Σχετικά με το νέο νομοσχέδιο για την ψυχική υγεία και απεξάρτηση

Στο κείμενο που ακολουθεί βασίστηκε η εισήγηση της Αυτόνομης Πρωτοβουλίας Παντείου σε συζήτηση που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 13/6/2024 στο αίθριο του Παντείου.

Αν κάτι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι το γεγονός ότι αποτελεί καθημερινή μας πλέον εμπειρία, κάθε νέο νομοσχέδιο που επιδιώκει την ενίσχυση του κεφαλαίου σε βάρος των ταξικών μας αναγκών, να παρουσιάζεται με όρους βελτίωσης και εκσυγχρονισμού, με τίτλους που σχεδόν σε κάνουν να ξεχνάς το πραγματικό νόημα των λέξεων. Τα απογευματινά ιδιωτικά χειρουργεία ως «ισχυροποίησή και διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ», η περαιτέρω επιχειρηματικοποίηση και ιδιωτικοποίηση του πανεπιστημίου ως «ενίσχυση του δημοσίου πανεπιστημίου» και η διάλυση και ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών ψυχικής υγείας και απεξάρτησης ως «Ολοκλήρωση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης».

Το νομοσχέδιο του υφυπουργού Δ. Βαρτζόπουλου έχει παρουσιαστεί από τον Νοέμβριο του 2023, ωστόσο η ψήφισή του οκτώ μήνες μετά δεν έχει ακόμη προχωρήσει. Αντιθέτως, όλο αυτό το διάστημα, σωματεία εργαζόμενων στον τομέα της (ψυχικής) υγείας και της απεξάρτησης, υποκείμενα με ψυχιατρική εμπειρία, φορείς, ομάδες και συλλογικότητες, δίνουν έναν συνεχή αγώνα, αντιστεκόμενα ενεργά σε αυτή την επίθεση, μια επίθεση που σίγουρα δεν αφορά μόνο τον κόσμο «του κλάδου». Ο αγώνας αυτός αποτελεί βέβαια συνέχεια αγώνων που δίνονται εδώ και δεκαετίες, ενάντια στην υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση των δημοσίων δομών, αλλά και ενάντια στην ίδια την κουλτούρα της κυρίαρχης ψυχιατρικής, την καταστολή, την βαρβαρότητα, τις συνθήκες εγκλεισμού, την εγκατάλειψη. Ένας αγώνας υπέρ ενός ολοκληρωμένου και κοινοτικά βασισμένου συστήματος ψυχικής υγείας, υπέρ μιας πραγματικής ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Μιας ψυχιατρικής μεταρρύθμισης που στην πραγματικότητα δεν συνέβη ποτέ στην Ελλάδα, και σίγουρα δεν επιτελείται μέσω των συγχωνεύσεων δομών ή του βιαίου κλεισίματος των ψυχιατρικών ιδρυμάτων, που το μόνο που επιτυγχάνουν είναι την πλήρη εγκατάλειψη και εν τέλει περιθωριοποίηση των υποκειμένων που το ίδιο σύστημα είχε πρωτέρως οδηγήσει στα ιδρύματα αυτά.

Το νομοσχέδιο λοιπόν, σε συνέχεια των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων, ως απάντηση σε παλαιότερες επιδιώξεις και στην ίδια κατεύθυνση με το ψυχιατρικό καθεστώς διάφορων ευρωπαϊκών κρατών, προβλέπει μια ριζική αναδιάρθρωση τόσο των δημόσιων υπηρεσιών ψυχικής υγείας όσο και αυτών της απεξάρτησης. Όσον αφορά τον τομέα της ψυχικής υγείας, προβλέπει καταρχάς την κατάργηση των οργανισμών του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής (Δαφνί) και του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης (Παπανικολάου). Ο λόγος που δεν καταργούνται τα άλλα δύο εναπομείναντα ψυχιατρεία, το Δρομοκαϊτειο και το Αιγινήτειο, είναι απλώς ότι αποτελούν κληροδοτήματα και επομένως μπορούν να διατηρούν μια διοικητική αυτοτέλεια. Εν συνεχεία, προβλέπει την ενοποίηση όλων των δημόσιων υπηρεσιών ψυχικής υγείας σε έναν οργανισμό - ομπρέλα, ένα «Εθνικό Δίκτυο Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας» (ΕΔΥΨΥ), διαρθρωμένο ανά υγειονομικές περιφέρειες (ΠΕΔΥΨΥ), όπου οι δημόσιες δομές θα «διασυνδέονται άμεσα επιστημονικά, λειτουργικά και εκπαιδευτικά». με φορείς ιδιωτικού δικαίου (κερδοσκοπικού - ιδιωτικές κλινικές, και μη κερδοσκοπικού - ΜΚΟ) αλλά και με ιδιώτες επαγγελματίες ψυχικής υγείας. Η οργάνωση του Δικτύου θα βασίζεται σε αυστηρώς κάθετα ιεραρχημένη δομή με διοικήσεις τοποθετημένες από την εκάστοτε κυβέρνηση. Τα πρόσωπα σε θέσεις εξουσίας θα διαθέτουν με απόλυτο τρόπο έναν ρόλο ελέγχου και επιτήρησης, θα αποφασίζουν για προσλήψεις, μετακινήσεις ή απολύσεις προσωπικού, συγχώνευση ή κατάργηση δομών και συνολικά για τη ροή του κεφαλαίου στο δίκτυο. Και βέβαια δεν προβλέπεται πουθενά, ούτε καν προσχηματικά, η συμμετοχή των ληπτών των υπηρεσιών στις αποφάσεις που θα παίρνονται από τα διοικητικά όργανα. Όσον αφορά τις μονάδες των καταργούμενων οργανισμών (όπως τα τμήματα του ΨΝΑ), αυτές θα ενταχθούν επίσης στο ΕΔΥΨΥ, θα διαχειριστούν ωστόσο με τρόπο άγνωστο μέχρι τώρα, ενδεχομένως να συγχωνευθούν με άλλες δομές ή ακόμη και να καταργηθούν. Με δύο λόγια, με τη λειτουργία αυτού του οργανισμού - ομπρέλα, οι δομές χάνουν το αυτοδιοίκητό τους, και συνεπώς την δυνατότητα να αποφασίζονται και να διαμορφώνονται οι θεραπευτικές κατευθύνσεις εκ των έσω, ενώ αφαιρείται τελείως το δικαίωμα των ωφελούμενων από τις υπηρεσίες να έχουν λόγο πάνω στο περιβάλλον όπου φιλοξενούνται ή ζούνε, πάνω στην ίδια την θεραπεία τους. Παράλληλα, η εργασία στον τομέα της ψυχικής υγείας γίνεται ακόμη πιο επισφαλής, υπό το καθεστώς συνεχής μετακίνησης και συμβάσεις ορισμένου χρόνου, γεγονός που παράλληλα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην θεραπεία των ωφελούμενων, αφού επιτίθεται βίαια στο θεραπευτικό συνεχές μεταξύ θεραπευτή - θεραπευόμενου, παραγνωρίζοντας την κομβική σημασία αυτής της σχέσης. Και φυσικά,

πάντα στην λογική κόστους - οφέλους, όσες δημόσιες δομές κρίνονται ως κοστοβόρες (λόγω προσεγγίσεων που χρειάζονται περισσότερο προσωπικό π.χ) είτε θα αναγκαστούν να αλλάξουν τον τρόπο λειτουργίας τους, είτε θα συγχωνευτούν, είτε θα κλείσουν. Δομές θα κλείνουν, ωφελούμενες θα στέλνονται όπου υπάρχει κενό, χωρίς καμία μέριμνα για την σημασία της διατήρησης της κοινότητας και των θεραπευτικών σχέσεων, ενώ το ίδιο προβλέπεται και για τις εργαζόμενες. Παράλληλα, προωθείται και ενισχύεται ο ιδιωτικός τομέας, οξύνοντας την ταξικότητα στην πρόσβαση στην περίθαλψη. Δημιουργία κοινοτικών υπηρεσιών δεν αναφέρεται πουθενά. Αντίθετα, προβλέπεται η δημιουργία «κλινικών δυσίατων περιστατικών, κλινικών μακράς νοσηλείας, κλινικών μέσης ασφάλειας, κλειστών οικοτροφείων για τους προσερχόμενους από κλινικές δυσίατων κλπ.», τμημάτων δηλαδή δομημένων στην βάση του αποκλεισμού, της περιθωριοποίησης και της καταστολής. Η ασυλική λογική θα συνεχίσει να αναπαράγεται λοιπόν, απλώς σε κλίνες εκτός των ιδρυμάτων.
Στον τομέα της απεξάρτησης προβλέπεται επίσης μια κοινή γραμμή διαχείρισης, με ακόμη πιο ξεκάθαρη βέβαια την τάση της ιδιωτικοποίησης. Συγκεκριμένα, προβλέπεται δημιουργία και οργάνωση «Εθνικού Οργανισμού Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων» (Ε.Ο.Π.Α.Ε.), ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, στον οποίο εντάσσονται όλοι οι εγκεκριμένοι οργανισμοί και φορείς θεραπείας, υπό το καθεστώς κοινής διοίκησης και χρηματοδότησης. Οι αποφάσεις θα λαμβάνονται και εδώ κατά τρόπο συγκεντρωτικό και κάθετο από τη διοίκηση, με τη βοήθεια ενός συμβουλευτικού τύπου «επιστημονικού συμβουλίου», στο οποίο θα συμμετέχουν υποχρεωτικά εκπρόσωποι της αστυνομίας και της δίωξης. Τα θεραπευτικά πρωτόκολλα, οι κανονισμοί λειτουργίας και η χρηματοδότηση της κάθε δομής θα αποφασίζονται από τα πάνω, αφού καταργείται πλήρως το αυτοδιοίκητο των δομών. Στην πραγματικότητα, η λειτουργία και η ίδια η ύπαρξη των δομών απεξάρτησης θα αποφασίζεται από ένα τεχνοκρατικό σώμα, πάντα στην λογική κόστους - οφέλους, με την «επιστημονική» βοήθεια των μπάτσων, που εξάλλου έχουν αποκτήσει εμπειρία του αντικειμένου, ειδικά της τοξικοεξάρτησης, ύστερα από τόσες βίαιες επιθέσεις και κατασταλτικές επιχειρήσεις κατά χρηστών. Η θεραπευτική προσέγγιση που προωθείται μέσω του νομοσχεδίου είναι αυτή της «μείωσης της βλάβης», η θεραπεία δηλαδή μέσω υποκατάστατων, η οποία ούτως ή άλλως απολάμβανε περισσότερη χρηματοδότηση εδώ και χρόνια.

Μάλιστα, αναφέρεται πως η διοίκηση του ΕΟΠΑΕ θα απαρτίζεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από μέλη του ΟΚΑΝΑ (που βασίζεται στην θεραπεία μείωσης της βλάβης). Ο όρος «στεγνό πρόγραμμα» δεν αναφέρεται πουθενά, ενώ δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο κατά πόσο και με ποιους όρους θα συνεχίσει να λειτουργεί το 18 Άνω. Στην περίπτωση των εξαρτήσεων, η λογική του κεφαλαίου είναι παραπάνω από εμφανής. Η εξάρτηση πρέπει με κάποιο τρόπο να διαχειριστεί, τα εξαρτημένα άτομα να βγαίνουν από τις δομές όσο γίνεται πιο λειτουργικά, αλλά και όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και με το λιγότερο δυνατό κόστος. Τα στεγνά προγράμματα, που βασίζονται σε μία πιο ολοκληρωμένη θεραπεία, και έχουν ανάγκη από ανθρώπινο δυναμικό διαφόρων ειδικοτήτων, εγκαταστάσεις και χρόνο, δεν συμφέρουν οικονομικά το κράτος, για αυτό και σταδιακά, είτε θα αναγκαστούν να αλλάξουν κατεύθυνση, είτε θα οδηγηθούν στο κλείσιμο. Παράλληλα, θα ανθίζουν οι ιδιωτικές κλινικές detox και οι ΜΚΟ. Αυτό που προοικονομείται, και σε αυτήν την περίπτωση, είναι κατάργηση δομών, απολύσεις προσωπικού, μετακινήσεις ή πλήρης εγκατάλειψη ωφελούμενων, συνολική συρρίκνωση του δημοσίου τομέα και ενίσχυση του ιδιωτικού. Ή με δύο λόγια, θεραπευτικές κατευθύνσεις με το λιγότερο δυνατό κόστος, επισφαλής εργασία και ταξικοί φραγμοί στην πρόσβαση στην θεραπεία.

Το νομοσχέδιο φυσικά προβλέπει και άλλες μεταρρυθμίσεις, ωστόσο επιλέξαμε να επικεντρωθούμε στον βασικό του άξονα. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να διασαφηνίσουμε κάτι, εάν έως τώρα η θέση μας δεν μοιάζει αρκετά ξεκάθαρη. Δεν υπερασπιζόμαστε σε καμία περίπτωση, την έως τώρα παρεχόμενη ψυχιατρική περίθαλψη, ούτε την κυρίαρχη ψυχιατρική και ψυχολογία. Γνωρίζουμε πολύ καλά τις κοινωνικές διαστάσεις της ασθένειας, κι ας μας ποτίζουν στα αμφιθέατρα με βιολογίστικες προσεγγίσεις. Το βίωμα της ψυχιατρικής βαρβαρότητας, της περιθωριοποίησης, της εγκατάλειψης, της καταστολής, της διεκπαιρεωτικής διαχείρισης της δυσφορίας, είναι για εμάς ο γνώμονας για τη διαμόρφωση της στάσης και της πολιτικής μας δράσης. Ωστόσο, κάθε επιδίωξη του κεφαλαίου να κερδοφορήσει στις πλάτες μας, κάθε υποτίμηση των ταξικών μας αναγκών από το κράτος και κάθε μεταρρύθμιση που υπό το πρόσχημα του «ανθρωπισμού» και του «εκσυγχρονισμού» θα επιτίθεται ακόμη περισσότερο σε όσες έχουν οριστεί ως απόκληρες αυτού του κόσμου, θα μας βρουν απέναντι τους.

Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση: Το χρονικό μιας απάτης

Το νομοσχέδιο που μόλις παρουσιάστηκε πέρα από τον εμβληματικό του τίτλο, φέρει και έναν ανεπίσημο υπότιτλο που δεν είναι ούτε τυχαίος ούτε αμελητέος. Ο κύριος Βαρτζόπουλος όταν δεν κάνει σκοταδιστικούς βιολογισμούς, αναφέρεται στο νέο Εθνικό Σχέδιο Δράσης ως την ολοκλήρωση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης. Αυτές οι δυο λέξεις θέλουν να πουν μάλλον πολλά, αλλά δεν μπορούμε παρά να τις εκλάβουμε ως ένα χρήσιμο άδειο κέλυφος. Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση, αρχικά ως πρόταγμα, ξεκινά από τον προηγούμενο αιώνα, και βασικά της αιτήματα ήταν η αποϊδρυματοποίηση, η αποασυλοποίηση, το ξεπέρασμα του ψυχιατρείου και του κλειστά ιατρικού προσανατολισμού, η φροντίδα και η επανένταξη στην κοινότητα. Όσον αφορά την Ελλάδα, αυτά τα προτάγματα εμφανιστήκαν ως ηχηρή αντίδραση απέναντι σε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ασύλου, σε ένα «σκάνδαλο», στα κολαστήρια της Λέρου.

Τα βασανιστήρια αυτής της μοντέρνας κόλασης ήταν η τελευταία λέξη της Ψυχιατρικής Καινοτομίας της εποχής. Η Λέρος λειτουργούσε ως μια αποθήκη ψυχών, «ανιάτων» και «αζήτητων» σκιών που εξαφανίζονταν από ένα σύστημα Ψυχικής Υγείας που αδυνατούσε, η μάλλον δεν ήταν πρόθυμο, να τις αντιμετωπίσει ως ανθρώπους. Αφού «ακούστηκε το σκάνδαλο», η Ε.Ε και το Ελληνικό Κράτος ορκίστηκαν να αφήσουν αυτό το παράδειγμα στο παρελθόν. Η Λέρος σταμάτησε να δέχεται απόκληρους, ενώ το αποκαλούμενο Μεταρρυθμιστικό έργο είχε επισήμως θεωρητικά αρχίσει. Ένας ειλικρινής απολογισμός, μετά από πολλές δεκαετίες, ακόμη ψάχνει μάλλον το τι ακριβώς έγινε, που μάλιστα είναι και έτοιμο να ολοκληρωθεί. Παρά τα εκατομμύρια ευρώ που χορηγηθήκαν για εκσυγχρονισμό και αποιδρυματοποίηση, σήμερα τα φαινόμενα απατούν.

Ωστόσο θα ήταν άδικο να πούμε ότι δεν έγινε τίποτα. Αντιθέτως, οι θεσμικοί και κυβερνητικοί φορείς αυτού του έργου έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους ώστε να απορρυθμίσουν. Η αποασυλοποίηση έγινε η νέα ταμπέλα της απονοσοκομειοποιησης, της μεταστέγασης δηλαδή χιλιάδων ωφελουμένων σε άλλες στεγαστικές δομές που αναπαράγουν ιδία χαρακτηριστικά με αυτά της ψυχιατρικής κλινικής. Η αποιδρυματοποίηση κατέληξε σε νεοϊδρυματισμό, αυτή τη φορά σε ΜΚΟ (μάλλον το μόνο που έμεινε από τις προσδοκίες της ΕΕ, με στρεβλό εννοείται τρόπο) που λειτουργούν πιστά με τους κανόνες της αγοράς. Η θεραπεία στη Κοινότητα συνεχίζει να αποτελεί για τους μεταρρυθμιστές ένα τσιτάτο για να δικαιολογούν την παραίτηση του κράτους και του δημοσίου, ενώ η μέγιστη ειρωνεία είναι πως στο φόντο αυτού του Κοινοτισμού που τόσο φαίνεται να εκτιμούν οι αρχές ως δείγμα του ανθρωπισμού τους, το βιοϊατρικό μοντέλο φαίνεται να ενισχύεται όλο και περισσότερο, καθώς είναι το πιο φθηνό και ανταποκρίνεται στις ανάγκες της μέτρησης κόστους-οφέλους, στις επιταγές του κεφαλαίου και των φαρμακοβιομηχανιών.

Οφείλουμε τώρα να δούμε την επίκληση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης όχι απλά ως μια αποτυχημένη διαδικασίας ως μια ατυχή έκβαση ενός τεχνοκρατικού έργου, αλλά ως μια προσεκτική ρητορική οικειοποίηση ριζοσπαστικών προταγμάτων από τον νεοφιλελευθερισμό, με στόχο την απεμπλοκή του κράτους από οποιαδήποτε προγραμματική του υποχρέωση για πρόνοια και φροντίδα. Αντί κάποιας κίνησης προς μια πολύμορφη ψυχική υγεία, το παρόν νομοσχέδιο μας πείθει πως η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση «γεννήθηκε νεκρή», και μόνο μέλημα των εντολοδόχων είναι η απορρύθμιση και η αντιμεταρρύθμιση, το γκρέμισμα των ψυχιατρείων (που συνεπάγεται και την εγκατάλειψη των ωφελούμενων εφόσον οι εναλλακτικές κοινωνικές-κοινοτικές υπηρεσίες είναι τουλάχιστον ανεπαρκείς) και όχι ο μετασχηματισμός τους. Πράγματι, 40 χρόνια μετά, η Λέρος, η κορυφή του παγόβουνου μιας σάπιας ψυχιατρικής, συνεχίζει να εμπνέει τους απορρυθμιστές. 40 χρόνια μεταρρυθμίσεων και το ποσοστό ακούσιων νοσηλειών είναι 65%. Ο εγκλεισμός και η καταστολή ως λογικό επόμενο του κέρδους, διεκδικούν ακόμη τη πρωτιά στην ατζέντα της θεσμικής Ψυχιατρικής και της Απεξάρτησης, με τα ελάχιστα αντιπαραδείγματα να είναι τα πρώτα που το Κράτος σπεύδει να κλείσει. Η ανάγκη για ένα κίνημα που αμφισβητεί τη Ψυχιατρική που θεωρεί τον ωφελούμενο πελάτη και δημοσιονομικό βάρος, που συνεχίζει να τον εξορίζει σε νέα κελιά ή στον δρόμο, είναι πιο επιτακτική από ποτέ.

Στα νοσοκομεία, τα πανεπιστήμια, παντού: Το κεφάλαιο διατάζει, το κράτος εκτελεί

Η βίαιη αναδιάρθρωση που προετοιμάζει το νέο νομοσχέδιο δεν έρχεται από το πουθενά. Αποτελεί τμήμα μιας συνολικότερης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, μιας δομημένης στρατηγικής του κεφαλαίου στην παρούσα διεθνή και εγχώρια συνθήκη αναφορικά με τις διάφορες δημόσιες/κρατικές παροχές. Στην υγεία, την εκπαίδευση, το ρεύμα και τους δημόσιους χώρους, καθώς και σε πλείστες άλλες περιπτώσεις, μπορούμε να ανιχνεύσουμε μια τάση ιδιωτικοποίησης/ επιχειρηματικοποίησης, από κοινού με την παράδοση πτυχών της λειτουργίας κρατικών δομών σε ιδιώτες. Τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού θολώνουν και η διάκριση μεταξύ των δυο δυσχεραίνεται, καθώς δημόσιοι φορείς καταλήγουν να λειτουργούν με επιχειρηματικά κριτήρια, ενώ ταυτόχρονα άλλες υπηρεσίες τους παραδίδονται πλήρως σε επιχειρήσεις. Συνεπώς, οι ταξικοί φραγμοί αναβαθμίζονται, το περιεχόμενο των υπηρεσιών δεσμεύεται ακόμα περισσότερο από τα κριτήρια της αγοράς και υψώνονται νέοι αποκλεισμοί και περιφράξεις. Το παράδειγμα της ψυχικής υγείας, ως αντικείμενο της παρούσας εισήγησης, καθώς και αυτό της εκπαίδευσης μπορούν να υπογραμμίσουν με μεγάλη σαφήνεια τα παραπάνω σημεία.

Η διαδικασία μετασχηματισμού του δημόσιου συστήματος υγείας έχει επιταχυνθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Μέσω συνεχών αλλαγών και νόμων, επιχειρείται ο περιορισμός της πρόσβασης στα νοσοκομεία, υποβαθμίζονται οι υπηρεσίες φροντίδας και αυξάνεται ο βαθμός ιδιωτικοποίησης πολλών πτυχών του ΕΣΥ, ενώ η εργασία στον κλάδο υποτιμάται όλο και περισσότερο. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε την χρόνια υποχρηματοδότηση, την παράδοση υπηρεσιών σίτισης και καθαριότητας σε εργολαβίες, την εισαγωγή των απογευματινών χειρουργείων με αντίτιμο και την ανεπαρκή στελέχωση, με τους εργαζόμενους που αγωνίζονται ενάντια σε όλα αυτά να υπόκεινται σε πρωτοφανείς διώξεις και αποκλεισμούς.

Σε αυτή τη στρατηγική εντάσσεται και το νέο νομοσχέδιο για την ψυχική υγεία και την απεξάρτηση. Κάτω από την ψευδή επίφαση της μεταρρύθμισης προβλέπεται μια συνολική αναδιάρθρωση, υπό τις επιταγές της αγοράς και των αφεντικών και υπό την μέριμνα της κυρίαρχης ψυχιατρικής και ψυχολογικής επιστήμης. Τόσο αναφορικά με τις ψυχιατρικές υπηρεσίες, όσο και με αυτές τις απεξάρτησης, προβλέπεται η σύσταση ενιαίων φορέων. Φορέων που θα μπορούν να περιλαμβάνουν, δίπλα και μέσα στο δημόσιο, την συνύπαρξη ιδιωτικών δομών και ΜΚΟ, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε τόσες άλλες περιπτώσεις. Οι νέες αυτές καθετοποιημένες οντότητες θα μπορούν να διαχειρίζονται το σύνολο των περιστατικών και των αντίστοιχων υπηρεσιών, αποφασίζοντας και προτείνοντας «θεραπευτικές» κατευθύνσεις. Έτσι, θα πριμοδοτούνται οι ιδιωτικές υπηρεσίες, καθώς οι δημόσιες δεν επαρκούσαν ήδη λόγω της υποστελέχωσης και της υποχρηματοδότησης τους. Στο ζοφερό αυτό τοπίο έρχεται να προστεθεί το κλείσιμο μεγάλων οργανισμών (όπως τα ψυχιατρικά νοσοκομεία Αθήνας και Θεσσαλονίκης), η ενδεχόμενη υποβάθμιση των συνδεδεμένων με αυτά περιφερειακών δομών (όπως οι στεγαστικές δομές) και η συγχώνευση άλλων τμημάτων. Στην περίπτωση της απεξάρτησης τα πράγματα είναι ακόμα πιο σαφή: Ο νέος οργανισμός θα αποτελεί ένα προνομιακό πεδίο για κερδοφορία, δεδομένης της τεράστιας υποβάθμισης των δημόσιων και προσβάσιμων υπηρεσιών, όπως είναι το 18ΑΝΩ και το ΚΕΘΕΑ.

Το τοπίο που διαμορφώνεται φαντάζει ζοφερό, τόσο για τα ωφελούμενα άτομα, όσο και για τις εργαζόμενες στις εν λόγω υπηρεσίες. Οι ταξικοί αποκλεισμοί από την πρόσβαση στην ψυχιατρική φροντίδα και την απεξάρτηση γίνονται πολύ πιο έντονοι: Όποιος δεν έχει να πληρώσει θα αναγκάζεται να περιμένει στις τεράστιες λίστες αναμονής, διεκδικώντας μια θέση σε ένα σύστημα που διαθέτει ήδη ανεπαρκείς και συχνά βάρβαρες και μη θεραπευτικές πρακτικές. Το κριτήριο κόστους-οφέλους, ήδη κυρίαρχο σε πλείστες πτυχές της ζωής θα καθορίζει με ταξικά κριτήρια το ποιός αξίζει περίθαλψη και θεραπεία, αλλά και το είδος και το περιεχόμενο αυτών. Δεδομένου του κόστους για προσωπικό, εκπαίδευση και υποδομές που απαιτούν οι πιο θεραπευτικές και κοινωνικές πρακτικές, οι διοικήσεις πριμοδοτούν εκείνες που κοστίζουν λιγότερο: τον αποκλεισμό ή τον εγκλεισμό και την κυριαρχία των ψυχοφαρμάκων στην περίπτωση των ατόμων με ψυχιατρικές διαγνώσεις και τη μείωση βλάβης μέσω των χημικών υποκατάστατων σε ότι αφορά τις εξαρτήσεις. Ακόμη, οι εργασιακές συνθήκες στον κλάδο, ήδη επισφαλείς και δύσκολες, προβλέπεται να γίνουν ακόμη χειρότερες. Οι εργασιακές σχέσεις θα γίνουν πιο ελαστικές, με τη συνεχή μετακίνηση ανάμεσα στη μια και στην άλλη θέση και η επισφάλεια θα ενισχυθεί μέσω της υπογραφής συμβάσεων ορισμένου χρόνου, υπό το εκβιαστικό καθεστώς της διαρκούς μετατόπισης και νέου διορισμού.

Συζητώντας για τις πολιτικές που εφαρμόζονται στην (ψυχική) υγεία, μπορούμε να δούμε αρκετά σημεία ταύτισης και σύγκλισης με όσα διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα στα πανεπιστήμια. Χωρίς να παραγνωρίζουμε τη διαχρονικές επιδιώξεις όλων των κυβερνήσεων για την εκπαίδευση, τα τελευταία χρόνια βλέπουμε την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση να λαμβάνει νέες, πιο δυναμικές διαστάσεις. Από την θέσπιση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής και των διαγραφών, μέχρι την ηγεμονία της αγοράς σε όλα τα επίπεδα (ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, αξιολόγηση με επιχειρηματικά κριτήρια, μανατζαρέικα συμβούλια διοίκησης), δημόσιο και ιδιωτικό αρχίζουν να μοιάζουν με λέξεις άνευ περιεχομένου, με τα όρια τους να συγκλίνουν όλο και περισσότερο. Η συνεχόμενη αύξηση των ταξικών φραγμών, η ποινικοποίηση της πολιτικής δράσης και η πλήρης υπαγωγή της γνώσης και της έρευνας στις ανάγκες των αφεντικών δείχνουν ξεκάθαρα τις κρατικές επιταγές. Στα σχολεία, τα νοσοκομεία, τα πανεπιστήμια και τις ψυχιατρικές δομές, όπως και στο σύνολο των δημοσίων παροχών, η ασφυκτική μέγγενη του καπιταλισμού συνθλίβει όλο και περισσότερο τις ανάγκες των πιο καταπιεσμένων στρωμάτων του. Συνεπώς, η ανάγκη για μια διαθεματική και ταξική προσέγγιση των αγώνων γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική και η απουσία της καθίσταται πλέον εκκωφαντική.

Γιατί μας αφορά το νέο νομοσχέδιο - ταυτότητες, βιώματα, σύνδεση αγώνων

Ως φοιτήτριες που συμμετέχουμε στην Αυτόνομη Πρωτοβουλία και παρεμβαίνουμε με διάφορους τρόπους στο Πάντειο, δεν αντιλαμβανόμαστε τις εαυτές μας, τις καταπιέσεις και τους αγώνες μας ξέχωρα και απομακρυσμένα από την ευρύτερη κοινωνική σύνθεση. Από τις ατέλειωτες βάρδιες με τον δίσκο, τα σεξιστικά σχόλια και τα μισά ένσημα, μέχρι την κακοπληρωμένη πρακτική για τη σχολή που δεν μας αφήνει χρόνους και χώρους μακριά απ’ την εργασία, το μήνυμα το λάβαμε εδώ και καιρό: οι ζωές μας (θα) είναι εντατικοποιημένες, αναλώσιμες, βουτηγμένες στο άγχος και στην επισφάλεια. Η αγωνία μας συνυπάρχει σε πολλά επίπεδα: από το άγχος αν θα καταφέρουμε να πάμε για σεζόν και να βγει η εξεταστική, μέχρι το αν θα φτάσουν τα λεφτά για το νοίκι που εκτοξεύεται μαζί με τις τιμές των προϊόντων και τους λογαριασμούς. Από το να βιώνουμε σεξιστικές συμπεριφορές στο γραφείο του γυναικολόγου μέχρι το ενδεχόμενο να μην έχουμε καν να πληρώσουμε για γυναικολόγους με την αναδιάρθρωση του ΕΣΥ. Από το άγχος για το αν θα έχουμε πρόσβαση στα ψυχιατρεία και τα κέντρα απεξάρτησης, μέχρι το αν πεθαίνουμε άδικα στο διάβασμα με αποτέλεσμα να γίνουμε εργαζόμενες μπαλάκια και να εφαρμόζουμε θεραπευτικές προσεγγίσεις που μας φέρνουν αηδία. Όλες οι επιθέσεις που δεχόμαστε και άρα οι διεκδικήσεις μας είναι συνυφασμένες και συγκροτούνται ταξικά, έμφυλα, κοινωνικά. Δε θα δούμε τα προβλήματα μας ατομικά και δε θα αρκεστούμε σε ψίχουλα, οργανωνόμαστε και διαμορφώνουμε συλλογικές διεκδικήσεις και αντιστάσεις στις πολυδιάστατες καταπιέσεις που δεχόμαστε.

Συγκεκριμένα στο Πάντειο, σαν να μην έφταναν τα ήδη υπάρχοντα ταξικά και κοινωνικά κολλήματα, έρχεται να προστεθεί η διακοπή συμβάσεων παροχών συμβουλών ψυχικής υγείας. Από το εαρινό εξάμηνου του ακαδημαϊκού έτους 2022-2023 έληξε η σύμβαση της προηγουμένης ψυχολόγου της «Υπηρεσίας Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης» που είχε διοριστεί μέσω ΕΣΠΑ και από τότε δεν έχει γίνει ουδεμία προσπάθεια ανανέωσης ή διορισμού κάποιου αλλού ειδικού. Η «αμέλεια» αυτή μας καθιστά σαφές για άλλη μια φορά πως στα ματιά τις διοίκησης είμαστε αναλώσιμα και πως οι ανάγκες μας είναι ασήμαντες. Κρίνουμε απαραίτητη αφενός την επαρκή στελέχωση των δομών προκειμένου να παρέχεται υποστήριξη σε όσα τη χρειάζονται και αφετέρου τη λειτουργία τους με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε, μαζί με το εκάστοτε θεραπευτικό αίτημα να μπορεί να συμπεριλαμβάνεται η ταξική και κοινωνική μας πραγματικότητα. Εν αντιθέσει με τη διοίκηση του πανεπιστήμιου, δεν χρειαζόμαστε μια δομή ψυχικής υποστήριξης για να αντλήσουμε πολιτική υπεραξία στον τύπο και σε διαγωνισμούς, αλλά για να εξασφαλίσουμε άλλο ένα μέσο διαχείρισης και αντιμετώπισης των πολλαπλών καταπιέσεών μας. Αναγνωρίζουμε πως τα ψ ζητήματα και η περίθαλψή τους από ειδικούς δεν θα έπρεπε να αποτελεί ταξικό προνόμιο αλλά ένα αγαθό απαραίτητο που θα έπρεπε να παρέχεται στην κοινωνική βάση ανεξαιρέτως. Ταυτόχρονα, η πρακτική στο πλαίσιο των σπουδών μας δεν μας σύστησε μόνο με τους χαμηλούς μισθούς και τα εξαντλητικά ωράρια. Γνωρίσαμε επίσης από πρώτο χέρι τους κινδύνους που προκύπτουν όταν τα εργαζόμενα δεν είναι επαρκώς εφοδιασμένα με τα απαραίτητα εργαλεία για να ανταποκριθούν στην περίπλοκη πραγματικότητα των δομών ψυχικής υγείας. Η βία σ’αυτούς τους χώρους αναπαράγεται τόσο από τις αντικοινωνικές προσεγγίσεις που αναλύσαμε πιο πάνω και τις λογικές κόστους - οφέλους όσο κι απ’την ελλειματική κατάρτιση των εργαζόμενων, καθώς μιλάμε για ένα πεδίο με αναβαθμισμένες και σύνθετες απαιτήσεις. Η επίθεση ωστόσο στο εργατικό δυναμικό που πλαισιώνει τα ιδρύματα αναπαράγει τη λογική ατομικής ευθύνης αντί να εστιάζει στα συστήματα παραγωγής τηςγνώσης, στις συνθήκες εργασίας, στους μισθούς και την σχέση (ή απουσία σχέσης) ανάμεσα στην εκπαίδευση και τις ευθύνες του ατόμου.

Η «ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης» δεν έρχεται εν κενώ χρόνο αλλά σε συνέχεια με την μακρά προσπάθεια απεξάρθρωσης των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και απεξάρτησης. Βλέπουμε τον βιολογικό ντετερμινισμό που ιστορικά έχει δομήσει την κλασική ψυχιατρική πρακτική να νομιμοποιείται, εδραιώνοντας προσεγγίσεις που αποσκοπούν στη μείωση της βλάβης, στον κατευνασμό, στον περιορισμό και την απομόνωση. Το βίαιο κλείσιμο ψυχιατρείων και των δομών απεξάρτησης οδηγεί στη μαζική εγκατάλειψη. Ως (εν δυνάμει) λήπτριες υπηρεσιών ψυχικής υγείας, οι ταξικοί φραγμοί που τίθενται από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης, έρχονται να αυξήσουν την οργή μας με τα ήδη υποστελεχωμένα και υποχρηματοδοτούμενα δημόσια ιδρύματα. Επιπλέον, οι προσεγγίσεις που κατοχυρώνονται σε θεραπευτικό επίπεδο αποσκοπούν στο να μας κάνουν πιο λειτουργικές και κανονικές για τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Από τα - ήδη επιχειρηματικά - πανεπιστημία, μέχρι τα νοσοκομεία και τα ψυχιατρεία, η τάση του κεφαλαίου να ιδιωτικοποιεί, να ανοίγει τον δρόμο σε ιδιωτικά συμφέροντα και ανταγωνισμούς πάνω στις πλάτες μας, είναι ξεκάθαρα ταξικός πόλεμος. Ως (εν δυνάμει) εργαζόμενες στον κλάδο της ψυχικής υγείας βλέπουμε το μέλλον μας - που ήταν ήδη ζοφερό από τη δραματική υποστελέχωση - να χαρακτηρίζεται από ελαστική εργασία, επισφάλεια, τακτές μετακινήσεις - που επιτίθενται ταυτόχρονα στις σχέσεις που επιδιώκουμε να χτίζουμε με τα θεραπευόμενα - και στον δικό μας χρόνο που όπως πάντα δεν θα μπορούμε να ορίσουμε.

Εν κατακλείδι, από τη γνώση που παράγουμε στα πανεπιστήμια, στην εργασία που παράγουμε στην πρακτική, από τον σεξισμό στις σχολές μέχρι τις δομές ψυχικής υγείας και τα νοσοκομεία, απο την εκμετάλλευση από το αφεντικό μας στην εστίαση μέχρι τις άθλιες συνθήκες εργασίας που μας περιμένουν στον «τομέα μας» αντιλαμβανόμαστε τις ταυτότητες που φέρουμε ως σύνθετες και αλληλοδιαπλεκόμενες. Οι αντιστάσεις μας στα διάφορα πεδία συνομιλούν και αλληλοτροφοδοτούνται καθώς οι επιθέσεις που δεχόμαστε δεν είναι μονοδιάστατες. Εξάλλου διαβάζουμε τον καπιταλισμό και την πατριαρχία ως σχέσεις που διεισδύουν και διέπουν όλες τις πτυχές της ζωής μας, και γι αυτό προτάσσουμε αγώνες διαθεματικούς και συνδεόμενους σε όλα τα κοινωνικά πεδία. Εντοπίζουμε κοινά σημεία στις ιστορικές αναδιαρθρώσεις του καπιταλισμού, που ανανεώνουν τις μεθόδους εκμετάλλευσης των σωμάτων μας, δημιουργίας χρήσιμων υποκειμένων και χάραξης αυστηρών συνόρων ανάμεσα στα κανονικά και μη. Εντοπίζουμε επίσης κοινά σημεία στα θραύσματα των κατακερματισμένων μας εαυτών που πασχίζουν να επιζήσουν, να διεκδικήσουν, να αντισταθούν σε πολλά και σύνθετα πεδία παράλληλα.

Επίλογος - τίποτα δεν τελειώνει εδώ

Με δεδομένα όλα τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε πως το νομοσχέδιο δεν έρχεται απλώς να επικυρώσει τις κυρίαρχες συντηρητικές και εξωβελιστικές αναπαραστάσεις γύρω από τα Ψ και τη χρήση. Οι συνδέσεις έχουν γίνει σαφείς και δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για το ζήτημα χωρίς να αναφέρουμε την υπαγωγή σε ένα ευρύτερο πλάνο ιδιωτικοποιήσεων που προσπαθεί για άλλη μια φορά να κερδοφορήσει στις πλάτες μας. Το νέο νομοσχέδιο για την ψυχική υγεία παρουσιάζει βαθιά ταξικές μεταρρυθμίσεις και αντιλήψεις προερχόμενες από τα πάνω, που συνθλίβουν εργασιακά δικαιώματα και κεκτημένα, ενώ παράλληλα αδιαφορούν για οποιαδήποτε υλική και κοινωνική καταπίεση μπορεί να δυσχεραίνει την (ψυχική) υγεία των ατόμων ή να τα «οδηγεί» στη χρήση.

Έχοντας αναλύσει τους πολλαπλούς τρόπους με τους οποίους το νομοσχέδιο μας βάλλει ως πολυταυτοτικά υποκείμενα (φοιτήτριες εν δυνάμει εργαζόμενες στον τομέα της ψυχικής υγείας και εν δυνάμει ωφελούμενες από τις υπηρεσίες του), προκύπτει αβίαστα η θέση μας υπέρ της σύνδεσης των αγώνων σε ταξικό και διαθεματικό πλαίσιο. Όσον αφορά το ταξικό φοιτητικό κίνημα, την εμπειρία μας μέσα σε αυτό και ειδικότερα τον αγώνα που έτρεξε την περίοδο Ιανουαρίου – Μαρτίου ενάντια στον νόμο Πιερρακάκη, μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι παρά τη μαχητικότητά του, δεν πέτυχε τη σύνδεση με ευρύτερα αγωνιζόμενα κομμάτια και εγκλωβίστηκε μέσα στη μονοθεματικότητά του. Ο αγώνας των εργαζομένων και των ληπτών στην ψυχική υγεία αποτελεί ένα τρανταχτό παράδειγμα περιεχομενικού ελλείμματος για το φοιτητικό κίνημα, σε ένα πανεπιστήμιο κοινωνικών και ανθρωπιστικών σπουδών με ολόκληρη σχολή ψυχολογίας, όπως είναι το Πάντειο.

Όπως στον αγώνα ενάντια στην εκπαιδευτική αναδιάρθωση, έτσι και τώρα οφείλουμε να συλλογικοποιήσουμε τις αντιστάσεις μας και να αξιοποιήσουμε ό,τι εργαλείο έχουμε προκειμένου να μην ψηφιστεί. Η μοριακή ζύμωση και επιμόρφωση γύρω από τη σημασία του παρόντος νομοσχεδίου είναι απαραίτητη, καθώς για άλλη μια φορά δεν καλούμαστε να απαντήσουμε μόνο σε ήδη παγιωμένες θέσεις που έχουν τα θεμέλια τους στο στίγμα και στον κοινωνικό αποκλεισμό, αλλά έχουμε απέναντί μας το κράτος που αντιμετωπίζει τις βασικές μας ανάγκες ως πεδίο κερδοφορίας για το κάθε αφεντικό. Σαφώς, δε θίγεται μόνο το ζήτημα της αντιμετώπισης των ατόμων με Ψ ή με τοξικοεξαρτήσεις, αλλά πλήττονται και τα εργασιακά δικαιωματα των εργαζόμενων στην ψυχική υγεία που αγωνίζονται σε σωματεία και συνδικαλιστικά όργανα έχοντας δύναμη να μετακινήσουν τον δημόσιο λόγο και να αντισταθούν. Όσον αφορά τους πανεπιστημιακούς χώρους, η αξιοποίηση συλλογικών οργάνων όπως η Γενική Συνέλευση ή άλλων εργαλείων παρέμβασης μας επιτρέπει να ασκούμε κριτική στις κυρίαρχες αντιλήψεις γύρω από την ψυχική υγεία και την εξάρτηση, όπως επίσης και να ενημερωνόμαστε και να συζητάμε συλλογικά για το πώς τα πανεπιστήμια και η γνώση που παρέχουν και παράγουν ευθυγραμμίζεται με τις επιταγές του κεφαλαίου. Πέρα λοιπόν από τα ταξικά εμπόδια που υψώνουν οι αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση, αλλά και στον τομέα της ψυχικής υγείας και μας βάλλουν ως φοιτήτριες - εν δυνάμει εργάτριες αναγνωρίζουμε και προβληματικές που αφορούν τις ίδιες τις σπουδές μας: επιδιώκουμε συνεχώς να αναστοχαζόμαστε πάνω στο γιατί και για ποιόν παράγεται η γνώση που παράγεται μέσα στο πανεπιστήμιο και να ασκούμε πολιτική κριτική σε αυτή. Κρίνουμε ότι η ύπαρξη αυτού του κριτικού λόγου μέσα στον Φοιτητικό Σύλλογο είναι προωθητική για τους αγώνες και τα κινήματα, καθώς πολιτικοποιεί τη σχέση μας με το αντικείμενο σπουδών μας και παράγει εργατικές συνειδήσεις, προετοιμάζοντας την πολιτικοποίηση και στους χώρους εργασίας. Απέναντι σε κάθε ταξική αναδιάρθρωση και κάθε επίθεση που δεχόμαστε από κράτος και κεφάλαιο ας υψώσουμε λοιπόν ένα μεγάλο ανάχωμα, με πολύμορφες αντιστάσεις, οργανωμένες και ζυμωμένες από τα κάτω, στον εκάστοτε κοινωνικό μας χώρο.

Ο ήλιος της Αναρχίας ανέτειλε - εξώφυλλο βιβλίου

Ελευθεριακές εκδόσεις Κουρσάλ

 


Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019

 

Στο SBS Greek στις 18/07/2019

Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018

 

Απόπειρες αναρχικής οργάνωσης στη δεκαετία του 1980 - εξώφυλλο βιβλίου

Ελευθεριακοί και ριζοσπάστες της διασποράς - εξώφυλλο βιβλίου

email

ιστορία αναρχικού κινήματος αναρχικό κίνημα κοινωνικοί αγώνες ιστορία εργατική τάξη επαναστατικό κίνημα Ισπανία, Ελλάδα Ρωσία κοινωνικά κινήματα αναρχική-θεωρία Γαλλία αναρχισμός αναρχοσυνδικαλισμός ζητήματα τέχνης αριστερά εργατικό κίνημα anarchism Ιταλία φεμινισμός κομμουνισμός Αυστραλία ΗΠΑ, Ρωσία, ελευθεριακή εκπαίδευση αντιφασισμός history κοινωνία επαναστατική θεωρία εθνικά ζητήματα αναρχοσυνδικαλιστές διεθνισμός λογοτεχνία μελλοντική κοινωνία ποίηση συνδικαλισμός radicalism αγροτικά κινήματα αναρχικός κομμουνισμός αστικός τύπος Πάτρα Greece πολιτειακό κριτική Μεξικό περιβάλλον καταστολή Βουλγαρία φεντεραλισμός ένοπλη δράση Διασπορά working class εξεγερμένοι διανοούμενοι γεωγραφία syndicalism εξεγέρσεις αγροτικές εξεγέρσεις communism Κούβα communist-party κινητοποιήσεις θέατρο σοσιαλισμός χρονογράφημα Γκόλντμαν βιβλίο Παρισινή Κομμούνα νεκρολογία Άγις Στίνας αναρχικοί Αίγυπτος Πρωτομαγιά σοσιαλιστές φοιτητικό κίνημα αγροτικό ζήτημα Italy Θεσσαλονίκη "\u0395\u03c0\u03af \u03c4\u03b1 \u03a0\u03c1\u03cc\u03c3\u03c9" ευημερία κοινοκτημοσύνη ατομικισμός utopianism Κροπότκιν ένωση τροτσκισμός θρησκεία ληστές Κύπρος μηδενισμός Αθήνα εκλογική δράση Egypt Πύργος Ηλείας ρουμανία Γαριβαλδινοί Ουκρανία προκηρύξεις πρώην οπλαρχηγοί αρχαίο-πνεύμα ρομαντισμός