Από την εποχή που εμφανίστηκε η ιεραρχία και η κυριαρχία στην ανθρωπότητα και μέχρι σήμερα, όλα τα συστήματα είναι συστήματα διαχείρισης των ανθρώπων . Θα έρθει ο καιρός που θα περάσουμε από τα συστήματα διαχείρισης των ανθρώπων στα συστήματα διαχείρισης των πραγμάτων. Κάτω η κυριαρχία.
Εισαγωγικό
«… Ο αναρχισμός ορίστηκε ως αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός κατά την περίοδο της Α’ Διεθνούς, όταν ο Μπακούνιν και η πλειοψηφία των τμημάτων-μελών της οργάνωσης έθεσαν τα θεμέλια της αναρχικής κομμουνιστικής θεωρίας· τον οργανωτικό δυϊσμό, δηλαδή τον ρόλο των μαζών ως την μόνη επαναστατική δύναμη και τον ρόλο της συνειδητής μειοψηφίας ως τον «αφανή οδηγό» που εισέρχεται στην μαζική οργάνωση, την Διεθνή Ένωση Εργαζομένων και την αναρχία ως την ουτοπιστική διεύθυνση μιας ελευθεριακής κοινωνίας ισότητας την οποία και επιζητούμε.
Ο Κάρλο Καφιέρο συνόψισε τον καταφανή κομμουνιστικό χαρακτήρα του αναρχισμού ως ακολούθως: «δεν είναι αρκετό να δηλώσουμε ότι ο κομμουνισμός είναι κάτι που μπορεί να πραγματοποιηθεί. Ούτε μπορεί κάποιος να είναι κομμουνιστής. Πρέπει να είναι, ακόμα κι αν υπάρχει κίνδυνος να αποτύχει η επανάσταση»· «όταν ονομαστήκαμε κάποτε «κολεκτιβιστές» για να ξεχωρίσουμε από τους ατομικιστές και από τους εξουσιαστές κομμουνιστές, βασικά ήμασταν αντιεξουσιαστές κομμουνιστές και ονομάζοντας τους εαυτούς μας «κολεκτιβιστές» νομίζαμε ότι θα μπορούσαμε να εκφράσουμε την αντίληψή μας ότι κάθε τι πρέπει να είναι κοινό, χωρίς να υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στα μέσα και στις πηγές της εργασίας και της παραγωγής της συλλογικής εργασίας»· «Δεν μπορεί να είναι κάποιος αναρχικός χωρίς να είναι κομμουνιστής»· «Πρέπει να είμαστε κομμουνιστές, επειδή στον κομμουνισμό μπορεί να επιτευχθεί η πραγματική ισότητα»· «Πρέπει να είμαστε κομμουνιστές επειδή ο λαός που δεν καταλαβαίνει τα κολεκτιβιστικά σοφίσματα, καταλαβαίνει τον κομμουνισμό θαυμάσια»·
«Πρέπει να είμαστε κομμουνιστές, επειδή είμαστε αναρχικοί, επειδή αναρχία και κομμουνισμός είναι οι δύο απαραίτητοι όροι της επανάστασης».
Ενώ ο αναρχισμός γεννήθηκε αναμφισβήτητα κομμουνιστικός, είναι αλήθεια ότι η ποινικοποίηση της Διεθνούς από τις κυβερνήσεις εκείνης της περιόδου οδήγησε σε παρεκκλίσεις της Μπακουνικής θεωρίας, παρεκκλίσεις οι οποίες άφησαν τα σημάδια τους στην ιστορία του αναρχικού κινήματος, πάνω απ’ όλα στο Ιταλικό κίνημα. Μαζί με την «προπαγάνδα με το παράδειγμα» (propaganda be the deed) - που ήταν μια προσπάθεια να ωθήσει τις μάζες σε εξέγερση και είχε ως αποτέλεσμα να τις αναπλήρωσει · ένα άλλο ρεύμα που αναπτύχθηκε και ανατράφηκε ήταν το αντι-οργανωτικό ρεύμα, το οποίο, κατά κάποιο τρόπο, είχε τις ρίζες του στις θεωρίες του Κροπότκιν.
Στην πραγματικότητα, στην αναρχο-κομμουνιστική θεωρία του Κροπότκιν, ο στόχος της επαναστατικής δράσης είναι πάντα μια κοινωνία όπου «ο καθένας δίνει ανάλογα με τις ικανότητές του και ο καθένας παίρνει ανάλογα με τις ανάγκες του», με άλλα λόγια, κομμουνισμός. Αλλά ο κομμουνισμός αυτός αντιλαμβάνεται ως μια φυσιολογικά αρμονική κατάσταση στην οποία μπορεί να στραφεί η ανθρωπότητα, ως αποτέλεσμα δύο παράλληλων υποθέσεων: της έμφυτης φυσιολογικής αλληλεγγύης του ανθρώπου και της ιδέας της βασικής καλοσύνης της ανθρώπινης ψυχής που οδηγεί στην προτίμηση για κάθε μορφή αυθόρμητου. Παραπέρα, από την στιγμή που απελευθερωθεί από την καπιταλιστική κυριαρχία, η επιστημονική πρόοδος (την οποία η καπιταλιστική κυριαρχία χρησιμοποιεί για να κρατά μακριά τον Άνθρωπο από την φύση) θα είναι ο πιθανός παράγοντας της διαμόρφωσης του κομμουνισμού.
Καθώς ο κομμουνισμός είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ανθρώπινης ιστορίας, υπό την προϋπόθεση ότι έχει επεκταθεί αυθόρμητα ως αποτέλεσμα ορισμένων αναπόφευκτων παραγόντων, όπως οι κλίσεις του Ανθρώπου και οι νόμοι της φύσης, υπάρχει μια συνολική απουσία στον Κροπότκιν κάθε ίχνους πολιτικής στρατηγικής. Πάντως, για τον Κροπότκιν και τους μιμητές του, κάθε μορφή οργάνωσης, πολιτική ή συνδικαλιστική, πρέπει να απορριφθεί ως τρόπος για να τεθεί σε ένα κανάλι το αυθόρμητο το οποίο ουσιαστικά είναι καλό και αυτόματα οδηγεί στον κομμουνισμό. Για τους αναρχικούς κομμουνιστές, από την άλλη πλευρά, η οργάνωση είναι απαραίτητη για τους αγώνες μας και εγγύηση για το επαναστατικό αποτέλεσμα αυτών των αγώνων.
Για τους αναρχοκομμουνιστές, η οργάνωση είναι ένα «αστικό» φαινόμενο, το οποίο, με το να συμπυκνώνει τον αυθορμητισμό, μας φέρνει πέρα από το τελικό αποτέλεσμα και εμποδίζει την ανάπτυξη της καλοσύνης της ανθρώπινης φύσης και την τάση της προς μια θετική αυτο-οργάνωση. Καθώς το σπουδαιότερο πράγμα είναι η γνησιότητα της θεωρίας όσον αφορά το αρμονικό της όραμα για τον κόσμο, με άλλα λόγια ο στόχος τον οποίο ο Άνθρωπος επιθυμεί να πετύχει, η ταξική πάλη είναι περισσότερο ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο αναρχο-κομμουνισμός απέχει από το ιστορικό μονοπάτι του αναρχικού κομμουνισμού (που κατανοείται ως θεωρία για την χειραφέτηση των καταπιεσμένων τάξεων και γι’ αυτό συνδέεται αξεχώριστα με την ταξική πάλη) και γίνεται, αντίθετα, μια θεωρία, η οποία ισχύει για τον καθέναν. Αυτό οδηγεί σε μια απόρριψη της ταξικής πάλης, η οποία εκλαμβάνεται ως μια θεωρία που περιορίζεται στο να ισχύει για πάντα, τη οποία βασίζεται στην φιλοδοξία της προσωπικής ελευθερίας κάθε ανθρώπου, μια προφορά που τοποθετείται μόνο στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων…» Adriana Dada
1. ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Πιστεύοντας πως οι παλιές κριτικές και αναλύσεις δεν είναι για πέταμα και χρειάζονται όσο και οι νέες, και αποσκοπώντας να ξεκινήσει μία νέα συζήτηση πάνω στο ζήτημα της οργάνωσης, αυτό το κείμενο προσπαθεί όσο μπορεί να αναδείξει ένα φάσμα απόψεων γύρω από το ζήτημα της οργάνωσης καθεαυτό.
Κατά τη γνώμη μας, η οργάνωση δεν είναι το παν και δεν επιτρέπει να χαθούν ή να κερδηθούν τα πάντα ( δηλαδή, δεν πρέπει η οργάνωση να είναι αυτοσκοπός). Η οργάνωση των αναρχικών λειτουργεί σε δύο επίπεδα: το πρώτο είναι η οργάνωση, η συνοχή και η αποτελεσματικότητα του αγώνα μας, το δεύτερο -που κατά τη γνώμη μας είναι και το πιο ουσιώδες- είναι η επιβεβαίωση στην πράξη ότι μπορούν να υπάρξουν δομές και υποδομές οριζόντιας και κυκλικής σύνθεσης χωρίς τον συγκεντρωτισμό, την ιεραρχία και το διατάζει.
Γύρω μας τα πάντα είναι ιεραρχικοποιημένα και είναι επόμενο να δεχόμαστε τις επιδράσεις αυτής της ιεραρχίας και κυριαρχίας. Αυτό όμως, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να πειραματιστούμε σε συμφωνία με το αξιακό μας πλαίσιο. Δε μιλάμε εδώ για τις μικρές κυτταρικές μορφές συλλογικότητας (ομάδες) -που τις περισσότερες φορές η εσωτερική τους συγκρότηση είναι εμπειρική, εθιμική- αλλά για ευρύτερα σύνολα ατόμων και ομάδων, όπου λόγω της ευρύτητας τους είναι αναγκασμένα να πραγματώνουν την αυτο-θέσμιση και την αυτο-διεύθυνση. Αυτοί οι ευρύτεροι οργανισμοί, είναι επίσης απαραίτητοι γιατί μπορεί να συγκεράσουν την τάση των ατόμων ή των μικρών ομάδων να βλέπουν τον κόσμο μοριακά και μικροσκοπικά (τοπικιστικά όχι μόνο με την έννοια του χώρου αλλά και των ιδεών), κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό αρκεί να μην θέλουν να αναγορεύουν το μικρόκοσμο τους σαν το όλο.
Δεν μπορεί να είμαστε παντού και να τα ξέρουμε όλα. Το ποσοτικό και το ποιοτικό για μας τους αναρχικούς, βρίσκεται σε μια αλληλουχία. Είναι οργανικά συνδεδεμένο το ένα με το άλλο γιατί αν μείνουμε μόνο στην ποιότητα κινδυνεύουμε να γίνουμε ελιτιστές, ενώ αν μείνουμε μόνο στην ποσότητα υπάρχει ο κίνδυνος να μετατραπούμε σε μάζα. Να γιατί είναι απαραίτητοι οι μαζικοί (από το πολλοί μαζί-όσο πιο πολλοί τόσο καλύτερα) οργανισμοί. Απαραίτητοι στους αναρχικούς που είναι διατεθειμένοι να υπερβούν το κίνημα διαμαρτυρίας, εμπαθούς δράσης που επικρατεί τα τελευταία είκοσι χρόνια στην Ελλάδα και να θέσουν τις βάσεις για ένα ιστορικό - επαναστατικό κίνημα αμφισβήτησης και ανατροπής του ισχύοντος πολιτικού - κοινωνικού συστήματος. Δηλαδή, να θέσουν κοινωνικό και πολιτειακό ζήτημα.
2. Σκιαγραφώντας την κατάσταση
Εκείνο που είναι ενδιαφέρον, στην προκειμένη περίπτωση, είναι ότι οι νέες καταστάσεις που προβάλλουν στο προσκήνιο – παράλληλα με τα παλιά προβλήματα – στο μέτρο που γίνονται πια ολοφάνερες στα μάτια χιλιάδων προλετάριων της σημερινής εποχής ορισμένες καταστάσεις, λογουχάρη, ο αποκλεισμός των εφικτών λύσεων μέσα στη αστική καπιταλιστική κοινωνία, η πλήρης αποτυχία του σοβιετικού αυταρχικού «κομμουνισμού» από την άποψη των δεδηλωμένων του στόχων, η συμπαιγνία ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία, τον “προωθημένο φιλελευθερισμό” και μια ορισμένη λανθάνουσα φασιστικοποίηση ρατσιστικοποίηση της κοινωνίας, αναγκάζουν ένα ποσοστό του προλεταριάτου των πόλεων (ιδιαίτερα των νέων) και ορισμένα στρώματα των μισθωτών να αντιμετωπίσουν συνολικά το σύστημα και (τηρουμένων των αναλογιών), όπως έκανε και το βιομηχανικό προλεταριάτο των πόλεων στο τέλος του δέκατου ένατου αιώνα. Αν σήμερα σπρώχνονται εκατοντάδες χιλιάδες καταπιεσμένοι και εκμεταλλευόμενοι άνθρωποι στο να διεκδικούν αυτό που ήδη υπάρχει – υπήρξε με την μορφη του και στον κρετινισμό του κοινοβουλευτισμού, αύριο θα καταλάβουν ότι αυτό το σύστημα δεν επιδέχεται βελτίωση προς το ανθρωπινότερο ούτε καν μεταρρύθμιση, γιατί η αξιακή του αναγωγή βασίζεται στο “ παν μέτρο είναι το χρήμα το κέρδος και η κυριαρχία”.
Ανοίγοντας μια παράγραφο ισχυριζόμαστε ότι:
Ενώ έχουμε απομακρυνθεί πολύ από την εποχή της βιομηχανικής αστικής πρωτοσυσσώρευσης κεφαλαίου και την προβληματική της, στην πραγματικότητα όμως δεν την εγκαταλείψαμε ποτέ, γιατί αυτό που έχει σημασία είναι ότι το προλεταριάτο, στον εμπειρικό προσδιορισμό του, από τη μια δεν είχε εκληφθεί μόνο σαν οι χειρώνακτες εργαζόμενοι, οι παραγωγοί, αλλά προπάντων σαν η δυνατή ελευθερία. Από την άλλη οριζόταν αρνητικά για να τονιστεί ότι αποτελεί το αντίθετο της αστικής τάξης.
Μέσα σε μια κατάσταση όπου η μεγάλη τάση του σύγχρονου κόσμου είναι - για πρώτη φορά σε τέτοιο μέγεθος στην ιστορία - η πολιτική πόλωση της κοινωνίας σε δύο τάξεις, η αστική τάξη έχει στην κατοχή της τα μέσα παραγωγής και απολαμβάνει από αυτά, ενώ το προλεταριάτο ούτε τα έχει στην κατοχή του, ούτε απολαμβάνει τίποτα. Προτιμούμε να λέμε «έχει στην κατοχή της» και όχι «είναι ιδιοκτήτρια», για να κάνουμε πιο φανερό ότι η νομική ιδιοκτησία είναι ένα ιδεολογικό εποικοδόμημα που μπορεί να αντικατασταθεί από ένα άλλο. Για παράδειγμα με τη συλλογική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής από τη κομματική - κρατική γραφειοκρατία.
Ο καπιταλισμός στην πραγματικότητα δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αντίθετα, τα διαπλέκει, τα εντείνει και το κυριότερο τα μεταθέτει στο χρόνο. Ούτε τα ζητήματα της φτώχιας διευθετεί. Αυξάνει τόσο την σχετική όσο και την πραγματική φτώχια, εν μέσω αφθονίας -εδώ να σημειώσουμε ότι είναι πράξη ελευθερίας το να επιλέξεις να ζεις λιτά, αντίθετα όταν σου το επιβάλλουν είναι πράξη καταναγκασμού- ούτε τα νέα ζητήματα ελευθερίας, ούτε τα οικολογικά προβλήματα που διογκώνονται και προσπαθούν να μας πείσουν οι ελίτ ότι είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι. Και ενώ πετά έξω από την παραγωγική διαδικασία (ανεργία) λόγο του αυτοματισμού της ρομποτικής μετατρέποντας τους ανθρώπους σε πλεονάζοντας πληθυσμούς ενώ προσπαθεί να διαχωριστή αυτή την κρίση – αναδιάρθρωση με νέο δεσποτικούς νέο απολυταρχικούς τρόπους.
Για να επανέλθουμε στο θέμα μας, τα ζητήματα ποιότητας ζωής, το οικολογικό - κλιματικό πρόβλημα η οικονομική περιθωριοποίηση του λαού είναι άμεσα συνδεμένα με τα κοινωνικά και ταξικά - ζητήματα.
3. Σκιαγραφώντας το υποκείμενο
Από αυτή την πλευρά, οι υπάλληλοι, οι τεχνικοί, οι μαθητές- φοιτητές χωρίς προοπτική και οι λούμπεν (τα κατώτερα στρώματα του συστήματος), μπορεί να έχουν την ίδια αντιληπτική στάση της κατάστασης τους , να είναι διαθέσιμοι για αγώνες όπως και οι εργάτες.
Η ενότητα των «λούμπεν» και των «μηχανικών», η σύγχρονη περιθωριακότητα «των φοιτητών χωρίς διπλώματα και των πτυχιούχων χωρίς δουλειά», οι περιθωριοποιημένοι μικρό συνταξιούχοι, οι προλεταριοποιημένοι μικροί αγρότες, ακόμα και οι μετανάστες μπορεί να βρεθούν και να είναι κάποια στιγμή διαθέσιμοι.
Ενάντια σε μια διαταξική αντίληψη στιρνερικού δεξιόστροφου λόγου που αναπαράγεται τον τελευταίο καιρό στον ελλαδικό αναρχικό χώρο, εμείς προτείνουμε το παρακάτω περίγραμμα που λίγο ως πολύ ισχύει και για την ελληνική κοινωνία χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στις σημερινές συνθήκες δε χρειάζεται μια νέα πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση των κοινωνικών συνθηκών που διαμορφώνει ο καπιταλισμός, όπου εννοείτε ότι μέσα σε αυτές ζούμε και αγωνιζόμαστε. Άλλωστε κάνοντας μια κοινωνική χαρτογράφηση του αναρχικού κινήματος τη χώρα μας θα δούμε ότι σε μικρογραφία από αυτές τις τάξις και υπό κατηγορίες αντλούν διαθεσιμότητα οι αναρχικές ιδέες.
Η διαφορά εμάς των δρώντων αναρχικών με την υπόλοιπη καταπιεσμένη κοινωνία (δηλαδή πάνω από το 80 τις εκατό του πληθυσμού), έγκειται στο ότι εμείς βρισκόμαστε σε άλλους χρόνους εξεγερτικούς- επαναστατικούς ενώ αυτή όχι. Ένα μεγάλο μέρος του αγώνας μάς επικεντρώνεται και πρέπει στον σινχρονισμό με την καταπιεσμένη κοινωνία όχι προς την μεριά της αδράνειας αλλά προς την μεριά μας της κοινωνικής επανάστασης . Ώμος όταν δεν συμβαίνει αυτό βρίζουμε τους καταπιεσμένους – εκμεταλλευομένους υπεκφεύγοντας και παρακάμπτοντας την δική μας ευθύνη και αδυναμία να προτείνουμε κοινωνικά προγράμματα και συνεκτικές κοινωνικές δομές, έτσι ανυψωνόμαστε πάνω από την τάξη μας αποκτώντας μια ελιτίστικη αριστοκρατική νοοτροπία.
Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετη με αυτή την νοοτροπία, είμαστε σάρκα από την σάρκα αυτής της καταπιεσμένης εκμεταλλευομένης κοινωνίας και ότι πάθη αυτή θα πάθουμε και εμείς, κλίνοντας τη παράγραφο θα αναφερθούμε σε μια σοφή ρύση ενός συντρόφου και ο νοών νοείτω, «Πιο εύκολα πεθαίνεις για της ιδέες σου παρά ζώντας με αυτές .
Με αυτήν ακριβώς την έννοια, ανακαλύπτουμε πάλι ορισμένες κριτικές και δράσεις ενάντια στο συνδικαλιστικό οικονομισμό (τραίηντ-γιούνιονς) και κορπορατιβισμό, κριτικές ενάντια στις δομές κυριαρχίας, στην πατριαρχική οικογένεια και την καθημερινή ζωή. Επιπλέον, ορισμένες μορφές αγώνα που κατατείνουν να αυτονομηθούν και να αυτοοργανωθούν έξω από το κατεστημένο συστημικό συνδικαλιστικό πλαίσιο, όπως και αρκετοί κοινωνικοί αγώνες έξω από την πολιτική διαμεσολάβηση, αλλά και το σαμποτάζ και ορισμένες μορφές άμυνας, περισσότερο ή λιγότερο παράνομες, ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια.
4. Αυθορμητισμός και οργάνωση
Οπωσδήποτε, η αντίθεση ανάμεσα στην τάση για οργάνωση και τη μη οργάνωση, ανάμεσα στον αυθορμητισμό, την αυτοθέσμιση και τη θεσμοποίηση, ανάμεσα στο συγκεντρωτισμό και την ετερονομία την αποκέντρωση και την αυτονομία, είναι εγγενής στο καπιταλιστικό σύστημα, στην ταξική κοινωνία, όπως και η μόνιμη αντίθεση ανάμεσα στο ρεφορμισμό και την επανάσταση. Είναι αλήθεια αυτό που γράφει ο Μάτικ: “ Όσο θα διαιωνίζονται η ταξική κοινωνία και οι προσπάθειες για την καταστροφή της, θα υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στην οργάνωση και τον αυθορμητισμό’’.
Με αυτή την συλλογιστική θέλουμε να καταδείξουμε τα διάφορα επίπεδα με βάση τα οποία μπορούμε να προσεγγίσουμε το θέμα της οργάνωσης. Γιατί αλλά ζητήματα θέτει κατά την γνώμη μας η οργάνωση και ο αυθορμητισμός των μαζών ειδικά κατά την εξεγερτική ή επαναστατική διαδικασία, άλλα η ειδική οργάνωση των επαναστατών και εντελώς άλλα πάλι, η εφικτή οργάνωση μιας κοινωνίας χωρίς κυριαρχία και εκμετάλλευση. Με αυτό δεν θέλουμε να πούμε ότι βρισκόμαστε σε επαναστατική περίοδο, αλλά δεν είναι κακό να λαμβάνουμε υπόψη μας μερικούς παράγοντες.
Όπως έχει δείξει η κοινωνική ιστορία (την οποία πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη, αν δεν θέλουμε να μας κλείνει πονηρά το μάτι), είναι ότι στα πλαίσια μιας επανάστασης, η σχέση μεταξύ προγράμματος και πράξης (εξέγερση) παίρνει δραματική οξύτητα.
Εκεί συναντώνται:
α. Η παλιά κοινωνία, μια κοινωνία που πεθαίνει αλλά ανθίσταται.
β. Ο αυθορμητισμός των μαζών που επιζητά την οργάνωση μιας νέας κοινωνίας.
γ. Οι επαναστάτες, αυτοί που έχουν μελετήσει και επεξεργαστεί ένα πρόγραμμα μέσα στα σκοτάδια των διώξεων, μέσα από τις ρωγμές του παλιού κόσμου.
Είναι φανερό ότι από αυτήν την άποψη, δύο είναι τα σημαντικά προβλήματα που εμφανίζονται συνεχώς κατά την κοινωνική επαναστατική διαδικασία:
α. Το ένα αναφέρεται στη δυνατότητα ύπαρξης μιας κοινωνίας χωρίς καταναγκασμούς, μιας κοινωνικής οργάνωσης, μιας αυτοθέσμισης της κοινωνικής ζωής που θα βασίζεται στην αυτονομία των ατόμων και των κοινοτήτων. Εν προκειμένω μιας αντιεξουσιαστικής οργάνωσης της κοινωνίας ως ένα όλον.
β. Το άλλο αναφέρεται στη σχέση που πρέπει να εδραιωθεί στο εσωτερικό της υπάρχουσας κοινωνίας, μιας ταξικής, ιεραρχικής και γραφειοκρατικής κοινωνίας, ανάμεσα στην πλειοψηφία των εκμεταλλευομένων που “πρέπει” να κάνουν την επανάσταση και τη μειοψηφία των επαναστατών που ‘’θέλουν’’ να την κάνουν. Ανάμεσα σ΄ αυτά τα προβλήματα που περιγράψαμε σχηματικά, εμφανίζονται και τα προβλήματα που αναφέρονται στη συνείδηση της κατάστασης και στο πρόγραμμα για την αλλαγή.
Ως προς το πρώτο, είναι πια γνωστό ότι οι αναρχικοί επιμένουν πως υπάρχει η δυνατότητα μιας κοινωνικής οργάνωσης χωρίς κυριαρχία και ιεραρχία η οποία θα βασίζεται στις ελεύθερες συμφωνίες μεταξύ των ανθρώπων και στην κοινωνική αλληλεγγύη. Η οργάνωση της ελευθεριακής κοινωνίας είναι ο βασικός πυρήνας της αναρχικής θεωρίας, όπως και η ιδέα ότι αυτή η δυνατότητα υπάρχει εδώ και τώρα, στο παρόν της καθημερινής ζωής και όχι σε ένα υποθετικό μέλλον όπου, χάρη στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, θα καταλήξουμε στην εξαφάνιση των τάξεων και στο μαρασμό του κράτους.
Πράγμα που σημαίνει – και αυτό αναφέρεται στο δεύτερο πρόβλημα που τέθηκε προηγουμένως - ότι στο εσωτερικό της πάλης των τάξεων (με τη σημερινή ευρύτερη έννοια), έτσι όπως εκδηλώνεται μέσα στο σημερινό καπιταλιστικό σύστημα και σε συνάρτηση με ένα αντιεξουσιαστικό επαναστατικό πρόγραμμα, η θεωρητική και πρακτική κριτική των σχέσεων εξουσίας (κυριαρχίας) θα πρέπει να γίνεται τόσο με βάση τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την εφικτή οργάνωση των αναρχικών, όσο και με βάση τις σχέσεις ανάμεσα στην πλειοψηφία και την μειοψηφία στο εσωτερικό των διαφόρων κοινωνικών ομάδων που αγωνίζονται ενάντια στο σύστημα.
“Πρέπει να απαλλαγούμε από το ρομαντισμό. Θέλω να πω: να δούμε τις μάζες σε προοπτική. Δεν υπάρχει ο ομοιογενής λαός αλλά το πλήθος των ανθρώπων που διαφέρουν μεταξύ τους, που είναι χωρισμένοι σε κατηγορίες. Δεν υπάρχει η επαναστατική θέληση των μαζών αλλά επαναστατικές στιγμές κατά τις οποίες οι μάζες λειτουργούν ως κινητήριος μοχλός’’, γράφει πολύ σωστά από το 1925 κιόλας ο Καμίλο Μπερνέρι. Πώς να οργανωθούμε – ή να μην οργανωθούμε – λοιπόν; Να περιμένουμε πότε θα φτάσει η επαναστατική στιγμή; Να θεωρήσουμε ως συνώνυμα τον αυθορμητισμό της μάζας και την αυτονομία της;
Είναι σαφές ότι για τους αναρχικούς η συνείδηση δεν είναι “εξωγενής” ως προς την τάξη. Δεν υπάρχει καμιά πρωτοποριακή ομάδα που πρέπει να διαφωτίσει και να καθοδηγήσει το προλεταριάτο. Ωστόσο, η συνείδηση αυτή δεν είναι ούτε “ενδογενής”. Είναι αποτέλεσμα της επαναστατικής διαδικασίας. Είναι η επεξεργασία του προγράμματος από μέρους των διαφορετικών επαναστατικών ομάδων οι οποίες, σε συνάρτηση με την επιμέρους συνείδηση που έχουν για τη διαδικασία, αγωνίζονται με διαφορετικούς τρόπους μέσα στα πλαίσια της ταξικής κοινωνίας. Αυτή η επιμέρους συνείδηση εκφράζεται με τις ιδέες, τις ιδεολογίες, τις θεωρητικές αντιλήψεις. Χάρη σε αυτές συναντώνται, έρχονται σε επαφή, οργανώνονται οι επαναστάτες και όχι μόνο σε σχέση με την ταξική τους θέση. Αλλά, όπως επεσήμανε ο Μπακούνιν, “οι ιδέες μπορούν να επιδράσουν μόνο πάνω στα άτομα. Οι μάζες παραμένουν αδιάφορες ή εχθρικές εφόσον οι ιδέες τους δεν συναντώνται και δεν συνδέονται με τα ίδια τους τα ένστικτα, με τη μοιραία κίνηση που τους επιβάλλεται από την οικονομική τους κατάσταση”.
Ειδικότερα στις μέρες μας που ο αστισμός αναπαράγεται κάθε δευτερόλεπτο από τα μαζικά μέσα αποβλάκωσης, και η εδραίωση του συστήματος της διαμεσολαβημένης κοινωνικής ζωής φαντάζει ακλόνητη μπορεί να αισθανόμαστε ασφυκτικά περικυκλωμένοι από αυτή την κατάσταση, όμως δεν χρειάζεται να περάσουμε σε άλογες πρακτικές. Αυτό που χρειάζεται είναι η ανασυγκρότηση των επαναστατικών εννοιών ενάντια στην ασυναρτησία, ιδιαίτερα τώρα που οι ελίτ παρουσιάζουν με ένα κυνικό τρόπο την κρίση του συστήματος ως “δημιουργικό καταστροφισμό”.
Η διαστρέβλωση των εννοιών και του λόγου είναι μια πολύ παλιά τακτική των διανοούμενων απολογητών των κυρίαρχων τάξεων για να θολώνουν τα νερά και να προκαλούν σύγχυση στους κυριαρχούμενους. Ο Ράουτερ παρατηρούσε από την δεκαετία του ‘60 κιόλας στο "Η Κατασκευή Υπηκόων" ότι: "όσο ασαφέστερα εκφράζεται κανείς, τόσο περισσότερο μένει κρυμμένο το ψέμα που υπάρχει στον λόγο του...".
Αλλά δεν είναι μόνο το ψέμα που προκύπτει από την αποσύνθεση των εννοιών που προάγουν αναπαράγουν οι απολογητές (θεραπαινίδες) του συστήματος, είναι ο πόλεμος για τη διατήρηση του στάτους της κυριαρχίας, εδώ πολύ σωστά παρατηρεί ο Τόμας Σαζ στο «Ο Πόλεμος των Ορισμών» ότι: «… Ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι πόλεμος ορισμών… Ο αγώνας καθορισμού και ελέγχου των νοημάτων είναι αγώνας για επιβίωση… αυτός που πρώτος θα ορίσει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα και τον ορίζει, είναι ο νικητής... έτσι κυριαρχεί κι επιβιώνει. Εκείνος που ετεροκαθορίζεται, υποτάσσεται και ίσως ακόμα και εξοντώνεται...»
Σίγουρα το ζήτημα της οργάνωσης δεν είναι εννοιολογικό, από την άλλη θα επαναλάβουμε με έναν κουραστικό τρόπο ότι η οργάνωση δεν λύνει όλα τα προβλήματα. Είμαστε της άποψης ότι καλύτερα μη οργανωμένοι παρά άσχημα οργανωμένοι. Όμως μπορούμε να ξεκινήσουμε τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο να οργανώνουμε με σαφήνεια και συνοχή το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Γνωρίζουμε ότι για να περάσουμε σε μια σοβαρή διαδικασία αμφισβήτησης και ανατροπής των αφεντικών και να γκρεμίσουμε την οργάνωση τους το κράτος, πρώτα από όλα χρειάζεται οι ανατροπείς να έχουνε μεταξύ τους κοινότητα απόψεων, ιδεών και πεποιθήσεων. Από αυτή την κοινότητα εκπορεύονται οι κοινές θελήσεις.
Από τη στιγμή που ένα μέρος του κινήματός μας παύει να είναι κολλημένο επίμονα στην ιδεολογία της αδιαρθρωσίας, της μερικότητας, της αποσπασματικότητας της ασυνέχειας και του ατομιστικού αφορμαλισμού θα είναι έτοιμο και ώριμο να αναπτύξει εκείνες τις μορφές οργάνωσης που θα ταιριάζουν καλύτερα στην αναρχική, ελευθεριακή λειτουργία του. Δυστυχώς, στην εποχή του μη αυτονόητου και της σύγχυσης, είμαστε υποχρεωμένοι να μιλάμε για την «κοινωνική αναρχία», λες και δεν είναι. Εδώ χρειάζεται να διευκρινίσουμε κάτι. Εμείς θεωρούμε την άμεση δημοκρατία σαν ιδιοσυστατικό της αναρχίας, αλλά ακόμη και η περιεκτική είναι πιο κοντά με τις αναρχικές, ελευθεριακές αρχές με την έννοια της Μπακουνικής κληρονομιάς, παρά με αυτό το νιχιλικό, στιρνερικό συνοθύλευμα αρνητικών θελήσεων που θέλει να αποκαλείται τυχοδιωκτικά αναρχικό. Η άμεση δημοκρατία είναι το οξυγόνο και η γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθυνση, το καύσιμο της αναρχίας, ενώ οι οργανώσεις, συλλογικότητες και λοιπές συσσωματώσεις μας είναι οχήματα προς την ελευθεριακή κοινωνία.
Οι οργανώσεις μας πρέπει να είναι συλλογικές οντότητες - ζωτικότητες και προπάντων αντιθεσμίσεις, στις οποίες η αναρχία σαν κοινωνική δυνατότητα βιώνεται προς τα μέσα και επιβεβαιώνεται προς τα έξω (όσο γίνεται) σε μικρογραφία, γι΄ αυτό δεν πρέπει να συγχέουμε την αναρχική οργάνωση ούτε με την παρέα (παρεϊσμός) ούτε με τον λειτουργισμό. Οι οργανώσεις μας, δεν είναι λειτουργικά εργαλεία σαν των εξουσιαστών όπου ένα πεφωτισμένο διευθυντήριο τις χρησιμοποιεί για να καταλάβει την κυβερνητική εξουσία και το κράτος.
Μερικές από τις «παραδοσιακές» παλιές τεχνικές θα αποδειχτούν χρήσιμες αν και όχι τέλειες. Άλλες πάλι θα μας βοηθήσουν να δούμε τι δεν πρέπει να κάνουμε για να φτάσουμε σ' ορισμένους στόχους με τις λιγότερες «θυσίες» για τα άτομα και το κίνημα, επιπλέον θα μπορέσουμε να αποφύγουμε την αναπαραγωγή στην εσωτερική μας συγκρότηση αλλοτριωμένων συμπεριφορών και τάσεων του κυρίαρχου συστήματος, δηλαδή του καπιταλισμού
Ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή είναι η συνειδητοποίηση και η προσπάθεια εξάλειψης μιας σημαντικής αντίφασης που υφίσταται εντός του κινήματος και που για μας τους αναρχικούς, παίρνει πολλές φορές οριακές διαστάσεις. Το δέον είναι, εφόσον την αναγνωρίζουμε, να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την άρση της. Το μη δέον είναι το να την αγνοούμε, αλλά και όταν παραδεχόμαστε την ύπαρξη της να μην είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε για την υπέρβασή της.
Ενώ κατανοούμε ότι κουβαλάμε συνήθειες και αντιλήψεις του κόσμου που ζούμε (αλλά και θέλουμε να αλλάξουμε), γνωρίζοντας ότι υπάρχουν ατομικές και συλλογικές ανεπάρκειες (κανείς τέλειος, όχι με την θρησκευτική έννοια ούτε με την φιλοσοφική τελεολογία), πολλές φορές αναπαράγουμε αυτόν τον κόσμο στο εσωτερικό μας, στις μεταξύ μας σχέσεις. Αυτό καταντάει την αναρχία αναξιόπιστη και χιμαιρική επιβεβαιώνοντας αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι αδύνατες οι κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων χωρίς ιεραρχία και κυριαρχία.
Το μη δέον είναι, ότι ξέροντας πως από το κέλυφος της παλιάς κοινωνίας θα γεννηθεί η νέα, εντούτοις δε βρίσκουμε εκείνες τις διαδικασίες και τα συλλογικά εκείνα εργαλεία για να αποτρέπουμε την αναπαραγωγή αυτών των παλιών συνηθειών στις μεταξύ μας σχέσεις (ιδιαίτερα όταν οι παλιές συνήθειες αναπαράγονται με την μορφή της «άτυπης ιεραρχίας» και των αόρατων διευθυντηρίων λήψης αποφάσεων που είναι δύσκολο λόγω του ότι είναι «αόρατα» να ελεγχθούν και να εξαλειφθούν).
Το δέον είναι, το να παλεύουμε να ξεπεραστεί, όσο είναι δυνατόν, η συνείδηση της ιεραρχίας-κυριαρχίας και των διακρίσεων-προνομίων μεταξύ των ανθρώπων (ιδιαίτερα στον τρόπο που παίρνουμε και υλοποιούμε τις συλλογικές μας αποφάσεις) και το να μη φοβόμαστε να πειραματιστούμε με νέες πρακτικές, ενάντια στη δύναμη της συνήθειας που παράγει συντηρητισμό.
Θα αφήσουμε κατά μέρος τους ισχυρισμούς ότι «οποιαδήποτε οργάνωση οδηγεί αναπόφευκτα στην ολιγαρχία» (αυτή είναι μια κατάσταση που ταιριάζει καλύτερα στη ζωή της αρκούδας). Στην ανθρώπινη διάσταση δε χρειάζεται να αποδεικνύουμε το αυταπόδεικτο, ότι δηλαδή στη μοναξιά δεν τίθεται ζήτημα ελευθερίας, στη μοναξιά δεν τίθεται ζήτημα ισότητας. Όσο εμείς οι αναρχικοί δεν προτείνουμε μια άλλη εφικτή οργάνωση της κοινωνίας (όχι με την μορφή του σχεδιασμού αλλά με την μορφή της υπέρβασης του υπάρχοντος), όσο εμείς οι αναρχικοί δεν διάγουμε ένα βίο όσο το δυνατόν κοντά στις αρχές μας, αλλά και με το παράδειγμα μας σαν στάση ζωής (άλλωστε για να αλλάξουμε τον κόσμο χρειάζεται πρώτα να αλλάξουμε τους εαυτούς μας) τόσο θα διαιωνίζεται στις συνειδήσεις των καταπιεσμένων-εκμεταλλευομένων της σημερινής εποχής, ο ιστορικός ρόλος της οργάνωσης του καπιταλισμού, το σύγχρονο εθνικό ή διεθνοποιημένο κράτος, η ιεραρχία και η κυριαρχία σε όλα τα επίπεδα που απορρέουν από αυτό.
Ας έρθουμε τώρα σε ένα άλλο ζήτημα όχι δευτερευούσης σημασίας, την κοινωνική απεύθυνση, το πώς παρουσιαζόμαστε, το «προς τα έξω» στην επαφή μας με τις καταπιεσμένες - εκμεταλλευόμενες τάξεις της σημερινής εποχής (ενώ σωστά καταδικάζουμε τη πολιτική διαμεσολάβηση). Θέλει προσοχή για να μην μεταβληθεί - εκ των περιστάσεων - ο αγώνας μας και οι δράσεις μας ως η διαμεσολάβηση του κοινωνικού αγώνα. Επιλέγοντας να μιλάμε πάντα σε πρώτο πρόσωπο στην απεύθυνση μας προς στους εξουσιαζόμενους – εκμεταλλευόμενους, δηλαδή σε αυτό που ονομάζουμε σήμερα κοινωνία, είμαστε πρώτα και κύρια εμείς οι ίδιοι εκμεταλλευόμενοι – εξουσιαζόμενοι, γι΄αυτό δεν είμαστε «πεφωτισμένες» πρωτοπορίες, ενώ είναι έξω από τον αξιακό μας κόσμο το αξίωμα «όποιος δεν μπορεί να ζήσει ελεύθερος θα αναγκαστεί να ζήσει ελεύθερος».
Με λίγα λόγια ή θα απαλλαγούμε όλοι μαζί από την μιζέρια της οικονομικής εκμετάλλευσης, την εξουσία και τη λεηλασία της φύσης ή που δε θα απαλλαγούμε. Παραφράζοντας το παλιό σύνθημα «Η χειραφέτηση των εργατών πρέπει να είναι έργο των ίδιων των εργατών», που ήταν, είναι και θα είναι σύνθημα μας, δεν πρέπει να ξεχνάμε το ότι η «Η χειραφέτηση της κοινωνίας πρέπει να είναι έργο της ίδιας της κοινωνίας». Το πώς και πότε θα συμβεί αυτή η χειραφέτηση είναι ένα «στοίχημα» που τίθεται από την εκάστοτε γενιά επαναστατών εδώ και πάνω από διακόσια χρόνια.
Κάνοντας μια φανταστική υπόθεση: Αν αύριο ξέσπαγε μια επανάσταση και δεν είχε διαμορφωθεί μια αρκετά διευρυμένη αντι κρατική, αντι ιεραρχική, αντι καπιταλιστική προταγματική συνείδηση, ένας υπολογίσιμος συσχετισμός δύναμης, μια πλειοψηφούσα κοινωνική δυναμική, πάλι κράτος, ιεραρχία και καπιταλισμός θα δημιουργηθεί..(αυτό μην εξηγηθεί ως εναντίωση στην αντίσταση ή στην εξέγερση).
Ο σύντροφος Α. Πάπι γράφει σχετικά: «Οι εξεγέρσεις και οι διάφορες μορφές της επανάστασης με κανέναν τρόπο δεν είναι μια δική μας ιδιαιτερότητα, δεν είναι αυτό που μας διακρίνει. Οι πάντες, συμπεριλαμβανομένων των μπολσεβίκων, των ισλαμιστών, μέχρι και των φασιστών, εφόσον καταπιέζονται και εμποδίζονται να εκφραστούν, τείνουν να εξεγείρονται, προκειμένου ν’ απελευθερωθούν απ’ ότι τους καταπιέζει.
Αλλά η εξέγερση τους και, εφόσον υπάρξει, η επανάστασή τους, έχουν μια γεύση καθ΄όλα διαφορετική από τη δική μας. Αναμφιβόλως αντίθετη. Αυτοί, με ιδεολογικές αιτιολογήσεις και ιδανικά διαφορετικά μεταξύ τους, θέλουν την εγκαθίδρυση μιας νέας ισχυρής εξουσίας, απόλυτης, ολοκληρωτικής και θεοκρατικής. Εξεγείρονται απέναντι στην υπάρχουσα εξουσία επειδή θέλουν να μπουν στη θέση της και να κυριαρχήσουν πάνω στους ανθρώπους.
Εμείς, όταν καταφέρουμε να εξεγερθούμε, αντιθέτως, θα θέλουμε να γκρεμίσουμε όχι μόνο την υπάρχουσα εξουσία, αλλά και κάθε άλλη μορφή κυριαρχίας, γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε μια κοινωνία θεμελιωμένη στην απουσία ιεραρχίας και κυρίαρχης εξουσίας. Δεν παρουσιαζόμαστε ως εκ τούτου σαν εξεγερτικοί, αλλά κυρίως ως φανατικοί εραστές της ελευθερίας, όλης της δυνατής ελευθερίας, της αυτο-κυβέρνησης, της θέλησης να μην μας κυβερνούν από τα πάνω και να ζούμε και να συμβιώνουμε με τους άλλους χωρίς βίαιη επιβολή, με αλληλεγγύη, αμοιβαιότητα και τη μέγιστη συναινετική συμφωνία…»
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε, όπως ο Λαντάουερ, ότι πρέπει να οργανωθούμε όχι στα πλαίσια του κράτους αλλά έξω απ’ αυτό, χωρίς κράτος –παράλληλα προς το κράτος. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι η πραγμάτωση των ιδεών, της οργάνωσης και του πάθους για την αναρχία, είναι, και ανέκαθεν υπήρξε, επίκαιρη, υπάρχοντας παράλληλα προς το κράτος… Πρέπει να γίνει συνείδηση στον καθένα ότι εμείς είμαστε το «κράτος» και θα συνεχίσουμε να είμαστε μέχρι να δημιουργήσουμε τους θεσμούς τις κοινωνικές, αλλά και διαπροσωπικές σχέσεις εκείνες που θα συνθέτουν μια δίκαιη α-κρατική κοινωνία.
Ο Λαντάουερ γράφει: «Το κράτος είναι μια κατάσταση, μια συγκεκριμένη σχέση μεταξύ ανθρώπων, ένας τρόπος ανθρώπινης συμπεριφοράς· το καταστρέφουμε συνάπτοντας άλλες σχέσεις, συμπεριφερόμενοι διαφορετικά. Οι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι ο ένας με τον άλλον στα πλαίσια μιας «στατικής» σχέσης που καθιστά αναγκαίο το καθεστώς του κρατικού καταναγκασμού και αντιπροσωπεύεται από αυτό και μέσα σε αυτό. Συνεπώς, το καθεστώς μπορεί να ξεπεραστεί μόνο στον βαθμό που αυτή η σχέση μεταξύ των ανθρώπων θα αντικατασταθεί από κάποια άλλη.
Αυτή η άλλη σχέση είναι οι Άνθρωποι. Είναι ένας δεσμός μεταξύ των ανθρώπων που ήδη υπάρχει, μόνο που δεν έχει ακόμη αποκτήσει σάρκα και οστά, δεν έχει ακόμη εξελιχθεί σε ανώτερο οργανισμό. Στον βαθμό που οι άνθρωποι, βάσει της προόδου της παραγωγής και της διανομής, ανακαλύπτουν ότι πλησιάζουν ο ένας τον άλλον ως άνθρωποι και αναπτύσσονται μαζί σαν ένας οργανισμός με αναρίθμητα όργανα και μέλη, ο σοσιαλισμός, που τώρα ζει μόνο στον νου και στις επιθυμίες μοναχικών, ατομικοποιημένων ανθρώπων, θα γίνει πραγματικότητα όχι μέσα στο κράτος αλλά έξω απ’ αυτό, χωρίς το κράτος, και αυτό σημαίνει παράλληλα προς το κράτος. Το ότι «οι άνθρωποι βρίσκονται μαζί», δεν σημαίνει ότι γεννιέται κάτι καινούργιο, αλλά ότι αποκτά σάρκα και οστά και ανα-συστήνεται κάτι που υπήρχε πάντα –η κοινότητα, που στην πραγματικότητα υπάρχει παράλληλα προς το κράτος, αν και θαμμένη και αφημένη στην τύχη της.
Κάποια μέρα θα καταλάβουν όλοι ότι ο σοσιαλισμός δεν είναι μια εντελώς καινούργια επινόηση, αλλά η ανακάλυψη ενός πράγματος που υπήρχε πάντοτε, ενός πράγματος που αναπτύχθηκε. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, η υλοποίηση του σοσιαλισμού είναι πάντα εφικτή, αν την επιθυμεί ένας ικανός αριθμός ανθρώπων. Η υλοποίησή του δεν εξαρτάται από το επίπεδο της τεχνολογίας, αν και όταν ο σοσιαλισμός γίνει πράξη, θα είναι φυσικά διαφορετικός, θα ξεκινήσει και θα εξελιχθεί διαφορετικά, σύμφωνα με την ανάπτυξη της τεχνολογίας· εξαρτάται από τους ανθρώπους και την διάθεσή τους. Ο σοσιαλισμός κάθε εποχή είναι και εφικτός και ανέφικτος. Είναι εφικτός όταν υπάρχουν οι κατάλληλοι άνθρωποι που να τον θέλουν και να τον πραγματοποιήσουν, και ανέφικτος όταν οι άνθρωποι είτε δεν τον θέλουν ή απλώς φαντάζονται ότι τον θέλουν, δεν είναι όμως ικανοί να τον πραγματοποιήσουν…».
Ο αναρχισμός θεωρεί ως μία από τις πρώτιστες αρχές του τη θέση βάσει της όποιας μόνον ελευθεριακά μέσα μπορούν να χρησιμοποιηθούν (και όχι απλώς «θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν»), για να οικοδομηθεί με επιτυχία μια ελευθεριακή κομουνιστική κοινωνία. Αυτή είναι και ή σημασία της άποψης του Μπακούνιν (ή όποια θεωρήθηκε σαν ένας παραλογισμός από μερικούς αντιπάλους του), όταν υποστήριζε ότι «η ελευθερία μπορεί να δημιουργηθεί μόνον από την ελευθερία».
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, το αναρχικό – αντιεξουσιαστικό κίνημα πρέπει να είναι ένας μικρόκοσμος της νέας κοινωνίας, ή οποία, τοιουτοτρόπως, έρχεται στο φως «δημιουργημένη μέσα στο κέλυφος της παλιάς». Ή νέα ανθρωπότητα δεν μπορεί να δημιουργηθεί για να ζήσει σε μια κοινότητα χωρίς κυριαρχία, εάν καθοδηγείται από μία επαναστατική ελίτ. (κάτοχο του μυστικού της φύσης του επαναστατικού κινήματος), ή εάν οι δομές των επαναστατικών οργανώσεων είναι διαμορφωμένες με βάση τα μοντέλα των ιεραρχημένων οργανώσεων της αστικής κοινωνίας. Οι επαναστατικές δομές πρέπει, αντιθέτως, να εμπεριέχουν την ανάπτυξη της αυτοσυνείδησης, της υπευθυνότητας, της αυτοδιεύθυνσης και της ελεύθερης δραστηριότητας. Ή νέα ανθρωπότητα όταν και εφόσον θελήσει να λέγετε νέα πρέπει να δημιουργηθεί όχι διά μέσου μιας νέας κατάκτησης της εξουσίας, αλλά με τη δημιουργία νέου τύπων ανθρωπίνων κοινωνικών σχέσεων.
Ένα ακόμα ζήτημα υπαρξιακής φύσης είναι η ταύτιση που γίνεται -αν και είναι ανθρώπινο και κατανοητό- όταν συνδέουμε τον ατομικό βιολογικό μας κύκλο με την ελευθεριακή, κοινωνική προοπτική. Είναι ότι αύριο θέλουμε να γίνει η αναρχία. Απογοητεύονται σύντομα και πολλοί σταματούν την ενεργό δράση λόγω ανυπομονησίας και απογοήτευσης . Δεν καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει ο τοίχος της κοινωνικής αδράνειας και κύρια του φόβου. Αν πέσουμε επάνω του με 150 χιλιόμετρα είναι σίγουρο πως θα γίνουμε χαλκομανία. Ενώ μπορούμε με το καλέμι σιγά να τον υποσκάπτουμε για να πέσει. Οι αναρχικοί μόνο έτσι μπορούν να δράσουν. Δηλαδή, σαν συνεργεία κατεδάφισης αυτού του τοίχου, σαν ωθητήρες αντίστασης και ανατροπής.
Μπορούμε να δρούμε ενώ παράλληλα να δημιουργούμε ανθρώπινες συσσωματώσεις (συλλογικότητες), κύρια ζωτικού και βιοτικού χαρακτήρα και όχι μόνο λειτουργικoύ. Το ιδανικότερο είναι όσο προσπαθούμε και αγωνιζόμαστε για την κοινωνική επανάσταση μέσα από εξεγερτικές φάσεις να δημιουργούμε και να ζούμε την αντικοινωνία μας, όχι σαν εσώκλειστοι καλόγεροι, και βέβαια ανεξάρτητα από το πότε θα γίνει αυτή η επανάσταση.
Σήμερα, οι περισσότερες συλλογικότητες αποτελούμενες από νεαρούς συντρόφους -αυτό δεν είναι κατ΄ ανάγκη περιοριστικό- είναι σαν τον άνεμο. Σήμερα υπάρχουν, αύριο όχι. Έτσι όμως, δεν μπορεί να γίνει ουσιαστικά αποτελεσματικός ο κοινωνικός απελευθερωτικός αγώνας, ο οποίος προϋποθέτει συνέχεια, συνέπεια, επιμονή, υπομονή και προπάντων οραματικό πρόταγμα. Αλλά, ακόμα και όταν δημιουργείται μια αντιεξουσιαστικη συλλογικότητα, όσο μικρή και ασήμαντη και αν φαίνεται, όσο βραχύβια και να είναι, για μας είναι ένα σπουδαίο γεγονός αφού έστω και για λίγο καταφέρνουν αυτοί οι άνθρωποι να ζήσουν, να πάρουν αποφάσεις και να δράσουν απαλλαγμένοι στο εσωτερικό τους από τον κρετινισμό της ιεραρχίας της ανάθεσης και της κυριαρχίας ανθρώπου από άνθρωπο.
Περισσότερο από όλα, θα πρέπει να πειραματιστούμε με διάφορα είδη αντί ιεραρχικής δομής και να αναπτύξουμε μια ποικιλία τεχνικών για χρήση σε διαφορετικές περιπτώσεις, αναγνωρίζοντας ότι χρειάζονται και νέες ιδέες για το ζήτημα της οργάνωσης. Αλλά, πριν προχωρήσουμε στον έξυπνο πειραματισμό, είναι χρήσιμο να δεχτούμε την ιδέα πως δεν υπάρχει κανένα έμφυτο κακό στην ίδια την έννοια της δομής - παρά μονάχα στην υπερβολική χρήση της – είναι χρήσιμο όμως να καταλάβουμε ότι οι ομάδες και οι διαδικασίες στις συνελεύσεις τους χρειάζεται να διέπονται από μια «αναρχική τυπικότητα».
Όχι μόνο γιατί πολλές φορές «ο τύπος κάνει την ουσία» αλλά και γιατί έτσι αποφεύγουμε να ολισθήσουμε σε άτυπες ιεραρχίες. Δεν μπορεί να μετατρέπεται η καθημερινή ζωή σε διαδικασία συνέλευσης γιατί έτσι χάνεται η ουσία της - εκτός του ότι έχουμε ανάγκη και την χαλάρωση – ή από την άλλη να μετατρέπεται η συνέλευση και η δράση σε εικοτολογία και η χαλαρότητά μας να τη μετατρέπει σε ιδιωτική κοινωνία και να χάνουμε την δημόσια σφαίρα. Όσο ασχολούμαστε με αυτούς τους προβληματισμούς να έχουμε στο νου μας και μερικές ακόμα αρχές λειτουργίας που είναι αναγκαίες για ένα αμεσοδημοκρατικό οριζόντιο - κυκλικό τρόπο οργάνωσης και δράσης.
5. Η οριζόντια κυκλική δομή και η αναρχική άμεση δημοκρατία
Η οργάνωση Ιστός
«… Αν θέλουμε να επιτελέσουμε κάτι πραγματικά χρήσιμο, η συνεργασία είναι απόλυτα αναγκαία – σήμερα περισσότερο από ποτέ. Αναμφίβολα, η συνένωση πρέπει να είναι τέτοια που να επιτρέπει την πλήρη αυτονομία των ατόμων που συμμετέχουν και η ομοσπονδία πρέπει να σέβεται αυτή την αυτονομία στην περίπτωση των ομάδων. Καλό θα είναι, όμως, να απορρίψουμε την πεποίθηση ότι η έλλειψη οργάνωσης αποτελεί εγγύηση ελευθερίας. Όλα αποδεικνύουν ότι ισχύει το αντίθετο. Οι κρίσεις από κάποιες πολεμικές μπορεί να δείχνουν ότι υπάρχουν αναρχικοί που απεχθάνονται κάθε είδους οργάνωση. Αλλά στην πραγματικότητα οι πολλές, πάρα πολλές, συζητήσεις για αυτό το θέμα, ακόμα και όταν κρύβονται από γλωσσικές ερωτήσεις ή φαρμακώνονται από προσωπικά ζητήματα, αφορούν τους τρόπους και όχι την πραγματική αρχή της οργάνωσης. Έτσι συμβαίνει όταν αυτοί οι σύντροφοι, που μοιάζουν οι πιο εχθρικοί προς την οργάνωση, θέλουν πραγματικά να κάνουν κάτι να οργανώνονται όπως και εμείς οι υπόλοιποι και συχνά πιο αποτελεσματικά. Το πρόβλημα, επαναλαμβάνω, είναι μόνο στους τρόπους … ». Ερρίκο Μαλατέστα
Δε φετιχοποιούμε την οργάνωση, η οργάνωση δεν είναι το παν και δεν επιτρέπει να χαθούν ή να κερδιθούν τα πάντα. Είμαστε της άποψης, ότι καλύτερα μη οργανωμένοι παρά άσχημα οργανωμένοι. Όπως επίσης, ότι όταν μια οργάνωση φτάνει στα όρια της και δεν έχει να δώσει τίποτα πλέον, καλό είναι να διαλύεται για να μην παγώνει στο χρόνο και να γίνεται απολίθωμα. Θα επαναλάβουμε με έναν κουραστικό τρόπο ότι: Οι οργανώσεις μας είναι συλλογικές οντότητες - ζωτικότητες και προπάντων αντιθεσμίσεις, στις οποίες η αναρχία σαν κοινωνική δυνατότητα βιώνεται προς τα μέσα και επιβεβαιώνεται προς τα έξω (όσο γίνεται) σε μικρογραφία. Οι οργανώσεις μας, δεν πρέπει να είναι μόνο λειτουργικά εργαλεία σαν των εξουσιαστών όπου ένα πεφωτισμένο διευθυντήριο τις χρησιμοποιεί για να καταλάβει την κυβερνητική εξουσία είτε με τις εκλογές είτε με έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα.
Οργάνωση σημαίνει και οργανισμός (συνασπισμός κυττάρων). Τι παραπάνω από ομοσπονδία κυττάρων είναι ο οργανισμός του ανθρώπου και των άλλων πλασμάτων; Έτσι βλέπουμε την οργάνωση. Σαν μια οργανική φυσική κατάσταση που δεν είναι στατική .
Οι οργανώσεις που προτείνουν οι αναρχικοί είναι ζωντανοί οργανισμοί, αντιθεσμίσεις, μια ρωγμή μέσα στον ιστορικό χωρόχρονο της κυριαρχίας. Γι΄αυτό είναι δύσκολο για τους αναρχικούς λόγω του ότι εναντιώνονται στην πραγματικότητα (δηλαδή το κράτος, την κάθετη υπερδομή), να είναι υποχρεωμένοι να ζουν μέσα σε αυτή την πραγματικότητα και παράλληλα να της εναντιώνονται. Από εδώ προκύπτει πολλές φορές η δυσπιστία για την οργάνωση αλλά και ο φόβος για πειραματισμό, φόβος για τυχόν λάθη, παραλείψεις και αποτυχημένες προσπάθειες. Εμείς δεν έχουμε να ακολουθήσουμε καμιά πεπατημένη σε σχέση με τους εξουσιαστές και ιδιαίτερα της αριστεράς που αναπαράγουν τις αστικές κάθετες δομές (το λενινιστικό «κόμμα νέου τύπου») είτε σε χαλαρή είτε σε σφιχτή μορφή στο εσωτερικό τους.
Η πρόταση μας για την ομοσπονδία (οργάνωση ιστός), θα συζητηθεί πιο αναλυτικά όταν υπάρξουν οι προϋποθέσεις και φυσικά όταν βρεθούν τα άτομα και οι ομάδες που θα επιδιώξουν κάτι τέτοιο (εμείς εδώ απλώς παραθέτουμε μια πρόταση), δεν έχουμε παρά να συμφωνήσουμε σ΄αυτό που υποστηρίζανε παλιά κάποιοι σύντροφοι: «… η Οργάνωση, θα πρέπει να απορρέει απ΄ την ενότητα ως προς το σκοπό και τη δράση. Απ΄ τις ίδιες τις ομάδες, που συνενώνονται σιγά - σιγά μέσα από τη δράση, πρέπει να ξεπηδήσει η αναρχική ομοσπονδία κι όχι επειδή θα έχει αποφασιστεί η δημιουργία μιας ομάδας επιφορτισμένης να οργανώσει αυτήν την ομοσπονδία…».
Προς το παρόν περιοριζόμαστε σε ένα δυο πράγματα μόνο. Η ομοσπονδία ιστός, είναι διεύρυνση της αντιθέσμισης στο χωρόχρονο και παράλληλα δίκτυο και συνασπισμός δράσης. Μπορεί επίσης να είναι και ένα εργαστήριο πειραματισμού του πώς μπορούν να λειτουργήσουν στο σήμερα και στην πράξη οι οριζόντιες κυκλικές αντιιεραρχικές δομές και αρχές λειτουργίας, όπως και πολλές από τις αναρχικές αρχές σε ένα διευρυμένο σύνολο ανθρώπων και να επαληθευτούν στην πράξη.
Η οργάνωση ιστός είναι ένα ομόκεντρο, παράλληλο και πολυεπίπεδο σύστημα σχέσεων. Το μόνο κέντρο που έχει, είναι η συμφωνία των κοινών αποφάσεων και η υλοποίησή τους από αυτούς που έχουν συμφωνήσει. Παράλληλα, όπως βλέπετε, υπάρχουν άπειρες διαδρομές προς όλες τις κατευθύνσεις για τη σύναψη των πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων των ομάδων και των ατόμων μεταξύ τους.
Δεν υπάρχει το «από κάτω προς τα πάνω», ούτε το «από πάνω προς τα κάτω», αλλά από το κατώτερο στο ανώτερο, από το μοριακό στο πολυσύνθετο, από το μερικό στο ολικό, από το συνειδητό στο αυθόρμητο και το αντίστροφο. Δεν είναι οριζόντιο γιατί είναι κυκλικό. Δεν είναι η οριζοντικοποίηση του κύκλου. Δεν είναι ούτε το πίσω ούτε το μπροστά. Στην οριζόντια σχέση κάποιος είναι στην αρχή, κάποιος είναι στη μέση και κάποιος είναι πιο μπροστά, ενώ στην κυκλική δεν υπάρχει αρχή, μέση ή τέλος. Η γνώση και η εμπειρία διαμοιράζεται προς όλες τις κατευθύνσεις εκ των πραγμάτων. Παράλληλα, εμπεριέχει το στοιχείο της αλληλοκάλυψης και της αλληλοσυμπλήρωσης.
Στρατηγικά, αν καταστραφεί μια διαδρομή υπάρχουν άπειρες άλλες για να πας εκεί ή όπου αλλού θες και δεν είσαι μόνος και εκτεθειμένος. Επίσης, είναι η οριζόντια κυκλική σχέση αναφορικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο και στο κράτος, από τον αγώνα για να είναι κανείς άνθρωπος μέσα σε μια ανθρώπινη κοινωνία.
«… Δεν πρέπει να φοβόμαστε να δανειστούμε, οφείλουμε όμως να παραμείνουμε αμετακίνητοι στις ιδέες μας. Πρέπει να δημιουργήσουμε τόπους ελευθεριακού πειραματισμού, όπου θα μπορούμε να ζούμε και να δοκιμάζουμε μορφές αυτοκυβέρνησης και κοινωνικής αλληλεγγύης, λέγοντας όχι στη διδαχή ενός και μόνο μοντέλου, ναι σε πολλά περισσότερα. Πολυσθενείς, πολυκεντρικοί και άκεντροι τόποι, χωρίς ιεραρχίες και γραφειοκρατίες στο εσωτερικό τους, ικανοί να γεννούν καινοτομίες και πολιτιστικές ανατροπές, να είναι δημιουργικοί και χωρίς προκαταλήψεις, αποτελώντας παραδείγματα για το πώς μπορεί να φτιαχτεί και να υπάρξει μια κοινωνία. Στιγμές συλλογικής αυτοκυβέρνησης, ελευθεριακά κοινωνικά κέντρα, ελευθεριακά σχολεία, ελευθεριακοί δήμοι κοινότητες κλπ , οργανωμένοι από τα κάτω, δυνατότητα για όποιον επιθυμεί να προβεί σε κοινούς πειραματισμούς και οτιδήποτε άλλο έρχεται στο μυαλό που αντιπροσωπεύει και δείχνει την κοινωνία την οποία επιθυμούμε…».
Θα αφήσουμε σκόπιμα να αιωρείται το αφηρημένο, ανεπεξέργαστο του θέματος. Όχι γιατί είμαστε πιο έξυπνοι και έχουμε κάποια λύση στο τσεπάκι μας, αλλά για να αφεθεί η φαντασία όλων να οργιάσει και να αυτοσχεδιάσει, άλλωστε στην πράξη και στην καθημερινή ζωή επαληθεύονται η διαψεύδονται όλα.
6. Εν κατακλείδι (και αυτό έχει να κάνη με την προταγματικη μας αντίληψη) υποστηρίζουμε ότι:
Από την αρχαιότητα, ο όρος κομμουνισμός δεν σήμαινε μια μέθοδο αγώνα και πολύ λιγότερο μια συγκεκριμένη μέθοδο συλλογισμού, αλλά ένα κοινωνικό σύστημα βασισμένο στην ολοκληρωτικά ριζοσπαστική αναδιοργάνωση της κοινωνίας, στη βάση της κοινής ιδιοκτησίας του παραγόμενου κοινωνικού πλούτου, της κοινής απόλαυσης των καρπών της κοινής εργασίας από τα μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας, χωρίς κανείς να μπορεί να οικειοποιείται κάποιο κοινωνικό κεφάλαιο για τον εαυτό του για τα αποκλειστικά του οφέλη και να αποκλείσει ή να βλάψει τους άλλους. Ο κομμουνισμός πρέπει να συνθέτει την οικονομική-κοινωνική βάση μιας κοινωνίας που έχει μετασχηματιστεί μέσω μιας επαναστατικής διαδικασίας, ενώ η αναρχία είναι το πολιτικό της αποκορύφωμα.
Ο ελευθεριακός κομμουνισμός είναι η οικονομική-πολιτική διευθέτηση πάνω στην οποία θα μπορούσε να βασιστεί μια κοινωνία χωρίς κυβέρνηση. Η αυτοοργάνωση-αυτοδιεύθυνσης όλης τις δημόσιας σφαίρας, η άμεση δημοκρατία αναφορικά με τους τρόπους λήψης των αποφάσεων της ελευθερίας του λόγου του πράττειν του σκέπτεστε και του συνέρχεσθε βρίσκουν την κορύφωση τους στην αναρχία,(δηλαδή, στην απουσία κάθε κυβέρνησης από τα πάνω), ενώ η ελεύθερη και εθελούσια οργάνωση από τα « κάτω προς τα πάνω» των κοινωνικών σχέσεων, δηλαδή η αυτοκυβέρνηση είναι ο καλύτερος τρόπος να εφαρμοστεί ο κομμουνισμός. Η μια κατάσταση είναι, κατά τον αποτελεσματικότερο τρόπο, η εγγύηση τις άλλης και αντιστρόφως. Από εδώ και η συγκεκριμένη διατύπωση του Αναρχικού κομμουνισμού ως ιδανικού και ως κίνητρου για αγώνα.
Σημείωση
1) Δεν είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι οι καταπιεζόμενοι – εκμεταλλευόμενοι της σημερινής εποχής, θα ακολουθήσουν τον έναν ή τον άλλο δρόμο. Εκείνο, όμως, που μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα είναι, ότι χωρίς πλατιές μαζικές ελευθεριακές, αντιιεραρχικές, αντισυγκενρωτικές οργανώσεις, χωρίς λαϊκά αντιθεσμικά όργανα, χωρίς συνοχή θεωρίας και πράξης δεν μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο αγώνας. Ή που θα είναι αγώνας απελευθερωτικός ή που δε θα είναι! Καθώς δεν μπορεί να υπάρξει ελευθεριακη-αντιιεραρχική κοινωνία χωρίς ελευθεριακούς-αντιεξουσιαστές, και καθώς αυτοί δημιουργούνται μόνο από την ορθολογική συζήτηση και κατανόηση των αγώνων, εκείνοι που ήδη αντιπαρατίθενται στο κράτος και την ταξική κυριαρχία οφείλουν να υποστηρίξουν και να βοηθήσουν θετικά και πρακτικά αυτές τις διαδικασίες και τους αγώνες. Σ΄ αυτή την κατεύθυνση, είναι αναγκαία η δημιουργία ελευθεριακών συλλογικοτήτων δράσης (συμβούλια γειτονιάς, επιτροπές κατοίκων, συνεργατικές δράσεις, αυτόνομα συνδικάτα, πολιτιστικά στέκια, εργασιακά συμβούλια, σύλλογοι νέων και φοιτητών, οικολογικές ομάδες και οργανώσεις, οικοκοινότητες, κτλ), που μπορούν να μετατραπούν σε όργανα αποδόμησης του κρατικού και κομματικού ελέγχου και ρήξης με την υπάρχουσα κατάσταση. Αυτά τα όργανα αποδόμησης, σε οριζόντια διασύνδεση, συνεργασία και συντονισμό, τόσο για τα ιδιαιτέρα, τα τοπικά, όσο και για τα γενικότερα προβλήματα και ενδιαφέροντα τους, πρέπει να εμπεριέχουν ξέχωρα από το μερικό και το ολικό ζήτημα ανατροπής, μέσα από τη σύνδεση της καθημερινότητας με τα υπαρκτά προβλήματα που δημιουργεί αυτή η κοινωνία της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της μόλυνσης, σε μια διαδικασία αναπόσπαστη από την υπόθεση της συνολικής ρήξης και ανατροπής της κεφαλαιο-κρατικής κοινωνίας. Αυτές οι αυτοθεσμίσεις χρειάζεται να δημιουργούν το δικό τους πρότυπο ζωής, τη δική τους «εσωτερική» ζωή με τις δικές τους ανθρώπινες σχέσεις που είναι ενάντια στην αλλοτρίωση και ενάντια στην αποξένωση, όπου ο κάθε αγωνιστής, αλλά και ο καθένας καταπιεσμένος άνθρωπος, θα πρέπει να βρίσκει ζεστασιά, κατανόηση, αγάπη, θαλπωρή και αλληλεγγύη. Αυτές οι αυτοθεσμίσεις, αυτοί οι συλλογικοί οργανισμοί μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν την «αντι- κοινωνία» μας, το πρόπλασμα για την μετάβαση στην νέα κοινωνική ζωή.