«ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ "ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΥΛΙΣΜΟΥ
...Δεχόμενοι την αρχήν, ότι ο τρόπος της παραγωγής εκάστης κοινωνίας είνε εκείνος που κανονίζει και τον βαθμόν, την έντασιν και την έντασιν της πάλης των τάξεων, ευρίσκομεν, ότι η των τελευταίων δύο γενεών πάλη προσέλαβε διεθνή, οξυτάτην ομαδικήν επίθεσιν της εργατικής τάξεως κατά της κατεχούσης τάξεως, κατά της κεφαλαιοκρατίας, κατά του ισχύοντος επομένως συγχρόνου κρατικού καθεστώτος, εκ του γεγονότος, ότι ο τρόπος της παραγωγής μετεβλήθη εις όλας περίπου τας πολιτισμένας χώρας και τας υποτελείς εις ταύτας πολιτικό οικονομικώς, καθ' ην περίπτωσιν απέκτησαν και αύται κατά ένα οιονδήποτε τρόπον την σύγχρονον νεωτεριστικήν παραγωγήν.
Τα φαινόμενα της βαθμιαίας ταύτης μεταβολής του τρόπου της παραγωγής, χρονολογούνται από πολύ μακρυτέραν εποχήν, αφ’ ότου δια των γενομένων ανακαλύψεων του θαλασσίου δρόμου των Ινδιών, της πυξίδος, της πυρίτιδας κ.τ.λ., κατέπεσε δια του επακολουθήσαντος μερκαντιλισμού, ως συνεπείας εκείνων, ο αυτόνομος οικονομικός βίος των ανεξαρτήτων μεσαιωνικών κοινοτήτων.
Η εργατική τάξις πληθυνθείσα, οργανωθείσα, αποκτήσασα ισχυράν επιθετικήν μορφήν, προσέβαλε την κατέχουσαν αστικήν τάξιν, ήτοι την κεφάλα ιοκρατίαν και το κράτος.
Το τί ζητεί η εργατική τάξις δια της επιθέσεως της ταύτης γνωρίζωμεν εξ αυτής της φύσεως της πάλης τάξεως προς τάξιν, ζητεί την πλήρη επικράτησίν της, την υπόταξιν όλων των τάξεων εις την εξουσίαν της. Αυτή είνε η έννοια και η ουσία της πάλης της. Αι διάφοροι οικονομικοί σχολαί, δι’ ων αντιπροσωπεύεται η πάλη της εργατικής τάξεως, στηρίζονται επί της αυτής αρχής. Ότι η κατέχουσα τάξις δέον να καταπολεμηθή και να κατασυντριβή.
Βαθμηδόν όμως με την πορείαν του αγώνος της εργατικής τάξεως αι διαφοραί των οικονομικών σχολών κατέστησαν λίαν διακεκριμέναι αλλήλων και μεγάλα ρήγματα εγένοντο εις την εργατικήν τάξιν και την πάλην ταύτης. Αι οικονομικοί σχολαί διεφώνησαν τόσον μεταξύ των, ώστε σήμερον έχομεν εκ μέρους μιας και της αυτής επιθετικής τάξεως, της εργατικής κατά της κρατούσης τάξεως, τεσσάρας ιδιαιτέρας κατευθύνσεις, τεσσάρας ιδιαιτέρας εργατικός οργανώσεις, αι οποίαι δεν μάχονται μόνο κατά της κρατούσης τάξεως, αλλά και μεταξύ των. Με σφοδροτέραν μάλιστα ορμήν μάχονται εναντίον αλλήλων παρά κατά της κρατούσης τάξεως.
Διακρίνομεν ούτω, πλην του κρατικού σοσιαλισμού, όστις είνε συμβιβασμός της κρατούσης τάξεως μετά της εργατικής τοιαύτης, την οικονομικήν σχολήν των αναθεωρητικών σοσιαλιστών, την των σοσιαλδημοκρατών, την των συνδικαλιστών και την των αναρχικών σοσιαλιστών. Η τελευταία οικονομική σχολή υποδιαιρείται εις άλλας κατηγορίας, μεταξύ των οποίων η ενδιαφερωτέρα είνε η των αναρχικών κομμουνιστών.
Αι διάφοροι αυταί εργατικοί οργανώσεις, ιδιαιτέρας σχολάς αντιπροσωπεύουσι, περί των οποίων, καθ’ όσον δύναμαι να γνωρίζω, ωμίλησα προ ετών πρώτος εν Ελλάδι, με πλήρη ανάλυσιν του προγράμματός των, κατά την πολεμικήν περίοδον της εποχής μας προσέλαβον τοιούτον εχθρικόν χαρακτήρα μεταξύ των, ως βλέπομεν από τα γεγονότα των ημερών μας, ώστε έφθασαν και εις ένοπλον ρήξιν μεταξύ των. Δεν έχομεν, λοιπόν, πλέον «ενιαίαν εργατικήν τάξιν», αλλά δαιρέσεις ταύτης, των οποίων η επιθετική και αμυντική ορμή ενετάθη εφ’ όσον ο οικονομικός αγών των προσέλαβε και έντονον πλέον πολιτικόν χαρακτήρα εις την πράξιν.
Ο σοσιαλισμός ίσταται εχθρικώτατα αντιμέτωπος του συνδικαλισμού και έτι εχθρικώτερον μάχεται κατά του κομμουνιστικού αναρχισμού. Η ενότης της εργατικής τάξεως διεσπάσθη, αίμα επότισε τας διαφοράς μεταξύ της και με την κοινωνικοοικονομικήν αφ’ ενός και την πολιτικήν εξ άλλου μετάπλασιν, ήτις συνέβη και συμβαίνει ταύτην την στιγμήν, ευρισκόμεθα προ ανασχηματισμού νέων τάξεων, προ εκδηλώσεως δηλαδή νέου καταρτισμού ομαδικών ενώσεων, κινουμένων όλων προς τον σκοπόν να κατακτήσουν το κράτος, είτε δια να επιβάλλουν συγκεντρωτικήν οργάνωσιν εις αυτό, είτε να το διαλύσουν δια της εισαγωγής αποκεντρωτικού οικονομικοκοινωνικού συστήματος εις την παραγωγήν και τον καταμερισμόν της εργασίας.
Κυρίως, λοιπόν, δυνάμεθα να είπωμεν, ότι σήμερον πλέον δεν έχομεν δύο τάξεις διακεκριμένας αλλήλων εις την αιωνίαν πάλην των κοινωνικών τάξεων, την εργατικήν και την κεφαλαιοκρατικήν τοιαύτην, αλλά, εκτός της κεφαλαιοκρατίας, τρεις διακεκριμένας αλλήλων εργατικάς τάξεις μαχομένας όχι μόνον εναντίον αλλήλων, αλλά και κατά της κεφαλαιοκρατίας. Ο αγών δε ούτος από θεωρητικός προσέλαβε οστά και σάρκαν, ως βλέπομεν εις τας μεγαλυτέρας χώρας, αι οποίαι εξήσκησαν την μεγαλοπαραγωγήν. Συμβαίνει δηλαδή εις την περίστασιν ταύτην ό,τι παρετηρήθη πάντοτε εις τον κοινωνικο-οικονομικόν βίον των λαών, διαρκής μετάπλασις τάξεων.
Αι κοινωνικο-οικονομικαί καταστάσεις δεν είνε μόνιμοι, αλλά αείποτε μεταβληταί, επομένως και αι κοινωνικαί τάξεις υφίστανται την επίδρασιν των συντελούμενων μεταβολών, δυνάμει ωρισμένων παραγωγικών αιτίων, δυνάμει τόσων άλλων αλληλοεπιδραστικών παραγόντων, περί ων με τόσον σεβασμόν ωμίλησεν εις τας μετά θάνατον δημοσιευθείσας επιστολάς του ο Ένγκελς, αναγκασθείς να αναγνωρίση εις το τέλος της ζωής του, ότι η αναγωγή του «Ιστορικού υλισμού» εις μοναδικήν εξήγησιν του βίου των λαών δεν είνε το ασφαλές κλειδί, με το οποίον εννοούμεν το πολυσύνθετον φαινόμενον της ιστορίας του κόσμου. Το οικονομικόν αίτιον παίζει σημαντικόν ρόλον εις την ιστορίαν της ανθρωπότητας, αλλά υφίσταται και τούτο τοιαύτας και τοσαύτας επιδράσεις πολιτικών, θρησκευτικών, κλιματολογικών, γεωγραφικών, πατριωτικών, ψυχικών, πνευματικών, ηθικών συλλήβδην αιτιών, ώστε εις το λαμβανομένων υπ’ όψιν και της ψυχολογίας, των ηθών, εθίμων και παραδόσεων ατόμων και ομάδων, ο περίφημος «Ιστορικός υλισμός» ωχριά προς της αιωνίως ανήσυχου γνώσεως και της κριτικής ταύτης. Αυτή η σημερινή πάλη των διαφόρων κατηγοριών της εργατικής τάξεως μας αποδεικνύει, ότι δεν είνε μόνον το οικονομικόν αίτιον, όπερ παρακινεί ταύτας εις τον αλληλοσπαραγμόν των. Εκτός του εξωτερικού φαινομένου του οικονομικού αιτίου υφίστανται και ενδότερα ψυχικά, πνευματικά, ηθικά τέλος κίνητρα, τα οποία φέρουν αντιμέτωπους τους εργάτας κατά τον αλληλοσπαραγμόν των...».