ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΡΩΑΔΙΤΗΣ
Στο Κεφάλαιο 9 (και στις σελίδες 442-445) του βιβλίου μου «Ο Ήλιος της Αναρχίας ανέτειλε - Για μια ιστορία του αναρχικού κινήματος του “ελλαδικού” χώρου», Εκδόσεις Κουρσάλ, Θεσσαλονίκη 2017) αναφέρομαι στον αναρχικό αγωνιστή Σταύρο Κουχτσόγλους.
Στο τέλος του προλόγου μου, στο βιβλίο, έγραφα: «Ζητώ συγγνώμη για τυχούσες παραλείψεις ή παρερμηνείες. Αν υπάρχουν τέτοιες δεν έγιναν σκόπιμα και θα υπάρξουν οπωσδήποτε ευκαιρίες και διάθεση επανόρθωσης». Στο πλαίσιο αυτό, θα ήθελα να αναφερθώ εν ολίγοις στη σχέση Σταύρου Κουχτσόγλους και εφημερίδας «Άμυνα».
Ανάμεσα στα άλλα στοιχεία για τη ζωή και τη δράση του εν λόγω αγωνιστή, αναφέρω ότι ο Κουχτσόγλους «μετά τις διώξεις στην Αίγυπτο, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και μαζί με τους Κώστα Σπέρα, Δημήτρη Φανουράκη και άλλους, προσπάθησε να πείσει τους εργάτες να απομακρυνθούν από τον κίνδυνο να εξαρτηθεί και να αφομοιωθεί το τότε συνδικαλιστικό κίνημα από το νεαρό ΣΕΚΕ (ΚΚΕ). Στο τέλος, εγκαταστάθηκε στον Βόλο, από όπου προώθησε τις αναρχοκομμουνιστικές και συνδικαλιστικές ιδέες και έγραψε αρκετά άρθρα στην καθημερινή επαναστατική συνδικαλιστική εφημερίδα “Άμυνα”, αρχισυντάκτης της οποίας ήταν ο Ηρακλής Αποστολίδης. Κάποια από αυτά τα άρθρα είναι τα “Κάτω η Μάσκα”, “Ποιος είναι ο κλέφτης και ποιος ο νοικοκύρης” (16 Ιουνίου 1920), “Το πρόγραμμα των εν παρενθέσει κομμουνιστών” (28 Σεπτεμβρίου-22 Οκτωβρίου 1920), “Δεν ψηφίζω” (2 Νοεμβρίου 1920), “Περί ενός κύκλου” (3 Νοεμβρίου 1920) και άλλα».
Ωστόσο, υπάρχει μια σοβαρή αμφισβήτηση για το αν η «Άμυνα» ήταν πράγματι επαναστατική εφημερίδα. Ο Γιώργος Αλεξάτος στο «Ιστορικό Λεξικό του ελληνικού εργατικού κινήματος», τέταρτη έκδοση συμπληρωμένη, Εκδόσεις Κύμα, 2017, γράφει στο λήμμα Άμυνα: «Άμυνα. Πολιτική-συνδικαλιστική καθημερινή εφημερίδα που εκδιδόταν το 1920, με διευθυντή τον Ηρακλή Αποστολίδη και αρχισυντάκτη τον Τιμολέοντα Λαμπρινόπουλο. Υποστήριξε τη διασπαστική Διοίκηση της ΓΣΕΕ των συντηρητικών συνδικαλιστών, που ήρθαν σε ρήξη με τη σοσιαλιστική Διοίκηση της Συνομοσπονδίιας, εξαιτίας της απόφασης οργανικής σύνδεσης της ΓΣΕΕ με το ΣΕΚΕ. Εκτός από τους φιλοκυβερνητικούς συνδικαλιστές, με την “Α.” συνεργάζονταν οι συνδικαλιστές του ΣΚΕ (σ.σ. Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας) του Γιαννιού, ο αναρχικός Σταύρος Κουχτσόγλου κ.ά. Η έκδοσή της σταμάτησε μετά τις εκλογες του Νοεμβρίου 1920 και την ήττα του βενιζελισμού που στήριξε την εφημερίδα».
Επίσης, άλλες πηγές, κυρίως στο διαδίκτυο, συντείνουν στο ότι η «Άμυνα» ήταν πράγματι βενιζελική εφημερίδα, που υποστήριξε τη θεωρούμενη ως διασπαστική ηγεσία της ΓΣΕΕ.
Να πούμε εδώ, ότι ο Κουχτσόγλους ήταν βασικά εξωτερικός συνεργάτης της εφημερίδας και έστελνε κείμενα προς δημοσίευση. Δεν συμμετείχε στη διαμόρφωση της πολιτικής της εφημερίδας ούτε και ήταν βενιζελικός. Επίσης, δεν ξέρουμε πόσα και ποια ακόμα κείμενα έστειλε για δημοσίευση.
Στις βουλευτικές εκλογές του 1920 διαχώρισε τη θέση του από αυτή της εφημερίδας, η οποία έριξε γραμμή να ψηφιστούν τα αστικά κόμματα και προπαγάνδισε την Αποχή. Το κείμενο «Δεν ψηφίζω», με το οποίο φαίνεται να διαχώρισε τη θέση του, δημοσιεύτηκε μια ημέρα μετά τις εκλογές, στις 2 Νοεμβρίου 1920 και λίγες μέρες πριν κλείσει η εφημερίδα (κατά μερικούς από τη λογοκρισία).
Όπως ξέρουμε, ο Σταύρος Κουχτσόγλους, ζούσε από το 1920 στο Βόλο και μετά την εκδίωξη της ομάδας των φερόμενων ως αναρχοσυνδικαλιστών από τη ΓΣΕΕ και το Εργατικό Κέντρο Αθήνας (ΕΚΑ) από το ΚΚΕ, φέρεται ότι συνέβαλε στην ίδρυση της Ομοσπονδίας Καπνεργατικών Σιγαροποιητικών Σωματείων (γύρω στο 1921-1922).
Να ειπωθεί, ακόμα, ότι ήταν ίσως ο μόνος από την αναρχοσυνδικαλιστική κίνηση που δεν έγινε μέλος του ΣΕΚΕ, κάτι που έκαναν άλλοι, όπως Σπέρας, Φανουράκης και άλλοι - οι οποίοι και αποπέμφθηκαν μετά από μερικά χρόνια.
Ο Γιώργος Αλεξάτος αναφέρει ότι ουσιαστικά ο Κουχτσόγλου από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 και μέχρι τον θάνατό του παρέμεινε μάλλον ανενεργός.