Στις αρχές του 1921 τα πράγματα πήγαιναν από το κακό το χειρότερο στο εσωτερικό της επαναστατημένης Ρωσίας. Μετά από τρία και πλέον χρόνια εμφυλίου πολέμου, η κατάσταση στις εργατικές και αγροτικές μάζες ήταν επιεικώς τραγική. Η φτώχεια βασάνιζε τον λαό, τόσο στις πόλεις, όσο και στην ύπαιθρο. Οι χειρισμοί της Μπολσεβικικής Κυβέρνησης -που είχε καθιερωθεί στην πολιτική εξουσία της χώρας μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, με επαναστατική συνθήματα και δράση- στην οργάνωση και την οικονομία, η συνέχιση του λεγόμενου “πολεμικού κομμουνισμού”, αλλά και η ανικανότητά των Μπολσεβίκων να διαχειριστούν, με μια μέτρια έστω αποτελεσματικότητα, τις ελλείψεις σε καύσιμα και πρώτες ύλες, έφεραν το κλείσιμο πολλών εργοστασίων, παρά τις πολλαπλές εκκλήσεις των εργαζομένων να τους δοθεί η ευκαιρία να αναλάβουν οι ίδιοι τις τύχες των προβληματικών βιομηχανιών. Ταυτόχρονα, η έλλειψη καυσίμων έφερε και την ακινητοποίηση των σιδηροδρόμων, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη μείωση της μεταφοράς πρώτων υλών και τροφίμων από την ύπαιθρο προς τις πόλεις, κάνοντας την κατάσταση ακόμη τραγικότερη.

Η Κυβέρνηση επέμενε στο δικό της κεντρικό πρόγραμμα, φέρνοντας αντιδράσεις και ως προς τα κοινωνικά ζητήματα: Η απολυταρχική διακυβέρνηση, ο εξανδραποδισμός των λεγόμενων “Ελεύθερων Σοβιέτ” και η ουσιαστική εξουδετέρωσή τους, όπου δεν συμφωνούσαν με το πρόγραμμα των Μπολσεβίκων, πήγαινε χέρι-χέρι με την καταστολή οποιασδήποτε αντιπολιτευόμενης φωνής, την λογοκρισία του τύπου και τις φυλακίσεις, όχι μόνο προς την αστική δεξιά, τους μενσεβίκους κλπ, αλλά και προς την επαναστατική αριστερά και τους αναρχικούς.

Ταυτόχρονα με όλα τα παραπάνω, η σταδιακή δημιουργία ενός μεγάλου στρώματος γραφειοκρατών και “καριεριστών Κομμουνιστών”, οι οποίοι απολάμβαναν αυξημένα προνόμια σε σχέση με τις καταδυναστευόμενες μάζες, εκνεύρισε ακόμη περισσότερο τους ήδη εξαγριωμένους πολίτες. Αυτό έφερε μια σειρά από διαμαρτυρίες, απεργίες εργατών και εξεγέρσεις χωρικών, οι οποίες καταπνίγονταν στο αίμα, κυρίως από σώματα “ευέλπιδων” του τακτικού πλέον “Κόκκινου Στρατού”, που είχε οργανώσει ο Λέοντας Τρότσκι, σώματα που παρέμεναν τυφλά προσκολλημένα στην Κυβέρνηση, λόγω και των προαναφερθέντων προνομίων που απολάμβαναν, αλλά και επειδή ήταν ουσιαστικά ξεκομμένα από τις εργατικές και αγροτικές μάζες.

Τον Γενάρη και τον Φλεβάρη του 1921, μεγάλης έντασης εργατικές αναταραχές ξέσπασαν στην Μόσχα και την Πετρούπολη, όπου χιλιάδες εξαθλιωμένοι εργάτες διαφόρων εργοστασίων που βρίσκονταν σε λειτουργική αδράνεια, μετά από συζητήσεις και εργατικές συνελεύσεις, κινήθηκαν στους δρόμους των πόλεων, ζητώντας ουσιαστικό διάλογο με την Κυβέρνηση των Μπολσεβίκων. Αφορμή, πέρα από την ήδη οξυμένη κατάσταση, ήταν και η περαιτέρω μείωση της μερίδας του ψωμιού κατά ένα τρίτο, ενώ οι από-τα-κάτω οργανωμένες απόπειρες των εργατών των πόλεων να πλησιάσουν την ύπαιθρο για να συνεννοηθούν με τους αγρότες για προμήθειες, σταματήθηκαν βίαια από την Κυβέρνηση. Ειδικά στην Πετρούπολη, οι κινητοποιήσεις έλαβαν τέτοιο μέγεθος που σύντομα η Κυβέρνηση χρειάστηκε να μεταφέρει τάγματα του Κόκκινου Στρατού από άλλες περιοχές για να τις καταπνίξουν. Έγιναν εκατοντάδες συλλήψεις και φυλακίσεις εργατών, ανάμεσα στους οποίους φυσικά βρίσκονταν και οι “συνήθεις ύποπτοι” αναρχικοί και αριστεροί σοσιαλεπαναστάτες.

Η Κρονστάνδη στο πόδι
Η Κρονστάνδη είναι μια πόλη-λιμάνι στο μικρό νησί Κοτλίν, στην Βαλτική Θάλασσα, που αποτελούσε διαχρονικά την έδρα του Βαλτικού Στόλου. Η τοποθεσία της βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την πόλη της Πετρούπολης. Σημαντικό Νησί-Φρούριο σε κάθε εποχή της Ρωσίας, ο πληθυσμός της διακατεχόταν πάντα από έντονο ριζοσπατισμό, λόγω της ύπαρξης του στόλου και των ναυτών, οι οποίοι, ακόμη και την σκοτεινή περίοδο του Τσαρισμού, μπορούσαν πολύ πιο εύκολα να έρθουν σε επαφή με τις επαναστατικές ιδέες που διαμορφώνονταν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό το προοδευτικό πνεύμα οδήγησε την πόλη στο να έχει σημαντική συμμετοχή στην αποτυχημένη Επανάσταση του 1905, αλλά και σε αυτές του 1917. Ιδιαίτερα κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση, οι ναύτες του στόλου, οι στρατιώτες, αλλά και οι απλοί εργάτες, αισθάνθηκαν πολύ κοντά στο σύνθημα “Όλη η Εξουσία στα Σοβιέτ”, το οποίο είχαν βάλει μπροστά οι Μπολσεβίκοι, και έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην επικράτηση της επανάστασης. Μάλιστα, ο ίδιος ο Τρότσκι είχε αποκαλέσει την Κρονστάνδη “Το καμάρι και η δόξα της Επανάστασης”. Το πιο προοδευτικό και ελευθεριάζον κλίμα που διαμορφωνόταν στην Κρονστάνδη έγινε πιο έντονο μέσα στον Ρωσικό Εμφύλιο, όταν μετέβησαν σε αυτήν φαντάροι και ναύτες από κάθε γωνιά της Ρωσίας, όπως π.χ. αναρχικοί από την Ουκρανία και αλλού (όπως ο Στεπάν Πετριτσένκο, που θα παίξει κομβικό ρόλο στην εξέλιξη της εξέγερσης στην Κρονστάνδη), οι οποίοι μετέφεραν στην πόλη, τόσο τις δικές τους ιδέες, όσο και την πραγματική κατάσταση που επικρατούσε στην επαναστατημένη χώρα υπό την Κυβέρνηση των Μπολσεβίκων

Σταδιακά, από το 1918 μέχρι και το 1921, η Κρονστάνδη αντιμετώπισε κι αυτή παρόμοιου μεγέθους και είδους προβλήματα με την υπόλοιπη Ρωσία. Τα καύσιμα για τον στόλο τελείωναν, τα ίδια τα πλοία καταστρέφονταν εξαιτίας της ελλιπούς συντήρησης (μιας και ο πόλεμος με τους Γερμανούς είχε λήξει με την ντροπιαστική συνθήκη του Μπρεστ-Λιτοφσκ, το 1918), ενώ τα τρόφιμα μειώνονταν κι αυτά, λόγω των δυσκολιών εφοιασμού που έφερνε το κεντροποιημένο σύστημα διαχείρισης των Μπολσεβίκων. Μέσα σε όλα αυτά, ξέσπασε και μια επιδημία σκορβούτου. Ταυτόχρονα, η Κυβέρνηση αντιμετώπιζε τις όποιες αντιδράσεις των ναυτών και των εργατών της πόλης με κατασταλτικές πολιτικές και με την μεταφορά δυνάμεων της περιβόητης Τσέκα (μυστικής αστυνομίας), της οποίας οι μέθοδοι περιελάμβαναν από συλλήψεις, ανακρίσεις και βασανισμούς, μέχρι και εκτελέσεις ή “εξαφανίσεις” ενοχλητικών στοιχείων.

Τον Φλεβάρη του 1921 διάφορες αναταραχές μέσα στον στόλο, που είχαν να κάνουν με έκτακτα μέτρα των Μπολσεβίκων για πειθάρχηση του σώματος, αυστηρή συγκέντρωση της εξουσίας και παύση των αντιπολιτευόμενων τάσεων, έφεραν ένα εκ νέου εξεγερσιακό κλίμα αμφισβήτησης στην πόλη, ενάντια στην Κυβέρνηση. Έτσι, οι κάτοικοι της Κρονστάνδης είχαν τα μάτια και τα αυτιά τους στραμμένα προς την Πετρούπολη και τις εκεί αναταραχές, στέλνοντας μάλιστα δικούς τους αντιπροσώπους να τους μεταφέρουν την αλήθεια. Και η αλήθεια σχετικά με την καταστολή όσων αντιδρούσαν σε προβλήματα παρόμοια με τα δικά τους, δεν τους άρεσε καθόλου.

Στις 28 Φεβρουαρίου 1921, τα πληρώματα των θωρηκτών Πετροπαβλόφσκ και Σεβαστόπολ υιοθέτησαν από κοινού ψήφισμα 15 σημείων, το οποίο στην συνέχεια έγινε αποδεκτό από ολόκληρη την 1η και 2η Μοίρα του Βαλτικού Στόλου, μετά από συνέλευση, ενώ κέρδισε ακόμη και τις επιτροπές των Μπολσεβίκων Ναυτών και τέθηκε προς ψηφοφορία σε ολόκληρη την πόλη, σε δημόσια συγκέντρωση στην κεντρική πλατεία. Το ψήφισμα υιοθετήθηκε ομόφωνα από όλη την φρουρά της Κροστάνδης, την 1η Μαρτίου 1921, μπροστά σε 16.000 λαού και καταψηφίστηκε μόνο από τα επίσημα όργανα της Μπολσεβίκικης Κυβέρνησης, που είχαν φτάσει την ίδια ημέρα στην πόλη.

Τα 15 σημεία ήταν τα εξής:

Δεδομένου ότι τα σημερινά σοβιέτ δεν εκφράζουν τη θέληση των εργατών και των χωρικών, να προκηρυχθούν αμέσως εκλογές για νέα σοβιέτ με μυστική ψηφοφορία και με ελεύθερη προεκλογική προπαγάνδα.
Να δοθεί η ελευθερία του λόγου και του τύπου για τους εργάτες και χωρικούς ,τους αναρχικούς και τα σοσιαλιστικά κόμματα της αριστεράς.
Να εξασφαλιστεί η ελευθερία του συνέρχεσθαι και η ελευθερία των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των ενώσεων των χωρικών.
Να συγκληθεί μια εξωκομματική συνδιάσκεψη των εργατών, κόκκινων φαντάρων και ναυτών της Πετρούπολης, της Κρονστάδης και των περιχώρων, το αργότερο ως τις 10 Μαρτίου 1921.
Να απελευθερωθούν όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι που ανήκουν σε σοσιαλιστικά κόμματα , όπως και όλοι οι εργάτες και χωρικοί, κόκκινοι φαντάροι και ναύτες, φυλακισμένοι για διάφορα εργατικά και αγροτικά κινήματα.
Εκλογή μιας επιτροπής για τον έλεγχο των φακέλλων των κρατουμένων στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Κατάργηση όλων των Πολιτοτνιέτ (πολιτικά τμήματα), γιατί κανένα κόμμα δεν πρέπει να έχει προνόμια ούτε να παίρνει χρηματικές ενισχύσεις από το κράτος για να προπαγανδίζει τις ιδέες του. Να αντικατασταθούν με εκπολιτιστικές επιμορφωτικές επιτροπές, εκλεγμένες από τους κατοίκους κάθε περιοχές και χρηματοδοτούμενες από το κράτος
Άμεση κατάργηση όλων των αποσπασμάτων των μπλόκων. (υπήρχαν ένοπλα αποσπάσματα γύρω από τις πόλεις, τοποθετημένα από την κυβέρνηση, που έλεγχαν κάθε κίνηση προς και από αυτές)
Εξίσωση των μερίδων φαγητού για όλους τους εργαζομένους, εκτός από όσους εργάζονται σε ανθυγιεινές και επικίνδυνες εργασίες.
Διάλυση των κομμουνιστικών μαχητικών αποσπασμάτων στις στρατιωτικές μονάδες και την κατάργηση της υπηρεσίας των κομμουνιστικών φρουρών στα εργοστάσια . Σε περίπτωση ανάγκης, τέτοια αποσπάσματα να εκλέγονται άμεσα από τους στρατιώτες και τους εργάτες αντίστοιχα.
Να δοθεί στους αγρότες πλήρης ελευθερία να διαχειρίζονται τη γη τους όπως και το δικαίωμα να έχουν ζώα, τα οποία πρέπει να φροντίζουν οι ίδιοι, να κάνουν μοναχοί τις δουλειές τους, δίχως να χρησιμοποιούν μισθωτή εργασία από μεροκαματιάρηδες.
Ζητείται από όλες τις στρατιωτικές μονάδες, όπως και από τους συντρόφους ευέλπιδες να ταχτούν αλληλέγγυοι με την απόφαση αυτή.
Να δίνεται από τον τύπο η πιο πλατειά δημοσιότητα σε όλες τις αποφάσεις.
Να ορισθεί ένα κινητό γραφείο ελέγχου.
Να επιτραπεί ελεύθερα η βιοτεχνική παραγωγή που δεν χρησιμοποιεί μισθωτούς εργάτες.

Κρονστάνδη
Το ψήφισμα της 1ης και 2ης Μοίρας του Βαλτικού Στόλου με τα 15 σημεία

Στην Κρονστάνδη έπειτα δημιουργήθηκε μια Προσωρινή Επαναστατική Επιτροπή, με τον αναρχικό Πετριτσένκο επικεφαλής, με μοναδικό στόχο να προετοιμάσει την κατάσταση μέχρι τις επερχόμενες εκλογές στο τοπικό Σοβιέτ, που προβλέπονταν από την 1η κιόλας θέση του ψηφίσματος.

Φυσικά, η Κυβέρνηση των Μπολσεβίκων, με προεξέχοντα τον Λέοντα Τρότσκι, όταν κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση, κατέφυγε σε ένα όργιο προπαγάνδας, μέσα από τον Κυβερνητικό Τύπο, το ραδιόφωνο, αλλά και από φέιγ-βολάν που έριχναν από ψηλά στην ίδια την Κρονστάνδη. Κύρια σημεία της προπαγάνδας τους αποτέλεσαν τα αισχρά ψεύδη ότι πίσω από την εξέγερση βρίσκονταν πρώην Λευκοί Τσαρικοί Στρατηγοί και Αξιωματικοί, ότι αυτή χρηματοδοτούταν από την Δύση, το Παρίσι, την Φινλανδία, ότι γενικά συσπειρώνονταν όλες οι αντεπαναστατικές δυνάμεις (μενσεβίκοι, δεξιοί σοσιαλεπαναστάτες, αστοί). Φυσικά, οι εξεγερμένοι, αλλά και οι ίδιες οι περιστάσεις, απαντούσαν πολύ εύκολα στις γελοίες αυτές κατηγορίες, μέσα από τα φύλλα της εφημερίδας Ιζβέστια (Νέα, Επίκαιρα). Κάθε μέρα, από την 3η Μαρτίου μέχρι τις 18 που κράτησε η εξέγερση, δημοσιεύονταν τόσο οι ίδιες οι ψευδείς ανακοινώσεις των Μπολσεβίκων (για να υπάρχει μέτρο σύγκρισης, αλλά και σύμφωνα με την ελευθερία του τύπου και την πλατιά δημοσιότητα όλων των ανακοινώσεων), όσο και οι απαντήσεις σε αυτές με στοιχεία που κατέρριπταν τα ψέμματα.

Οι υποτιθέμενοι πρώην Λευκοί αξιωματικοί δεν βρέθηκαν πουθενά, παρά μόνο στις τάξεις των ίδιων των Μπολσεβίκων και του Κόκκινου Στρατού, που εξαρχής τους είχε χρησιμοποιήσει για την στελέχωσή του, σε αξιόμαχα ανώτερα όργανα, με πρωτοβουλία του Τρότσκι. Υπήρχαν όντως κάποιοι λίγοι μέσα στην Κρονστάνδη, τοποθετημένοι εκεί από πριν, από την ίδια την Κυβέρνηση, που δεν αντέδρασαν στην εξέγερση (όπως και η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου της πόλης) και δεν έπαιξαν κανέναν σημαντικό ρόλο σε αυτήν.

Χρηματοδοτήσεις από ξένους παράγοντες δεν πάρθηκαν ποτέ, αν και οι δυνάμεις της Δύσης και οι Ρώσοι αστοί Εμιγκρέδες προσφέρθηκαν να το πράξουν, ώστε να αποσταθεροποιήσουν την κατάσταση στην Ρωσία. Και δεν πάρθηκαν πολύ απλά επειδή η Εξέγερση της Κρονστάνδης ήταν σε ακραιφνώς επαναστατική κατεύθυνση, ενώ κάθε τόσο υπενθυμιζόταν στους εξεγερμένους ότι έπρεπε να είναι σε επαναστατική επιφυλακή, τόσο ενάντια στους Μπολσεβίκους δικτάτορες, όσο και στους αστούς αντεπαναστάτες.

Τα ίδια τα αιτήματα και η πολιτική στάση των εξεγερμένων δεν άφηναν κανένα περιθώριο αμφιβολίας για το Επαναστατικό τους ήθος. Μάλιστα, μέχρι την τελευταία στιγμή περίμεναν πως θα καταφέρουν να έρθουν σε συνεννόηση με την Κυβέρνηση. Τονιζόταν πάντα στα φύλλα της εφημερίδας πως δεν πρέπει οι εξεγερμένοι να αποζητήσουν την αντεκδίκηση απέναντι στους Μπολσεβίκους της πόλης, αλλά την ικανοποίηση των αιτημάτων τους και μόνο. Οι ίδιοι οι Μπολσεβίκοι Κομμουνιστές στην Κρονστάνδη δεν ανέφεραν στους ανωτέρους τους και στα όργανα της Κυβέρνησης καμία μυστική συνεργασία ή διάκριση εις βάρος τους ως πολιτική δύναμη, όσο αυτοί δεν κινούνταν ενεργά εχθρικά προς την εξέγερση. Οι δε φυλακισμένοι Μπολσεβίκοι, αυτοί δηλαδή που έμειναν πιστοί στην Κυβέρνηση, ήταν αξιωματούχοι ή προσπάθησαν να αντιδράσουν, κρατούνταν υπό άριστες συνθήκες, ενώ οι υπόλοιποι έπαιρναν μέρος μέχρι και στις συνελεύσεις της πόλης, έως ένα σημείο, παρά την αντίθετη γνώμη και την προτροπή ορισμένων πιο θερμόαιμων να τους εκκαθαρίσουν.

Άλλωστε, σε καθημερινή βάση, δεκάδες κείμενα με υπογραφές πρώην Μπολσεβίκων Κομμουνιστών ναυτών, εργατών και φαντάρων κατάκλυζαν της σελίδες της Ιζβέστιας, δηλώνοντας πως η εξέγερση ήταν πιστή στις πραγματικές διακηρύξεις της Οκτωβριανής Επανάστασης, σε αντίθεση με την Κυβέρνηση των Μπολσεβίκων, που είχε μετατραπεί σε γραφειοκρατική και ξεκομμένη από τις μάζες δικτατορία. Εκατοντάδες εργάτες, ναύτες, φαντάροι υπέγραψαν και δημοσίευσαν την αποχώρησή τους από το Μπολσεβικικό Κόμμα κατά την διάρκεια της Εξέγερσης, απογοητευμένοι από τις πολιτικές εξελίξεις, τους χειρισμούς της Κυβέρνησης και την στάση της απέναντι στην κατάσταση στην Κρονστάνδη.

Τέλος, παρά τις παραινέσεις διάφορων “ειδικών” αξιωματούχων, όπως ο παλιός Τσαρικός Κοζλόφσκι, αλλά και άλλων αντιδραστικών, που τα είχαν σπάσει με την Κυβέρνηση, οι εξεγερμένοι δεν αποφάσισαν να κινηθούν επιθετικά προς το Μπολσεβικικό καθεστώς εκτός της πόλης, δηλαδή προς την Πετρούπολη καθώς, όπως είπαμε, μέχρι και την τελευταία στιγμή πριν εξαπολυθεί η τελική επίθεση του Λένιν και του Τρότσκι, προσπαθούσαν να βρουν μια συμβιβαστική λύση.

Αντίθετα, η στάση της Κυβέρνησης ήταν κάθετη: Οι Τρότσκι και Ζινόβιεφ απέδωσαν πολύ γρήγορα τελεσίγραφο άνευ όρων παράδοσης στους εξεγερμένους, ενώ μάλιστα η Τσεκά συνέλαβε και πολλούς από τους συγγενείς τους στην Πετρούπολη. Η Κυβέρνηση αρνήθηκε κάθε αίτημα διαμεσολάβησης και διαπραγμάτευσης που δεν ανταποκρινόταν πλήρως στους δικούς της όρους και, εν τέλει, ξεκίνησε την πολιορκία της Πόλης-Φρούριο στις 7 Μαρτίου. Δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού, της Τσεκά και της Κομμουνιστικής Νεολαίας (το πιο πιστό στην κυβέρνηση σώμα) επιστρατεύθηκαν. Η πόλη έπεσε μετά από σφοδρές μάχες στις 18 του μηνός. Πέρα από τις επί τόπου εκτελέσεις, μετά το τέλος της πολιορκίας ξεκίνησε ένα όργιο καταστολής των αιχμαλώτων. Οι πηγές αναφέρουν πως τουλάχιστον από 1200 έως 2168 αιχμάλωτοι εκτελέστηκαν σε δεύτερο χρόνο, χώρια τους χιλιάδες που εκτοπίστηκαν σε φυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να μεταφέρουμε σε αυτό το άρθρο όλο το περιεχόμενο της ένοπλης σύγκρουσης ανάμεσα στις δυο πλευρές. Άλλωστε, δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Αντίθετα, θα αποπειραθούμε να μεταφέρουμε λίγο από το πνεύμα που διέπνεε τους εξεγερμένους στην Κρονστάνδη, που τόσο κατασυκοφαντήθηκαν και λασπολογήθηκαν από την επίσημη εξουσία, χρησιμοποιώντας τα δικά τους λόγια.

Ακολουθεί λοιπόν ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στο 6ο φύλλο της Ιζβέστιας, την 7η Μαρτίου 1921, ημέρα που ξεκίνησε η ένοπλη επίθεση της Κυβέρνησης των Μπολσεβίκων στην Κρονστάνδη:

«Γιατί αγωνιζόμαστε,

Με το ξέσπασμα της Οκτωβριανής επανάστασης, η εργατική τάξη ήλπιζε να κερδίσει την χειραφέτησή της. Η κατάληξη όμως ήταν ακόμη χειρότερη σκλαβιά για το ανθρώπινο άτομο. Η εξουσία της αστυνομικής μοναρχίας πέρασε στα χέρια των σφετεριστών -των Κομουνιστών- που, αντί να δώσουν ελευθερία στον λαό, του έδωσαν τον φόβο των φυλακών της Τσεκά, των οποίων η φρίκη ξεπερνάει κατά πολύ τις μεθόδους της Τσαρικής αστυνομίας.

Μετά από πολλά χρόνια πολεμώντας και υποφέροντας, ο εργάτης της Σοβιετικής Ρωσίας κέρδισε μόνο αυθάδεις διαταγές, πλήγματα από ξιφολόγχες και σφαίρες των κοζάκων της Τσεκά. Στην πραγματικότητα, η Κομμουνιστική εξουσία αντικατέστησε το ένδοξο σύμβολο των εργατών, το σφυρί και ο δρεπάνι, με ένα νέο σύμβολο -την ξιφολόγχη και τα κάγκελα της φυλακής,που επέτρεψαν στην νέα γραφειοκρατία, τους Κομμουνιστές αξιωματούχους και κομισάριους, να διασφαλίσουν μια ήρεμη και ανενόχλητη ύπαρξη για τους ίδιους.

Όμως το προσβλητικότερο και εγκληματικότερο όλων είναι η πνευματική σκλαβιά που επιβλήθηκε από τους κομμουνιστές. Έβαλαν χέρι στις σκέψεις και την ηθική ζωή των εργαζομένων, εξαναγκάζοντας τους πάντες να σκέφτονται μόνο με τους δικούς τους κανόνες. Με την βοήθεια των κρατικών συνδικάτων, έχουν αλυσοδέσει τους εργάτες στις μηχανές, και μετέτρεψαν τη εργασία σε μια νέα σκλαβιά, αντί να την κάνουν πιο ευχάριστη. Στις διαμαρτυρίες των αγροτών, οι οποίες εξελίχθηκαν σε αυθόρμητες εξεγέρσεις, στις απαιτήσεις των εργατών, που αναγκάστηκαν από τις ίδιε τις συνθήκες ζωής τους να καταφύγουν σε απεργίες, απαντούν με μαζικά πυρά και με αγριότητα που θα ζήλευαν οι Τσαρικοί στρατηγοί.

Η Ρωσία των εργατών, η πρώτη που ύψωσε την κόκκινη σημαία της εργατικής χειραφέτησης, πνίγεται στο αίμα των μαρτύρων προς δόξαν της Κομμουνιστικής εξουσίας. Μαζί της πνίγονται όλες οι ωραίες υποσχέσεις και πιθανότητες για την προλεταριακή επανάσταση.

Γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο και πλέον είναι πασιφανές, ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είναι, όπως προσποιείται, ο υπερασπιστής των εργαζομένων. Τα συμφέροντα των εργατικών μαζών του είναι ξένα. Αφότου κατέλαβαν την εξουσία, οι Κομμουνιστές νοιάζονται μόνο για ένα πράγμα -να μην την χάσουν. Θεωρούν ότι ο σκοπός αυτός αγιάζει όλα τα μέσα: δυσφήμιση, εξαπάτηση, βία, δολοφονίες, αντίποινα στις οικογένειες των επαναστατών.

Όμως η υπομονή τω βασανισμένων εργατών έχει εξαντληθεί. Η χώρα φωτίζεται πάλι από τις φλόγες της επανάστασης, της πάλης ενάντια στην καταπίεση και την βία. Οι απεργίες των εργατών πολλαπλασιάζονται. Τα μπολσεβίκικα κυνηγόσκυλα παρακολουθούν. Παίρνουν μέτρα για να εμποδίσουν και να πνίξουν την αναπόφευκτη τρίτη επανάσταση. Όμως σε πείσμα όλων, έχει έρθει. Την έφεραν οι ίδιες οι εργατικές μάζες. Οι στρατηγοί του Κομμουνισμού σύντομα θα δουν ότι ο λαός έχει ξεσηκωθεί, πεπεισμένος για την προδοσία τους στα ιδανικά της επανάστασης. φοβούμενοι για τα τομάρια τους και γνωρίζοντας ότι δεν μπορούν να κρυφτούν πουθενά από την οργή των εργατών, οι Κομμουνιστές προσπαθούν να τρομοκρατήσουν τους επαναστάτες, με την βοήθεια των κοζάκων, με φυλακές, εκτελέσεις και άλλες θηριωδίες. Κάτω από τον ζυγό της Κομμουνιστικής δικτατορίας, η ίδια η ζωή έγινε χειρότερη από τον θάνατο.

Ο επαναστατημένος λαός συνειδητοποίησε πως η πάλη ενάντια στους Κομμουνιστές και ενάντια στην επαναφορά του καθεστώτος δουλοπαροικίας δεν μπορεί να μείνει στην μέση. Πρέπει να παλέψει μέχρι τέλους Οι κομμουνιστές προσποιούνται ότι κάνουν παραχωρήσεις. Αφαίρεσαν τα οδοφράγματα στα περίχωρα της Πετρούπολης. Ενέκριναν δέκα εκατομμύρια χρυσά ρούβλια για εισαγωγή προϊόντων. Αλλά δεν κοροϊδεύουν κανέναν. Πίσω από αυτό το δόλωμα κρύβεται η σιδερένια γροθιά του αφέντη, του δικτάτορα ο οποίος, μόλις αποκατασταθεί η τάξη, θα τους κάνει να πληρώσουν ακριβά γι αυτές τις παραχωρήσεις.

Όχι, δεν μπορούμε να μείνουμε στη μέση. Πρέπει να νικήσουμε ή να πεθάνουμε. Η κόκκινη Κρονστάνδη, ο τρόμος των αντεπαναστατών, αριστερών και δεξιών, δίνει το παράδειγμα. Εδώ η επανάσταση απέκτησε νέα ορμή. Εδώ υψώθηκε η σημαία της επανάστασης ενάντια στην τυραννία των τελευταίων τριών χρόνων, ενάντια στην καταπίεση της Κομμουνιστικής απολυταρχίας, που ξεπέρασε όλους τους αιώνες του ζυγού της μοναρχίας. Εδώ στην Κρονστάνδη μπήκαν τα θεμέλια για την Τρίτη Επανάσταση που θα σπάσει τις τελευταίες αλυσίδες των εργατών και θα ανοίξει το νέο δρόμο γα την σοσιαλιστική ανοικοδόμηση.

Αυτή η νέα επανάσταση θα βοηθήσει τις εργατικές μάζες σε ανατολή και Δύση, δίνοντας το παράδειγμα μιας νέας σοσιαλιστικής οικοδόμησης σε αντίθεση με την μηχανική κυβερνητική μέθοδο των Κομμουνιστών. Οι εργατικές μάζες πέρα απ’τα σύνορά μας θα καταλάβουν ότι αυτό που οικοδομείται εδώ τούτη την περίοδο στο όνομα των εργατών και αγροτών δεν είναι σοσιαλισμός.

Το πρώτο βήμα προς αυτή τη κατεύθυνση έγινε χωρίς ούτε μια σφαίρα, ούτε μα σταγόνα αίματος. Οι εργάτες δεν θέλουν να χύσουν αίμα, το κάνουν όνο ε περιστάσεις πραγματικής άμυνας. Παρ’ όλες τις απεχθείς πράξεις των Κομμουνιστών, έχουμε ικανοποιητική αυτοσυγκράτηση, ώστε να περιοριζόμαστε στον αποκλεισμό τους από την κοινωνική ζωή, για να τους αποτρέψουμε από το να κάνουν περισσότερη ζημιά στην επαναστατική δουλειά με την ψευδή και κακεντρεχή προπαγάνδα τους.

Οι εργάτες και οι αγρότες προχωρούν μπροστά χωρίς δισταγμό. Αφήνουν πίσω τους την Συντακτική Συνέλευση και το καθεστώς της μπουρζουαζίας, αφήνουν πίσω τους την δικτατορία του Κομμουνιστικού Κόμματος με τη Τσεκά και τον κρατικό καπιταλισμό που σφίγγει την θηλιά γύρω από τον λαιμό τους και απειλεί να τους στραγγαλίσει.

Οι αλλαγές που συνέβησαν προσφέρουν επιτέλους στις εργατικές μάζες την πιθανότητα να εξασφαλίσουν ελεύθερα εκλεγμένα Σοβιέτ, χωρίς βίαιο εξαναγκασμό από κόμματα. Επίσης, αυτή η αλλαγή τους επιτρέπει να αναδιοργανώσουν α κρατικά συνδικάτα σε ελεύθερες ενώσεις εργατών, αγροτών και διανοούμενων. Η αστυνομική μηχανή της Κομμουνιστικής απολυταρχίας επιτέλους κατέρρευσε. »

Πηγές-Βιβλιογραφία:

Β. Σέρτζ – Α. Μπέρκμαν: Οι “Ιζβέστιες” της Κρονστάνδης, Ελεύθερος Τύπος

Βολίν: Η Άγνωστη Επανάσταση – Τόμος Γ΄, Πανοπτικόν

Άρης Αλεξάνδρου: Η Εξέγερση της Κρονστάνδης, Πανοπτικόν

*Αναδημοσίευση από εδώ: https://www.alerta.gr/archives/10818?fbclid=IwAR2tDjQ0CVaDts-K_QZPBCqpSwzyQYf_aeEKaF7xb4j-DvSOAg6nVXHZd1U