Nick Heath
Ο Ngo Van Xuhat, συγγραφέας του έργου “Η Κομμούνα της Σαϊγκόν”, ξεκίνησε την πολιτική του δραστηριότητα ως τροτσκιστής, αλλά μέχρι το τέλος της ζωής του είχε ενστερνιστεί την ελευθεριακή ανάλυση.
Τα επονομαζόμενα “εργατικά κόμματα” (ιδιαίτερα τα λενινιστικά) είναι καθεστώτα εμβριακών κρατών. Μόλις αναρριχηθούν στην εξουσία, τα κόμματα αυτά διαμορφώνουν τον πυρήνα μιας νέας άρχουσας τάξης, που με τη σειρά της δίνει την αφορμή για ένα νέο σύστημα εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο”.
Ο Ngo Van Xuhat εντάχθηκε στο τροτσκιστικό κίνημα του Βιετνάμ το 1932 σε ηλικία 19 χρόνων. Έφυγε από την πόλη του στα 14 για να εργαστεί σε ένα εργοστάσιο μεταλλουργίας στη Σαϊγκόν. Εκεί συμμετείχε στις διαδηλώσεις και τις απεργίες κατά της γαλλικής κυριαρχίας.
Η σκληρή ζωή που βίωσαν οι εργαζόμενες τάξεις του Βιετνάμ κάτω από το γαλλικό ζυγό είχε ως αποτέλεσμα να είναι αδυνατο να μορφωθεί κανονικά. Ωστόσο, άρχισε να διαβάζει Μαρξ στην δημόσια βιβλιοθήκη της Σαϊγκόν όπου πήγαινε μετά από τη δουλειά. Έτσι δημιούργησε επαφές και εντάχθηκε στην τροτσκιστική αριστερή αντιπολίτευση μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδοκίνας. Τροτσκιστές και σταλινικοί συνεργάστηκαν επί τρία χρόνια (1933-1936) στη Σαϊγκόν γύρω από το εβδομαδιαίο περιοδικό “Ο Αγώνας”. Αλλά οι τροτσκιστές αποχώρησαν έπειτα για να σχηματίσουν τον Σύνδεσμο Διεθνών Κομμουνιστών για την Οικοδόμηση της Τέταρτης Διεθνούς. Στο μεταξύ, ο Van έμαθε την τέχνη της σελιδοποίησης για την υπόγεια προπαγανδιστική δράση της ομάδας.
Οργάνωσε μια απεργία για καλύτερους μισθούς στο εργοστάσιο όπου εργαζόταν. Συνελήφθη μέσα στο εργοστάσιο και ήταν τότε 24 χρόνων. Οδηγήθηκε στις Κεντρικές Φυλακές της Σαϊγκόν, όπου βασανίστηκε. Συμμετείχε σε μια απεργία πείνας με το αίτημα οι πολιτικοί κρατούμενοι να είναι ισότιμοι όπως συνέβαινε και στη Γαλλία. Ο Βαν και τα μέλη της ομάδας του συνεχώς συλλαμβάνονταν, βασανίζονταν και τελικά αφήνονταν ελεύθεροι για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Τελικά εξορίστηκε στο Travinh, ένα νησί στο δέλτα του ποταμού Mekong. Το ίδιο διάστημα στην περιοχή ξέσπασε μια αγροτική εξέγερση. Οι Γάλλοι τότε συνέλαβαν και εκτέλεσαν 200 αγωνιστές και σκότωσαν χιλιάδες σε βομβιστικές επιδρομές. Περίπου αυτή την περίοδο ο Van κατάλαβε ότι είχε προσβληθεί από φυματίωση.
Το Μάρτη του 1945 οι Ιάπωνες κατέλαβαν το Νότιο Βιετνάμ. Οι τροτσκιστές κάλεσαν τους Βιετναμέζους να εξεγερθούν ενάντια σε όλους τους καταπιεστές ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους, σε αντίθεση με το Κομμουνιστικό Κόμμα, που κάλεσε σε μια συμμαχία με τους συμμάχους. Περίπου 30.000 ανθρακωρύχοι συγκρότησαν συμβούλια για τη λειτουργία των ορυχείων, των δημόσιων υπηρεσιών καθώς και των υπηρεσιών μαζικής μεταφοράς, ενώ εισήγαγαν και μια εκστρατεία κατά του αναλφαβητισμού.
Μετά την κατάρρευση της ιαπωνικής κατοχής, ένα κύμα επαναστατικής δράσης σάρωσε τη χώρα. Οι τροτσκιστές κάλεσαν τον λαό να εξοπλιστεί και να συγκροτήσει συμβούλια εργατών και αγροτών. Έτσι γεννήθηκε η Κομμούνα της Σαϊγκόν. Αλλά μέχρι τον Οκτώβρη η εξέγερση είχε εξαντληθεί. Οι σταλινικοί σκότωσαν εκατοντάδες τροτσκιστές. Ο Van εγκατέλειψε το Βιετνάμ, την άνοιξη του 1948. Αργότερα έμαθε ότι μερικοί από τους συντρόφους του που άφησε πίσω βασανίστηκαν φριχτά μέχρι θανάτου από τους σταλινικούς.
Έτσι ο Van κατέληξε στο Παρίσι, όπου έγινε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Εργατων (Union Ouvriere Internationale - UOI). Στην ομάδα αυτή συμμετείχαν, ανάμεσα στους άλλους, ο Ισπανός Grandizo Munis, ο κορυφαίος σουρεαλιστής ποιητής Benjamin Peret -ο οποίος είχε πολεμήσει με τη Φάλαγγα Ντουρρούτι στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και Επανάσταση- και η Sophie Moen. Αυτή η ομάδα είχε εγκαταλείψει το τροτσκιστικό Διεθνές Κομμουνιστικό Κόμμα, επειδή δεν συμφωνούσε με την άποψη ότι η (τότε) ΕΣΣΔ ήταν ένα “εκφυλισμένο εργατικό κράτος” και έπρεπε να υπερασπιστεί ως τέτοιο.
Ο Van και η Moen προχώρησαν σε μια προσωπική σχέση. Το UOI κατέρρευσε το 1954 και οι Van και Moen συμμετείχαν στις άτυπες ομαδικές συζητήσεις γύρω από τον Maximilien Rubel και τον συγγραφέα Jean Malaquais. Το μεγαλύτερο μέρος της ομάδας ήταν εργοστασιακοί εργάτες και υιοθέτησαν πολλές ιδέες του συμβουλιακού κομμουνισμού. Η ομάδα αλληλογραφούσε με τους Anton Pannekoek και Paul Mattick, μεταξύ άλλων. Τα διαβάσματα του Van τον έκαναν να απορρίψει εντελώς την ανάγκη της ύπαρξης μιας ελίτ του λενινιστικού κόμματος, ενώ πλέον προτιμούσε τον όρο μαρξιανός αντί μαρξιστής και, όπως και ο Rubel, κατανοούσε τον Μαρξ με μια αντιεξουσιαστική προσέγγιση.
Ο Van εργαζόταν τότε στο εργοστάσιο Mors, φτιάχνοντας σήματα σιδηροδρόμων. Δημιούργησε μια εργοστασιακή ομάδα εκεί. Το 1957 με πρωτοβουλία τροτσκιστών, ιδρύθηκε μια Επιτροπή Μεταλλεργατών της περιοχής του Παρισιού. Σε μια συνέλευση τον Οκτώβριο συναντήθηκαν ακτιβιστές από 11 εργοστάσια, συμπεριλαμβανομένων των Renault και Mors και άρχισε να κυκλοφορεί ένα ενημερωτικό δελτίο. Σε μια από τις συναντήσεις των μεταλλουργών αποφασίστηκε να διευρυνθεί η σύνδεση για να συμπεριλάβει ακτιβιστές και από άλλες βιομηχανίες. Ωστόσο, τα γεγονότα της 13ης Μαΐου 1958 (με το ζήτημα της Αλγερίας) ξεπέρασαν αυτό το γεγονός. Η απειλή του ΟΑΣ και των φασιστών οδήγησε στη δημιουργία μιας συνέλευσης όπου συμμετείχαν τροτσκιστές διαφόρων αποκλίσεων, αναρχοσυνδικαλιστές καθώς και μέλη μιας συνδικαλιστικής ομάδας γύρω από την εφημερίδα “Η Προλεταριακή Επανάσταση” (“La Revolution Proletarienne"), ενώ μέλη του “Σοσιαλισμός Ή Βαρβαρότητα” (“Socialisme ou Barbarie”) και άλλων ομάδων παρακολουθούσαν επίσης.
Οι τροτσκιστές της Tribune Ouvrier Renault ξεκίνησαν την κυκλοφορία του εντύπου “Φωνή της Εργασίας” (“Voix Ouvriere”) και διάφορα εργοστασιακά δελτία. Ο “Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα” κυκλοφόρησε την “Pouvoir Ouvrier”. Τότε ήταν που ο Van και άλλοι, από την άλλη πλευρά, προώθησαν την έννοια της αυτονομίας των εργαζομένων.
Μετά από μια διάσπαση στο “Socialisme ou Barbarie", δημιουργήθηκε το Information Liasons Ouvrieres, το οποίο προώθησε την ανάγκη δημιουργίας επιτροπών μεταξύ των εργατών διαφόρων βιομηχανιών. Δημιουργήθηκε ένας ξεχωριστός πυρήνας, η Regroupement Interenterprises και ο Van ήταν ένας από τους συμμετέχοντες. Οι συνελεύσεις που οργανώνονταν από την ομάδα αυτή ήταν μικρές αρχικά, συνήθως 10 έως 20 άτομα, αλλά άρχισαν να αναπτύσσονται αργά στην πορεία προς το 1968.
Βέβαια, μετά από ένα διάστημα, τόσο η ILO όσο και η Regroupement κατέρρευσαν και έτσι το ενημερωτικό δελτίο που κυκλοφορούσε από αγωνιστές από διάφορα εργοστάσια διάφορους ακτιβιστές έγινε το μηνιαίο “Εργατικές Πληροφορίες Αλληλογραφία” (Information Correspondence Ouvriere - ICO) που διέκοψε την κυκλοφορία του το 1973. Ο Van έγραφε συχνά σε αυτό.
Ο Van εργάστηκε στο ίδιο εργοστάσιο μέχρι το 1978 και την συνταξιοδόητησή του. Η σύζυγός του Sophie Moen, πέθανε το 1995.
Ο Van συνέχισε να συνεργάζεται με το περιοδικό που είχε συσταθεί από τον Henri Simon μετά την κατάρρευση του ICO, και συνέχισε να το κάνει μέχρι και το θάνατό του, το Γενάρη του 2005.
Ενδιαφερόταν βαθιά για τα ασιατικά αγροτικά κινήματα και έγραψε αρκετά άρθρα σχετικά με το θέμα αυτό. Έγραψε μια αυτοβιογραφία με τον τίτλο “Στη χώρα της σπασμένης καμπάνας”, αρχίζοντας από την άφιξή του στη Γαλλία, ενώ δημοσίευσε δύο τόμους για την πρόσφατη ιστορία του Βιετνάμ. Εξέδωσε επίσης μια συλλογή από βιετναμέζικες λαϊκές παραδόσεις για παιδιά. Μερικά από τα γραπτά του Van κυκλοφορούν στο Βιετνάμ.
Το 1968, ο Van προέβλεψε για την κατάσταση στο Βιετνάμ σε εένα άρθρο του Cahiers de Discussion pour le Socialisme des Conseils ότι “μια μέρα οι σφαγές της Αμερικής θα τελειώσουν... οι επιζώντες θα επιστρέψουν στα εργοστάσια, τα γραφεία και τα αγροκτήματα, με σχισμένα πρόσωπα, χωρίς χέρια και χωρίς πόδια, σέρνοντας στα ερείπια της διακοσμημένης ύπαρξής τους. Πίσω εκεί, οι ‘ήρωες της αντίστασης’ -αγρότες και εργάτες του Βιετνάμ- θα επιστρέψουν στα ριζοχώραφα ή θα πεταχτούν στα εργοστάσια της νέας βιομηχανοποίησης... ούτε το καπιταλιστικό σύστημα αμερικανικού τύπου ούτε αυτό του κρατικού καπιταλισμού του Χο Τσι Μινχ θα είναι σε θέση να βάλουν ένα τέλος στην κατάστασή τους καθώς οι καταπιεσμένοι αντιμετωπίζουν μια αστυνομική δικτατορία και αν οι αστοί και οι μεγάλοι γαιοκτήμονες εκδιωχθούν, η γραφειοκρατία θα διαιωνίσει την εκμετάλλευση με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα”.
*Μετάφραση: Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης.