Camillo Berneri*
Τα σκάνδαλα που εμφανίστηκαν σε υπουργικούς και στρατιωτικούς κύκλους, τα εκατομμύρια που απορρόφησαν σαν βαμπίρ οι κλέφτες με τα παράσημα, η φαρσοκωμωδία και η αγωνία, τα γραφειοκρατικά λάθη που πέταξαν εκατομμύρια και εκατομμύρια στον κάλαθο των αχρήστων σε λανθασμένες ή σκοτεινές συμφωνίες, σε καθυστερήσεις στις αποστολές αγαθών λόγω της τεράστιας γραφειοκρατίας και της τεμπελιάς, το σύνολο των ληστειών και των λαθών που οφείλονται στον περίπλοκο και παρασιτικό μηχανισμό πάνω στον οποίο στηρίζεται ο κρατικός συγκεντρωτισμός δεν είναι κακό ενός συγκεκριμένου καθεστώτος, αλλά είναι το αποτέλεσμα της ύπαρξης του κράτους, ενός συγκεντρωτικού οργανισμού που εμποδίζει, περιορίζει, διαφθείρει το σύνολο της εθνικής ζωής.
Το ενιαίο και συγκεντρωτικό κράτος, είτε αστικό είτε μπολσεβίκικο, είναι ένας μολύβδινος μανδύας που πνίγει την οικονομική και πολιτική ζωή ενός έθνους. Στην κρίση που προκάλεσαν οι οικονομικές συνθήκες που συνοδεύουν τον πόλεμο, η κρατική μηχανή αποκάλυψε όλη της την ανικανότητα. Η νομοθετική και διοικητική ομοιομορφία είναι παράλογη σε ένα έθνος όπως το δικό μας, όπου υπάρχουν τόσο έντονες οικονομικές και ψυχολογικές διαφορές μεταξύ του Βορρά, του Κέντρου και του Νότου. Ένα μπολσεβίκικο κράτος που θα ήθελε να συγκεντρώσει εξουσίες και λειτουργίες σε μια μπολσεβίκικου-τύπου γραφειοκρατία θα προωθούσε μόνο, όπως η σημερινή κυβέρνηση, παρασιτικές υπηρεσίες εις βάρος όλων των παραγωγικών υπηρεσιών.
Τα προβλήματα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του ιταλικού λαού έχουν τη δική τους φυσιογνωμία, διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή, από τόπο σε τόπο, και το καθένα απαιτεί τη δική του εξειδικευμένη λύση. Μια σοσιαλιστική κυβέρνηση που θα ήθελε να κάνει τα πάντα θα κατέληγε στον συγκεντρωτισμό, δηλαδή στην πιο μεγάλη και ανεύθυνη γραφειοκρατία. Από αυτή την άποψη, η αναρχική αντικρατική κριτική συμπίπτει με τη δημοκρατική-ομοσπονδιακή, διαφέροντας από αυτήν σε διάφορα σημεία που, προς το παρόν, δεν χρειάζεται να εξετάσουμε.
Μια από τις ανάγκες των συγκεντρωτικών καθεστώτων είναι η γραφειοκρατία, η οποία είναι όλο και πιο παρασιτική, καταπιεστική και ανεύθυνη, όσο περισσότερο τείνει η κυβέρνηση να συγκεντρώνει στα χέρια της τη διαχείριση των διαφόρων κλάδων της οικονομικής και νομικής ζωής του έθνους. Τα υπουργεία είναι οι κύριοι κόμβοι της γραφειοκρατίας. Σε αυτά απευθύνονται καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι για να ζητήσουν μέτρα, να διεκδικήσουν αξιώσεις, να προστατεύσουν συμφέροντα. Από τις απαντήσεις που δίνονται έπειτα από μήνες, το μπέρδεμα των εγγράφων, για να μην αναφερθούμε στις ίντριγκες και τη διαφθορά, είναι ένα σύνολο πραγμάτων που καθιστούν την υπουργική γραφειοκρατία την πιο τερατώδη έκφραση του τεχνικού, νομικού και διοικητικού συγκεντρωτισμού.
Πολλοί σοσιαλιστές προτείνουν τη δημοτική αυτονομία. Αυτή η αποκέντρωση είναι πλασματική αν δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να μετατρέψει τους Δήμους σε μικρά υπουργεία. Ας δούμε τι θα συνέβαινε αν, έχοντας ανατρέψει την κεντρική κυβέρνηση, δηλαδή την υπουργική κυβέρνηση, η διοικητική εξουσία περνούσε στους Δήμους, οι οποίοι παραμένουν αυτό που είναι σήμερα αλλά με μεγαλύτερες εξουσίες.
Ο λαϊκός κομισάριος, έχοντας αναλάβει τον Δήμο, εκδίδει ένα μανιφέστο με το οποίο καλεί τους πολίτες να απευθύνουν τα παράπονά τους, απογοητευμένοι από τις αστικές διοικήσεις, προς τον ίδιο και, αν δεν συνεχίσει με τις παλιές μεθόδους ίντριγκας, αυτό που θα συμβεί είναι ότι ο κομισάριος αυτός θα κατακλυστεί από παράπονα, ερωτήσεις, αναφορές, θα χαθεί στα αιτήματα και τις διαμαρτυρίες και θα βρεθεί στα όρια του.
Ο σοσιαλιστικός Δήμος θα θελήσει φυσικά να φροντίσει για τα πάντα: δρόμους, φωτισμό, παιδεία, υγιεινή, κ.λπ., και ο κομισάριος θα πρέπει να κάνει θαύματα: να έχει εκατό μάτια σαν τον Άργο, να έχει το χάρισμα της πανταχού παρουσίας του Αγίου Αντωνίου, να έχει εκατό χέρια σαν άγαλμα ινδικής θεότητας. Δεδομένου ότι το pulsate et aperietur vobis (ΣτΜ: ζήτα και θα σου δοθεί) θα είναι υποχρεωτικό σε μια κομμουνιστική διοίκηση, αν υποθέσουμε ότι μπορεί να ακούσει όλους εκείνους που θέλουν κάτι, πώς μπορεί να διακρίνει το πραγματικό από το ψεύτικο, το αναγκαίο από το περιττό;
Αν υποθέσουμε ότι αντί για λαϊκό κομισάριο υπάρχει ένα κοινοτικό Σοβιέτ και ότι οι λειτουργίες είναι κατανεμημένες, αμφιβάλλω αν στους μεγάλους Δήμους είναι δυνατόν να επιβλέπει κανείς το τεράστιο ρεύμα αιτημάτων, προτάσεων, διαμαρτυριών που απευθύνει ο πληθυσμός προς τη διοίκηση. Επομένως, θα παραμείνει η ανάγκη, από την πλευρά των θεματοφυλάκων της κεντρικής εξουσίας, να πάρουν βοήθεια από άλλους ανθρώπους που δεν θα δανείσουν δωρεάν την εργασία τους: δηλαδή, για αξιωματούχους.
Αυτοί οι υπάλληλοι θα πρέπει να εποπτεύονται σοβαρά από τους ανωτέρους τους, ώστε να μην περνούν το οκτάωρό τους καπνίζοντας, κουβεντιάζοντας, διαβάζοντας εφημερίδες αντί να ρυθμίζουν. Ως εκ τούτου, θα χρειαστούν διευθυντές γραφείων. Αυτοί που χρειάζονται τις υπηρεσίες της διοίκησης θα πρέπει, προκειμένου να παρακινήσουν τον τεμπέλη υπάλληλο, να αξιοποιήσουν ένα φίλο ή ένα προϊστάμενο του υπαλλήλου. Στα συγκεντρωτικά συστήματα ο μεσάζοντας γίνεται απαραίτητος. Εξ ου και το λόμπινγκ και η ευνοιοκρατία.
Ας μην αναφέρουμε το τεράστιο κόστος που θα αντιπροσωπεύει αυτή η γραφειοκρατία. Οι προϋπολογισμοί των συγκεντρωτικών διοικήσεων ανέρχονται σε εκατομμύρια: όπως ο Δήμος της Νάπολης που το 1901 δαπάνησε 23 εκατομμύρια. Όταν πρόκειται για κυβερνήσεις, οι γραφειοκρατικές δαπάνες φτάνουν τα δισεκατομμύρια. Ο συγκεντρωτισμός γίνεται πιο παρασιτικός και μαφιόζικος όσο πιο ψηλά ανεβαίνει: τα υπουργεία είναι πιο παρασιτικά και μαφιόζικα από τις επαρχιακές διοικήσεις, οι επαρχιακές περισσότερο από τις δημοτικές.
Καμία συγκεντρωτική διοίκηση δεν μπορεί να ξεφύγει από τα εγγενή ελαττώματά της, τα οποία οφείλονται στη σύστασή της. Στη νότια Ιταλία, η διαφθορά που προκαλείται από τον συγκεντρωτισμό των διοικήσεων εκφράζεται με πιο έντονα συμπτώματα από ό,τι σε άλλα μέρη της Ιταλίας. Όπως έχει δείξει ο Gaetano Salvemini, η διοικητική ενότητα της Ιταλίας υπήρξε μια άνευ προηγουμένου οικονομική καταστροφή για τον Νότο.
Πολλοί πιστεύουν ότι ο συγκεντρωτισμός είναι ένα αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αστικής ανάπτυξης και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μόνο στις μικρές χώρες είναι δυνατόν να εφαρμοστεί μεγαλύτερη αποκεντρωμένη αυτονομία. Αυτό το συμπέρασμα, το οποίο ξεκινά από μια πραγματική παρατήρηση, δεν είναι σωστό. Η αποκέντρωση έχει περισσότερους λόγους να εφαρμοστεί σε μια μητρόπολη από ό,τι σε ένα χωριό. Και η μητρόπολη δεν εμποδίζει την ανάπτυξη μιας ομοσπονδιακής διοίκησης λόγω του μεγέθους του πληθυσμού της και του τρόπου ζωής της. Ένα παράδειγμα είναι το Λονδίνο, το οποίο, αν και πολύ μεγαλύτερο από τη Νάπολη, δεν πλήττεται από τις γραφειοκρατικές-μαφιόζικες ασθένειες που πλήττουν τη ναπολιτάνικη πόλη, επειδή έχει ομοσπονδιακή διοίκηση.
Ας υποθέσουμε ότι μια μεγάλη πόλη διοικείται ομοσπονδιακά. Σε αυτή την περίπτωση δεν θα σχημάτιζε έναν ενιαίο Δήμο αλλά δέκα, είκοσι Δήμους, ανάλογα με τις γεωγραφικές της συνθήκες και τη ρύθμιση των τοπικών συμφερόντων. Σε καθέναν από αυτούς τους Δήμους, η διοίκηση δεν συγκεντρώνεται σε ένα ενιαίο συμβούλιο, αλλά διασπάται σε διάφορα ανεξάρτητα συμβούλια, καθένα από τα οποία έχει τη δική του διοίκηση και εκλέγεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη- τα συμβούλια αυτά έχουν ένα συγκεκριμένο έργο να επιτελέσουν: εκπαίδευση, φωτισμός, δρόμοι, υγιεινή κ.λπ. Εάν όλες αυτές οι λειτουργίες συγκεντρωθούν σε ένα μόνο συμβούλιο, η συσσώρευση τόσων δραστηριοτήτων θα απαιτούσε την καθημερινή εργασία διοικητικών υπαλλήλων που θα πληρώνονταν, δηλαδή υπαλλήλων που θα πληρώνονταν από την κοινότητα. Το ενιαίο συμβούλιο που έχει πολλές αρμοδιότητες θα κατέληγε να μην έχει καμία και δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει στα πολυάριθμα και ποικίλα θέματα [που πρέπει να χειριστεί] εάν δεν αποτελείται από πολλά μέλη.
Από την άλλη πλευρά, στο ομοσπονδιακό σύστημα κάθε συμβούλιο, που έχει το μερίδιό του στη διοίκηση, μπορεί να αποτελείται από λίγα άτομα που μπορούν να εκτελούν τα καθήκοντά τους με λίγες ώρες εργασίας την ημέρα· η ανάγκη να υπάρχουν πολλοί υπάλληλοι εξαλείφεται και έτσι καταργούνται πολλά έξοδα. Αυτοί οι εκλεγμένοι διοικητικοί υπάλληλοι έχουν μια συγκεκριμένη, σαφώς καθορισμένη ευθύνη και βρίσκονται υπό τον άμεσο και συνεχή έλεγχο των ψηφοφόρων, οι οποίοι, επειδή ενδιαφέρονται για την ορθή λειτουργία της εν λόγω διοίκησης, θα έχουν τα μάτια τους ανοιχτά και θα παρεμβαίνουν για να αποτρέψουν τυχόν προβλήματα.
Για να μπορείς να διαχειριστείς καλά, πρέπει να έχεις ειδικές γνώσεις: από την παραγωγή τροφίμων μέχρι τα σκουπίδια του δρόμου. Κάθε ένα από τα εξειδικευμένα συμβούλια θα έχει τον δικό του ιδιαίτερο προϋπολογισμό. Στις συγκεντρωτικές διοικήσεις, τα στοιχεία δεν μπορούν να ελεγχθούν και λόγω μικρών κλοπών, ο γενικός προϋπολογισμός διαπιστωθεί πως έχει τεράστιες τρύπες και έτσι να εκτροχιαστεί. Δεν υπάρχει κανείς που θα σπαταλήσει το χρόνο του μελετώντας τον προϋπολογισμό και που μπορεί να ελέγξει αν τα έξοδα είναι όλα κανονικά. Αυτό αποδεικνύεται από τις στρατιωτικές διοικήσεις οι οποίες στέλνουν όγκους διοικητικών εγγράφων στα υπουργικά γραφεία, όπου σίγουρα δεν ανακαλύπτονται τα ποσά που λείπουν και οι άλλες διοικητικές ατασθαλίες των αξιωματικών και των διοικητών. Σε μια μικρή διοίκηση βλέπεις με μια ματιά τα έσοδα και τις δαπάνες και το δικαίωμα ελέγχου όσων συνεισφέρουν και ενδιαφέρονται δεν αποτρέπεται από περίπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Το ομοσπονδιακό σύστημα έχει κοινωνική, εκπαιδευτική καθώς και οικονομική αξία.
Όλη αυτή η συμμετοχή των πολιτών στη διοικητική ζωή του έθνους συμβάλλει στην ανάπτυξη και τη βελτίωση των πολιτικών τους ικανοτήτων. «Στο ομοσπονδιακό σύστημα», γράφει ο Gaetano Salvemini, «ο πολίτης εκπαιδεύεται στη δημόσια ζωή, αυτοδιοικείται, συνηθίζει να στηρίζεται μόνο στη δική του πρωτοβουλία και όχι σε εκείνη μιας μακρινής αρχής· και την ίδια στιγμή που αναπτύσσεται μέσα του η αίσθηση της ατομικότητάς του, βλέπει ότι δεν είναι ένα άτομο χωριστό από άλλα άτομα και ενωμένο από ένα κεντρικό σημείο, αλλά είναι μέρος ενός πολύ πιο πολύπλοκου συστήματος στο οποίο είναι στενά συνδεδεμένος με τον γείτονά του, και στη συνέχεια με άλλους λιγότερο κοντινούς, και στη συνέχεια με άλλους πιο μακρινούς: το συναίσθημα της ατομικής αυτονομίας θα καλλιεργηθεί επομένως μέσα του με το συναίσθημα της κοινωνικής αλληλεγγύης».
Η έννοια της αυτονομίας, ενώ γίνεται ολοένα και πιο σημαντική στο πεδίο της νομικής επιστήμης, τείνει να ξεπεράσει το περίκλειστο πεδίο του δικαίου και να εισέλθει στο ευρύτερο και πιο γόνιμο πεδίο της πολιτικής οικονομίας. Μόνο μέσα σε αυτό το πεδίο μπορεί η αυτονομία να βρει τη φυσική, σταθερή της βάση για να γίνει μια πραγματική δομή. Πολλοί διακεκριμένοι μελετητές και στοχαστές μελετούν τις σημερινές τάσεις προς την [ελεύθερη] ένωση, παρακολουθούν την εξέλιξή της στις διάφορες πτυχές της και στις πολλές μορφές της και αναγνωρίζουν πως η κρατική κυριαρχία φθίνει, ενώ ορισμένοι που θεωρούν την κρατική κυριαρχία ως ένδοξη κατάκτηση του σύγχρονου συνταγματισμού φοβούνται ότι η αυτονομία θα οδηγούσε, κατά την άποψή τους, τη σημερινή κοινωνία πίσω στον Μεσαίωνα. Αυτή η τάση της πολιτικής ζωής να επιστρέψει στην αυτονομία της εποχής των [μεσαιωνικών] κομμούνων δεν είναι ένα βήμα προς τα πίσω αλλά ένα άλμα προς τα εμπρός· είναι μια υγιής προσφυγή που έχει από μόνη της τη δυνατότητα να αποκαταστήσει την ενδόμυχη λογική, τις πραγματικές προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητά της.
Η αυτονομία είναι ο θεμέλιος λίθος πάνω στον οποίο θα στηριχθεί το πολιτικό οικοδόμημα· θα είναι η φυσική και στέρεη βάση του. Μια ρεαλιστική ανασυγκρότηση της πολιτικής με βάση την αυτονομιστική αντίληψη, ενώ πρέπει να στηριχθεί σε διάφορες διαπιστώσεις από τη σύγχρονη ζωή μας, δεν πρέπει να παραλείψει να αντλήσει παραδείγματα από το παρελθόν, από το εθνικό μας παρελθόν. Ο Μεσαίωνας μας, στην περίοδο που ονομάζεται Κοινοτικός, μας δίνει ένα πρότυπο ελεύθερης πολιτικής συγκρότησης, αν και δεν γνωρίζουμε ακόμη σε βάθος την εσωτερική ιστορική του δομή.
Οι ιστορικοί και οι πολιτικοί έχουν ευτελίσει την ιστορική αλήθεια με τις ακαδημαϊκές χειραγωγήσεις τους, ώστε ακόμη και σήμερα, λόγω του ad asum delphini (ΣτΜ: λογοκριμένη εκδοχή της ιστορίας για την εξυπηρέτηση κάποιου πολιτικού σκοπού), η ιστορία του Μεσαίωνα να είναι συνώνυμη του σκοταδισμού και της βαρβαρότητας.
Η σύγχρονη ιστορία έβγαλε τον Μεσαίωνα από την αφάνεια και την παραμέληση, και σήμερα λάμπει με νέο και ζωντανό φως μπροστά στη σύγχρονη ζωή και τον πολιτισμό. Η ιστορική επιστήμη μάς έδειξε ότι η αυτονομία ήταν η κυρίαρχη νότα, το κύριο συστατικό στοιχείο της δημόσιας ζωής των μεσαιωνικών μας πόλεων, και ότι ήταν μια ιδέα-δύναμη και ένα βιωμένο γεγονός που άφησε μεγάλη κληρονομιά στους τομείς του Δικαίου, της πολιτικής και της τέχνης.
Η αυτονομία ήταν η έκφραση και η επαρκής προϋπόθεση για την εμφάνιση και την ανάπτυξη της ελευθερίας και της συνεργασίας. Εξωτερικές αιτίες και εκ γενετής ελλείψεις περιόρισαν, ανέκοψαν, ακύρωσαν τις ορμές, τις ζωτικές παρορμήσεις που είχαν κάνει τη ζωή των Κομμούνων ελεύθερη, ισχυρή και πλούσια, αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η εποχή των Κομμούνων παραμένει για να δείξει τα ευεργετικά αποτελέσματα της κοινοτικής αυτονομίας.
Η ιδέα του κράτους είναι πιο ζωντανή από ποτέ στην επιστημονική και πολιτική νοοτροπία των κυρίαρχων τάξεων και αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του νομιμοποιητικού και συγκεντρωτικού κομμουνισμού. Υπάρχει ωστόσο μια αποκεντρωτική δύναμη, ένα στοιχείο αυτονομίας, και είναι πολύ ισχυρό, στη φύση του ιταλικού λαού και στις γεωγραφικές-οικονομικές συνθήκες της χερσονήσου μας. Οι θεωρητικοί της αυτονομίας έχουν διεξάγει πολλές έρευνες και έχουν δει σε αυτήν περισσότερο μια νομική έννοια παρά ως μια πολιτική και κοινωνική έννοια, όπως είναι στην πραγματικότητα και όπως φαίνεται σε εκείνους που την εξετάζουν από μια ευρύτερη και πιο ολοκληρωμένη οπτική γωνία από εκείνη των νομικών, των οικονομολόγων και των πολιτικών του υπουργικού συμβουλίου και της ακαδημίας.
Η δική μας αντίληψη της αυτονομίας είναι πιο ευρεία και πιο ελευθεριακή από εκείνη εκείνων για τους οποίους η αυτονομία αντιπροσωπεύει την αποκατάσταση της περιφερειακής ανεξαρτησίας, αλλά είναι βέβαιο ότι η διοικητική και νομοθετική αυτονομία των επιμέρους περιφερειών είναι πιθανό να ενθαρρύνει εκείνη των επιμέρους δήμων, των επιμέρους συμβουλίων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων· έτσι ώστε να επιτευχθεί μια πυραμιδοειδής μορφή Συνομοσπονδίας, της οποίας η βάση στηρίζεται στη βούληση της ένωσης και στην αμοιβαιότητα των πολιτών και της οποίας η κορυφή αντιπροσωπεύεται από ένα κεντρικό όργανο διαβούλευσης ή εφαρμογής, αλλά όχι πραγματικής διοίκησης.
Η πραγματική ελευθερία εκφράζεται και προστατεύεται μόνο στην αυτονομία, στις διάφορες ομοσπονδιακές μορφές της. Ο παραδοσιακός ατομικισμός, ξεπερασμένος πλέον από το συνεταιριστικό πνεύμα του αιώνα, πρέπει να αντικατασταθεί από τον ατομικισμό, ή μάλλον τον φιλελευθερισμό, των ομάδων, των ενώσεων, των συμβουλίων, των κοινοτήτων. Η πρακτική εφαρμογή της ιδέας της αυτονομίας περιμένει τις δοκιμές της και θα έχει τα επιτεύγματά της. Προς το παρόν, ας πολεμήσουμε ενάντια στο συγκεντρωτικό πνεύμα του κρατικού σοσιαλισμού και ας παρακολουθήσουμε με προσοχή και κριτική διάθεση τα αυτονομιστικά ρεύματα που διαμορφώνονται στη σημερινή πολιτική και οικονομική ζωή.
Ένας Γάλλος νομικός, ο Boncour, λέει ότι «η σύγχρονη κοινωνία βρίσκεται στο δρόμο προς την πλήρη αποκέντρωση, έναν ολοκληρωμένο φεντεραλισμό, τόσο βιομηχανικό όσο και διοικητικό», και άλλοι διακεκριμένοι μελετητές των νομικών, οικονομικών και πολιτικών επιστημών εμπλουτίζουν το αποκεντρωτικό και ομοσπονδιακό πρόγραμμα του ελευθεριακού κομμουνισμού, ένα πρόγραμμα που θα βρει μια γόνιμη συνεργασία με την ομοσπονδιακή δημοκρατική σκέψη του [Carlo] Cattaneo και του [Giuseppe] Ferrari και θα βρει στοιχεία ζωής στον θησαυρό των αυτόνομων και ομοσπονδιακών εμπειριών που μας παρέχει η ιστορία των μεσαιωνικών Κομούνων.
*Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Umanità Nova», στις 25 Δεκεμβρίου 1920, διαθέσιμο στα αγγλικά στο ιστολόγιο του ιστορικού Robert Graham (https://robertgraham.wordpress.com/2023/09/10/camillo-berneri-the-state-or-revolution/). O Camillo Berneri ήταν καθηγητής Φιλοσοφίας και αναρχικός αγωνιστής, που πήρε μέρος στον Ισπανικό εμφύλιο και δολοφονήθηκε το Μάιο του 1937 από τους Κομμουνιστές. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας.
*Από εδώ: https://geniusloci2017.wordpress.com/2025/01/18/state_and_bureaucracy/