Wayne Price
Εισαγωγή των μεταφραστών
Στον θόρυβο που έχει δημιουργηθεί στις μέρες μας σε σχέση με την κλιματική αλλαγή μπορούν και πρέπει να ειπωθούν πολλά. Το παρόν κείμενο του Price είναι ένα κείμενο σημερινό (δημοσιεύτηκε το Γενάρη 2019 – πριν γίνει ο μεγάλος ντόρος) το οποίο μας δίνει τη μεγάλη εικόνα από την άλλη μεριά του Ατλαντικού. Οι αναγνώστες ας έχουν κατά νου ότι αντίστοιχο με του αμερικανικού «Πράσινου New Deal» πάει να επιτευχθεί και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (οι προτάσεις έχουν ήδη κατέβει στο ευρωκοινοβούλιο). Αυτά σαν μια προσπάθεια κατανόησης της πρεμούρας των αστών για το κλίμα σήμερα…
Το κείμενο είναι “σημερινό” ωστόσο τα ζητήματα αυτά οι Αναρχικοί, ανά τον κόσμο, τα έχουν στην ατζέντα τους εδώ και πολλά χρόνια. Σε θεωρητικό επίπεδο τίποτα δεν έχει αλλάξει· το ζήτημα της οικολογίας παραμένει στην επιφάνεια, μαζί με την αναγκαιότητα καταστροφής του συστήματος της ατομικής ιδιοκτησίας.
Οικοσοσιαλισμός: ρεφορμιστικός ή επαναστατικός, κρατιστικός ή ελευθεριακός;
Η ιδέα του «Πράσινου New Deal» έχει τεθεί ως απάντηση στην απειλή της κλιματικής και της οικολογικής καταστροφής. Δύο τέτοιες προτάσεις αναλύονται εδώ και αντιπαρατίθενται με το πρόγραμμα του επαναστατικού ελευθεριακού οικοσοσιαλισμού.
Σύμφωνα με τους κλιματολόγους, ο βιομηχανικός πολιτισμός έχει το πολύ μια ντουζίνα χρόνια έως ότου η υπερθέρμανση του πλανήτη να είναι μη αναστρέψιμη. Αυτό θα προκαλέσει (και ήδη προκαλεί) ακραίες καιρικές συνθήκες, επιταχύνοντας την εξολόθρευση ειδών, ξηρασίες και πλημμύρες, απώλεια χρήσιμου νερού, τεράστιες καταιγίδες, αύξηση της στάθμης της θάλασσας που θα καταστρέψει νησιά και παράκτιες πόλεις, και συνολικά περιβαλλοντικές συνθήκες στις οποίες ούτε άνθρωποι ούτε άλλοι οργανισμοί μπορούν να υπάρξουν. Τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά αποτελέσματα θα είναι τρομακτικά.
Οι επιστήμονες γράφουν ότι οι άνθρωποι έχουν τις τεχνολογικές γνώσεις για να αποφύγουν τα χειρότερα αποτελέσματα. Αλλά αυτό θα απαιτούσε τεράστιες προσπάθειες για να μειωθεί δραστικά η παραγωγή θερμότητας που παγιδεύει τα αέρια του θερμοκηπίου. Η πρόσφατη Διακυβερνητική Ομάδα του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή γράφει ότι «αυτό θα απαιτούσε ταχείες και εκτεταμένες αλλαγές στην ενέργεια, στη γη, στο αστικό πεδίο και στις υποδομές (συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών και των κτιρίων) και στα βιομηχανικά συστήματα (…) άνευ προηγουμένου όσον αφορά την κλίμακα». (Σμιθ, 2018) Τουλάχιστον αυτό σημαίνει μια ταχεία αλλαγή με κλείσιμο των βιομηχανιών που παράγουν ορυκτά καύσιμα, αφήνοντας το πετρέλαιο, τον άνθρακα και το φυσικό αέριο στο έδαφος και κατανέμοντας ό,τι είναι διαθέσιμο σήμερα. Αυτό σημαίνει την αντικατάστασή τους με προστατευμένες κι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σημαίνει δραστικές αλλαγές στις βιομηχανίες καυσίμων που έχουν ως βάση τον άνθρακα, από την κατασκευή έως τη μεταποίηση. Αυτό σημαίνει την παροχή εναλλακτικών θέσεων εργασίας και υπηρεσιών για όλους όσους πεταχτούν εκτός εργασίας από αυτές τις αλλαγές.
Στις προειδοποιήσεις των επιστημόνων, υπήρξαν ανησυχίες από ορισμένους οικονομικούς επενδυτές, επιχειρηματίες (σε μη πετρελαϊκές βιομηχανίες) και τοπικούς πολιτικούς. Σε γενικές γραμμές, όμως, η αντίδραση των παραδοσιακών πολιτικών είναι η ίδια ως συνήθως. Οι κύριες προτάσεις για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής ήταν η επιβολή κάποιων φόρων στις εκπομπές άνθρακα. Από τους φιλελεύθερους έως τους συντηρητικούς, αυτό έχει εγκωμιαστεί ως μια μεταρρύθμιση “υπέρ της αγοράς”. Αλλά, όπως εξήγησε ο Ρίτσαρντ Σμιθ (2018), αυτές είναι ανεπαρκείς και μάλιστα δόλιες προτάσεις. «Εάν ο φόρος είναι πολύ ελαφρύς, δεν καταφέρνει να συμπιέσει τη χρήση ορυκτών καυσίμων αρκετά ώστε να βοηθήσει το κλίμα. Αλλά (…) καμία κυβέρνηση δεν θα βάλει τόσο υψηλή τιμή που να προκαλέσει πραγματικά βαθιές μειώσεις των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, διότι όλοι καταλαβαίνουν ότι αυτό θα αναγκάσει τις επιχειρήσεις να βγουν εκτός αγορών, θα βγάλουν τους εργαζομένους εκτός εργασίας και ενδεχομένως θα προκαλέσουν ύφεση ή τίποτα χειρότερο.»
Στις ΗΠΑ, ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα αμφισβητεί ξεκάθαρα τα επιστημονικά στοιχεία ως “hoax”(φάρσα). Ωσάν να δήλωνε «μετά από μας, κατακλυσμός», η πολιτική του ήταν να αυξήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου, κάνοντας κι άλλες επιθέσεις στο περιβάλλον. Το άλλο κόμμα δέχεται με λόγια την πραγματικότητα της υπερθέρμανσης του πλανήτη, αλλά υποστηρίζει μόνο ανεπαρκή και περιορισμένα βήματα για την αντιμετώπισή της. Έχει επίσης προωθήσει την αύξηση των γεωτρήσεων, της υδραυλικής ρηγμάτωσης (fracking), και την καύση καυσίμων άνθρακα. Αυτοί οι Ρεπουμπλικάνοι, οι Δημοκρατικοί και οι συνέταιροι χορηγοί τους είναι εχθροί της ανθρωπότητας και της φύσης, χειρότεροι από εγκληματίες πολέμου.
Από την Αριστερά, υπήρξαν σοβαρές προσπάθειες για να αντιμετωπιστεί η πρόκληση των επιστημόνων. Διάφοροι οικοσοσιαλιστές και άλλοι ριζοσπάστες έχουν υποστηρίξει μια τεράστια προσπάθεια να αλλάξει η πορεία της βιομηχανικής κοινωνίας. Αυτό μερικές φορές αποκαλείται«Πράσινο New Deal». Η προσέγγιση αυτή βασίζεται στο New Deal των ΗΠΑ του Φ. Ντ. Ρούζβελτ κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης. Οι υποστηρικτές της θεωρίας αυτής συνήθως μοντελοποιούσαν τα προγράμματά τους για τη βιομηχανική κινητοποίηση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που ακολούθησε το New Deal. (Για παράδειγμα, βλέπε Aronoff 2018; Ocasio-Cortez 2018; Rugh 2018; Simpson 2018; Smith 2018; Wikipedia.)
Πρέπει να υπάρξει μια τεράστια κοινωνική προσπάθεια για να αλλάξουμε την τρέχουσα τεχνολογική μας πορεία. Μια δραστική μεταμόρφωση του βιομηχανικού πολιτισμού είναι απαραίτητη εάν είμαστε διατεθειμένοι (σύμφωνα με τη φράση του Ρίτσαρντ Σμιθ) να «σώσουμε τους ανθρώπους», καθώς επίσης και τα ζώα και τα φυτά. Δεν χρειάζεται τίποτα λιγότερο από μια επανάσταση. Ωστόσο, νομίζω ότι υπάρχουν σοβαρές αδυναμίες σ’ αυτή τη συγκεκριμένη προσέγγιση, κυρίως στο μοντέλο του New Deal και την κινητοποίηση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – οι οποίες δεν ήταν επαναστάσεις, και παρόλα αυτά εξιδανικεύτηκαν. Οι υποστηρικτές ενός Πράσινου New Deal είναι σχεδόν όλοι τους ρεφορμιστές – μ’ αυτό δεν εννοώ τους υπέρμαχους των μεταρρυθμίσεων, αλλά εκείνους που πιστεύουν ότι θα είναι αρκετή μια σειρά μεταρρυθμίσεων. Είναι κρατιστές-σοσιαλιστές που πρωτίστως βασίζονται στην παρέμβαση του κράτους στην οικονομία ακόμα και στον έλεγχο της οικονομίας απ’ αυτό· στην πράξη αυτό το πρόγραμμα δεν δημιουργεί το σοσιαλισμό αλλά τον κρατικό καπιταλισμό.
Από τη σκοπιά του επαναστατικού αναρχικού-σοσιαλισμού, η στρατηγική του «Πράσινου New Deal» είναι προβληματική επειδή σημαίνει (1) μια προσπάθεια μετασχηματισμού του υπάρχοντος καπιταλισμού, όχι τον αγώνα με στόχο την ανατροπή του. (2) Όπως συχνά αναφέρεται, χρειάζεται δουλειά μέσω του Δημοκρατικού Κόμματος. (3) Προτείνει να χρησιμοποιηθεί το σημερινό εθνικό κράτος ως μέσο αλλαγής. Τέλος (4), ενώ οι υποστηρικτές μιλούν για λαϊκή κινητοποίηση και εκδημοκρατισμό, η τελική τους προσέγγιση είναι ο συγκεντρωτισμός από τα πάνω προς τα κάτω.
Τα σχέδια των Οκέσιο-Κορτέζ και Ρίτσαρντ Σμιθ
Ένα μέλος των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών της Αμερικής (Democratic Socialists of America – DSA), η Αλεξάντρια Οκέσιο-Κορτέζ μόλις εκλέχθηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων ως αντάρτισσα των Δημοκρατικών από το Κουίνς, της Νέας Υόρκης. Με μια ομάδα συναδέλφων της, πρότεινε επίσημα στο Λευκό Οίκο την ίδρυση μιας ειδικής Επιλεγμένης Επιτροπής για το Πράσινο New Deal (Ocasio-Cortez 2018). Αυτή η επιτροπή του Κογκρέσου θα επεξεργάζονταν ένα σχέδιο για τη μετάβαση των ΗΠΑ σε μια «πράσινη» οικονομία που δεν θα είναι βασισμένη στο κάρβουνο- αν και στην πραγματικότητα δεν θα είχε την εξουσία να εφαρμόσει οποιοδήποτε σχέδιο. Υποτίθεται ότι αυτό θα καταθέτονταν στο συνέδριο του 2019.
Η επιτροπή θα ανέπτυσσε ένα «Σχέδιο» για την επίτευξη στόχων όπως «100% εθνική ισχύ από ανανεώσιμες πηγές» σε δέκα χρόνια, ένα εθνικό «έξυπνο» ενεργειακό πλέγμα, αναβάθμιση των οικιστικών και βιομηχανικών κτιρίων για εξοικονόμηση ενέργειας, επενδύσεις για τη συρρίκνωση των αερίων του θερμοκηπίου, καθιστώντας την «πράσινη» τεχνολογία μια μεγάλη αμερικάνικη εξαγωγή. Κεντρικός στόχος είναι η «κατάργηση του άνθρακα στις βιομηχανίες των κατασκευών, των γεωργικών και άλλων». «Κατάργηση του άνθρακα, επιδιόρθωση και βελτίωση των μεταφορικών και άλλων υποδομών» (Ocasio-Cortez 2018). Υποτίθεται ότι αυτοί οι στόχοι θα εφαρμοστούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να παρέχουν καλές θέσεις εργασίας, υπηρεσίες και ευημερία για όλους.
Ο Ρίτσαρντ Σμιθ είναι γνωστός διορατικός οικοσοσιαλιστής συγγραφέας (από τον οποίο έμαθα πάρα πολλά, παρά τις διαφωνίες). Έχει γενικά θετική αντίδραση στην πρόταση αυτή (Σμιθ 2018). Περιγράφοντας τον εαυτό του ως «υπερήφανο μέλος» των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών της Αμερικής, ενστερνίζεται την ιδέα της Οκέσιο-Κορτέζ για ένα τεράστιο κυβερνητικό πρόγραμμα, το οποίο θα βασιστεί πάνω στο New Deal και την κινητοποίηση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Ωστόσο, εγείρει κάποιες σημαντικές ανησυχίες, ειδικά γύρω από τον βασικό στόχο της “απο-ανθρακοποίησης”.
«Αυτό που δεν λέγεται είναι ότι η κατάργηση του άνθρακα θα πρέπει να μεταφραστεί σε κλείσιμο και μείωση των εξόδων των υπαρχόντων εταιρειών. Πώς καταργεί κανείς τη χρήση άνθρακα από την ExxonMobil ή τη Chevron ή την Peabody Coal; Η κατάργηση του άνθρακα για τις εταιρείες αυτές σημαίνει τη χρεοκοπία τους. Το ίδιο θα ισχύει και για πολλές από τις μεταγενέστερες καταναλώτριες βιομηχανίες…» Αυτό που απαιτείται, καταλήγει, είναι η ανάληψη αυτών των βιομηχανιών απ’ το κράτος με σκοπό να κλείσουν ή να τροποποιηθούν δραστικά. «Αλλά δεν υπάρχει καμία αναφορά σε κλεισίματα, περιορισμούς, εξαγορές, ή εθνικοποίηση.»
Ακόμη μεγαλύτερη από την ανάγκη αφαίρεσης του άνθρακα στις βιομηχανίες (στις Η.Π.Α. και διεθνώς), είναι η ανάγκη να δημιουργηθεί ένα ισορροπημένο, οικολογικά βιώσιμο σύστημα παραγωγής. «Ίσως η μεγαλύτερη αδυναμία του σχεδίου GND (Πράσινο New Deal) είναι ότι δεν βασίζεται στη θεμελιώδη αντίληψη ότι μια άπειρα αναπτυσσόμενη οικονομία δεν είναι πλέον δυνατή σε έναν περιορισμένο πλανήτη (…), στην επιτακτική ανάγκη για οικονομική από-ανάπτυξη πολλών βιομηχανιών ή στην ανάγκη να καταργήσουν ολόκληρους μη βιώσιμους βιομηχανικούς κλάδους, από τα τοξικά φυτοφάρμακα, έως τις χωματερές και ως τους κατασκευαστές όπλων».
Σε αντίθεση με τη συνάδελφό του (και πολιτικό των Δημοκρατικών) Οκέσιο-Κορτέζ, ο Σμιθ θέτει ένα πρόγραμμα το οποίο απαιτεί ρητά κυβερνητικές αναλήψεις από τις εταιρείες παραγωγής ορυκτών καυσίμων. (Επισημαίνει επίσης: «Έχουν κι άλλοι επίσης υποστηρίξει την εθνικοποίηση για τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων»). Ζητά ακόμη την εθνικοποίηση βιομηχανιών που εξαρτώνται από τα ορυκτά καύσιμα: «αυτοκίνητα, αεροπορία, πετροχημικά, πλαστικά, κατασκευές, μεταποίηση, ναυτιλία, τουρισμό και ούτω καθεξής». Αυτές οι εθνικοποιήσεις θα αποτελούσαν μέρος ενός σχεδίου για τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, τη σταδιακή εισαγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την παύση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων, τον τερματισμό ή την τροποποίηση βιομηχανιών που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα, και τη δημιουργία μεγάλων κυβερνητικών προγραμμάτων απασχόλησης. Αυτό σημαίνει αλλαγή από μια οικονομία βασισμένη στην ποσοτική ανάπτυξη, τη συσσώρευση και τα κέρδη, στην «απο-ανάπτυξη [και] ουσιώδη αποβιομηχανοποίηση».
Αυτό το πρόγραμμα μπορεί να φαίνεται επαναστατικό. «Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό στο πλαίσιο του καπιταλισμού (…) Η κλιματική κρίση μας φωνάζει για κάτι σαν άμεση μετάβαση στον οικοσοσιαλισμό».
Ωστόσο, ο Σμιθ αντιφάσκει· δεν παρουσιάζει την άποψή του ως επαναστατικό πρόγραμμα. Ενώ προτείνει κοινωνικοποίηση (με τη μορφή εθνικοποίησης) μεγάλου μέρους της εταιρικής οικονομίας, δεν ζητά την αφαίρεση του πλούτου και της δύναμης αυτών των βασικών τομέων της καπιταλιστικής τάξης. «Δεν ζητάμε απαλλοτρίωση. Προτείνουμε μια κρατική εξαγορά σε μια δίκαιη τιμή (…) Οι εταιρείες θα καλοδέχονταν μια τέτοια εξαγορά». Θα υπάρξει «εγγυημένη κρατική στήριξη για τους επενδυτές…» Επιπλέον, «είναι πιθανόν κατανοητό ότι, λαμβάνοντας υπόψη την κρίσιμη βιομηχανική αναδιάταξη του Ρούσβελτ (με τις αναγκαιότητες του πολέμου) ως προηγούμενο, το (…) σχέδιο (…) για εξαγορά-εθνικοποίηση των ορυκτών καυσίμων (…) θα μπορούσε να θεσπιστεί στο πλαίσιο του καπιταλισμού, αν και το αποτέλεσμα θα ήταν μια τεράστια κρατική οικονομία. Ο Ρούσβελτ δημιούργησε [έναν] κρατικά διευθυνόμενο καπιταλισμό…».
Ενώ μια επαναστατική προσέγγιση συχνά χλευάζεται ως «ουτοπική» και φανταστική, αυτό το ρεφορμιστικό πρόγραμμα είναι το ίδιο φανταστικό. Φαντάζεται ότι η καπιταλιστική τάξη και οι δωροδοκημένοι πολιτικοί της – που έχουν αντισταθεί για δεκαετίες σε κάθε προσπάθεια για περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη – δεν θα μάχονταν λυσσασμένα ενάντια σ’ αυτό το πρόγραμμα. Υποτίθεται ότι θα δεχτούν την απώλεια των βιομηχανιών τους, των αρχοντικών τους, της κοινωνικής τους κατάστασης, των ιδιωτικών αεροσκαφών, των μέσων ενημέρωσης, της πολιτικής επιρροής τους και της υπόλοιπης κυριαρχίας τους πάνω στην κοινωνία – χάριν του περιβάλλοντος! Κατά πάσα πιθανότητα, για να αποφευχθεί αυτό, θα δημιουργήσουν ρατσισμό, σεξουαλική υστερία και εθνικισμό, θα επιδοτήσουν φασιστικές συμμορίες, θα προωθήσουν κανένα στρατιωτικό πραξικόπημα, θα στρεβλώσουν ή θα προσπαθήσουν να σταματήσουν τις εκλογές και να βγάλουν εκτός νόμου την αντιπολίτευση. Όλα αυτά έχουν γίνει επανειλημμένα στο παρελθόν και γίνονται εν μέρει αυτή τη στιγμή (αν και σε μικρή κλίμακα – μέχρι στιγμής).
Στο (πολύ) απίθανο γεγονός που οι καπιταλιστές δεχτούν αυτό το πρόγραμμα, θα εξακολουθούν να κατέχουν τεράστιο πλούτο από την εξαγορά, τον οποίο θα χρησιμοποιήσουν για να παλέψουν να πάρουν πίσω την εξουσία τους. Ακόμη και στο (εξαιρετικά απίθανο) γεγονός που οι βιομηχανίες θα μπορούσαν να αφαιρέσουν πλήρως τα υπολείμματα άνθρακα μέσω της εξαγοράς-εθνικοποίησης, εξακολουθεί να υπάρχει το βασικό πρόβλημα (όπως επεσήμανε ο Σμιθ) της ουσιαστικής εξάπλωσης του καπιταλισμού και της συσσώρευσης κερδών, το οποίο θα πρέπει να έρθει σε σύγκρουση με τη βιώσιμη ζωή στη γη.
Υπάρχει μια ολόκληρη ιστορία ταξικών αγώνων, επαναστάσεων και αντεπαναστάσεων, που έχουν διδάξει σταθερά το μάθημα ότι δεν υπάρχει ειρηνικός-σταδιακός-εκλογικός «κοινοβουλευτικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό», συμπεριλαμβανομένου του οικοσοσιαλισμού. Οι ριζοσπάστες θα έπρεπε να έχουν πάρει το πιο πρόσφατο μάθημά τους από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα.
Μπορεί το κράτος να μας σώσει;
Κεντρική, στη σύλληψη του Πράσινου New Deal, είναι η πεποίθηση ότι το κράτος μπορεί να σώσει τους ανθρώπους και τη βιόσφαιρα. Σύμφωνα με το Σμιθ, «Για τη σωτηρία του κόσμου απαιτείται η θέσπιση ενός σχεδιασμού μεγάλης κλίμακας, κάτι που μπορούν να κάνουν μόνο οι κυβερνήσεις». Υπάρχει «μία μόνο άμεση λύση: η κρατική παρέμβαση…». Ομοίως, η πρόταση της Οκέσιο-Κορτέζ αναφέρει: «Δεν λέμε ότι δεν υπάρχει ρόλος για τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα· λέμε απλά ότι (…) η κυβέρνηση είναι σε θέση να είναι ο πρώτος οδηγός».
Αυτό που, συγκεκριμένα, ο Σμιθ προτείνει είναι μια μορφή κρατικού καπιταλισμού. Υποστηρίζει μια «εκτεταμένου μεγέθους κρατική οικονομία», η οποία μπορεί να είναι «μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού», βασισμένη και πηγαίνοντας πέρα από τον «κρατικά διευθυνόμενο καπιταλισμό» του Ρούσβελτ. Υπάρχει μια ριζοσπαστική παράδοση που υποστηρίζει την εθνικοποίηση των μεγάλων επιχειρήσεων και τη δημιουργία δημοσίων έργων, αλλά είχε πάντα τις ρίζες της στην απαίτηση των εργαζομένων για δημοκρατικό ελέγχο και διαχείριση. Για παράδειγμα, το Μεταβατικό Πρόγραμμα του Τρότσκι αναφέρει: «Εκεί που η στρατιωτική βιομηχανία είναι ‘εθνικοποιημένη’ (…) το σύνθημα του εργατικού ελέγχου διατηρεί την πλήρη δύναμη του. Το προλεταριάτο έχει τόσο λίγη εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση της μπουρζουαζίας όσο και σ’ ένα μεμονωμένο καπιταλιστή» (Τρότσκι 1977· 131). Ο εργατικός έλεγχος δεν αποτελεί μέρος της πρότασης του Σμιθ, ούτε της Οκέσιο-Κορτέζ (και έχει απομακρυνθεί από το πρόγραμμα των περισσότερων σύγχρονων τροτσκιστών).
Φυσικά ο Ρίτσαρντ Σμιθ είναι ένας ειλικρινής σοσιαλιστής δημοκράτης και ένας μακροχρόνιος αντίπαλος του σταλινικού ολοκληρωτισμού. Αλλά προσκαλεί αυτό το αμερικανικό αστικό κράτος, το κράτος που δημιούργησε και κυριαρχείται από τον αμερικανικό καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό, να αναλάβει και να διευθύνει την οικονομία. Αυτό το πρόγραμμα είναι κρατικός καπιταλισμός. Ως αποτέλεσμα, η οικονομία, ακόμη κι αν υπάρξει η “από-ανθρακοποίησηση”, θα έχει την καπιταλιστική τάση για συσσώρευση κέρδους. Όπως κι η κρατικο-καπιταλιστική Σοβιετική Ένωση, θα εξακολουθεί να είναι εγγενώς καταστροφική για την οικολογική ισορροπία μεταξύ ανθρώπου και φύσης.
Οι κρατιστές σοσιαλιστές επικεντρώνονται στο να κατηγορούν την οικονομία της αγοράς για κοινωνικά προβλήματα, όπως η υπερθέρμανση του πλανήτη. Βλέπουν το κράτος ως έναν εξωτερικό, ουδέτερο θεσμό, που θα μπορούσε να παρέμβει στην οικονομία για να λύσει αυτά τα προβλήματα. «Εάν οι καπιταλιστές δεν προνοήσουν για θέσεις εργασίας, τότε είναι ευθύνη της κυβέρνησης να το πράξει. Εμείς, το κοινό που ψηφίζει, [θα] διεκδικήσουμε τον έλεγχο της κυβέρνησης και όχι οι επιχειρήσεις.» (Σμιθ 2018) Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση θα μπορούσε να κυριαρχείται από τις επιχειρήσεις (χρησιμοποιώντας τα χρήματά τους) ή θα μπορούσε να κυριαρχείται απ’ το λαό (χρησιμοποιώντας τις ψήφους του). Υποθετικά, είναι και τα δύο πιθανά, κάτι που όμως έρχεται σε αντίθεση με την εμπειρία δύο αιώνων ταξικής πάλης.
Το κράτος είναι ένας συγκεντρωτικός γραφειοκρατικός-στρατιωτικός, κοινωνικά-αλλοτριωμένος θεσμός. Δημιουργήθηκε από (και δημιουργεί) τον καπιταλισμό (και προηγούμενα συστήματα εκμετάλλευσης) και χρησιμεύει στην προάσπισή του – κι επομένως συμμετέχει πλήρως σε όλα τα κακά του βιομηχανικού καπιταλισμού. «Η κλιματική αλλαγή είναι άλλο ένα κρατικό αποτέλεσμα που οι κυβερνήσεις δεν είναι σε θέση να επιλύσουν (…) Οι υποδομές της αυτοκινητοβιομηχανίας, της βιομηχανικής γεωργίας και της ηλεκτροπαραγωγής, οι οποίες ευθύνονται για τις περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, κατασκευάζονται και ρυθμίζονται από τα κράτη. (…) Οι βιομηχανίες που είναι υπεύθυνες για την καταστροφή του πλανήτη εξαρτώνται από τις ρυθμίσεις της κυβέρνησης, την αστυνομική προστασία και χρηματοδότηση κι αποτελούν μέρος ενός οικονομικού συμπλέγματος που συνδέεται αναπόσπαστα με την κυβέρνηση (…) Το να συνεχίζουμε να εμπιστευόμαστε τα κράτη ως δυνητικούς λύτες της κλιματικής αλλαγής και του μαζικού αφανισμού (…) [είναι το ίδιο με το να] συνεργαζόμαστε με την καταστροφή την ίδια.» (Gelderloss 2016· 241-2)
Οι αναρχικοί και οι ριζοσπάστες μαρξιστές συμφώνησαν ότι το υπάρχον κράτος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να υπερασπιστεί με συνέπεια τα συμφέροντα των εργαζομένων και των καταπιεσμένων ανθρώπων. Μερικές φορές, υπό την πίεση των από κάτω, η κατάσταση αυτή μπορεί να δώσει κάποια οφέλη. Ομοίως, η διαχείριση μιας εταιρείας μπορεί να αυξήσει τους μισθούς των εργαζομένων όταν απειλείται με απεργία. Αλλά ούτε η κρατική ούτε η εταιρική διοίκηση είναι “με το μέρος μας”. Βεβαίως οι επαναστάτες μπορούν να πιέσουν το κράτος να κάνει μεταρρυθμίσεις με τον ίδιο τρόπο που οι εργαζόμενοι μπορεί να απεργήσουν για να αναγκάσουν τα αφεντικά να αυξήσουν τους μισθούς τους. Αλλά αυτές οι προσπάθειες, είτε κερδίζουν είτε χάνουν, δεν αλλάζουν τη θεσμική δύναμη του κεφαλαίου, στις επιχειρήσεις ή στο κράτος.
Ως εκ τούτου, οι αναρχικοί και οι ριζοσπάστες μαρξιστές υποστήριξαν την ανατροπή και την κατάργηση του κράτους και την αντικατάστασή του από εναλλακτικά όργανα. Σε μια εισαγωγή στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, ο Ένγκελς τροποποιεί τις αρχικές απόψεις τους κάνοντας αναφορά στον Μαρξ, και γράφοντας: «Ένα πράγμα ιδιαίτερα αποδείχθηκε από την Κομμούνα [του 1871], ότι “η εργατική τάξη δεν μπορεί απλά να πάρει στα χέρια της την έτοιμη κρατική μηχανή και να την βάλει σε κίνηση για τους δικούς της σκοπούς”.» (Μαρξ & Ένγκελς 1955· 6). Αυτό ακριβώς προτείνουν να γίνει οι Οκέσιο-Κορτέζ, Σμιθ και άλλοι.
Οι αναρχικοί και άλλοι ελευθεριακοί σοσιαλιστές προτείνουν να αντικατασταθεί το κράτος από ομοσπονδίες συμβουλίων εργασίας, συνελεύσεων γειτονιών κι εθελοντικών ενώσεων, υπό την προστασία του ένοπλου λαού (πολιτοφυλακή) μόνο για όσο απαιτείται. Υποστηρίζουν την κοινωνικοποίηση της οικονομίας, όχι με κρατική ιδιοκτησία, αλλά αντικαθιστώντας τον καπιταλισμό με δίκτυα δημοκρατικά αυτοδιαχειριζόμενων βιομηχανιών, καταναλωτικών συνεταιρισμών και κολλεκτιβοποιημένων δήμων. Περιμένουν να τροποποιηθεί η παραγωγική τεχνολογία από τους εργαζόμενους, έτσι ώστε να εξαλειφθεί ο διαχωρισμός μεταξύ πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας και να δημιουργηθεί μια οικολογικά βιώσιμη κοινωνία.
Η Οκέσιο-Κορτέζ και άλλα μέλη των ΔΣΑ βασίζονται στο Δημοκρατικό Κόμμα για να εφαρμόσουν το Πράσινο New Deal τους – ένα σχέδιο το οποίο, σύμφωνα με τις απόψεις του Σμιθ, θα πρέπει να οδηγήσει στην εθνικοποίηση ενός μεγάλου μέρους της οικονομίας. Ωστόσο, οι Δημοκρατικοί δεσμεύονται να διαχειριστούν μια παραδοσιακή, ιδιωτικό-καπιταλιστική οικονομία. «Οι περισσότεροι Δημοκρατικοί (…) αναγνωρίζουν ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι πραγματική, αλλά δεν έχουν κάνει σημαντικά βήματα για να αντιμετωπίσουν την αποκαλυπτική κλίμακα του προβλήματος (…) Οι Δημοκρατικοί ήταν πάντα το εκκρεμές μεταξύ των συμφερόντων των δωρητών των εταιρικών καμπανιών τους και της μικρομεσαίας τάξης (…) Έχουν όλο και περισσότερο ευθυγραμμιστεί με τα ζηλόφθονα συμφέροντα των υποστηρικτών τους από την ελίτ. Οι ηγέτες των κομμάτων έχουν υιοθετήσει μια φιλική προς τις επιχειρήσεις, νεοφιλελεύθερη προσέγγιση της κλιματικής αλλαγής, ακριβώς όπως έχουν κάνει και σε όλα τα υπόλοιπα ζητήματα.» (Rugh 2018) Σχετικά με τις πράξεις των Δημοκρατικών που καταστρέφουν το κλίμα όταν βρίσκονται στο γραφείο, δείτε το άρθρο του Dansereau (2018).
Βουλευτές του Κόμματος των Πρασίνων έχουν επίσης υποστηρίξει για κάποιο διάστημα ένα “Πράσινο New Deal” [Βικιπαίδεια]. Δεν γράφω κριτική για την εκδοχή τους στο GND αυτή τη στιγμή. Οι Πράσινοι απορρίπτουν το Δημοκρατικό Κόμμα για βάσιμους λόγους, και ισχυρίζονται ότι υποστηρίζουν μια αποκεντρωμένη κοινωνία. Αλλά εξακολουθούν να αποδέχονται μια εκλογική-ειρηνική-ρεφορμιστική στρατηγική. Ελπίζουν να αναλάβουν το κράτος με την εκλογή του κόμματός τους και στη συνέχεια να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη του εθνικού κράτους για να μεταμορφώσουν τον καπιταλισμό με την πραγματοποίηση του Πράσινου New Deal.)
Αποκέντρωση και Ομοσπονδιοποίηση
Ο Ρίτσαρντ Σμιθ είναι υπέρ της δημοκρατίας και του δημοκρατικού σχεδιασμού. Προτείνει εκλεγμένα «συμβούλια σχεδιασμού σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο». Ωστόσο, το σχέδιό του, όπως και το αντίστοιχο της Οκέσιο-Κορτέζ, είναι σαφώς μια συγκεντρωτική προσέγγιση από τα πάνω προς τα κάτω. Άλλοι ειδικοί στην οικολογική αναζωογόνηση (που δεν είναι αναρχικοί) έχουν δει τα πράγματα με μια πιο αποκεντρωμένη προοπτική.
Για παράδειγμα, ο Bill McKibben είναι από καιρό ηγέτης του κινήματος κλιματικής δικαιοσύνης. Η βασική του λύση για την αλλαγή του κλίματος είναι η αποκέντρωση: «περισσότερες τοπικές οικονομίες, μικρότερες γραμμές τροφοδοσίας και μειωμένη ανάπτυξη» (McKibben 2007· 180) «Η ανάπτυξη (…) θα πρέπει να επικεντρωθεί στο τοπικό πολύ περισσότερο από το παγκόσμιο. Θα πρέπει να επικεντρωθεί στη δημιουργία και τη διατήρηση ισχυρών κοινοτήτων…» (197) «Η αυξημένη αίσθηση της κοινότητας και οι αυξημένες δεξιότητες στη λήψη δημοκρατικών αποφάσεων, που συνεπάγεται μια πιο τοπική οικονομία, δεν θα αυξήσει απλώς τα επίπεδα ικανοποίησης στη ζωή μας, θ’ αυξήσει επίσης και τις πιθανότητες επιβίωσής μας» (231).
Η Ναόμι Κλάιν δηλώνει ότι: «Είναι σαφής και ουσιαστικός ο ρόλος των εθνικών σχεδίων και πολιτικών (…) Αλλά (…) η πραγματική εφαρμογή πολλών από αυτά τα σχέδια [θα πρέπει να] είναι όσο το δυνατόν πιο αποκεντρωμένη. Οι κοινότητες θα πρέπει να έχουν νέα εργαλεία και εξουσίες (…) Οι συνεταιρισμοί που λειτουργούν από τους εργάτες έχουν την ικανότητα να διαδραματίζουν έναν τεράστιο ρόλο σ’ ένα βιομηχανικό μετασχηματισμό (…) Οι γειτονιές [θα πρέπει] να σχεδιαστούν δημοκρατικά από τους κατοίκους τους (…) Η καλλιέργεια (…) μπορεί επίσης να γίνει ένας διευρυμένος τομέας αποκεντρωμένης αυτάρκειας και μείωσης της φτώχειας» (Κλάιν, 2014· 133-134)
Ο Μαρξιστής Fred Magdoff (καθηγητής με ειδίκευση στα φυτά και την εδαφολογία),του περιοδικού Monthly Review, έγραψε: «Κάθε κοινότητα και περιοχή πρέπει να επιδιώκει, μέσα σε λογικά πλαίσια, να είναι όσο το δυνατόν πιο αυτάρκης σε ό, τι αφορά τις βασικές ανάγκες όπως νερό, ενέργεια, τροφή και στέγαση. Αυτό δεν αποτελεί έκκληση για απόλυτη αυτάρκεια, αλλά μάλλον για μια προσπάθεια (…) ώστε να μειωθεί η ανάγκη για μεταφορές μεγάλων αποστάσεων (…) Η ενέργεια (…) [πρέπει] να χρησιμοποιείται κοντά στο σημείο όπου παράχθηκε (…) σε μικρότερα αγροκτήματα (…) για να παράγονται υψηλές αποδόσεις ανά στρέμμα. (….) Οι άνθρωποι θα ενθαρρύνονται να ζουν κοντά στο σημείο όπου εργάζονται» (Magdoff, 2014· 30-31). Επίσης, οι «Οι χώροι εργασίας (συμπεριλαμβανομένων των αγροκτημάτων) θα ελέγχονται και θα διαχειρίζονται από τους εργαζόμενους και τις κοινότητες στις οποίες εδράζονται». (29)
Συγκρίνετε με τις απόψεις του αναρχικού και κοινωνικού οικολόγου Μάρεϋ Μπούκτσιν: «Οι φορείς των πολιτών μπορούν να “δημοτικοποιήσουν” τις βιομηχανίες, τις δημόσιες υπηρεσίες και τις κοντινές γαίες τους τόσο αποτελεσματικά όσο θα γινόταν και σε οποιοδήποτε σοσιαλιστικό κράτος (…) Μια επιχείρηση που διοικείται από το δήμο θα είναι επιχείρηση ελεγχόμενη από τον εργάτη-πολίτη και θα εξυπηρετεί τις ανθρώπινες και οικολογικές ανάγκες. (…) [Έτσι, θα υπήρχε] η αντικατάσταση του εθνικού κράτους από τη συνομοσπονδία των δήμων.» (Μπούκτσιν 1986· 160) Ο έλεγχος της πετρελαϊκής βιομηχανίας μπορεί να είναι ένα εθνικό και διεθνές ζήτημα, που διοικείται μέσω της συνομοσπονδίας, ενώ η χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα εφαρμοζόταν κυρίως από τις τοπικές κοινότητες.
Εν ολίγοις, ο πλούτος και η εξουσία των καπιταλιστών θα πρέπει να απομακρυνθούν από αυτούς (με απαλλοτρίωση) από την αυτοοργάνωση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Ο καπιταλισμός θα πρέπει να αντικατασταθεί από μια κοινωνία που είναι αποκεντρωμένη και συνεταιριστική, που παράγει για χρήση και όχι για κέρδος, δημοκρατικά και αυτοδιαχειριζόμενα στο χώρο εργασίας και στην κοινότητα, και ομοσπονδοποιείται σε τοπικό, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Πρέπει να υπάρξει τόσο μεγάλη αποκέντρωση όσο είναι, σε λογικά πλαίσια, εφικτή και τόσο μικρή συγκέντρωση όσο να είναι απολύτως απαραίτητη. Πρέπει να υπάρχει συνολικός οικονομικός συντονισμός σε εθνικό, ηπειρωτικό και παγκόσμιο επίπεδο, από ομοσπονδίες αυτοδιοικούμενων βιομηχανιών και κοινοτήτων, όχι όμως από τα γραφειοκρατικά-στρατιωτικά καπιταλιστικά κράτη. Αυτός είναι ο οικοσοσιαλισμός με τη μορφή του οικοαναρχισμού.
Αλλά ας είμαστε ρεαλιστές …
Οι υποστηρικτές του Πράσινου New Deal το θεωρούν μια ρεαλιστική πρόταση για την κινητοποίηση των μαζών και την αλλαγή της οικολογίας. Θεωρούν ένα πρόγραμμα επαναστατικού ελευθεριακού οικοσοσιαλισμού ως μη ρεαλιστικό, μη βιώσιμο για το σύντομο χρονικό διάστημα που μένει για να σώσουμε τον κόσμο. Πρέπει να δράσουμε γρήγορα, λένε, με προτάσεις που οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να δεχτούν, καλώντας το κράτος να αναλάβει.
Αυτό είναι από μόνο του παράδειγμα αυτού που ο C. Wright Mills ονομάζει «εκκεντρικό ρεαλισμό». Η ιδέα ότι το Δημοκρατικό Κόμμα θα προωθούσε ένα σχέδιο για την επόμενη σύνοδο του Κογκρέσου που θα ανέπτυσσε ένα πρόγραμμα αναμόρφωσης του αμερικανικού καπιταλισμού, ίσως εθνικοποιώντας ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας και, στη συνέχεια περνώντας το στο Κογκρέσο -πρέπει να πούμε- δεν είναι πιθανή. Με όλο τον σεβασμό στους υποστηρικτές της (με τους οποίους μοιράζομαι τις ίδιες αξίες), αυτή η ιδέα είναι σαν τον μεθυσμένο που ψάχνει για τα χαμένα κλειδιά του κάτω από τη λάμπα του δρόμου, καθώς εκεί υπάρχει το φως, παρόλο που τα κλειδιά είναι σίγουρα αλλού.
Ο Σμιθ αναφέρει την “κατάργηση των ορυκτών καυσίμων” ως «αυτό-ριζοσπαστικοποιημένη μεταβατική απαίτηση». Ελπίζει πως «μια δραστήρια εκστρατεία γι’ αυτό το Πλάνο θα δείξει γιατί ο καπιταλισμός δεν μπορεί να επιλύσει τη χειρότερη κρίση που έχει δημιουργηθεί ποτέ και θα ενθαρρύνει τις απαιτήσεις για (…) τον κυβερνητικό σχεδιασμό να καταπνίξει τις εκπομπές αερίων (…) Με μια (…) δυναμική κινητοποίηση γύρω απ’ αυτό το Πράσινο New Deal (…) μπορούμε να εκτροχιάσουμε την καπιταλιστική ρότα προς την οικολογική κατάρρευση και να χτίσουμε τον οικοσοσιαλιστικό πολιτισμό…»
Με άλλα λόγια, εκείνος προτείνει την οικοδόμηση ενός μαζικού κινήματος για το Πράσινο New Deal (το οποίο θεωρεί ανεπαρκές όπως προτείνεται) της Οκέσιο-Κορτέζ και/ή το πιο ριζοσπαστικό του σχέδιο (εθνικοποίηση με βάση την εξαγορά των καπιταλιστών). Ελπίζει ότι οι άνθρωποι θα γνωρίσουν τα όρια οποιουδήποτε καπιταλισμού, διότι η «εκστρατεία θα δείξει γιατί ο καπιταλισμός δεν μπορεί να λύσει την κρίση». Ωστόσο, δεν προτείνει να πούμε στην εργατική τάξη και στον υπόλοιπο πληθυσμό ότι αυτοί που είναι υπέρ του καπιταλισμού ξεκάθαρα «δεν μπορούν να λύσουν την κρίση». Αντιθέτως, υποστηρίζει ένα σχέδιο που είναι μια επέκταση του «κυβερνητικά διευθυνόμενου καπιταλισμού» του Ρούσβελτ. Προφανώς ελπίζει ότι ο λαός από μόνος του θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο «καπιταλισμός δεν μπορεί να λύσει την κρίση» ή ίσως με κάποια βοήθεια από το ρεφορμιστικό, κρατικό-σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα που υποστηρίζει τους Δημοκρατικούς Σοσιαλιστές της Αμερικής. Ένα οικοσοσιαλιστικό αποτέλεσμα είναι πολύ πιθανότερο, αν υπάρχουν ήδη ριζοσπάστες που λένε την αλήθεια για τον καπιταλισμό από την αρχή, ακόμα κι αν μέχρι στιγμής είναι αντιδημοφιλές όταν το κάνουν.
Οι επαναστάτες έχουν εδώ και καιρό υποστηρίξει ότι ακόμη και οι μεταρρυθμίσεις είναι δυνατό να κερδηθούν όταν οι εξουσιαστές φοβούνται ένα μαχητικό, επιθετικό κι επαναστατικό κίνημα ή τουλάχιστον μια επαναστατική πτέρυγα ενός ευρύτερου κινήματος. Οι “μεταρρυθμίσεις” σε αυτή την περίπτωση θα ήταν βήματα για την συγκράτηση και τον μετριασμό των επιπτώσεων της υπερθέρμανσης του πλανήτη λόγω της καπιταλιστικής βιομηχανίας, ακόμη και αν χρησιμοποιηθεί το καπιταλιστικό κράτος. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να κερδηθούν από ένα περιβαλλοντικό κίνημα που προσπαθεί να είναι «λογικό» και «αξιοσέβαστο», ειδικά αν έχει μια ριζοσπαστική αριστερά που η πρότασή της είναι να εξαγοραστούν οι μεγάλες επιχειρήσεις, μένοντας στο πλαίσιο του καπιταλισμού.
Δεν μπορούμε να πούμε τι είναι λογικό να περιμένουμε. Η σημερινή λαϊκή συνείδηση δεν είναι ίδια με την αυριανή. Οι ίδιες οι κρίσεις του περιβάλλοντος και του καιρού θα την αλλάξουν. Η κλιματική κρίση θα αλληλεπιδράσει με την επικείμενη οικονομική κρίση και με τη συνεχή αναταραχή που αφορά την φυλή, τη μετανάστευση, το φύλο και τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Για να μην αναφέρουμε τους αμέτρητους πολέμους. Με τέτοιες αναταραχές στη ζωή των εργαζομένων και των νέων, μπορεί να υπάρξει ένα άνοιγμα για ένα επαναστατικό αναρχικό οικοσοσιαλιστικό πρόγραμμα. Δεν μπορεί να γίνει γνωστό αν αυτό θα αναπτυχθεί στα κοντά. Αλλά δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε την ιστορία.
Εν κατακλείδι, οι επαναστατικοί ελευθεριακοί οικοσοσιαλιστές θα πρέπει να υποστηρίξουν όλους τους ειλικρινείς αγώνες για μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που υποστηρίζουν την κρατική δράση, και να συμμετάσχουν σ’ αυτά τα κινήματα. Αλλά πρέπει πάντα να επισημαίνουν τους περιορισμούς και τους κινδύνους αυτών των προγραμμάτων. Θα πρέπει πάντοτε να επιδιώκουν για τελικό στόχο μία αποκεντρωμένη ομοσπονδία αυτοδιαχειριζόμενων θεσμών ως τη μόνη κοινωνία ικανή για οικολογική αρμονία και ελευθερία.
Το ζήτημα δεν είναι μόνο εάν ο καπιταλισμός είναι συμβατός με την οικολογική ισορροπία και τον τερματισμό της κλιματικής αλλαγής. Το ζήτημα αφορά επίσης τη φύση του κράτους και εάν το κράτος είναι συμβατό με την αποφυγή της οικολογικής καταστροφής. Αυτά τα θέματα θα πρέπει να καθορίσουν τη στάση μας απέναντι στις προτάσεις για ένα Πράσινο New Deal.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
All, Max (2018). “Beyond the Green New Deal.” The Brooklyn Rail. (11/1/18). https://brooklynrail.org/2018/11/field-notes/Beyond-the…-Deal
Aronoff, Kate (2018). “A Mandate for Left Leadership.” The Nation (12/31/18). Pp. 18—20, 26.
Bookchin, Murray (1986). The Modern Crisis. Philadelphia PA: New Society Publishers.
Dansereau, Carol (2018). “Climate and the Infernal Blue Wave: Straight Talk About Saving Humanity.” System Change Not Climate Change. (From Counterpunch ll/13/18.) https://systemchangenotclimatechange.org/article/climat…anity
Gelderloos, Peter (2016). Worshipping Power: An Anarchist View of Early State Formation. Chico CA: AK Press.
Klein, Naomi (2014). This Changes Everything: Capitalism vs. the Climate. NY: Simon & Schuster.
Magdoff, Fred (Sept. 2014). “Building an Ecologically Sound and Socially Just Society.” Monthly Review (v. 66; no. 4). Pp. 23—34.
Marx, Karl, & Engels, Friedrich (1955). The Communist Manifesto. Northbrook IL: AHM Publishing.
McKibben, Bill (2007). Deep Economy: The Wealth of Communities and the Durable Future. NY: Henry Holt/Times Books.
Ocasio-Cortez, Alexandria (2018). ”Select Committee for a Green New Deal: Draft Text for Proposed Addendum to House Rules for 116th Congress of the United States” https://ocasio2018.com/green-new-deal
Rugh, Peter (2018). “Gearing Up for a Green New Deal.” The Indypendent. Issue 242. https://indypendent.org/2018/12/gearing-up-for-a-green-…deal/
Simpson, Adam (2018). “The Green New Deal and the Shift to a New Economy” The Next System Podcast. https://thenextsystem.org/learn/stories/green-new-deal-…onomy
Smith, Richard (2018). “An Ecosocialist Path to Limiting Global Temperature Rise to 1.5 [degrees] C” System Change Not Climate Change. (An abridged version of a paper to appear in 3/1/19 Real-World Economics Review.) https://systemchangenotclimatechange.org/article/ecosoc…se-15°c
Trotsky, Leon (1977). The Transitional Program for Socialist Revolution. NY: Pathfinder Press.
Wikipedia, (χωρίς χρονολογία). “Green New Deal.” https://en.wikipedia.org/wiki/Green_New_Deal
*Το άρθρο αυτό υπό τον τίτλο “A Green New Deal vs. Revolutionary Ecosocialism” δημοσιεύτηκε στο https://www.anarkismo.net/article/31250