Ο Helmut Kirchey γεννήθηκε στις 22 Γενάρη 1913 στο Elberfeld. Ο πατέρας του ήταν δραστήριο μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και πέθανε το 1917. Καθώς η πείνα απείλησε την οικογένεια, η μητέρα του Helmut αναζήτησε εργασία στη Γαλλία. Η μητέρα του ήταν το πρώτο μέλος του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (USPD) που αντιτάχθηκε στον πόλεμο και το 1920 εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα (KPD). Η ίδια ήταν, επίσης, στέλεχος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Θυμάτων Πολέμου, που αγωνιζόταν για παροχή συντάξεων στα θύματα και τις χώρες του πολέμου. Τον Μάη του 1924 εκλέχθηκε δημοτική σύμβουλος με το KPD στο Elberfeld. Πέθανε τον ίδιο χρόνο μετά από κάποια εμπλοκή στην υγεία της και μια εγχείρηση, σε ηλικία 40.χρόνων.

Η αφοσίωση και αγωνιστικότητα της μητέρας του είχαν μεγάλη επίδραση στον Helmut κάτι για το οποίο ο ίδιος μιλούσε πάντα με υπερηφάνεια. Οι 3 μεγαλύτεροι αδελφοί του ήσαν δραστηριοποιημένοι στο KPD με τον Helmut και τον μικρότερο από όλους αδελφό να εντάσσονται στις παιδικές οργανώσεις τους κόμματος, τους Κόκκινους Πιονέρους και μετέπειτα στην Κομμουνιστική Νεολαία.

Αλλά σε αντίθεση με τους αδελφούς του που παρέμειναν στο Κομμουνιστικό Κόμμα, ο Helmut εγκατέλειψε την Κομμουνιστική Νεολαία το 1931 και εντάχθηκε στην Αναρχοσυνδικαλιστική Νεολαία (SAJD) και την Ελεύθερη Ένωση Εργατών (FAUD - Freie Arbeiter Union), την αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση που ιδρύθηκε από τον Rudolf Rocker και άλλους. Αντιτάχθηκε στον συγκεντρωτισμό του KPD και τα εγκλήματα του Stalin και η αντιεξουσιαστική ατμόσφαιρα του αναρχοσυνδικαλιστικού κινήματος τον ευχαρίστησε αρκετά.

Οι αναρχοσυνδικαλιστές του Wuppertaler δεν ήσαν αρκετοί, αλλά ήσαν οι πιο δραστήριοι από όλες τις ομάδες της SAJD και έγιναν κάτι σαν σπίτι και οικογένεια γι’ αυτόν, επειδή μετά από μια διαφωνία με την αδελφή του εγκατέλειψε το σπίτι όπου έμεναν το 1931. Από το 1932, ο Helmut ζούσε στο σπίτι της οικογένειας αναρχικών Benner. Οι 3 γιοι της οικογένειας, ο Fritz, ο Willi και ο Eugen, ήσαν δραστήρια μέλη της SAJD και της FAUD. Οι αναρχικοί του Wuppertal συγκρότησαν μια μαχητική αντιφασιστική οργάνωση με το όνομα «Die Schwarzen Scharen» («Το Μαύρο Πλήθος»), τα μέλη της οποίας ντύνονταν στα μαύρα και έφεραν όπλα για να αντιμετωπίζουν τους ναζιστές στους δρόμους. Μετά από μια έρευνα της αστυνομίας στο σπίτι βρέθηκε ένα όπλο πάνω στον Helmut και φυλακίστηκε για ένα μικρό διάστημα.

Τον Μάρτη του 1933 συνελήφθη στο δρόμο. Οι ναζιστές τον αναγνώρισαν και ετοιμάστηκαν να του επιτεθούν. Αλλά τότε η κ. Benner που ήταν μαζί του έβαλε τα κλάματα και άρχισε να φωνάζει και μαζεύτηκε πλήθος να δει τι γίνεται, κάτι που απέτρεψε μεν την επίθεση των ναζιστών, αλλά κατέφθασε η αστυνομία και συνέλαβε τον Helmut. Στάλθηκε σε μια παλιά φυλακή που είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης μέχρι τον Νοέμβρη του 1933, όταν απελευθερώθηκε, αλλά τέθηκε υπό την παρακολούθηση της Γκεστάπο και κατέφυγε στο Άμστερνταμ. Εκεί δραστηριοποιήθηκε στην αναρχοσυνδικαλιστική ομάδα του εξωτερικού (DAS) που ήταν το εξόριστο τμήμα της FAUD. Οι αναρχοσυνδικαλιστές στην Ολλανδία ήταν ελάχιστοι, γύρω στους 3.000, οι περισσότεροι άνεργοι εξαιτίας της τότε οικονομικής κρίσης. Παρ’ όλα αυτά, στάθηκαν ικανοί να υποστηρίξουν τους εξόριστους Γερμανούς συντρόφους τους και ο Helmut εντυπωσιάστηκε αρκετά απ’ αυτή την αλληλεγγύη.

Όταν ξέσπασε ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος και η Επανάσταση το 1936, ο Helmut μαζί με τον Fritz Benner – ο οποίος είχε επίσης εγκαταλείψει τη Γερμανία το 1935 – και δύο άλλοι σύντροφοί τους, ταξίδεψαν με πλαστά διαβατήρια στην Ισπανία. Στα σύνορα τους καλωσόρισαν οι αναρχικές πολιτοφυλακές. Στην Βαρκελώνη έζησαν αρχικά σε μια πολυτελή κολλεκτιβοποιημένη έπαυλη όπου ο Helmut φόρεσε πυτζάμες για πρώτη φορά! Αργότερα, πήγαν να μείνουν σε μια άλλη έπαυλη του πρώην αρχηγού των Ισπανών ναζιστών ο οποίος ήταν δικηγόρος και νομικός σύμβουλος της εταιρίας Merck. Εδώ υπήρχαν 40 ακόμα Γερμανοί αναρχικοί.

Μετά από διάφορες εσωτερικές διαμάχες στην γερμανική ομάδα, ο Helmut πήγε τον Φλεβάρη του 1937 στο μέτωπο και συμμετείχε στη διεθνή ομάδα της Φάλαγγας Ντουρρούτι. Σε μια αρκετά φονική μάχη στην Tardienta σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν σοβαρά σχεδόν οι μισοί από τους 102 διεθνείς εθελοντές. Πολύ αργότερα, ο ίδιος παραδέχθηκε ότι «ποτέ πριν στη ζωή μου δεν ένιωσα τόσο φόβο, φοβήθηκαν τόσο που χέστηκα πάνω μου. Παρ’ όλα αυτά, συνέχισα να μάχομαι, αν και η μάχη χάθηκε».

Κατά τη διάρκεια των Ημερών του Μάη του 1937, ο Helmut συνελήφθη μαζί με άλλους Γερμανούς αναρχικούς και φυλακίστηκε από τους σταλινικούς σε μυστικές φυλακές στην Βαρκελώνη και την Βαλένθια, ενώ κρατήθηκε μέχρι τον Απρίλη του 1938 στις φυλακές Segorbe. Μετά την απελευθέρωσή του δεν μπορούσε να μείνει πλέον στην Ισπανία. Πέρασε μερικούς μήνες στη Γαλλία και την Ολλανδία και, τελικά, στις αρχές του 1939 έφτασε στο Gothenburg της Σουηδίας. Εκεί μαζί πάντα με τον Fritz Benner και τον ναυτικό Hans Vesper, μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Εργατών Μεταφορών (ITF), δραστηριοποιήθηκαν παράνομα τα χρόνια του πολέμου. Το 1940 ήταν ιδιαίτερα κακή χρονιά γι’ αυτόν από ψυχολογική και οικονομική πλευρά, αλλά συνάντησε όμως την μετέπειτα συντρόφισσά του με την οποία παντρεύτηκαν.

Στη δεκαετία του 1950, ο Helmut κράτησε αποστάσεις από το αναρχικό κίνημα. Απογοητευμένος από παλιούς και στενούς συντρόφους και εξαιτίας πολιτικών διαφορών, εντάχθηκε στο σουηδικό κομμουνιστικό κόμμα, παρ’ ότι εναντιώθηκε στη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968 και παρ’ ότι υπέφερε αρκετά από τους σταλινικούς στην Ισπανία.

Ωστόσο, δεν αρνήθηκε ποτέ το αναρχικό του παρελθόν και στα τέλη της δεκαετίας του 1990, επανήλθε έχοντας συνάψει σχέσεις με τη σουηδική αναρχοσυνδικαλιστική SAC. Τα τελευταία 5 χρόνια της ζωής του έγινε δημόσιο πρόσωπο μιλώντας σε σχολεία και πανεπιστήμια για τις εμπειρίες του ως Γερμανός αναρχικός, αντιφασίστας και μαχητής στην Ισπανία.

Πέθανε στις 23 Αυγούστου 2003 στο Gothenburg.

* Γράφτηκε από τον Nick Heath και δημοσιεύτηκε στο libcom.org Ελληνική μετάφραση «ούτε θεός-ούτε αφέντης», 1 Γενάρη 2008.

http://ngnm.vrahokipos.net