Εξήντα χρόνια μετά την ίδρυσή της ως ανεξάρτητο κράτος, πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα η πρώτη απεργία. Οι εργαζόμενοι στη διόρυξη του Ισθμού της Κορίνθου κήρυξαν απεργία με αίτημα το σωστό υπολογισμό των ωρών εργασίας. Το παράδειγμα σύντομα ακολούθησαν και άλλοι κλάδοι εργαζομένων, όπως οι αμαξηλάτες, οι φύλακες των φυλακών Συγγρού και οι αρτοποιοί.
Τα αιτήματα των απεργών στη διόρυξη του Ισθμού το 1888 αφορούσαν τον υπολογισμό των ωρών εργασίας, καθώς υφίσταντο σκληρή εκμετάλλευση από τους εργολάβους. Μετά από τρεις ημέρες, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ εργολάβων και απεργών οδήγησαν σε τερματισμό της απεργίας και την υπογραφή συμφωνίας που προέβλεπε τα ημερομίσθια να υπολογίζονται από 37 έως 40 λεπτά την ώρα, με τον όρο να υπολογίζονται όλες οι ώρες εργασίας ακριβώς.
Την ίδια περίοδο, οι Μαρουσιώτες κάτοικοι πραγματοποιούσαν κινητοποιήσεις στην Αθήνα, διαμαρτυρόμενοι για τα σχέδια του δημάρχου Αθηναίων σχετικά με την ύδρευση. Ο δήμαρχος Τιμολέων Φιλήμων επιθυμούσε να συνδέσει το μαρουσιώτικο νερό με το Αδριάνειο υδραγωγείο ώστε να έχουν οι Αθηναίοι πιο υγιεινό νερό. Οι διαδηλωτές συναντήθηκαν με τον ίδιο τον πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη που τους καθησύχασε ότι δεν θα αδικηθούν.
Οι παραπάνω κινητοποιήσεις οδήγησαν στην αφύπνιση και άλλων εργασιακών κλάδων που ακολούθησαν το παράδειγμά τους. Πέραν των φοιτητικών κινητοποιήσεων, η επόμενη σημαντική εργασιακή κινητοποίηση έγινε 4 χρόνια αργότερα από τους αμαξηλάτες της Αθήνας. Οι αμαξηλάτες διεκδικούσαν αναπροσαρμογή των κομίστρων και η απεργία τους διήρκεσε μία εβδομάδα πριν ανασταλεί από την παρέμβαση του διαδόχου Κωνσταντίνου.
Σύμφωνα με εφημερίδες της εποχής, «Την απεργίαν των αμαξηλατών ησθάνθησαν πολύ οι παρεπιδημούντες ξένοι, οι συνοδεύοντες κηδείας, οι προτιθέμενοι να τελέσουν τους γάμους των και οι…αμαξηλάται!». Τη θέση των αμαξηλατών έσπευσαν να καλύψουν οι ιδιοκτήτες γαϊδουριών, χρησιμοποιώντας τα κάρα τους ως μέσο μεταφοράς τουριστών από τα ξενοδοχεία στην Ακρόπολη σε τσουχτερές τιμές.
Τον Νοέμβριο του 1895, σε απεργία κατέβηκαν και οι φύλακες των φυλακών Συγγρού. Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν από ένα περιστατικό κατά το οποίο οι κατάδικοι πέταξαν τα πιάτα με το φαγητό τους πάνω σε ένα φύλακα. Αυτός κινητοποίησε τους συναδέλφους του και αφού έκλεισαν τις φυλακές έφτασαν ως το υπουργείο Εσωτερικών, διαμαρτυρόμενοι για υπερβολική επιείκεια στους κρατουμένους.
Το Δεκέμβρη του ίδιου έτους ήταν η σειρά των αρτοποιών να απεργήσουν, διαμαρτυρόμενοι για τη χαμηλή τιμή του ψωμιού σε σχέση με την αύξηση των τιμών στα άλευρα. Οι φούρνοι έκλεισαν και οι αρτοποιοί απευθυνόμενοι στον αστυνομικό διευθυντή Μπαϊρακτάρη απαίτησαν υπερτίμηση της αξίας του ψωμιού κατά 5 λεπτά. Πράγματι, το σιμιγδάλι είχε κόστος 52 λεπτά ανά οκά, ενώ το ψωμί πουλιόταν για 45, με προφανή ζημιά των αρτοποιών. Τελικά ο Μπαϊρακτάρης κατάργησε τη διατίμηση του άρτου, αφήνοντας τους αρτοπώλες σε ελεύθερο ανταγωνισμό.
Εκτός Αθηνών η πρώτη απεργία που πραγματοποιήθηκε ήταν από τους καπνοπώλες της Σύρου, ωστόσο ανεστάλη όταν συνειδητοποίησαν ότι δεν τους συνέφερε.
Τέλος η πιο… πρωτότυπη απεργία της εποχής έγινε το 1895 από τον ιερέα Κων. Πάλλα, ο οποίος έκλεισε το ναό και σταμάτησε να εκτελεί τα ιερατικά του καθήκοντα όταν οι κάτοικοι του χωριού Κακή Βίγλα Σαλαμίνας καταψήφισαν στις εκλογές τον υποψήφιο δήμαρχο ξάδελφό του.