Το πόρισμα των μελετών μας είναι: η λαϊκή κυριαρχία είναι φενάκη, η δημοκρατία ψεύδος, η κατάκτησις της πολιτικής εξουσίας δια της ψήφου πλάνη: Οι χρηματισταί κυβερνούν την χώραν. Βραδεία εξέλιξις έθεσεν εις χείρας αυτών, ου μόνον τον πλούτον της χώρας απάσης, αλλά και την υπερτάτην διαχείρισιν του πλούτου. Πολλά εκατομμύρια ιδιωτών άνευ μεγάλης περιουσίας, έχουν μερίδιον εις τους σιδηροδρόμους, τροχιοδρόμους, εις τα μεταλλεία κ.λπ., όλοι εν τούτοις, οι μικροαστοί έχουν εμπιστευθεί εις χείρας των διοικητικών συμβουλίων τα συμφέροντά των, οίτινες σύμβουλοι είναι υπό τον έλεγχον ευαρίθμων προσώπων πάντοτε των αυτών τα οποία αναμιγνύονται εις όλας τας μεγάλας επιχειρήσεις.
Τράπεζα, μεταλλεία, σιδηρόδρομοι, ατμοπλοϊκαί εταιρείαι κ.λπ. και εν γένει όλα τα οικονομικώς απαραίτητα, ολόκληρος η υλική, ούτως ειπείν, ζωή, ευρίσκεται εις χείρας ευαρίθμων ιδιωτών εις ους εδόθησαν διάφορα ονόματα και οίτινες ως εκ τούτου είναι όντα παντοδύναμα.
Καθ’ ότι εν μια πολιτεία η οποία βασίζεται επί της ατομικής ιδιοκτησίας, η πραγματική ισχύς ανήκει εις τον έχοντα χρήματα και εις τούτου την διάθεσιν εναπόκειται αύτη η τύχη της χώρας. Αυτοί είναι οι ηγεμόνες και οι πραγματικοί βασιλείς. Οι κύριοι της οικονομικής εξουσίας, όταν θελήσουν, γίνονται οι κύριοι της πολιτικής εξουσίας. Το τελευταίον, όμως, δηλαδή την κατάκτησιν της πολιτικής εξουσίας, θεωρούσιν ανόητον. Κυβέρνησις ήτις προϋποθέτει την εκμετάλλευσιν πολλών εκατομμυρίων κοινωνικών αποκλήρων δια της εκλογής χρηματιστών, η κυβέρνησις αύτη δεν είναι δυνατόν να μην εξεγείρη εις το έπακρον την μήνιν. Εφ’ όσον ο κλοιός της ολιγαρχίας συσφίγγεται, επί τοσούτον η ολιγαρχία καθίσταται ευάλωτος.
Αν κυβερνά από του εμφανούς, κινδυνεύη να υποκείψη εις τους ολίγους δυσαρεστημένους. Απόδειξις καταφανής του τοιούτου είναι η ιστορία του δεκάτου ενάτου αιώνος, με την ολιγαρχίαν των ευγενών και του κλήρου, η οποία ήρχεν εν ονόματι του Καρόλου Ι’, ανέτρεψεν κατά το 1830 κίνημα πολιτικόν. Την αστικήν δε ολιγαρχίαν την εγκαθιδρυθείσαν υπό Λουδοβίκου Φιλίππου, ανέτρεψεν δεύτερον κίνημα. Ωσαύτως και την σπείραν των περί του Ναπολέωντα Γ’, η στάσις της 4ης Σεπτεμβρίου.
Ήδη οι άνθρωποι αυτοί σκέπτονται θαρραλέως. Φυλάττουν δι’ εαυτούς την πραγματικήν εξουσίαν και αφήνουν εις τον λαόν τα προσχήματα. Λέγουν εις τον λαόν: από τούδε συ θα είσαι ο κυρίαρχος, συ θα εκλέγης τους ανθρώπους σου, οίτινες αντιπρόσωποί σου θα νομοθετούν.
Η σκέψις αύτη θα ήτο επικίνδυνος αν ήτο πραγματική. Θα υπήρχε φόβος, οι πεινασμένοι εν σώματι εισερχόμενοι εις το Βουλευτήριον να εψήφιζον από σκοπού την διανομήν του πλούτου. Οι βασιλόφρονες όμως – οι χαλκεύσαντες το σύνταγμα του 1875 – έλαβον τα προφυλακτικά των μέτρα. Το Βουλευτήριον δέχεται την νομοθετικήν εξουσίαν, αλλά δεν ασκεί αυτήν εξ ολοκλήρου καθ’ ότι έρχεται και η Γερουσία, η εκλεγομένη υπό των αντιπροσώπων των οπισθοδρομικών χωρικών πληθυσμών, μεταξύ των ευπορούντων αστών και λαμβανομένη εκ των εξ επαγγέλματος πολιτευομένων. Οι δε νόμοι, έθεσαν εις τον Άρειον Πάγον, εις το Συμβούλιον της Επικρατείας, ερμηνευτάς των νόμων, σώματα μεγάλα συγκεντρωμένα εξ αμετακινήτων γαιοκτημόνων, μη εξαρτωμένων από τον λαόν και παρέδωσαν την διοίκησιν της χώρας εις την γραφειοκρατίαν των γαιοκτημόνων εφ’ ων η δημοσία γνώμη ουδεμίαν επίδρασιν ασκεί. Ούτω πώς η νομοθετική ισχύς της λαϊκής αντιπροσωπείας εν τη πραγματικότητι ηκυρώθη, εξημηδενίσθη.
Και έτι πλέον, υπεισήλθον εις αυτό το Κοινοβούλιον. Οι πλούσιοι υποψήφιοι συνηθίζουν τους εκλογείς εις μεγάλας δαπάνας και ούτω πώς οι χρηματισταί δημιουργούσιν αυτοί ούτοι τους αντιπροσώπους εμμέσως, δια μυστικών εταιρειών και παροχών, τους κυβερνήτας της κοινωνίας, τους συμβούλους – δικηγόρους, τους μηχανικούς – συμβούλους κ.λπ. Αυτοί εργάζονται ουσιωδώς εις τας επιτροπείας και εις αυτούς προσφέρονται τα υπουργικά χαρτοφυλάκεια. Αυτοί έχουν θέσει, εκ του άλλου, την χείρα επί του τύπου, ο οποίος διευθύνει την κοινήν γνώμην, η δε κυβέρνησις ενεργεί τας εκλογάς.
Οι χρηματισταί κατόπιν ημπορούν να μένουν ήσυχοι. Οι βασιλόφρονες, λαμβάνοντες την εξουσίαν, οργανούσι προς όφελός των εν τοις πράγμασι, την διασπάθισιν του δημοσίου πλούτου (σκάνδαλον των σιδηροδρόμων 1875-1877). Ο δυσαρεστημένος τότε λαός ψηφίζει τους δημοκρατικούς (1877).
Παρευθύς οι χρηματισταί σιγώσιν. Ο Γαμβέττας προ δεκαετίας υπέσχετο την φορολογίαν των προσόδων, τον περιορισμόν των μονίμων στρατών, την εθνικοποίησιν των δημοσίων υπηρεσιών. Μόλις ο Γαμβέττας ανήλθεν εις την αρχήν διεκήρυξεν ότι έπρεπε «να ταξινομήση τα ζητήματα» και ηρκέσθη εις την κήρυξιν του πολέμου εναντίον των παππάδων. Ο δε φίλος του Freyeinet παρουσίαζε πρόγραμμα δημοσίων έργων δύο δισεκατομμυρίων, ο δε Ιούλιος Φερρή ήρχιζε τας αποικιακάς εκστρατείας. Παρήλθεν δεκαετία. Ο διαψευσθείς εις τας ελπίδας του λαός εξέλεξεν τους ριζοσπαστικούς. Ούτοι μετά του Κλεμανσώ, ανέλαβον το υπό του Γαμβέττα εγκατελειφθέν πρόγραμμα. Εζήτουν «ριζικάς» μεταρρυθμίσεις. Μόλις όμως ανέλαβον την αρχήν ήλθον και ούτοι εις συνεννοήσεις με τους χρηματιστάς, εψήφισαν ναυτικά προγράμματα, τα οποία είχον πρότερον αποκηρύξει, εξηκολούθησαν τας εκστρατείας εις τας αποικίας, τας οποίας είχον πρό τινος καταπολεμήσει, εισήλθον εις την Γερουσίαν την οποίαν ωρκίσθησαν να καταλύσουν και αντί πάσης μεταρρυθμίσεως ανέλαβον τον ψευδοπόλεμον εναντίον των παππάδων.
Η σοσιαλιστική μερίς, ενώ όλαι αι άλλαι μερίδες, από των βασιλοφρόνων μέχρι των ριζοσπαστικών, θεωρούσιν αθίκτους και ιεράς τας αρχάς εφ’ ων στηρίζεται η ενεστώσα κοινωνία. Η σοσιαλιστική τουναντίον μερίς, ονειροπολεί την εντελή κατάργησιν της κεφαλαιοκρατίας. Υποστηρίζει τον πόθον της να εκμηδενίση την ολιγαρχίαν και αναγράφει εν αρχή του προγράμματος αυτής την από κοινού κατοχήν των μέσων της παραγωγής και της ανταλλαγής. Όλα τα χρηματιστικά και βιομηχανικά καθιδρύματα αποσπώμενα από των ήδη κυρίων αυτών θα δοθώσιν εις τον λαόν. Και προς τούτο τί πρέπει να γίνει; Να θέσωμεν, αφ’ ενός μεν, όλους εκείνους οίτινες κατέχουν το κεφάλαιον και δεν θέλουν να το απαρνηθώσιν, εκ του άλλου δε όλους τους προλεταρίους τους οποίους η κεφαλαιοκρατία έχει αποστερήσει περιουσίας και να οργανώση την εξέγερσιν των δευτέρων κατά των πρώτων. Είναι δηλαδή ο αγών των τάξεων.
Τούτο αντιτίθεται απολύτως προς το ιδεώδες της δημοκρατίας. Η δημοκρατία προτίθεται την προς τα πρόσω πορείαν αριθμού τινος τραπεζιτών, μικροαστών και εργατών, συσπειρωμένων όλων αυτών εναντίον άλλων τραπεζιτών, μικροαστών και εργατών. Η ένωσις τουναντίον όλων των εργατών, εναντίον όλων των τραπεζιτών, όλων των πτωχών εναντίον όλων των πλουσίων, των μη ιδιοκτητών κατά των ιδιοκτητών, αποτελεί τον αγώνα των τάξεων, είναι η επανάστασις και το βδέλυγμα της ερημώσεως. Ο σοσιαλισμός αντιτίθεται λοιπόν προς τη δημοκρατίαν. Και τότε πώς οι σοσιαλισταί αφέθησαν να συναντηθώσι προς τους τροχούς της δημοκρατικής μηχανής;
Όταν ο Μαρξκ ο Έγγελ, οι θεωρητικοί διδάσκαλοι του αγώνος των τάξεων, συνέγραψαν προ εξηκονταετίας το πολύκροτον κοινωνιστικό πρόγραμμα, εφαντάζοντο ότι η εξέλιξις της μεγάλης βιομηχανίας θα έφερε μοιραίως τη συγκέντρωσιν του πλούτου εις χείρας ευαρίθμων εκατομμυριούχων και θα προέκυπτεν εκ τούτου η καταγραφή των πτωχοχωρικών και των πτωχοεργοστασιαρχών και συνεπώς η ταχεία μεταβολή αυτών εις προλεταρίους.
Από τούδε επιδιώκετο τη βοηθεία της διεθνούς δυστυχίας η προσχώρησις όλων των απεστερημένων τούτων μικροαστών εις τας τάξεις του σοσιαλισμού. Ούτος λοιπόν θα συνεκέντρον ούτω πώς την πλειονότηταν του έθνους επειδή η λαϊκή κυριαρχία εμπλέκει την κυβέρνησιν της πλειονότητος, ο σοσιαλισμός θριαμβεύων θα κατελάμβανε νομίμως την πολιτικήν εξουσίαν και θα εχρησιμοποίει ταύτην ίνα αφαιρέση από της χαρακτηριστικής ολιγαρχίας την οικονομικήν αυτής εξουσίαν.
Η ψήφος, λοιπόν, υπήρξε δια τους ιδρυτάς του σοσιαλισμού όργανον διαλογής όπερ απέτρεπεν εις αυτούς τον διαχωρισμόν των πολιτών εις κεφαλαιούχους και εις προλεταρίους και τη εισαγωγήν αυτών εις τον αγώνα των τάξεων.
Δυστυχώς αι προβλέψεις του Μρξ και ου Έγγελ εν μέρει μόνον επραγματοποιήθησαν. Δεν ηδυνήθησαν κατά το 1850 να προίδωσιν τα αποτελέσματα της νομοθεσίας επί των κοινωνιών με περιωρισμένας ευθύνας. Διήρεσαν το κεφάλαιον των μεγάλων επιχειρήσεων εις μετοχάς των 500 φράγκων και των 100 ακόμη φράγκων, απέδιδον δε το δυνατόν της αποκτήσεως εις μικροτέρας οικονομίας. Ούτω πώς, κατά τους υπολογισμούς του κ. Νεϋμάρκ, πλέον των 5 εκατομμυρίων πτωχανθρώπων κατέχουν σήμερον τα 104 δισεκατομμύρια κινητών αξιών άτινα αποτελούσι σήμερον την μεγαλυτέραν μερίδα του Γαλλικού πλούτου. Και, λοιπόν, ενώ η διοίκησις των μεγάλων επιχειρήσεων συνεκεντρώνετο εις τόσον ολίγας χείρας (όπως κατεδείξαμεν ακριβέστερα) η ιδιοκτησία των επιχειρήσεων τούτων κατατέμνεται επ’ άπειρον. Ιδιαιτέρως εν Γαλλία είναι εκτάκτως πολυάριθμος και ακμαία, όλαι δε αι ελπίδαι τας οποίας εστήριζον επί της ψήφου απεκαλύφθησαν φρούδαι.
Θέλετε τώρα να δήτε πώς ο σοσιαλισμός ο οποίος είναι η πάλη των τάξεων, μετέπεσεν εις την δημοκρατίαν η οποία ακριβώς είναι το αντίθετον; Εξετάσατε μίαν σημερινήν σοσιαιστικήν εκλογήν.
Επειδή οι αστοί είναι παρ’ ημίν πολυάριθμοι, δεν υπάρχει περιφέρεια όπου οι προλετάριοι να πλεονάζουν. Ο σοσιαλιστής υποψήφιος όπως εκλεγή, εξαναγκάζεται να ζητήση την ψήφον των αστών, των χωρικών προλεταρίων, των ιδιοκτητών, των καταστηματαρχών, των εισοδηματιών κ.λπ. Δηλαδή εξαναγκάζεται να έχη δύο προγράμματα, εν πρόγραμμα ανώτατον (maximum) το οποίον είναι το ιδεώδες των κολλεκτιβιστών, και άλλο πρόγραμμα ελάχιστον (minimum) το οποίο απλώς είναι εκείνο των ριζοσπαστών. Οι εργάται ψηφίζουν το πρώτον, οι πτωχονοικοκυραίοι το δεύτερον. Ο κολλεκτιβισμός δεν τους τρομάζει καθ’ ότι γνωρίζουν ότι η εφαρμογή του προγράμματός του θα είναι ζήτημα 2000 ετών. Άλλως τε εάν απεπειράτο κανείς να το εφάρμοζε αμέσως, αυτοί θα έσπευδον τότε να προσεχώρουν εις την αντίθετον μερίδα. Επί ενός εκατομμυρίου ψήφων τας οποίας συγκεντρούσιν οι υποψήφιοι σοσιαλισταί, επί των ημίσεων, τουλάχιστον, δύναται κανείς να βασισθή εν ημέρα επαναστάσεως; Ο υποψήφιος εξελέγη βουλευτής, αντιπροσωπεύει πλειονότητα προλεταρίων και μειονότητα πτωχονοικοκυραίων. Την πρώτην κατέκτησεν εξ ολοκλήρου, η δευτέρα τουναντίον δύναται ν’ αποσπασθή ευκόλως απ’ αυτού και να ψηφίση ένα ριζοσπαστικόν ή και έναν καιροσκόπον. Οφείλει εκ τούτου να λαμβάνη τας μεγαλυτέρας προφυλάξεις. Πρέπει να καταβάλη πάσαν προσπάθειαν δια να μη τους ανησυχήσει… κατ’ ανάγκην, λοιπόν, να παραιτηθή του κολλεκτιβισμού και του χρηματιστικού αγώνος, τα οποία θ’ αφήση υπό την σκιάν της επαναστάσεως και θα περιορισθή εις τας «μεταρρυθμίσεις» ως προς τας οποίας όλοι οι ψηφοφόροι είναι σύμφωνοι, τον αγώνα κατά των παππάδων, του φόρου επί του εισοδήματος κ.λπ.
Αυτά, όμως, δεν αποτελούν τον αγώνα των τάξεων, τουναντίον είναι η συνεργασία των τάξεων. Δεν είναι πλέον σοσιαλισμός, υπό την επαναστατικήν σημασίαν της λέξεως, αλλά δημοκρατία.
Δύναταί τις να είπη ότι υπάρχει σοσιαλιστικόν κόμμα εν Γαλλία, αλλά δεν δύναται να είπη ότι υπάρχει εν αυτή τη μερίδι εις και μόνος βουλευτής και σωστός «σοσιαλιστής».
Ο βουλευτής μας μεταβαίνει εις το Παλάτι των Βουρβώνων. Προς τι άραγε μεταβαίνει; Δια να λάβη μέρος εις την νομοθετικήν εργασίαν; Θεωρητικώς, αυτό απαγορεύεται. Καθ’ ότι η πλειονότης των αστών του Κοινοβουλίου δεν είναι δυνατόν ει μη να παρασκευάζει νόμους προωρισμένους ίνα εξασφαλίζουν το υφιστάμενον κοινωνικόν σύστημα, ενώ αυτός είναι αναγκασμένος να καταρρίψη ακριβώς το σύστημα τούτο. Οφείλει, λοιπόν, να παραιτηθεί της συστηματικής αντιστάσεως και να περιορίζεται μόνον εις την σύγκρουσιν των αδικημάτων και των διαφόρων σκανδάλων των χρηματιστών. Δυστυχώς οι αστοί ψηφοφόροι δεν θα το εννοήσουν. Καταπονηθέντες εν τη πολεμική των ήτις δεν θα τοις προσκομίση ούτε ακαδημαϊκάς δάφνας, ούτε καπνεργοστάσια, θ’ απεστρέφοντο ταχέως έναν αντιπρόσωπον, ο οποίος δεν θα ήξευρε παρά να ψέγη τας σπουδαιοτέρας των πεποιθήσεων αυτών.
Απεκδύεται, λοιπόν, ο κύριος αυτός εις τον αγώνα του διαχωρισμού της Εκκλησίας από του Κράτους, του φόρου επί του εισοδήματος, πάση δυνάμει. Εφ’ όλων αυτών των ζητημάτων βαίνει από συμφώνου μετά των ριζοσπαστικών. Αποδιώκει βαθμηδόν και καθ’ ολίγον πάντα άλλον, μέχρις ου φθάση η ημέρα καθ’ ην θα συνταυτισθή τόσον τελείως μ’ αυτούς, ώστε θα σχηματίσουν ένα μόνον σώμα, το σώμα των προλεταρίων με τους κεφαλαιούχους μικροαστούς, δηλαδή αυτήν την άρνησιν του επαναστατικού ιδεώδους.
Και δεν είναι μόνον τούτο. Συμμετέχων εις την νομοθετικήν εργασίαν της πλειονότητος των αστών, ο σοσιαλιστής βουλευτής, ανέρχεται δι’ αυτής εις υψηλά αξιώματα. Γίνεται μέλος, εισηγητής, γραμματεύς, αντιπρόεδρος κ.λπ., κ.λπ. και ως τοιούτος εργάζεται αναγκαίως μετά των άλλων δια την καλήν λειτουργίαν της κεφαλαιοκρατικής μηχανής. Αν εκραγή κοινοβουλευτική τις κρίσις και παρασθή ανάγκη ανασχηματισμού ή των ψήφων των λοιπών σοσιαλιστών, προσφέρεται παρευθύς εις τον βουλευτήν μας χαρτυφυλάκειον. Και προς τι να το αρνηθή; Το χαρτοφυλάκειον αντιστρατεύεται απολύτως προς την σοσιαλιστικήν ιδέαν, εις βουλευτής των προλεταρίων να λαμβάνη μέρος εις την κυβέρνησιν – εις την διατήρησιν τουτέστιν της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Είναι, αναμφισβήτως, θηριωδία, υπουργός αυτοαποκαλούμενος «σοσιαλιστής», απομεμονωμένος των άλλων αστών – υπουργών, θ’ αποδέχεται την ευθύνην μέτρων ενίοτε αιματηρών, προοριζόμενων να καταβάλωσι την τάξιν των εργατών, αγωνιζομένων δια την απελευθέρωσιν αυτής. Αυτό ανατρέπει την ορθήν σκέψιν του λαού και προσκρούει μάλιστα εις τους απλούς αστούς. Και όμως, εις την πολιτικήν και αυτό γίνεται, φυσικόν, λογικόν και μάλιστα αναγκαίον. Την στιγμήν καθ’ ην παραδέχεσθε τη συνεργασίαν των τάξεων εις τας εκλογικάς ευθύνας, εις το Κοινοβούλιον, εις τας δημοσίας λειτουργίας, διατί να αποκρούσετε την συνεργασίαν των τάξεων εις τας κυβερνητικάς τάξεις; Όταν ο Μιλλεράν, εγένετο ο πρώτος υπουργός, δεν εγένετο δια προδοσίας τινός εκ μέρους του κόμματός του, αλλά τη συγκαταθέσει του Ζωρές, και κατόπιν ρητής υποσχέσεως ότι μέγα μέρος της σοσιαλιστικής μερίδος θα του παρείχε την υποστήριξίν του. Σκεφθείτε, άλλως τε, αν θα προσφέρετο χαρτοφυλάκειον εις έναν βουλευτήν αν μη έσυρεν όπισθεν τους οπαδούς οίτινες να υποστηρίζουν την υπουργικήν πλειονοψηφίαν!
Και ιδού ολόκληρος η μερίς παρασύρεται ολίγον κατ’ ολίγον εις την ρυμούλκησιν της κυβερνητικής πολιτικής, εκείνης την οποίαν επέβαλον εις τους υπουργούς οι χρηματισταί. Αναπολήσατε τα συμβάντα της τελευταίας δεκαετίας. Το 1897 οι Εβραίοι χρηματισταί απειλούμενοι υπό του αντισημητισμού τον οποίον ήγειρον οι κληρικοί και εθνικόφρονες, κάμνουν έκκλησιν προς την τάξιν των εργατών. Αμέσως ο Ζωρές, παρά την θέλησιν του Guesde, αναμιγνύει το προλεταριάτο (φτωχολογιά) εις την υπόθεσιν του Δρέϋφους. Το 1899 οι αντιδραστικοί υπερτερούν, το προλεταριάτο όμως εξαφθέν ζωηρώς κατά του επιτελείου, παρεσύρθη εις το αντιστρατιωτικόν ρεύμα. Συμβούλιον κατόπιν χρηματιστών και πολιτικών αποφασίζη ν’ αναλάβη επικίνδυνον αγώνα κατά των παππάδων. Ο Ζωρές, αμέσως, παραιτών τας πολεμικάς συμβουλάς του, στρέφει πάσας τας προσπαθείας του προς διαχωρισμόν των Εκκλησιών από του Κράτους. Ιδού, όμως ότι τα πλήγματα τα κατενεχθέντα κατά του καθολικισμού λαμβάνουσιν εν τέλει τροπήν επικύνδυνον. Οι χρηματισταί, οίτινες δεν ήθελον να καταρρίψουν την μεγάλην αυτήν δύναμιν της κοινωνικής συντηρητικότητος παραγγέλλουν «ειρήνευσιν».
Ο Briand αρχίζει να ομιλή περί εκλογικών και διοικητικών μεταρρυθμίσεων. Αμέσως ο Ζωρές εξαρτά ολόκληρον την δράσιν του από της αναλογικής αντιπροσωπείας. Ήχθημεν υπό μοιραίου συμβάντος εις σύρραξιν μετά των Γερμανών, ωραίω, τω όντι, πρόσχημα δια να τεθούν τα τηλεβόλα εις ενέργειαν! Ο Ζωρές κηρύττει σωφροσύνην εργάζεται, εν τούτοις, προς αναδιοργάνωσιν του πυροβολικού και εκφωνεί ωραίους λόγους προς τα τηλεβόλα! Οι εργάται εν τω μεταξύ κινούνται. Τα συνδικάτα συνασπισμένα αναλαμβάνουν την εγκαταλειφθείσαν ήδη παρά των πολιτικών, επαναστατικήν ιδέαν. Όλα τα θύματα της εκμεταλλεύσεως, όλοι οι δυσαρεστημένοι, στρέφουν τας ελπίδας των προς την νέαν αυτήν δύναμιν. Προς παρεμπόδισιν της επεκτάσεως της δυνάμεως αυτής ανάγκη να εξευρεθή παραχώρησις τις υπέρ των εργατών. Ψηφίζεται, λοιπόν, η εβδομαδιαία ανάπαυσις, την οποίαν ο Viviani επεφορτίσθη να μην αφήση να εφαρμοσθή και η σύνταξις εις τους εργάτας τους 65ετείς κατόπιν περικοπής του μισθού των. Αποφασίζεται εκ του άλλου, ίνα τα κεφάλαια τα ούτω πώς συσσωρευθέντα, τεθώσιν εις την διάθεσιν των πατρώνων, υπό μορφήν βιομηχανικών δανείων. Οι εργάται εννοούν ότι εμπαίζονται, αλλ’ ο Ζωρές τους συμβουλεύει να παραδεχθούν τον νόμον, ο οποίος κατόπιν θέλει βελτιωθεί και αυτή είναι η γνώμη του κ. Aynard. Από δεκαετίας ούτω πώς έχει το πράγμα.
Οπόταν οι χρηματισταί και η κυβέρνησις επινοήσουν μέτρον τι προς διατήρησιν του υφισταμένου κοινωνικού καθεστώτος, ο Ζωρές παρουσιάζει το μέτρον τούτο ως προαγωγήν προς την κοινωνικήν επανάστασιν. Σημειώσατε καλώς ότι δεν προτίθεμαι να διαμφισβητήσω την ειλικρίνειαν και την νομιμοφροσύνην του Ζωρές. Γέννημα της ανωτέρας τάξεως των αστών, ανεψιός στρατάρχου, ο οποίος εχρημάτισε πρεσβευτής και υπουργός των Ναυτικών, μορφωμένος, με σύζυγον εκ της τάξεως ωσαύτως των αστών, αστός ιδιοκτήτης, κατόπιν καιροσκόπος βουλευτής μέχρι το 1893, δεν είδε ποτέ τον λαόν ει μη μόνον από του ύψους του δικαστικού βήματος από του οποίου εκπέμπεται επί τα πλήθη η θαυμασία ρητορική του. Εξ ενστίκτου, από μορφώσεως, παραδόσεων και ιδιοσυγκρασίας ο Ζωρές είναι άνθρωπος της κυβερνήσεως.
Αυτός ούτος είχεν είπει ημέραν τινά από του βήματος: «Εγώ δεν είμαι πνεύμα εναντιότητος». Και ιδού ο ανήρ, του οποίου η ευφράδεια, η θαυμασία εργατικότης, η μόρφωσις και η υπέρμετρος φιλομάθεια, ανεβίβασαν εις αρχηγόν της μερίδος ήτις προτίθεται ν’ ανατρέψη και καταρρίψη το σημερινόν κοινωνικόν σύστημα! Όλως αθορύβως, δια της μαγείας των ωραίων φράσεων και δια επιτηδείου πολιτικής, ήγαγε το σοσιαλιστικόν κόμμα από του αγώνος των τάξεων, εις την συνεργασίαν των τάξεων, και από της κοινωνικής επαναστάσεως εις την κοινωνικήν συντηρητικότητα. Ιδού το αποτέλεσμα της ψήφου! Εν Γαλλία υπάρχουν πλέον των 500.000 προλεταρίων, ειλικρινώς, σφοδρώς επαναστατικών και δυνάμει του δικαίου των καταθλίψεων, αι 500.000 των επαναστατικών ήχθησαν υπό εξάδα μόνον μεγάλων συντηρητικών αστών. Ήτο, άλλως τε, δυνατόν να συνέβαινεν άλλως πώς;
Οι χρηματισταί εξησφαλίσθησαν ήδη πληρέστατα. Ηδύναντο να φοβηθούν μήπως οι εργάται των εργοστασίων, εκείνοι τους οποίους το κεφαλαιοκρατικόν σύστημα εκμεταλλεύεται απηνέστερον και εις τους οποίους η πύκνωσις εις μεγάλας συντεχνίας παρέχει μεγάλην συνεκτικήν δύναμιν, κατώρθουν ν’ αποτελέσουν επαναστατικόν πυρήνα ικανόν να κλονίση την ισχύν των. Εφαγώθησαν μάλιστα με τους προλεταρίους, εις το δόλωμα της κοινής ψήφου και η εργατική τάξις της Γαλλίας η οποία επί ολόκληρον αιώνα υπήρξεν η επαναστατικοτέρα της Ευρώπης, κατήντησε αγέλη πράων ψηφοφόρων, ήτις καραδοκεί να εγείρη σιδηροδρομικήν απεργίαν δια την οποίαν ένας βουλευτής καταναλίσκει την ρητορικήν του.
Αυτό είναι το εκπληκτικότερον των θαυμάτων, το οποίον έχει παραγάγει η ψήφος. Όλος ο κόσμος εσαγηνεύθη. Εργάται, χωρικοί, υπάλληλοι, μικροαστοί, ιδιοκτήται ευπρεπούς αθλιότητος, επέθεσαν όλοι επί του ψηφοδελτίου της μεγαλυτέρας των ελπίδων των. Είναι τόσο ευχαρές! Θέλετε να καλλυτερεύσετε την τύχην σας; Δεν είναι ανάγκη να σκέπτεσθε, να οργανωθήτε, να αγωνίζεσθε, να κινήσθε! Όλα αυτά είναι πολύ κουραστικά. Λάβετε το ψηφοδέλτιον αυτό, γράψετε επάνω το όνομα του Α…, το ρίπτετε εντός της κάλπης και μείνατε ήσυχος. Προπαντός μην οργανωθείτε, μην ενωθείτε εις συνδικάτα, μην εξεγείρεσθε… Μετά τέσσαρα πάλιν έτη, αν η κατάστασίς σας δεν έχει βελτιωθεί, τότε αρχίζετε πάλιν. Και πράγματι όλος ο κόσμος ξαναρχίζει. Όλοι προσδοκούν και αναμένουν να τεθή τέρμα εις την αθλιότητά των, από το χαρτί εκείνο, όπως ο χριστιανός προσδοκεί υγείαν από του τεμαχίου των αζύμων, το οποίον του εναποθέτουν επί της γλώσσης.
Εκατοστάς, εν ταυτώ, χρηματιστών καταλαμβάνουν αθορύβως τας τράπεζας, τα μεταλλεία, τους συδηροδρόμους, τα μονοπώλια. Πληρούν δια της γραφειοκρατίας των το Συμβούλιον της Επικρατείας, τον Άρειον Πάγον, εξαγοράζουν τον Τύπον, κατονομάζουν την κυβέρνησιν, εκλέγουν εις το Κοινοβούλιον και εις την Γερουσίαν τους αφοσιωμένους των και εξασκούν ούτω πώς, ανεξελέγκτως, απόλυτον κυριαρχίαν.
Το όνειρον, λοιπόν, των χρηματιστών επραγματοποιήθη. Εγένοντο κύριοι του εθνικού πεδίου. Και τούτο το κατόρθωσαν ουχί άνευ αγώνων. Ενώ το δημοκρατικόν κόμμα και μετά κόπων, κατέκτα έδαφος προς τους βασιλόφρονας, τους κληρικούς και τους βοναπαρτιστές, οι χρηματισταί εκ παραλλήλου κατέκτον το δημοκρατικό κόμμα. Η Δημοκρατία είναι κυρία της Γαλλίας και οι χρηματισταί είναι κύριοι της Δημοκρατίας.
Το κράτος των χρηματιστών είναι υπέρ ποτε ασφαλές. Το συμπέρασμα είναι ότι δεν υφίσταται πλέον κώλυμά τι. Δεν υφίσταται πλέον κώλυμα εκ του δικαίου. Οι βασιλόφρονες, οι βοναπαρτισταί, οι πληβιοκράται και οι λοιποί εθνικόφρονες, οι εγκαταλειφθέντες υπό των χρηματιστών όπως καταστώσι αντιδημοκρατικοί, είναι σήμερον ανίσχυροι. Οι κορυφαίοι της ανωτέρας αριστοκρατίας, οι βουτηγμένοι εις τα μονοπώλια, τας μεγαλοενώσεις, τα μεταλλεία κ.λπ., εξασκούν όλως ησύχως την αφαίμαξιν των γεωργικών και βιομηχανικών τάξεων – και τούτο υπό το άγρυπνον όμμα της κυβερνήσεως και των δημοκρατών υπουργών. Αυτοί προτιμούν την Δημοκρατίαν η οποία τους προστατεύει και τους συγκαλύπτει, από την βασιλείαν ήτις τους αποκαλύπτει.. Και δι’ αυτό αφήνουν τον δούκα της Ορλεάνης ησυχώτατον ν’ ασχολήται εις τους πολικούς περίπλους του και τον πρίγκηπα Ναπολέωντα εις τους έρωτάς του. Οι ριζοσπαστικοί, οι αντιπροσωπεύοντες τας μεσαίας τάξεις, ανέπτυξαν επί πολύ θορυβώδη ρητορικήν. Καίτοι απετέλουν την μειονότητα, διεκήρυττον φόρον επί του εισοδήματος των πλουσίων, εθνικοποίησιν των σιδηροδρόμων και των μεταλλείων, του μονοπωλίου των οινοπνευμάτων, της σακχάρεως και των κυριωτέρων εμπορευμάτων των προαγορών. Σήμερον, οι μεν εκλογείς είχαν το αυτό πάντοτε ιδεώδες, αλλ΄ οι αρχηγοί έχουν καθησυχάσει. Αφ’ ότου ανήλθον εις την αρχήν, εργάζονται δραστηρίως δια την αποτυχίαν των μεταρρυθμίσεων, τας οποίας αυτοί είχον προτείνει. Δεν εφαρμόζουν τους νόμους τους οποίους ψηφίζουν, το χρήμα το προορίζουν εις ναυτικά προγράμματα τα οποία αυτοί είχον καταδικάσει και εκλέγουν την κατάλληλον στιγμήν του εκλογικού των θριάμβου δια να προκηρύξουν την χρεωκοπίαν του προγράμματός των.
Η αύτη ακριβώς εργασία γίνεται σήμερον και εις το σοσιαλιστικόν κόμμα…
Οσηδήποτε κι αν υποτεθεί η σοφία μιας ολιγαρχίας, οσηδήποτε και αν είναι η επιμέλεια και η περίσκεψις των ηγετών αυτής, αν ουδέν εμπόδιον παρεμβάλλεται ως αντιστάθμισμα της ισχύος των, η ολιγαρχία αύτη θα βαίνη αναποδράστως κατά κρημνών. Μετά τον πόλεμον μεταξύ των αυλικών του Κοινοβουλίου (1648-1653 Fronde), η Γαλλία ολόκληρος επεκαλείτο απόλυτον μοναρχίαν, ήτις και μόνη θα ηδύνατο να έφερεν εις την ευθείαν οδόν την θορυβοποιόν τάξιν των ευγενών.
Ο Λουδοβίκος ΙΔ’ συγκατετέθη εις τούτο, αλλά ου συγκατετέθη πλήρως και παντός αντισταθμίσματος αρθέντος, ήχθη εις τους αλόγους πολέμους περί διαδοχής, οίτινες εξήντλησαν την χώραν και κατέστρεψαν την μοναρχίαν. Μετά 100 έτη ο Βοναπάρτης κατελάμβανε την αρχήν υπό τας ευφημίας ολοκλήρου της Γαλλίας, ήτις είχε πλέον απογοητευθεί εκ μιας επαναστάσεως την οποίαν εξηυτέλισαν αι ραδιουργίαι των τριόδων, τα πραξικοπήματα και αι συνομωσίαι. Ο Ναπολέων εν τούτοις προέβαινε καταρρίπτων παν εμπόδιον και καταλύων πάντα έλεγχον. Κατελήφθη, όμως, υπό μεγαλομανίας, αγωνιζόμενος κατά της Ευρώπης και οι πόλεμοι εκείνοι, την μεν Γαλλίαν ήγαγον εις την καταστροφήν, τον δε αυτοκράτορα ωδήγησαν εις την Αγίαν Ελένην.
Η σημερινή χρηματιστική ολιγαρχία μετά 30ετείς προσπαθείας, την αυτήν νίκην κατήγαγε, τόσο πλήρης δύναται να μας ωδηγήση προς τον αυτόν όλεθρον.
* Άρθρο που μεταφράστηκε από την γαλλική αναρχική εφημερίδα «La Guerre Social» («Ο Κοινωνικός Πόλεμος») και δημοσιεύτηκε στη σοσιαλιστική εφημερίδα «Κοινωνισμός» (τεύχη 28-31) τον Σεπτέμβριο του 1910. Διατηρείται η ορθογραφία αλλά όχι το πολυτονικό σύστημα.