Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης
Με την ιεραρχική οργάνωση της κοινωνίας, κατάσταση η οποία, πρώτα και κύρια, οφείλεται στην οικονομική και κοινωνική εκμετάλλευση από τα κάθε είδους αφεντικά, δημιουργήθηκαν μεγάλες κοινωνικές διαστρωματώσεις που είχαν εκ διαμέτρου αντίθετα συμφέροντα μεταξύ τους, οι τάξεις. Η μέχρι τώρα ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας έχει σημαδευτεί και εξακολουθεί να σημαδεύεται από την πάλη εκείνη ανάμεσα στις δύο βασικές κοινωνικές τάξεις, τα αφεντικά και τους προλετάριους (με ό,τι κι αν οι όροι αυτοί συνεπάγονται σήμερα).
Η ουσία κάθε εξουσιαστικής και εκμεταλλευτικής κοινωνίας είναι οι ιεραρχικές της δομές οι οποίες αποτελούν μια γενικευμένη πραγματικότητα. Η κάθε αλλαγή που σημειωνόταν και εξακολουθεί να σημειώνεται στα πλαίσια αυτών των δομών (δουλοκτησία, φεουδαρχία, καπιταλισμός) ήταν και είναι στην ουσία η μεταλλαγή των όρων εκμετάλλευσης και εξουσίας. Αυτό που οι μαρξιστές αποκαλούν «αποδοτικότητα των “ανώτερων” φάσεων σε σχέση με τις “κατώτερες” φάσεις ανάπτυξης των εξουσιαστικών κοινωνιών» δεν είναι παρά η άνοδος της αποδοτικότητας της εκμετάλλευσης εκ μέρους των ανώτερων σε βάρος των «κατώτερων» τάξεων γιατί ακριβώς στο σημείο αυτό βρίσκεται η όλη ουσία του εκμεταλλευτικού και εξουσιαστικού συστήματος που εκφράζεται σε πολλαπλά επίπεδα τόσο κοινωνικά όσο και ατομικά, από το πλέγμα των κοινωνικών και οικονομιών σχέσεων μέχρι τις οικογενειακές σχέσεις και την σεξουαλική καταπίεση.
Η βάση αυτού του συστήματος είναι η ταξική κυριαρχία που συνίσταται στον διαχωρισμό των ανθρώπων σε διατάσσοντες και εκτελούντες, διευθυντές και διευθυνόμενους, εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους.
Αλλά η ταξική κυριαρχία δεν περιορίζεται μόνο στην ύπαρξη προνομίων και τίτλων ιδιοκτησίας, επεκτείνεται και ώς την δυνατότητα ελέγχου που δύνανται να ασκούν οι εξουσιαστές πάνω σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Αυτό εκφράζεται και από την ίδια τους τη διευθυντική και προνομιακή σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία καθώς και από την προνομιακή τους θέση στη διαδικασία παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης.
Απέναντι στους ισχυρισμούς των μαρξιστών ότι το Κράτος είναι μόνο ο μηχανισμός της ταξικής κυριαρχίας, θα πρέπει να αντιπαραθέσουμε και τη γενίκευση της έννοιας της ταξικής κυριαρχίας στη ολότητα των κοινωνικών σχέσεων. Γιατί το κεφάλαιο δεν είναι απλώς μόνο κάτι το υλικό, αλλά συνάμα αποτελεί ένα ολόκληρο φάσμα σχέσεων και κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις είναι που η παραγωγή της υπεραξίας αποτελεί το πιο βασικό χαρακτηριστικό της εκμετάλλευσης σε βάρος των ανθρώπων. Αλλά και πάλι, η έμφαση που δίνουν οι μαρξιστές στην ιδιοποίηση της υπεραξίας και όχι στη ίδια την παραγωγή της είναι εκ του πονηρού.
Το Κράτος δεν είναι μια αφηρημένη έκφραση της εξουσίας, όπως διατυμπανίζουν διάφοροι, αλλά ίσως η μοναδική της έκφραση. Τη στιγμή που το Κράτος συγχωνεύεται οικονομικά με το κεφάλαιο, ο ρόλος ταυ αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία. Η τραγωδία των μαρξιστών και των συνοδοιπόρων τους συνίσταται στο ότι οι προσπάθειές τους πάντα κατέληγαν σε χυδαίες στρατηγικές κατάληψης της εξουσίας και του Κράτους αντί να αγωνιστούν για την ανατροπή των υπαρχόντων σχέσεων εκμετάλλευσης και κυριαρχίας.
Στο βαθμό που οι σχέσεις κυριαρχίας και εκμετάλλευσης εξακολουθούν να αναπαράγονται, που η επιδίωξη εκ μέρους των εξουσιαστών για την απόκτηση ή ιδιοποίηση περισσότερης ιδιοκτησίας, χρήματος και προνομίων οι κοινωνικές σχέσεις θα καθορίζονται από αυτή τη διαδικασία.
Το Κράτος είναι ο θεμελιακός υπερ-θεσμός της σύγχρονης ιεραρχικής και ταξικής κοινωνίας. Οργανώνει τη φυσική καταστολή (στρατός, αστυνομία, φυλακές, ψυχιατρεία κ.ά.) ενάντια σε όσους το αμφισβητούν ή αγωνίζονται για την καταστροφή του, επεκτείνει κάθε τεχνητό διαχωρισμό, σε αγαστή συνεργασία με το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο οργανώνει την οικονομία, ρυθμίζει τη διαδικασία παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης των προϊόντων, σε αγαστή επίσης συνεργασία με το κεφάλαιο καναλιζάρει και υποτάσσει τη γνώση και την επιστήμη εντάσσοντάς τις στα δικά του σχέδια, με δύο λέξεις είναι ο υπέρτατος φορέας αναπαραγωγής και διαιώνισης του συστήματος εξουσίας.
Η εξουσία δεν είναι απλώς και μόνο η πολιτική διακυβέρνηση ή η πολιτική έκφραση της κυριαρχίας. Είναι, πάνω απ’ όλα, η ολότητα των κοινωνικών σχέσεων. Η ταξική πάλη διεξαγόταν και εξακολουθεί να διεξάγεται στη βάση του ταξικού διαχωρισμού της κοινωνίας σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους και αποκτά ποιοτικές και ποσοτικές διαστάσεις, ανάλογα με τις εκάστοτε αντικειμενικές συνθήκες.
Οι εξουσιαζόμενοι αποτελούν μια κοινωνική τάξη η οποία, πέρα από τη σύλληψή της ως ολότητα, παρουσιάζει εντούτοις μια μεγάλη εσωτερική ανομοιογένεια, με την έννοια του ότι κάθε ιδιαίτερο τμήμα της διατηρεί διαφορετικού είδους σχέσεις με την εξουσία. Οι μαρξιστές λένε ότι προνομιακή θέση ανάμεσα στα ιδιαίτερα αυτά τμήματα έχει το τμήμα αυτό που σχετίζεται άμεσα με την παραγωγή, η εργατική τάξη. Ισχυρίζονται ότι επειδή η εργατική τάξη είναι η πιο καταπιεσμένη είναι και η πιο επαναστατική. Η θέση αυτή είναι εντελώς μηχανιστική και απηχεί μια μερική μόνο ερμηνεία της ταξικής πάλης. Δεν αντιλαμβάνεται ότι η σχέση μεταξύ ταξικής θέσης και ταξικής συνείδησης δεν είναι πάντα άμεση γιατί μεσολαβεί και το στοιχείο της αλλοτρίωσης. Όσο για το πείσμα των μαρξιστών να διακηρύσσουν την επαναστατικότητα της εργατικής τάξης φτάνει να δούμε ότι σήμερα η πλειοψηφία των εργαζόμενων που είναι οργανωμένοι κάπου συνωστίζεται σε ρεφορμιστικό «επαναστατικά» κόμματα και συνδικάτα που δεν έχουν καμία σχέση με τα επαναστατικά οράματα.
Η ταξική επαναστατική συνείδηση μπορεί να πραγματωθεί μόνο μέσω της αυτοάρνησης της θέσης του εξουσιαζόμενου σε σχέση με την εργασία, μόνο μέσω του αγώνα για την κατάργηση της μισθωτής εργασίας, του χρήματος, των ανταγωνισμών, του διαχωρισμού του χρόνου σε εργάσιμο και ελεύθερο, της εργασίας σε διανοητική και χειρωνακτική. Επιπλέον, για να χειραφετηθούν οι εκμεταλλευόμενες τάξεις θα πρέπει να καταργηθούν ως τάξεις και να μετασχηματισθεί η κοινωνία στη βάση της ισότητας και της ελευθερίας. Άλλωστε, οι αναρχικές ιδέες έχουν εμπλουτιστεί από μια σειρά κοινωνικών ξεσπασμάτων, εξεγέρσεων και επαναστάσεων που επιζητούσαν αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα.
Για τους αναρχικούς, η κοινωνική επανάσταση εξαρτάται από υποκειμενικές συνθήκες που είναι η θέληση του επαναστατικού υποκειμένου αλλά και από αντικειμενικές συνθήκες που είναι οι οικονομικές κρίσεις, οι πόλεμοι, οι ενδοεξουσιαστικές συγκρούσεις και μορφές αποσύνθεσης της εξουσίας. Η κοινωνική επανάσταση, επίσης, δεν μπορεί να προσδιοριστεί ποσοτικά και χρονικά. Για τους αναρχικούς τα μέσα και οι σκοποί συμβαδίζουν και αλληλοσυμπληρώνονται, η ανάπτυξη του ενός αντιστοιχεί στην ανάπτυξη του άλλου. Η παρέμβαση των αναρχικών στην κοινωνία έχει ως κίνητρο τις υποκειμενικές αλλά και τις αντικειμενικές συνθήκες. Ακόμα και οι αγώνες για την κατάκτηση κάποιων ελευθεριών ή οι διάφοροι διεκδικητικοί αγώνες έχον αξία μόνο στο μέτρο της προώθησης της ιδέας και της πρακτικής της εξέγερσης, της κοινωνικής ανατροπής.
* Το κείμενο αυτό γράφτηκε αρχικά το 1989 στην Αθήνα, αλλά δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά τον Απρίλη του 1995 στο τεύχος 2 του ελληνόφωνου αναρχικού δελτίου «Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης» στη Μελβούρνη. Εδώ μεταφέρεται όπως έχει αλλά με ελάχιστες ορθογραφικές και συντακτικές διορθώσεις.