν μας την διαφιλονεικούν άλλα ζώα παρά οι αστοί. Αλλά μόνον όταν έλθη η αληθινή επανάστασις και καταλύση την αστική τυραννία η γη θα μείνη στην κυριαρχία του ανθρώπου που του ανήκει. Κοινή εις όποιον θέλη και μπορεί να την καλλιεργήσει. Επειδή δε όλα τα δια την ζωήν χρήσιμον να προσπορίζονται οι άνθρωποι από την γην, θα την καλλιεργούν πια σαν δική τους πολύ καλλίτερα από τώρα, για να προσπορίζονται όσον μπορούν περισσότερες ωφέλειες απ’ αυτήν. Γιατί δεν θα σκέπτονται τότε τι κέρδη θα τους φέρη το είδος που θα σπείρουν (αφού δεν θα υπάρχει ούτε χρήμα, ούτε εμπόριο), αλλά από τι είδος έχουν ανάγκην. Κ’ ένα πράγμα που έχει ανάγκη το άτομον δικαιωματικώς θα το παίρνη, διότι του ανήκει. Με άλλους λόγους οι άνθρωποι θ’ ακολουθήσουν την φύσι, η οποία μας λέγει: Π ά ρ ε τ ο!
Το α γ ο ρ ά σ ε τ ε είνε εφεύρεση των αστών και των Μπουχαρίνηδων οι οποίοι δια του α γ ο ρ ά σ ε τ ε και των συνεπειών του επικυριαρχούν και κρατούν στην σκλαβιά τους λαούς, μεταχειριζόμενοι προς τούτο φράγκα χρυσά, χάρτινα ή αποδείξεις ωρών εργασίας.
Όταν λοιπόν οι άνθρωποι εξασφαλίσουν απ’ την κοινή γη την τροφή τους στο μικρό χρονικό διάστημα που είδαμε, και χορτάσουν, θα τους γεννηθούν και άλλες ανάγκες, οι οποίες, με την σειρά τους, θέλουν ικανοποίησι. Μετά τον χορτασμόν γίνονται αισθητές αι άλλες ανάγκες στον άνθρωπον και ζητούν την ικανοποίησίν τους. Είνε δε σ’ αυτήν την ζήτησιν των μέσων προς ικανοποίησιν αυτών των αναγκών, που χρωστούμε κι’ αυτήν την λίγη πρόοδο που βλέπουμε στην σημερινή κοινωνία.
Όταν λοιπόν αισθανθούν τέτοιες ανάγκες τα άτομα, αντί να τις πνίξουν μέσα τους, όπως κάμνουν
σήμερα (μη δυνάμενοι να κάμουν και διαφορετικά) θ’ αντιληφθούν ότι ένα άτομο μεμονωμένο δεν μπορεί να τας ικανοποίηση κι’ ότι πρέπει να ενωθή μ’ εκείνους, οι οποίοι επίσης τας αισθάνθησαν. Επειδή δε θα είνε εντελώς ελεύθερον το άτομον, θα πράξη σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασίαν του και με τας κλίσεις του, εις όσους και εις όποιον όμιλον ομοτέχνων θέλει να ανήκει και κατ’ αυτόν τον τρόπον όλως αυτονοήτως θ’ αρχίση και η διαίρεσις, η κατανομή της εργασίας και η ποικιλία αυτής, η τόσον ευεργετική στον ανθρώπων, όστις βλέπουμε και εις αυτήν την φύσιν. Κανείς δουλικός κανονισμός ωρών εργασίας δεν θα έχη την θέσι του εις τα ούτως συνδεδεμένα άτομα. Διότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα, που ν’ απορρέει από καμιά υπερφυσική δύναμι, για να επιβάλλη την θέλησίν του εις άλλο άτομο. Θα υπάρχουν όμιλοι, οι οποίοι θα εργάζονται ακόμη για μιαν ικανοποίησιν, ενώ άλλοι θα την έχουν ήδη τελειώσει και θα μελετούν άλλην που τους γεννήθηκε, και ούτο καθ’ εξής. Η εργασία που θα γίνεται για την ικανοποίησι ενός πόθου θα είνε ασχολία, τέρψις, ποτέ κόπωσις.
Η κοινωνία, οργανωμένη κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα λάβη μια ζωή γεμάτη σφρίγος και έντασι στην πρόοδο, την οποίαν θα ωθούν οι ικανοποιήσεις των αναγκών, των παθών, που θα γεννιούνται στα στήθη των ελευθέρων ατόμων που απαρτίζουν, μη ζητούσα άλλο τι από το άτομον παρά μόνον την θέλησιν της δημιουργίας της ευτυχίας του, ήτις θα είνε και ιδική της.
Ένας όμιλος κακώς ωργανωμένος, θα βλέπει έναν άλλον καλλίτερον και θα προσπαθή να τον προσπέραση. Μία άμιλλα ευγενής και εξευγενίζουσα θα γεννηθή και θα αντικαταστήση τον σημερινόν κτηνώδη ανταγωνισμόν. Όλαι αι εργασίαι θα τείνουν προς το γενικόν καλόν της κοινωνίας, διότι μέσα σ’ αυτή την κοινωνία θα ιδή ξάστερα το άτομον ότι η ευτυχία του είνε συνδεδεμένη αρρήκτως με την ευτυχίαν του άλλου, της κοινωνίας. Διότι, είτε παπούτσια εργασθή, είτε τσουκάλια, είτε προϊόντα μεταφέρη από το ένα μέρος εις άλλο, είτε τηλεγραφητής είνε ή όπου αλλού γίνη χρήσιμη η εργασία του και αισθητή η ανάγκη της, η εκτέλεσίς της θα τον ικανοποιή, γιατί δεν θα υπάρχει εκμεταλλευτής, το έργον θα ανήκει ολόκληρον εις τον εργάτην και θα το χαίρονται όλοι και όχι μερικοί. Φυσικά ένας Μπουχαρίν, σε μια τέτοια ελευθέρα κοινωνία, θα φαίνεται σαν μύγα στο γάλα. Δεν θα την ανεχθούν, θα την πατάξουν...
Η σημερινή εξ άλλου πρόοδος των μηχανών επιτρέπει να κάμνουμε και τις βαρύτερες δουλειές ανεπαίσθητες. Και για τις αηδέστερες δε απ’ αυτές δεν θα έχη λόγον η ύπαρξις Διευθύνσεως πραγμάτων και συγκεντρωτικής εξουσίας. Διότι αν πάρουμε ως παράδειγμα την πιο αηδή, που δεν θέλει κανένας να την κάμη, τον καθαρισμόν των αποπάτων. Μολονότι κ’ εδώ υπάρχει ο τρόπος των υπονόμων, που με το χύσιμο λίγο νερού γίνεται η δουλειά, ας πούμε ότι δεν υπάρχει αυτός ο τρόπος και ότι ο απόπατος του Μπουχαρίν ή του Πετσοπούλου ή του Δημητράτου ή άλλου τινός εγέμισε. Τι θα συμβεί; Την αποφοράν αυτοί πρώτοι θα την αισθανθούν - υποτίθεται τουλάχιστον... - κι αυτοί πρώτοι θα ζητήσουν να απαλλαγούν απ’ αυτήν. Βεβαίως για την ανάγκη αυτής της απαλλαγής δεν μπορούν να έχουν την απαίτηση να πάγη άλλος να τους απαλλάξη από την ακαθαρσία που δημιούργησαν οι ίδιοι, αλλά, γνωρίζοντες ότι τα μηχανήματα της κομμούνας είνε κοινά και εις την διάθεσιν εκείνου που θα τα λάβη ανάγκην, δεν έχουν παρά να πάρουν την μηχανήν και να απαλλαγούν μόνοι των από την ανυπόφορη αυτή για την μύτη τους κατάστασι.
Αυτό ο Μπουχαρίν μπορεί να το λέγη: κομμουνιστική κοινωνική επανάστασις και όχι κομμάτων επανάστασις, θα γίνη πραγματικότης. Έπειτα έτσι είνε. Οι Μοναρχικοί λέγαν ουτοπία την Δημοκρατία, οι Δημοκράται τον Σοσιαλισμό και οι Σοσιαλισταί σήμερα με την σειρά τους τον Αναρχισμό. Η αλήθεια όμως, χωρίς να επηρεασθή απ’ αυτά, τραβά τον δρόμο της, και ίσως να μην είνε πολύ μακρυά η ημέρα που θα ιδούμε τους Μπουχαρίνηδες να σβύνουν από το λεξικό τους, κατ’ ανάγκην, την λέξι ουτοπία, όπως έκαμαν οι μοναρχικοί για τους δημοκράτας και οι δημοκράται για τους σοσιαλιστάς.
III
Όσα γράφει ο κ. Μπουχαρίν στη φυλλάδα του τα έμαθε βέβαια από τους αστούς, όταν τα κοπανούσαν εις βάρος αυτού και των ομοίων του. Μας λέγει: «Από όσα είπαμε έως τώρα εννοείται διατί κυρίως αι αναρχικοί ομάδες είνε εκείναι αι οποίαι εκφυλίζονται εις ομάδας δημευτών δια την ιδίαν των τσέπην, διότι η εγκληματικότης πλευρίζει κοντά των. Παντού και πάντοτε θα ευρεθούν βρώμικα στοιχεία, τα οποία θα ζητούν να εκμεταλλευτούν την επανάστασιν δια σκοπούς ιδίου πλουτισμού. Εκεί όμως που η δήμευσις των δημευτών είνε υπό τον έλεγχαν των μεγάλων εργατικών οργανισμών, εκεί είνε και δυσκολώτερον το ψάρευμα εις τα θολά νερά». Ω! Της απιστίας!
Αλλ’ οι αναρχικοί κ. Μπουχαρίν, ζητούν ακριβώς μίαν κοινωνίαν χωρίς χρήμα και χωρίς αποδείξεις ωρών εργασίας που κι’ αυτές μπορούν να κλαπούν απ’ τους διαφόρους Μπουχαρίνηδες. Θέλουν την κοινωνίαν απηλλαγμένην από κάθε είδους μονάδα που μπορεί να χρησιμεύσει και στην κλοπήν και στον πλουτισμόν των Μπουχαρίνηδων, οι οποίοι, δια του μέσου αυτού, ζουν πάντοτε εις βάρος άλλων. Σήμερον κλέπτεις και απατάς νους ευπίστους, για να ζήσης το επίλοιπον της ζωής σου ανέτως, ικανοποιών και την μικροφιλοδοξίαν σου. Αλλ’ όταν εφαρμοσθή η κοινωνία που ζητούν οι αναρχικοί, ποίον θ’ απατήσης να σε απαλλάξη από τις ακαθαρσίες σου και τι θα κλέψεις; Την τροφήν σου, την κατοικίαν σου ή την ενδυμασίαν σου; Ω! Τίποτε απ’ όλα αυτά. Και το ξέρεις γιατί δεν είσαι δα τόσον κουτός, όσον θέλεις να μας παραστήσης δια της φυλλάδας σου με τις απελέκητες κουταμάρες! Τυφλωμένος μόνον είσαι από τον κτηνώδη εγωισμόν σου. Να κατέλθης συ μέχρι του χειρώνακτας! Α, Ποτέ! Αχ, αυτοί οι άθλιοι οι αναρχικοί που ανακατεύονται στην επανάστασι και την εκφυλίζουν! Παρ’ ολίγον οι Ουκρανοί, υπό την ώθησι του κατηραμένου αναρχικού Μπάτικο Μάχνο, να μας χαλάσουν όλα τα γούστα δια της εφαρμογής των ελευθέρων κοινοτήτων, αν δεν τους αφίναμε χωρίς πολεμοφόδια να νικηθούν από τον Ντενικίν. Ας σκοτωθήκανε και 70.000 απειθάρχητοι Ουκρανοί και ας δοκιμάσαμε και τόσες δυσκολίες, θυσιάζοντας άλλα τόσα πειθαρχικά τομάρια για να διώξουμε τον Ντενικίν. Αρκεί που πετύχαμε και τους καθυποτάξαμε και τους φέραμε δια της βίας μέσα στην αξιοθαύμαστη και σιδηρά πειθαρχία της δικτατορίας μας. Βεβαίως είμεθα σύμφωνοι, όπως οι λαοί διαθέτουν ελευθέρους αυτούς, αλλ’ αυτό πρέπει να ισχύη για τους άλλους μόνο, όχι και για μας.
Λοιπόν ανάγκη να σπεύσωμε να δυσφημίσουμε τον Αναρχισμό μη μας σκαρώσει κι’ άλλο κανένα τέτοιο κάζο! Και ιδού ο κ. Μπουχαρίν, σκοπίμως κουτός, απ’ τον κάθε φελάχο κουτότερος.
Και έρχεται να μας πη ότι η μελλοντική κοινωνία δεν θα γεννηθή εκ του μηδενός. Αλλ’ ούτε από τις κουταμάρες των Μπουχαρίνηδων - προσθέτωμεν ημείς - μ’ όλην την επιμονήν των να μας πείσουν ότι θάβγη απ’ αυτές «μέσα από τους κόλπους της παλαιάς κοινωνίας, από τας συνθήκας που εδημιούργησε το γιγαντιαίον μηχάνημα του κεφαλαίου».
Αλλ’ αυτά, κ. Μπουχαρίν, είνε λόγια των συνειθισμένων δημαγωγών, οι οποίοι, και στο σημερινόν ακόμη σύστημα, εχρεωκόπησαν! Όχι, σοφέ μου, η μελλοντική κοινωνία δεν θα βγή από τους κόλπους της παλαιάς. Μόνον μια κομματική κοινωνία μπορεί να βγή απ’ αυτήν, διατηρούσα τις συμφέρουσες στο κόμμα σαπίλες. Αλλά ως νόθα, θα έλθη η κοινωνική επανάστασις και θα την σάρωση με τους υποστηρικτάς της μαζί. Δια να γίνη δε μία αληθινή κοινωνική επανάστασις, θα πη ότι τα άτομα άλλαξαν τις αντιλήψεις των, τας ιδέας των. Θα πη ότι ο αριθμός των τοιούτων ατόμων ηυξήθη, για να τα επιτρέψη να γκρεμίσουν την παλαιάν κοινωνίαν, από την οποίαν δεν βγήκαν, αλλά απεσπάσθησαν και εσχημάτισαν τον πυρήνα όλως νέου κόσμου, χωρίς να κρατήσουν τίποτε από τις ανοησίες του παλαιού. Ακριβώς δε διότι τις εγνώρισαν τις ανοησίες αυτές, διότι τις εμελέτησαν, διότι επειραματίσθησαν και τις είδαν ότι πράγματι είνε ανοησίες και σαπίλες, γι’ αυτό τις πέταξαν και απεσπάσθησαν. Επομένως αυτά τα άτομα δεν αναγνωρίζουν τίποτε από τις πολιτικές, κοινωνικές και οιοσδήποτε άλλες συνθήκες του παλαιού κόσμου.
Ο σκοπός, το ιδανικόν των τοιούτων ατόμων θα είνε η ευτυχία του, ήτις είνε και της κοινωνίας και ήτις θα επέλθη μόνον δια της γενικής ελευθερίας. Αυτή θα επιτρέψη εις τα άτομα ν’ αναπτύξουν την πρωτοβουλίαν των και τας πνευματικάς των ικανότητας, σαν άνθρωποι αυτενεργοί και όχι αυτόματα στη διάθεση του κάθε Μπουχαρίν, ή Πετσοπούλου ή Κουριέλ, οι οποίοι, ανίκανοι για το κάθε τι, θα είνε πολύ περισσότερο ανίκανοι και μικροί για να «διευθύνουν ή να διαθέτουν τα πράγματα» κοινωνίας ελευθέρων και συνειδητών ανθρώπων.
Τα άτομα αυτά θα ενωθούν για να φθάσουν την ευτυχία τους, χωρίς κανένα συμβόλαιο, χωρίς καμμίαν διεύθυνσιν τρίτων παρασίτων, πράγματα τα οποία εγνώρισαν στη παληά κοινωνία, και που είδαν ότι εδέσμευαν, την ελευθερίαν και την αυτενεργόν δημιουργικότητά των. Τους ελευθέρους αυτούς ανθρώπους θα τους ενώνη το ιδανικό τους, το οποίον θα είνε και της κοινωνίας των. Θα ξεύρουν ότι για να κάμουν σεβαστή την ελευθερία τους πρέπει και αυτοί να σέβονται την ελευθερία των άλλων, γιατί θα έχουν πεισθή ότι το «Διευθύνειν τα πράγματα» και το «Διαθέτειν ανθρώπους» είνε κατά βάθος εν και το αυτό. Μόνον που μας το παρουσιάζει ο κ. Μπουχαρίν βερνικωμένο με νέες λέξεις. Τι σημαίνει όμως; Και το «Διευθύνειν τα πράγματα» προϋποθέτει διευθυνομένους, μ’ άλλα λόγια αυτόματα, και το «Διαθέτειν ανθρώπους» το ίδιο. Άλλαξαν τα όργανα, αλλά ο χαβάς μένει ο ίδιος. Και βέβαια από αυτόματα δεν μπορεί κανείς να περιμένει νέα κοινωνία, διότι δεν είνε δυνατόν αυτό. Αυτό είνε έργον μόνον των ελευθέρων ανθρώπων.
IV
Το να σχηματίση κανείς μίαν ομοιόμορφον οργάνωσιν κάτω από την οποίαν όλοι οι άνθρωποι οφείλουν να κύψουν, περιμένοντας διευθύνσεις και διαταγάς, αυτό είνε ουτοπία, κι’ όχι εκείνο που λέμε εμείς. Και είνε ουτοπία διότι είνε αδύνατον να συγκεντρώσετε επ’ άπειρον την πρόοδον και την εξέλιξιν των ατόμων, μέσα στα στενά όρια των βλέψεων, των διευθυνόντων παρασίτων. Στη βία σας να ικανοποιήσετε τας μικροφιλοδοξίες σας, λησμονήσατε να λογαριάσετε τις διαφορές των ιδιοσυγκρασιών, των χαρακτήρων, των αντιλήψεων και των πόθων που υπάρχουν μεταξύ των ανθρώπων, και έτσι να τους κρατήσετε όλους μαζύ δεμένους στο άρμα του κτηνώδους εγωισμού σας. Διότι εάν λογαριάζατε αυτή, θα δίνατε το πολύ μια κατεύθυνση, μια ώθησι στα πράγματα και θα αφήνατε την επανάστασι ελευθέρα να εξελιχθή, χωρίς να ξεφυτρώσετε σείς στη μέση και να διοχετεύσετε τον ορμητικό της χείμαρρο στην διώρυγα της πρόστυχης φιλοδοξίας σας, διευθύνοντες αυτήν σύμφωνα με τας αντιλήψεις του στενού εγκεφάλου σας. Αν αφίνατε τους ανθρώπους ελευθέρους να οργανωθούν, κάθε χαρακτήρ, κάθε ιδιοσυγκρασία, κάθε ικανότης, θα εύρισκε την θέσιν της, και θα εξελίσσετο σύμφωνα με τις αντιλήψεις της, αναπτύσσουσα την πρωτοβουλίαν της, την αυτενέργειάν της, κατά τας ανάγκας που θα παρουσιάζονταν στο δρόμο της. αλλ’ αυτό δεν συμφέρει, διότι δεν κολακεύει τον σκελετό των εξ ατταβισμού φιλοδόξων. Εκείνο που κολακεύει αυτές τις μούμιες του παρελθόντος, είνε το σύστημα της συγκεντρωτικής οργανώσεως, το ομοιόμορφον το οποίον έστησαν στο δρόμο της ζωής, με την υστερόδουλη πρόθεση στο κάθε βήμα των τα άτομα να χτυπούν τα μούτρα τους πάνου και να χάνουν άλλοι τους πόθους των και άλλοι τις ελπίδες των, να δημιουργούνται δε κατ’ αυτόν τον τρόπον, δυσαρεστημένοι απ’ το ένα μέρος και πληρέστατα ικανοποιημένοι απ’ το άλλο, με όλως νέα συμφέροντα και κολλημένοι γύρω στην αξιοθαύμαστον σνγκεντρωτικήν εξουσίαν, την οποίαν, για να διατηρήσουν, είνε ικανοί να κάμουν το πάν, ως που ν’ αναγκάσουν τους λαούς εις νέαν επανάστασιν για ν’ απαλλαγούν απ’ τους όνυχας και αυτής της κλίκας των νέων απάχηδων.
Δεν είνε σήμερα ο αριθμός των αστών και των ιδιοκτητών που μας κρατεί υπό το βάρος της μαύρης αθλιότητας, αλλά το σύστημα αυτής της μισητής ολιγαρχίας, που έχει ανάγκη από μιαν ιεραρχικήν οργάνωσιν, η οποία σύρη μαζύ της ένα πλήθος αχρήστων και παρασιτικών υπηρεσιών και υπαλλήλων, το οποίον επιβαρύνει τρομερά εμάς τους παραγωγούς και δια τους οποίους είμεθα αναγκασμένοι να εργαζώμεθα, να κοπιώμεν, για να τους συγκρατήσουμε μέσα στην παρασιτική και άχρηστη ζωή τους.
Τι μας ενδιαφέρει εμάς τους παραγωγούς, εάν οι αστοί Μπουχαρίνηδες άλλαξαν τα ονόματα και τον τρόπον της στρατολογήσεως αυτών των αχρήστων παρασίτων, αφού το βάρος των θα βρίσκεται πάλι στις πλάτες μας;
Α! Πρέπει να έχει χάσει κανείς και το τελευταίο ίχνος ηθικής από πάνω του για να δέχεται και να εκθειάζη ένα σύστημα τόσο δουλικό σαν τον «επιστημονικόν κομμουνισμόν» όπως κολακεύονται να ονομάζουν το ψευτοεργατικόν των σύστημα.
Αλλ’ από πού κι’ ως πού «επιστημονικός»; Η επιστήμη λέγει όλως διόλου άλλα πράγματα και προάγει εις εντελώς αντίθετα συμπεράσματα από εκείνα που μας παρουσιάζουν αυτοί. Η επιστήμη για την γένεσι πάντων των ενόργανων όντων, μας λέγει ότι υπό την επίδρασιν της θερμότητας και του φωτός πολλά σώματα απλά συνεμίχθησαν και εσχημάτισαν στους βυθούς των ωκεανών συνδέσμους χημικούς πολύπλοκους, οι οποίοι αναλόγως της συγγενείας των οργανώθησαν εις ομίλους. Α! αυταί αι επιρροαί ανέπτυξαν εις αυτά εις κάθε μικρό σύμπλεγμα ή κυψέλη και μίαν διαδοχικήν φυσικοχημικήν αντίδρασιν, την οποίαν ονομάσαμε ζωήν. Υπό την ώθησιν δε αυτών των ζωικών φυσικοχημικών ουσιών αι αρχικαί αυταί κυψέλαι επληθύνθησαν. Επί σειράν εκατομμυρίων αιώνων, υπό την επίδρασιν της βραδείας αλλά συνεχούς αλλαγής του περιβάλλοντος, αυτά τα μικρά όντα, είνε μεμονομένα, είνε συμμιγμένα εις ομίλους, που εξετράπησαν αλληλοδιαδόχως για να δόσουν γένεσιν εις ένα πλήθος άλλων όντων περισσότερον πολύπλοκων. Ένας αριθμός από τα είδη που εσχηματίσθησαν κατ’ αυτό τον τρόπον, παραμείνας υπό τας ιδίας σχεδόν συνθήκας, αι οποίαι υπήρχον και κατά τον αρχικόν των σχηματισμόν, διετήρησαν την αρχικήν των κατεύθυνσιν. Αλλά, ως υποκείμενα εις ταχείας αλλαγάς, υπέκυψαν χωρίς να αφήσουν απογόνους. Και τέλος μία τρίτη σειρά, ευνοηθείσα από την βραδύτητα των εξωτερικών ατμοσφαιρικών τροποποιήσεων, εξηκολουέτισε να εξελίσεται έως σήμερα.
Αυτά είνε εν ολίγοις τα παραδεδειγμένα της επιστήμης επί της θεωρίας αρχής της ενόργανου ζωής, στηριχθέντα επί μακρών και επισταμένων παρατηρήσεων, ερευνών και πειραμάτων.
Σ’ όλ’ αυτά βλέπουμε καθαρά τον τρόπο της οργανώσεως αυτής της φύσεως, της οποίας δημιουργήματα είμεθα και όλοι οι κάτοικοι του πλανήτου αυτού. Η φύσις δια να φθάση στην τελειοποίησιν των οργανισμών, δεν μετεχειρίσθην καμμίαν βίαν αλλά τον απλούστερον τρόπον - την σύνθεσιν των μορφών των διαφόρων ουσιών που απαρτίζουν την ύλην, δια της αναμεταξύ των συγγενείας, ένα μόριον έμεινε απέναντι ενός άλλου μορίου εντελώς αδιάφορον, ένα άλλο σε απείρους, και μ’ ένα τρίτο ενωμένο. Ενούμενα δε τα μόρια αυτά σχημάτισαν αναλόγως με την κατάστασιν και με τον τρόπον της ενώσεων των, ένα φυτόν, ένα ζώον, ένα ορυκτόν.
Η ακριβής γνώσις των φυσικών νόμων είνε πολύτιμος. Μας δίδει να καταλάβουμε εκ των προτέρων τα αποτελέσματα των πράξεών μας και απέναντι του εαυτού μας και απέναντι των ομοίων μας και εάν από τας πράξεις μας αυτάς θα έχουμε όφελος ή ζημίαν, χαράν ή λύπη. Επομένως οι κοινωνικοί νόμοι που δημιουργούμε, έξω από τους φυσικούς, θα έχουν μοιραίως ως συνέπειαν την σύγχυσιν στην κοινωνίαν, και οιονεί ως τιμωρίαν της παραβιάσεως των φυσικών νόμων, την αθλιότητα, τους αλλεπαλλήλους πολέμους, και τας επαναστάσεις. Είνε ο εκβιασμός από τους ανθρώπους των φυσικών νόμων, που τους εδημιούργησε αυτήν την αξιοθρήνητον κατάστασιν, η δε αρμονία δεν θα μπορέση να αποκατασταθή, παρά μόνον την ημέραν κατά την οποίαν, οι άνθρωποι, αναγνωρίζοντας την παραπλάνησίν των, θα εισέλθουν εις τον φυσικόν δρόμον από τον οποίον παρεξετράπησαν.
V
Εάν οι διάφοροι Μπουχαρίνηδες επρέσβευον τον πραγματικόν «Επιστημονικόν κομμουνισμόν», τον οποίον ακολουθούν οι αναρχικοί και όχι τον μεταφυσικόν της κοσμογονίας του Μωυσέως, τον στηριζόμενον επί της ιεραρχίας και κατά συνέπειαν επί της συγκεντρώσεως, θα επαραδειγματίζοντο εξ αυτής της φύσεως και θα άφιναν ελεύθερα τα άτομα, ίνα, συμφώνως με τους χαρακτήρα των, σύμφωνα με τας ιδιοσυγκρασίας των, σύμφωνα με τας αντιλήψεις των και τας πνευματικάς των συγγενείας, σχηματίζουν τους ομίλους των, οι οποίοι έτσι μόνον θα εξελίσσοντο κατά τον φυσικόν των δρόμον, απρόσκοπτα και προοδευτικά, απαράλλακτα όπως εξελίχθησαν και εξελίσσονται όλα τ’ άλλα πράγματα που βλέπουμε επί του πλανήτη μας. Το μόνον δε που θα μπορούσαν να κάμουν θα ήτο να δόσουν απλώς την εμπρέπουσαν ώθησιν εις τα πράγματα, όπως έκαμαν οι Ουκρανοί, δια του Μπάτικο Μάχνο.
«Εις το έργον», λέγει ο κ. Μπουχαρίν, «της καταστροφής του αστικού κράτους, μπορούν οι αναρχικοί να παίξουν ένα ρόλο θετικό. Αλλά είνε ανίκανοι οργανικώς να δημιουργήσουν έναν νέον κόσμον». Μα πώς είνε αδύνατον κύριε εσύ, μια ιδεολογία να φθάση να ειν’ καλή δια το γκρέμισμα, αλλ’ όχι και δια την ανοικοδόμησιν; Ό,τιδήποτε όπως και ειπώ επ’ αυτού του θέματος, δεν θα θελήσετε να εννοήσετε, διότι δεν συμφέρει αυτό ούτε εις εσέ, ούτε εις τους ομοίους σου. Αλλ’ αδιάφορον οφείλω να πω διατί στο ένα σου αρέσαμε και στο άλλο όχι.
Βοηθήσαντες και εργασθέντες οι αναρχικοί εις το γκρέμισμα του αστικού καθεστώτος, ευρέθησαν πάλιν προ μιας νέας σπείρας - αμαθών ή επιτηδευομένων τους αμαθείς - οι οποίοι μεταχειρίσθηκαν όλα τα σατανικά μέσα, δια να ωθήσουν τις αμόρφωτες μάζες εναντίον των! Όπως δε ένας αμόρφωτος ευκολότερα πιστεύει και αντιλαμβάνεται τα παραμύθια της Χαλιμάς ή τα στοιχειωμένα σπίτια, από τας θεωρίας του Λαβουαζιέ και του Ντάρβιν, έτσι και η μάζα πίστεψε και πιστεύει σας περισσότερο παρά εμάς. Γιατί εμείς λέμε την αλήθεια όπως είνε. Ενώ σεις συσκοτίζετε σκοπίμως τα πράγματα, τα ψευτίζετε, τα φτιασιδώνετε και τυφλώνετε περισσότερο αντί να φωτίσετε τον κόσμο. Πόσα εκατομμύρια π.χ. δεν επλανήθησαν από την δημοσίευσιν αυτού του διεφθαρμένου βιβλιαρίου σας; Και πόσα άλλα, παρόμοια σαν αυτό βιβλία δεν επηκολούθησαν! Και πόσαι διαλέξεις τοιαύται δεν εγένοντο, όχι μόνον από σας αλλά και από εκείνους που παραπλανήσατε!
Πώς ήτο λοιπόν δυνατόν, μέσα εις εν τοιούτον σάλον, που εδημιουργήσατε στις αμόρφωτες μάζες, οι οποίες είχον ήδη την κακήν μακράν έξιν να διοικούνται από άλλους, να δυνηθούν, οι ολίγοι εχεφρονούντες αναρχικοί, να αναδημιουργήσουν; Η φωνή της αληθείας επνίγετο μέσα στον θόρυβο του αλαλάζοντας πλήθους. Εις την φωνήν εκείνων που σας φωνάζουν ότι είνε αδύνατον οι διάφοροι χαρακτήρες, ιδιοσυγκρασίαις, τάσεις να συγκρατηθούν επ’ άπειρον, δια σχέσεων ή δια της βίας, υπό μίαν και τοιαύτην οργάνωσιν της συγκεντρωτικής εξουσίας. Κράτους ή Διευθύνσεως, όπως αγαπάτε να το τιτλοφορήτε, εκάμνητε τον κουφό και εξακολουθείτε ακόμη να κάμνετε το ίδιον, χωρίς να θέλετε να πάρετε μάθημα απ’ τον πρώτον τυχόντα χημικόν ο οποίος δια να ένωση δύο σώματα πρέπει προηγουμένως να μελετήση εάν μεταξύ των σωμάτων αυτών υπάρχη συγγένεια τις ή ου διότι η ένωσίς των δεν εξαρτάται από αυτόν αλλά από την συγγένειαν των σωμάτων που θέλει να ενώση. Εάν αυτή δεν υπάρχη ο χημικός θα μείνη μέχρι τέλους εις το σημείον από το οποίον ήρχισε, κανένα βήμα ποτέ μπρος δεν θα κατορθώση να κάμη. Το ίδιον και σεις. Διαφορώτατα πράγματα θέλετε να τα υπαγάγετε υπό ένα και το αυτό ομοιόμορφον σύστημα, χαρακτήρας ανομοίους ζητείτε να τους ενώσετε και να τους κυβερνάτε, χωρίς να μελετήσετε προηγουμένως εάν τα υπό ένωσιν σώματα έχουν όλα αναμεταξύ των συγγένειαν και αν την έχουν, ποια η ανάγκη της διοικήσεως αυτών ή ενός κέντρου.
VI
Υπάρχει καμμία διοίκισης εις τα δημιουργήματα της φύσεως εκτός της συγγενείας; Η Επιστήμη λέγει όχι! Είνε η πρωτοπλασματική συγγένεια των μορίων που δίνει την γένεσιν και την αυτόματον ώθησιν. Είνε αυτή που δίνει τα αληθή και πραγματικά ένστικτα για την τροφήν, την ένωσιν των φύλων, το κοινωνικόν ένστικτον και όχι οι νόμοι σας και αι διευθύνσεις σας.
Οι νόμοι σας, αι διευθύνσεις σας, εις τας φυσικάς αυτάς ενώσεις δεν παίζουν άλλον ρόλο, παρά της διαλύσεως, της συγχύσεως και, κατά συνέπειαν, των επαναστάσεων. Είνε αυτή η συγγένεια που συγκρατεί και αναπτύσσει ενωμένα εις τους σπόρους τα μόρια των διαφόρων ουσιών της ύλης, αυτή σχηματίζει τους πολύποδας εις ομίλους αποικιών τα χορτοφάγα εις αγέλας, τους ανθρώπους εις ομίλους συμπαθειών, τους ομίλους εις κοινωνίας, τας κοινωνίας εις ανθρωπότητα. Όλα τα πρωτοπλασμικά σώματα της ιδίας φύσεως ωθούνται από μια αμοιβαία συγγένεια και συμπηγνύονται εις ομίλους μιας εκτάσεως μακράς ή μεγάλης, η οποία ποικίλλει συμφώνως με την χημικήν σύνθεσιν των ατόμων, που απαρτίζουν τον όμιλον.
Υπό τας αυτάς συνθήκας εξελίχθη και η ζωή του ανθρώπου, η ηθική, πνευματική, οικονομική - δια της ενώσεως των συγγενικών ομίλων εις κοινωνίαν - ανθρωπότητα. Αυτό δεν θα πη όμως ότι υπάρχει καμμία ανάγκη να σχηματίζωμεν αυτάς τας μεγαλουπόλεις, μέσα στις οποίες τα 80% διάγουν βίον παράσιτον Μπουχαρίνικον. Κάθε άλλο. Οι άνθρωποι μπορούν πολύ καλά να διασπαρούν σ’ όλην την επιφάνεια της γης, και να σχηματίσουν τας αυτόνομους κομμούνας των.
Χώρος υπάρχει άφθονος δι’ όλους, φυσικά και δια τους Μπουχαρίνηδες, που μπορούν να έλθουν και αυτοί αρωγοί εις την κοινωνίαν και, παραιτούμενοι του επαγγέλματος του παρασίτου, θα επιδοθούν εις ωφελίμους προς την ανθρωπότητα εργασίας ή τουλάχιστον να μη ζουν εις βάρος αυτής. Εκείνο το οποίον θα είνε αναπόφευκτον - και θα το υποδείξη η ανάγκη - είνε ότι πρέπει να υπάρχη στενή σχέσις μεταξύ των διαφόρων ομίλων δια την ανταλλαγήν των προϊόντων της εργασίας των και των ιδεών των. Διότι θα είνε ανάγκη πράγματι ο άνθρωπος ν’ ανταλλάξη τας ιδέας του με άλλους, καθώς θα είνε ανάγκη να συνδεθή εις όμιλον για να βάλη εις ενέργειαν το πολύπλοκον μηχάνημα που η εφεύρεσίς του έθεσε στη διάθεσί του να σύνδεση τον όμιλόν του με άλλους τοιούτους, που θα του προμηθεύσουν τας αναγκαίας ύλας προς επεξεργασίαν, και με εκείνους με τους οποίους θα ανταλλάξη τα προϊόντα του. Είνε αι ανάγκαι των που θα τους διευθύνουν και όχι οι Μπουχαρίνηδες.
Το ιδανικόν του ανθρώπου είνε να ελαττώση τον χρόνον που απαιτείται δια την παραγωγήν των αντικειμένων των απαραιτήτων δια την ικανοποίησιν των πρώτων υλικών αναγκών του, και ν’ αφιερώση αυτόν εις μελέτάς, ψυχαγωγίας, ή αναπαύσεις, ακόμη δε να κάμη την αναγκαίαν εργασίαν αβίαστον, υγιεινήν, ευχάριστον, αντί δυσάρεστον και κοπιώδη. Αυτό το ιδανικό είνε εκείνο που μας οδηγεί εις την αναμεταξύν μας σύνδεσιν, η λογική δε μας πείθει ότι η σύνδεσις αυτή πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τας κλίσεις μας, με τους χαρακτήρας μας και με πλήρη ελευθερίαν δια να εκλείψη αφ’ εαυτού κάθε έκτροπον. Όπως δα και σήμερον βλέπομε να γίνεται. Όταν ένας άνθρωπος θέλη να κάμη κάτι, δεν ζητεί να ενωθή με άλλους ομοίους του, οι οποίοι σκέπτονται κ’ εκείνοι σαν κι’ αυτόν και θέλουν ό,τι κι’ αυτός. Άλλωστε η ποικιλία των σκέψεων, των ιδιοσυγκρασιών και των χαρακτήρων, η υπάρχουσα μεταξύ των ανθρώπων, είνε και αι μόναι δυνάμεις, αι οποίαι, όσο και όπου αφίνοντο ελεύθεροι στην εκδήλωσίν των, έδιδον και την μεγαλειτέραν ώθησιν στην πρόοδον και είνε αυταί αι οποίαι, αφινόμεναι, γενικώς δι’ όλους απολύτως ελεύθεροι, θα δόσουν την μεγαλειτέραν δυνατήν ώθησιν προς την πρόοδον, της οποίας τα αποτελέσματα και οφέλη δεν δυνάμεθα ούτε να φαντασθώμεν.
Αυτόν τον τρόπον της ενώσεως, θέλεις, κ. Μπουχαρίν, να τον ονομάσης, όπως τον ονομάζεις, εθελούσιον δίκτυον συμβάσεων, θέλεις εθελουσίαν συνεννόησιν ή οργάνωσιν, ολίγον μας ενδιαφέρει. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είνε ότι εις αυτό και μόνο βλέπουμε εμείς μία φυσική συνέπεια δημιουργούμενη απ’ αυτήν την ανάγκην της ζωής, και μίαν τάσιν των ανθρώπων, εκδηλουμένην, έστω και ασυνείδητως σήμερον, προς τους φυσικούς αυτούς νόμους, των οποίων δημιούργημα είνε και αυτός. Μόνον οι εθελοτυφλούντες ζητούν τον συγκεντρωτισμό και θέλουν να συγκρατήσουν τα άτομα με την μεταφυσική, την γραφειοκρατίαν και την βία εις ένα κράμα και μία σαλάτα η οποία μπορεί να φέρνει όρεξιν αλλά σταματά ώς αυτού. Εφ’ όσον βασίζεσθε στην μεταφυσική και όχι στη φυσική, στην βία και όχι στην ελευθερία, δεν είνε δυνατόν παρά αργά ή γρήγορα να έχετε εις την εφαρμογήν αποτελέσματα τέτοια που να μην σας επιτρέπουν να εξακολουθήσετε περισσότερο.
VII
«Κομμουνισμός και κομμουνιστική επανάστασις», γράφει ο κ. Μπουχαρίν, «είνε έργον του προλεταριάτου, της παραγωγικώς δρώσης και δια του μηχανισμού της μεγάλης παραγωγής συνωθουμένης επί το αυτό τάξεως. Όλα τα άλλα στρώματα της φτώχιας μπορούν να παίζουν τον ρόλο των πρακτόρων της κομμουνιστικής επαναστάσεως, μόνον και εφ’ όσον ακολουθούν το προλεταριάτο». Αλλ’ όχι, κ. Μπουχαρίν, η κοινωνική επανάστασις ή μάλλον η επιστημονική κομμουνιστική επανάστασις, δεν είνε έργον μόνον του προλεταριάτου, το οποίον μπορεί να έχει το προνόμιον της πρωτοβουλίας στην ενέργεια μόνον. Η κομμουνιστική επανάστασις οφείλεται κατά πρώτον μεν λόγον εις την πνευματικήν ανάπτυξιν της κοινωνίας, εις την οποίαν συνέβαλλαν όλαι αι παρελθούσαι γενεαί, και αυταί ακόμη, αι αντιδραστικαί, κατά δεύτερον δε εις το γεγονός ότι ο σύγχρονος άνθρωπος λόγω του απροχώρητου, εις το οποίον τον κατήντησε αυτή η κατάστασις, κατέληξε εις το συμπέρασμα ότι μόνον μία κοινωνία, η οποία θα εστηρίζετο επί της ελευθερίας του ατόμου, θα του εξησφάλιζε όρους επιτρέποντας την ανάπτυξιν ολοκλήρου της δραστηριότητός του. Αλλ’ ιδού ότι επεμβαίνετε σείς και δεν αφήνετε να αφυπνισθή ευρέως η ατομική συνείδησις, διότι δεν σας συμφέρει οι άνθρωποι ν’ ανακτήσουν την πρωτοβουλίαν και αυτενέργειάν των και μη γίνωνται πλέον έρμαια του κάθε μπαγκαμπόντι που τους σέρνει σήμερα δια της βίας ή δια της ευγλωττίας του. Τι να πω δε δια τα φτωχά στρώματα που αναφέρεις; Είνε επάγγελμα η φτώχια, την οποίαν με τόσην περιφρόνησιν αναφέρεις;
«Οι αναρχικοί», λέγει ο κ. Μπουχαρίν, «με το να αρνούνται την δικτατορίαν του προλεταριάτου, παραιτούνται του κυριοτέρου όπλου δια τον αγώνα». Αλλά ποιος μας εγγυάται ότι, αφού συνειθίσετε τα άτομα στην πειθαρχίαν αυτής της νέας καταστάσεως, της σκλαβιάς που δημιουργεί κάθε δικτατορία, θα θελήσετε να την καταργήσετε, και αν αυτό τότε θα εξαρτάται από τον δικτάτορα μόνον ή και από την κλίκα των υποδικτατόρων που δημιούργησε αυτή; Και δεν είνε ασφαλέστερον και ακινδυνωδέστερον όπλον δια τα άτομα, που θέλουν την χειραφέτησίν των το τρομερόν όπλον της πρωτοβουλίας των; Η δικτατορία και η πειθαρχία, μας λέγουν, προβάλλοντές μας ως σκιάχτρο τους αστούς, είνε τα μόνα όπλα, με τα οποία μπορούμε να παλαίψουμε τον οργανωμένο κόσμο των αστών. Εμπρός στους τρομερούς στρατούς που διαθέτουν αι σημερινοί Κυβερνήσεις των, πώς θ’ ανταπεξέλθουμε εάν δεν τους αντιτάξουμε και μείς τας ιδίας οργανωμένας δυνάμεις;
Δια να πολεμήσουν τας δυνάμεις αυτάς, εάν θέλουν να δώσουν μάχας ηρωικάς, μιμούμενοι τους ιππότας του μεσαίωνος, είνε βέβαιον τότε, ότι πρέπει να συμμορφωθούν με την τακτικήν των αστών και με την ιεραρχίαν των. Η Κομμούνα των Παρισίων του ‘71 μας είνε ένα τοιούτο παράδειγμα. Πρέπει όμως να γνωρίζετε ότι αυτό το όπλο είνε επικίνδυνο και γι’ αυτούς τους ιδίους επαναστάτας, και μη λησμονήτε ότι, δεν είνε δυνατόν να γίνη μία επανάστασις, εάν αι ιδέαι αυτής δεν μεταδοθούν λίγο πολύ σ’ όλους τους ανθρώπους που θα την κάμουν, κατά τοιούτον τρόπον, ώστε όπου και αν βρίσκεσαι ν’ ακούς επανάστασιν. Θα βρίσκεται ούτως ειπείν στον αέρα όπου θα βρίσκονται και θα την αναπνέουν και αυτοί οι στρατοί που θα έλθουν να την καταπνίξουν. Η κατάστασις αυτή θα παραλύση το πνεύμα εκείνο που τους κάμει νευρόσπαστα στα χέρια των αρχηγών των. Και δια να διαλύσουν τότε οι επαναστάται τας οργανώσεις των, δεν χρειάζεται να μεταχειρισθούν στρατηγικάς ικανότητας και ηρωισμούς, αλλά πράξεις, αι οποίαι να διαταράξουν την παθητικήν των υπακοήν, ανοίγουσαι τα μάτια των στρατιωτών, εις μίαν νέαν κατάστασιν πραγμάτων
VIII
Πάντοτε, όταν οι λαοί ηθέλησαν να αντισταθούν εις ένα κατακτητή, εάν εζήτησαν να συγκεντρώσουν τας δυνάμεις των έπραξαν τούτο, διότι ετυφλώνοντο από την πλάνην του μιλιταρισμού, εις του οποίου την αποτελεσματικότητα επίστευον. Νικώμεναι όμως αι συγκεντρωτικαί δυνάμεις των μια φορά, δεν ελευθερόνοντο πλέον, παρά δια μικροπολέμου λυσσώδους και συνεχούς.
Στρατιωτικώς η Ισπανία ενικήθη από τον Ναπολέοντα. Αι στρατιαί της κατεστράφησαν, η Κυβερνησίς της εσκορπίσθη, ο τόπος της κατεκτήθη και παντού ο εχθρός ήτο κύριος της καταστάσεως. Οι Ισπανοί όμως, ο λαός, εμίσει τον κατακτητήν και δεν άφισε την πάλην του. Κάθε σπίτι έγινε και ένα φρούριον, κάθε πέτρα, κάθε βάτος και μια ενέδρα για τον κατακτητή. Κάθε χωρικός και ένας στρατιώτης, ο οποίος υπομονητικά επερίμενε το θύμα του, δια να χαθή μετά την πράξιν του, γενόμενος ασύλληπτος, ως προστατευόμενος από την ανοχήν όλων και έτοιμος να ξαναρχίση πάλι μόλις του παρουσιάζετο η περίστασις. Ο μεμονωμένος στρατιώτης ήτο βέβαιος ότι κάποια σφαίρα θα του ήρχετο από κανένα δένδρο ή από καμμιά γωνιά κανενός σπιτιού ή καμμιά μαχαιριά θα εδέχετο την ώρα που δεν ήλπιζε.
Μπαίνοντας σ’ ένα χωριό κανένας λόχος ή τάγμα, εγνώριζεν ότι δεν θα εύρη ούτε νερό, ούτε τροφή. Παντού μοναξιά και ερημιά μπροστά στο δρόμον του κατακτητή, ενώ πίσω του και πέρα εσχηματίζοντο κύματα καταδιωκτών αοράτων. Και αυτά όλα χωρίς να γίνη αισθητή καμμιά ανάγκη κεντρικής τινός δυνάμεως για να δίνη συμβουλάς, διευθύνσεις ή διαταγάς. Η πρωτοβουλία του λαού υπερήρκει. Ο Ναπολέων εθραύσθη. Οι νικηταί μετά δύο έτη έφυγον νικημένοι.
Το ίδιο έγινε και εις το Μεξικόν όταν ο Μπαντίγκ πήγε να θέση εις εφαρμογήν το «μεγάλο βασιλικό πνεύμα». Μετά λυσσώδεις μάχας εγένετο κυρίαρχος της καταστάσεως, κατακυριεύσας όλας τας πύλεις δια των αγρίων εφόδων του. Αλλά αϊ λαϊκαί αψιμαχίαι, οι αόρατοι πολεμισταί, ηνάγκασαν τον κατακτητή να αφίση την λείαν του και να φύγη κακήν κακώς.
Αλλά προς τι να καταφεύγουμε στο παρελθόν; Μήπως και οι Ουκρανοί δεν έκαμαν και σήμερον το ίδιο στους Γερμανούς, εξαναγκάσαντες αυτούς να αποσυρθούν αμαχητεί, παραδόσαντες εκουσίως το πλείστον μέρος των στρατιωτών και τον οπλισμόν τους προς αυτούς; Και μετά την προδοσίαν των Μπολσεβίκων δεν έκαμαν και πάλιν την κατάστασιν του Ντενικίν ανυπόφορον, ώστε, και άνευ της μάχης των Μπολσεβίκων, εάν δεν του έστελλαν και νέας δυνάμεις - για να τας απολέση κι’ αυτάς - θα άφινε το κατηραμένο, γι’ αυτόν, έδαφος της Ουκρανίας;
Όλα αυτά αποδεικνύουν περιτράνως ότι η αληθής δύναμις έγκειται εις την θέλησιν των ατόμων, εις την ενέργειάν των και εις την πρωτοβουλίαν των, εφαρμοζομένων όταν επιστή η ώρα, με επιμονήν και συνέχειαν, χωρίς να αναμένωνται από κανένα διαταγαί και διευθύνσεις. Τας δικτατορίας τας μεταχειρίζονται μόνον εκείνοι, οι οποίοι θέλουν να κυριαρχήσουν επί των ομοίων των, και κατά συνέπειαν αισθάνονται τον φόβον από την αφύπνισιν της πρωτοβουλίας αυτών.
Η εξέγερσις ενός ολοκλήρου λαού είνε πάντοτε μία αυτόματος κίνησις, μία έκρηξις. Χωρίς αρχηγούς, χωρίς διαταγάς, με μόνη την ώθησιν των περιστάσεων, που έγιναν αισθηταί, για να εκτελέση πράξεις, των οποίων η ανάγκη επιβάλλεται. Μετά την νίκην ξεφυτρώνουν οι αρχηγοί - μετά τους Κερένσκυ, οι Λένιν - και περιορίζουν εις ένα σημείον, μιας περιορισμένης σκέψεως, την επανάστασιν, σύμφωνα με τα καπρίτσια των, τα συμφέροντά των ή τας ατομικάς πεποιθήσεις των.
Για μας η κοινωνική επανάστασις δεν μπορεί να συνίσταται σε μια αλλαγή των κυβερνώντων, αλλά σε μια πλήρη μεταβολή της κοινωνικής καταστάσεως. Εις την κατάργησιν όλων ανεξαιρέτως των τρεχουσών σημερινών πολιτικών και οικονομικών αξιών, δια να αφεθή η γη και τα μέσα της παραγωγής εις την διάθεσιν κάθε ανθρώπου.
Δεν είνε ο σκοπός μας να βάλουμε μια Εξουσία της εκλογής μας απάνω στο κεφάλι μας και να κάνουμε γυμνάσια πειθαρχίας. Εμείς θέλουμε να χειραφετηθούμε και επομένως να καταστρέψουμε κάθε εξουσία που θα προσπαθήση να αντικαταστήση την παλαιάν. Η πάλη εννοούμε να είνε παντού, όπου θα υπάρχη γη για απελευθέρωσι, εκμετάλλευσις για να εμποδισθή ένα σημείον σκλαβιάς, πολιτικής ή οικονομικής φύσεως για να κατασυντριβή. Και μια τέτοια κοινωνική επανάστασις δεν γίνεται με διαταγάς ή συμβουλάς από καμμιά κεντρική εξουσία, αλλά δια της γενικής ενεργείας αυτών των ατόμων, οπουδήποτε και εάν ευρεθούν επιθυμούντα την χειραφέτησίν των, θέτοντα την πρωτοβουλίαν των είς έργον.
Και γι’ αυτό λέγω ότι περισσότερον φόβον έχει μια επανάστασίς μας να εκφυλισθή από την οδόν Ευριπίδου, παρά να αποτύχη από την οδόν Σταδίου. Σκεφθήτε και θα δήτε ότι είνε όπως τα λέγω.
*Από το βιβλίο “Ο ήλιος της Αναρχίας ανέτειλε - Για μια ιστορία του αναρχικού κινήματος του «ελλαδικού» χώρου”, Εκδόσεις Κουρσάλ, Ιούνης 2017.