Ο καπνατζής γνωρίζεται,
απ’ την περπατησιά του
τρίζουν τα παπουτσάκια του,
τρίζει κι’ η φορεσιά του.
Μάστορα καλέ μάστορα,
για κύττα το ρωλόγι σ’
κι’ αν είν’ η ώρα δώδεκα,
να σηκωθούμε όλες.
Το Σάββατο πλησίασε,
πληρών’ται οι καπνεργάτριες
μαραίνονται τ’ αφεντικά,
που δίνουν τους παράδες.

[Πέτσης Ιωάννης, Εργατικά δίστιχα / Συλλογή ανεκδότων δημοτικών ασμάτων: Μακεδονίας, Χαλκιδικής, Θράκης, Θεσσαλονίκη, 1931, σ. 132-133].

Σαν λίγες ημέρες πριν, στις 21 Ιούλη του 1933, οι εργάτες τριών καπνομάγαζων της Καβάλας κατεβαίνουν σε στάση εργασίας εναντίον των απολύσεων. Η αστυνομία πολιορκεί τους απεργούς και ανοίγει πυρ εναντίον τους, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό ενός καπνεργάτη. Την άλλη μέρα σε ένδειξη αλληλεγγύης κατεβαίνουν σε απεργία πάνω από 2.500 καπνεργάτες, ενώ στάση εργασίας πραγματοποιούν και οι επαγγελματίες της πόλης. Την τρίτη μέρα η απεργία των καπνεργατών γενικεύεται. Οι επαγγελματίες της πόλης κηρύσσουν και εκείνοι 24ωρη απεργία σε ένδειξη συμπαράστασης. Το ίδιο και οι λιμενεργάτες. Η πόλη στρατοκρατείται. Εκδηλώσεις αλληλεγγύης πραγματοποιούνται στο μεταξύ σε όλη την Ελλάδα. Κατόπιν αυτών, οι καπνέμποροι αναγκάστηκαν τελικά να κάνουν δεκτά όλα τα αιτήματα των απεργών, ενώ η σύμβαση που υπογράφτηκε εφαρμόστηκε στη συνέχεια και στα υπόλοιπα καπνεργατικά κέντρα της χώρας.

Στην Καβάλα υπήρχαν 50 καπναποθήκες την περίοδο 1913-1922, οι οποίες περιείχαν 610 «σαλόνια» (μεγάλες αίθουσες) για την επεξεργασία καπνού. Οι όροφοι ήταν χαμηλοτάβανοι με λίγα παράθυρα, τα οποία τα άνοιγαν ελάχιστα για να παραμένει ο καπνός μαλακός. Στους πρώτους ορόφους ήταν αποθηκευμένα ανεπεξέργαστα καπνά που ήταν απλωμένα σε τεράστιες ξύλινες κρεβαταριές για να αερίζονται και να προφυλάσσονται από το σάπισμα.

 

 

Σε κάθε όροφο υπήρχε μόνο μια τουαλέτα, την οποία την χρησιμοποιούσαν όλοι οι καπνεργάτες του ορόφου. Τα καπνομάγαζα ήταν στην αρχή χτισμένα στην παραλία της Καβάλας, έτσι ώστε η θάλασσα να καθαρίζει τις τουαλέτες. Στους τελευταίους ορόφους δεν υπήρχε ηλεκτρισμός και κάποιες φορές δεν υπήρχε καθόλου νερό.

Στα καπνομάγαζα εργάζονταν άνδρες και γυναίκες, διαφόρων εθνικοτήτων και θρησκευμάτων, όπως Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι, Εβραίοι και Αρμένιοι, οι οποίοι συνασπίστηκαν και ίδρυσαν σωματεία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν κοινά προβλήματα, που αντιμετώπιζαν στο χώρο εργασίας τους. Οι συνθήκες εργασίας ήταν ανθυγιεινές, καθώς η ατμόσφαιρα ήταν μολυσμένη από τη σκόνη, την υγρασία, τη μυρωδιά της νικοτίνης, με αποτέλεσμα να προσβάλλονται από λοιμώδη νοσήματα (φυματίωση).. Το επάγγελμα του καπνεργάτη ήταν πολύ δύσκολο και ανθυγιεινό. Κάθε καπνεργάτης δούλευε πολλές ώρες έχοντας μόνο ένα μικρό μπουκάλι νερό.
Με τους αγώνες τους διεκδικούσαν, μεταξύ άλλων, την αύξηση του μισθού και τη μείωση του ωραρίου. Το έτος 1879 έχουμε την πρώτη επίσημη αναφορά για καπνεργατική εξέγερση στην Καβάλα και η πρώτη απεργία που εκδηλώνεται κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια. Σ’ αυτή συμμετέχουν 3000 καπνεργάτες οι οποίοι διεκδικούν αύξηση του μισθού τους. Οι καπνέμποροι δέχονται μικρή αύξηση του μεροκάματου. Το 1896 καταγράφεται το «εκμέκ καβγαζί» καυγάς για το ψωμί με τον οποίο πετυχαίνεται αύξηση του ημερομισθίου των καπνεργατών.

Στις 9 Ιουλίου 1908 έγινε η ανακήρυξη του τουρκικού Συντάγματος με το οποίο η τότε τουρκική κυβέρνηση παραχώρησε στους υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στις μειονότητες πολιτικές και συνδικαλιστές ελευθερίες. Τότε ήταν που οι εργάτες της Καβάλας οργανώθηκαν στο νεοϊδρυθέν σωματείο «Η ευδαιμονία», ονομασία που προφανώς δήλωνε την ευδαιμονία που ήλπιζαν ότι απολαύσουν οι εργάτες αν ικανοποιούνταν τα αιτήματά τους. Έτσι, άρχισαν να διεκδικούν δικαιώματα, όπως η μείωση εργατικών ωρών (από 12 σε 9,5), η αύξηση μισθών (κατά 2 γρόσια) κ.ά. Ιδρυτής και πρόεδρος της "Ευδαιμονίας" ήταν ο εκδότης της εφημερίδας «Σημαία» Αστέριος Ζορμπάς και συνιδρυτές οι Καβαλιώτες Γεώργιος Δημάδης, Χρήστος Μακρίδης, Απόστολος Μακέδος, ο πραβινός λαϊκός ποιητής Ανδρίκος Βέττας κ.ά.

Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και πιο συγκεκριμένα το 1920, όταν δηλαδή η ευρωπαϊκή αγορά είχε μεγαλύτερη ανάγκη από μακεδονικά καπνά, οι καπνοπαραγωγοί έπαψαν να εργάζονται στην πόλη της Καβάλας και επιδόθηκαν στην καλλιέργεια μεγαλύτερων ποσοτήτων καπνού. Την ίδια περίοδο, μείωσαν την ποιότητα καπνού καθώς προσλάμβαναν ανειδίκευτους άνεργους πολίτες. Σαν αποτέλεσμα, το νέο εργατικό δυναμικό αποτελούνταν μόνο από Καβαλιώτες, εβραίους, πρόσφυγες και από μαχητές της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Αυτή την εργατική μάζα αγκάλιασε το νεοϊδρυθέν τότε Κ.Κ.Ε. Στη συνέχεια την περίοδο 1929-1931, όταν η κυβέρνηση Βενιζέλου είχε ψηφίσει το "Ιδιώνυμο", τέθηκαν εκτός νόμου όλες οι επίσημες εργατικές οργανώσεις. Η «Καπνεργατική Ένωση» διαλύθηκε με δικαστική απόφαση. Το 1933 δημιουργήθηκαν στην πόλη δύο Εργατικά Κέντρα: το Ρεφορμιστικό και το ενωτικό κέντρο της Αριστεράς.Αυτή ήταν η κατάσταση του Εργατικού Κινήματος στην Καβάλα μέχρι το 1936..

Η συνέχεια στην ενδιαφέρουσα διατριβή της Γ. Μπακάλη: https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&cad=rja&uact=8&ved=2ahUKEwif8uuVwf_vAhWF8LsIHfV1A6cQFjABegQIBBAD&url=http%3A%2F%2Fikee.lib.auth.gr%2Frecord%2F135068%2Ffiles%2FGRI-2014-13059.pdf&usg=AOvVaw2oh1hsvQavtY0970BHNPiv

 

Δίκτυο για την Ιστορία της Εργασίας και του Εργατικού Κινήματος