Στις 7 Ιουλίου 1873 στο Alcoi (l'Alcoià, Χώρα της Βαλένθια), στην Ισπανία, σημαντικό κλωστοϋφαντουργικό κέντρο, ξεκινά μια εξέγερση διεθνιστικού χαρακτήρα που θα διαρκέσει λίγες ημέρες και θα ονομαστεί El Petroli. Η όλη διαμάχη προήλθε από τον προηγούμενο χρόνο, όταν διάφορες απεργίες ξυλουργών και σιδηρουργών προσέλκυσαν περισσότερους από τρεις χιλιάδες εργάτες στις εργατικές ενώσεις-μέλη της Διεθνούς Ένωσης Εργατών (AIT) στην περιοχή και εναντίον της οποίας, τον Ιανουάριο του 1873, δημιουργήθηκε, με την υποστήριξη των εργοδοτών, ένας Κύκλος Καθολικός Εργατών. Επιπλέον, πρέπει να προσθέσουμε το παράδειγμα του καντονιστικού εξεγερσιακού κινήματος που εξαπλωνόταν σε όλη τη χερσόνησο.

Στις 7 Ιουλίου 1873 οι εργάτες του Alcoi, καλεσμένοι από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή της AIT, που είχε μετακομίσει στο Alcoi από τον Ιανουάριο του 1873 στο πλαίσιο του Συνεδρίου της Κόρδοβα, συγκεντρώθηκαν σε συνέλευση στην πλατεία Toros για να απαιτήσουν τη μείωση της εργάσιμης ημέρας σε οκτώ ώρες εργασίας και την αύξηση του μισθού από τέσσερα σε έξι rals την ημέρα. Μπροστά στην αρνητική στάση των εργοδοτών, προκηρύχθηκε γενική απεργία την επόμενη ημέρα που αρχικά είχε την ουδετερότητα του ομοσπονδιακού δημοκρατικού δημάρχου Agustí Albors Blanes (Pelletes).

Δωροδοκημένος από την εργοδοσία με 60.000 πεσέτες, ο Albors τηλεγράφησε στις κυβερνητικές αρχές του Αλικάντε και απαίτησε να έρθει στην πόλη στρατιωτική φάλαγγα, ενώ δημοσίευσε μια αντεργατική απαγόρευση.

Στις 9 Ιουλίου, μια επιτροπή των εργαζομένων, που συγκροτήθηκε από τους Vicente Fombuena, Tomàs Montava, Severiano Albarracín, Juan Chinchilla και Rafael Abad Seguí, προέβη σε συζητήσεις με τον δήμαρχο με σκοπό να παραιτηθεί το δημοτικό συμβούλιο και να αναλάβουν οι εργαζόμενοι τη δημοτική διοίκηση. Ο Albors όμως απάντησε διατάσσοντας επίθεση εναντίον των περισσότερων από δύο χιλιάδων εργατών που είχαν συγκεντρωθεί στην κεντρική πλατεία της πόλης, που στοίχισε τη ζωή δύο διεθνιστών, ενώ άφησε επίσης 20 τραυματίες.

Τις επόμενες ώρες υπήρξαν άλλοι τέσσερις νεκροί και άλλοι 20 τραυματίες. Κάποια σπίτια γειτονικά στο δημαρχείο, όπου είχαν καταφύγει οι αρχές, και κάποια εργοστάσια κάηκαν, εξ ου και η ονομασία που θα λάβει η εξέγερση: Petroli (Πυρπόληση). Οι προσπάθειες διαμεσολάβησης απέτυχαν μέχρι που η εθνοφρουρά και κάποιοι προστάτες τηε ξέμειναν από πυρομαχικά. Μετά από 20 ώρες μάχης, η εθνιοφρουρά παραδόθηκε και στη συνέχεια το πλήθος εισέβαλε στο δημαρχείο. Ο Albors εκτελέστηκε επιτόπου και τέσσερις φρουροί και δύο αφεντικά τραυματίστηκαν. Αν και δεν έγινε γνωστό αν σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της μάχης, όπως σύμφωνα με διεθνιστικές πηγές, ή σκοτώθηκαν αλλού όπως είπαν κυβερνητικοί αξιωματούχοι.

Ο λαός εξέλεξε μια Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας, με πρόεδρο τον Severiano Albarracín, ο οποίος διηύθυνε το Alcoi για τρεις ημέρες και ο οποίος έθεσε υπό κράτηση 42 άτομα που είχαν πυροβολήσει κατά του πλήθους, απελευθερώνοντάς τους τρεις ημέρες αργότερα. Στις 12 Ιουλίου κυκλοφόρησε η είδηση ότι μια στρατιωτική φάλαγγα υπό τη διοίκηση του στρατηγού Velarde πλησίαζε στο Alcoi. Την ίδια ημέρα έφτασε στην πόλη ο κυβερνήτης του Alicante Josep Maria Morlius, και μια επιτροπή από τη Μαδρίτη υπό την προεδρία του βουλευτή Cervera. Κατά τη διάρκεια της νύχτας της 12ης Ιουλίου, οι επικεφαλής της εξέγερσης, φοβισμένοι, εγκατέλειψαν την πόλη.

Όλα φάνηκαν να έχουν ηρεμήσει αφού μια μικτή επιτροπή εργατών και εργοδοτών ανέλαβε τη δημοτική διοίκηση και αφού οι ένοπλοι εργάτες απελευθερώθηκαν χωρίς αντίσταση με την υπόσχεση αμνηστίας. Ξεκίνησε όμως μια εκστρατεία στον Τύπο, στην οποία δεν ήταν ξένος ο υπουργός Επικρατείας Eleuterio Maisonave, ο οποίος μίλησε για "χάος", δολοφονίες και βιασμούς.

Σιγά-σιγά η κανονικότητα πήρε τη σκυτάλη με τις απαγορεύσεις της 21ης και 23ης Ιουλίου του νέου δημάρχου Tomás Maestre. Η εργοδοσία, ωστόσο, ζήτησε εκδίκηση και στις 13 Σεπτεμβρίου, ήδη με τον Castelar στην κυβέρνηση, διορίστηκε ειδικός δικαστής και στρατιωτικός διοικητής, η πόλη καταλήφθηκε από τον στρατό και δύο ημέρες αργότερα 129 εργάτες συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στο κάστρο του Αλικάντε, όπου τέσσερα χρόνια αργότερα εξακολουθούσαν να είναι κλειδωμένοι χωρίς να έχουν δικαστεί. Το 1878 υπήρχαν ακόμη 93 κρατούμενοι και 80 αφέθηκαν ελεύθεροι με εγγύηση - ένας από τους κρατούμενους αφέθηκε ελεύθερος 10 χρόνια μετά το περιστατικό. Συνολικά δικάστηκαν 700 εργάτες ακόμη και ανήλικοι μεταξύ 12 και 17 ετών.

Η Επανάσταση του Πετρελαίου σήμανε μια ρήξη στη δράση μεταξύ δημοκρατικών και αναρχικών.

*Πηγή: Lluis Guix Moreno. Μετάφραση: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης.