Στη Μεγάλη Βρετανία σήμερα η κρατική καταπίεση είναι ένα μέρος της καθημερινής ζωής, είτε πρόκειται για αλλοτρίωση, ένδεια ή οποιαδήποτε άλλη πηγή βασάνων από μια μυριάδα που υπάρχουν. Η κοινωνία τείνει να αποτυγχάνει και οι ιδιαίτερες ανάγκες μας δεν ικανοποιούνται. Ο αναρχο-συνδικαλισμός είναι μια απάντηση στην καταπίεση και ο στόχος του είναι να βρει ποιες είναι οι πηγές της καταπίεσής μας αυτήςι, τι θα τις υπερνικούσε και πώς μπορούμε καλύτερα να οδηγήσουμε την δραστηριότητά μας προς αυτόν τον στόχο.

Έχουμε ήδη το πνεύμα: κάθε ημέρα ασκούμε την αλληλεγγύη και την αμοιβαία μας ενίσχυση. Βοηθάμε τους ανθρώπους πέρα από το δρόμο, κάνουμε τις είτε συνηθισμένες είτε περίεργες εργασίες ο ένας για τον άλλον ως εύνοιες και μοιράζουμε τη χαρά για τα αποτελέσματα των κόπων μας ο ένας στον άλλο. Το 60% της εργασίας μας γίνεται εθελοντικά. Η εκτροφή των παιδιών, τα οικιακά, η ενίσχυση της οικογένειας και των φίλων, για να μην αναφέρουμε ένα ακόμα ευρύτερο φάσμα δραστηριοτήτων εθελοντικής εργασίας που εμπίπτουν σ’ αυτήν την κατηγορία.

Το σημαντικό είναι κάνουμε όλα αυτά τα πράγματα πέρα και έξω από την κεφαλαιοκρατία και το κράτος, που τροφοδοτούν συνεχώς το μύθο ότι δεν είμαστε όπως αυτοί, ότι είμαστε εγωιστές, αντικοινωνικοί, ότι χρειαζόμαστε ένα «ειδικό» σύστημα για να «ρυθμιστούμε» καταλλήλως και να ικανοποιήσουμε το οιονεί φυσικό (natural) κίνητρο της κοινωνίας.

Τα πραγματικά κίνητρά μας ως κοινωνικοί άνθρωποι καταδεικνύονται με την απόφασή μας να ζήσουμε μαζί κατά ομάδες, αρχικά. Η κοινωνία είναι το αποτέλεσμα της συγκέντρωσης των ανθρώπων προς το αμοιβαίο όφελός τους. Η κοινωνία είναι που μας επιτρέπει την αλληλοϋποστήριξη, τους πόρους και την ελευθερία ώστε να αναπτυχθεί ως ένα δυνάμει αυτόνομο μέσον των ενεργειών μας. Η αίσθηση του μεμονωμένου «μοναδικού τύπου» ανθρώπου είναι, επομένως, ένα αποτέλεσμα της αυτοδομικής κοινωνίας καθεαυτής. Μέσω της κοινωνίας έχουμε αναπτύξει την επικοινωνία, τη συγκέντρωση των πόρων μας, τον ελεύθερο χρόνο μας, τον πολιτισμό μας και - εν ολίγοις - την προσωπικότητα μας. Η κοινωνική συμπεριφορά μας δεν είναι μοναδική: πολλά ζώα στο φυσικό τους περιβάλλον έχουν τα δικά τους «κοινωνικά δίκτυα» επίσης.

Η κοινωνία είναι ο φορέας μέσω του οποίου έχουμε καταφέρει - και είναι σαφές - το γεγονός ότι μπορούμε να αναπτυχθούμε, να λάβουμε τη συλλογική ασφάλεια, τον ελεύθερο χρόνο (και επομένως, ενδεχομένως, την διεκδικούμενη ελευθερία όλων) και γινόμαστε, προπάντων, ευδιάκριτα άτομα-μονάδες.


Δυστυχώς, η κοινωνία δεν είναι μόνο μια πιθανή πηγή αναζήτησης της ταυτότητας της ανθρωπότητας. Μπορεί επίσης να είναι και δυνάμει καταπιεστική από μόνη της - ανάλογα με το πώς οργανώνεται και κτίζεται από τα ίδια της τα μέλη. Η σύγχρονη κοινωνία δεν μπορεί να είναι απόλυτα «σωστά» δομημένη ή οργανωμένη, αλλά είναι - ή προσπαθεί τουλάχιστον να είναι - ανάλογα με τον επιδιωκόμενο στόχο, μη αυτάρκης (ως ένα βαθμό). Αυτό είναι προφανές στον καθένα που έχει «περπατήσει πάντα έξω από τους κατεστημένους κανόνες» (rules/law/social norms), βλέποντας ανεξάρτητα από το πόσο βολικό φαίνεται επιφανειακά (σε πρωτογενές πλαίσιο), πώς είναι οργανωμένη στην πραγματικότητα.

Δεν υπάρχει κανένα τέτοιο πράγμα όπως π.χ. η ελευθεριότητα ή αυτοδιαχείρηση των συναλλαγών, οι ελεύθερες/τοπικές/αμεσοδημοκρατικές ψηφοφορίες ή η ελεύθερη έκφραση (σε όλες της τις εκφάνσεις) στη σημερινή κοινωνία, μια κοινωνία στην οποία ο άνθρωπος για να αναδειχθεί ή, έστω, να επιβιώσει, εξαρτάται σχεδόν από τα χρήματα και τη δύναμη που «δανείζεται» κάθε φορά - είτε λίγο είτε πολύ - από το κατεστημένο.

Η ελευθερία καθεαυτή όταν «χρησιμοποιείται» από το κράτος και την κεφαλαιοκρατία, είναι - σε πραγματικά μεγέθη – μια κενή ρητορική και ασφαλώς εξυπηρετεί συγκεκριμένους και μόνο σκοπούς. Η πραγματική ελευθερία μπορεί μόνο να συμβεί με την αφαίρεση της απόλυτης αρχής, της κατοχής και της ανισότητας στα πλαίσια που εκείνες αντιπροσωπεύουν. Η κοινωνική ελευθερία και η μεμονωμένη ελευθερία συσχετίζονται άμεσα - σε όλα τα πολιτικοκοινωνικά επίπεδα - και ο αναρχο-συνδικαλισμός επιδιώκει την πάντα μεγαλύτερη, πραγματική και χειροπιαστή ελευθερία στην κοινωνία, δεδομένου ότι αυτό θα οδηγήσει στην πιο μεμονωμένη ελευθερία (δηλ. τον αλληλοσεβασμό μεταξύ των ατόμων σ’ όλους τους τομείς).

Ένας κόσμος πλούσιος και φτωχός, μακριά από την ενθάρρυνση του «υγιεινού ανταγωνισμού» (ανταγωνισμού, που δεν είναι δυνατόν να εξελίσσεεται προς γενικό όφελος του συνόλου της κοινωνίας), που οδηγεί αναπόφευκτα στην καταπίεση, στην εκμετάλλευση και στη διάκριση μεταξύ των πάντων. Αυτό δημιουργεί στη συνέχεια μια βαθιά και διαρκή αίσθηση της αδικίας, της ενοχής, της αβεβαιότητας, και της ανεπάρκειας (είτε υλική είναι αυτή είτε ηθική). Για να επιδιώξει και να οδηγήσει σε περισσότερες - καθαρά επιδιωκόμενες όσο το δυνατόν προς όφελος της ελίτ - ανισότητες, όπως η κεφαλαιοκρατία, πρόκειται να εντείνει αυτές τις ανθυγιεινές, καταπιεστικές δυνάμεις μέσα σ’ όλες τις ευαίσθητες δομές της κοινωνίας. Η κύρια αντίθεση αυτού (ο «άλλος πόλος») πρόκειται να επιδιώξει να εντείνει την ελευθερία φυσικά αντί αυτού (ο διακαής πόθος της ελίτ). Σε μια αμοιβαία και ελεύθερη κοινωνία, με την ίση και ελεύθερη πρόσβαση στις παραγωγικές προσπάθειές μας, εξ ορισμού δεν μπορεί να υπάρξουν πια άλλοι «πλούσιοι και φτωχοί» (δηλ. το status quo της κοινωνικο-οικονομικής ανισότητας. Αυτό είναι μια βάση, μια αφετηρία από την οποία μπορούμε να επιδιώξουμε περισσότερη ελευθερία σε όλα της τα επίπεδα (όπως αναφέραμε προηγούμενα).

Ο αναρχο-συνδικαλισμός ακολουθεί πάντοτε αυτά τα χνάρια, ως κοινωνικές και πανανθρώπινες αναγκαιότητες και υπό αυτήν τη μορφή είναι η διαρκή αντίθεση της κεφαλαιοκρατίας και του κράτους.

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Μόλις μπούμε - από τους κεφαλαιοκράτες, τους πολιτικούς, τους δικηγόρους και τους κληρικούς - στην βίαιη «αποδοχή» μιας ακατέργαστης διαπραγμάτευσης των πάντων και σε κάθε δυνατό στάδιο και το «δεχτούμε» επίσης βίαια τι μπορεί να γίνει γι’ αυτό;

Βασικά, υπάρχουν τρεις επιλογές: Αρχικά, υπάρχει κοινωνική δημοκρατία. Η κοινωνική αστική «δημοκρατία» ήταν κυρίαρχη στη δυτική Ευρώπη μετά από 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Άρχισε να καταρρέει γύρω στα μέσα της δεκαετίας του '70, όταν αναγκάστηκε - από την οικονομική κατάρρευση των Μεγάλων Δυνάμεων - να αποκαλύψει τις πρώτες «ρωγμές» της για να επανεμφανιστεί μ’ άλλη μορφή πλέον. Δεδομένου ότι έγινε σαφές ότι η εργασία δεν ήταν πλέον ευάριθμη, η κεφαλαιοκρατία επέστρεψε στην ολοκληρωτική και ολομέτωπη επίθεση. Στη Μεγάλη Βρετανία, η πολιτική της Margaret Thatcher χάριν της «ενίσχυσης» του κεφαλαίου, αν και οικονομά «αδύνατη» να πραγματοποιηθεί, το μόνο αποτέλεσμα που είχε ήταν οι στρατιές εκατομμυρίων ανέργων. Η ανεξέλεγκτη κεφαλαιοκρατία καθιερώνεται για μια φορά ακόμα και έχουμε την υποχρέωση …δια νόμου βεβαίως, «να αποδεχθούμε ότι εναλλακτικές λύσεις επ’ αυτού δεν υφίστανται» και ότι γενικώς… «η Αγορά είναι αυτή που πρέπει να αποφασίσει για σας».

Η ιδέα ότι τα κτήνη της κεφαλαιοκρατίας και του κράτους μπορούν να εξημερωθούν έτσι και κατ’ αυτόν «τον τρόπο» ώστε να συμπεριφερθούν λιγότερο αυταρχικά σ’ εμάς, απορρίπτεται ολοκλήρωτικά. Κανένας δεν το ξέρει αυτό καλύτερα από τους ίδιους τους σοσιαλδημοκράτες και τα «κεντροαριστερά» συμβαλλόμενα μέρη σε ολόκληρη την Ευρώπη, που φυσικά πλέον, γρήγορα και ήσυχα, έχουν αναιρέσει οποιαδήποτε ιδέα για ένα σοσιαλιστικού τύπου κράτος και έχουν συντρίψει σχεδόν τα πάντα (κοινωνικές παροχές, ουμανιστικές ιδεολογίες, εργατικά κεκτημένα κτλ.) στο διάβα τους, στην άτακτη φυγή για να «αγκαλιάσουν» την ελεύθερη αγορά.

Η δεύτερη επιλογή, είναι η δημιουργία ενός σοσιαλιστικού κράτους: Αυτό έχει αποκληθεί ως κρατικά ελεγχόμενη κεφαλαιοκρατία ή κρατικός «κομμουνισμός». Η μαρξιστική ιδέα ότι το κράτος μπορεί να αναλάβει από την κεφαλαιοκρατία και να τρέξει την οικονομία μέσω του κρατικού ελέγχου προς όφελος του καθενός δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα πολύ, πολύ δυσάρεστο και κακόγουστο αστείο, ή θα ήταν, εάν εκατομμύρια ανθρώπων δεν είχαν εξοντωθεί ποικιλοτρόπως, στην προσπάθεια των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού» να επιβάλλουν το σύστημά τους. Το μόνο που έγινε ήταν να αποδειχθεί, υπεράνω αμφιβολίας μάλιστα, ότι ο οποιοσδήποτε και ο κάθε «κομμουνιστής» ηγέτης είναι ένας αντικοινωνικός και εφιαλτικός «δυνάμει απόλυτος κυρίαρχος» και πραγματικός τύραννος.

Για τους ελευθεριακούς (libertarians), τους αναρχικούς και τους αναρχοσυνδικαλιστές, η αποτυχία του μαρξισμού δεν αποτελεί μια δυσάρεστη έκπληξη, δεδομένου ότι είναι βασισμένο ακριβώς στην ίδια πρόφαση με τα αστικά και φεουδαρχικά συστήματα που υπήρξαν προτού να εμφανιστεί - ότι το κράτος ως εξωτερική δύναμη θα μπορούσε να ενεργήσει προς συμφέρον όλων μας. Με το μαρξισμό το κράτος αποκτά τόσο πολύ άμεσο και κυρίαρχο έλεγχο που σύρει και στραγγίζει ακόμη περισσότερο από τη δημιουργικότητα και τη ζωή των ανθρώπων, ο οποίος επίσης οδηγεί στην αναπόφευκτη οικονομική αυτο-κατάρρευση ως αναρμόδιο «πιάτο προϊσταμένων υπό τις ανακριβείς διαταγές αυτών» σε ένα εργατικό δυναμικό που προσπαθεί να «τρέξει αλλά ποτέ δεν φτάνει».

Μετά την Κίνα που ενώνει το «παρελθόν» με την αγορά (!), μόνο η Κούβα και η Βόρεια Κορέα παραμένουν τα τελευταία «απομεινάρια» της καταστρεπτικής αποτυχίας του καθεστωτικού μαρξισμού.

Η τρίτη και τελική επιλογή αντιτάσσεται πλήρως και την κεφαλαιοκρατία και το κράτος, μαζί με τις τιμές τους. Αυτό σημαίνει ενάντια στις αρχές μιας υπερσυγκεντρωτικής, ιεραρχικής αυταρχικής κοινωνίας, βασισμένης στην πλεονεξία και στην ανισότητα και στην υπέρ της ελίτ εργασίας, προς μια αποκεντρωμένη, μη ιεραρχική, ελευθεριακή κατεύθυνση. Αντί της αντικατάστασης του κράτους και της κεφαλαιοκρατίας με άλλα κέντρα δύναμης, άλλα κράτη ή την προσπάθεια να μετριαστούν τα χειρότερα αποτελέσματά τους, ο αναρχο-συνδικαλισμός είναι το αναγκαίο βήμα για να μεταβιβάσει την εν γένει δύναμη στο ειδικά μεμονωμένο, έπειτα προσπαθώντας συλλογικά για την συνολική και συλλογική ελευθερία. Η δύναμη των μερικών και ολίγων,είναι μόνο με το μέρος του κράτος και της κεφαλαιοκρατίας, ένας συνδυασμός οικονομικής και κατασταλτικής δύναμης και της πειθούς μέσω του «εννοιολογικού χειρισμού». Εντούτοις, όταν ένας αρκετά μεγάλος αριθμός ανθρώπων δεν πείθεται πλέον και είναι σε θέση να αποκρούσει τη κατασταλτική δύναμη που στρέφεται εναντίον τους, η ριζική αλλαγή μπορεί να συμβεί, κατάσταση κάτι παραπάνω από εφικτή. Τόσο η κεφαλαιοκρατία όσο και το κράτος δεν θα μπορούν πλέον να εδραιώσουν και να παγιώσουν την εξουσία τους δίχως τη συνολική συγκατάθεση της εργατικής τάξης.

Οι στόχοι και τα μέσα του αναρχο-συνδικαλισμού είναι οι ίδιοι: αντι-κρατισμός, αλληλεγγύη, αντι-κεφαλαιοκρατισμός, άμεση ισότητα, αντι-ιεραρχία, άμεση δημοκρατία, αλληλοβοήθεια, αυτοδιαχείριση, αυτοδύναμη παραγωγή και η από κάτω προς τα πάνω δομημένη και στιβαρή κοινωνία, βασισμένη απόλυτα στην ειλικρινά εξατομικευμένη και συλλογική συνάμα ελευθερία.

Ο ΑΝΑΡΧΟ-ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 21ΟΥ ΑΙΩΝΑ

Οι αναρχο-συνδικαλιστές αναγνωρίζουμε ότι, με να ενωθούμε στην κοινωνία–σε όλους της τους τομείς, έχουμε τη μεγαλύτερη δυνατότητα για την παγίωση της ελευθερίας. Επίσης αναγνωρίζουμε ότι εάν ενωνόμαστε να παλέψουμε ενάντια στην εκμετάλλευση σ’ όλες της τις μορφές, θα είμαστε αποτελεσματικότεροι από εάν λειτουργούμε ως άτομα, αποκλειστικά. Αυτό είναι η βάση της μαζικής αντι-εξουσιαστικής οργάνωσης, η επαναστατική ένωση, η τοπική ομάδα ενεργών στελεχών – η οποία είναι αποτελεσματικότερη από τη περιορισμένη δράση λίγων συνειδητοποιημένων.
Ζούμε σε μια κοινωνία που υποθέτει ότι είμαστε «δυσάρεστοι, ζωώδεις και εγωιστικοί, τόσο αντικοινωνικοί αναπόφευκτα, σε μεγαλύτερη ή μικρότερη έκταση ενάντια στους άλλους». Ο μόνος τρόπος για να αλλάξουμε αυτήν την αντίληψή της, είναι με την οικοδόμηση του κοινωνικού συστήματός μας θεμελιακά, με τους νέους κοινωνικούς κώδικες, μέσα στην παλαιά κοινωνία. Με το να ενωθούμε και συλλογικά να παλέψουμε ενάντια στην καταπίεση, να αναπτύξουμε έναν νέο τρόπο με την έμφαση στην συλλογική ελευθερία. Οι πρώτες υλικές βάσεις είναι στα δικά μας χέρια-και άλλων-για το πόσο καλύτερα να παλέψουμε σε οποιοδήποτε χρόνο, ή σε οποιαδήποτε δεδομένη κατάσταση, στηριζόμενοι ευθέως στην άμεση δράση. Εντούτοις, μπορούμε να επισύρουμε την προσοχή στην ιστορία μας, για να μας βοηθηθούμε να αποκλείσουμε μερικές επιλογές ως μη-εφικτές πρακτικά. Το πρότυπο μεταρρύθμισης (ρεφορμιστικής), που επιδιώκει τις παραχωρήσεις από την κεφαλαιοκρατία μέσω μιας μορφής κοινοβουλευτικής-νομοθετημένης δράσης είναι το (και αποδεδειγμένα)πλέον ανώφελο – διότι το μόνο που κάνουμε έτσι, είναι να ξαναδημιουργήσουμε μια νέα ηγεσία για να μας ξανα-εκμεταλλευτεί. Το «επαναστατικό κόμμα»,στο όνομα της ανθρωπότητας προσεγγίζοντας πολλαπλά το κρατικό μοντέλο διακυβέρνησης, ξαναδημιουργεί έναν εφιάλτη εφάμιλλο με δαύτους που τυραννούσαν την ανθρωπότητα στους προηγούμενους αιώνες.

Η Μαρξιστική ιδέα, ότι εμείs μπορούμε απλώς να επινοήσουμε ( ή επιστημονικά καθορίσουμε ) μια θεωρία , που δίνει το στίγμα για μια συγκεκριμένη στρατηγική τακτική ή μορφή δράσης για μια συνολική επαναστατική διαδικασία παραβλέπει κατά μεγάλο μέρος την εκτός απροόπτων δεδομένη πραγματικότητα . Κάθε κατάσταση έχει ξεχωριστό βάρος-κάτι ειδικό ως «ποιόν», θα λέγαμε-και απαιτεί διαφορετική κάθε φορά προσέγγιση από όλους μας. Βέβαια, εξυπακούεται ότι κάποιες καταστάσεις μοιάζουν ως «ιστορικά επαναλαμβανόμενες φάσεις» και φυσικά κάποιος μπορεί να ξαναδοκιμάσει παλιές πραγματοποιήσιμες τακτικές σε διαφορετικά πια ιστορικά δεδομένα .Το πώς όμως, ανταποκρινόμαστε σε συγκεκριμένη (καθεστωτική) καταπίεση, δεν μπορεί να θεωρηθεί απόλυτο δεδομένο, δίχως να σημαίνει ότι πρέπει να ξεκινάμε κάθε φορά από το μηδέν , «διαγράφοντας το παρελθόν» μονοκοντυλιά-ξανακάνοντας τα ίδια και ίδια σφάλματα. Ούτε σημαίνει πάλι, ότι πρέπει να απορρίψουμε κάθε προσπάθεια δημιουργίας εναλλακτικής ή έστω συμπληρωματικής θεωρίας ποικίλων σταδίων, που βαθμιαία θα αναπτύσσεται (σε συλλογικό επίπεδο, πάντα)και θα δοκιμάζεται, ούτε ότι δεν θα δοκιμάζουμε μια καινούργια –εκτός παραδοσιακού πλαισίου, αντίθετα δηλαδή από ότι έκαναν ομοϊδεάτες ομάδες στο παρελθόν –ή διαφορετική ιδέα σε διαφορετικές δυνάμει καταστάσεις, με κύριο στόχο την αποκόμιση χρήσιμων εμπειριών (ώστε να είμαστε περισσότερο αποτελεσματικοί, στο άμεσο μέλλον).

Όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις είναι αναγκαίες, εάν επιθυμούμε ραγδαία πρόοδο στη κύρια κατεύθυνσή μας. Η βάση της δράσης μας-ακόμα και σε επίπεδο αντίληψης-είναι ο άμεσος στόχος της «Ελευθερίας των Άμεσων Μέσων»(σ.μ.: εννοεί την αλληλεγγύη και αλληλοβοήθεια; τέλος πάντων) και η κληρονομιά της εξεγερσιακής κουλτούρας. Αυτό μπορεί να υφίσταται ήδη μέσα μας-ως αντανακλαστική αντίδραση στην βία της καταπίεσης που βιώνουμε.(….).Ενδιάμεσα, ανέκαθεν προσπαθούμε να διατηρούμε ένα μίνιμουμ επίπεδο ζωής για όλους μας, δια των κεκτημένων που κατακτήθηκαν μετά από επίπονους αγώνες του παρελθόντος. (…..)Το δύσκολο ως προς το προσδιορισμό του, δηλ. της υποδούλωσής μας υπό το υπάρχον κρατικό καθεστώς ,μέσα στο οποίο ζούμε και εργαζόμαστε, είναι σε ποια εμφανή ή αφανή επίπεδα τούτο ακριβώς πραγματοποιείται, ώστε κατόπιν να καθορίζουμε το ακριβές σκέλος της αντίστασής μας (χρειάζεται αυτονόητα, η κατανόηση του προβλήματος από μεγάλο μέρος της κοινωνίας –αφού η ίδια η κοινωνία καθορίζει τη δυναμική της προσδοκόμενης αντίστασης) με τελικό σκοπό-όπως τονίσαμε προηγουμένως-το συλλογικό όραμα του μέλλοντός μας. Να λέμε του στραβού το δίκιο, το πιο «ενοχλητικό» σημείο όσον αφορά το καπιταλιστικό συγκεντρωτικό κράτος που ζούμε είναι στο πως συμβάλλουμε στην… ανυπόφορη διαβίωσή μας (και επακόλουθα στη διαιώνισή του): Πολλοί από μας, είτε άμεσα είτε εμμέσως, γινόμαστε υπεύθυνοι ως ένα βαθμό. Καταστρέφουμε το περιβάλλον, «επιβαρύνουμε» το επίπεδο ζωής αλλονών σε κάποια επίπεδα, συντηρούμε- ίσως και άθελά μας-κάποιας μορφής οικονομικής και κοινωνικής καταπίεσης εντός του περίγυρού μας ή ακόμα και σε παγκόσμιο επίπεδο. Οπότε λοιπόν, είναι επιτακτική ανάγκη να ενεργούμε σε συλλογικό επίπεδο, να αποκτήσουμε πρόσβαση σε πιο θετικές εμπειρίες ζωής (ατομικά και ομαδικά)ώστε να αλλάξουμε τα πράγματα. Με το να «αναθέσουμε» αυτή τη δουλειά ,στα χέρια «ειδημόνων» πολιτικών ,μόνο σε απόλυτη αποτυχία μπορεί να οδηγηθεί. Ούτε αυτοί που αποκαλούνται «μετριοπαθείς», μπορούν να βελτιώσουν τα πράγματα καν σε κάποιο επιθυμητό επίπεδο. Οι ίδιες οι δομές του κράτους και του καπιταλισμού αποκλείουν τον δρόμο της πανανθρώπινης ελευθερίας- είναι στην ουσία τους, «κατασκευασμένες» για να εμποδίσουν μια τέτοια ακριβώς πραγμάτωση. Λογικά λοιπόν, όχι μονάχα πρέπει να επιδιώκουμε σε νέες ελεύθερες και τελεσίδικες κοινωνικές μορφές ,αλλά πρέπει να δημιουργήσουμε μηχανισμούς παγίωσης αυτού του αγώνα μας και αυτοί περιλαμβάνουν όλες τις εφικτές δομές αυτό-οργάνωσης, συλλογικής δράσης και υπεύθυνης τάσης για νέες κοινωνικές σχέσεις αλληλοβοήθειας (….).

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΕΣ – ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ ΓΙΑ ΠΟΛΥ! ΑΣ ΦΕΡΟΥΜΕ (από “D.A.”νο22-Spring ‘02)

Τ Ο «Α Υ Ρ Ι Ο» Σ Η Μ Ε Ρ Α !!!

Υπό το κράτος, είμαστε όλοι «υπόλογοι» στην «αρμόδια εξουσία».Συμφωνούμε με αυτό σε αντάλλαγμα κάποιας… «σταλιάς» μεμονωμένης ελευθερίας. Αυτό είναι γνωστό ως «κοινωνικό συμβόλαιο»: Υποσχόμαστε στο κράτος ότι, «σε αντάλλαγμα της υπακοής μας, θα έχουμε την ασφάλεια που εσείς θα μας εξασφαλίζετε»- μια θεμελιώδης ανθρώπινη επιθυμία αιώνων.

Με άλλα λόγια, σταματάμε την διεκδίκηση περαιτέρω ελευθεριών και έτσι θα προστατευθούμε από το έμφυτο κακό που άλλοι (;) επιδιώκουν εις βάρος μας. Το κράτος επομένως ,δεν έχει καμία αξιόλογη λειτουργία ,εάν συνειδητοποιούμε ότι οι άνθρωποι δεν είναι φυσικά κακοί ή ειωνεί « δυσάρεστοι ». Η ελευθερία δεν είναι όπως τα χρήματα (κάτι που μπορεί να συσσωρευτεί) ,ή να μανιπουλαριστεί ή και να διανεμιστεί ως κάτι χειροπιαστό ωσάν να’ ταν υλικό προϊόν -είναι πέρα για πέρα ένα κοινωνικό φαινόμενο. Η ελευθερία μπορεί μόνο να υπάρξει μέσα σε μια ομάδα ανθρώπων, ή σε μια αυτοδημιούργητη κοινωνία, όπου η αρχή αφαιρείται ή δεν είναι παρούσα. Η δημιουργία ενός «συστήματος» βασισμένου αποκλειστικά στην προϋπόθεση ,ότι είμαστε εγωιστικοί και δυσάρεστοι εξασφαλίζει ότι οι πολλοί από εμάς θα είναι δια της έμμεσα «επιβεβλημένης πεποίθησης εκ των άνω» , τουλάχιστον μερικοί με το πέρασμα του χρόνου-με αυτοκαταστροφικές συνέπειες για τους λοιπούς συμπολίτες.

Η πραγματικότητα είναι ,ότι το κράτος «αναμένει» ΝΑ ΕΙΝΑΙ οι άνθρωποι γενικά εγωιστικοί και δυσάρεστοι, και έτσι «θεραπευόμαστε αναλόγως» μέσω των δικών του μηχανισμών «ψυχολογικής αναμόρφωσης». Λέγοντας (δηλ. το κράτος) στους ανθρώπους που ενεργούν εκτός «θετικών συμβάσεων» ,κατηγορώντας τους ότι παρανομούν μην υπακούοντας,, το συμβιβασμένο κομμάτι της κοινωνία έχει να λέει για τους δεύτερους: «Ξέραμε ότι υπάρχουν άνθρωποι που ενεργούν αρνητικά εις βάρος μας-οπότε είναι ΟΚ, χρησιμοποιείστε εσείς τους μηχανισμούς καταστολής σας…». Οι εν λόγω μηχανισμοί ελέγχου ενεργούν πάντα διαφορετικά, ανάλογα με το υπόβαθρο, την οικονομικο-κοινωνική θέση (σ.μ.: με ταξική κατηγοριοποίηση ,βεβαίως) και τις όποιες «συνδέσεις» των «παρανομούντων».

Αν και είμαστε προϊόντα της κοινωνίας, ήμασταν (και είμαστε ακόμα) κοινωνικοί για πολύ καιρό- δεδομένου ότι συνειδητοποιήσαμε είτε με τον έναν τρόπο ή είτε με τον άλλο-ότι η ελευθερία και η αυτούσια προσωπικότητα είναι θετικά στοιχεία και εφικτές μόνο μέσω της κοινωνικότητας. Επομένως, παρά την παρούσα κοινωνικότητά μας, η ίδια η σημερινή δομή της κοινωνίας μας μεταχειρίζεται αρνητικά και μας καθιστά πιο εγωιστικούς (αθελά μας) και ατομικιστές, δεν μπορούμε να βοηθάμε εθελοντικά και συλλογικά ο ένας τον άλλον με βάση τις δικές της νόρμες. Το ζήτημα τίθεται στο τι ακριβώς λειτούργησε όταν ενωθήκαμε αρχικά σε μια ενιαία κοινωνία. Ως εκ τούτου, όταν και εάν βοηθάμε ο ένας τον άλλον όλη την ώρα, παντοιοτρόπως ,τούτο ακριβώς το κάνουμε εθελοντικά χωρίς την προσδοκία της άμεσης «επιστροφής» - μόνο η γνώση μιας μεγαλύτερης επιστροφής (σε συλλογικό και ατομικό συνάμα, επίπεδο) στην ευρύτερη κοινωνία.

Η κοινωνία και ο πολιτισμός στις πιο αμόλυντες μορφές τους, είναι οι πραγματικές πηγές ελευθερίας μας. Τα φυσικά ένστικτά μας για επιβίωση, δεν εξαφανίστηκαν με τη δημιουργία της κοινωνίας -προστέθηκαν απλά, με εκείνο του γενικού κοινωνικού κινήτρου: η δυνατότητα της υψηλότερης και μεγαλύτερης δυνατής ελευθερίας και διαμόρφωσης μιας αυτόβουλης προσωπικότητας. Η θέση μας στην κοινωνία γίνεται σημαντική, μόλις και εφόσον γινόμαστε( εύλογα)βέβαιοι για την επιβίωσή μας. Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τις κοινωνικές νέες απαιτήσεις μας «υψηλές ανάγκες», επειδή έρχονται μετά από τις «βασικές» ανάγκες. Σε οποιαδήποτε προοδευτικά σφαιρική κοινωνία, τόσο σε κοινωνικό και επιστημονικό –νοητά και πρακτικά-υπόβαθρο, πρέπει να έχουμε διασφαλίσει ο ένας τον άλλον τις πρωταρχικές/ βασικές ανάγκες ισότιμα και πολύ καιρό πριν –κανένας Δε πρέπει να πεθάνει από λιμό ή από άλλη αποτρέψιμη αιτία , παραδείγματος χάριν. Μπορούμε να κινηθούμε προς τη κατεύθυνση ικανοποίησης των αναγκών μας και διαμέσου εθελοντικής συνεργασίας - ο τρόπος ξέρουμε ,ότι λειτουργεί αποτελεσματικά.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Μόλις αναγνωρίσουμε τη ματαιότητα της οποιαδήποτε προσπάθειας να μεταρρυθμιστεί η κεφαλαιοκρατία και το κράτος, πρέπει να καθορίσουμε τον/τους καλύτερο/ους τρόπο/ους να αρχίσουμε τη νέα, ελεύθερη κοινωνία μας, μέσα στο κοχύλι της παλαιάς και βασισμένοι στην εθελοντική συνεργασία.

Η απάντησή μας είναι σαφής: τοπικός συντονισμός, συνεταιρισμός, συλλογικότητα, αυτοοργάνωση- ναι, και αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε την κάθε –εφικτής -μορφής οργάνωση. Το κίνητρο για τη κατεύθυνσή μας πρέπει να είναι το ίδιο με το κύριο κίνητρο για την κοινωνία που επιδιώκουμε - πάντα-με μεγαλύτερη αυτοδυναμία και ελευθερία. Έτσι πρέπει να αναπτύξουμε τις μη-επιτακτικές, εθελοντικές οργανώσεις που είναι παρακινημένες προς την αυτόβουλη προσωπικότητα και την εγκαθίδρυση της αυτούσιας ελευθεριακότητας. Η οργάνωση εξορισμού εννοείται, τα δίκτυα των ομοϊδεατών ή μη ανθρώπων που κάνουν τα συντονισμένα πράγματα σε μια εθελοντική ρύθμιση, που αναγκαία προσδιορίζουν και που υποστηρίζουν συλλογικά ,ο ένας τον άλλον. Με άλλα λόγια, πρέπει να ενωθούμε κατά τοπικές ομάδες, όπου μπορούμε να αναπτύξουμε τις δραστηριότητες και τις ιδέες μας, τόσο σε τοπικό όσο και υπερ-τοπικό επίπεδο, και την αμοιβαία αλληλεγγύη πρακτικής – αποτελώντας τη βάση της μελλοντικής κοινωνίας μας. Αυτές οι ομάδες πρέπει να είναι χωρίς τους ηγέτες ή μιας «αρχής» από ανωτέρω, δίχως άλλες ψευδεπίγραφες ιδιότητες, ώστε να βασιστούν ευθέως στην άμεση δημοκρατία, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται από όλους και πάντα συλλογικά.

Αυτές οι ομάδες θα συνενωνόταν σε ομοσπονδία από κοινού. Αυτό απλά σημαίνει απλά, ότι κάθε ένας θα εκλέξουν έναν εκπρόσωπο ,που θα πρέπει συναντιέται τακτικά σε ομοσπονδιακό επίπεδο με εκπρόσωπο άλλης ομάδας, συνδικάτου ή οργάνωσης, για να συζητήσουν τα θέματα και να εγκρίνουν πάνω στις συλλογικές αποφάσεις της κοινότητάς τους, εφόσον οι αποφάσεις καθαυτές θα έχουν επιπτώσεις σε περισσότερες από μια ομάδες. Κάτω από την άμεση δημοκρατία, ένας εκπρόσωπος είναι κάποιος που πραγματοποιεί τις επιθυμίες της ομάδας από όπου προέρχεται και φυσικά, η «ιδιότητα» ως τέτοια, πρέπει να είναι ανακλητή και αναιρούμενη. Εκλέγονται μόνο για να εκτελέσουν ή να υποστηρίξουν τους επικείμενους στόχους ή τις απόψεις που δίνονται από άλλη/ες συλλογικότητα/ ες που εκπροσωπούν. Πρέπει επίσης μόνο να χρησιμεύσουν εντός καθορισμένου χρόνου ως ένα μέγιστο, και μετά κάποιος άλλος έχει μια στροφή, έτσι ώστε να μην μπορεί να προκύψει μέσα από την ομάδα κάποιος «ειδήμονας» ηγετίσκος. Αυτό είναι οπωσδήποτε, πολύ διαφορετικό από έναν αντιπρόσωπο που έχει τη δύναμη να λάβει τις αποφάσεις στο όνομα της κομματικής ομάδας απ’ όπου προέρχεται .
Αυτοί είναι μερικά από τα βασικά των οργανικών-δομικών σχέσεων που πρέπει να διαμορφώσουμε ,εάν πρόκειται να δημιουργήσουμε επιτυχώς έναν πολιτισμό της συλλογικής αντίστασης, ικανό να στηρίξει και να παγιώσει μια νέα και ελευθεριακή κοινωνία. Τέτοιες ομάδες αλληλοβοήθειας, συνδεόμενες σε χαλαρό φεντεραλιστικό πλαίσιο αλληλεγγύης, είναι οι πλέον ικανές να δημιουργήσουν τις παραπάνω επιθυμητές προϋποθέσεις.(…..).

ΑΥΤΟΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Για πολλούς ανθρώπους, το «Σχολείο» και η «Εκπαίδευση» είναι περίπου… «βρώμικες» έννοιες, που αναπόφευκτα συνδέονται νοητά με το κράτος-μιας και το κράτος και το Κεφάλαιο/ συστημικά-υποστηριγμένο εκπαιδευτικό σύστημα έχουν ως σκοπό να κατευθύνουν στην «πλήρη αποτυχία» όσους περισσότερους ανθρώπους δυνατόν και να τους προετοιμάσουν για μια ζωή διαρκούς αποτυχίας, της ανεπάρκειας, της ένδειας και της τσαλαπατημένης φτηνής «εργασίας»(ελαστικοποιημένη, ανασφάλιστης, ημι-απασχόλησης, κτλ.) . Για τη μικρή προνομιούχα(;) μειονότητα, σχεδιάστηκε για να τους πει ότι «καλά θα κάνουν εάν συμμορφωθούν με ορισμένους κανόνες», , και ότι, επομένως, «έχουν το απόλυτο δικαίωμα να τους διατάξουν περίπου και να λάβουν τις αποφάσεις για τις ζωές τους».

Ένας από τους κύριους λόγους ανεχόμαστε την τρέχουσα κακή «διαπραγμάτευσή» μας είμαστε ότι αισθανόμαστε αρκετά ανίκανοι να κάνουμε οτιδήποτε για αύτην. Χειρότερα ακόμα, οι περισσότεροι από μας έχουν μερικές παρατεταμένες αμφιβολίες κατά διαστήματα για το τι είμαστε ικανοί εμείς οι ίδιοι! Τι εάν «ο κόσμος κατεβαίνει στο χάος»; Η ανεπάρκεια και ο χαμηλός αυτοσεβασμός /αυτοπεποίθηση είναι ουσιαστικά το «θείο δώρο» στην ελεγχόμενη καταστολή. Για τους μαρξιστές, το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ανίδεοι, και θα μείνουν (δίχως την πρωτοπορία), μέχρι το επικείμενο γεγονός: τη «Μεγάλη Επανάσταση». Επομένως χρειάζονται την κατάλληλη -αυτεξούσια -καθοδήγηση στο κατάλληλο «πεδίο δράσης» που υπόσχεται το Κόμμα- που αποτελείται από λίγους ευφυείς και συγκροτημένους(;) ,αποτελώντας τη πεφωτισμένη Πρωτοπορία. Αυτή η γελοία ιδέα είναι τόσο εγκληματικά αποξενωτική όπως οποιαδήποτε κεφαλαιοκρατική μέθοδος. Για τους αναρχοσυνδικαλιστές, η άγνοια είναι ένα συλλογικό πρόβλημα που πρέπει όλοι να υπερνικήσουμε, και όλοι πρέπει να ανταποκριθούμε, και όλοι ενθαρρύνουμε αλλήλους. Τα συναισθήματα της ανεπάρκειας και η έλλειψη εμπιστοσύνης δεν λειώνουν ούτε ξεθωριάζουν μακριά ως εκ θαύματος - μόνο όταν παίρνει ο καθένας την δική του ευθύνη για τον εαυτό του και τους υπόλοιπους γύρω του.

Ο αγώνας κατά της κεφαλαιοκρατίας και του κράτους πρέπει επομένως να αρχίσει με την προσπάθεια για την καλλιέργεια της αυτοπεποίθησης και της συνυπευθυνότητας. Με την αυτάρκεια και τη συνεταιριστική διανομή των γνώσεων (είτε υλικές είναι αυτές είτε λεκτικές)-και την αυτό-εκπαίδευση (αυτό-μόρφωση ,αν θέλουμε)μπορούμε να αρχίσουμε να καταπολεμήσουμε αρχικά τον μεγάλο ισοπεδωτικό μύθο της δήθεν «ηλίθιας εργατικής τάξης». Στην καρδιά καρδιών μας, όλοι ξέρουμε ότι θα μπορούσαμε να οργανώσουμε την εργασία μας πολύ καλύτερα χωρίς παρέμβαση από την εκ των άνω διαχείριση (των αφεντικών). Αυτοεκπαίδευση και αυτοπεποίθηση βεβαίως ,δεν είναι τα πάντα που χρειαζόμαστε και μόνο, αλλά αυτός είναι -όπως και να’ χει –το πιο κρίσιμο στοιχείο στην διευκόλυνση του γενικού αγώνα μας, ένα κύριο & άμεσα αλληλοσυμπληρούμενο λιθάρι

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ

Η οικονομική εκμετάλλευση είναι η κύρια συσκευή που χρησιμοποιείται από την κεφαλαιοκρατία για να πραγματοποιήσει ένα κέρδος από και εις βάρος των ανθρώπων. Έτσι οργανώνουμε την εργασία (κατά το δυνατόν συλλογικά) και την κοινότητα και την πάλη μας για πρόοδο, την προσπάθεια μας ενάντια στην στυγνή και οικονομική εκμετάλλευσή μας. Υπάρχουν πολλές άλλες μορφές δυνάμεων που προέρχονται από την πολιτική και την κοινωνία, και υπάρχει περισσότερος στην κεφαλαιοκρατία από το κέρδος, έτσι υπάρχει περισσότερος στην αντικατάσταση της από απλά μεταβαλλόμενος την οικονομία. Η πραγματική εστίαση στην επιθυμητή μορφή ελευθερίας, νικά την κατοχή και την κοινωνικο-οικονομική υποδούλωση- η πηγή της οποίας είναι δύναμη του χρήματος.

Υπάρχουν βασικά τρεις τύποι εργασιών σήμερα. Αρχικά έχουμε την πληρωμένη, παραγωγική εργασία, από οικοδομές μέχρι βιομηχανίες, η εργασία για να δημιουργήσουμε τα προϊόντα ή να παρέχουμε τις διάφορες υπηρεσίες. Η δεύτερη κατηγορία είναι ουσιαστικά δημιουργική και μπορεί να πληρωθεί ή να’ ναι απλήρωτη μπορεί να είναι συλλογικά παραγωγική επίσης, αλλά περιλαμβάνει τη αυτοδημιουργικότητα, σε μεγαλύτερη ή μικρότερη έκταση. Το όριο μεταξύ αυτών των δύο είναι όχι πάντα σαφές : εντούτοις, η διάκριση γίνεται επειδή η δημιουργικότητα των τελευταίων, την καθιστά ουσιαστικά «ευχάριστη».Ανέχεται εν μέρει, δηλαδή. Τρίτον -έχουμε την παραγωγική, απλήρωτη εργασία, οι καθημερινοί στόχοι να ικανοποιήσουν οι πρώτες ανάγκες των υποτελών μας και οι ίδιοι. Τουτέστιν, αφορά καθαρά την απόλυτα

ΜΑΥΡΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.

Στη μελλοντική κοινωνία, η εργασία θα οργανωνόταν διαφορετικά. Η «υλικώς πληρωμένη» δημιουργική εργασία είναι (ή θα έπρεπε να είναι) ευχάριστη, έτσι θα πραγματοποιούταν εθελοντικά. Η απλήρωτη εργασία, εντούτοις ένα μεγάλο μέρος μιας μικροδουλειάς, πραγματοποιείται εθελοντικά ήδη και μπορεί να αναμένεται για να συνεχιστεί προς όφελος μιας ή πολλών συλλογικότητων. Η κύρια δυσκολία που παραμένει είναι, -και αποτελεί την απορία πολλών-αφότου «καταργούνται οι αμοιβές και η ελεύθερη πρόσβαση στα αγαθά και τις υπηρεσίες θα αρχίσουν να καθιερώνεται, γιατί οι άνθρωποι θα κάνουν την πληρωμένη παραγωγική εργασία;» Το θέμα γιατί οι άνθρωποι θα εργαστούν εάν όχι πρέπει επίσης εύκολα εξετάζεται και τακτοποιείται. Πάντα θα πρέπει να γίνεται ο προσδιορισμός ενός τέτοιου ευαίσθητου ζητήματος αναλυτικά, διεξοδικά και σε αρχικό πάντα στάδιο, ειδαλλώς η ισότιμη πρόσβαση σε υπηρεσίες και αγαθά θα καταστεί αδύνατη πρακτικά. Επομένως, η εργασία θα είναι κοινωνική υπηρεσία, και οι περισσότεροι άνθρωποι θα θελήσουν να κάνουν το κομμάτι τους προκειμένου να εξασφαλιστεί ο πάσσαλός τους στην κοινωνία. Πρέπει να θυμηθούμε ότι όλη η εργασία θα μετασχηματιστεί εντελώς από την έλλειψη διαταγών και προϊσταμένων. Όλοι οι εργασιακοί χώροι θα οργανωθούν από τους εργαζομένους οι ίδιοι, που κάνουν όλη την εργασία, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτή, εγγενώς πιό ενδιαφέρουσα, αυτοδημιούργητη και αυτοδύναμη. Η εργασία, που είναι αυτήν την περίοδο κουραστική ή δυσάρεστη, κυρίως, θα γίνει ενδιαφέρων και δημιουργική, ή τουλάχιστον εναλλάξ (σ.μ.: οι εργάτες θα αλληλοσυμπληρώνονται κατά τακτά διαστήματα)και, επομένως, θα γίνει καθαρά εθελοντικά.

Εντούτοις, εάν παραμένουν δύο «κακόκεφες» αμφιβολίες, πρέπει να είναι οι εξής: (α) η περίπτωση «διαφωνούντων» και αντιδραστικών (προς την ελευθεριακή κοινωνία)ατόμων που «Δε γουστάρουν» να συμμετάσχουν ούτε καν επί πληρωμή ή και για ανιδιοτελείς λόγους ,μην εμφανιστούν για την εργασία ,σαμποτάροντας έτσι, το όλο αντι-εξουσιαστικό οικοδόμημα και (β) κάποια εργασία, όπως ο… καθαρισμός των υπονόμων, δεν μπορεί να είναι δημιουργική- ασφαλώς -και έχει ανεπαρκές προσωπικό και κατά συνέπεια, απολύτως υποτονική ως αποτέλεσμα-λαμβάνοντας υπόψη ένα πιθανό εθελοντικό πλην όμως…απρόθυμο (;)εργατικό δυναμικό. Αντίθετα από τη νέα ρητορική εργασίας σήμερα, εντούτοις, θα έχουν έναν πραγματικό «πάσσαλο» στην κοινωνία, και θα έχουν τις πραγματικές επιλογές να κάνουν οποιοδήποτε είδος της εργασίας που συμπαθούν. Δεν θα υπάρξει κανένας λόγος για τους εργάτες να μην αναγνωριστούν σε εκείνη την κοινωνία, και θα είναι καλύτεροι εάν κάνουν το δικό τους κομμάτι. Αφετέρου, οποιαδήποτε εργασία που δεν γίνεται εθελοντικά δεν θα γίνει καθόλου-(εκτός απροόπτου φυσικά, σε σπάνιες & ειδικές περιπτώσεις). Οι άνθρωποι σύντομα θα συνειδητοποιήσουν ότι είναι αρκετά σημαντικό να επιτρέψει να κάνει - εις βάρος κάποιου άλλου, λιγότερη ουσιαστική εργασία, εάν είναι απαραίτητο. Κατά συνέπεια, ακόμα κι αν η εργασία θεωρείται ως μικροδουλειά, όπως το πλύσιμο των πιάτων και τόσο πολύ άλλο μη- οι μικροδουλειές σήμερα, οι δυσάρεστες εργασίες γίνονται ήδη –κι ευτυχώς –εθελοντικά.

ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

Ο συνεταιριστικός, δημοκρατικός εργασιακός χώρος θα περιελάμβανε οποιοδήποτε μέγεθος ή είδος της βιομηχανίας. Πάντα, οι βασικοί κανόνες θα είναι οι ίδιοι, βασισμένος στην αλληλέγγυα ελευθερία - κανένας εξαναγκασμός, ελεύθερος στην επιλογή των μέσων και στην αποχώρηση, και άμεση λήψη απόφασης βασισμένη στις μαζικές συνεδριάσεις των εργαζομένων. Παντού εργατικά συμβούλια. Όπως τίποτ' άλλο στην κοινωνία, οι μη-συμμετέχοντες (αντι-ελευθεριακά και λοιπά αντιδραστικά στοιχεία) θα βρίσκονταν αναπόφευκτα όχι στο κέντρο των πραγμάτων, και έτσι, που περιθωριοποιούνται από την κοινωνική ζωή-μέχρι τελικά να κατανοήσουν ,ότι τους συμφέρει πιότερο να αποτελούν μέρος της ελευθεριακής κοινωνίας. Οι πρώτες ανάγκες - κατοικία, υγεία, εκπαιδευτικοί πόροι, πρόσβαση στα μέσα και πληροφορίες, κοινοτικοί πόροι, και τα λοιπά, όλοι θα είναι διαθέσιμες και ελεύθερες σε άμεσα σημεία κοινοτικής/ λαϊκής χρήσης (….)

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Η ιδέα της «κοινής ανθρωπότητας» είναι βασισμένη στην προϋπόθεση ότι εργαζόμαστε με στόχο την αλληλέγγυα –σε όλα τα επίπεδα –αλληλοσυμπληρωσή μας παρά να πουλάμε τον κόπο μας για ένα κράτος -δυνάστης. Η αλληλεγγύη μας είναι η πρωταρχική ηθική μας. Είμαστε ηθικός σοσιαλιστής της ελευθερίας, όχι κρατικός σοσιαλιστής. Η κεντρική δοκιμή της κοινωνίας μας και εκείνοι που ενεργούν μέσα σκεπτόμενοι το: "πόσο ελεύθερο ή καταπιεστικό είναι αυτό ή τούτο;" Έχουμε το δικαίωμα να υπερασπίσουμε το ηθικό και ουμανιστικό μας στοιχείο κώδικα. Εάν μια ομάδα ή ένα άτομο απειλεί τον ηθικό κώδικά μας, μπορούμε σωστά να ενεργήσουμε (προβαίνοντας στις δέουσες ενέργειες) για να τον υπερασπίσουμε. Παραδείγματος χάριν, εάν κάποιος διαπράττει τη διάρρηξη, αυτό παρεμποδίζει την ελεύθερη ένωση και το δικαίωμα στην κοινή-συλλογική ασφάλεια. Πρέπει να ενεργήσουμε για να το σταματήσουμε. Αποτελεί πάγια ηθική -ανθρώπινη υποχρέωση προς τους συνανθρώπους μας. Εντούτοις, η αντίδρασή μας θα ήταν απολύτως διαφορετική από κάποιον αντιδραστικό του κρατικού καθεστώτος, επειδή έχουμε μια απολύτως διαφορετική άποψη της ανθρωπότητας και της κοινωνίας μας. Η συλλογική δράση θα ήταν πολύ αποτελεσματικότερη από τις διάφορες ανά τον κόσμο αστυνομίες, μπορεί πάντα να είναι σήμερα, γιατί προστατεύουν την ιδιοκτησία άλλων ανθρώπων – αλληλοσεβασμός - και ένα προφανώς πλαστό σετ «νομοσχεδίων» ή «νόμων» γενικώς, παρέχει ασφαλώς ελάχιστη ή καμία υποστήριξη στους ανθρώπους που δοκιμάζουν να το…εφαρμόσουν και με τραγικές μάλιστα, συνέπειες. Σήμερα, είναι κατά τρόπο οφθαλμοφανή -προφανές ότι τα πράγματα είναι άδικα, και «ωθούμαστε» για να πάρουμε οποιουδήποτε μέτρο μπορούμε για να τα απωθήσουμε –άδικο ή όχι.. Αναπόφευκτα, μερικοί από μας καταλήγουν έτσι,να «σχίζουν» ο ένας τον άλλον κυριολεκτικά (….).
Ο «κοινωνικός εκφοβισμός», όπως με τη ληστεία, θα αποβαλλόταν. Ο εκφοβισμός είναι μια σύνθετη μορφή καταπίεσης, δεδομένου ότι περιλαμβάνει κάποια μορφή άμεσης σχέσης μεταξύ του «φοβερίζει» και του «εκφοβισμένος». Μερικοί άνθρωποι είναι και οι δύο στους διαφορετικούς ανθρώπους. Μερικοί άνθρωποι αναγκάζονται να δώσουν τη …σιωπηρή συγκατάθεση για να επιτραπούν από την ελίτ της καταστολής… για να φοβεριστούν. Μπορούν να συγκλονιστούν πρώτα, αλλά έπειτα τείνουν να το υπομείνουν, και μερικές φορές γίνεται ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο της «εδογένειας συμπεριφοράς». Στον πυρήνα του ,ο «κοινωνικός εκφοβισμός» εξαρτάται από την έλλειψη πίστης στο ψυχοπαθολογικό «μόνος-φόβικός» προς το «κάποιον-δέκτη του φόβου». Σε μια βέβαια, ελεύθερη, αυτοδίδακτη κοινωνία, μια τέτοια κλασική σχέση …φοβέρας δεν θα μπορούσε να προκύψει. Η αλληλο-εμπιστοσύνη και η ορθή αυτεκτίμηση θα πρόκυπταν σαν αναγκαίες προϋποθέσεις συλλογικής αυτοοργάνωσης.

Ελλείψει των καταπιεστικών σχέσεων, των φυσικών παραβάσεων όπως ο βιασμός, η δολοφονία, η παιδοφιλία, κ.λπ.... δεν θα συνέβαινε, δεδομένου ότι συσχετίζονται άμεσα με την καταπίεση σε έναν αυταρχικό κεφαλαιοκράτη, κοινωνία statist (αυτό δεν είναι μια δικαιολογία για τους δράστες, μόνο μια εξήγηση - ουσιαστικά ο/η καθενας/μία γνωρίζει και επομένως αρμόδιος/α για τις ενέργειές ).

Σε μια κοινωνία που εδρεύει στην ελευθερία, το έγκλημα που ξέρουμε σήμερα θα στένευε αυτόματα και θα εξαφανιζόταν τελικά, γιατί είναι η κατάχρηση της εξουσίας που άμεσα ή εμμέσως, το προκαλεί.(….). Η πραγματική λύση στην αντικοινωνική συμπεριφορά ενισχύει την ηθική αλληλεγγύης, μην υπονομεύοντας τους. Ποιος πρόκειται να θελήσει να συνδέσει με κάποιο που βλάπτει ενεργά την κοινωνία; Με άλλα λόγια, τέτοια πρόσωπα θα αποκλείονταν αποτελεσματικά από την κολεκτίβα. Δε θα γίνονταν αλλιώς. Το πλέον πιθανό σχέδιο δράσης σε μια βαριά περίπτωση αντικοινωνικής συμπεριφοράς, θα ήταν κάποιο είδος της πειθούς, μιας εθελούσιας προσαρμογής υπό μιας αποδεκτής επίβλεψης, όπου το πρόσωπο, που αποκλείστηκε από τη φιλία και την κοινωνική αλληλεπίδραση, ενθαρρύνεται για να αλλαχτούν οι τρόποι του και να ενσωματωθεί έτσι πλήρως πίσω στην κοινότητα. Το πρόσωπο επομένως αυτοεγκρίνεται. Ένα μίγμα υποστήριξης και φιλίας στην τοπική κοινωνία μπορεί να είναι ένα βασικό ερέθισμα για τα άτομα για να εκπαιδευτούν και να επανεντάχτουν. Οι αποφάσεις για αυτά που να πραγματοποιηθούν, όπως σε κάθε άλλο κοινωνικό πλαίσιο, θα ληφθούν από την κοινότητα στο χρόνο, βασισμένο στην ηθική αλληλεγγύης.
Η αμοιβαία ελευθερία μέσω της αλληλεγγύης είναι το πνεύμα του αναρχο-συνδικαλισμού. Μέσα σε αυτό, μπορούμε να είμαστε δημιουργικοί και να αναπτυχθούμε στην πληρέστερη δυνατότητά μας, στο όραμά μας - με άλλα λόγια, μόνο τότε μπορεί εμείς να μεγιστοποιήσει την προσωπικότητά μας. Ο τρόπος που οργανώνουμε την κοινωνία μας και οι διαδικασίες παραγωγής θα είναι πάντα το κλειδί. Θα χρειαστούμε ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες, όπως και το να αποφασίζουμε μέσω των τοπικών οργανώσεών μας. Στην πραγματικότητα, η εξασφάλιση ίσης πρόσβασης στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα χρειαζόμαστε είναι στόχος. Δεν πρέπει να «διαχειριστούμε» ο ένας τον άλλον, γιατί αυτό είναι αντίθετο προς την ελευθερία - αντ' αυτού, θα οργανώσουμε τα δεδομένα σχήματα/ καταστάσεις κατάλληλα. Μπορούμε έτσι μόνο να σημειώσουμε πραγματική πρόοδο προς την κοινωνία που θέλουμε με να ασκήσουμε και να αναπτύξουμε την αυτάρκεια και την αυτοοργάνωσή μας τώρα σταδιακά , με την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας στο «κοχύλι» της παλαιάς.

Στις ποικίλες εκτάσεις, πολλοί αγώνες κατά της κεφαλαιοκρατίας και του κράτους μοιράζονται τους ηθικούς στόχους του αναρχο-συνδικαλισμού και των μεθόδων του. Ο αναρχο-συνδικαλισμός δεν είναι μια δογματική συνταγή, ούτε μια στείρα πολιτική ιδεολογία, δεν επιθυμεί καν να καταστεί στείρος «–ισμός», αλλά μια διαβίωση, μια αναπνοή, και μια δυναμική περιοχή των μεθόδων και των ιδεών, όλος που προέρχονται από τον πολιτισμό της αντίστασης και το πνεύμα της ελευθερίας. Οι μέθοδοι και οι τακτικές μας ,που θα υιοθετηθούν σε οποιαδήποτε δεδομένη κατάσταση ,είναι εκείνες που προκύπτουν οργανικά από τις συλλογικές προσπάθειες και την εμπειρία που προκύπτουν από τους ανάλογους συσχετισμούς. Ως εκ τούτου, ο αναρχο-συνδικαλισμός αλλάζει πάντα, ,αλληλοεπηρεάζεται, μετεξελίσσεται προοδευτικά , σε απάντηση στις συνεχώς μεταβαλλόμενες περιστάσεις που επιθυμούμε να είμαστε μέσα, και η συνεχώς μεταβαλλόμενη εμπειρία που έχουμε μας οπλίζει για το επερχόμενο μέλλον. Ο αναρχο-συνδικαλισμός προωθεί επανειλημμένα, από την εμπειρία, την αξιολόγηση, τη θεωρία και τη δοκιμή. Είναι εύκαμπτο αλλά ασυμβίβαστο στις μεθόδους και τους στόχους, που οδηγούνται από ένα ενιαίο σημείο τέλους - αμοιβαία ελευθερία.

http://www.direct-action.org.uk/