Το καλοκαίρι του 1880 ο Πέτρος Κροπότκιν δημοσιεύει στην εφημερίδα LeRevolte, την οποία εξέδιδε κατά την περίοδο παραμονής του στη Γενεύη, ένα κείμενο σε συνέχειες με τίτλο «Auxjeunesgens». Σύντομα το κείμενο αυτό εκδίδεται και σε χωριστό φυλλάδιο, στο Παρίσι, και σε αγγλική μετάφραση στο Λονδίνο. Πρόκειται για ένα κείμενο άμεσο, ζωντανό και ενθουσιώδες. Απευθύνεται – σε δεύτερο ενικό πρόσωπο - στον νέο άνθρωπο, και ειδικότερα στον νέο γιατρό, επιστήμονα, δικηγόρο, μηχανικό, δάσκαλο, καλλιτέχνη, θέτοντας σε κάθε έναν από αυτούς τα ηθικά διλήμματα, με τα όποια θα βρεθούν αντιμέτωποι εάν αποφασίσουν να ασκήσουν με εντιμότητα το επάγγελμα που επέλεξαν. Κατόπιν απευθύνεται, επίσης σε δεύτερο πρόσωπο, στο νέο εργάτη και στη νέα γυναίκα-μητέρα, και, αφού τους υπενθυμίσει όσα αντιμετωπίζουν καθημερινά από την εκμετάλλευση που υφίστανται, τονίζει ότι η στράτευσή τους στο σοσιαλιστικό αγώνα αποτελεί γι’ αυτούς καθήκον. Η κατάληξη αυτή άλλωστε, η προσχώρηση δηλαδή και συμμετοχή στον αγώνα, αποτελεί κοινή συνισταμένη των επιχειρημάτων του Κροπότκιν, αφορά όλες τις κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες στις οποίες επιλέγει να απευθυνθεί, και κατ’ αυτόν αποτελεί το φυσικό επακόλουθο της στάσης κάθε ανθρώπου που θέλει να διατηρήσει την εντιμότητα και την αξιοπρέπειά του. Η διαπραγμάτευση γίνεται με λογικά επιχειρήματα, τα οποία καταλήγουν όμως στην ανάδειξη της ηθικής διάστασης των πραγμάτων και σε επίκληση του θυμικού.

 

Το κείμενο του Κροπότκιν είναι γραμμένο απλά και εύληπτα. Καταπιάνεται με καθημερινά πρακτικά προβλήματα και αποτελεί ένα αγωνιστικό κάλεσμα για τους νέους, τους νέους στην καρδιά και το πνεύμα, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στην πρώτη ήδη παράγραφο. Δεν περιέχει φιλοσοφικές ή οικονομικές αναλύσεις ούτε

 

προαπαιτεί θεωρητική κατάρτιση από τον αναγνώστη, προκειμένου αυτός να κατανοήσει το περιεχόμενό του. Λέξεις όπως αναρχισμός, αναρχικοί, κομμουνισμός, κομμουνιστές απουσιάζουν από το πρωτότυπο, ο συγγραφέας όμως με το κάλεσμά του ζητά από τους νέους να πυκνώσουν τις γραμμές των σοσιαλιστών και να παλέψουν για την επανάσταση. Η επιλογή του όρου «σοσιαλιστές» είναι συμβατή με τον τρόπο αυτοπροσδιορισμού, πού ήταν εν χρήσει στη Δυτική Ευρώπη από τις αναρχικού προσανατολισμού ομάδες κατά την εποχή που γράφει ο Κροπότκιν (1). Ταυτόχρονα όμως η επιλογή αυτή ίσως είχε επιπτώσεις στη μεταγενέστερη διάδοση και στην αποδοχή του έργου, τουλάχιστον όσον άφορα τον ελληνικό χώρο πού θα μας απασχολήσει εδώ.

 

Η εκδοτική τύχη του κειμένου αυτού του Κροπότκιν στην Ελλάδα παρουσιάζει ενδιαφέρον, καθώς γνώρισε πολλαπλές εκδόσεις σε διαφορετικές μεταφράσεις, και αποτέλεσε εκδοτική επιλογή προσώπων και πολιτικών κινήσεων που είχαν διαφορετικές ιδεολογικοπολιτικές αναφορές και ακολουθούσαν διακριτές πρακτικές πολιτικού αγώνα. Συνιστά έτσι ένα καλό παράδειγμα των σημείων υποδοχής που βρήκαν οι σοσιαλιστικές ιδέες στον ελληνικό χώρο και των διαδρομών που ακολούθησαν στο ταξίδι τους από τη Δυτική Ευρώπη. Στο σημείωμα αυτό δεν θα σταθούμε σε ζητήματα σχετικά με την πιστότητα και τα προβλήματα των μεταφράσεων που επιχειρήθηκαν, καθώς, ανεξάρτητα από το όποιο μεταφραστικό αποτέλεσμα, σημασία, κατά κύριο λόγο, είχε η επιλογή να προκριθεί το συγκεκριμένο κείμενο ως κατάλληλο όργανο για την προπαγάνδιση πολιτικών απόψεων. Από μία πρώτη, όχι εξαντλητική, έρευνα εντοπίστηκαν οι ακόλουθες εκδόσεις της μπροσούρας του Κροπότκιν σε ελληνική γλώσσα:

 

Καταρχήν το κείμενο μεταφράζεται και εκδίδεται στα ελληνικά το 1886, ελάχιστα δηλαδή χρόνια μετά την αρχική δημοσίευσή του, με τον τίτλο «Έκκλησις εις τους νέους», από τον Πλάτωνα Δρακούλη. Ο Δρακούλης, ο οποίος στην πρώτη αυτή φάση της πολιτικής του δραστηριότητας έχει επηρεαστεί από τη σκέψη του Κροπότκιν -είναι χαρακτηριστικό ότι τον επόμενο χρόνο μεταφράζει και εκδίδει άλλο ένα βιβλίο του με τίτλο «Εξέλιξις του νεωτεριστικού πνεύματος του ενεστώτος αιώνος» (2) - εντάσσει τη μετάφρασή του στην προσπάθεια διάδοσης των σοσιαλιστικών ιδεών (3). Στον πρόλογό του ο Δρακούλης καταγράφει τους λόγους που τον οδήγησαν στη μετάφραση: «Το έργον ου μετάφρασιν παρέχω τοις συμπολίταις μου, ας εκ των όρων υφ’ ους οι πολλοί των αναγνωστών θα κρίνωσι τας αρχάς τας υπαγορεύσασας την φράσιν αυτού, απαιτεί προδιάθεσιν οία ήθελε με ωθήσει εις διατριβήν πολλώ μακροτέραν του κυρίου κειμένου. Αναγκάζομαι εντεύθεν ν’ αποστώ το γε νυν, οφειλομένης μεν πλην ουχί επικαίρου ουδ’ εν καταλλήλω τόπω απαιτουμένης διεξηγήσεως των θεμελιωδών βάσεων της νέας Επιστήμης ήτις καλείται Socialisme και της φιλοσοφίας αυτής. Ευελπιστώ ότι βραδύτερον θα δυνηθώ να επιτελέσω το προς την πατρίδα καθήκον μου τούτο, εν τω μέτρω των ασθενών μου δυνάμεων» (σ. 5).

 

Ο Δρακούλης, 28 ετών τότε, αφιερώνει τη μετάφρασή του στη σπουδάζουσα νεολαία, χρησιμοποιώντας, όπως σε ολόκληρο το κείμενο άλλωστε, αρχαΐζουσα καθαρεύουσα: «Τη τάξει εκείνη της Ελληνικής κοινωνίας τη είπερ τις και άλλη καλουμένη να εννοήση την θέσιν της Ελλάδος εν τι ανθρωπότητι, είπερ τις και άλλη οφειλούση να ερευνά τους αναλλοιώτους νόμους της προόδου, την μεγίστην δ’ εντεύθεν υπεχούση ευθύνην επί τοις εφεξής σφάλμασι. - Τη σπουδαζούση νεότητι την μετάφρασιν ταύτην ως ώθησιν προς μελέτας προοδευτικάς ανατίθημι εύελπις» (σ. 3).

 

Δώδεκα χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή της στα ελληνικά, η μπροσούρα του Κροπότκιν εκδίδεται και πάλι, στην Πάτρα αυτή τη φορά, από τον Ιωάννη Μιλτ. Μαγκανάρα. Δεν δηλώνεται μεταφραστής φαίνεται όμως ότι χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση του Δρακούλη, με ορισμένες τροποποιήσεις που επιδίωκαν κυρίως να απαλύνουν την αρχαιοπρεπή καθαρεύουσα που είχε υιοθετήσει ο Δρακούλης. Ο Μαγκανάρας ήταν εκδότης της εφημερίδας «Επί τα Πρόσω» και της «Αναρχικής Βιβλιοθήκης», καθώς και δραστήριο μέλος αναρχοσοσιαλιστικής κίνησης, που συσπειρωμένη γύρω από την παραπάνω εφημερίδα ανέπτυξε, την περίοδο αυτή, σημαντική δράση στην αχαϊκή πρωτεύουσα και σε άλλες πόλεις της Πελοποννήσου (4). Η έκδοση του Προς τους Νέους εντάσσεται στην προπαγανδιστική δουλειά της ομάδας της Πάτρας, που την εποχή αυτή εκδίδει ακόμη τις μπροσούρες του Ιω. Μαγκανάρα, Ο γάμος εν κοινωνία του μέλλοντος, Πείνα και εξουσία, Η απόλυτος ελευθερία του ανθρώπου, καθώς και μετάφραση έργων των: Κροπότκιν, Το πνεύμα της Επαναστάσεως, Ιουλίου Γκραβ, Η κοινωνία την επαύριον της επαναστάσεως, Σ. Φωρ, Τι θέλουν οι Αναρχικοί (5). Το 1898 όμως υπήρξε χρονιά σκληρών διώξεων για το αναρχικό κίνημα της Πάτρας, με αφορμή τη δολοφονική απόπειρα που έγινε το Φεβρουάριο εναντίον του Γεωργίου Α'. Οι διώξεις αυτές ίσως οδήγησαν τον Ιω. Μαγκανάρα - ο οποίος ήδη είχε δικαστεί και καταδικαστεί για την πολιτική δράση του - να τοποθετήσει εξώφυλλο διαφορετικό από τη σελίδα τίτλου, παραλλάσσοντας και την ονομασία της σειράς από «Αναρχική Βιβλιοθήκη» σε «Κοινωνιολογική Βιβλιοθήκη».

 

Λίγα χρόνια αργότερα το Προς τους νέους δημοσιεύεται, σε δώδεκα συνέχειες από τον Ιανουάριο το Μάρτιο του 1908, στην εφημερίδα του Βόλου Ο Εργάτης, που τότε ήταν όργανο του Πανεργατικού Συνδέσμου «Η Αδελφότης» και διευθυνόταν από τον Κ. Ζάχο (6). Και σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση του Πλ. Δρακούλη με περιορισμένες αλλαγές στη διατύπωση, δεν αναγραφόταν όμως το όνομα του μεταφραστή. Σε συνέχειες επίσης το Προς τους νέους δημοσιεύεται τον Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 1912 στην εφημερίδα της Κέρκυρας Σοσιαλιστική Δημοκρατία που εκδιδόταν από το Σοσιαλιστικό Όμιλο Κέρκυρας με επικεφαλής τον Κ. Θεοτόκη και τον Αρ. Σίδερη (7). Επίσης τμήμα τουλάχιστον του έργου δημοσιεύτηκε στα 1915 στην εφημερίδα Οργάνωσις, που εκδιδόταν από το Σύνδεσμο των Εργατικών Τάξεων της Ελλάδος (8).

 

Η επόμενη έκδοση του κειμένου του Κροπότκιν, σε χωριστό φυλλάδιο, γίνεται στα 1911 και προέρχεται από τον χώρο των εργατικών σωματείων. Η έκδοση, με τίτλο Έκκλησις προς την νεολαίαν πραγματοποιείται από την Εφημερίδα των Εργατών, μια εφημερίδα που αρχικά εκδίδεται από τα εργατικά σωματεία της Αθήνας και κατόπιν μετατρέπεται σε όργανο του Εργατικού Κέντρου Αθηνών, μετά την ίδρυση του τελευταίου το 1910 (9). Η μετάφραση τη φορά αυτή ανήκει στον Σπ. Γ. Φραγκόπουλο, ο οποίος είχε πραγματοποιήσει πολλές μεταφράσεις έργων σοσιαλιστικής φιλολογίας. Ο Σπ. Φραγκόπουλος ήταν επίσης συνεργάτης του Μαρίνου Αντύπα στη δραστηριότητα που ανέπτυξε ο τελευταίος στην Κεφαλλονιά, τόσο μέσω του Λαϊκού Αναγνωστηρίου «Η Ισότης» του Αργοστολίου, όσο και μέσω της εφημερίδας Ανάστασις που εκδιδόταν στην Κεφαλλονιά κατά τα πρώτα χρόνια  του 20ού αιώνα. Αργότερα υπήρξε συνεργάτης της εφημερίδας των «Κοινωνιολόγων», Κοινωνισμός, που εκδόθηκε την περίοδο 1910-1911 στην Αθήνα (10).

 

Στα 1917 έχουμε μία ακόμη έκδοση του Προς τους νέους, σε μετάφραση αυτή τη φορά των Γ. Δούμα και Σπ. Κομιώτη, σε δημοτική γλώσσα. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε από τη Σοσιαλιστική Νεολαία, οργάνωση που, με ηγέτες τους Δημοσθένη Λιγδόπουλο καί Φραγκίσκο Τζουλάτη, πήρε μέρος στο ιδρυτικό συνέδριο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος (ΣΕΚΕ), απαρτίζοντας την «αριστερή» του πτέρυγα. Οι δύο μεταφραστές, φοιτητές τότε, ανήκαν στη Σοσιαλιστική Νεολαία και υπήρξαν στελέχη του σοσιαλιστικού κινήματος. Ο Σπ. Κομιώτης συμμετείχε στο πρώτο συνέδριο του ΣΕΚΕ, το Νοέμβριο του 1918, ως εκπρόσωπος της Σοσιαλιστικής Εργατικής Οργάνωσης Αθηνών, ενώ και οι δύο μετείχαν αρχικά στο ΣΕΚΕ ως μέλη της Κεντρικής του Επιτροπής ή άλλων καθοδηγητικών οργάνων (11). Κατόπιν πήραν μέρος από τις γραμμές του ΣΕΚΕ ή άλλων πολιτικών κινήσεων της εποχής στην έντονη ιδεολογική αντιπαράθεση που διεξήχθη κατά τη δεκαετία του 1920 στους κόλπους του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος (12).

 

Η έκδοση αυτή του Προς τους νέους αποτέλεσε αφορμή για να εξαπολυθούν, στα μέσα του 1918, διώξεις εναντίον της Σοσιαλιστικής Νεολαίας και των μεταφραστών, ενώ το βιβλίο κατασχέθηκε (13). Ο Μιχ. Οικονόμου, μέλος τότε της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, σε μεταγενέστερη διήγησή του αναβιώνει με παραστατικότητα το κλίμα της εποχής και της δίκης: «Τότε, ξέρετε, είχαμε στρατιωτικό νόμο, ο οποίος γενικά περιόριζε τις κινήσεις μας και τις διαθέσεις μας. Έτσι παραπέμφθηκαν σε δίκη, στο στρατοδικείο της οδού Ακαδημίας τότε, ο Γ. Δούμας και ο Κουμιώτης (νομίζω αυτοί οι δύο ήταν οι μεταφραστές), ο Λιγδόπουλος, ο Αργυρίου και ο Κατσάνος. Πρόεδρος του στρατοδικείου ήταν ο φοβερός και τρομερός Φατσέας, που καταδίκασε πολλούς κομμουνιστές αργότερα. Στη δίκη δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα και με τη δραστηριοποίηση όλων μας, αλλά κυρίως του Ν. Δημητράτου, της Φεντερασιόν, των συνδικάτων και των σοσιαλιστών βουλευτών Σίδερι και Κουριέλ. Η δίωξη έγινε γνωστή και στο εξωτερικό, δημοσιεύτηκαν διαμαρτυρίες και ψηφίσματα και φέραμε την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση. Θυμάμαι ότι η στάση πού τήρησαν όλοι ήταν αγέρωχη, με πρώτο το Λιγδόπουλο που έκανε μεγάλη εντύπωση όταν είπε στο Φατσέα. “Δεν ενδιαφέρομαι για την καταδίκη μου, αλλά βεβαιωθείτε, κύριε Πρόεδρε, ότι αυτή θα χρησιμεύσει για καθρέπτη, με τον οποίο ο κόσμος θα γνωρίσει τον πολιτισμό της σημερινής Ελλάδος. Ένα πολιτισμό, που δεν επιτρέπει την ελεύθερη ανάπτυξη των ιδεών, όποιες και αν είναι αυτές”. Έτσι, ενώ εμείς πηγαίναμε να τους ενθαρρύνουμε, μας έδωσαν κουράγιο αυτοί. Τελικά καταδικάστηκαν σε 4 χρόνια φυλακή και σε 6 χρόνια στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Βαριά ποινή. Ο πατέρας του Δούμα, όμως, που ήταν τσαγκάρης στην Πλάκα και παλιός αναρχικός στην Αίγυπτο καμάρωνε. Τους έκλεισαν πρώτα στις στρατιωτικές φυλακές στο Μοναστηράκι και μετά τους έστειλαν στο Ιντζεδίν στην Κρήτη. Εμείς συνεχίσαμε τις κινητοποιήσεις, τους γράφαμε και τους στέλναμε βιβλία. Τελικά, μετά από πέντε έξι μήνες ο Βενιζέλος τους έδωσε χάρη, μετά από αποφασιστική παρέμβαση του Άγγλου Εργατικού βουλευτή Χέντερσον» (14).

 

Στα κατοπινά χρόνια το κείμενο του Κροπότκιν γνώρισε επανειλημμένες επανεκδόσεις, με εκδότη είτε το ίδιο το ΣΕΚΕ είτε σχήματα πού ελέγχονταν από αυτό. Έτσι η αναφερόμενη ως δεύτερη έκδοση - της μετάφρασης των Γ. Δούμα και Σπ. Κομιώτη - γίνεται το 1920 από το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Ελλάδος, Εκδοτικό Τμήμα Νεολαιών, στα τυπογραφεία της εφημερίδας Εργατικός Αγώνας, που αποτέλεσε το επίσημο όργανο της Σοσιαλιστικής Νεολαίας και κατόπιν του ΣΕΚΕ. Η τρίτη έκδοση πραγματοποιήθηκε την ίδια χρονιά και πάλι από το ΣΕΚΕ, η τέταρτη το 1925 από το Σοσιαλιστικό Βιβλιοπωλείο, η πέμπτη το 1927 από την Εργατική Οργάνωση Ηπειρωτών Αθήνας-Πειραιά. Σε όλες αυτές τις επανεκδόσεις χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση των Γ. Δούμα και Σπ. Κομιώτη, χωρίς να αναγράφονται όμως οι μεταφραστές, πιθανόν λόγω των διώξεων πού είχαν προηγηθεί.

 

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι επανεκδόσεις του Προς τους νέους συνεχίζονται. Στα 1944 εκδίδεται από τις εκδόσεις Μαρή-Κοροντζή, ενώ λίγα χρόνια αργότερα η Εκδοτική Φιλολογική Εταιρία (Ε.Φ.Ε.), εκδοτικός οίκος προσκείμενος στο τροτσκιστικό Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδος, το επανεκδίδει και πάλι. Το βιβλίο ήταν το υπ’ αρ. 2 της σειράς «Μαρξιστική Βιβλιοθήκη της Ε.Φ.Ε», πραγματοποίησε δε δύο εκδόσεις, μία χωρίς χρονολογία έκδοσης και μία δεύτερη το 1956 (15). Και στις δύο αυτές περιπτώσεις έχει χρησιμοποιηθεί σιωπηρά η μετάφραση των Σπ. Κομιώτη και Γ. Δούμα, χωρίς να δηλώνεται το όνομα των μεταφραστών. Στα πρόσφατα χρόνια, μετά τη μεταπολίτευση του 1974, παρατηρείται μία ανανέωση του ενδιαφέροντος για το έργο αυτό του Π. Κροπότκιν και επανεκδόσεις του σε δύο τουλάχιστον νέες μεταφράσεις (16).

 

Η περιδιάβαση αυτή σε όσες ελληνικές εκδόσεις του Προς τους νέους έγινε δυνατό να εντοπισθούν έδειξε, νομίζω, την εξαιρετική εκδοτική του τύχη στην Ελλάδα, μέχρι τουλάχιστον την περίοδο του μεσοπολέμου, καθώς εκδόθηκε σε ελληνική γλώσσα λίγα μόλις χρόνια μετά την πρώτη του δημοσίευση και κατόπιν, στα επόμενα πενήντα χρόνια, γνώρισε διαδοχικές μεταφράσεις και εκδόσεις. Είχε μάλιστα μια ιδιαιτερότητα: υιοθετήθηκε ως όργανο προπαγάνδας και αποτέλεσε εκδοτική επιλογή από ευρύ φάσμα τάσεων και αποχρώσεων του σοσιαλιστικού κινήματος στον ελληνικό χώρο. Πράγματι, από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι το μεσοπόλεμο, την έκδοσή του επιχειρούν οι πρώτοι εκφραστές σοσιαλιστικών ιδεών στον ελληνικό χώρο, οι αναρχικοί, οι «κοινωνιολόγοι», τα εργατικά συνδικάτα, οι σοσιαλιστικές νεολαίες, οι κομμουνιστές, η αντιπολίτευση στο ΚΚΕ. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η γεωγραφική διασπορά των εκδόσεων, αφού εκδίδεται ως χωριστό φυλλάδιο ή δημοσιεύεται σε εφημερίδες στην Αθήνα, την Πάτρα, την Κέρκυρα και το Βόλο, στις σημαντικότερες δηλαδή πόλεις που είχαν συγκροτηθεί σοσιαλιστικοί πυρήνες.

 

Οι απανωτές αυτές εκδόσεις, παρότι δεν διαθέτουμε στοιχεία για το τιράζ τους, συνιστούν μια ένδειξη της διάδοσης του κειμένου, ιδιαίτερα μάλιστα αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η λειτουργία, που είχαν από τη φύση τους οι μπροσούρες αυτού του είδους, δεν ήταν να αγοραστούν για να διαβαστούν από έναν αναγνώστη και να τοποθετηθούν στη βιβλιοθήκη του, αλλά αντίθετα, μέσα από τη διακίνηση χέρι με χέρι, να εξασφαλίσει το κάθε αντίτυπο όσο το δυνατόν περισσότερους αναγνώστες.

 

Οι πολλαπλές εκδόσεις του συγκεκριμένου έργου αναδεικνύουν επίσης ορισμένες από τις όψεις και τα όρια της εκδοτικής δραστηριότητας που ανέπτυξαν οι ποικίλων ιδεολογικοπολιτικών προσανατολισμών σοσιαλιστικές κινήσεις μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, εποχή μετά από την οποία πλέον το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα προσαρμόζεται απόλυτα στις τότε επιλογές της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς. Σημειώνεται ότι στα τέλη της δεκαετίας αυτής, ήδη μια σειρά αξιόλογων στελεχών έχουν απομακρυνθεί από το ΚΚΕ, το οποίο αποκτά ομοιογένεια αλλά και μονολιθικότητα, ενώ παράλληλα οι διαχωριστικές γραμμές απέναντι στην εκτός ΚΚΕ αντιπολίτευση γίνονται πλέον οξείες και κάθετες.

 

Κοινό στοιχείο, όσων προσώπων ή πολιτικών κινήσεων επιχείρησαν εκδόσεις της μπροσούρας του Κροπότκιν στην Ελλάδα, είναι ότι διένυαν τα πρώτα βήματα της πολιτικής τους δράσης. Η έκδοση δηλαδή συνιστά κατά κάποιο τρόπο για τον καθέναν από αυτούς νεανική δραστηριότητα. Οι διαδοχικές αυτές εκδοτικές  προσπάθειες επικοινωνούν όμως ελάχιστα μεταξύ τους. Η επόμενη δημοσίευση δεν μνημονεύει την προηγούμενη, ενώ οι εκδόσεις, με εξαίρεση αυτή του Πλ. Δρακούλη, δεν περιέχουν εκδοτικά σημειώματα για το συγγραφέα, το έργο και τη μέχρι τότε υποδοχή του στον ελληνικό χώρο. Και αυτό συμβαίνει παρότι απέχουν μεταξύ τους λίγα μόνο χρόνια, και πρόκειται για βιβλία που απευθύνονται σε ένα περιορισμένο και οροθετημένο κοινό.

 

Η πληθώρα αυτή εκδόσεων και μεταφράσεων του κειμένου του Κροπότκιν γίνεται σε μία περίοδο που η έκδοση σοσιαλιστικών εντύπων - τόσο ελληνικών όσο και ξένων σε ελληνική μετάφραση - χαρακτηρίζεται μάλλον από ποιοτική και ποσοτική ένδεια. Οι επαναλαμβανόμενες λοιπόν εκδόσεις ίδιου έργου δεν είναι αποτέλεσμα εξάπλωσης των σοσιαλιστικών ιδεών και άνθησης των αντίστοιχων εκδόσεων. Αντίθετα μάλιστα, ίσως αποτελούν αντανάκλαση της βραχείας ιστορικής μνήμης που διέθεταν οι ομάδες που συναθροίζονταν στο ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα της εποχής, απηχούν την εμβρυώδη ανάπτυξή του και την αναιμική του συγκρότηση. Η επιτυχία του οφείλεται στο γεγονός ότι οι ελληνικές σοσιαλιστικές κινήσεις βρήκαν στο Προς τους νέους ένα κείμενο θερμό, ενθουσιώδες και εύληπτο, κατάλληλο να μεταβληθεί σε εύχρηστο εργαλείο πολιτικής ζύμωσης και προπαγάνδας. Βέβαια οι μεταφραστές δεν αποφεύγουν ορισμένες - χονδροκομμένες συχνά - προσαρμογές του κειμένου στις συγκυριακές επιδιώξεις ή στις πολιτικές τους απόψεις. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω παράδειγμα: Όλες οι αναφορές του Κροπότκιν στη λέξη «επανάσταση» μεταφράζονται από τον Πλ. Δρακούλη με τον όρο «κοινωνική μετατροπή», ενώ από την άλλη πλευρά όσες μνείες κάνει στους «σοσιαλιστές» και στο «σοσιαλισμό», μετατρέπονται σε «κομμουνιστές» και «κομμουνισμό» στη μετάφραση των Σπ. Κομιώτη και Γ. Δούμα.

 

Από την άλλη πλευρά η υιοθέτηση του κειμένου του Κροπότκιν από το σύνολο σχεδόν του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος, πιθανόν σχετίζεται με την έλλειψη επαρκούς γνώσης των απόψεων, των τάσεων και των διαχωρισμών, που είχαν διαμορφωθεί στο ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κίνημα. Είναι ίσως επακόλουθο των περιορισμένων σχέσεων των σοσιαλιστικών ομάδων του ελληνικού χώρου με το τελευταίο. Για παράδειγμα η απομάκρυνση των αναρχικών - οπαδών του Μπακούνιν και άλλων - από τη Σοσιαλιστική Διεθνή στο συνέδριο της Χάγης στα 1872, δεν φαίνεται να είχε κάποια επίπτωση στην αποδοχή του κειμένου του Κροπότκιν από τους έλληνες σοσιαλιστές, ενώ δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να συνδέει τις επανεκδόσεις πού πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 από το ΣΕΚΕ, με την εγκατάσταση και παραμονή του Κροπότκιν στην ΕΣΣΔ μέχρι το θάνατό του στα 1921 και τη στάση του απέναντι στην Οκτωβριανή επανάσταση. Η απουσία ιδιαίτερων αναφορών στις εσωτερικές διαιρέσεις και αντιπαραθέσεις του διεθνούς σοσιαλιστικού κινήματος στο γραπτό αυτό του Κροπότκιν διευκόλυνε λοιπόν τη χρησιμοποίηση του από τις ελληνικές σοσιαλιστικές κινήσεις, που είχαν πάθος και αγωνιστικότητα, δεν διέθεταν όμως επαρκείς δυνατότητες εκλέπτυνσης και εμβάθυνσης στους προβληματισμούς πού αναπτύσσονταν στο ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κίνημα της εποχής.

 

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

1. Βλ. πρόχειρα, όσα αναφέρει ο Π. Κροπότκιν στα άρθρα του «Αναρχικός Κομμουνισμός» και «Αναρχισμός», που δημοσιεύτηκαν αντίστοιχα το 1887 και το 1905 (σε ελληνική μετάφραση στον τόμο Νόμος και Εξουσία, Μετάφραση: Γ. Νταλιάνης, Αθήνα 1977, σ. 48-77).

 

2. Βλ. σχετικά Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα από το 1875 ώς το 1974, τ. Α', Αθήνα 1990, σ. 60-61,165,186-187.

 

3. Ο Κων. Χατζόπουλος μάλιστα σε μελέτημά του με τίτλο «Το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα», που γράφτηκε στα γερμανικά το 1914 αλλά παρέμεινε αδημοσίευτο μέχρι πρόσφατα, υποστηρίζει, χωρίς τεκμηρίωση όμως, ότι ο Πλ. Δρακούλης με τη μετάφραση αυτή επιδίωξε να αποσπάσει τη συμπάθεια της ελληνικής βασιλικής οικογένειας προς τις σοσιαλιστικές ιδέες (το χειρόγραφο του Κ. Χατζόπουλου δημοσιεύει ο Μάρκ. Γκιόλιας, Το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα και ο Κώστας Χατζόπουλος, Αγρίνιο 1996, σ. 500-501). Ανεξάρτητα πάντως από την ακρίβεια της επισήμανσης αυτής, ο Δρακούλης χρησιμοποίησε τη μπροσούρα του Κροπότκιν για να προσελκύσει συνδρομητές στο περιοδικό του, «Άρδην», προσφέροντας ένα αντίτυπο του έργου σε καθέναν που θα ενέγραψε τρεις νέους συνδρομητές (βλ. ενημερωτικό κείμενο για το «Άρδην» στο τέλος του Π. Κροπότκιν, Έκκλησις εις τους νέους, Αθήνα 1886, σ. 51. Βλ, επίσης Θ. Μπενάκης, «Εισαγωγή στη ζωή και τη δράση του Πλάτωνα Δρακούλη», στο Πλ. Δρακούλης, Το εγχειρίδιον του εργάτου ήτοι αι βάσεις του σοσιαλισμού, 8η έκδοση, Αθήνα 2000, σ. 9).

 

4. Βλ. Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική, ό.π., τ. Α', σ. 85-86,278-279.

 

5. Για τη δράση του Ι. Μαγκανάρα και της ομάδας του βλ. όσα αναφέρονται από τον Εργατικό Αναρχικό Σύνδεσμο Αθήνας στην έκθεσή του προς το Διεθνές Επαναστατικό Συνέδριο, πού συνήλθε στο Παρίσι το 1900 (δημοσιεύεται από τον Κ. Μοσκώφ, Εισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης. Η διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα,  Αθήνα 1985 (1985 2 σ. 168-171). Βλ. επίσης Μ. Δημητρίου, Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα τ. Α', Από τους μαρξιστές στους ουτοπιστές, Αθήνα σ. 219-223 και Β. Λάζαρης, Πολιτική ιστορία της Πάτρας, τ. Α', Αθήνα 1986, σ. 302-309, 317-318.

 

6. Βλ. αναλυτικά εφημερίδα Ο Εργάτης 3 (6/1/1908) σ.4, 4 (12/1/1908) σ.3-4, 5 (19/1/1908) σ.4, 6 (26/1/1908) σ.4, 7 (31/1/1908) σ. 4, 8 (9/2/1908) σ. 4, 9  (16/2/1908) σ. 4, 10 (23/2/1908) σ. 34, 11 (1/3/1908) σ. 3-4, 12 (8/3/1908), σ. 2, 13 (15/3/1908) σ. 3, 141908), σ. 4.

 

7. Βλ. Μ. Γκιόλιας, Το εργατικό κίνημα, ό.π., σ. 310-311.

 

8. Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική, ό.π., τ. Β', μέρος Α', Αθήνα 1\V)^, σ. 342.

 

9. Βλ. σχετικά Σπ. Λουκάτος, Μαρίνος Σπ. Αντύπας Η ζωή - Η εποχή - Η Ιδεολογία - Η δράση - και η δολοφονία, Αθήνα, σ. 72-73, 144-145 και 139-140, όπου και κείμενο του Σπ. Φραγκόπουλου για τον Μ. Αντύπα), και Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική, ό.π., τ. Β’ μέρος Α', σ. 259-261.

 

10. Βλ. Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική, ό.π., τ. Β', μέρος Α', σ. 82-83, 259-262, 401 και ο ίδιος, Η σοσιαλιστική, ό.π., τ. Β’, μέρος Β’, Αθήνα 2 1994 σ. 461.

 

11. Βλ. σχετικά Το πρώτο συνέδριο του ΣΕΚΕ. Πρακτικά, Αθήνα 1982, σ. 134 Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας. Επίσημα Κείμενα, τ. Α' 1918-1924, Αθήνα 1974, σ. 3-4, 38, 80, 146 Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Α' 1918-1949, Αθήνα, 2 1996, σ. 108. Ο Γ. Δούμας ήταν γιος του Ν. Δούμα, συνδικαλιστή τσαγκάρη, εκδότη σοσιαλιστικών εφημερίδων και συγγραφέα επαναστατικών φυλλαδίων που είχε αναπτύξει πλούσια δράση στην Αίγυπτο και στην Αθήνα (βλ. Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική, ό.π., τ. Β', μέρος Α’, σ. 448-449, 453 του ίδιου, «Ο Καβάφης, ο Σκληρός και η κίνηση των σοσιαλιστικών ιδεών στον αιγυπτιακό ελληνισμό της εποχής τους», π. Ουτοπία, τχ. 1, Μάιος-Ιούνιος 1992, σ. 103-104).

 

12. Ο Σπ. Κομιώτης και ο Γ. Δούμας ανήκουν στην ομάδα στελεχών που παραιτήθηκαν το 1919 από το ΣΕΚΕ, με στόχο να το πιέσουν να προσχωρήσει στην Τρίτη Διεθνή και ίδρυσαν το περιοδικό Κομμουνισμός, και λίγο αργότερα την πολιτική ομάδα Κομμουνιστική Ένωση. Επανέρχεται στο ΣΕΚΕ το 1921 για να αποχωρήσει και πάλι στο 1924 βλ. Θ. Νικολόπουλος, Η άλλη όψη του ελληνικού εργατικού κινήματος (1918-1930), Αθήνα 1983, σ. 35, 39-40, 79 Κ. Καστρίτης, Ιστορία του Μπολσεβικισμού-Τροτσκισμού στην Ελλάδα, μέρος Α', [Αθήνα] χ.χ., σ. 57-58 και Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική σκέψη, ό.π., τ. Β', μέρος Β', σ. 49, 107. Ο Γ. Δούμας συνέχισε τις μεταφράσεις σοσιαλιστικών έργων. Στα 1927 μάλιστα εκδίδεται σε μετάφραση δική του και του Π. Πουλιόπουλου ο πρώτος τόμος του Κεφαλαίου του Κ. Μαρξ, ενώ το 1945 συμμετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εκπαιδευτικού Ομίλου που επιχειρείται να ανασυσταθεί (βλ. Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική σκέψη, ό.π., τ. Γ', Αθήνα 1993, σ. 371,469).

 

13. Η κατάσχεση του βιβλίου σημειώνεται στο οπισθόφυλλο του: Κ. Μαρξ - Φ. Ένγκελς, Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, Αθήνα, εκδ. Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Ελλάδος, Εκδοτικό Τμήμα των Νεολαιών, 1919, όπου δημοσιεύεται κατάλογος σοσιαλιστικών βιβλίων που έχει εκδώσει το Εκδοτικό Τμήμα των Νεολαιών.

 

14. Η μαρτυρία του Μ. Οικονόμου δημοσιεύεται από τον Μ. Δημητρίου, Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα, ό.π., σ. 315. Στο γεγονός αναφέρεται επίσης ο Αβρ. Μπεναρόγιας, Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, Επιμέλεια: Άγγ. Ελεφάντης, Αθήνα, 2 1986, σ. 103-104, και μνεία του γίνεται από τον Γ. Κορδάτο, Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, 7η έκδοση, Αθήνα χ.χ., σ. 296 Βλ. επίσης Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική, ό.π., τ. Β', Α' μέρος, σ. 114.

 

15. Βλ. Π. Νούτσος, Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα από το 1875 ως το 1974, τ. Δ’, Αθήνα 1994, σ. 439.

 

16. Η άνθηση της πολιτικής δραστηριότητας κατά την περίοδο αυτή δημιούργησε νέα ζήτηση για το Προς τους νέους του Κροπότκιν, το οποίο επανεκδόθηκε και πάλι από εκδοτικούς οίκους πού ειδικεύονταν στην έκδοση κλασικών κειμένων αναρχικής φιλολογίας. Το κείμενο πραγματοποίησε τρεις εκδόσεις στην Αθήνα από τον εκδοτικό οίκο «Ελεύθερος Τύπος», σε μετάφραση του Ν. Β. Αλεξίου, και μία έκδοση στη Θεσσαλονίκη από τον εκδοτικό οίκο «Κατσάνος», σε μετάφραση του Β. Τομανά (τα σχετικά βιβλία φέρουν τον τίτλο Προς τους νέους, περιέχουν όμως μεταφράσεις και άλλων κειμένων του Κροπότκιν).

 

17. Ευχαριστώ θερμά τον Φίλιππο Ήλιου και την Πόπη Πολέμη για τη συνδρομή τους στον εντοπισμό εκδόσεων του βιβλίου.

 

 

* Άρθρο του Δημήτρη Δημητρόπουλου, που δημοσιεύθηκε το περιοδικό «Αρχειοτάξιο» των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ), τεύχος 3, Μάϊος 2001.