Camillo Berneri *


Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο ήταν το πρώτο που εγκαινίασε στο όνομα της «ουδετερότητας» ένα καθεστώς διώξεων ενάντια στους φίλους της Ελεύθερης Ισπανίας, επιθυμώντας με αυτή την δουλική και αντιδραστική συμπεριφορά να αποδώσει φόρο τιμής στα όργια του Βερολίνου και της Ρώμης.

Κραυγές ντροπής τότε υψώθηκαν από τις συναγωγές της Σοσιαλδημοκρατίας. Και οι θαυμαστές του Στάλιν διαμαρτυρήθηκαν σφοδρά. Αμέσως μετά η Βελγική κυβέρνηση, η οποία αποτελείται από Σοσιαλδημοκράτες υπουργούς, διέγραψε τον Κάνον Καλλέγος και τον πατέρα Λόμπο, καθολικούς ιερείς ένοχοι κυρίως επειδή είχαν δηλώσει σε ιδιωτικές συναντήσεις την αλληλεγγύη τους με την νόμιμη κυβέρνηση της Ισπανίας. Τότε ήταν που και η Βρετανική κυβέρνηση έβγαλε από το χρονοντούλαπο της ιστορίας έναν νόμο του 1870, ο οποίος τιμωρεί την εγγραφή Βρετανών πολιτών σε ξένες πολιτοφυλακές.

Οι Η.Π.Α με την σειρά τους έφεραν προς συζήτηση έναν νόμο του 1811 που απαγορεύει σε Βορειοαμερικάνους Πολίτες να εγγράφονται στο εξωτερικό. Τέλος, η Γαλλική κυβέρνηση πέτυχε από το Βουλευτήριο να πάρει το ελεύθερο να κυκλώσει την Δημοκρατική Ισπανία με ένα «ζώνη αποκλεισμού» ενάντια στην εισροή ξένων εθελοντών. Και αυτές τις εξουσίες, τις έλαβε από τις Κομμουνιστικές και Σοσιαλιστικές ομάδες της Βουλής. Δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό στην συμπεριφορά των Σοσιαλιστών. Ταυτίζεται με αυτή της «Populaire» και υπηρετεί απλά το να την επιβεβαιώσει. Αλλά η συμπεριφορά των Κομμουνιστών συνιστά μια σκανδαλώδη αλλαγή πολιτικής. Οι Εγγλέζοι Κομμουνιστές διαμαρτυρήθηκαν για τον αποκλεισμό των εθελοντών. Ο Τέντ Μπαρνάλες, επικεφαλής του Λονδρέζικου Τμήματος του Αγγλικού Κομμουνιστικού Κόμματος είχε δηλώσει σε έναν από τους λόγους του στις 11 Νοέμβρη:

«Για κάθε έναν Γερμανό στρατιώτη στην Ισπανία, θα στέλνουμε έναν έμπειρο Εγγλέζο μαχητή. Αυτή είναι η απάντηση μας στην απόφαση που πάρθηκε από την κυβέρνηση για να εμποδίσει τους εθελοντές να φύγουν για την Ισπανία.»

Και η «Humanite» στην είδηση ότι η Γαλλική κυβέρνηση σκόπευε να απαγορεύσει την εγγραφή εθελοντών ξέσπασε σε επανελειμένες διαμαρτυρίες. Η “Petit Parisien” στις 15 Δεκέμβρη ανακοίνωσε μια «εντατικοποίηση του ελέγχου» εκ μέρους της Γαλλίας, και ο Γκαμπριέλ Περί έγραψε στην “Humanite”:

«Η “Petit Parisiene” είναι η ανεπίσημη οθόνη της Quai d’ Orsay. Θα θέλαμε να ξέρουμε κατά πόσο το σχέδιο που ανακοινώνει έχει, όπως δείχνει η Petit Parisiene, την έγκριση του Μ. Ντεμπλόζ. Θα θέλαμε να ξέρουμε αν έχει την έγκριση του προέδρου του Συμβουλίου. Αν όχι θα θέλαμε να διαβάσουμε μια άρνηση όσο το συντομότερο δυνατόν.» 

Αντί για μια γρήγορη άρνηση, η “Populaire” της 8ης Ιανουαρίου έγραψε:

«Πιστεύουμε ότι δεν θα υπήρχε καμία δυσκολία στην υιοθέτηση της πρότασης της Γερμανικής κυβέρνησης η οποία προτείνει, στην απάντηση της, να φύγουν από την Ισπανία όλοι οι ξένοι που παίρνουν μέρος στις μάχες μαζί με τους πολιτικούς αγκιτάτορες και προπαγανδιστές με στόχο την επαναφορά στην κατάσταση που επικρατούσε πριν τον Αύγουστο του 1936».

Και κατέληγε:
«Δεν πρέπει να χάσουμε καθόλου χρόνο σε άσκοπες έρευνες προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τις «παγίδες» που μπορεί να υπάρχουν στις απαντήσεις του Βερολίνου και της Ρώμης. Υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος να υπερβούμε τις δυσκολίες. Είναι το να εφαρμόσουμε και να κάνουμε τους άλλους να εφαρμόσουν μια πολιτική μη-επέμβασης στην Ισπανία, διώχνοντας από την Ισπανία όλους τους μαχητές που δεν είναι Ισπανοί. Πρέπει να το κάνουμε και να το κάνουμε γρήγορα».

Με τον Πέρι, Κασίν, Βαγιάντ- Κουτουριέρ και Σία να διαμαρτύρονται. Αλλά η Μόσχα πήρε το τιμόνι. Και ποιοι θα συνδέονταν άμεσα, στο όνομα της Κομμουνιστικής ομάδας της Βουλής, με την Μπλουμιστική «Φράξια»; Ο Πέρι ήταν ο άνθρωπος, ο οποίος είχε υποστηρίξει με την μεγαλύτερη επιμονή και ορμή ότι η Γαλλία θα έπρεπε να έχει μια πολιτική ανοικτά υπέρ της Ισπανικής Δημοκρατίας. Οι μπούφοι και ηλίθιοι του Μπολσεβικισμού είναι τόσο κακοί όσο οι μπούφοι της Σοσιαλδημοκρατίας. Η Σοσιαλιστική κοινοβουλευτική ομάδα καταπάτησε την τελευταία απόφαση των εκτελεστικών επιτροπών της IOS και της FSI η οποία δήλωνε:

«ότι η διατήρηση της ειρήνης, η οποία είναι το ανώτερο πλεονέκτημα των εργατών όλων των χωρών και συνεπώς, ο πρωταρχικός στόχος των κυβερνήσεων υπό Σοσιαλιστικό έλεγχο ή με Σοσιαλιστική συμμετοχή, μπορεί μόνο να διασφαλιστεί υπό τον όρο ότι η Δημοκρατία αντιτίθεται σε μια συμπεριφορά που βασίζεται σε εκβιασμούς ή φασιστικές απειλές».

Η κομμουνιστική κοινοβουλευτική ομάδα, εκ μέρους της, αρνήθηκε εντελώς ένας ορισμένο αριθμό σαφών δηλώσεων ενάντια στην Γαλλική «ουδετερότητα» που έκανε στις συναντήσεις της και δημοσιεύτηκαν στις φυλλάδες της, κυρίως στην “Humanite”. Η Μη-επέμβαση πέφτει στα χέρια του Χίτλερ και του Μουσολίνι, και γι’ αυτό στον Φράνκο. Το Αγγλικό μνημόνιο και το Γαλλικό Μορατόριουμ που προτάθηκαν στην Γερμανική και Ιταλική κυβέρνηση για να σταματήσουν να στέλνουν εθελοντές στην Ισπανία πάει πίσω στην 3η Δεκέμβρη 1936. Η ιταλο-γερμανική απάντηση ήρθε στις 7 Ιανουαρίου. Τριανταπέντε μέρες…μεσολάβησης, τριανταπέντε μέρες μαζικών αποστολών αντρών και στρατιωτικού εξοπλισμού στον Φράνκο.

Η Ιταλική κυβέρνηση στρατολόγησε εθελοντές μέσω διαταγών που έστειλε σε στρατιωτικές μονάδες. Κατεύθυνε προς την Ισπανία με βίαια μέσα, ανθρώπους που είχαν στρατολογηθεί για δουλειά στην Αιθιοπία, συγκέντρωσε εθελοντές για την Ισπανία στα στρατόπεδα. Χρησιμοποίησε ακόμα και κατάδικους για να επανδρώσουν τις τάξεις των εθελοντών. Δημιούργησε στρατόπεδα για εκστρατευτικές δυνάμεις στο Σπεζίζ, στο Έμπολι, στο Σαλέρνο και στο Κάλιαρι και τις μετέφερε με κρατικά πλοία μέχρι το Ισπανικό Μαρόκο.

Μετά τους βομβαρδισμούς που έγιναν στο Ισπανικό έδαφος από Ιταλικά αεροπλάνα, χρησιμοποιώντας για βάση τους το αεροδρόμιο του Ελμάζ μετά την κατάληψη της Μαγιόρκα, έχουμε όλα τα στοιχεία για να αποδείξουμε ότι η Ιταλία έχει επέμβει στρατιωτικά στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Ο Μουσολίνι δεν έχει πρόθεση να αποκηρύξει την Ισπανία. Η «Φασιστική Ρώμη» δεν διστάζει να δηλώνει: « Πολεμάμε και θα νικήσουμε στην Ισπανία». Η “Il Giornale d’ Italia” τονίζει ότι ο Γαλλικός έλεγχος της πρόσβασης στην Ισπανία από ξηράς θα είναι ζωτικός. Ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι απαιτούν το αδύνατο από τις Γαλλικές και Αγγλικές κυβερνήσεις, όπως για παράδειγμα, να καταστείλουν την προπαγάνδα υπέρ της Ισπανίας και να μετακινήσουν από την Ισπανία όλους τους αντιφασίστες.

Η κακή πρόθεση του Μουσολίνι και του Χίτλερ φαίνεται με τόση σαφήνεια όσο και η επιτηδευμένη ηλιθιότητα του Μπλούμ. Ο Μουσολίνι, περιφρονώντας κάθε διεθνή νόμο, έχει στείλει τουλάχιστον 20.000 άνδρες στην Ισπανία και εκτός αυτών υπάρχουν επιπλέον (σύμφωνα με την “Ami du Peuple”) τουλάχιστον 30.000 Γερμανοί στρατιώτες στην Ισπανία. Η Ιταλική κυβέρνηση και η Γερμανική κυβέρνηση θα συνεχίσουν να στέλνουν άνδρες, όπλα και πυρομαχικά όσες υποσχέσεις και να δώσουν.

Η αγγλογαλλική ουδετερότητα υπήρξε και πάντα θα είναι μια υποκριτική επέμβαση υπέρ του Ισπανικού, Γερμανικού και Ιταλικού Φασισμού.
Το να αποδεχτούν τον αποκλεισμό της Ισπανίας, είναι το ίδιο με το βάζουν στην ίδια θέση την πιστή κυβέρνηση και έναν στρατό από πραξικοπηματίες, είναι το ίδιο με το να βάζεις στην Ευρώπη το δίλημμα: πόλεμος ή θρίαμβος του φασισμού. Και ο θρίαμβος του φασισμού είναι ο αναπόφευκτος πόλεμος του πολύ κοντινού μέλλοντος.

Η πολιτική του Μπλούμ ποτέ δεν είχε μια σαφής και συνεκτική γραμμή δράσης γιατί κυριαρχούνταν από τον φόβο και μια τάση συμβιβασμού. Είναι μια Σοσιαλδημοκρατική πολιτική.

Το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, υιοθετώντας αυτήν την πολιτική, έχει σβήσει μια από τις λίγες καλές σελίδες στην Ιστορία του. Ο διεθνής αντίκτυπος θα έχει εμφανείς συνέπειες. Όπως θα έχει και ο αντίκτυπος της Γαλλικής εσωτερικής πολιτικής. Αλλά το πιο σημαντικό πράγμα για μας , προς το παρόν είναι να εξετάσουμε τις ανάγκες του αγώνα μας στην Ισπανία σε σχέση με την νέα κατάσταση. Θα ασχοληθούμε με αυτό αλλού. Σήμερα βιώνουμε ένα αγωνιώδες και μπερδεμένο συναίσθημα καθώς βλέπουμε την σοφία της λαϊκής ρήσης να επιβεβαιώνεται: «Να με φυλάει ο Θεός από τους Φίλους μου. Τους εχθρούς μου τους κανονίζω και μόνος μου» (σ.τ.μ: π.χ. Με τέτοιους φίλους, τι τους θέλεις τους εχθρούς;)

Η Ισπανία περικυκλωμένη από δηλωμένους εχθρούς και ψεύτικους φίλους δεν θα σταματήσει την πορεία της εξαιτίας αυτών. Ευχόμαστε με όλη την αγάπη μας γι’ αυτόν τον θαυμάσιο λαό, να τους οδηγήσει το μονοπάτι του τραβάνε στον θρίαμβο. Αλλά ακόμα και αν τους οδηγήσει στην βαθύτερη άβυσσο της ήττας, θα έχουμε πάντα την παρηγοριά ότι θέλαμε να είμαστε με τα αθώα θύματα και όχι με τους δολοφόνους αμάχων, ότι υπερασπιστήκαμε την ιερή υπόθεση της ελευθερίας και δικαιοσύνης και όχι την επιστροφή της τυραννίας και του φεουδαρχικού προνομίου, ότι πήραμε μέρος στην συμπλοκή , διαλέγοντας αποφασιστικά με ποια πλευρά είμαστε και έχοντας απορρίψει το απαξιωτικό μερίδιο των δειλών και ηλίθιων συμβιβασμών.

*Το άρθρο αυτό εμφανίστηκε στην εφημερίδα “Guerra di Classe”, No.8, 1 Φλεβάρη 1937.